Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

ΤΟ  ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ  ΖΗΤΗΜΑ


«Εκείνο πάντως το οποίο οφείλουν όλαι αι Ελληνικαί Κυβερνήσεις να γνωρίζουν, είναι ότι το θέμα (της Βορείου Ηπείρου) υφίσταται. Και εκείνον το οποίον απαγορεύεται εις τον αιώνα, είναι δι’ οιονδήποτε λόγον η απάρνησις του ιερού αιτήματος….. Καθ΄ όσον αφορά την Βόρειο Ήπειρο... η διεκδίκησις είναι ιερά και απαράγραπτος» [Γεώργιος Παπανδρέου (Ο «Γέρος της Δημοκρατίας»). Από ομιλία του στην Βουλή των Ελλήνων στις 12/6/1960].

ΜΕΡΟΣ 10ο
        
Η.    ΤΟ  ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΙΚΟΥ   ΑΓΩΝΟΣ  ΚΑΙ ΟΙ ΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΥ (Β/Η)  ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ.
1.  Γενικά
α. Οι ανίκανες και εθνικά επικίνδυνες κυβερνήσεις της χώρας μας, των τελευταίων δεκαετιών, έχοντας υιοθετήσει το ανιστόρητο, ηττοπαθές και αφελές δόγμα εξωτερικής πολιτικής: «Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε, αλλά και δεν παραχωρεί τίποτε», δεν εισέπραξαν μόνον τον γενικό καγχασμό και την περιφρόνηση των μεγάλων δυνάμεων, αλλά έδωσαν το σύνθημα για την διεκδίκηση ακόμα και από κράτη-οπερέτες (Σκόπια, Αλβανία/ Σκιπερία), τμημάτων του ελλαδικού χώρου.
β. Το Β/Η ζήτημα δημιουργήθηκε κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Πριν από αυτούς, όχι μόνο δεν υπήρχε πρόβλημα Βορείου Ηπείρου, αλλά και ο όρος Βόρειος Ήπειρος, ήταν άγνωστος. Η Ήπειρος, όπως προαναφέρθηκε και αποδείξαμε, αποτελούσε πάντοτε από την Άρτα μέχρι τον Γενούσο ποταμό, ενιαία, αδιαίρετη, διοικητική, πολιτιστική, οικονομική και εθνική ενότητα με κέντρο:
(1)   Την Μοσχόπολη (Δυτ. της Κορυτσάς) που αριθμούσε το 1720 πάνω από 50.000 κατοίκους (κατεστράφη από τους Τούρκους κατά τα Ορλωφικά).
(2)   Τα Ιωάννινα.
γ. Τα κράτη της Χερσονήσου του Αίμου (Βαλκάνια), [Ελλάς, Σερβία, Μαυροβούνιον], οραματιζόμενα την απομάκρυνση από την χερσόνησο, της καταρρέουσας, ημέρα με την ημέρα, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και την απελευθέρωση των Χριστιανορθόδοξων πληθυσμών από τον Τουρκικό ζυγό, συνεμάχησαν και κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Τουρκίας στις 5 Οκτωβρίου 1912. Στον πόλεμο εισήλθε και η Βουλγαρία, η οποία είχε υπογράψει αμυντική συμμαχία και στρατιωτική συμφωνία με την Ελλάδα στις 16-5-1912 και 22-9-1912 αντίστοιχα. Με τον νικηφόρο Βαλκανικό πόλεμο του 1912, ο Ελληνικός στρατός οδηγήθηκε σε μια ένδοξη πορεία στην Ήπειρο, απελευθερώνοντας όλες τις Ελληνικές πόλεις, μέσα σε ενθουσιώδεις εκδηλώσεις των κατοίκων της. Οι Τούρκοι έχασαν τα Ευρωπαϊκά εδάφη, μέχρι την γραμμή Αίνος-Μήδεια (Αίνος: Αρχαία πόλη της Θράκης στις εκβολές του Έβρου ποτ. αναφερομένη από τον Όμηρο. Μήδεια: Κωμόπολη της Αν. Θράκης, 75 χλμ. ΝΑ των 40 Εκκλησιών).
δ. Οι νίκες των λαών της Χερσονήσου του Αίμου, ανέτρεπαν τα επεκτατικά σχέδια δύο Μεγάλων δυνάμεων της εποχής εκείνης (Αυστροουγγαρίας και Ιταλίας), προς την Χερσόνησον του Αίμου (Βαλκάνια). Και αυτό διότι, εάν οι ανατολικές ακτές της Αδριατικής περιήρχοντο στους Έλληνες και Σέρβους, η μεν Αυστροουγγαρία δεν θα είχε διέξοδο στην Μεσόγειο, η δε Ιταλία δεν θα ήταν κυρίαρχος επί της Αδριατικής, της «mare nostro» όπως χαρακτηριστικά την αποκαλούσαν οι Ιταλοί. Ιδιαίτερα η Ιταλία είχε πάντοτε βλέψεις επί της Αλβανικής περιοχής και δεν επιθυμούσε την παρουσία σε αυτήν ή κατοχή της, από άλλη ξένη δύναμη, διότι δια της ανίσχυρης Αλβανίας, απέβλεπε να θέσει πόδι στα Βαλκάνια και να διεισδύσει προς Ανατολάς. Έτσι, στις 20 Νοε. 1912 ο μουσουλμάνος Αλβανός(;) Ισμαήλ Κεμάλ, εκμεταλλευόμενος την εμπλοκή της Ελλάδος στον πόλεμο, κήρυξε την ανεξαρτησία της Αλβανίας στον Αυλώνα, έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση της Αυστρίας και την ανοχή, τουλάχιστον, της Ιταλίας.
ε. Ο Ισμαήλ Κεμάλ, εξεταζόμενος με βάση την στάση του απέναντι στον Ελληνισμό και τον Ελληνικό πολιτισμό, την θέση του για την Ελληνική ιστορία, και τα αισθήματά του προς τους Έλληνες, σίγουρα δεν ήταν Σκιπετάρος. Αν συνεκτιμήσουμε τα προαναφερθέντα, με τον τόπον καταγωγής του όπου κυριαρχούσαν οι Έλληνες (Αυλών), την ομιλούμενη από αυτόν απταίστως Ελληνικήν γλώσσα, καθώς και με όσα έγραψε το 1901 για την ιστορίαν της Ελλάδος, τους Έλληνες και τον Ελληνισμόν γενικώτερα, πιθανολογούμεν τα εξής: Ο Ισμαήλ Κεμάλ, ήταν εξισλαμισθείς Ελληνόβλαχος ή κρυπτοχριστιανός Έλληνας Αρβανίτης. Το 1901 στις Βρυξέλλες, εξέδωσε μια αλβανική εφημερίδα, αλλά σε ελληνική γλώσσα, που την έγραφε ο ίδιος και μόνο η τελευταία της σελίδα, από το δεύτερο φύλλο που κυκλοφόρησε, ήταν γραμμένη στην αλβανική γλώσσα. Ο τίτλος αυτής της εφημερίδας ήταν: ΣΩΤΗΡΙΑ-ΑΛΒΑΝΙΑ (ΕΛΛΗΝΟ-ΑΛΒΑΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΗ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΤΟ ΜΗΝΑ).
Συνολικά εξέδωσε μόνο πέντε φύλλα. Χαρακτηριστικό των φιλελληνικών του αισθημάτων είναι το άρθρο που δημοσιεύει στην πρώτη σελίδα του δεύτερου φύλλου της εφημερίδας ΣΩΤΗΡΙΑ-ΑΛΒΑΝΙΑ με τίτλο Ο ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, το οποίον είναι ένας πραγματικός ύμνος για την Ελλάδα:1
«....Αλλά τοιούτον ως υπάρχει την σήμερον, το Ελληνικόν έθνος αποτελεί το κυριώτερον και σπουδαιότερον στοιχείον της Ανατολής. Εν πρώτοις, ως πληθυσμός η Ελληνική φυλή μετά τους Τούρκους και Άραβας υπερτερεί όλας τας άλλας της Ανατολής φυλάς. Γεωγραφικώς δε κατέχει την πρώτην και πρωτίστην θεσιν εν Ανατολή. Το ωραιότερον μέρος της Μεσογείου είναι θάλασσα Ελληνική. Όλαι αι νήσοι του Αρχιπελάγους, του Αιγαίου, του Ιονίου κόλπου, της Προποντίδος είναι Ελληνικαί. Όλαι σχεδόν αι παραλίαι της Μικράς Ασίας,από των προπόδων του Ταύρου μέχρι της Ηρακλείας του Πόντου είναι Ελληνικαί. Η Ιλλυρική χερσονησος, υφ’ όλας τας εισβολάς των ξένων εθνών και ορδών διετήρησεν όλας τας προς τας δύο θαλάσσας χώρας, από του στομίου του Δουνάβεως μέχρι του Αμβρακικού κόλπου, Ελληνικάς. ΕΘΝΟΣ ΩΣ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ, έχων ένδοξον μέλλον κατέχον τας σπουδαιοτέρας χώρας της Ανατολής ,δικαιούται ενεργώς να μεριμνά περί της τύχης της Ανατολής, είναι ιστορικώς και γεωγραφικώς ο πολυτιμότερος συγκύριος. Είμεθα βέβαιοι ότι πας Έλλην έχει συνείδησιν του δικαιώματος τούτου, όπερ αποτελεί τον προορισμόν του Ελληνισμού, και εν ταυτώ της συνεπαγομένης υποχρεώσεώς του....»2.
Τον ύμνον  αυτόν του Ισμαήλ Κεμάλ, πρώτου πρωθυπουργού της νεοσύστατης Αλβανίας, προς την Ελλάδα, τον Ελληνισμόν και τους Έλληνες, που συνιστά ταυτοχρόνως και αναγνώριση ιστορικού δικαίου των Ελληνικών εθνικών διεκδικήσεων, στις προγονικές μας εστίες,  τον αφιερώνουμε αρχικώς στους ονειροπαρμένους λησταρχονεοναζιστές Σκιπετάρους της σημερινής Σκιπερίας/Αλβανίας και ακολούθως στους σημερινούς  υπνώττοντες / αλβανίζοντες / μακεδονίζοντες / τουρκολαγνεύοντες / Ιουδαΐζοντες / Μερκελίζοντες Ελλαδίτες εξουσιαστές, χωρίς άλλα λόγια!!!
στ. Προ της διαγραφόμενης δυσμενούς για τις μεγάλες δυνάμεις εξελίξεως στην περιοχή της Ηπείρου, οι Ιταλοί και Αυστριακοί κορυφώνουν και συντονίζουν τις προσπάθειές τους, για να δημιουργήσουν το ανύπαρκτο έως τότε Αλβανικό κράτος, με προέκταση όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, σε βάρος της Ελλάδος και της Σερβίας. Στις 31 Δεκεμβρίου 1912, υπογράφεται συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Αυστρίας γνωστή στα διπλωματικά κείμενα σαν «Συμφωνία Μπάλμπατς-Κονσούλτας». Η συμφωνία απέβλεπε στην δημιουργία ανεξάρτητης Αλβανικής ηγεμονίας και επισφραγίστηκε με την σύμβαση της Ρώμης (8 Μαΐου1913), η οποία ανεγνώριζε ζώνες επιρροής υπέρ της Αυστρίας και της Ιταλίας.
Εν τω μεταξύ στις 5 Δεκ. 1912, είχε αποσταλεί διακοίνωση της Αυστρίας-Ιταλίας προς την Ελλάδα, χωρίς να προειδοποιηθούν οι λοιπές Μεγάλες Δυνάμεις. Στην διακοίνωση τονιζόταν ότι «οι δύο χώρες αποβλέπουσες στην ελεύθερη ναυσιπλοΐα της Αδριατικής δεν θα ανεχθούν την κατάληψη του Αυλώνος από τον Ελληνικό Στρατό». Σχεδόν αμέσως άρχισαν σκληρές μάχες μεταξύ των αυτονομιστικών δυνάμεων των Βορειοηπειρωτών και των τμημάτων της Σκιπετάρικης/Αλβανικής χωροφυλακής που καθοδηγούνταν από Ολλανδούς και Ιταλούς αξιωματικούς!
ζ. Μετά το τέλος του Α΄ Βαλκανικού πολέμου, υπογράφεται στο Λονδίνο, στις 30 Μαΐου 1913, Συνθήκη Ειρήνης μεταξύ της Τουρκίας και των Βαλκανικών συμμάχων (Ελλάδος-Βουλγαρίας-Σερβίας-Μαυροβουνίου). Με την συνθήκη τερματίζεται ο Α’ Βαλκανικός πόλεμος και παραχωρούνται στους νικητές όλα τα εδάφη της γραμμής Αίνος-Μήδεια, πλην της Αλβανίας η οποία γίνεται Ανεξάρτητη Ηγεμονία.  Αλλά οι Μεγάλες δυνάμεις, επείγονται να επιβάλλουν τις αποφάσεις τους πριν συμβεί κάποια απρόσμενη εξέλιξη. Έτσι στις 29 Ιουλίου 1913, κατά την πρεσβευτική διάσκεψη του Λονδίνου, η Αλβανία ανακηρύσσεται Κράτος κυρίαρχο και ανεξάρτητο (Βασίλειο της Αλβανίας).  Στις 11 Αυγ. 1913 Διεθνής Επιτροπή εκδίδει απόφαση για τα νότια σύνορα της Αλβανίας. Με την  απόφαση (που κοινοποιήθηκε στην Ελλάδα στις 8 Σεπτ. 1913), η οριοθετική γραμμή μεταξύ Ελλάδος-νεοσύστατου Αλβανικού κράτους, ορίσθηκε από Φτελιάς (Αδριατικό Πέλαγος) μέχρι Κορυτσάς. Δηλαδή ελληνικώτατες περιοχές, η Χειμάρρα, το Δέλβινο, το Αργυρόκαστρο, η Πρεμετή, το Λεσκοβίκι, η Ερσέκα και η Κορυτσά παρεχωρούντο στην Αλβανία!!!!
η. Μάταια η Ελληνική Κυβέρνηση είχε προτείνει προ της λήψεως της παραπάνω άδικης αποφάσεως, την διενέργεια δημοψηφίσματος υπό διεθνή έλεγχο, προς εξακρίβωση των φρονημάτων και των πόθων των κατοίκων της περιοχής. Με την αλγεινή εκείνη απόφαση της Πρεσβευτικής διασκέψεως αποχωρίζεται της Ελλάδος, ένα μεγάλο σώμα της Ηπείρου το οποίον έκτοτε καλείται «Βόρειος Ήπειρος».
Τότε ακριβώς γεννήθηκε το Βορειοηπειρωτικό (Β/Η) ζήτημα.
Το έγκλημα της Ευρωπαϊκής διπλωματίας ήταν τερατώδες. Οι Ελληνικοί πληθυσμοί της Β.Η. ξεσηκώθηκαν και ανέλαβαν να αντιδράσουν με όλες τους τις δυνάμεις κατά της άδικης αποφάσεως.
θ. Επειδή διαμαρτυρήθηκαν έντονα οι ενδιαφερόμενοι πληθυσμοί και η Ελληνική Κυβέρνηση, εστάλη Διεθνής Επιτροπή με την εντολή όπως εξακριβώσει την εθνικότητα των διαφιλονικουμένων περιοχών. Σιγά, λες και ΔΕΝ ήξεραν την ελληνική εθνικότητα των κατοίκων της Β.Η. Και για την Μακεδονία ήξεραν την Ελληνική ιστορική κυριότητα, αλλά συνέγραψαν νέα «ιστορία», έδωσαν ανύπαρκτη εθνικότητα στους νυν κατοίκους της («Μακεδονική»), και κατεσκεύασαν ένα υβριδιακό κράτος–οπερέτα, αν και είχε σλαβικό όνομα (Vardarska), το οποίον βάπτισαν «Μακεδονία».
Στην επιτροπή περιελήφθη σαν αντιπρόσωπος της Αυστρίας ο πρόξενός της στα Ιωάννινα Βιλίνσκυ, ο οποίος όχι μόνο είχε επικροτήσει τον απαγχονισμό Ελλήνων από τους Τούρκους, αλλά είχε δεχθεί να φωτογραφηθεί με την γυναίκα του πλησίον της αγχόνης των Ελλήνων. Ομοίως το ίδιο μισέλλην ήταν και ο αντιπρόσωπος της Ιταλίας Γκαστόλνυ. Οι Μεγάλες δυνάμεις εγνώριζαν την Εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού. Γι’ αυτό εφάρμοσαν «ειδικό σχέδιο» για την πραγματοποίηση της «έρευνας». Συγκεκριμμένα:
(1) Η Διεθνής Επιτροπή καθόρισε σαν κριτήριο την «κατ’ οίκον γλώσσα» και όχι την επικρατούσα γλώσσα ή την Εθνική συνείδηση. Έτσι κανείς δεν μπορούσε να βεβαιώσει την προσχεδιασθείσα πλαστογραφία του πορίσματος των ερευνών.
(2) Τα μέλη της επιτροπής δεν μετέβαιναν σε σπίτια όπου διαπίστωναν από την πρώτη στιγμή ότι ήσαν Ελληνικά (Ελληνικές σημαίες, συγκέντρωση οικογένειας και αναφώνηση Ελληνικών συνθημάτων κλπ.). Συχνά διανυκτέρευαν στην ύπαιθρο.
(3) Η επιτροπή παρέμεινε 58 ημέρας στην Ήπειρο αλλά εξέτασε 14 μόνο άτομα (!!!) και «συνεδρίασε» δώδεκα φορές. Έτσι το πόρισμα της Επιτροπής ήταν γνωστό εκ των προτέρων. Βιαία απόσπαση της Ελληνικής Β/Η και δωρεά στους φυλάρχους ληστοσυμμορίτες Σκιπετάρους που εβάπτισαν «Αλβανούς»!  Ανιστόρητο, ειδεχθές, πρωτάκουστο έγκλημα σε βάρος ενός λαού που ήταν ο πανάρχαιος ιδιοκτήτης της Ενιαίας Ηπείρου και φωτοδότης της ανθρωπότητος!
Μετά μακρές συζητήσεις, η διεθνής εκείνη Επιτροπή, συνήλθε στην Φλωρεντία και εξέδωσε στις 17 Δεκ. 1913, την απόφασή της, γνωστή υπό το όνομα «Πρωτόκολλον της Φλωρεντίας» που ήταν καταδικαστική για την Βόρειο Ήπειρο. Διά της αποφάσεως παρεχωρείτο στην Αλβανία, η από τότε γνωστή με το όνομα «Βόρειος Ήπειρος» περιοχή.
2.  Βόρειος Ήπειρος: Το χρονικό του αυτονομιστικού αγώνος
5 Νοεμβρίου 1912 : Ο ταγματάρχης χωροφυλακής Σπήλιος Σπυρομήλιος, με σώμα 2.000 ανδρών, κυρίως Κρητών εθελοντών, αποβιβάζεται στην Χειμάρρα και ελευθερώνει την γύρω περιοχή, από τους Τούρκους.
Σπήλιος Σπυρομήλιος. Το λιοντάρι της Χειμάρρας!

Δεκέμβριος 1912 - Μάρτιος 1913 : Ο Ελληνικός Στρατός απελευθερώνει την μια μετά την άλλη, τις πόλεις της Βορείου Ηπείρου, υποδεχόμενος ως ελευθερωτής από τον ντόπιο πληθυσμό.
27 Δεκεμβρίου 1912 : Η Διάσκεψη του Λονδίνου, αναγνωρίζει το ανύπαρκτο, έως τότε, «Αλβανικό» Κράτος.
Νοέμβριος 1913 : Διεθνής Επιτροπή περιοδεύει σε πόλεις και χωριά της Βόρειας Ηπείρου, προκειμένου να καθορίσει την Εθνολογική σύνθεση της περιοχής και να αποφασίσει εάν παραχωρηθεί στην Αλβανία. Οι πιέσεις και οι ωμοί εκβιασμοί, κυρίως Ιταλών και Αυστριακών, προς αυτή την κατεύθυνση, καθίστανται απροκάλυπτοι.
17 Δεκεμβρίου 1913 : Υπογράφεται το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, με το οποίον η Βόρειος Ήπειρος παραχωρείται στην Αλβανία. Σύσσωμος ο Ελληνισμός αντιδρά και διαμαρτύρεται για την κατάφωρη αδικία.
31 Ιανουαρίου 1914 : Οι Πρέσβεις των Μεγάλων Δυνάμεων, απαιτούν από την Ελληνική Κυβέρνηση, την άμεση αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από την Βόρειο Ήπειρο, εκβιάζοντας ότι σε αντίθετη περίπτωση δεν θα παραχωρούνταν τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου στην Ελλάδα.
25 Φεβρουαρίου 1914: Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ανακοινώνει στην Ηπειρωτική Επιτροπή, το αμετάβλητο της Ευρωπαϊκής αποφάσεως. Παράλληλα με τις προτροπές να μην λιποψυχήσουν και να κρατήσουν τον Εθνισμό τους, τους καλεί να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, δίχως κάποια αντίσταση. Εν συνεχεία θα ορισθεί η 1η Μαρτίου, ως ημερομηνία ενάρξεως της αποχωρήσεως του Ελληνικού Στρατού από την Βόρειο Ήπειρο.
9 Φεβρουαρίου 1914: Η Πανηπειρωτική Συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στο Αργυρόκαστρο, στέλνει έντονη διαμαρτυρία στις Μεγάλες Δυνάμεις και εκλέγει επιτροπή που αναλάμβάνει την ηγεσία του Αυτονομιστικού Αγώνος. Ένοπλα τμήματα με την επονομασία "Ιεροί Λόχοι" αρχίζουν να οργανώνονται στις πόλεις και τα χωριά της Βορείου Ηπείρου. Την ίδια ημέρα ο αρχηγός των Χειμαρριωτών Σπ. Σπυρομήλιος, καταργεί τις Ελλαδικές Αρχές και κηρύσσει την αυτονομία της Χειμάρρας.
10 Φεβρουαρίου 1914: Η Ελληνική Κυβέρνηση διατάσσει τον συνταγματάρχη Δ. Δούλη να συλλάβει τον Σπ. Σπυρομήλιο, μη γνωρίζοντας ότι τόσο αυτός όσο και πλήθος άλλων αξιωματικών, έχουν προσχωρήσει στην Βορειοηπειρωτική Επανάσταση. Φυσικά ο Δ. Δούλης αρνείται να εκτελέσει την διαταγή.
16 Φεβρουαρίου 1914: Σχηματίζεται προσωρινή Κυβέρνηση της Αυτονόμης Βορείου Ηπείρου με πρόεδρο τον Γεώργιο Χρηστάκη - Ζωγράφο.
17 Φεβρουαρίου 1914: Υψώνεται και επίσημα έξω από το Αργυρόκαστρο, η σημαία της Αυτονομίας, παρουσία κλήρου, λαού και 2.000 ενόπλων. Την ίδια ημέρα στην Κορυτσά, ο συνταγματάρχης Κοντούλης, αφού προηγουμένως - ακολουθώντας τις υποδείξεις της Ελλαδικής Κυβερνήσεως - είχε απαγορεύσει την συγκρότηση ενόπλων τμημάτων από τους Βορειοηπειρώτες, παραδίδει αμαχητί την πόλη στους Τουρκαλβανούς Σκιπετάρους. Εν συνεχεία οι Σκιπετάροι/Αλβανοί, εξαπολύουν ένα άγριο πογκρόμ κατά των ελληνικών πληθυσμών.
18 Φεβρουαρίου 1914: Η περιοχή Κολώνιας παραδίδεται από τον συνταγματάρχη Κοντούλη με πρωτόκολλο στους Τουρκαλβανούς, οι οποίοι υπό τα απαθή βλέμματα Ολλανδών αξιωματικών, προχωρούν σε σφαγές κατά των Ελλήνων. Εν συνεχεία ακολουθούν σκληρές συγκρούσεις με τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες επαναστάτες.
2 Μαρτίου 1914: Με την αποχώρηση του Ελληνικού Στρατού από την περιοχή Χειμάρρας, 800 Τουρκαλβανοί υπό την διοίκηση Ιταλών αξιωματικών επιτίθενται στο χωριό Βούνοι. Οι Βουνιώτες αποκρούουν την επίθεση και περνούν σε αντεπίθεση, τρέποντας σε άτακτη φυγή τις Αλβανικές ορδές.
4 Μαρτίου 1914: Πραγματοποιείται συνάντηση του υπουργού Εξωτερικών της Βορείου Ηπείρου, με τον αντιπρόσωπο της Αλβανικής Κυβερνήσεως….Ολλανδό ταγματάρχη Τόμσον. Μετά από δύο ημέρες άκαρπων συνομιλιών, οι συγκρούσεις ξαναρχίζουν.
7 Μαρτίου 1914: Μετά από λυσσώδεις μάχες κοντά στο χωριό Κόδρα, οι Βορειοηπειρώτες κυριολεκτικά διαλύουν τις Αλβανικές δυνάμεις, οι οποίες απωθούνται προς τον βορρά.
15 Μαρτίου 1914: Οι αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις των Αλβανών, υπό την διοίκηση Ολλανδών και Ιταλών Αξιωματικών, δέχονται θυελλώδη επίθεση του Βορειοηπειρωτικού Στρατού, στην περιοχή της Κλεισούρας που είχαν καταλάβει. Οι Αλβανοί αναγκάζονται να υποχωρήσουν.
20 Μαρτίου 1914: Οι Έλληνες της Κορυτσάς, έχοντας υποστεί επί ένα μήνα άγριες διώξεις, επαναστατούν και καταφέρνουν να απελευθερώσουν την πόλη.
24 Μαρτίου 1914: Λόγω καθυστερήσεως της ενισχύσεως των Ελλήνων της Κορυτσάς, μεγάλες Αλβανικές δυνάμεις ανακαταλαμβάνουν την Κορυτσά. 2.500 ένοπλοι Βορειοηπειρώτες διαφεύγουν και ενώνονται με τον υπόλοιπο Αυτονομιστικό Στρατό. Θα ξαναδούν την πολύπαθη πόλη τους, τρεις μήνες αργότερα, όταν ο Στρατός της Βορείου Ηπείρου θα μπει ελευθερωτής στην Κορυτσά.
9 Απριλίου 1914: Επίθεση 1.500 Αλβανών στο χωριό της Χειμάρρας Πυλιούρι, αποκρούεται με επιτυχία. Οι Αλβανοί υποχωρούν αφήνοντας πολλούς νεκρούς και αιχμαλώτους.
12 Απριλίου 1914: Οι Αλβανοί επιτίθενται στο χωριό Παλιάσα της Χειμάρρας. Αποκρούονται και υποχωρούν άτακτα προς τον αυχένα της Λογαράς. Εκεί πέφτουν σε ενέδρα αποσπάσματος Κρητών εθελοντών, το οποίο τους αποδεκατίζει. Όσοι επέζησαν συνελήφθησαν αιχμάλωτοι.
18 Απριλίου 1914: Μετά από υπόδειξη Ιταλών και Ολλανδών Αξιωματικών, Αλβανικές δυνάμεις επιτίθενται και καταλαμβάνουν το στρατηγικής σημασίας φρούριο του Μπούσι, αποκόπτοντας έτσι την επικοινωνία της Χειμάρρας με τους Αγίους Σαράντα. Δύο μήνες αργότερα, ο Αυτονομιστικός Στρατός της Β. Ηπείρου θα ανακαταλάβει το φρούριο, αποκαθιστώντας την επικοινωνία Χειμάρρας - Αγίων Σαράντα. Σκληρές μάχες λαμβάνουν χώρα και Β.Δ. του Αργυροκάστρου, κοντά στο μοναστήρι του Τσέπου. Η νικηφόρα έκβαση των μαχών θα κρίνει κατά μεγάλο βαθμό την τύχη του Αγώνα. Οι Αλβανοί θα καταδιωχθούν, προς το βορρά.
25 Απριλίου 1914: Οι Βορειοηπειρωτικές δυνάμεις της περιοχής Κολώνιας, ενισχυμένες από δύο μεγάλα σώματα Κρητών εθελοντών και ένα Αιτωλοακαρνάνων, μετά από τριήμερο συνεχή αγώνα, εκδιώκουν τις Αλβανικές δυνάμεις από ολόκληρη την επαρχία. Οι Αλβανοί θα αφήσουν πίσω, πάνω από 500 νεκρούς, με τον αρχηγό τους Wani Bey Starjia. Την ίδια ημέρα, αφού η Αλβανική Κυβέρνηση δέχθηκε όλους τους όρους των Βορειοηπειρωτών, ορίζεται πενθήμερη ανακωχή, προκειμένου να ξεκινήσουν στην Κέρκυρα διαπραγματεύσεις.
26 Απριλίου 1914 : Ξεκινούν στην Κέρκυρα οι διαπραγματεύσεις οι οποίες θα καταλήξουν στο πρωτόκολλο της Κέρκυρας.
5 Μαΐου 1914: Υπογράφεται το πρωτόκολλο της Κέρκυρας. Με βάση αυτό, αναγνωρίζεται από τις Μεγάλες Δυνάμεις, την Αλβανία και την Ελλάδα, η Αυτονομία της Β. Ηπείρου, ο Ελληνικός της χαρακτήρας και κατοχυρώνεται πλήρως η θρησκευτική, γλωσσική και εκπαιδευτική ελευθερία του πληθυσμού της.
Αύγουστος 1914: Ενώ ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ήδη ξεκινήσει, οι Δυνάμεις της Αντάντ δίνουν εντολή στα Ελληνικά Στρατεύματα να προελάσουν στην Βόρειο Ήπειρο, προκειμένου να επιβάλλουν την τάξη.
Οκτώβριος 1914: Ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται για δεύτερη φορά ελευθερωτής στην Βόρειο Ήπειρο.
Δυστυχώς η περίοδος ελευθερίας για τους Βορειοηπειρώτες, δεν διαρκεί για πολύ. Δύο χρόνια αργότερα, η Ελλάδα ολόκληρη σπαράσσεται από τον εθνικό διχασμό. Οι δύο πρωτεργάτες του θριάμβου των Βαλκανικών πολέμων, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και ο Ελ. Βενιζέλος, ωθούμενοι έντεχνα από τους "συμμάχους" μας, συγκρούονται, χωρίζοντας την Ελλάδα στα δύο. Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι εν συνεχεία, εκμεταλλευόμενοι αυτή την κατάσταση, καταλαμβάνουν τις περιοχές της Βορείου Ηπείρου, επιβάλλοντας τον βίαιον εξαλβανισμό του πληθυσμού της. Οι Ελληνικές δυνάμεις, μέσα στην δίνη του διχασμού, συγκρούονται μεταξύ τους, αδιαφορώντας και καταδικάζοντας την μαρτυρική Βόρεια Ήπειρο, για άλλη μια φορά στην σκλαβιά.
3.   Φάσεις του Βορειοηπειρωτικού Ζητήματος
α. Α΄ Φάση: Επανάσταση των Βορειοηπειρωτών-πρωτόκολλον της Κερκύρας.
(1) Μετά την απόφαση του πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας, οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων στην Αθήνα παραδίδουν διακοίνωση προς την Ελληνική κυβέρνηση με την οποία η Ελλάς διετάσσετο να εκκενώσει τα Ελληνικά εδάφη που παρεχωρούντο στην Αλβανία και να αποφύγει κάθε άμεση ή έμμεση βοήθεια του πληθυσμού για εξέγερση. Σαν δέλεαρ παρεχωρούντο στην Ελλάδα, όπως έλεγε η διακοίνωση, «πάσαι αι κατεχόμεναι υπ’ αυτής νήσοι, εκτός της Ιμβρου, Τενέδου και Καστελλορίζου. Η κυριαρχία όμως της Ελλάδος επ’ αυτών δεν θα αναγνωρισθεί, ει μη μετά την υπ΄ αυτής εκκένωσιν των επιδικασθέντων εις την Αλβανίαν τμημάτων της Ηπείρου.....».
(2) Η Ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε μπροστά στο δίλημμα να δεχθεί την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων και να αποχωρήσει ο Ελληνικός στρατός από την Βόρειο Ήπειρο ή να σταθεί αντιμέτωπη στην θέλησή τους. Προτίμησε το πρώτο, εκτιμώντας ότι διαφορετική στάση της θα οδηγούσε πιθανόν την χώρα σε επικίνδυνες περιπέτειες και με αβέβαιο αποτέλεσμα για το πρόβλημα της Β. Ηπείρου.
(3) Όμως η απόφαση της πρεσβευτικής διασκέψεως και το Πρωτόκολλον της Φλωρεντίας εξήγειραν τον πληθυσμό της Β.Η., ο οποίος επανεστάτησε στις 17 Φεβρ. 1914 και εκήρυξε την περιοχή της Β.Η. αυτόνομη πολιτεία με κυβέρνηση υπό τον Γεώργιον Χ. Ζωγράφον (πρόεδρο) και μέλη τους:
(α) Μητροπολίτην Δρυινουπόλεως Βασίλειον
(β) Μητροπολίτην Κορυτσάς Γερμανόν
(γ) Μητροπολίτην Βελλάς-Κονίτσης Σπυρίδωνα
(4) Οι επαναστάτες υψώνουν την σημαίαν της «αυτονόμου Ηπείρου» και αρχίζουν εθνικές μάχες μεταξύ βορειοηπειρωτών και Αλβανών που καθοδηγούντο από Ιταλούς, Αυστριακούς και Ολλανδούς αξιωματικούς.
(5) Η επανάσταση υπήρξε νικηφόρα, με αποτέλεσμα την συνθηκολόγηση της Αλβανίας (ουσιαστικά την εξαμελή επιτροπή ελέγχου, η οποία με ένα μόνο Αλβανό αντιπρόσωπο, διαχειριζόταν την εξουσία και τα οικονομικά του νεοσύστατου Αλβανικού κράτους), με την Κυβέρνηση της αυτόνομης Β.Η.
(6) Μετά μακρές διαπραγματεύσεις στην Κέρκυρα υπεγράφη στις 17 Μαίου 1914, μεταξύ Διεθνούς επιτροπής ελέγχου και της προσωρινής Κυβερνήσεως, συμφωνία διά της οποίας ανεγνωρίσθη η Ελληνικότης της Β.Η. και παρεχωρείτο αυτόνομο σύστημα στις επαρχίες Αργυροκάστρου και Κορυτσάς.
(7) Η συμφωνία τέθηκε υπό την εγγύηση των Μεγάλων δυνάμεων και τον Οκτ. 1914, με εντολή των Δυνάμεων Συνεννοήσεως και την συγκατάθεση της Ιταλίας, ο Ελληνικός Στρατός επανήλθε στην Β.Η. Η εντολή αυτή αποτελεί την δεύτερη επίσημη διεθνή αναγνώριση της Ελληνικότητας της Βορείου Ηπείρου.
β. Β΄ Φάση: Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
(1) Τον Αύγουστο του 1914, εξερράγη ο Α΄ Π.Π. και στην διεθνή πολιτική σκηνή δημιουργήθηκαν νέες καταστάσεις. Έτσι για να προσεταιρισθούν   οι Δυνάμεις της Συνεννοήσεως (ΑΝΤΑΝΤ) την Ιταλία που ανήκε στις Κεντρικές δυνάμεις (Γερμανία, Αυστροουγγαρία), και την Ελλάδα που τηρούσε ουδέτερη στάση, επέτρεψαν:
(α) Στην Ιταλία όπως καταλάβει την νήσο Σάσσωνα και Αυλώνα, με τον όρο ότι, θα συγκατετίθετο στην κατάληψη της Β.Η. από τα Ελληνικά Στρατεύματα.
(β) Στην Ελλάδα όπως επανακαταλάβει την Βόρειο Ήπειρο.
(2) Το Νοέμβριο του 1914 οι κυβερνήσεις της ΑΝΤΑΝΤ έκαναν προτάσεις στην Ελλάδα ότι θα αναγνώριζαν σαν οριστική την κατοχή της Β.Η. εάν η Ελλάδα εισερχόταν στον πόλεμο με το πλευρό της ΑΝΤΑΝΤ. Οι συνομιλίες δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα, γιατί η Ελλάδα  ζητούσε εγγυήσεις και εξασφάλιση κατά του κινδύνου επιθέσεως της Βουλγαρίας εναντίον της.
(3) Μετά την προσχώρηση της Ιταλίας στην ΑΝΤΑΝΤ, υπογράφεται στο Λονδίνο στις 26 Απριλίου 1915 μυστική συμφωνία μεταξύ Ιταλίας, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας με την οποία αναγνωριζόταν η Βόρειος Ήπειρος, ως Ελληνική και παρεχωρείτο οριστικά στην Ελλάδα. Μάλιστα στις 6 Δεκεμβρίου 1915 η Β.Η. ως Ελληνική περιοχή, απέστειλε δικούς της Βουλευτές στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
(4) Ο εντέχνως κατευθυνόμενος από το Σύστημα Εσωτερικός διχασμός και η αναποφασιστικότητα της Ελλάδος να εισέλθει στον Πόλεμο μέχρι το 1916, έδωσε την ευκαιρία στην Ιταλία, τον Αύγουστο 1916, να επεκτείνει την στρατιωτική κατοχή της στην περιφέρεια Αργυροκάστρου και αργότερα μέχρι τα Ιωάννινα. Δύο μήνες αργότερα τα Γαλλικά στρατεύματα, με την πρόφαση της εκστρατείας στο Μακεδονικό Μέτωπο, κατέλαβαν την περιφέρεια της Κορυτσάς και κατέλυσαν τις Ελληνικές αρχές.
(5) Με αυτό τον τρόπο, τα Ιταλικά και Γαλλικά στρατεύματα κατέλαβαν και κατείχαν την Β.Η. καθ’ όλη την διάρκεια του Α΄ Π.Π. Τα  κατοχικά στρατεύματα τηρούσαν εχθρική στάση προς τους Βορειοηπειρώτες και ενίσχυαν τους Σκιπετάρους/Αλβανούς, με όλα τα μέσα.
(6) Τον Ιούνιο του 1917 ο Ιταλός Φρούραρχος Αργυροκάστρου κηρύσσει την Αλβανική ανεξαρτησίαν υπό Ιταλική προστασία και ο Διοικητής των Γαλλικών δυνάμεων Κορυτσάς, με την σειρά του, την Αλβανική Δημοκρατία!!!
(7) Η έξοδος της Ελλάδος παρά το πλευρό της ΑΝΤΑΝΤ, μετέβαλλε την πλάστιγγα υπέρ αυτής. Στις 29 Ιουλίου 1919 υπεγράφη η συμφωνία Βενιζέλου-Τιτόνι με την οποία η Ιταλία ανεγνώρισε τις Ελληνικές διεκδικήσεις επί της Β.Η. με αντάλλαγμα την αναγνώριση εκ μέρους της Ελλάδος των Ιταλικών ζωτικών συμφερόντων στην Αλβανία.
(8) Στις 13 Ιανουαρίου 1920, το ανώτατο Συμβούλιο των Συμμάχων εξέδωσε απόφαση διά της οποίας επεδικάσθη στην Ελλάδα η Βόρειος Ήπειρος, όπως την διεκδικούσε η Ελλάδα, ορίσθηκε όμως ότι η απόφαση αυτή θα εφαρμοζόταν μετά την λύση του Αδριατικού Προβλήματος.
(9) Προ της διαφαινομένης ευνοϊκής για την Ελλάδα λύσεως του Β/Η προβλήματος, οι Ιταλοί υποκινούν τους Σκιπετάρους/Αλβανούς σε εξέγερση. Έτσι αναπτύσσεται ένα υπερεθνικιστικό κίνημα από τις ληστρικές σκιπετάρικες φυλές,  με επίκεντρο την Κρόϊα. Οι Ιταλοί παραδίδουν στους Αλβανούς τα κατεχόμενα από αυτούς εδάφη της Β.Η. τον Απρίλιο του 1920, και οι Γάλλοι την περιοχή της Κορυτσάς τον Μάϊο του 1920.
(10) Στις 17 Μαΐου 1920,  η Γερουσία των ΗΠΑ έλαβε ομόφωνη απόφαση όπως η Β.Η. παραχωρηθεί υπό της Συνδιασκέψεως Ειρήνης, στην Ελλάδα.
(11) Παρά την λύση του Αδριατικού προβλήματος (Συνθήκη Ραπάλο, 12 Νοε. 1920), η Ελλάς δεν επροχώρησε στην εφαρμογή της αποφάσεως του Ανωτάτου Συμβουλίου των Συμμάχων (14 Ιαν. 1920):
(α) Προς αποφυγή περιπλοκών μετά της Ιταλίας, κατά «σύσταση των Συμμάχων».
(β)  Λόγω της εμπλοκής της στην Μικρασιατική εκστρατεία.
Έτσι έχασε την νέα μεγάλη ευκαιρία, της άμεσης καταλήψεως της Β.Η.
(12) Η μη άμεση κατάληψη της Β.Η. είχε σοβαρές επιπτώσεις, διότι τα πράγματα περιεπλάκησαν στο εσωτερικό της Ελλάδας, στο δε εξωτερικό η διεθνής ατμόσφαιρα γινόταν βαθμιαία δυσμενέστερη για την Ελλάδα.
(13)  Η μεθοδευμένη από τους τότε συμμάχους πολιτική μεταβολή, θεωρήθηκε σαν εχθρική στάση του Ελληνικού λαού προς την Συνεννόηση (Στις εκλογές της 1-11-1920, ο Ελ. Βενιζέλος δεν βγήκε ούτε βουλευτής, καθ’ όσον σκοπίμως δεν έθεσε υποψηφιότητα στην Κρήτη όπου θα εξελέγετο παμψηφεί, αλλά στον Πειραιά, όπου υπερτερούσαν οι φιλοβασιλικοί). Η Ιταλία εκμεταλλεύθηκε την κατάσταση, αντιτάχθηκε στην κατάληψη της Β.Η. από την Ελλάδα και τάχθηκε υπέρ της πλήρους εδαφικής ακεραιότητας της  Αλβανίας.
(14) Στις 17 Δεκ. 1920, η Αλβανία έγινε δεκτή στην ΚΤΕ σαν ανεξάρτητο κράτος. Το ζήτημα των νοτίων συνόρων της δεν συζητήθηκε κατά το 1920, αλλά επανήλθε προς συζήτηση στο Συμβούλιο των Πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων (Γαλλίας, Αγγλίας, Ιταλίας και Ιαπωνίας) στις 9 Νοε. 1921 (Παρίσι).
(15) Το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφασή του περί των νοτίων Αλβανικών συνόρων, όπως καθορίσθηκαν με το πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (17-12-1913), μολονότι αυτό είχε ανατραπεί από το πρωτόκολλο της Κερκύρας (17-5-1914) και την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Ειρήνης (14-1-1920).
γ. Γ΄ Φάση: (Μεσοπόλεμος-Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)
(1) Ο αντιπρόσωπος της Αλβανίας στην ΚΤΕ Φαν Νόλι (Οκτ.1920) είχε καταθέσει δήλωση σύμφωνα με την οποία η χώρα του αναλάμβανε την υποχρέωση να σεβασθεί τα θρησκευτικά και εκπαιδευτικά δικαιώματα των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών.
(2) Παρά την δήλωση εκείνη που ουσιαστικά αποτελούσε μια ακόμη αναγνώριση της Ελληνικότητας της Β.Η. και από τους ίδιους τους Αλβανούς, οι πιέσεις και οι διωγμοί του Ελληνικού πληθυσμού αυξάνονταν συνεχώς. Το Ελληνικό στοιχείο όμως πρόβαλλε σθεναρή αντίσταση και προσέφυγε στο Διεθνές δικαστήριο της Χάγης για τα δικαιώματά του, το οποίο με απόφασή του (Απρ. 1935), υπεχρέωσε την Αλβανία να επιτρέψει την επαναλειτουργία των Ελληνικών Σχολειών.
(3) Στο διάστημα του μεσοπολέμου, η Αλβανία κατέστη πολιτικό υποχείριο και οικονομικό προτεκτοράτο της Ιταλίας, η οποία (Ιταλία) τελικά την κατέλαβε και στρατιωτικά στις 7 Απριλίου 1939, με την απόλυτη συγκατάθεση των Αλβανικών αρχών.
(4) Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδος και αμέσως μετά ακολούθησε και η Αλβανία που πλαισίωσε τον Ιταλικό στρατό με 14 Αλβανικά τάγματα και την Αλβανική χωροφυλακή.
(5) Ο Ελληνικός Στρατός πολεμώντας σκληρά στην Ήπειρο, στην Πίνδο, την Τρεμπεσίνα, την Κλεισούρα, την Χειμάρρα και αλλού απελευθέρωσε για τρίτη φορά τις Ελληνικές πόλεις και τα χωριά της Β.Η. Οι Βορειοηπειρώτες με ενθουσιασμό έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα εναντίον των Ιταλών και των συμμάχων τους Αλβανών.
(6) Τον Απρίλιο του 1941 μετά την επίθεση των υπερτέρων γερμανικών δυνάμεων εναντίον της Ελλάδος, ολόκληρη η χώρα βρέθηκε υπό κατοχή, ενώ η Β.Η. δοκιμαζόταν και πάλι σκληρά από την τριπλή κατοχή (Ιταλοί-Γερμανοί-Αλβανοί).
(7) Τον Ι­ού­λι­ο 1942, ι­δρύ­θη­κε η ορ­γά­νω­ση των βο­ρει­ο­η­πει­ρω­τών Μέ­τω­πο Α­πε­λευ­θε­ρώ­σε­ως Βο­ρεί­ου Η­πεί­ρου ( Μ.Α.Β.Η), η ο­ποί­α α­πέ­βλε­πε στην α­να­θέρ­μαν­ση τής πα­τρι­ω­τι­κής  κι­νή­σε­ως των Βορειοηπειρωτών και την εν­σω­μά­τω­σή τους στον ελ­λη­νι­κό κορ­μό. Το κί­νη­μα αυ­τό εμ­πο­δί­στη­κε τό­σο α­πό τούς Ι­τα­λούς και Αλ­βα­νούς, ό­σο και α­πό το ε­νι­αί­ο μέ­τω­πο των βαλ­κα­νι­κών κομ­μου­νι­στι­κών ορ­γα­νώ­σε­ων. Τε­λι­κά δι­α­λύ­θη­κε α­πό τα πλήγ­μα­τα των κομ­μου­νι­στι­κών ο­μά­δων τού Εμ­βέρ Χό­τζα, σέ συ­νερ­γα­σί­α με τούς Έλ­λαδίτες ο­μο­ϊ­δε­ά­τες του. Τον ίδιο χρόνο οι Αλβανοί δολοφόνησαν τον αρχηγό της Βασίλειο Σαχίνη.
(8) Ο Ρόλος των «Τσάμηδων»
(α) Προ του Β Π.Π. στην περιοχή της Θεσπρωτίας κατοικούσαν και μουσουλμάνοι Αλβανοί (Τσάμηδες), οι οποίοι σαν μη Τούρκοι Μουσουλμάνοι είχαν εξαιρεθεί από την ανταλλαγή του πληθυσμού με την Τουρκία. Οι Τσάμηδες, (που ήσαν Έλληνες γεννίτσαροι, κατοικούντες στην περιοχή του Θύαμι-Τσάμι ποταμού, δηλ. Θυάμιδες-Τσάμηδες),  ίδρυσαν την εγκληματική οργάνωση KSILA (Σύστημα Πολιτικής Διοικήσεως) υπό την καθοδήγηση των Ιταλών, και επιδόθηκαν σε ομαδικές δολοφονίες Ελλήνων και λεηλασίες Ελληνικών περιουσιών.
(β) Με την αποχώρηση των Γερμανών οι «Τσάμηδες» απεχώρησαν από την Ελλάδα από τον φόβο των αντιποίνων για τα εγκλήματά τους. Αργότερα πολλοί από αυτούς μετείχαν στον Εμφύλιο στο πλευρό των Ελληνόφωνων κομμουνιστοσυμμοριτών.
δ.  Δ΄ Φάση: (Μεταπολεμική Περίοδος - Εμπόλεμη κατάσταση).
(1)   Με­τά την λή­ξη του Β΄ Παγ­κο­σμί­ου Πο­λέ­μου, τα σύ­νο­ρά της Αλ­βα­νί­ας τέ­θη­καν υ­πό δι­ε­θνή  α­να­θε­ώ­ρη­ση, ύ­στε­ρα α­πό αί­τη­μα της ελ­λη­νι­κής κυ­βερ­νή­σε­ως. Με το θέ­μα αυ­τό α­σχο­λή­θη­κε η δι­ά­σκε­ψη των 21 ε­θνών που έ­γι­νε στο Πα­ρί­σι. Στην συ­νε­δρί­αση της 30ης Αυ­γού­στου 1946, έ­γι­ναν ο­ξύ­τα­τες συ­ζη­τή­σεις λό­γω αν­τι­δρά­σε­ως του Σο­βι­ε­τι­κού Υ­πουρ­γού των Ε­ξω­τε­ρι­κών Μο­λό­τωφ, ο ο­ποί­ος πέ­τυ­χε τε­λι­κά την πα­ρα­πομ­πή του ζη­τή­μα­τος στο συμ­βού­λι­ο των τεσ­σά­ρων υ­πουρ­γών Ε­ξω­τε­ρι­κών των Με­γά­λων Δυ­νά­με­ων. Στην δι­ά­σκε­ψη των τεσ­σά­ρων Υ­πουρ­γών των Ε­ξω­τε­ρι­κών στην Νέ­α Υ­όρ­κη, συμ­φω­νή­θη­κε ό­τι η α­πό­φα­ση για την  Βό­ρει­ο Ή­πει­ρο θα λη­φθεί με­τά την υ­πο­γρα­φή της συν­θή­κης ει­ρή­νης με την Αυ­στρί­α και Γερ­μα­νί­α. Η συν­θή­κη ει­ρή­νης με την Αυστρία υ­πο­γρά­φτη­κε στην Μό­σχα στις 15 Μα­ΐ­ου 1955. Η συν­θή­κη ει­ρή­νης με την Γερ­μα­νί­α υ­πο­γρά­φτη­κε στη Μό­σχα στις 12 Σε­πτεμ­βρί­ου 1990, γε­γο­νός πού ο­δή­γη­σε στην έ­νω­ση των δύ­ο Γερ­μα­νι­ών. Υ­πο­λεί­πε­ται α­κό­μη η απόφαση για το   βο­ρει­ο­η­πει­ρω­τι­κό ζήτημα.
 Δυ­στυ­χώς οι ελ­λαδικές κυ­βερ­νή­σεις των τε­λευ­ταί­ων ε­τών, ε­πι­κα­λού­με­νες, άκουσον! άκουσον! την τε­λι­κή πρά­ξη τού Ελ­σίν­κι πε­ρί του α­πα­ρα­βί­α­στου των συ­νό­ρων, πά­γω­σαν το βο­ρει­ο­η­πει­ρω­τι­κό ζή­τη­μα, ό­σον α­φο­ρά στο ε­δα­φι­κόν του μέ­ρος!
Έχομεν άδικον ή είμαστε υπερβολικοί όταν χαρακτηρίζουμε ΟΛΕΣ τις μεταπολιτευτικές Ελλαδικές κυβερνήσεις, ανίκανες, ηττοπαθείς, ενδοτικές, υποτακτικές και εθνικά επιζήμιες;
Ό­μως, όπως πα­ρα­τη­ρεί ο κα­θη­γη­τής τού Πα­νε­πι­στη­μί­ου κ. Νίκ. Αν­τω­νό­που­λο­ς «…αι ε­δα­φι­καί δι­εκ­δι­κή­σεις ε­πί της Βο­ρεί­ου Η­πεί­ρου δεν αν­τί­κειν­ται εις την τελικήν πρά­ξιν του Ελ­σίν­κι της 1.8.1975, δι­ό­τι αυ­τή α­πα­γο­ρεύ­ει την βι­αί­αν  κα­τά­λη­ψιν  ε­δα­φών και ό­χι την ρύθ­μι­σιν εκ­κρε­μο­τή­των βά­σει συν­θη­κών. Α­πό την τε­λι­κήν πρά­ξιν του Ελ­σίν­κι της 1.8.1985 ε­πι­τρέ­πε­ται η με­τα­βο­λή των συ­νό­ρων δι’ ει­ρη­νι­κών μέ­σων και κα­τό­πιν συμ­φω­νί­ας, συμ­φώ­νως προς  το δι­ε­θνές δί­και­ον … Την  τε­λι­κή πρά­ξη του Ελ­σίν­κι  δεν δι­και­ού­ται να την ε­πι­κα­λεί­ται η Αλ­βα­νί­α, α­φού η ί­δια δεν την υ­πέ­γρα­ψε, και την υ­πέ­γρα­ψαν τα υ­πό­λοι­πα κρά­τη του τότε α­να­το­λι­κού συ­να­σπι­σμού».
(2) Η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση του Καΐρου με υπόμνημά της (12-6-1942), είχε θέσει ενώπιον των Συμμάχων το θέμα της Β. Ηπείρου. Ακολούθησε κατά τον Ιούνιο 1945, ψήφισμα της Συνταγματικής Επιτροπής και σειρά υπομνημάτων της Ελληνικής Κυβερνήσεως ενώπιον του Συμβουλίου των Υπουργών Εσωτερικών των «Τεσσάρων» (ΗΠΑ-Ρωσία-Αγγλία-Γαλλία), αρμοδίου να εξετάσει το θέμα, με βάση την συμφωνία του Potsdam.
(3) Τις αξιώσεις της Ελλάδος για την Β.Η. έθεσε υπόψη των συναδέλφων του ο Bevin, ο υπουργός εξωτερικών της Αγγλίας στο Συμβούλιο των τεσσάρων υπουργών στο Παρίσι (25-4-1946). Στην πρόταση του Bevin εναντιώθηκε ο ΥΠΕΞ της Σ.Ε. Μολότωφ, με αποτέλεσμα να παραπεμφθεί το θέμα στην επόμενη Σύνοδο του Συμβουλίου.
(4) Με αφορμή την διάσκεψη των 21 Εθνών που συνήλθε στο Παρίσι (29-7-1946), εισήχθη η σχετική πρόταση των τεσσάρων Υπουργών στην διάσκεψη της Ολομέλειας. Την ίδια ημέρα (29-7-1946), η Αμερικανική Γερουσία υιοθέτησε παμψηφεί το υπό της Επιτροπής των Εξωτερικών υποθέσεων εγκριθέν ψήφισμα (24-4-1946), περί παραχωρήσεως της Βορείου Ηπείρου και της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα.
(5) Στην συνεδρίαση της Ολομελείας της 30ης Αυγ. 1946, η Ελλάδα επέτυχε την εγγραφή του θέματος της Β.Η. στην ημερήσια διάταξη της συνελεύσεως του ΟΗΕ, αλλά κατόπιν νέας αντιδράσεως του Μολότωφ, αναγκάζεται να αποσύρει την εγγραφή και να επαναφέρει το θέμα στους «Τέσσαρες».
(6) Στην νέα διάσκεψη του ΟΗΕ (8-10-1946), η Ελλάδα δέχθηκε την οργισμένη επίθεση της Γιουγκοσλαβίας. Αναγκάσθηκε πάλι να αποσύρει τις αξιώσεις της και να παραπέμψει εκ νέου το θέμα στο Συμβούλιο των «Τεσσάρων». Έτσι, το Β/Η ζήτημα, έλαβε την μορφή ύποπτου διπλωματικού παιγνιδιού (εμπαιγμού) σε βάρος της Ελλάδος, με σαφείς τις προθέσεις των «Μεγάλων» να χρονοτριβούν και να αοριστολογούν αναθέτοντας το θέμα πότε σε διεθνείς οργανισμούς και πότε σε διεθνείς επιτροπές, με βασικό στόχο να εξαναγκάσουν την Ελλάδα να κουρασθεί και να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια για διεκδίκηση των δικαίων της.
(7) Στις 21-11-1947, η Ελλάς εισήγαγε για πολλοστή φορά το θέμα της Β.Η. στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Όμως μία «διακοίνωση» των ΗΠΑ προς την Ελληνική Κυβέρνηση, την ίδια ημέρα, έγινε η αιτία του νέου παγώματος των Ελληνικών θέσεων για την Β.Η.
(8) Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η συζήτηση του Β/Η Ζητήματος, υπό την ανελέητη πίεση «Φίλων και Συμμάχων» και τις συνεχείς κωλυσιεργίες της διεθνούς διπλωματίας, ανεβάλλετο συνεχώς με αποτέλεσμα να παραμένει εκκρεμές και να απομακρύνεται σταδιακά η πιθανότητα δικαίας επιλύσεώς του.
(9) Έκτοτε η αλβανική ηγεσία ενθαρρυνόμενη ουσιαστικά από την απαθή αν όχι ύποπτη και φιλοαλβανική στάση της Διεθνούς διπλωματίας, επεδίωξε την πλήρη αφομοίωση του Ελληνικού στοιχείου, λαμβάνοντας καταπιεστικά και εξοντωτικά μέτρα, όπως φυλακίσεις, διασπορά Ελλήνων του Νότου σε περιοχές της Βόρειας Αλβανίας, μικτούς γάμους, αλλαγές ονομάτων και τοπωνυμίων, κατάργηση σχολείων, κλείσιμο εκκλησιών κλπ. με στόχο την αλβανοποίηση των βορειοηπειρωτικών περιοχών και τον εξαλβανισμόν των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών.
(10) Τον Σεπ. 1960, ενώ ομιλούσε ο πρωθυπουργός της Αλβανίας στο μέγαρο του ΟΗΕ, έγιναν πανελλήνιες μαχητικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας του εκ μέρους αποδήμων ομογενών.
(11) Τον Ιανουάριο του 1965, η Αμερικανική Γερουσία με επίσημη απόφασή της ομιλούσε για διαχωρισμό του Β/Η Έθνους που στέναζε υπό Κομμουνιστικό ζυγό.
(12) Το συνέδριο της ΑΧΕΠΑ ενέκρινε ψήφισμα υπέρ της απελευθερώσεως της Β.Η., ο δε πρόεδρος αυτής υποσχέθηκε κάθε ενίσχυση για την επιτυχία αυτού του σκοπού.
(13) Παρ’ ότι η Αλβανία δεν αναγνώριζε πολλά από τα δικαιώματα των Ελλήνων και περιόρισε την Ελληνική μειονότητα στις επαρχίες Αργυροκάστρου και Αγ. Σαράντα, αριθμώντας αυτή σε 58.000 άτομα μόνο (έναντι 400.000 που υπολογίζονταν ότι διαβιούσαν στην περιοχή), η Ελλάδα ουδέποτε απεμπόλισε τα δικαιώματά της στη Β.Η.
(14) Το 1971 μετά από μακρές διαπραγματεύσεις κρίθηκε σκόπιμη η αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδος και Αλβανίας, με σκοπό την δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών. Στην απόφαση αυτή, η οποία αποτελούσε κατά κάποιο τρόπο το προοίμιο της άρσεως της εμπόλεμης καταστάσεως Ε/Α που ίσχυε από το τέλος του Β΄ Π.Π., οδηγήθηκε η χώρα μας από την ανάγκη προστασίας των Ελλήνων της Β.Η.
(15) Παρά τις συνεχείς υποχωρητικές κινήσεις και φιλειρηνικές διαθέσεις των Ελλαδικών κυβερνήσεων, τίποτε δεν άλλαξε και ούτε δημιουργήθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες για καλυτέρευση των όρων διαβιώσεως της Ελληνικής Εθνικής μειονότητας. Το ίδιο συνέβη και μετά το 1987, όταν η τότε Ελληνική Κυβέρνηση, με μία απόφαση πολιτικής φύσεως και όχι θεσμικώς κατοχυρωμένη, προέβη στην άρση της εμ­πο­λέ­μου κα­τα­στά­σε­ως με­τα­ξύ Ελ­λά­δος και Αλ­βα­νί­ας, παύοντας έτσι αυτή να θεωρείται εχθρικό κράτος.
Η ε­νέρ­γει­α αυ­τή, υ­πήρ­ξε μο­νο­με­ρής, α­φού δεν υ­πεγράφη συν­θή­κη ει­ρή­νης, που να δι­α­σφα­λί­ζει τα ε­θνι­κά δί­και­α και τα αν­θρώ­πι­να δι­και­ώ­μα­τα των Βορειοηπειρωτών. Στην προ­κει­μέ­νη πε­ρί­πτω­ση πα­ρα­βι­ά­στη­κε βα­σι­κή αρ­χή τού δι­ε­θνούς δι­καί­ου, πού προ­βλέ­πει ό­τι η εμ­πό­λε­μη κα­τά­στα­ση με­τα­ξύ δύ­ο κρα­τών τερ­μα­τί­ζε­ται με συν­θή­κη ει­ρή­νης, η ο­ποί­α ρυθ­μί­ζει ό­λες τίς εκ­κρε­μό­τη­τες με­τα­ξύ των δύ­ο αν­τι­πά­λων κρα­τών.
Η ε­νέρ­γει­α αυ­τή φα­νε­ρώ­νει το μει­ω­μέ­νο εν­δι­α­φέ­ρον τού ε­πι­σή­μου ελληνικού κρά­τους στο ε­θνι­κό αυ­τό θέ­μα, εξικνούμενον μέχρι των ορίων της εθνικής προδοσίας.
Πρωτοφανής  πράγ­μα­τι πολιτική τακτική στα δε­δο­μέ­να των διεθνών σχέ­σε­ων.
Πα­ράλ­λη­λα «ε­πι­βρά­βευ­ε» την Αλ­βα­νί­α για την στά­ση της σέ βά­ρος τής Ελ­λά­δος και ι­δί­ως των Βο­ρει­ο­η­πει­ρω­τών, α­φού η προ­στα­σί­α μό­νον των αν­θρω­πί­νων δι­και­ω­μά­των ό­χι ό­μως και των μει­ο­νο­τι­κών τους, ε­πα­φί­ε­το ό­χι στην ι­σχύ τού δι­ε­θνούς δι­καί­ου, αλ­λά στην «κα­λή θέ­λη­ση» των Σκιπετάρων-Αλβανών μαφιόζων-λησταρχοσυμμοριτών δι­κτα­τό­ρων, καταπατητών των αγίων και αιματοβαμμένων χωμάτων της Ελληνικής Βορείου Ηπείρου!!!.






Συνεχίζεται

  









1  Όλα τα τεύχη της εφημερίδας του έχουν δημοσιευθεί στο βιβλίο ‘Ελλάς και Αλβανία στις αρχές του εικοστού αιώνα’ του Θάνου Αναγνωστόπουλου- Παλαιολόγου, εκδοτικός οίκος Κυρομάνος.
Ο Ισμαήλ Κεμάλ Μπέι Βλόρα (αλβανικά: Ismail Qemal Bej Vlora), παλαιότερα Ισμαήλ Χακκί Μπέι Βλόρα (αλβανικά: Ismail Hakki bej Vlora), υπήρξε ο ιδρυτής του Αλβανικού Κράτους και ο πρώτος πρωθυπουργός της Αλβανίας. Γεννήθηκε στις 18 Απριλίου 1844 στον Αυλώνα (αλβανικά: Vlorë), πέθανε στην Ιταλία στις 24 Ιανουαρίου το 1919. Ο Ισμαήλ Κεμάλ ήταν ο πρώτος που υπέγραψε την Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αλβανίας (αλβανικά Deklarata e Pavarësisë së Shqipërisë). Ο Κεμάλ σπούδασε στην Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων και μιλούσε και έγραφε απταίστως την ελληνική γλώσσα. Όταν βρισκόταν στην Πόλη (1901) πληροφορήθηκε ότι κινδύνευε να συλληφθεί με εντολή του Σουλτάνου. Έφυγε από την Πόλη και ήρθε στην Ελλάδα. Στην συνέχεια μετέβη και εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες. Εκεί εξέδωσε αλβανική εφημερίδα, αλλά σε ελληνική γλώσσα, την οποία έγραφε ο ίδιος και μόνο η τελευταία της σελίδα, από το δεύτερο φύλλο που κυκλοφόρησε, ήταν γραμμένη στην αλβανική γλώσσα. Ο τίτλος της εφημερίδας ήταν: «ΣΩΤΗΡΙΑ». 
Το πρώτο φύλλο εκδόθηκε στις 15/28 Σεπτεμβρίου 1901. «Εν Βρυξέλλαις τη 15/28 7/βρίου 1901 Σάββατο». Έκδοση 4/σέλιδη μόνο στην ελληνική γλώσσα με την δήλωση ότι: «Τα επόμενα φύλλα θα εκδίδονται και εις την Τουρκικήν και Αλβανικήν γλώσσαν, πλην της Ελληνικής». Συνολικά εξέδωσε πέντε φύλλα, στις στήλες των οποίων έλεγε αλήθειες που υπηρετούσαν την προσέγγιση των δύο λαών. Διαβάστε τι έγραφε για την Ελλάδα και τους Έλληνες….

Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

ΤΟ  ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ  ΖΗΤΗΜΑ


«Εκείνο πάντως το οποίο οφείλουν όλαι αι Ελληνικαί Κυβερνήσεις να γνωρίζουν, είναι ότι το θέμα (της Βορείου Ηπείρου) υφίσταται. Και εκείνον το οποίον απαγορεύεται εις τον αιώνα, είναι δι’ οιονδήποτε λόγον η απάρνησις του ιερού αιτήματος….. Καθ΄ όσον αφορά την Βόρειο Ήπειρο... η διεκδίκησις είναι ιερά και απαράγραπτος» [Γεώργιος Παπανδρέου (Ο «Γέρος της Δημοκρατίας»). Από ομιλία του στην Βουλή των Ελλήνων στις 12/6/1960].

ΜΕΡΟΣ 9ο

Ζ. ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ-ΕΘΝΙΚΗ-ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ  ΒΟΡΕΙΟΥ  ΗΠΕΙΡΟΥ
1. Πληθυσμιακή-Εθνική /Γλωσσική Ενότης της Βορείου Ηπείρου.
(1)   Οι στατιστικές που αναφέρονται στην σύνθεση του πληθυσμού της Β.Η. ιδιαίτερα εκείνες που έγιναν από τις κατοχικές εξουσίες, διαφέρουν μεταξύ τους, διότι σχεδόν πάντοτε εξυπηρετούν αλλότριους και προπαγανδιστικούς σκοπούς. Κατά τις προ του 1911 τουρκικές στατιστικές, οι κάτοικοι της Β.Η. μέχρι τον Σκούμπη έφθαναν τις 320.000 περίπου. Από αυτούς 170.000 ήσαν Έλληνες, 120.000 Μουσουλμάνοι (συμπεριλαμβανομένων και των Εξισλαμισθέντων Ελλήνων) και 10.000 άλλων εθνοτήτων (Σλάβοι, Ιουδαίοι, κ.α.).
Στις περιοχές που αξίωνε η ελληνική κυβέρνηση ζούσαν στην πλειοψηφία τους,  Έλληνες Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Συγκεκριμένα, με βάση την τουρκική απογραφή του 1908, κατοικούσαν εκεί 326.778 χριστιανοί και 174.802 μουσουλμάνοι. Από μια άλλη στατιστική (του Geografico de Agostini της Ρώμης), προκύπτει ότι το 1907 σε ολόκληρη την Ήπειρο κατοικούσαν 452.000 κάτοικοι από τους οποίους οι 297.000 ήταν χριστιανοί και οι 155.000 μουσουλμάνοι. Παρ’ όλα αυτά, όταν οι Τούρκοι αποχωρούσαν από την Ήπειρο το καλοκαίρι του 1912, αναγνώρισαν τα διαμερίσματα (βιλαέτια) της Σκόδρας, του Κοσόβου, του Μοναστηρίου αλλά και των Ιωαννίνων, ως αλβανικά!!!1
(2) Κατά περιφέρειες στον Αυλώνα και Βεράτιο, υπερτερούσε το Μουσουλμανικό στοιχείο. Στην Πρεμετή και Τεπελένι, οι Τούρκοι και Τουρκαλβανοί ισοψηφούσαν με τους Έλληνες. Στο Αργυρόκαστρο και Κορυτσά υπερτερούσαν οι Έλληνες. Στο Λεσκοβίκι και τα πέριξ, οι Έλληνες ήσαν τα 2/3 του πληθυσμού. Στην περιφέρεια Δελβίνου τα 4/5 και στο τμήμα Πωγωνίου δεν υπήρχε κανένας τούρκος ή τουρκαλβανός. Συνεπώς, όταν μετά τους διωγμούς, τους βιαίους εξισλαμισμούς και ξεριζωμούς, τα βασανιστήρια και τους σφαγιασμούς που υπέστησαν οι Έλληνες, από της καταλήψεως της Ηπείρου από τους Τούρκους (14ος αιών)  μέχρι της ανακηρύξεως του «ανεξάρτητου» Σκιπετάρικου κράτους (Βασίλειον της Αλβανίας), η πληθυσμιακή κατάσταση παρέμεινε όπως προαναφέρθηκε, με την διατήρηση της υπεροχής του Ελληνικού στοιχείου στην Βόρειο Ήπειρο, τότε, ΟΧΙ μόνον δεν θα έπρεπε να αμφισβητηθεί από κανένα η Ελληνικότης της Β.Η. αλλά η μόνη δικαία λύση θα ήταν:
Η επιστροφή της Βορείου Ηπείρου στις αγκάλες της μητρός Πατρίδος!  
Δυστυχώς οι μισελληνικές δυνάμεις του Συστήματος, απεφάσισαν να κατασκευάσουν ένα προτεκτοράτο στην ΒΔ γωνιά της Χερσονήσου του Αίμου, με κλοπή ξένης γης, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ανήκε αρχαιόθεν, κατ’ αποκλειστικήν ιστορικήν κυριότητα, στο Γένος των Ελλήνων!!!
(3) Αλλά εάν κάποιος αμφιβάλει για τα πορίσματα των στατιστικών, δεν μπορεί να αμφισβητήσει την καθολική υπεροχή του Ελληνικού στοιχείου και της Ελληνικής γλώσσας που ωμιλείτο ακόμη και από τους Μουσουλμάνους. Υπήρχαν Μουσουλμανικές οικογένειες των εξισλαμισμένων περιοχών στις οποίες:
(α) Διετηρούντο οι Ελληνικές ονομασίες των χωριών (Δοξάταις, Προγονάταις κτλ.) που εθύμιζαν τους προγόνους και την δόξαν του παρελθόντος.
(β) Οι μάμμες των μουσουλμανικών οικογενειών ήσαν χριστιανές.
(γ) Οι νεάνιδες μουσουλμανικών οικογενειών φορούσαν Ελληνικές στολές.
(δ) Οι Αλβανοί Μουσουλμάνοι έκαναν το σημείον του σταυρού διερχόμενοι προ Ελληνικής Εκκλησίας.
(4) Κατά την στατιστικήν του 1971, ο πληθυσμός της μεν Ελεύθερης Ελληνικής Ηπείρου ανήρχετο στις 352.304 κατ. (36 κ/τ. χλμ.) της δε κατεχομένης Β.Η σε 450.000 κατ. εκ των οποίων 140.000 Έλληνες. Και όλα αυτά μετά τους γνωστούς ξεριζωμούς και σφαγές των Ελλήνων (στην διάρκεια των δύο Παγκοσμίων Πολέμων) και τους απηνείς διωγμούς του άθεου κομμουνιστικού καθεστώτος.
(5) Για την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία της έρευνας των παραπάνω, αναφέρονται ενδεικτικά οι παρακάτω μαρτυρίες από μη Ελληνικές πηγές:
(α) «Ότι άπασα η κοιλάς του Αώου (Βογιούσα) είναι Ελληνική. Ότι η χαραχθείσα μεθόριος των Ηπειροαλβανικών συνόρων έχουσα ως αφετηρία από θαλάσσης το ακρωτήριο Στύλος, απέβλεπε εις την ικανοποίηση της Ιταλίας και Αυστροουγγαρίας. Συμφώνως προς τας Ιταλικάς αξιώσεις επεβάλλετο να μην ανήκουν εις την Ελλάδα αμφότεροι αι όχθαι του στενού Κερκύρας-Ηπείρου». (Άγγλος Σχης Murray ο οποίος διέσχισε την Β.Η. μετά την λήξη της εκστρατείας του 1913). 
(β) «Προσέτι τα Ελληνικά χωριά της Δροπόλεως, προς Νότον της πεδιάδος του Αργυροκάστρου, εντύπωση μου προξένησε εις μερικά μέρη η Ελληνική κατατομή του κρανίου και η φυσιογνωμία».(Ομολογία του Αυστριακού μισέλληνα Ham, HAM ALBANSICHE STUDIEN, Βιέννη 1853 σ. 51). Το απόσπασμα αυτό επικαλέσθηκε μεταξύ άλλων επιχειρημάτων και ο Ελ. Βενιζέλος στο συνέδριο των Παρισίων (1919) για να διεκδικήσει την Β.Η.
(γ) «Ο όρος Νότιος Αλβανία προκειμένω περί Ηπείρου, δεν έχει καμία ιστορική βάση. Τον εν λόγω όρο χρησιμοποίησε για πρώτη φορά ο χάρτης του Αυστροουγγρικού επιτελείου, αντί της ιστορικώς καθιερωμένης ονομασίας «Ήπειρος» και «Β. Ήπειρος» (Bianconi. CHERADAME-WESSELTISKY, La Question Albanaise. Paris Hachette, 1913, σ. 8).


2. «Η Αλβανική Εθνότης»
(1) Σύμφωνα με τα στοιχεία που συνιστούν την έννοια του Έθνους (πνευματική / ιστορική / πολιτιστική / φυλετική συνείδηση - κοινή γλώσσα και θρησκεία), οι Σκιπετάροι/Αλβανοί, δεν παρουσίαζαν μέχρι την δημιουργία του Αλβανικού κράτους, στοιχεία ξεχωριστής εθνότητος. Αυτό συνάγεται και από δηλώσεις του πρωθυπουργού της Μ. Βρεττανίας Τσάμπερλαιν στην Βουλή των Κοινοτήτων, για την νέα κατάσταση στη Μεσόγειο μετά την Ιταλική απόβαση στην Αλβανία (7 Απρ. 1939). Ακόμα και μέχρι τότε (1939), η λεγόμενη Αλβανική Εθνική συνείδηση ήταν απροσδιόριστη και ρευστή. Και ήταν ρευστή διότι, το Σύστημα ακόμη την διέπλαθε και φρονούσε ότι ΔΕΝ ήταν έτοιμη ώστε να «εμφυτευθεί»  ως «εθνικιστικό μόσχευμα», στο μυαλό των «Αλβανών» και να έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.3
(2) Ο Π. Καρολίδης γράφει: «Οι Αλβανοί φαίνονται ιδιοτελείς, στασιαστικοί, άπιστοι και ως χριστιανοί ακόμη σκληροί την καρδίαν. Αποτελούσι δε στοιχείον εν ω η αναρχία και ανομία επικρατούσιν οιωνεί ψυχή και πνεύμα ζωής. Χωρίς να τρέφωσι ευρέα πολιτικά σχέδια, κατεχόμενοι απλώς υπό την αιγίδα του φυλετικού αυτών αρχηγού, ίνα εξεγερθώσι εναντίον πάσης άλλης υπέρτατης αρχής». 4
(3) Ο Ιταλός στρατάρχης Μπαντόλιο γράφει τα εξής: «Οι Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Ηπείρου προέβαλαν (1940) γενναία αντίσταση στον Καλαμά. Αντίθετα οι Αλβανοί στρατιώται που υπό την μορφή ταγμάτων συμμετείχαν στις δικές μας μεραρχίες ή απεδείχθησαν άπιστοι και δόλιοι καθώς επεδόθησαν σε πράξεις δολιοφθοράς εναντίον μας ή πέρασαν στις τάξεις των Ελλήνων. Τότε αναγκασθήκαμε να απομακρύνωμε τις αλβανικές δυνάμεις και εν μέρει να τις αφοπλίσωμε».5
(4) «Η σημερινή Αλβανία ουδέποτε άλλοτε απετέλεσε κράτος εις τα σημερινά της σύνορα, ούτε είχε ενότητα οιανδήποτε Εθνολογικήν ή άλλην, ούτε είχεν εν όνομα» (Μεγ. Ελλην. Εγκυκλοπαίδεια, τ. 3ος, σ. 413).
(5) «με βάση τα αρχαιολογικά αυτά ευρήματα γνωρίζουμε ότι οι Ινδοευρωπαίοι αυτοί, οι Ιλλυριοί, κατά την δεύτερη και τις αρχές της πρώτης χιλιετίας, είχαν αναπτύξει σχέσεις με τους συγχρόνους της κατοίκους της Κεντρικής Ευρώπης, τους πρωτοιταλούς και τους Ετρούσκους...Ακόμη και με τους κατοίκους του προϊστορικού Αιγαίου(Μινωίτες, Μυκηναίους) θα πρέπει να είχαν σχέση οι Ιλλυριοί και αυτό κυρίως για τον λόγο ότι οι πεπειραμένοι ναυτικοί του Αιγαίου, είχαν τον έλεγχον των θαλασσίων δρόμων του Ιονίου και της Αδριατικής» (Εγκ. Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα,τ. 6ος, σ. 139).
(6) Σημαντικότερες αλβανικές φυλές είναι η των Γκέγκηδων και η των Τόσκηδων. Μερικοί θεωρούν τους Γκέγκηδες (Βορείως του π. Σκούμπι) σαν απογόνους των αρχαίων Ιλλυριών και τους Τόσκηδες (Νοτίως του ποτ. Σκούμπι) σαν απογόνους των Πελασγών. Όμως τα στοιχεία ότι οι Γκέκηδες και Τόσκηδες, ΔΕΝ αποτελούσαν συγκεκριμένη εθνότητα, ξεχωριστή από την Ελληνική / Ηπειρωτική, είναι συντριπτικά. Συγκεκριμένα:
(α) «Ιλλυριοί: Οπωσδήποτε δεκτόν είναι μόνον ότι πρόκειται περί λαού συγγενούς προς τας Ελληνολατινικάς φυλάς, όπως δεικνύει και ο μύθος περί του Ιλλυριού, ως προερχομένου εκ της Ελλάδος ...» (Εγκ. ΗΛΙΟΣ, τ.10ος, σ.590-591).
(β) «Ιλλυριοί: Εκείνο το οποίον είναι σχεδόν βέβαιον ότι πρόκειται περί λαού της Αρίας ομοφυλίας συγγενούς προς τας Ελληνολατινικάς φυλάς» (Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 13ος, σ .4).
(γ) Κατά τον ιστορικό Beloch, «οι κάτοικοι της Βορείου Ηπείρου, οι Χάονες, οι Αντιντάνες, οι Παραναίοι ήσαν πιθανότατα Έλληνες» (Μεγ. Ελλ. Εγκ., τ. 3ος, σ. 413). «Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν, ότι στους σημερινούς Αλβανούς υπάρχει άφθονον Ελληνικόν αίμα (νότια και παράλια), σερβικόν και Ιταλικόν, αλλ’ ότι τον κύριο πυρήνα αποτελεί το Ιλλυρικόν στοιχείον, το διασωθέν εις την ορεινήν Αλβανία και εκείθεν διαδοθέν  και εις τα παράλια» (όπως παραπάνω).
(δ) Οι Τόσκηδες είναι δολιχοκέφαλοι και έχουν ελληνικότερα χαρακτηριστικά από τους Γκέγκηδες (Ηπειρώτες και Αλβανοί, Έκδοση Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, Σπύρος Στούπης, Ιωάννινα, 1976, σ.91).
(ε) Ο Άγγλος γεωγράφος STANFORD μάλιστα αποφαίνεται ότι από την μελέτη της συγκριτικής φιλολογίας και γλωσσολογίας του χαρακτήρος και των εθίμων των Αλβανών προκύπτει ότι αυτοί είναι αυτόχθονες Έλληνες κατά την αρχική καταγωγή (An Ethnological map of European Turkey and Greece, London, 1877, σ.8 - "Πραγματεία Ιστορική, Εθνολογική κλπ Ηπείρου - Αλβανίας", Π. Κουγιτέας, Αθήναι, 1905 - Ηπειρωτικά, Αθ. Σταγειρίτου, Βιέννη, 1819).
(στ)  «Οι Αλβανοί είναι φύλο συγγενικό των Ελλήνων. Ευρύτερη φυλετική διάκριση πρέπει να γίνει με τους Βορείους Αλβανούς, οι οποίοι ίσως είναι λείψανα Βαλκανικών λαών που έφθασαν στην Αλβανία πιεζόμενα κατά τον Μεσαίωνα από διαφόρους εισβολείς ή είναι εντόπιοι που δεν ήλθαν σε καμμιά επαφή με τους Έλληνας» (Αλβανοί και Έλληνες, Ηπειρωτική Εστία 1974, σ. 290, Τ. Σιωμόπουλου). Η διαπίστωση αυτή είναι από τις σημαντικώτερες, καθ’ όσον:
-Επιβεβαιώνει την Ελληνικότητα των κατοίκων του Νότου (της Βορείου Ηπείρου) Αρβανίτες, Αλβανίτες ή «Αλβανούς» (Χριστιανούς ή εξισλαμισθέντες).
-Διαχωρίζει τους Έλληνες «Αλβανούς» του Νότου από τους Αλβανούς/ Σκιπετάρους του Βορρά, ουδεμίαν σχέση έχοντας με τους Έλληνες της λεγόμενης Νότιας Αλβανίας (Βορείου Ηπείρου).
(ζ) Κατά το συνέδριο του Βερολίνου (1878), Αλβανοί πρόκριτοι υπέβαλαν υπόμνημα με το οποίο ζητούσαν σύμπηξη Ελληνοαλβανικής Ομοσπονδίας (Ελληνοαλβανική συνεννόησις, Ν. Καζάζης, Αθήναι, 1907, σ. 51).
(η) Κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επαναστάσεως, οι Χριστιανοί της Αλβανίας (Αρβανίτες), εισήλθαν στην κυρίως Ελλάδα και πολεμούσαν υπέρ της Ελληνικής Ελευθερίας. Ελάχιστοι έμειναν σαν μισθοφόροι των Τούρκων, οι περισσότεροι των οποίων είχαν εξισλαμισθεί.
(θ) Για τις φιλικές διαθέσεις των Αλβανών και ιδιαίτερα των Τουρκαλβανών της Βορείου Ηπείρου (Ν. Αλβανίας) έναντι της Ελλάδος, που έφθαναν μέχρι εθνικού παροξυσμού και υπερέβαλαν τους Έλληνες στον αγώνα για Εθνική απελευθέρωση, παρέχονται λεπτομέρειες στην Ιστορία της Έλλην. Επαναστάσεως του Σπ. Τρικούπη (Β΄ Τόμος, Λονδίνο, 1854). Αξίζει απλώς να αναφέρουμε μία περικοπή:  «Θα απορήσουν ίσως οι μεταγενέστεροι πως εμωράνθησαν εις τοιούτον βαθμόν οι Αλβανοί εν ω εξεδίδοντο προκηρύξεις και ήσαν και τόσα άλλα φανερά δείγματα του Εθνικού αγώνος των Ελλήνων».
(ι) «Εις την σημερινήν Αλβανία προς Β. του Ωρικού κατώκουν Ιλλυριοί, πλην των Ελληνικών πόλεων Απολλωνίας, Επιδαύρου και των επινείων Λίσσου, Ακρολίσσου και Αυλώνος» (Μεγ. Ελλην. Εγκυκλ., τ. 3ος, σ. 413).
(7) Μέχρι και του τέλους του 19ου αιώνος οι μωαμεθανοί αλβανοί δεν είχαν εθνική συνείδηση. Όλοι τους δεν είχαν καμιά Εθνική φιλοδοξία και ταυτίζονταν με τους Τούρκους.
Οι κάτοικοι της σημερινής Αλβανίας, διεκρίνοντο με κριτήριο την θρησκεία τους. Οι Ορθόδοξοι ήσαν Ρωμιοί, εντεταγμένοι στο ίδιο Γένος με τους υπόλοιπους Έλληνες. Οι Μουσουλμάνοι Αλβανοί ένοιωθαν Τούρκοι, εξ ου και ο όρος  Τουρκαλβανοί. Η αλβανική συνείδηση είναι οπωσδήποτε ξενόφερτο κατασκεύασμα όπως αποδεικνύουν και μαρτυρίες των ιδίων των ενδιαφερομένων, τις οποίες κατέγραψε ο σύγχρονός μας διαπρεπής Βαλκανιολόγος Αχιλλεύς Λαζάρου.
Όταν η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία για δικούς τους λόγους προσπαθούσαν να κατασκευάσουν αλβανικό κράτος ώστε να ελέγχουν την είσοδο της Αδριατικής, οι Τουρκαλβανοί ύψωναν στο Δυρράχιο την οθωμανική σημαία ! Προτιμούσαν την τουρκική παρά την άγνωστη σ' αυτούς αλβανική εθνική συνείδηση. Άλλωστε και στους Βαλκανικούς πολέμους οι Μουσουλμάνοι της Αλβανίας πολέμησαν, και μάλιστα δυναμικά, στις τάξεις του Οθωμανικού στρατού. Μετά το 1908 πολλά από τα μέλη του Νεοτουρκικού κομιτάτου, το οποίο σχεδίασε και ξεκίνησε τον διωγμό των Ελλήνων ήταν Τουρκαλβανοί.
Αλβανία με την σημερινή έννοια, δεν υπήρχε ποτέ. Η λέξη Αλβανία, σημαίνει Λευκή Χώρα από το λατινικό ΑΛΜΠΑ: λευκή. Είναι όρος με γεωγραφική και όχι εθνολογική σημασία, όπως και η λέξη Ιλλυρία.
(8) Οι Παπικοί και προτεστάντες, για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, με την συμπαράσταση κυρίως της Ιταλίας και Αυστρίας επέτυχαν να  «κατασκευάσουν» την «Αλβανική εθνική συνείδηση», ανύπαρκτη τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνος. Τις επιχειρήσεις διεξήγαγε η κατευθυνόμενη από την Ρώμη παπική αποστολή των Λαζαριστών, μαζί με τους Ιησουΐτες (κέντρο τα Τίρανα στα μέσα του 19ου αιώνος) και την υπό Αγγλικήν προστασίαν, Προτεσταντοαλβανική αποστολή.
Με άλλα λόγια, η «αλβανική εθνική συνείδηση» εμφανίζεται μόλις το 1878 με την Λίγκα της Πριζρένης - Κοσσυφοπεδίου και μάλιστα ως τεχνητό κατασκεύασμα ξένων δυνάμεων και θρησκευτικών προπαγανδών. 
Η κατασκευή της «αλβανικής Εθνικής συνειδήσεως», βελτιώθηκε και ολοκληρώθηκε, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στα σκοτεινά «εργαστήρια των εθνοκατασκευαστών». Τα βελτιωμένα «εθνικιστικά εμφυτεύματα», ενεφυτεύθησαν υποχρεωτικώς σ’ όλους τους κατοίκους της Αλβανίας, πλην των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών, οι οποίοι τα απέρριψαν ως μη συμβατά με την υπάρχουσα ήδη από αιώνων, στο φυλετικό αίμα τους,  «Ελληνική Εθνική συνείδηση»!
3. Παιδεία και Πολιτισμός της Β. Ηπείρου.

α.   Παιδεία

(1) Πλούσια Εθνική ζωή και σπουδαία άνθηση και καλλιέργεια των Ελληνικών γραμμάτων είχαν αναδείξει την Β.Η σαν την πιο πολιτισμένη γωνιά από όλες τις περιφέρειες του Ελεύθερου και υπόδουλου Ελληνισμού. Πολλές φορές αποκλήθηκε από συγχρόνους, σαν «Ελλάς της Ελλάδος». Είχε ειπωθεί ότι από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, σχεδόν κάθε χωριό είχε το δικό του ελληνικό σχολείο. Βέβαια η εκπαίδευση στην περιοχή ως το 1914, ήταν σχεδόν αποκλειστικά Ελληνική. Τα πρώτα βήματα για την ίδρυση σχολείων και εκκλησιαστικών ιδρυμάτων πραγματοποιήθηκαν με πρωτοβουλία τοπικών επισκόπων (Δρυϊνουπόλεως Ματθαίου, Αργυροκάστρου Σοφιανού και του Νεκταρίου Τέρπου) κατά τον 17ο αιώνα. Τον 18ο αιώνα ο Κοσμάς ο Αιτωλός πραγματοποιεί εκτεταμένες περιοδείες στην περιοχή και ιδρύει μεγάλο αριθμό σχολείων σχεδόν σε κάθε χωρίο που επισκέπτεται μέχρι τον βίαιο θάνατο του στο Κολικόντασι από Μουσουλμάνους.
Στην Μοσχόπολη λειτουργούσε από τον 18ο αιώνα σημαντική σχολή, η Νέα Ακαδημία που επί πολλές δεκαετίες λειτούργησε ως αλληλοδιδακτικό σχολείο, κυρίως χάρη στις δωρεές του Μοσχοπολίτη βαρώνου Σίμωνας Σίνα. Εκεί λειτούργησε το μοναδικό τυπογραφείο στην Βαλκανική χερσόνησο (με εξαίρεση την Κωνσταντινούπολη) και εκδόθηκε μεγάλος αριθμός βιβλίων. Όμως η Μοσχόπολη καταστράφηκε διαδοχικά από τον φανατισμό των Μουσουλμάνων του Αλή Πασά.
Στο Αργυρόκαστρο λειτουργούσε σχολείο από το 1663, που το 1821 λόγω της Επανάστασης έκλεισε, όμως επαναλειτούργησε το 1830. Άλλη αξιόλογη σχολή ήταν του Δέλβινου που είχε ιδρυθεί το 1537 επί Ενετοκρατίας. Συντηρούνταν από τα κληροδοτήματα εύπορων Δελβινιωτών και αναδείχτηκε σε φυτώριο μάθησης υψηλής στάθμης για την εποχή. Σημαντικές ήταν και η σχολή της Άνω και Κάτω Δρόβιανης που ιδρύθηκε του 1773 από τον Κοσμά τον Αιτωλό.

Τα «Ζωγράφεια Διδασκαλεία» Κεστορατίου Αργυροκάστρου (1881)

Στην περιοχή Δρυϊνουπόλεως το 1874, σύμφωνα με έκθεση του «Ηπειρωτικού Εκπαιδευτικού Συλλόγου» λειτουργούσαν σε σύνολο 157 χωριών, 78 σχολεία. Το 1874 ιδρύθηκαν στο Κεστοράτι (χωριό βόρεια του Αργυροκάστρου) τα «Ζωγράφεια Διδασκαλεία» από τον Χρηστάκη Ζωγράφο, τα διδασκαλεία αυτά είχαν σκοπό την μόρφωση των δασκάλων (αρρένων και θηλέων) για την δημοτική εκπαίδευση. Τα διδασκαλεία αυτά στα 18 χρόνια λειτουργίας τους εκπαίδευσαν πάνω από 400 δασκάλους. Με την επιχορήγηση του Ζωγράφου ανεγέρθηκαν μεγαλοπρεπή διδακτήρια, που εγκαταστάθηκαν εκτός από τα διδασκαλεία, και τα προϋπάρχοντα σχολεία το παρθεναγωγείο και το νηπιαγωγείο. Ο Ζωγράφος ανέλαβε τα έξοδα για την λειτουργία τους, καθώς και τα έξοδα διατροφής και ενδυμασίας 60 υπότροφων σπουδαστών.
Δυστυχώς, παρόλη την ανοδική πορεία που σημείωνε η λειτουργία τους, διαλύθηκαν το 1891, λόγω έντονων αντιπαραθέσεων παραγόντων της περιοχής. Ουσιαστική ήταν και η συμβολή των «Ζάππειων Σχολείων» στο Λάμποβο. Στο ίδιο χωριό λειτουργούσαν παρθεναγωγείο και υφαντήριο, ενώ είχε συγκροτηθεί και βιβλιοθήκη με 400 τόμους Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων.
Στην περιοχή Κορυτσάς σε σύνολο 26.213 κατοίκων (1870) λειτουργούσαν 92 σχολεία με περισσότερους από 3.000 μαθητές. Το πρώτο ελληνικό σχολείο στην Κορυτσά λειτούργησε τον 18ο αιώνα, όμως το 1821 καταστράφηκε λόγω της Επανάστασης, αλλά ξαναλειτούργησε το 1830. Το 1856 ανεγέρθηκαν από το εκκλησιαστικό ταμείο της πόλης και με χορηγία του ευεργέτη Γεωργίου Μπάγκα τα διδακτήρια της σχολής. Από το 1887-88 άρχισε να λειτουργεί στην Κορυτσά πλήρες γυμνάσιο με χορηγία του Ιωάννη Μπάγκα.
(2) Στην περιοχή της Β.Η. το 1909 λειτουργούσαν 332 Ελληνικά σχολειά με 408 δασκάλους και 15.285 μαθητές, ενώ την ίδια περίοδο λειτουργούσαν στην περιοχή 7 Τουρκικά σχολεία και ένα αλβανικό στην Κορυτσά με 442 μαθητές (Συντηρούμενο από την Αμερικανική Προτεσταντική αποστολή).
(3) Στην Κορυτσά που εθεωρείτο, δήθεν, σαν Κέντρο του Αλβανισμού, λειτουργούσαν:
(α) Ελληνικό γυμνάσιο από το 1843 (Κληροδότημα του Κορυτσαίου Ιωάννου Πάγκα εκ του οποίου και εκαλείτο Πάγκειον Γυμνάσιο).
(β) Δύο σχολαρχεία (κληροδοτήματα του ευεργέτου Αναστασίου Αβραμίδη).
(γ) Ένα Παρθεναγωγείο και τρία νηπιαγωγεία. Σ΄ αυτά εδίδασκαν  πενήντα (50) καθηγητές και δάσκαλοι και φοιτούσαν πάνω από 2.500 μαθητές και μαθήτριες. Επίσης στην Κορυτσά εκδιδόταν από το 1908 Ελληνική εφημερίδα «Ο Πελασγός» και δρούσαν τουλάχιστον 3 μορφωτικοί και φιλανθρωπικοί σύλλογοι (Τα Πάτρια, Η Αναγέννηση, κλπ.).
(4) Δυτικά της Κορυτσάς ευρίσκετο η άλλοτε ακμαιότατη (13ος αιών) Μοσχόπολις με πληθυσμό 60 χιλ. κατοίκων (23 βυζαντινές εκκλησίες και 75 ιερείς). Η Μοσχόπολις αποκλήθηκε «Αι Αθήναι» των τουρκοκρατούμενων περιοχών. Εκεί λειτουργούσε από το 1730 σπουδαία ανωτέρα σχολή «Η νέα Ακαδημία», μεγάλη βιβλιοθήκη και ένα ορφανοτροφείο. Η πόλη λεηλατήθηκε από τους Τουρκαλβανούς το 1769 και αποτεφρώθηκε το 1916 ότι είχε απομείνει από αυτήν.
(5) Συνοπτικός Πίνακας Ελληνικών Σχολείων /Διδασκάλων/μαθητών στην Β.Η. (τέλη 18ουαι.-αρχές του 19ουαιώνας)

α/α
Περιφέρεια
Σχολεία
Δάσκαλοι
Μαθητές
1
Κολωνίας
23
33
2.050
2
Λεσκοβικίου
22
23
640
3
Πρεμετής
37
41
1.200
4
Τεπελενίου
26
33
1.210
5
Αργυροκάστρου
87
101
4.365
6
Δελβίνου
70
82
3.020
7
Χιμάρας
13
21
965
8
Βερατίου
44
58
1.400
9
Αυλώνος
10
16
435

β. Η παρουσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ενιαία Ήπειρο
Παράλληλα προς τα ανωτέρω, ιδιαιτέρως θα πρέπει να υπογραμμισθεί ή παρουσία στην ενιαίαν Ήπειρον, της Ελληνικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και τού Ελληνικού Κλήρου, δεδομένου ότι ούτε βλαχική, ούτε αλβανική Εκκλησία υπήρχε.
Από παλίμψηστα τού Αγ. Όρους προκύπτει, ότι κατά τον 10ον αιώνα υπήρχαν επίσκοποι: «Δυρραχίου, Κορυτσάς, Μπιτωλίων, Βελεγράδων (Μπεράτι), Αυλώνος, και Κάνικεγκ το παλαιόν ελέγετο ηλυρικός και ο καραμόκρας».  Ειδικώτερα, κατά τούς τραγικούς χρόνους τής πτώσεως τού Βυζαντίου, κατά τον Αλ. Διομήδην, ή εκκλησία έχει να επιδείξη παλλάς πράξεις αι οποίοι θα μείνουν πάντοτε εις το ενεργητικό της. «Κυριώτατα, εν μέσω του καταρρέοντος εκείνου κόσμου, υπήρξεν η μόνη εξουσία, ήτις παρίστα κάτι το σταθερόν και η μόνη παρήγορος δύναμις εις ήν κατέφευγον οι εγκαταλελειμμένοι εις την κακήν των μοίραν πληθυσμοί. Κοινωνικώς δε και εθνικώς, τούτο δεν υπήρξε μικρά υπηρεσία θεωρώ επίσης σπουδαιοτάτην υπηρεσίαν της εκκλησίας, ότι κατώρθωσεν, όταν πλέον το Βυζάντιον έβαινεν οριστικώς προς το τέλος, να υποκατασταθή εις πολλάς λειτουργίας του κράτους, ιδία δικαστικάς και προσωπικής καταστάσεως. Ηδυνήθη ούτως η Εκκλησία, οπωσδήποτε διοικητικώς οργανωμένη, να αναπληρώση το εξαφανισθέν Βυζάντιον και επί δουλείας να ασκήση το πολιτικόν της έργον υπέρ των άνευ δικαιωμάτων υποδούλων... Παράλληλα προς την δύναμιν της Εκκλησίας, πιστεύω, ότι γλώσσα, παράδοσις, ιστορία, υποσυνείδητος εθνισμός υπήρξαν συγκρατιμικοί τού Ελληνισμού παράγοντες....
«Η Ορθοδοξία επί μακρούς αιώνας υπήρξε συνυφασμένη με τον εθνισμόν, όστις εγκλείει εν εαυτή αυτοτελή και ίδια ηθικά και πνευματικά στοιχεία, μεταβιβαζόμενα ασυναισθήτως από γενεάς εις γενεάν επί ατελεύτητον σειράν αιώνων, τα οποία έτρεφαν και διετήρησαν τα ζώπηρα τού γένους».
Κατά τους τελευταίους αιώνας της τουρκοκρατίας, είναι γνωσταί αρχιεπισκοπαί: Πουλχεριουπόλεως ή Βελεγράδων (Μπεράτι), Δυρραχίου, Δρυϊνουπόλεως, Δελβίνου Χειμάρρας, Πωγωνιανής, Σελεσφόρου (Κορυτσάς) κ. ό. Βορειότερα δε της Αλβανίας η επισκοπή Αντιβάρεως και επί Σκεντέρμπεη η επισκοπή Ελβασάν και Κρόϊας. Επιγραφή τέλος αποκείμενη στο Μουσείο Ιωαννίνων έχει τη φράση αναφορικώς με την προμνησθείσα επισκοπήν: «Επίσκοπος Αλβανιτίας (ΣΣ: Αρβανιτίας)»6    

γ. Ευεργεσίες-Αγαθοεργίες

Με την δημιουργία του Ελληνικού κράτους (1830) αριθμός εύπορων Βορειοηπερωτών συνέδραμε στην ανοικοδόμησή του. Οικοδομήματα και ιδρύματα όπως το Αστεροσκοπείο Αθηνών, τα Αρσάκεια εκπαιδευτήρια, η Ακαδημία Αθηνών, το Ζάππειο Μέγαρο υπήρξαν ορισμένες από τις δωρεές που οφείλονται σε σημαντικές προσωπικότητες της περιοχής. Ιδιαίτερα η ιδέα της αναβιώσεως των Ολυμπιακών Αγώνων ξεκίνησε με ενέργειες του Ευάγγελου Ζάππα, από τα μέσα του 19ου αιώνα. Πολλοί Βορειοηπειρώτες συμμετέχουν και στην πολιτική και οικονομική ζωή του ελληνικού κράτους, αλλά και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας της εποχής εκείνης, υποστηρίζοντας δυναμικώς και ανιδιοτελώς, τα συμφέροντα του Ελληνισμού.
Στα χρόνια που προηγήθηκαν και που ακολούθησαν τον μεγάλο αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας, η γη της Ηπείρου υπήρξε μια μεγάλη μάνα του ελληνισμού. Απ’ αυτήν αναδείχτηκαν οι σπουδαιότεροι αγωνιστές κι εθνικοί ευεργέτες – αυτοί που προίκισαν την ελεύθερη πατρίδα με τα μνημειακά, μορφωτικά και κοινωνικά της ιδρύματα. Ηπειρώτες ο Σκουφάς, ο Τσακάλωφ, ο Σίνας, ο Αβέρωφ, ο Στουρνάρης, ο Τοσίτσας, ο Ριζάρης, ο Χατζηκώνστας. Αργυροκαστρίτης ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας Καποδίστριας. Ηπειρώτες κι ένα πλήθος ακόμη πνευματικές μορφές, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Σπυρίδων Λάμπρος (γεννήθηκε στην Κέρκυρα, αλλά καταγόταν από την Ήπειρο), ο Γεώργιος Γεννάδιος, ο Δημήτριος Σεμιτέλος... Δεν είχε άδικο ο λόγιος του 19ου αιώνα Φιλήμων, που έλεγε πως η Ήπειρος στάθηκε «εύφορος, τόσον εις πατριώτας, όσον και εις εθνικούς διδασκάλους».
Όλα ουσιαστικά τα ανώτερα ελληνικά εκπαιδευτικά κέντρα —γράφει ένας Αμερικανός ιστορικός— όπως το Πανεπιστήμιο των Αθηνών, το Μουσείο Καλών Τεχνών (εννοεί το Ζάππειο Μέγαρο), το μαρμάρινο αθηναϊκό στάδιο και τα περισσότερα κολλέγια, οφείλονται στον ασίγαστο πατριωτισμό των Ηπειρωτών. Μερικά ονόματα είναι αρκετά: ο Αρσάκης, που έχτισε τέσσερα μεγάλα γυναικεία κολέγια στις Αθήνες, στην Κωνσταντινούπολη, στην Λάρισα και στα Γιάννενα, ήταν Βορειοηπειρώτης από τη Χοτάχοβα, κοντά στο Αργυρόκαστρο. Ο Ζάππας, ιδρυτής του Μουσείου Καλών Τεχνών στην Αθήνα και πολλών σχολείων, καταγόταν από το Λάμποβο, κοντά στο Αργυρόκαστρο. Ο Ζωγράφος, που ίδρυσε το Ζωγράφειο Κολέγιο και το Ζωγράφειο Νοσοκομείο στην Κωνσταντινούπολη, γεννήθηκε στο Κεστοράτι, κοντά στο Τεπελένι. Ο γιος του Γεώργιος Ζωγράφος, έγινε ένας από τους εξέχοντες πολιτικούς της Ελλάδας, υπουργός εξωτερικών το 1913 και πρόεδρος του Αυτόνομου Κράτους της Βόρειας Ηπείρου.(EDWARD CAPPS: Greece, Albania and Northern Epirus)

 δ.  Αξιομνημόνευτοι Βορειοηπειρώτες

(1)  Έμποροι και εθνικοί ευεργέτες

·  Απόστολος Αρσάκης (1792-1874)
·  Ευάγγελος Ζάππας (1800–1865)
·  Κωνσταντίνος Ζάππας (1814-1892)
·  Γεώργιος Σίνας (1783-1856)
·  Σίμων Σίνας (1810-1876)
·  Χρηστάκης Ζωγράφος (1820-1896)
·  Ιωάννης Πάγκας (Μπάγκα) (1814-1895)
·  Αναστάσιος Αβραμίδης
·  Γεώργιος Αδάμ
·  Μιχαήλ Βασιλείου

(2)      Θρησκευτικοί ηγέτες/Ιερείς/Μοναχοί

·  Νεκτάριος Τέρπος (17ος-18ος αιώνας)
·  Σοφιανός (-1711)
·  Βασίλειος Δρυϊνουπόλεως (1858-1936)
·  Παντελεήμων Αργυροκάστρου (1890-1969)
·  Γαβριήλ Κωνσταντινίδης
·  Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης (Αναστάσιος Γραίκας) [1905-1991]

(3) Λόγιοι/Λογοτέχνες

·  Σταυριανός Βηστιάρης (16ος αιώνας)
·  Θεόδωρος Καβαλιώτης (1718-1789)
·  Αλέξανδρος Βασιλείου (1760-1818)
·  Κατίνα Παπά (1903-1959)
·  Δανιήλ Μοσχοπολίτης (1754-1825)

(4) Επιστήμονες/Ακαδημαϊκοί

·  Νικόλαος Σταύρου (1935-2011)
·  Δημήτριος Νανόπουλος (1948- )

(5) Πολιτικοί

·  Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος (1863-1920)
·  Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος (1926- )
·  Ερμιόνη Αντρέα
·  Τζωρτζ Τένετ
·  Βασίλειος Μπολάνος

(6)      Στρατιωτικοί/Επαναστάτες/Αντιστασιακοί

·  Μιλτιάδης Γκιόκας (; - 1992)
·  Κωνσταντίνος Λαγουμιτζής (1781-1827)
·  Κυριακούλης Αργυροκαστρίτης (;-1828)
·  Σπυρίδων Σπυρομήλιος (1800-1880)
·  Ζάχος Μήλιος (1805-1860)
·  Σπύρος Σπυρομήλιος (1864-1930)
·  Δημήτριος Δούλης (1865-1928)
·  Βασίλειος Σαχίνης (1897-1943)
·  Κλέαρχος Σπυρομήλιος (1917-1943)
·  Λάκης Νταηλάκης (1883 - 1941)
·  Γιάννης Πουτέτσης (;-1912)
·  Θύμιος Λιώλης ( 1880 - 1961 )
·  Λευτέρης Τάλλιος
4. Αλβανική Παιδεία και Πολιτισμός στην Β. Ήπειρο
(1) Είναι γνωστό σε όλους ότι οι αλβανόφωνοι γενικά δεν διέθεταν αλβανικό αλφάβητο μέχρι το τέλος σχεδόν του περασμένου αιώνα. Όσοι απ’ αυτούς έγραφαν, λίγο ή πολύ χρησιμοποιούσαν, κατά κανόνα, τα Ελληνικά γράμματα, το Ελληνικό αλφάβητο. Και τούτο διότι εκτός του ότι δεν είχε εφευρεθεί ακόμα η αλβανική γραφή, δεν λειτουργούσαν άλλα αξιόλογα σχολεία εκτός από τα Ελληνικά.
(2) Ο Ελληνισμός κυριαρχούσε παντού στα γράμματα, στις τέχνες, στο εμπόριο μέχρι και των Τιράνων αν όχι και βορειότερα. Στα Τίρανα μέχρι και το 1895 ακόμα, υπήρχε ένα μόνο σχολείο και αυτό Ελληνικό και κανένα αλβανικό!
(3) Οι Αλβανοί δεν διέθεταν δική τους γραπτή γλώσσα. Εάν διέθεταν δεν θα εξισλαμίζοντο σε τέτοια έκταση και τόσο εύκολα κατ’ εξαίρεση από τους άλλους Βαλκανικούς λαούς. Θα είχαν Αλβανό μητροπολίτη, παπά, δάσκαλο, εκκλησία, σχολείο κλπ. Θα αποτελούσαν ξεχωριστή εθνότητα, όπως οι Έλληνες και Σέρβοι και θα αγωνίζονταν για μια αλβανική εθνική αποκατάσταση.
«Η διάγνωση της γλώσσας παρουσιάζει μεγάλες δυσχέρειες λόγω ελλείψεων λογοτεχνικών μνημείων» (Λεξ. Ελευθερουδάκη, λ. Αλβανία, σ. 706).
(4)   Επίσημη αλβανική γραφή εμφανίζεται μόλις το 1909 (Αλβανοί και Έλληνες, Τ. Σιωμόπουλος, Ηπ. Εστία, 1974). Δεν εμφανίζεται αλβανική φιλολογία μέχρι το τέλος του περασμένου αιώνος. Εάν υπάρχει θα πρέπει να αναζητηθεί σε Ελληνικά γραπτά. Στην αφύπνιση του αλβανικού εθνικισμού καταλυτικό ρόλο έπαιξε η Ιταλική και η παπική προπαγάνδα.
«Η επίσημη γλώσσα (η γραφή της έχει ως βάση το καθιερωμένο λατινικό αλφάβητο που υιοθετήθηκε το 1909) βασισμένη πάνω στο  πρότυπο της νότιας Γκεκικής διαλέκτου του Ελβασάν, χρονολογείται από την ίδρυση του Αλβανικού κράτους έως τον 2ον Π.Π. ενώ στο μετέπειτα χρονικό διάστημα τροποποιήθηκε έχοντας ως πρότυπο την Τοσκική διάλεκτο»(Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, τ.6ος , σ.143).
(6) «Γεγονός χαρακτηριστικόν, καταδεικνύον την επιρροήν ην εξήσκει και επί του Αλβανικού λαού η Ελλάς, αποτελεί το υποβληθέν εν έτει 1847 υπόμνημα Αλβανών μεγιστάνων 55 καζάδων (Καζάς: Υποδιαίρεση του Σαντζάκ - Νομού που αντιστοιχεί με την επαρχία) συμπεριλαμβανομένου του Βερατίου και του Αυλώνος, οίτινες εζήτουν παρά του βασιλέως Όθωνος την ένωσιν της Αλβανίας μετά της Ελλάδος» (Ο Ελληνισμός και οι Βαλκανικοί γείτονές του, Αντγος Σέργιος Γυαλίστρας, Αθήναι, 1945).
(7) Την έλλειψη των αλβανικών γραμμάτων επεχείρησε να θεραπεύσει (1845) για πρώτη φορά ένας Μπουλούκμπασης από το Βυθοτούκι της Κορυτσάς με δικής του επινοήσεως αλφάβητο, με το οποίο εξέδωκε το πρώτο Αλβανικό αναγνωστικό, χωρίς να κατορθώσει να το επιβάλλει. Την γραμματικήν της τοσκικής διαλέκτου έγραψε ο Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης από το Ελβασάν, ο οποίος «μετέφρασε» και το Ευαγγέλιον. Άφησε ανέκδοτο λεξικό το οποίο εκδόθηκε το 1904 στις Αθήναις από τον Διογένη Χαρίτωνα.
 Ήδη ο Μάρκος Μπότσαρης από το 1809 είχε προβεί σε συγγραφή λεξικού Ρωμαίϊκης και Αρβανίτικης απλής.7 Τα Αρβανίτικα είναι μία από τις πολλές Ελληνικές διαλέκτους και είναι διαφορετικά από τα Αλβανικά τα οποία στηρίχτηκαν στην Ελληνική γλώσσα αλλά με την πάροδο του χρόνου μετασχηματίστηκαν με ιταλικές και σλαβικές παρεμβάσεις.



Το δε Λεξικό που έγραψε ήταν της αρβανίτικης  - όχι αλβανικής - και ρωμαίικης απλής  (νεοελληνικής). Άλλωστε δεν θα μπορούσε να έχει αλβανική εθνική συνείδηση, διότι κάτι τέτοιο εμφανίζεται μόλις το 1878 με την Λίγκα της Πριζρένης - Κοσσυφοπεδίου και μάλιστα ως τεχνητό κατασκεύασμα ξένων δυνάμεων και θρησκευτικών προπαγανδών. Προ αυτών ο Ιερεύς Δανιήλ, συνέγραψε Ελληνο-«Αλβανο»-Βουλγαρο-Βλάχικο λεξικό, το οποίο εκδόθηκε το 1802 στην Βιέννη. Επίσης το 1716 εκδόθηκε στην Ρώμη, υπό την «εποπτείαν» του Βατικανού,  συλλογή γραμματικών παρατηρήσεων επί της Αλβανικής διαλέκτου από τον Λέτσιε.
(8) Μεταξύ 1869-1870 μία ομάδα Αλβανών ή αλβανιζόντων (Βάσσα, Αβδούλ βέη, Χριστοφορίδης, Ε. Μήτκας, Κ. Βρεττός και βέηδων Σαήμ και Ναήμ (ονόματα ξεκάθαρης Ιουδαϊκής προελεύσεως) - οι 4 τελευταίοι από την Κορυτσά) με δαπάνες της Φιλοαλβανικής Εταιρείας του Λονδίνου, εξέδωσε στην Κωνσταντινούπολη (τύποις Ζελτς) το πρώτο αλβανικό διδακτικό βιβλίο. Μέχρις ότου επιβληθεί η γραπτή αλβανική (1909) οι Αλβανοί μάθαιναν γράμματα σε Ελληνικά σχολεία και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
(9) Το έργο της διαδόσεως και επιβολής της νεοσχηματισθείσης αλβανικής γραπτής γλώσσας ανέλαβε (1878) ο Αλβανικός Σύλλογος Πρισρένης (Ιταλο-Αυστριακό Παράρτημα) με τη συμπαράσταση της Τουρκίας. Μία από τις επιδιώξεις της οργανώσεως ήταν και η εισαγωγή της αλβανικής αυτής γραπτής σε όλα τα σχολεία της Ηπείρου.
(10) Το 1920 ένας αποτυχημένος «Έλληνας» ηθοποιός (Θεοφάνης Μαυρομμάτης) γνωστός αργότερα σαν Φαν Νόλι, χειροτονήθηκε παράνομα σε αλβανορθόδοξο επίσκοπο και μετέφρασε στην Αλβανική τα ιερά βιβλία και πρώτα τα Ευαγγέλια.
(11) Έτσι, ενώ η Ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα της Διοικήσεως, η γλώσσα όλων των κατοικούντων στην Ενιαία Ήπειρο (Τούρκων, τουρκαλβανών) και οι γυναίκες των αλλοθρήσκων νανούριζαν τα μωρά τους με Ελληνικά τραγούδια, φθάσαμε στα μισά περίπου του 20ου αιώνος, οπότε και ανασύρθηκαν από τα καταγώγια του Συστήματος θεωρίες-μνημεία θρασύτητος και απάτης. Αποκορύφωμα όλων αυτών οι παρανοϊκοί ισχυρισμοί μερικών Αλβανών (και όχι μόνο) ότι:
(α) Οι Βορειοηπειρώτες είναι εξελληνισμένοι Αλβανοί.
(β) Η Ελληνική γλώσσα μετασχηματίσθηκε και αναπτύχθηκε με βάση το αρχαίο Αλβανικό αλφάβητο (!!!).



                                                                                                                                                                                               Συνεχίζεται









Πηγές: - B. Kondis The Malissori Uprising and Greek-Albanian Negotiations in the United States for a Secred Understanding. Institute of Balkan Studies. Θεσαλλονίκη 1977 (Αγγλικά)
-Β. Κόντης. «Η Βαλκανική Συμμαχία του 1912 και η ανεξαρτησία της Αλβανίας», Βαλκανική Βιβλιογραφία, Θεσσαλονίκη, 1976.  
ADRESS DELIVERED: TOTRE ANGLO-ELLENIQUE LEAQUE ON NORTNERI EPIRUS IN 1913, LONDON 1916-Σερ Γιαλίστρα, Αντγου ε.α.. ΄΄Ο Ελληνισμός και οι Βαλκανικοί Γείτονές του κατά τους τελευταίους χρόνους΄΄ (1945, Αθήνα).
Λεπτομέρειες για την φυλετική ταυτοτητα και την αρχική προέλευση των Σκιπετάρων, στο υπό την προσεχή ανάλυση θέμα: «Έλληνες Αρβανίτες και Αλβανοί Σκιπετάροι».
4 Ιστορία της Ελλάδος, Αθήνα 1925, υποσ. σελ. 71.
5 P.Badoglio: L’ITALIA NELLA SECONDA GUERRA MONDIALE, VERONA, 1946, σ.313).
Πηγή: Το βιβλίο του Σπύρου Στούπη, Ηπειρώτες και Αλβανοί –η προσφορά της Ηπείρου προς το έθνος, εκδόσεις Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Ερευνών, Ιωάννινα 1976.
Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα ο Μάρκος Μπότσαρης,ήρωας της ελληνικής επανάστασης και αρχηγός των καπεταναίων του Σουλίου,σε ηλικία 19 χρονών συνέγραψε ένα ελληνοαρβανίτικο λεξικό στην αρβανίτικη διάλεκτο του Σουλίου κατά παραγγελία του Γάλλου Πουκεβίλ.Το λεξικό το ονόμασε "Λεξικόν της Ρωμαϊκοις και Αρβανητηκής Απλής", το οποίο σήμερα βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισίου, αντί να αποτελεί σπάνιο χειρόγραφο της Ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς!!!! Το λεξικό ήταν χειρόγραφο, γραμμένο με το ελληνικό αλφάβητο, στο οποίο ο Μπότσαρης έκανε χρήση πνευμάτων. Για την απόδοση των λέξεων συνδύαζε μια φωνητική και ελληνική ιστορική ορθογράφια,πολλές φορές τυχαία, χωρίς κάποιους συγκεκριμένους κανόνες.