Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2015

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕ ΧΩΡΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ
ΜΕΡΟΣ  2ο

2Καὶ ἐξανέτειλεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου καὶ τὸ ξύλον τοῦ εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ». (ΓΕΝ. 2/9).
α. «Πάν ξύλον»
 Η έκφραση σημαίνει την τελεία γνώση που προέρχεται από πάντα τα δημιουργήματα του Τριαδικού Θεού.
«Τα γάρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου, τοίς ποιήμασι νοούμενα καθοράται» (ΡΩΜ. 1/20).
«Εθαυμαστώθη η γνώσις μου εξ εμού (από την δική μου δημιουργία)» (ΨΑΛΜ. 138/6).
Γνώση σημαίνει η της αληθείας γνώση. Αφού ο Χριστός είναι Η Αλήθεια και όχι απλώς αλήθεια, η πίστη της Αληθείας είναι και πίστη της Γνώσεως, διότι την Αλήθεια για την Κτίση και τα κτίσματά Του, γνωρίζει μόνον ο Θεός-Κτίστης-Δημιουργός και εις Αυτόν μόνον ανήκει η Γνώση.
Εάν Αυτός μόνον γνωρίζει την Αλήθειαν, έπεται ότι Αυτός μόνον αποκαλύπτει ή απεκάλυψεν την Αλήθειαν στους γνωρίζοντας Αυτήν. Κάθε άλλη οδός εκτός Χριστού οδηγεί στο ψεύδος, την πλάνη, την απάτη και το σκότος.
Συνεπώς η Αλήθεια ΔΕΝ γνωρίζεται από τον άνθρωπον, αλλά αποκαλύπτεται στον άνθρωπον δια της πίστεως στον Ιησού Χριστόν, που είναι πίστη θείας αποκαλύψεως. Η αλήθεια της θείας αποκαλύψεως δεν έχει ανάγκη αποδείξεως ή κατοχυρώσεως διότι είναι υπερβατική, υπερφυσική γνώση, επιβαλλομένη αυθεντικώς άνωθεν στους αληθώς πιστούς.
Η σοφώτερη επιστήμη και τα πολυτιμώτατα αγαθά του κόσμου είναι μηδέν μπροστά στην σοφία του Θεού. Είναι πλάνες που φέρουν ψευδώς το όνομα της γνώσεως (ψευδώνυμος γνώση) [Α’ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ,3/19---ΜΑΤΘΑΙΟΣ, 11/25---ΡΩΜΑΙΟΥΣ,1/21-23---Α’ ΤΙΜΟΘΕΟΝ, 1/20-21].
Πάντες οι θησαυροί της σοφίας και της γνώσεως είναι κεκρυμμένοι εις τον Χριστόν (Α’ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ, 2/10--- ΚΟΛΑΣΣΑΕΙΣ, 2/2,3,8).
Το «πάν ξύλο» εδόθη στον άνθρωπο για να ζή.
β.  «Το ξύλον της ζωής»
(1) Το ξύλο της ζωής ήταν δένδρο που είχε ζωοπάροχον ενέργειαν (ή έδιδε την αθανασίαν) ή δένδρο φαγώσιμον μόνον από αυτούς που ήσαν άξιοι της ζωής και δεν υπέκειντο εις τον θάνατον.
(2) Μερικοί εφαντάσθησαν τον Παράδεισον αισθητόν και άλλοι νοητόν.
Κατά τον Άγιον Ιωάννη Δαμασκηνό, όμως, και άλλους Πατέρας, το ιερώτατον τέμενος του Παραδείσου είχε δημιουργηθεί αισθητόν και νοητόν, επειδή και ο άνθρωπος είχε δημιουργηθεί αισθητός και νοητός. Το σώμα του κατοικούσε σε ωραιότατο αισθητόν τόπον και η ψυχή του σε ανώτερο και ακόμη ωραιότερο τόπον έχοντας ως κατοικίαν του ένοικον τον Θεόν και ένδυμα τον ίδιον τον Θεόν, απολαμβάνοντας ως άλλος Άγγελος και τρεφόμενος, από το δένδρο της ζωής καθ’ όσον η θεία κοινωνία μεταδίδει σ’ αυτούς που γίνονται μέτοχοί της, ζωήν που δεν διακόπτεται από τον θάνατον.
