Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

               ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕ ΧΩΡΙΑ  ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΕΣΕΩΣ
                 MEΡΟΣ 1o

Toν τελευταίο καιρό εμφανίζονται στα ΜΜΕ, όλο και συχνότερα, άτομα που διατυπώνουν θέσεις, απόψεις, κρίσεις, συκοφαντίες κατά της Ορθοδοξίας. Μεταξύ αυτών παρατηρούμε και ωρισμένους που κηρύττουν με ακονισμένη γλώσσα όπως του όφεως, την πλάνη της αμφισβητήσεως ή αρνήσεως μέρους ή του συνόλου της Παλαιάς Διαθήκης.
Σε προγενέστερες αναλύσεις θεμάτων, ετονίσαμε και αιτιολογήσαμε συνοπτικώς γιατί η Παλαιά Διαθήκη αποτελεί το Βιβλίο των Βιβλίων, την Πύλη που διανοίγει τους ορίζοντες αναζητήσεως της Αληθείας για την Δημιουργία του Σύμπαντος και ιδιαιτέρως για την ασφαλή «ακτινογραφία» του ανθρώπου, του τελειοτέρου δημιουργήματος του Θεού.
Όλοι αυτοί οι βουκόλοι της πλάνης και του σύγχρονου σκοταδισμού, μεταξύ των οποίων και κάποιοι αυτοχαρακτηριζόμενοι ως ορθόδοξοι και δη «θεολόγοι», εκμεταλλευόμενοι την πνευματική ερήμωση και το κλίμα ασυδοσίας της εποχής μας, χρησιμοποιούντες ποικίλες αυθαίρετες ερμηνείες και πονηρές μεθόδους, διαστρεβλώνουν εντέχνως τα κείμενα της Π.Δ. νοθεύουν το νόημά τους και διδάσκουν αντί της παραδοθείσης  και πιστοποιηθείσης αληθείας, προσωπικά εντάλματα και ανθρώπινους στοχασμούς, στοχεύοντες, σκοπίμως ή ανοήτως:
-Στην συσκότιση της αληθείας για την Δημιουργία και Τον Δημιουργό, για το μέγα μυστήριον της δημιουργίας του ανθρώπου, με αυθαίρετες ερμηνείες δυσκόλων χωρίων της Παλαιάς Διαθήκης και απίστευτες θεωρίες περί δήθεν εξελίξεως.
-Στον αποτειχισμό των Ελληνορθοδόξων από την Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν, της οποίας κεφαλή είναι ο Ιησούς Χριστός.
Στα πλαίσια της αντικρούσεως των συστημικών πλανών, της διαφωτίσεως των ενδιαφερομένων και αναζητούντων αδόλως την αλήθεια, όπως έχουμε προαναγγείλει στο παρελθόν, θα παρουσιάζουμε κατά διαστήματα και θα αναλύουμε, κατά δύναμη, χωρία από την Θεόπνευστον Αγίαν Γραφήν, ιδιατέρως από την Παλαιά Διαθήκη.
Κρίνεται αναγκαίον να τονίσουμε ότι, ο ισχυρισμός μερικών ιδίως των Διαμαρτυρομένων (Προτεσταντών), ότι η θεοπνευστία της Π.Δ. περιορίζεται μόνο στις δογματικές και ηθικές αλήθειες, είναι ψευδής και όλως κατ’ουσίαν αβάσιμος, επειδή αφ’ ενός πλείστες δογματικές και ηθικές αλήθειες είναι στενώς συνυφασμένες προς ιστορικά γεγονότα, και προς έργα ανθρώπων, αφ’ ετέρου διότι δεν υπάρχει καμμία έγκυρη αυθεντία, κανένα απολύτου κύρους κριτήριον, για να διαχωρίσει το, κατά τους αρνητές, ανθρώπινον στοιχείον από το θείον.
Αλλά επειδή η Αγία Γραφή εγράφη από ανθρώπους και δι’ ανθρώπους, διαφόρων μάλιστα εποχών, διαφόρου κοινωνικής θέσεως και μορφώσεως, είναι φυσικόν να παρουσιάζει ενιαχού κάποιες φραστικές ατέλειες, επαναλήψεις και ανθρωποπαθείς εκφράσεις, οι οποίες όμως δεν μειώνουν ουδ’ επ’ελάχιστον, την αλήθειαν αυτής.
Για τους παραπάνω λόγους, πολυάριθμες είναι οι προτροπές των Πατέρων της Εκκλησίας και εκκλησιαστικών συγγραφέων προς μελέτην της Αγίας Γραφής και παραστατικώς επισημαίνονται οι κίνδυνοι από την άγνοιαν αυτής.
Κατόπιν των παραπάνω, θα παρουσιάσουμε ένα υπόμνημα που αφορά σε βασικά χωρία της Π.Δ., από τα πρώτα κεφάλαια της ΓΕΝΕΣΕΩΣ, όπως έχουν ερμηνευθεί κατά καιρούς, από τους φωτισμένους Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
                   *
1. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν…καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς». (ΓΕΝΕΣΗ, 1/26-27).
α. Ο Θεός είπε καθ’ Εαυτόν «ποιήσωμεν» και δεν είπε «γεννηθήτω» άνθρωπος, όπως διέταξε για τα υπόλοιπα δημιουργήματα (έμψυχα και άψυχα). Οι φράση αυτή αποδεικνύει:
(1)   Την τριαδικότητα του Ενός Θεού.
Το «ποιήσωμεν»:
·Δεν δηλοί πολυθεΐαν διότι αμέσως μετά ομιλεί περί εικόνος Θεού (..κατ’εικόνα Θεού) και όχι περί εικόνων. Ούτε ο Θεός απευθύνεται προς Αγγέλους  όπως ισχυρίζονται κάποιοι αιρετικοί, διότι «Θεού ουσία και αγγέλων ου μία ούτε εικών η αυτή» (Θεοδώρητος o Kύρου).
·Δηλοί το Τρισυπόστατον. Η Τριαδικότης του Θεού της Παλαιάς Διαθήκης, δεν αναφέρεται στο κείμενο κυριολεκτικώς ως Αγία Τριάδα (Πατήρ-Υιός-Άγιον Πνεύμα), αλλά συνάγεται σαφέστατα από άλλα κείμενα, όπως:
«Ὤφθη δὲ αὐτῷ (τω Αβραάμ) ὁ Θεὸς ἀναβλέψας δέ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε, καὶ ἰδοὺ τρεῖς ἄνδρες εἱστήκεισαν ἐπάνω αὐτοῦ…» (ΓΕΝΕΣΗ, 18/1-2).
« Τῷ λόγῳ τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοὶ ἐστερεώθησαν καὶ τῷ πνεύματι τοῦ στόματος αὐτοῦ πᾶσα ἡ δύναμις αὐτῶν» (ΨΑΛΜΟΙ, 32/6).
«Καὶ Σεραφὶμ εἱστήκεισαν κύκλῳ αὐτοῦ, ἓξ πτέρυγες τῷ ἑνὶ... καὶ ἐκέκραγεν ἕτερος πρὸς τὸν ἕτερον καὶ ἔλεγον· ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πᾶσα ἡ γῆ τῆς δόξης αὐτοῦ…» (ΗΣΑΪΑΣ, 6/2-3).
Ο τρισάγιος ύμνος των Σεραφείμ αναφέρεται στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος.
Όταν ο Θεός δίδει εντολές προς τον Μωϋσήν, αναφέρει 3 φορές την λέξη Κύριος κάθε μία από την οποίαν αντιστοιχεί και σε καθένα από τα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδος:
« Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν λέγων… εὐλογήσαι σε Κύριος καὶ φυλάξαι σε… ἐπιφάναι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ ἐλεήσαι σε…ἐπάραι Κύριος τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπὶ σὲ καὶ δώῃ σοι εἰρήνην…» (ΑΡΙΘΜΟΙ, 6/22-27).
   (2) Την ιδιαιτερότητα της δημιουργίας του ανθρώπου έναντι των άλλων κτισμάτων.
β. «…καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπονἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ …».
Δια της λ. άνθρωπος νοείται και ονομάζεται τόσον ο άνδρας όσον και η γυναίκα και όχι ότι ο Θεός εποίησε άνθρωπον «αρσενικοθήλυκον» ως παρερμηνεύουν την φράση, πολλοί μισαλλόδοξοι και αλλόδοξοι, κυρίως νεοπαγανιστές και πάσης αποχρώσεως αποκρυφιστές.
Το «εποίησεν αυτόν» αντιστοιχεί στον άνθρωπον. Επειδή κατά την αντίληψη κάποιων παλαιοτέρων, ως άνθρωπος ενομίζετο μόνον ο άνδρας1, τα αρχαία κείμενα μαρτυρούν το αντίθετο και επιβεβαιώνουν το νόημα της φράσεως   « …άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς».
Αρχαία κείμενα που επιβεβαιώνουν το νόημα της φράσεως της Π.Δ. :
-«…προσεύχοντό τε την άνθρωπον και εδέκοντο Πεισίστρατον» [προσηύχοντο δε εις αυτήν και εδέχοντο τον Πεισίστρατον (Ηρόδοτος, Κλειώ, 60)]. Η γυναίκα (το θήλυ) ονομάζεται η άνθρωπος2.
-Η άνθρωπος ήτο η Φύα την οποίαν οι Αθηναίοι εξέλαβον ως «την Θεόν» Αθηνά.
-Οι Λάκωνες, κατά τον Ησύχιον, προσωνόμαζον την γυναίκα «η ανθρωπώ»3.
Συνεπώς αν και ήταν μία η πλάσις, διπλή ήταν η της φύσεως του ανθρώπου κατασκευή. Το άρσεν και θήλυ είναι διαφορά του γένους.
Ο Κύριος «εποίησεν αυτούς άρσεν και θήλυ» όπως σαφώς αναφέρεται στο σχετικόν χωρίον (ΓΕΝΕΣΗ, 1/ 27).
Η περίπτωση της αιρετικής και βλασφήμου απόψεως περί δημιουργίας «αρσενικοθήλυκου» ανθρώπου θα είχε κάποια βάσιμη υποψίαν εάν η φράση ήταν: «…..εποίησεν αυτόν άρσεν και θήλυ».
Στο κείμενο της Π.Δ., όμως όχι μόνον είναι σαφέστατο το νόημα της φράσεως αλλά επιβεβαιώνεται και από τα υπάρχοντα σημεία στίξεως (κόμματα) που διαχωρίζουν και διευκρινίζουν τα νοήματα των περιόδων του σχετικού χωρίου:
«..και εποίησεν ο Θεός  τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, (ΣΣ: Τον άνθρωπον) άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς (ΣΣ: Τον άνθρωπον και την άνθρωπον ή ανθρωπώ).
γ.  Δια του ενικού «εικόνα» δηλούται το ομοούσιον των τριών προσώπων (Πατήρ-Υιός-Άγιον Πνεύμα).
«Άνθρωπον» εννοεί, ωσαύτως, τον άνδρα και την γυναίκα. Εκτός των άλλων για να γνωρίσωμεν ότι: «και η γυνή έχει το κατ’ εικόνα Θεού γεγένησθαι ως και ο ανήρ» (Μέγας Βασίλειος).
δ. Το «κατ’ εικόνα»:
---Δεν αναφέρεται στο σώμα του ανθρώπου καθ’ όσον:  «Επτά οι οφθαλμοί του Κυρίου οι επιβλέποντες επί πάσαν την γήν» (ΖΑΧΑΡ. 4/10). Εάν ο Θεός έχει 7 οφθαλμούς και ημείς δύο, δεν εγίναμε κατ’ εικόνα Αυτού σωματικώς.
---Αναφέρεται στην ψυχή, ήτοι στον νού και τις δυνάμεις αυτού.
«...Εν τούτω έχομεν το κατ’εικόνα του Κτίσαντος, ήτοι εις τον Νούν και τας Αυτού δυνάμεις. Επεί και το θείον εν τούτοις καταλαμβάνομεν..» (Γρηγόριος Νύσσης, PG, 46,89). Συγκεκριμένως αναφέρεται:
-Στο τρισσόν αξίωμα,ιερατικόν, προφητικόν και βασιλικόν4.
-Στην πανταχού παρουσία, επειδή ο άνθρωπος «μιμείται» τον απεριόριστον και πανταχού παρόντα Θεόν.
«..Εν ακαρεί περινοστεί (περιέρχεται νοερώς) τα τε εώα (ανατολικά) και τα εσπέρια (δυτικά) και τα νότια και τα βόρεια και δη και τα ουράνια και υποχθόνια. Αλλά ο μεν άνθρωπος ποιεί ταύτα τη του λογικού μόνον φαντασία, ο δε Θεός και τη ουσία και τη σοφία και τη δυνάμει το απερίγραφον έχει…».
-Στην αθανασία την οποία έλαβε και πάλιν ο άνθρωπος, ως δώρον, με την κατάργηση του θανάτου δια της Σταυρικής θυσίας του Κυρίου.
-Στην ελευθερία και το αυτεξούσιον.
---Μας εδόθη ως μία σειρά δώρων του Θεού (χαρίσματα), ενώ το καθ’ ομοίωση εκ προαιρέσεως και κατωρθούμενον ύστερον, ως προορισμός (εζητήθη ως κατόρθωμα για να γίνη ο άνθρωπος άξιος της παρά Θεού μισθαποδοσίας). Δηλαδή ο άνθρωπος ως ελεύθερον και νοήμον πλάσμα με τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός να προκόψει στις αρετές και να ομοιάσει με τον Θεόν. Να θεωθεί. Κατά χάριν, δηλαδή με την δική Του Χάρι.
Το «καθ’ ομοίωσιν» αρχίζει από εδώ και κορυφούται στην άλλη ζωή.
ε. Εδημιούργησε απ’ αρχής άνδρα και γυναίκα.
Αργότερον ενεφύσησε εις το πρόσωπον αυτού πνοή ζωής και μετά διεχώρισε την πλευράν αυτού και ωκοδόμησεν εις γυναίκα ενώ ο Αδάμ εκοιμάτο. (Θεσμοθέτηση-Ευλογία του Γάμου).
στ. Γιατί εκτίσθη πρώτα ο Αδάμ και μετά η Εύα;
  Διότι ο ανήρ είναι εικών και δόξα Θεού και η γυνή δόξα του ανδρός (Α΄ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ, 11/7). Ο Αδάμ του Χριστού, η Εύα της Εκκλησίας του Χριστού.
ζ. Ο άνθρωπος εικονίζει και το Μυστήριον της Αγίας Τριάδος.
  (1) Ο ανθρώπινος νούς, τον Θεό Πατέρα, όστις γεννά τον Υιόν και Λόγον και εκπορεύει το Άγιον Πνεύμα.
   (2) Ο ανθρώπινος λόγος, τον Θεόν Υιόν και Λόγον του Θεού.
   (3) Το ανθρώπινο πνεύμα, τον Θεόν Άγιον Πνεύμα.
η. Πνεύμα- Ψυχή – Νούς ανθρώπου
    (1) Ο άνθρωπος είναι σύνθετος εκ ψυχής και σώματος.
Κατά τον Μέγα Βασίλειον, «Ο Δημιουργός εποίησεν ημίν σώμα, εποίησεν ημίν ψυχήν», Την σάρκα εκ της γής και την ψυχή ουρανία [«Ψυχή ουρανού μίμημα..διότι εν αυτή κατοικεί ο Κύριος. Σαρξ δε εκ της γης υπάρχει εν ή κατοικούσι θνητοί άνθρωποι και άλογα ζώα» (PG,31, 1488 και PG, 31,644)].
Κατά το Κύριλλον Αλεξανδρείας, «Ετεροφυές μεν είναι το σώμα προς την ψυχήν, είς όμως εκ των δύο τούτων άνθρωπος αποτελείται και λέγεται» (Μ5, 148).
 (2) Ενώ λοιπόν ο άνθρωπος είναι δισυπόστατος, πολλοί ομιλούν (συνήθως κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, ψυχίατροι, ορθολογιστές, κλπ) περί τρισυπόστατου ανθρώπου (σώματος, ψυχής και νού ή πνεύματος του ανθρώπου).
Πως εξηγείται αυτή η αντίφαση;   
   (3) Δεν πρόκειται περί αντιφάσεως ή αντιθέσεως αλλά περί δυσνόητης ερμηνείας των σχετικών κειμένων, τα οποία ξεκαθαρίζουν με τον τρόπον τους οι Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Η Αγία Γραφή μεταχειρίζεται και την λέξη πνεύμα αντί της ψυχής. Η μέν λέξη ψυχή είναι γενικωτέρα και εκφράζει την ανωτέραν άϋλον ουσίαν της ανθρωπίνης φύσεως ως κάτι σύνολον, κατ’ αντίθεση προς το σώμα. Η λέξη πνεύμα είναι ειδικωτέρα και εκφράζει την ανωτέραν εν γένει και λογικωτέρα της ψυχής φύση.
   (4) Ο άνθρωπος έχει ψυχήν λογικήν (ψυχή ή πνεύμα) και νοεράν (Νούς ή ανθρώπινο πνεύμα). Ο Νούς, όμως, δεν είναι κάτι ξεχωριστόν από το ανθρώπινο πνεύμα, διότι τότε ο άνθρωπος θα ήτο τρισυπόστατος (αίρεση). Ο Νούς είναι η λογική προέκταση της ψυχής, το λογικόν παρέκταμα της ψυχής.
«Ώσπερ γαρ οφθαλμός εν σώματι, ούτω εν ψυχή νούς…» (Ιω. Δαμασκηνός, Ορθ. Πίστεως, Βιβλίον Β΄, περί ανθρώπου, κεφ. κστ).
   (5) Τέλος ο άνθρωπος χρησιμοποεί και την λέξη διάνοια με πολλές ερμηνείες, όπως: Σκέψη, λογισμός, έννοια, διανόηση, νους (Λεξ. Δορμπαράκη, σ.221). Η διάνοια (το λογικό) λειτουργεί διά των λογισμών, διανοημάτων και φράσεων.
Κατόπιν των παραπάνω:
-Ο Θεός κατεσκεύασε μεν έτσι τον άνθρωπο (δισυπόστατον), αλλά έμελλε, δι’ αυτήν την αιτίαν, να κηρυχθεί στον κόσμο και το μυστήριον της Αγίας Τριάδος ως δυσερμήνευτον και ακατάληπτον (Μ. Φώτιος,PG, 101, 1061), ήτοι:
--O ανθρώπινος νους εικονίζει τον Πατέρα, ο οποίος γεννά τον Υιόν και Λόγον και εκπορεύει το Άγιον Πνεύμα.
--Ο ανθρώπινος λόγος, τον Θεόν Υιόν και Λόγον του Θεού και
--Το ανθρώπινο πνεύμα, το Άγιον Πνεύμα το εκ του Πατρός εκπορευόμενον.
-Πλην επί μεν της Αγίας Τριάδος, τρείς νοούμεν τας υποστάσεις (Πατήρ, Υιός, Άγιον Πνεύμα) και ασυγχύτως ηνωμένας (Μυστήριον της Αγίας Τριάδος), επί δε του ανθρώπου ανυπόστατος είναι και ο λόγος και το πνεύμα. (υπόστασις=περιεχόμενον, πραγματικότης, ουσία).
-Επειδή ο Θεός είναι άϋλος και αόρατος, ενταύθα τα άϋλα και αόρατα του ανθρώπου, απεικονίζουν την τριαδικότητα του Θεού, τουτέστιν: Η ψυχή είναι ο τύπος του Πατρός, ο λόγος ο τύπος του Υιού και ο Νούς ή πνεύμα ο τύπος του Αγίου Πνεύματος (Γρηγόριος Νύσσης, PG,44,1340).


Συνεχίζεται 


1 Κατά παλαιότερη ετυμολογική ερμηνεία βασισμένη σε μία διασωθείσα καταγραφή του Ησυχίου, η λ. άνθρωπος (ο) εθεωρείτο αβεβαίου ετύμου, πιθανολογούμενη από το ανήρ+ωψ/ωπος, ήτοι ανδρ-ώψ ή ανδρ-hωπος, πβ. Ησυχ. δρωψ=άνθρωπος, ο έχων όψιν ανδρός [Λεξ. Δορμπαράκη, σ.89]. 
2 Περί ανθρώπου και ετυμολογίας της λέξεως, βλέπε στην αναλυτική παρουσίαση του σχετικού θέματος, από 16 Απριλίου μέχρι 1 Μαΐου 2014.
3 Λεξικόν Ησυχίου, Αιλίου Διογενειανού-Περιεργοπένητες, σ. 162.
4 Oι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο πριν αμαρτήσουν, συνωμιλούσαν με τον Θεόν, αισθάνοντο την θεία χάρι. Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, για να είναι ιερεύς, προφήτης και βασιλεύς.
Ι ε ρ ε ύ ς, για να δέχεται την ύπαρξή του και τον κόσμο ως δώρα του Θεού, και να αντιπροσφέρει εν συνεχεία τον εαυτό του και τον κόσμο στον Θεό ευχαριστιακώς και δοξολογικώς όπως ένας ιερεύς. Για τον λόγο αυτό η ορθόδοξη εκκλησία αποκαλεί τους πιστούς «βασίλειον ιεράτευμα».
Π ρ ο φ ή τ η ς, για να γνωρίζει τα άρρητα και απόκρυφα μυστήρια του Θεού.
Β α σ ι λ ε ύ ς και δεσπότης (κυρίαρχος) για να βασιλεύει στην υλική δημιουργία και στον εαυτό του. Να χρησιμοποιεί την κτίση και τα πάσης φύσεως κτίσματα όχι ως τύραννος, αλλά με εμφάνιση και συμπεριφορά που να εμπνέουν σεβασμό και εμπιστοσύνη. Να μην κάνει κατάχρηση της δημιουργίας-κτίσεως, αλλά ευχαριστιακή χρήση.
Όπως ο Θεός έχει την δεσποτείαν των πάντων έτσι και ο θεός έδωσε στον άνθρωπο των υλικών και αλόγων την δεσποτείαν (Μέγας Φώτιος).
Σήμερα όμως ο άνθρωπος δεν χρησιμοποιεί την κτίση λογικώς, προς όφελος ΟΛΩΝ των συνανθρώπων του, αλλά συμπεριφέρεται εγωϊστικώς, παραλόγως, τυραννικώς, με αποτέλεσμα να τυραννεί-εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους, να καταστρέφει το περιβάλλον της κτίσεως και μέσα σ' αυτό, να καταστρέφεται και ο ίδιος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου