Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ (ΣΚΙΠΕΡΙΑ) ΚΑΙ ΤΟΥΣ «ΑΛΒΑΝΟΥΣ»/ΣΚΙΠΕΤΑΡΟΥΣ

                    Α λαστόρων προτεκτοράτον των ΗΠΑ.1
                    Λ ευκή Χώρα2
                    Β ατικανού και Αυστρο-Ουγγαρίας έκτρωμα.
                    Α ρπακτή γη, Ελληνικής κυριότητος.3
                    Ν εοελληνικής Ιστορίας πλαστογραφία.
                     Ι λλυρικής ιστορίας σφετεριστής.
                    Α ντρον Ανήμερων Σκιπετάρων.4


Καρικατούρα αναπαριστώντας την «Αλβανία» με το επίσημο όνομά της ΣΚΙΠΕΡΙΑ (SHQIPERIA), σε κατάσταση… άμυνας απέναντι στους γείτονές της. Το Μαυροβούνιο παρουσιάζεται υπό την μορφή πιθήκου, η Ελλάδα ως λεοπάρδαλη και η Σερβία ως φίδι. Το Σκιπετάρικο  κείμενο γράφει: «Φύγετε μακριά μου! Αιμοβόρα πλάσματα!»

ΜΕΡΟΣ 12ον
4. ΗΠΕΙΡΟΣ: ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΗ (Συνέχεια 11ου μέρους)
δ. Η ενότητα  της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ηπείρου με την λοιπή Ελλάδα (Συνέχεια 11ου  μέρους)
3/. Η Ελληνικότητα και Ελληνική κυριότητα των Ηπειρωτικών Εθνών (Συνέχεια 11ου μέρους)
ιγ/. Μοσχόπολις.5
Η Μοσχόπολις, ήταν μεγάλο Ελληνικό Βλαχόφωνο εμπορικό και πολιτιστικό κέντρο του 18ου αιώνα, στην χερσόνησο του Αίμου (Βαλκανική), επί Οθωμανοκρατίας.

     Η Μοσχόπολη το 1742 από χαλκογραφία της εποχής

«...Ήταν 7 το πρωί 11 Σεπτεμβρίου 1796 όταν ξεκίνησα από την Κορυτσά για το Βεράτι... Έφθασα στις 8:45 στην Μοσχόπολη το όνομα της οποίας δίδεται σήμερα σε δύο μικρά ταλαίπωρα χωριουδάκια που χωρίζονται μεταξύ τους από ένα ρυάκι και κείμενα στις πλαγιές του Τομάρου... Είναι τα θλιβερά απομεινάρια, λείψανα μιας παλιάς και ωραίας άλλοτε εδώ βλαχόφωνης πολιτείας η οποία από αιώνες, όπως φαίνεται, ευδαιμονούσα κατείχε, πριν ακόμη την τουρκική κατάκτηση, την περικείμενη περιοχή....
Αναμφισβήτητα, κατοικήθηκε αιώνες πριν, από Βλαχόφωνους, όπως δείχνει και η τοποθεσία, δενδρώδης, προσήλια, υδατόρρυτη, ιδανικό περιβάλλον για κατασκήνωση νομαδικών ποιμνιοστασίων...Έξωθεν όμως παρεμβάσεις, και εκβιασμοί των πέριξ αλαξοπιστούντων οδήγησαν τους τέως εκεί ευδαίμονες να πράξουν ότι και στα άλλα χωριά. Εγκατέλειψαν τα πάντα και αλλόφρονες διευθυνόμενοι προς το άγνωστο, μετακινήθηκαν εκεί όπου δεν υπήρχε επέμβασις και εκβιασμός προς αλλαξοπιστίαν..(W. Leake, Travels in Northon Greece London 1835).
Αυτά σημείωνε στο ημερολόγιο του πριν 122 ακριβώς χρόνια, ο μεγάλος Άγγλος περιηγητής της νεώτερης Ελλάδας W. Leake, για την πόλη που αποτέλεσε το πολιτισμικό προπύργιο του Ελληνισμού με γενικότερη ακτινοβολία σ’ όλη την υπόδουλη Χερσόννησο της Τουρκοκρατίας. Αυτή ήταν η πόλη που ονομάσθηκε από τους ιστορικούς «Αθήνα της Τουρκοκρατίας» λόγω του πλούτου, της παιδείας, του εμπορίου, των γραμμάτων και των τεχνών.
Η Μοσχόπολις (1330-1767) ήταν χτισμένη σε ένα καταπράσινο οροπέδιο σε υψόμετρο 1200 μέτρων, περιτριγυρισμένη από τον ορεινό όγκο του Τομάρου και της Οστροβίτσας αποτελεί κλασσική επιλογή χώρου για εγκατάσταση βλάχων. Υψόμετρο πάνω από 1200 μέτρα, ανατολική πρόσοψη για αποφυγή των βοριάδων, πολλά νερά και λιβάδια για τα κοπάδια.
Ίδια ακριβώς αρχιτεκτονική, όπως συναντάμε σε όλα τα μεγάλα βλαχόφωνα κέντρα της Χερσοννήσου του Αίμου (Βαλκανικής), όπως οι μεγάλοι ξένοι περιηγητές περιγράφουν. Γράμμοστα, Νικολίτσα, Λινοτόπι, Ντένισκο, Αβδελα, Περιβόλι, Σαμαρίνα, Σμίξη, Κρανιά, Φούρκα, Καλαρύτες, Συρράκο, Πισοδέρι, Νέβεσκα, Κλεισούρα, Σέλι, Λιβάδια, Μέτσοβο, Βλαχολείβαδο, Κοκινοπλός, Κρούσεβο, Μεγάροβο, Μιλόβιστα, Γκόπεσι, κι’ σε όλα τα βλαχοχώρια της Ανατολικής Μακεδονίας.
Πανοραμική άποψη της Μοσχοπόλεως στις αρχές του 20ου αιώνα
  
Η πόλις βρίσκεται 24 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Κορυτσάς και ήταν διαιρεμένη σε 6 μεγάλες συνοικίες. Στην συνοικία Σάρτζα εκεί όπου ήταν κι’ η Μητρόπολη, η Κοίμηση της Θεοτόκου, και ο ναός της Αγίας Παρασκευής. Στην συνοικία Ρούε εκεί που βρισκόταν και η εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Στην συνοικία Σκαμνελίκι όπου έμεναν βλάχοι από το Σκαμνέλι, της Ηπείρου. Στην ίδια συνοικία βρισκόταν και ο ναός του Αγίου Αθανασίου.
Η συνοικία του Μετσοβίκι κατοικείτο από Μετσοβίτες Βλάχους, και η οποία ήταν επέκταση της Σάρτζας. Στην συνοικία αυτή, υπήρχαν οι εκκλησίες των Αγίων Μεγαλομαρτύρων Δημητρίου και Γεωργίου. Επέκταση της συνοικίας του Σκαμνελικίου θεωρείτο και η συνοικία του Προφήτη Ηλία στην οποία είχε προσαρτηθεί και η νεοπαγής συνοικία της Ποστενανίκας, η οποία ποτέ δεν πρόφθασε να οργανωθεί. Η συνοικία του Ήλιου ήταν εκεί όπου βρισκόταν και η εκκλησία των Ταξιαρχών.
Σύμφωνα με μαρτυρία του κώδικα της Μονής του Τιμίου Προδρόμου η Μοσχόπολη χτίστηκε γύρω στα 1330. Ονομαζόταν και Βοσκόπολη επειδή οι πρώτοι κάτοικοι της ήταν κτηνοτρόφοι.
Στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας η Μοσχόπολη υπήγετο διοικητικά στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου (Βιτολίων). Στα τέλη του 17ου και τις αρχές του 18ου αιώνα, η Μοσχόπολη κατέστη το σημαντικότερο βιοτεχνικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο των κεντροδυτικών επαρχιών της Χερσοννήσου. Το 1760 όταν η πόλη βρισκόταν στο απόγειο της δόξας και του μεγαλείου της, είχε δώδεκα συνοικίες, η κάθε μία με το δικό της όνομα, δώδεκα χιλιάδες σπίτια και 65.000 κατοίκους. Τεράστια πλούτη συσσωρεύτηκαν στην πόλη και η ευμάρεια του πληθυσμού της έγινε γνωστή σε ολόκληρη την Χερσόννησο και Ευρώπη.
Οι λόγοι αναπτύξεώς της οφειλόταν κυρίως στον υψηλό βαθμό αυτοδιοικήσεως, στις φορολογικές απαλλαγές, και στα ειδικά προνόμια, όπως απαγόρευση εισόδου Οθωμανών στην πόλη, που κατά καιρούς απέσπασαν οι κάτοικοι της από την Οθωμανική Πύλη.
Η διαχείριση των κοινών γινόταν από την Δημογεροντεία. Δώδεκα κοινοτικοί άρχοντες εκλεγόταν από όλο το λαό για ένα χρόνο, με βάση ειδικό κανονισμό που εγκρίθηκε από το κοινό της πόλεως στα 1713 και αποτελείτο από 22 άρθρα. Ταυτόχρονα, σημαντικό ρόλο διεδραμάτιζαν οι συντεχνίες των εμπόρων και των βιοτεχνών, που με την πολιτική και κοινωνική τους δραστηριότητα διατηρούσαν τις απαραίτητες ισορροπίες ανάμεσα στους προύχοντες και τον λαό. Λόγω της συμβολής της πόλεως στην Νεοελληνική Παιδεία, η πόλη αναφέρεται στην εποχή της ακμής της και ως «Νέα Αθήνα» ή «Νέος Μυστράς».
Εξωτερικός περίβολος του Αγίου Νικολάου Μοσχοπόλεως

Μάρτυρες της ακμής της, είναι οι επιβλητικοί ναοί του Αγίου Νικολάου (1721), του Αγίου Αθανασίου (1721) και των Ταξιαρχών (1722) που κοσμούνται από πολλές και αξιόλογες αγιογραφίες. Η πόλη κατοικούνταν κατά πλειοψηφίαν από Έλληνες (κυρίως Βλαχόφωνους), υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα βλαχόφωνα κέντρα, με κύρια ενασχόληση το εμπόριο, την κτηνοτροφία, την κατεργασία μαλλιού, ταπητουργίας και ανάπτυξη βυρσοδεψίας. Περίφημη ήταν η πόλη και για την σιδηρουργία, την αργυροχοΐα και την χαλκουργική της.
Πολλοί Μοσχοπολίτες έμποροι στην Βενετία, στην Βιέννη, στην Οδησσό, την Κωνσταντινούπολη και άλλα σημαντικά κέντρα της εποχής ενίσχυσαν οικονομικά την πατρίδα τους και συντέλεσαν στην ίδρυση σχολείου, περίπου το 1700. Το σχολείο, με την ονομασία, «Ελληνικόν Φροντιστήριο» εξελίχθηκε σε σημαντικό εκπαιδευτικό κέντρο της περιοχής, το 1744 αναβαθμίστηκε από δωρεές και μετονομάστηκε σε «Νέα Ακαδημία».
Εκεί δημιουργήθηκε και το δεύτερο τυπογραφείο στον χώρο του υπόδουλου ελληνισμού (μετά από αυτό της Κωνσταντινούπολης), το 1731, με πρωτοβουλία του ιερομόναχου Γρηγορίου Κωνσταντινίδη. Επίσης τυπώθηκε και το πρώτο τετράγλωσσο λεξικό (Ελληνικής, Αρβανίτικης, Βλάχικης και Βουλγάρικης γλώσσας).
Η πόλη μνημονεύεται και στην «Νεωτερική Γεωγραφία», γνωστό περιηγητικό έργο του 18ου αιώνα των Δανιήλ Φιλιππίδη και Γρηγορίου Κωνσταντά, για την ακμή που σημείωνε στον τομέα του πολιτισμού και του εμπορίου.
Το 1769 λόγω της συμμετοχής της πόλεως στην προετοιμασία της εξεγέρσεως του 1770 (Ορλωφικά), η πόλη υπέστη λεηλασίες από μουσουλμάνους Σκιπετάρους/«Αλβανούς» (τους αποκαλουμένους «Τουρκαλβανούς»). Σημαντικές καταστροφές έγιναν και από τα στρατεύματα του Αλή Πασά το 1788, που κατόπιν διαταγής του, καταστράφηκαν πολύτιμοι πολιτιστικοί θησαυροί της πόλεως.
Η Μοσχόπολις δεν μπόρεσε να ανακτήσει την παλιά της δόξα, συνέχιζε να υπάρχει όμως, ως οικισμός μικρότερης εμβέλειας. Οι κάτοικοί της κατέφυγαν σε περιοχές της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας. Πολλοί άλλοι Μοσχοπολίτες μετά την καταστροφή της πόλεως, από τα Οθωμανικά και Σκιπετάρικα/«Αλβανικά» στίφη τους διακρίθηκαν ως έμποροι, ως τραπεζίτες και ως βιοτέχνες στην Ουγγαρία και την Αυστρία και συνέχισαν την παράδοση των προγόνων τους σε έργα ευποιίας με γενναίες δωρεές και την χρηματοδότηση κοινωφελών ελληνικών ιδρυμάτων (όπως η οικογένεια Σίνα).
Το 1916 ομάδα Σκιπετάρων/«Αλβανών» ατάκτων του Σαλή Μπούτκα, λεηλάτησε την πόλη κατά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σήμερα η Μοσχόπολις (Σκιπετάρικα: Voskopojë «Βοσκοπόγιε»), είναι ένας μικρός οικισμός, «σκιά» του ένδοξου παρελθόντος της, με 300 Σκιπετάρους και 700 Βλάχους, κατά πλειοψηφία Ελληνόφωνους. Το ένδοξο παρελθόν της, το υπενθυμίζουν οι εναπομείναντες ναοί που κοσμούν τους δρόμους της.
Αξιομνημόνευτοι Μοσχοπολίτες
·Θεόδωρος Καβαλιώτης (1718-1789), καθηγητής της "Νέας Ακαδημίας" Μοσχόπολης και διευθυντής της από το 1750.
·Γαβριήλ Κωνσταντινίδης, ιερομόναχος και λόγιος, ιδρυτής του τυπογραφείου της Μοσχόπολης.
·Δανιήλ Μοσχοπολίτης (1754-1825), λόγιος.
·Γεώργιος Σίνας (1783-1856), έμπορος και εθνικός ευεργέτης.
·Κωνσταντίνος Σμολένσκη ή Σμολένσκυ (1843-1915), αντιστράτηγος πυροβολικού, ήρωας του Ελληνο-οθωμανικού πολέμου του 1897 και δύο φορές υπουργός στρατιωτικών.6
·Σίμων Σίνας (1810-1876), γιος του προαναφερόμενου, έμπορος και εθνικός ευεργέτης.
·Νεκτάριος Τέρπος (17ος-18ος αιώνας,†1740/41;), ιερομόναχος και διδάσκαλος.
·Γιώργος Μαύρος (Σβαρτς) ή Σφρατς ή Σφράτσης (1738-1818).7
·Κωνσταντίνος Τζεχάνης (1740-1800), λόγιος.
ιδ/. Κούρεστος (Κορυτσά)
Έχουν βρεθεί νεολοθικά λείψανα που δείχνουν ότι ο χώρος κατοικήθηκε από το 4.000 π.Χ. και μετά. Στην πεδιάδα της Κορυτσάς εισήχθη η Μυκηναϊκή κεραμική κατά την ύστερη Εποχή του Ορειχάλκου (Υστεροελλαδική ΙΙΙc) και έχει υποστηριχθεί ότι οι φυλές που ζούσαν στην περιοχή αυτή πριν τις μεταναστεύσεις της Γεωμετρικής Εποχής, πιθανότατα μιλούσαν μια Βορειοδυτική Ελληνική διάλεκτο.8
Η περιοχή κατά την περίοδο αυτή, είχε κατοικηθεί από τα αρχαία Ελληνικά φύλα, των Χαόνων και των Μολοσσών, που ήταν δύο από τα τρία σημαντικότερα ελληνικά φύλα που κατοικούσαν στην περιοχή της Ηπείρου.9
ιε/. Κεμάρα (Χειμάρρα)
Η Χειμάρρα ή Χιμάρα (Himarë ή Himara) είναι Ελληνική περιοχή και δήμος κατά μήκος της Σκιπεταρικης «Ριβιέρας» στη νότια Σκιπερία και τμήμα του Νομού του Αυλώνα. Εκτός από την πόλη της Χειμάρρας, η περιοχή αποτελείται και από τα εξής επτά χωριά: την Παλάσα, τους Δρυμάδες, τον Βούνο, το Πύλουρι, το Κηπαρό, ο Άγιος Βασίλης, το Κούδεσι και τους Λιάτες (ή Ηλίας). Η περιοχή της Χειμάρρας κατοικείται από Έλληνες [Είναι δηλαδή Ελληνική μειονότητα]. Το όνομά της περιοχής (Χειμάρρα) οφείλεται σε ονομασία παλαιού κάστρου που υπήρχε στην ομώνυμη περιοχή και που περιελάμβανε κάποτε 40 περίπου χωριά. Σε πολλά σημεία αυτής της περιοχής, σώζονται μνημεία της Ρωμαϊκής περιόδου.
Η περιοχή κατοικούνταν κατά την αρχαιότητα από τους Χάονες, αρχαίο ελληνικό φύλο της Ηπείρου. Οι Χάονες ήταν μια από τις τρεις κύριες Ελληνικές φυλές της Ηπείρου, μαζί με τους Θεσπρωτούς και τους Μολοσσούς. Η πόλη πιστεύεται ότι είχε ιδρυθεί ως "Χίμαιρα", (εξ ου και το όνομα Χιμάρα) από τους Χάονες, ως εμπορικός σταθμός στην Χαονική ακτή. Μια άλλη όμως θεωρία σχετική με το όνομα υποστηρίζει ότι προέρχεται από την λέξη "χείμαρρος".
Στην κλασική αρχαιότητα, η Χειμάρρα ήταν τμήμα του Βασιλείου της Ηπείρου υπό την ηγεσία της δυναστείας των Αιακιδών Μολοσσών, στην οποίαν συμπεριελαμβάνετο και ο Βασιλιάς Πύρρος. Όταν η περιοχή καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους, τον 2ο αιώνα π.Χ., οι οικισμοί της υπέστησαν σοβαρές ζημιές και άλλοι καταστράφηκαν από το Ρωμαίο Στρατηγό Αιμίλιο Παύλο.
ιστ/. Δρυϊνούπολις –Αδριανούπολις (Ιουστινιανούπολις)
Η Δρόπολη (αναφέρεται και ως Δερόπολη, Σκιπετάρικα: Dropull «Ντροπούλ»), είναι περιοχή της Βορείου Ηπείρου, που από το 1913 έχει δοθεί ως ένα από τα κλοπιμαία «δώρα» των τότε Μεγάλων Δυνάμεων, στην Σκιπερία, αποκληθείσα επισήμως «Αλβανία». Συγκεκριμένα, η περιοχή εκτείνεται από τα σημερινά Ελληνο-Σκιπετάρικα σύνορα στο ύψος της Κακαβιάς, ως τα νότια της πόλεως του Αργυροκάστρου, κατά μήκος της κεντρικής οδού.               
Η περιοχή αποτελεί τμήμα της Βορείου Ηπείρου, που έχει αναγνωριστεί από το «Αλβανικό» κράτος ως «ελληνική μειονοτική ζώνη», που δίνει έτσι το δικαίωμα για την ίδρυση ελληνόγλωσσων σχολείων. Ο πληθυσμός της περιοχής, αποτελείται στην συντριπτική του πλειοψηφία από κατοίκους που μιλούν την ελληνική ως μητρική γλώσσα.
Η Δρόπολη θεωρείται η πνευματική πρωτεύουσα των Βορειοηπειρωτών Ελλήνων της σημ. «Αλβανίας». Κατά την περίοδο της κομμουνιστικής δικτατορίας οι Δροπολίτες συνέβαλλαν στην αναγνώριση της Ελληνικής Μειονότητας, ιδρύοντας στο Αργυρόκαστρο ελληνική εφημερίδα "Λαϊκό Βήμα", ραδιοφωνική εκπομπή στην Ελληνική, Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας του πανεπιστημίου Αργυροκάστρου και σχολείο μέσης εκπαιδεύσεως δασκάλων Ελληνικής γλώσσας. Στην Δρόπολη ιδρύθηκε το κόμμα των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών  "Ομόνοια". Η Δρόπολη είναι η πατρίδα του, Τηλέμαχου Κώτσια.10
Η Δερόπολη υπήρξε κατά την αρχαιότητα, αποικία του αρχαίου Δωρικού Ελληνικου φύλου των Δρυόπων, από τους οποίους πήρε και το όνομά της στα αρχαία χρονια Δρυοπίς ή Δρυϊνούπολις. Κατά τα ρωμαϊκά χρόνια στην περιοχή είχε ιδρυθεί οχυρωμένη πόλη με το όνομα Αδριανούπολη, προς τιμήν του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού,11 στα πλαίσια της προσπάθειάς του να κάνει τον ρωμαϊκό "χρυσό αιώνα".
Η πόλη είχε χτιστεί σε στρατηγικό σημείο ελέγχοντας την κοιλάδα της περιοχής και τον οδικό άξονα που την διατρέχει, κοντά στο σημερινό χωριό Σωφράτικα, 11 χιλιόμετρα νότια του σημερινού Αργυροκάστρου. Τον 6ο αιώνα ο Ιουστινιανός, στα πλαίσια της οχυρωματικής του δραστηριότητας, μετέφερε την πόλη 4 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της αρχικής, κοντά στο χωριά Πάνω και Κάτω Επισκοπή. Σε διάφορες πηγές, η πόλη φαίνεται να φέρει και το όνομα «Ιουστινιανούπολη».
Ομολογία για την Ελληνικότητα της πόλεως, από τον Αλβανό καθηγητή αρχαιολογίας  Dimiter Kondi
Ο «Αλβανός» καθηγητής αρχαιολογίας Dimiter Kondi, επικεφαλής των Αλβανών αρχαιολόγων στις ανασκαφές στην Αδριανούπολη, της Βορείου Ηπείρου, μας ενημερώνει για τα 400 χρόνια προϊστορίας της πόλεως που δεν "γνωρίζαμε" ως σήμερα (13 Σεπτ. 2013). Έχουν ιδιαίτερη σημασία τα λεγόμενά του, γιατί, πριν την συνέντευξη του αρχαιολόγου, την αναγνώριση και την ελληνικότητα της "Αδριανούπολης" στην Βόρειο Ήπειρο και τα ατράνταχτα στοιχεία για τον ανεπτυγμένο ελληνικό πολιτισμό, είχαν προηγηθεί τα τελευταία χρόνια, από την σύμπραξη του αλβανικού αρχαιολογικού Ινστιτούτου με το Ιταλικό πανεπιστήμιο Μαντσεράτα και εν συνεχεία και με το πανεπιστήμιο Αργυρόκαστρου, ανελέητοι ισχυρισμοί με σκοπό να θάψουν 400 χρόνια προγενέστερου αρχαιοελληνικού πολιτισμού στον κάμπο της Δερόπολης, στην Βόρειο Ήπειρο και να επιδιώκουν να τον βαφτίσουν ως «Αρχαιορωμαϊκό» και μόνον.
Οι Ιταλοί με την πλήρη στήριξη της Αλβανίας και αλλεπάλληλες συνεδριάσεις ''επιστημόνων" στο Αργυρόκαστρο, ήθελαν να αφαιρέσουν την περίοδο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, να φτιάξουν ένα αρχαιολογικό πάρκο Ρωμαϊκού πολιτισμού στην Δερόπολη, με σκοπό να εδραιωθεί και να κατακυρωθεί η ευρύτερη περιοχή, ως "Ρωμαϊκή". Ευτυχώς τότε προσέκρουσαν στην σθεναρή αντίδραση των δημοτικών αρχών της Κάτω Δεροπόλεως.
Αυτό είναι που θέλουν και κάνουν, οι σημερινοί «Αλβανοί» για τους ευνόητους λόγους και οι Ιταλοί για τους γεωστρατηγικούς λόγους που έχουμε εξηγήσει σε προγενέστερο κεφάλαιο. Αμφότεροι παραδέχονται κάθε τι Ρωμαϊκό, ενώ βαφτίζουν κάθε τι ελληνικό, σε «ιλλυρικό», άρα, αλβανικό. Τότε οι ανασκαφές ανέδειξαν στο βορειοανατολικό τμήμα του αρχαίου θεάτρου, ελληνικά μεγαλοπρεπή κτίσματα που ανήκαν στον VI - V π.Χ. αιώνα.
Υπό τον φως αυτών των πραγμάτων, τότε το 2010, οι Ιταλοί επιστήμονες αναγκάστηκαν να παραδεχτούν για πρώτη φορά ότι στην περιοχή προϋπήρχε ελληνικός πολιτισμός, αλλά ... «ασήμαντος»!!!
Αδριανούπολη, τα 400 χρόνια προϊστορίας που δεν " γνωρίζαμε" ως σήμερα,- λέει ο Αλβανός καθηγητής αρχαιολογίας, επικεφαλής των Αλβανών αρχαιολόγων στις ανασκαφές στην Αδριανούπολη - Βόρειο Ήπειρο.
Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια και το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ο Αλβανός αρχαιολόγος Dimiter Kondi. Οι πρόσφατες ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν από αυτόν στο κάμπο της Δεροπόλεως στην κοιλάδα του Δρίνου, έχουν φέρει στο φως αρχαιολογικά ευρήματα που δείχνουν τα ίχνη της Ελληνιστικής περιόδου, προγενέστερης εκείνης της Ρώμης, η οποία έδωσε το όνομά του (Αδριανού ) στην περιοχή.
Αυτά είναι τα πραγματικά αποτελέσματα ανασκαφών της αρχαιολογικής αποστολής- έρευνας, που διεξήχθη από την Ιταλο-Αλβανική ομάδα, από Πανεπιστήμιο της Ιταλίας με επικεφαλής τον καθηγητή Roberto Perna, το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Αλβανίας, με επικεφαλής τον αρχαιολόγο καθηγητή Dimiter Kondi και φοιτητές του Πανεπιστημίου Τιράνων και Πανεπιστημίου "Eqerem Kambej" Αργυρόκαστρου.
Ο καθηγητής Dimiter Kondi, αναφέρει!: «Ο στόχος της αποστολής αυτής ήταν η επέκταση της ανασκαφής στον αρχαιολογικό αυτό χώρο και κατάρτισης φοιτητών, η οποία διήρκεσε από 4 Αύγουστος έως 4 Σεπτεμβρίου 2013. Η ανασκαφή επικεντρώθηκε στο χώρο του αρχαίου θεάτρου και στην σκηνή του, ενώ η έρευνα συνεχίστηκε και στην προηγούμενη ανασκαφή στο ρωμαϊκό ναό».
Σύμφωνα με τον ίδιο: «… στις ανασκαφές βρέθηκαν αρκετά καινούργια αρχαία αντικείμενα καθημερινής χρήσεως σε κεραμικά, μέταλλο και χαλκό, καθώς και μεγάλος αριθμός κερμάτων, αρκετοί αμφορείς και λύχνοι. Επιπλέον,πραγματοποιήσαμε μια αρχαιολογική έρευνα για να ανακαλύψουμε, αν η Αδριανούπολη χτίστηκε σε μια ελεύθερη ζώνη, ή πάνω μιας προϋπάρχουσας προγενέστερης πόλης. Μετά την έρευνα που διεξήχθη, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, πριν χτιστεί η Αδριανούπολη προϋπήρχε άλλος πολιτισμός. Τα κεραμικά και αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στο οικισμό αυτό, ανήκουν στον III - II αιώνα π.Χ. και χρονολογούνται πριν την ρωμαϊκή περίοδο της Αδριανουπόλεως που χτίστηκε τον II αιώνα μ.Χ. Όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στο αρχαίο θέατρο και στην Ρωμαϊκή Αγορά χρονολογούνται νωρίτερα από την «Ρωμαϊκή Αδριανούπολη».
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, καταλήγει ο Αλβανός αρχαιολόγος Dimiter Kondi, ότι  ο «Ρωμαϊκός πολιτισμός της Αδριανούπολης" χτίστηκε πάνω σε ανεπτυγμένο ελληνικό πολιτισμό».12
Στην πόλη διασώζονται ερείπια των τειχών της, του υδραγωγείου και της παλαιοχριστιανικής βασιλικής, η πόλη υπήρξε τοπικό εμπορικό κέντρο και απέκτησε αξιοσημείωτη οικονομική ευρωστία τους επόμενους αιώνες. Τον 11ο αιώνα, εμφανίζεται στις πηγές με το όνομα "Δρυϊνούπολις", πιθανότατα από παραφθορά του αρχικού ή από το όνομα του ποταμού Δρίνου που διατρέχει την περιοχή.
Ο συνολικός πληθυσμός το 1990, υπολογίζονταν περίπου 36.000 Έλληνες και 4.000 «Αλβανούς»/Σκιπετάρους (μεταξύ των οποίων και μερικοί από άλλες εθνότητες).
Πριν από καιρό, ο Υπουργός Πολιτισμού της Αλβανίας Άλντο Μπούμτσι, παρευρισκόμενος στα εγκαίνια εκθέσεως φωτογραφίας με θέμα την αρχαιολογική πόλη της Ανδριανουπόλεως, στην καρδιά της μειονοτικής περιοχής της Δρυϊνουπόλεως, δήλωσε ότι:
«Aυτή η έκθεση είναι τμήμα της κοινής αλβανο-ιταλικής πολιτιστικής κληρονομιάς, είναι η απόδειξη των δεσμών των δύο λαών από την αρχαιότητα και ότι, όπως ο ιταλικός πολιτισμός είναι γνωστός στην χώρα του, έτσι πρέπει και ο αλβανικός πολιτισμός να γίνει πιο γνωστός στην Ιταλία»!!!
Άθλιοι Σκιπετάτοι, ιερόσυλοι ψευδοαρχαιολόγοι και επίδοξοι ενταφιαστές του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού…Είσθε αξιολύπητα και θλιβερά ανθρωπάρια…Ό,τι και να σοφίζεσθε, ό,τι και να λέτε, ό, τι και να παρουσιάζετε στους συμπολίτες σας και τους ξένους επισκέπτες, ως δήθεν Ρωμαϊκά ή «Αλβανικά» λείψανα, οι πάντες γνωρίζουν την αλήθεια…
Τα αρχαιολογικά ευρήματα από την γη των προγόνων μας, θα σας καταδιώκουν σε όλη σας την ζωή και θα αποτελούν τα αδιάψευστα τεκμήρια της διαχρονικής Ελληνικής κυριότητος, στην σκλαβωμένη Βόρειο Ήπειρό μας!!!
ιζ/. Αργυρόκαστρο13
Η πόλη εμφανίζεται καταγεγραμμένη στην ιστορία το 1336, με το ελληνικό της όνομα Αργυρόκαστρο ή Αργυρούπολη, ως τμήμα της Ελληνικής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας. Έγινε αργότερα κέντρο του τοπικού πριγκιπάτου, υπό τον εξισλαμισθέντα γενίτσαρο Αρβανίτη και μεταξελιχθέντα σε φύλαρχο-λήσταρχο, Γκιον Ζενεμπίσι (1373–1417),  πριν υποταχθεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, για τους πέντε επόμενους αιώνες.
After a period of initial resistance to the Ottomans, most of the noble families of the region, including the Zenevisi, Arianiti and Muzaka, converted to Islam, and some of their members rose to high positions within the Ottoman military and feudal hierarchy. The territory that the Zenevisi controlled before their submission to the Ottomans was registered in an Ottoman defter (tax register) of 1431 as "the lands of Zenevisi" (Turkish: Zenebisi ili).14  
In 1443 Simon Zenevisi, John's grandson, built the Strovili fortress with Venetian approval and support. In 1454–55 Simon Zenevisi, was recognized by Alphonso V as a vassal of the Kingdom of Naples.15
John's son, known after his conversion to Islam as Hasan Bey, was a subaşi in Tetovo in 1455. The other son of John, whose Muslim name was Hamza Zenevisi, was an Ottoman military commander who defeated the forces of the Despots of the Morea besieging Patras in 1459. In 1460, following the Ottoman conquest of the Morea, he became a sanjakbey of the Sanjak of Mezistre.16
Πανόραμα του Αργυροκάστρου από το κάστρο.

Αν και απελευθερώθηκε από τον Ελληνικό στρατό, κατά τους βαλκανικούς πολέμους, λόγω του μεγάλου Ελληνικού πληθυσμού του, τελικά προσαρτήθηκε βιαίως στο νεοϊδρυθέν κράτος της Αλβανίας, το 1913. Αυτό αποδείχθηκε εξαιρετικά αντιδημοφιλές για τον τοπικό ελληνικό πληθυσμό, που εξεγέρθηκε και μετά από αρκετούς μήνες ανταρτοπολέμου ίδρυσε την βραχύβια Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου, με πρωτεύουσα το Αργυρόκαστρο το 1914.
Η επίσημη ανακήρυξη της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Βορείου Ηπείρου (1 Mαρτίου 1914). Στο βάθος ο ποταμός Δρίνος.

Τελικώς η Βόρειος Ήπειρος, αποδόθηκε στην Αλβανία το 1921. Τα τελευταία χρόνια η πόλη έζησε αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, που οδήγησαν σε μείζονα πολιτική αστάθεια στην Αλβανία το 1997.
Στην πόλη ζει σημαντική ελληνική μειονότητα. Το Αργυρόκαστρο, μαζί με τους Αγίους Σαράντα, θεωρείται ένα από τα κέντρα της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία και στην πόλη υπάρχει ελληνικό προξενείο.
Η πόλη εμφανίζεται καταγεγραμμένη στην ιστορία με το μεσαιωνικόν Ελληνικόν της όνομα Αργυρόκαστρον, όπως αναφέρεται από τον Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό το 1336. Η θεωρία ότι η πόλη πήρε το όνομά της από την Πριγκίπισα Αργυρώ, μυθική μορφή για την οποία έγραψε ο λογοτέχνης Κώστας Κρυστάλλης, κατά τον 19ο αιώνα,17 καθώς και αργότερα ο Ισμαήλ Κανταρέ την δεκαετία του 1960, πιθανώς να είναι είναι ψευδοετυμολογία, καθώς η πριγκίπισα λέγεται ότι έζησε αργότερα, τον 15ο αιώνα.
Το Αργυρόκαστρο βρίσκεται στα δυτικά της πεδιάδας του ποταμού Δρίνου και μεταξύ των ορεινών όγκων του Λόγγου και του Μακρύκαμπου. Επίσης περιστοιχίζεται από τέσσερις λόφους: Ασφάκα, Παλιορτό, Μανουλιάτι, Ντουναβάτι. Στο κέντρο της πόλεως υψώνεται το βυζαντινό κάστρο το οποίο επεξέτεινε ο Αλή Πασάς, στις αρχές του 19ου αιώνα.18  
ιη/. Ογχησμός (΄Αγιοι Σαράντα)
O Όγχησμός ήταν αρχαία ελληνική πόλη και λιμάνι της Ηπείρου, την οποία είχαν κτίσει οι Χάονες, αρχαίο ελληνικό φύλο. Ο Ογχησμός, βρισκόταν στην Χαονία, ανάμεσα στον Πάνορμο και στην Κασσιόπη. Αρχικά λεγόταν Αγχίσου λιμήν και είχε ένα ιερό της Αφροδίτης της Ευπλοίας. Μεταγενέστερα, το λιμάνι αναφέρεται και με τις ονομασίες Όχησμος, Όγχης λιμήν, Αγχιασμός και Ούχησμος. Είναι ο σύγχρονος όρμος των Αγίων Σαράντα. 
ιθ/. Φοινίκη
Εννέα (9) χλμ ανατολικά από την πόλη των Αγίων Σαράντα, βρίσκεται στο χωριό Φοινίκη. Ήταν κτισμένη πάνω σε μια ράχη με υψόμετρο 290 μέτρα πάνω από την θάλασσα, με μια πεδιάδα κατάλληλη για κατοικίες στην κορυφή της. Από εκεί μπορείς να δεις όλο τον κάμπο του Βούρκου μέχρι το Βουθρωτό. Τα τείχη μήκους 5.000 μέτρων περιστοιχίζουν μια επιφάνεια των 57 εκταρίων. Από πλευράς μεγέθους, η Φοινίκη έρχεται μετά την Απολλωνία και το Δυρράχιο, ενώ στην Ενιαία Ήπειρο, μετά από την Αμβρακία και είναι μεγαλύτερη από την Αντιγόνεια.
Η ίδρυση της πόλεως χρονολογείται κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. και μέχρι τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. Η περίοδος αυτή ταυτίζεται τότε και με την ίδρυση άλλων πόλεων και του κράτους της Ηπείρου. Στην περίοδο του 3ου -2ου αιώνων π.Χ. η πόλη άνθισε πραγματικά.
Έχει το δικό της νόμισμα και διαδραματίζει έναν σημαντικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Χαονίας ως κέντρο της, ρόλον τον οποίον επεξέτεινε μετά την ίδρυση του Κοινού των Ηπειρωτών, όπου μνημονεύεται ως πρωτεύουσα τους.
Ο Πολύβιος είναι από τους πρώτους αρχαίους Έλληνες ιστορικούς που αναφέρει ότι οι Ηπειρώτες όρισαν την Φοινίκη ως πρωτεύουσα του Κοινού των Ηπειρωτών το έτος 234 π.Χ. επειδή ήταν η πιο πλούσια και η πιο οχυρωμένη πόλη.
Η Φοινίκη είναι πόλη με ακρόπολη, στην οποία αποκαλύφθηκαν μερικά κτήρια κοινωνικής χρήσεως όπως ναοί, το Γυμνάσιο και τρεις δεξαμενές νερού του 4ου αιώνα π.Χ. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν ένα συγκρότημα με κατοικίες με περιστύλιο και ποιοτική αρχιτεκτονική που διέφερε και από τις κατοικίες των πιο αναπτυγμένων πόλεων της Ηπείρου.
Οι κατοικίες έχουν σχεδιαστεί με δύο αυλές περιστυλίου. Η πολεοδομική οργάνωση της πόλεως είναι βάση αναβαθμίδων. Σε μια από τις αναβαθμίδες αποκαλύφθηκε το αρχαίο θέατρο της Φοινίκης που από το μέγεθος υπερβαίνει δέκα φορές το θέατρο του Βουθρωτού και είναι από τα μεγαλύτερα στην Ήπειρο. Οι ειδικοί έχουν υπολογίσει ότι είχε χωρητικότητα 12.000 θέσεων.
Επίσης στο σημ. Φοινίκι βρέθηκε θέατρο, τάφοι με σαρκοφάγους, ναός της Αθηνάς, Γυμνάσιο κ.λπ. Ας σημειωθεί ότι το Φοινίκι κρατάει μέχρι σήμερα το αρχαιοελληνικό όνομα του: Φοινίκη πρωτεύουσα της Χαονίας.
Σ’ αυτό τον χώρο, οργανώνονταν παραστάσεις αλλά και συγκεντρώσεις των εκπροσώπων των φυλών της Ηπείρου για να λάβουν αποφάσεις για την τύχη της Ηπείρου. Αυτό επιβεβαιώνεται από την αποκάλυψη στο θέατρο κεραμικών ταυτοτήτων που μαρτυρούσαν την παρουσία μελών του Κοινού από άλλες πόλεις της Ηπείρου. Οι ταυτότητες αυτές είναι σε μορφή νομίσματος, αλλά είναι κατασκευασμένες από χώμα.
Την ανωτερότητα της πρωτεύουσας αυτής, εκφράζει και η ύπαρξη σ’αυτή ενός ατελιέ γλυπτικής, που είναι και το μοναδικό στην Χαονία. Τα γλυπτά που αναμετρούνταν με τα αριστουργήματα μεγάλων γλυπτών της αρχαίας Ελλάδος, είναι δημιουργία εγχωρίων καλλιτεχνών. Αυτό σημαίνει ότι η Φοινίκη είχε την δική της σχολή γλυπτικής. Πολλά από τα γλυπτά της Φοινίκης, σήμερα στολίζουν το μουσείο του Βουθρωτού.
Η νεκρόπολη της Φοινίκης είναι από τις πιο πλούσιες, με βωμούς και τάφους πλούσιους σε υλικά.





Η Φοινίκη ήταν ένα μεγάλο βιοτεχνικό, γεωργικό και εμπορικό κέντρο σε όλη την επικράτεια του Ελληνισμού. Το έτος 231 π.Χ. οι Μολοσσοί μαζί με άλλους Ηπειρώτες κατήργησαν την βασιλεία, σκοτώνοντας την Διηδάμεια, κόρη του Πύρρου Β΄. Μετά την κατάλυση της μοναρχίας, η ΄Ηπειρος έγινε Κοινόν, δηλαδή, ομόσπονδο κράτος που συνένωνε «έθνη» με κοινούς δεσμούς, λατρείας, φυλετικούς, οικονομικούς, ασφαλείας, κατά το πρότυπο κυρίως των Αιτωλών και των Αχαιών. Συγχρόνως οι Μολοσσοί, έχασαν τελείως την ηγετική θέση που είχαν απέναντι στα δύο άλλα ηπειρωτικά φύλα, στους Χάονες και τους Θεσπρωτούς.
Έτσι έγινε πρωτεύουσα η Φοινίκη, στην περιοχή των Χαόνων. Εκεί είχαν την έδρα τους οι αρχές του Κοινού και γίνονταν οι γενικές συνελεύσεις. Γι’ αυτό η επίσημη ονομασία του Κοινού ήταν: «Κοινόν των Ηπειρωτών των περί Φοινίκης».
Ως το μεγαλύτερο κέντρο της Χαονίας, αναφέρεται ως τόπος που το έτος 205 π.Χ. υπογράφτηκε η συμφωνία ειρήνης μεταξύ Ρώμης και Μακεδονίας . Πλησιέστερες πόλεις: Άγιοι Σαράντα, Ιωάννινα, Αυλώνα..
κ/. Αντιπάτρεια/ Πουλχερούπολις/Βελεγράδες (Βεράτιον)
Οι αρχαίοι συγγραφείς δεν αναφέρουν κάτι περί της ιδρύσεώς της. Η πόλη αναφέρεται από τον Πολύβιο και τον Τίτο Λίβιο, όταν κατακτήθηκε η Ήπειρος από τους Ρωμαίους το 200 π.Χ. από λεγεώνες, υπό τον Σουλπίκιο Γάλβα. Σύμφωνα με τον Τ. Λίβιο, οι Ρωμαίοι κάλεσαν τους υπερασπιστές να παραδώσουν την πόλη, αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Μετά την κατάληψη οι Ρωμαίοι κατέσφαξαν όλους τους ενήλικες άνδρες, γκρέμισαν τα τείχη και έκαψαν την πόλη. Σύγχρονοι ερευνητές υποθέτουν ότι η πόλη ταυτίζεται με το σημερινό Μπεράτ (Βεράτιο) και την μεσαιωνική Πουλχεριούπολη19
κα/. Χρυσονδύων20
Η Χρυσονδύων ήταν αρχαία ελληνική πόλη21  των Δεσσαρητών,22 στα βόρεια του όρους Τόμαρος (Τομόρ στην σημ. Αλβανία), στην αρχαία Χαονία. Βρισκόταν σε κοντινή απόσταση από την Αντιπάτρεια και την Γερτούσα.
Τα αρχαιότερα νομίσματα που έχουν βρεθεί στις ανασκαφές χρονολογούνται από την εποχή του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας,23 ενώ τα ισχυρά κυκλικά τείχη μαζί με την πύλη χρονολογούνται, πιθανώς, στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Στις ανασκαφές έχουν επίσης βρεθεί ονομασίες σε σφραγίσματα κεραμιδιών και αμφορέων, καθώς και όπλα, εργαλεία και περόνες. Η πόλη συμμετείχε στους πολέμους μεταξύ της Μακεδονίας και της Ρώμης.24
Λοιπές Ελληνικές πόλεις, πλησίον ή  επί των ακτών της Ελληνικής και Βαρβαρικής Ιλλυρίας. 
·Ασπάλαθον (αποικία της Ισσού, σημ. Σπλιτ)
·Βούτουα (από την εποχή του Ορειχάλκου σε επαφή με το Αιγαίο, επίσης Βουθόη, σημ Μπούτβα, σήμερα το τουριστικό καμάρι του Τσέρνα-Γκόρα/Μαυροβουνίου),
·Επίδαυρος (Καυτατ)
·Επίδαυρος (αποικία της Ισσού, μτγ. Επέτιον, σημ. Stobreč)
·Ίσσα ή Λίσσα (αποικία Συρακουσίων, σημ. Βις/Vis)
·Κέρκυρα Μέλαινα (αποικία Κνιδίων, και μετά Κορινθίων και Κερκυραίων, σημ. Κόρτσουλα)
·Λαύς (η μεταγενέστερη Λαβούσα, Ραγούσα, Ντουμπρόβνικ) 25
·Λισσός (αποικία των ελλήνων Συρακουσίων, η σημ Λέζα ή Λέζε)
·Μελίτη (Μλιέτ)
·Ναρώνα μπόριον μεταξύ Ελλήνων θαλασσινών και Ιλλυριών ιθαγενών, στην κοιλάδα του π. Νερέτβα),
·Νυμφαίον (λιμήν της Λισσού), 
·Πελαγούσα (Παλαγκρουζα), 
·Πέτρα (Παλλες),
·Πόλα (Polae, πανάρχαια πόλη επί της Ιστρίας).
·Ρίζων (αρχαία ελληνικά: Ῥίζων, λατινικά: Risinium) ήταν αρχαίος οικισμός, ο οποίος βρισκόταν κοντά στον Κόλπο του Κότορ (Κόλπος της Ριζώνος ή Κόλπος του Κατάρου) του σημερινού Δήμου του Κότορ (αρχαία ελληνικά: Ασκρήβιον, σερβικά: Котор / Kotor, λατινικά: Acruvium, ιταλικά: Càttaro) του Μαυροβουνίου. Τον αρχικό οχυρό οικισμό στην Ελληνική Ιλλυρία, διαδέχθηκαν σταδιακά η Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική πόλη Ριζίνιον (λατινικά: Risinium..Μεταγενέστερες ελληνικές αποδόσεις: Ριζόνιον ή Ριζιόνιον ή Ριζάνον) και η σύγχρονη πόλη Ρίσαν..
·Σάλωνα (εμπόρειον της Ισσού στην ενδοχώρα, σημ. Solin),
·Τραγούριον (αποικία των αρχαίων Ελλήνων της Ισσού, σημ Trogir)
·Φάρος (αποικία της Πάρου, σημ. Χβαρ)
Greek cities and Emporia in the Adriatic

·Daorson of the Daorsi, Hellenised a completely Hellenized town
·Nikaia, demos of Byllis
·Nymphaion, 3 miles away of Lissos
·Narona as an Emporion 3rd century BC – 2nd century BC
·Epidamnus founded by colonists from Corinth and Corcyra at 625 BC
·Melaina Korkyra founded by colonists from Knidos
·Issa founded by colonists from Syracuse
·Aspalathos of the Greek colony of Issa, modern Split, Croatia
·Epetium
·Tragurion or Tragorium of the Greek colony of Issa
·Epidauros 6th century BC
·Olokenion founded by colonists from Colchis at 5th century BC
·Pharos founded by colonists from Paros at 385 BC
·Pola founded by colonists from Colchis
·Salona Emporion of the Greek colony of Issa at 4th century BC.
·Bouthoe as Emporion
*
Πανάθλιοι ψευτοαλβανοί, βιολογικοί ή πνευματικοί απόγονοι των Σκιπετάρων φυλάρχων, αρχηγών των ορεσίβειων ληστοσυμμοριών και των «μαύρων ταγμάτων» των Οθωμανών, τους οποίους χρησιμοποιούσαν οι Οθωμανοί, άλλοτε ως γιουσουφάκια και άλλοτε ως εμπροσθοφυλακή κατά των σκλαβωμένων Ρωμηών/ Ελλήνων!
Δεν γνωρίζετε ποιοι ίδρυσαν την Μοσχόπολη και την Αδριανούπολη; Δεν διαβάσατε πουθενά, ούτε σε εγκυκλοπαίδειες ούτε  στην διεθνή βιβλιογραφία, ότι η Μοσχόπολις, η Χειμάρρα, η Κοριτσά, η Αδριανούπολις, το Αργυρόκαστρον,  ο Ογχησμός (Άγιοι Σαράντα), η Φοινίκη, η Αντιπάτρεια, η Χρυσονδύων και όλες πόλεις που προαναφέραμε, είναι αρχαιόθεν ελληνικές, παρά τις συνεχιζομενες από το μαφιόζικο καθεστώς σας, προσπάθειες εξαφανίσεως παντός Ελληνικού στοιχείου και αλλοιώσεως της δημογραφικής συνθέσεως των κατοίκων τους;
Δεν έχετε συνειδητοποιήσει ακόμη ότι ΟΛΕΣ οι προαναφερθείσες πόλεις της πολύπαθης Βορείου Ηπείρου μας, και ακόμη βορειότερον, μέχρι τα παράλια του σημερινού Μαυροβουνίου και της σημερινής Κροατίας, τις οποίες παρουσιάσαμε με συνοπτικά πληροφοριακά σημειώματα, ευρισκόμενες σήμερα υπό κατοχή, ανήκουν ιστορικώς και αρχαιολογικώς στους Έλληνες, και κατοικούνται κατά πλειοψηφίαν από Έλληνες ή κρυπτοέλληνες (αφορά στους κατοίκους της Σκιπερίας);
Εάν όχι, τότε φοβούμεθα ότι πάσχετε από ιστορικόν και βιολογικόν στραβισμόν, από διαχρονικόν ψυχικόν παροξυσμόν και ανίατον άνοια-παράνοια, όπως η μισ-ελληνίδα Ελένη Κοτσάκη που παρουσιάστηκε πρόσφατα σε στημένη Σκιπετάρικη εκπομπή και ξεστόμισεν το αμίμητον «Σήμερα δεν υπάρχουν Έλληνες στην Ελλάδα, όλοι τους είναι Αλβανοί».
Απαντούμε στην ίδια και τους «χορηγούς» της:
ΔΕΝ υπάρχει ιστορικώς καταγεγραμμένη Αλβανική Εθνικότης και ταυτότης. Στην σημερινή Σκιπερία, ΟΥΔΕΙΣ πολίτης δικαιούται να ομιλεί περί Αλβανικής εθνικότητος (Αλβανός), καθ’όσον τοιαύτη εθνικότης είναι ανύπαρκτη, αφού:
-Το όνομα Αλβανός είναι Ελληνικόν, κλεμμένο από τους κατασκευαστές του κράτους σας, εθνικώς έχει την σημασίαν του Έλληνος Αρβανίτη και δωρισμένο σε σας, αλλά με γεωγραφική σημασία, επέχον θέση ταυτότητος, επειδή οι πρόγονοί σας ήσαν αγνώστου εθνότητος, συνονθύλευμα ληστρικών φατριών αγνώστου προελεύσεως και ταυτότητος [Λεπτομέρειες στα κεφ.  2 και 3 (3ον, 4ον, 5ον, 6ον μέρος) και στα ακολουθούντα συναφή κεφάλαια].
-Εσείς οι ίδιοι ουσιαστικώς, έχετε απορρίψει το όνομα «Αλβανοί», καθ’ όσον επισήμως στα δημόσια έγγραφά σας και στις ιδιωτικές συζητήσεις σας, αυτοαποκαλείσθε Σκιπετάροι κι’ όχι Αλβανοί...
Αργά ή γρήγορα θα διαπιστώσετε, τόσον η ευρισκομένη σε κατάσταση διαχρονικής σωβινιστικής υστερίας (ή μήπως άλλης «στερήσεως»;) Κοτσάκη, όσον και εκείνοι που την επιστράτευσαν, για την τηλεοπτικήν αποστολήν της, ότι όχι μόνον υπάρχουν Έλληνες, στην σημερινή Ελλαδική επικράτεια, αλλά μία πανστρατιά ΕΛΛΗΝΩΝ-ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΩΝ προετοιμάζεται, αφανώς και αθορύβως, προκειμένου, «όταν επέλθει ο καιρός», να απελευθερώσει τους υπόδουλους Βορειοηπειρώτες αδελφούς μας, και να ΤΙΜΩΡΗΣΕΙ τους βασανιστές Σκιπετάρους κατακτητές τους.

Συνεχίζεται
               







1 Αλάστωρ<άλαστος>-ορος (ο και σπν. η)=Ασεβής, κακούργος, φονεύς και μιαίνων όσους τον πλησιάσουν, αποτρόπαιος (Λεξ. Σκ. Βυζαντίου, σ. 43).
2 Η ετυμολογία της λέξεως Αλβανία προέρχεται από την ρίζα Αλβ-ή Αλπ-. Ονομάζεται  Λευκή Χώρα, με καθαρώς γεωγραφική σημασία, από το χρώμα της χιόνος που μονίμως σχεδόν σκεπάζει τις λίαν ορεινές περιοχές ή το χρώμα του ηλίου που συχνότατα βλέπουν οι κατοικούντες σε λίαν ορεινές περιοχές (Το λευκό είναι το συνηθέστατο ένδυμα και παραδοσιακή στολή των χωρικών της Αλβανίας). Περισσότερα στην ανάλυση του κεφ. Αλβανία και «Αλβανοί»/Σκιπετάροι.
3 Αρπακτός,ή,όν = Ο παρθείς (αποκτηθείς) με αρπαγήν, κλοπιμαίος.
4 Ανήμερος (ο,η)=  Άγριος, απάνθρωπος.
5 Μοσχόπολις, Θεσσαλονίκη 1999, Ε.Μ.Σ., Διεθνές Συμπόσιο: Θεσσαλονίκη 31/10 – 1/11/1996.  Μακεδονική Βιβλιοθήκη, αρ. 91.
6 Ο Κωνσταντίνος Σμολένσκυ ήταν γόνος της Ελληνοβλαχικής οικογένειας Δήμου, η οποία έλαβε τίτλο ευγενείας στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους. Η οικογένειά του καταγόταν από τη Φούρκα της Ηπείρου.
7 Γεώργιος Μαύρος: Αμπελακιώτης έμπορος των φημισμένων κόκκινων βαμβακονημάτων της ομώνυμη περιοχής στα Τέμπη της Θεσσαλίας και πρόεδρος (πρωτοεπιστάτης) της Κοινής Συντροφίας των Αμπελακίων για όλο το διάστημα της λειτουργίας τους. Με την ίδρυση του συνεταιρισμού, ανέλαβε πρόεδρός του και παρέμεινε σ'αυτή την θέση, μέχρι την διάλυση του το 1812.
Hammond Nicholas Geoffrey LemprièreMigrations and invasions in Greece and adjacent areas. Noyes Press, 1976, p. 153.
John Boardman. The Cambridge Ancient History: pt. 1. The prehistory of the Balkans; and the Middle East and the Aegean world, tenth to eighth centuries B.C. Cambridge University Press, p. 266: "We may conclude, then, that the archaeological division corresponded to a tribal division : the Illyrian tribes holding northern Illyris, and the Epirotic tribes, whether Chaonian or Molossian, holding the plain of Korçë"
10 Ο Τηλέμαχος Κώτσιας, γεννήθηκε το 1951 στο χωριό Βρυσερά της Δρόπολης, στην Βόρεια Ήπειρο. Μαθητής του Λυκείου Αργυροκάστρου, διακρίθηκε για την κλίση του στα γράμματα. Φοιτητής στο Ανώτατο Γεωπονικό Ινστιτούτο, διώχθηκε για πολιτικούς λόγους. Με την αλλαγή του καθεστώτος άρχισε να δημοσιεύει ξανά στο Λογοτεχνικό Λαϊκό Βήμα, όργανο της Ελληνικής Μειονότητας στην Αλβανία. Ζει στην Αθήνα από το 1990. Εργάζεται ως μεταφραστής στην μεταφραστική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Μέλος της Ενώσεως Ελλήνων Συγγραφέων.
11 Ο Αδριανός ήταν λάτρης του κλασσικού Αθηναϊκού πολιτισμού και φέρεται να δημιούργησε και την συγκεκριμένη Αδριανούπολη, μεταφέροντας κατοίκους από την Αττική προκειμένου να κατοικηθεί ξανά η ούτως ή άλλως, σχεδόν ακατοίκητη τότε Ήπειρος.

12 Ελληνικής καταγωγής η Αδριανούπολη στην Βόρειο Ήπειρο, τα ..

https://www.himara.gr/.../2206-ellinikis-katagogis-i-adrianoupoli-stin-boreio-hpeiro-ta...13 Σεπ 2013
13 Ο οριστικός «Αλβανικός» τύπος του ονόματος της πόλεως, που είναι Gjirokastra ενώ στην Γκεγκική Αλβανική διάλεκτο είναι γνωστή ως Gjinokastër, και τα δύο προερχόμενα από το Ελληνικό όνομα. Άλλες μορφές που απαντώνται σε δυτικές πηγές, είναι Girokaster και Girokastra. Στην Βλάχικη γλώσσα, η πόλη είναι γνωστή ως Ljurocastru ενώ κατά την Οθωμανική εποχή, η πόλη ήταν γνωστή στα Τουρκικά ως Εργκιρί.
14 Archivum OttomanicumMouton. 1983. p. 207. In Albania, the regions bore the names of the leading feudal families: Zenebisi ili (the lands of Zenebisi), Yovan ili (the domains of the Kastriots), Balsa ili (the lands of the Balshich), and eastward from Elbasan, Pavlo Kurtik ili, etc
15 Byzantino BulgaricaÉditions de l'Académie des sciences de Bulgarie. 1981. p. 268.
-Setton, Kenneth Meyer (1978)The Papacy and the Levant, 1204-1571: The fifteenth centuryAmerican Philosophical Society. p. 103. ISBN 978-0-87169-127-9.
16 OTAM: Ankara Üniversitesi Osmanlı Tarihi Araştırma ve Uygulama Merkezi dergisi (in Turkish). Ankara Üniversitesi Basımevi. 1991. p. 65
-Pitcher, Donald Edgar (1972). An Historical Geography of the Ottoman Empire: From Earliest Times to the End of the Sixteenth Century. Brill Archive. p. 86.  
17 Τόμος 170 της Νεοελληνικής Γραμματείας. Ηπειρωτικαί αναμνήσεις. Pelekanos Books. ISBN 9789604007691.
18 Γιαννακού, Μαρία Νικήτα (2010). «Ο Μητροπολίτης Αργυροκάστρου και το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Ανακτήθηκε στις 15 Μαΐου 2013.
19  Getzel M. Cohen, επιμ. (1995). The Hellenistic settlements in Europe, the islands, and Asia Minor (σελ. 76). University of California Press. Ανακτήθηκε στις 16 Απριλίου 2010.
20 «…ῆς δὲ Δασσαρήτιδος προσηγμένον πόλεις, τὰς μὲν φόβῳ, τὰς δ’ ἐπαγγελίαις, 
Ἀντιπάτρειαν, Χρυσονδύωνα, Γερτοῦντα, πολλὴν δὲ καὶ τῆς συνορούσης τούτοις Μακεδονίας» (Πολύβιος 5.108.2)
21 The Cambridge Ancient History, Volume 6: The Fourth Century BC by D. M. Lewis (Editor), John Boardman (Editor), Simon Hornblower (Editor), M. Ostwald (Editor), 1994, ISBN 0-521-23348-8, σελ. 423, "These Dassareti not to be confused with the Greek speaking Dexari or Dessaretae of the…,"
22 The Illyrians by John Wilkes, σελ. 98, "the Dassaretae possessed several towns...Chrysondym, Gertous or Gerous..."
-L'Épire de la mort de Pyrrhos à la conquête romaine."cites de Dassaretide, Antipatreia, Chrysondyon et Gerous"
23 The Princeton Encyclopedia of Classical Sites Richard Stillwell, William L. MacDonald, Marian Holland McAllister, Stillwell, Richard, MacDonald, William L., McAlister, Marian Holland, Ed., To the N of Mt. Tomor. The earliest coins yielded by excavation are of Philip II of Macedon; the massive circuit wall with a fine gateway dates probably to the late 4th century BC. Names are preserved on tile stamps and amphora seals; weapons, tools, and fibulas were found. Kodrion figured in the wars between Macedon and Rome (Τίτος Λίβιος, 31.27.4).
24 Τίτος Λίβιος 31.27.4.
25 Φαίνεται ως δεδομένο πως η Ραγούσα ιδρύθηκε από φυγάδες της Επιδαύρου, πόλεως της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ευρισκόμενης σε απόσταση 25 χιλιομέτρων νοτιότερα. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η Ραγούσα πήρε το όνομά της από το L'ausa (παραμόρφωση του hãu από τα δαλματικά : «ο γκρεμός », του ελληνικού μεσαιωνικού Χάος), το οποίο στην συνέχεια εξελίχθηκε σε Lavusa, Labusa, Raugia, Raguium, Rausia και Rachusa (Rausium στα λατινικά), προτού τελικώς καταλήξει σε Ραγούσα. Η ονομασία του Ντουμπρόβνικ προήλθε από μια τοποθεσία που έφερε το όνομα Dubrava (« βελανιδιά »), τοπωνύμιο το οποίο όριζε το μεγάλο δάσος, το οποίο εκτεινόταν, τότε, στην τοποθεσία (και το οποίο σταδιακά αποψίλωσαν οι κάτοικοι της Ραγούσας, προκειμένου να κατασκευάσουν τον στόλο τους).