(3) Το Δένδρο της ζωής :
(α) Έθεσε ο Θεός στο μέσον του Παραδείσου για να είναι προσιτόν στον άνθρωπο. Ο Θεός έδωσε τα πάντα στον άνθρωπο προκειμένου να κάνη την ζωήν του ευχάριστον.
(β) Δια των καρπών του θα ενίκα την φυσικήν του σώματος θνητότητα και ασθένειαν σε περίπτωση που δεν εγένετο παρήκοος ή θα εδίδετο ως βραβείον εάν δεν παρήκουε.
(γ) Είναι το σύμβολον του Χριστού, η μετά του οποίου ένωσις και κοινωνία θα μεταδίδει την ζωήν την μακαρίαν και αθάνατον εις τα εκ των καρπών του δένδρου τρεφόμενα τέκνα του Θεού, τα διά της πίστεως υιοθετηθέντα (Ιωάννης Θεολόγος, Αποκάλυψη 22,2)
(δ)  Είναι η βαθυτέρα περί Θεού έννοια που δημιουργείται εντός μας από τα αισθητά και η αναφορά δια μέσου αυτών εις τον Ποιητήν, Ζωοδότην, Δημιουργόν και αίτιον όλων των όντων (Ιησούς Χριστός).
Το ξύλον της ζωής εδόθη στον άνθρωπο ίνα αεί ζή.
3.  «Και ενετείλατο ο Θεός τω Αδάμ λέγων: Από παντός ξύλου του εν τω παραδείσω βρώσει φαγή, από δε του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθαι απ’ αυτού. Η δ’ αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, θανάτω αποθανείσθαι…» (ΓΕΝ.2/16-17).
α.Η φράση «Aπό παντός ξύλου του εν τω παραδείσω βρώσει φαγή». σημαίνει:
«Μέσω όλων των δημιουργημάτων ανυψώσου προς εμέ τον δημιουργόν και απόλαυσε (φάγε) ένα καρπό από όλα (ΣΣ: Τα δένδρα/ δημιουργήματα) δηλαδή εμέ την αληθινή ζωή. Όλα ας σου προσφέρουν ως καρπόν την ζωήν και να κάνεις την κοινωνίαν σου με Εμέ συστατικόν της υπάρξεώς σου. Διότι έτσι θα είσαι αθάνατος (κατά χάριν)» (Ιωάν. Δαμασκηνός, έκδοση ακριβής της Ορθ. Πίστεως, Β(ΙΙ)25).
β.Ο άνθρωπος τότε κυρίως αποθνήσκει όταν παραβαίνει τους Νόμους του Κυρίου, δηλαδή διαπράττει Α-νομίαν), έστω και εάν νομίζει ότι ζει (Ισίδωρος Πηλουσιώτης).
γ.Απορρέον ερώτημα:
  Δια των παραπάνω φράσεων ορίζεται ρητώς η φυτοφαγία των ανθρώπων;
Υπάρχουν δύο απόψεις:
(1)   Εντολή για ιδιαίτερη χρήση των φυτών ως τροφής χωρίς να αποκλείεται η κρεοφαγία, αφού ο άνθρωπος είχε την ηγεμονία επί των ζώων (στ. 28). Πιθανώς οι άνθρωποι στον Παράδεισο δεν είχαν ανάγκη κρεοφαγίας προ της πτώσεως.
(2)   Απαγόρευση της κρεοφαγίας αλλά χρήση της μετά τον κατακλυσμόν κατά παραχώρηση-συγχώρηση του Κυρίου.
δ. Το «ξύλον(δένδρον) της γνώσεως του καλού και πονηρού»(ΔΓΤΚΚΠ):
(1)    Είναι η αισθητή και γεμάτη από ηδονές τροφή η οποία κατά το φαινόμενον προκαλεί γλυκύτητα, στην πραγματικότητα όμως κάνει κοινωνόν κακών, αυτόν που την γεύεται.
       (2)   Ο Θεός τοποθέτησε το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού στον Κήπο της Εδέμ για να δώσει στον Αδάμ και στην Εύα μια επιλογή,  να Τον υπακούσουν ή να Τον παρακούσουν. Ο Αδάμ και η Εύα ήσαν ελεύθεροι να κάνουν ότι ήθελαν, εκτός από το να φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. 
Αν ο Θεός δεν είχε δώσει στον Αδάμ και στην Εύα επιλογή, θα ήσαν απλά ρομπότ, που θα έκαναν ότι ήταν προγραμματισμένοι να κάνουν. 
Ο Θεός δημιούργησε τον Αδάμ και την Εύα να είναι «ελεύθερα» όντα, ικανά να κάνουν επιλογές, ικανά να διαλέγουν ανάμεσα στο καλό και το κακό. Προκειμένου ο Αδάμ και η Εύα να είναι πράγματι «ελεύθεροι»  θα έπρεπε να έχουν την δυνατότητα και ελευθερία επιλογής.
Ετέθη, λοιπόν «ωσάν κάποιαν αφορμήν και δοκιμασίαν και άσκησιν της υπακοής του ανθρώπου….Δι’ αυτό έχει ονομασθεί δένδρον (ΔΓΤΚΚΠ), ή ότι έδιδε εις εκείνους που έτρωγαν απ’ αυτό δύναμιν να γνωρίσουν την φύσιν τους, που ήταν βέβαια καλό για τους τελείους, αλλά επικίνδυνον δια τους ατελεστέρους και περισσότερον λαίμαργους ως προς την επιθυμίαν» (Ιωάννης Δαμασκηνός).
(3)  Με άλλα λόγια, σε εκείνους που έτρωγαν τον καρπόν του ΞΓΤΚΚΠ εδίδετο η ευκαιρία να γνωρίσουν την φύση τους και τις δυνατότητές τους καθώς και τα όρια δράσεώς τους.
(4) Το ΔΓΤΚΚΠ «Ούτε εφυτεύθη από την αρχήν με κακόν σκοπόν ούτε απηγορεύθη από φθόνον….αλλά ήτο καλόν εάν το εδοκίμαζε κανείς εις τον κατάλληλον καιρόν (διότι το δένδρον κατά την άποψίν μου ήτο η θέα του Θεού την οποίαν μπορούσαν να πλησιάσουν μόνο εκείνοι οι οποίοι είχαν τελειοποιηθεί με την άσκησιν) αλλά δεν ήτο καλόν για τους αδοκίμαστους ακόμη και τους πιο λαίμαργους ως προς την επιθυμίαν, όπως η σκληρά τροφή δεν είναι ωφέλιμος δι’ εκείνους οι οποίοι είναι ακόμη αδύνατοι και έχουν ανάγκη από γάλα» (Γρηγόριος Θεολόγος).
    (5) Κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη ήτο νοητόν και την θεωρίαν του ο Αδάμ έμελλε να απολαύση ευκαίρως όταν ήθελε φθάση στην τελειότητα. 
        ε. Δικαιολογείται η παράβαση από τους πρωτοπλάστους; Δεν δικαιολογείται διότι:
(1) Οι εντολές του Θεού ήσαν σαφείς και προσδιόριζαν τα όρια δράσεως του ανθρώπου και τις προδιαγραφές του. Η συγκεκριμένη εντολή ετέθη κατά μίαν άλλη εκδοχή, για απαγόρευση της επαφής του ανθρώπου με τον Διάβολον και τους εκπεσόντες αγγέλους.
      (2)  Και εάν αισθητόν νοηθεί το ξύλον εκείνο «πάλιν δεν συνέφερε εις τον Αδάμ, ατελή όντα, να ιδή εμπαθώς και να φάγη από εκείνον τον γλυκύτατον καρπόν…διατί μόνον οι τέλειοι εις την έξιν της θείας θεωρίας και αρετής μπορούν να έρχονται εις επαφήν με τα πολύ ευχάριστα των αισθήσεων, χωρίς να απομακρύνουν τον νούν τους από την Θεωρίαν του Θεού…»  (Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Φιλοκαλία, τ. Δ΄). 
      Ο Αδάμ ήταν σοφός αλλά δεν είχε γίνει ακόμα άγγελος (δεν είχε τελειοποιηθεί). Απελάμβανε τα πάντα ωσάν άγγελος. 
στ. Η αμαρτία (α-νομία) του Αδάμ έφερε τον θάνατον. Πρώτα εισήλθε στην ανθρωπίνη φύση ο πνευματικός θάνατος που είναι ο αποχωρισμός από το Θεό. Μετά ήλθε ο σωματικός θάνατος (Το σώμα έγινε θνητό) και έτσι εδιώχθη ο Αδάμ αυτομάτως από τον Παράδεισο για να μην απλώσει το χέρι του και φάει από το δένδρο της ζωής και γίνη αθάνατος και η αμαρτία αθάνατος.
Κατ’ αυτόν τον τρόπον η τιμωρία των πρωτοπλάστων, αποβαίνει φιλανθρωπία του Θεού. Δηλαδή αντί να ζή αιωνίως ο άνθρωπος και να είναι αιωνίως ένας ζωντανός νεκρός, ο Θεός διακόπτει την αμαρτωλή ζωή του ανθρώπου. Διαλύει την ένωση της ψυχής και του σώματος και θα τα ενώσει πάλι κατά την Δευτέραν Παρουσίαν Του!
Το δένδρο της ΓΤΚΚΠ εδόθη στον άνθρωπο ίνα ευ ζή. 
4.«Και ήσαν οι δύο γυμνοί, ό τε Αδάμ και η γυνή αυτού, και ουκ ησχύνοντο» (ΓΕΝ. 2/25). 
α. Οι Πρωτόπλαστοι:
-Ησχολούντο αποκλειστικώς με τα πνευματικά ζητήματα και την επικοινωνίαν με τον Θεόν, όντες ακόμα αναμάρτητοι με τα σαρκικά και γήϊνα. Υπήρχε τελεία αρμονία ανθρωπίνης ψυχής και Θεού και επομένως σώματος και ψυχής ή πνεύματος και σαρκός.
-Ήσαν ενδεδυμένοι την αθανασίαν και δεν είχαν τα πάθη της θνητής φύσεως. 
 β. Η παρακοή άλλαξε την πορεία της ζωής τους. Πρώτη και άμεση συνέπεια της ανομίας τους ήταν η απώλεια της αθανασίας τους. Ακολούθησαν ο φόβος και η γνώση της γύμνιας τους. Ο Αδάμ και η Εύα φοβούνται και αισχύνονται: «…ων , εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότος τοις ωσί ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη..» (Τροπάριον Κασσιανής, υμνολογία Μεγ. Τρίτης). 
 γ. Για πρώτη φορά οι πρωτόπλαστοι άνθρωποι αισθάνονται τα δύο αυτά συναισθήματα του φόβου και της αισχύνης. Για πρώτη φορά αισθάνονται την γύμνια τους μπροστά στον Δημιουργό τους. Από εκείνη την στιγμή ο άνθρωπος νεκρώθηκε, απώλεσε την αθωότητά του, την αθανασία του και την μοναδικότητά του μέσα στην δημιουργία. Από τότε αρχίζει κι η τραγωδία του.



Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου