Η ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ/ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΓΑΠΗ
«Ἀγάπη πού
δέν ἔχει στοιχεῖα σωτηρίας
εἶναι πλάνη
τοῦ διαβόλου»
Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ
ΜΕΡΟΣ 6ο
Ε.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΑΝΘΙΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ (Συνέχεια 5ου μέρους)
3. Λόγοι περί Αγάπης
του Θεού [οσίου Αββά Ισαάκ του Σύρου (Απάνθισμα)]1
Ο Λόγος του Κυρίου ο
αληθινός και αψευδής μας λέει ότι δεν μπορεί ένας άνθρωπος να έχει μέσα του τον
πόθο των κοσμικών πραγμάτων και μαζί, την αγάπη τον Θεού (ΜΑΤΘ:6/24). Ο
άνθρωπος λογίζεσαι ότι είναι του Θεού, όταν από την πολλή του ευσπλαχνία,
νεκρώθηκε ως προς τις υλικές του ανάγκες. Διότι ο ελεών τον φτωχό έχει τον Θεό
να φροντίζει για τις δικές του ανάγκες. Και αυτός που στερείται για τον Θεό,
βρήκε θησαυρούς ακένωτους.
Ο Θεός δεν χρειάζεται τίποτε.
Ευφραίνεται όμως όταν δει κάποιον να αναπαύει την εικόνα του και να την τιμά
για την αγάπη του.
Όταν έλθει κάποιος και
σου ζητήσει αυτό που έχεις, μην πεις μέσα στην καρδιά σου ότι θα το κρατήσω
αυτό για μένα, για να με αναπαύει και ότι ο Θεός θα ικανοποιήσει την ανάγκη του
αδελφού με άλλο τρόπο. Γιατί αυτά τα λόγια τα λένε οι άδικοι, που δεν γνωρίζουν
τον Θεό. Ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος την τιμή που του έκανε ο ενδεής
αδελφός του δεν την μεταβιβάζει σε άλλον, ούτε την ευκαιρία της ελεημοσύνης θα
επιτρέψει στον εαυτό του να την χάσει. Ο φτωχός και ενδεής άνθρωπος λαμβάνει
τα αναγκαία από τον Θεό, διότι κανέναν δεν εγκαταλείπει ο Κύριος. Συ όμως,
που θέλησες να αναπαύσεις τον εαυτό σου μάλλον παρά τον φτωχό αδελφό σου,
αποποιήθηκες την τιμή που σου έκανε ο Θεός και απομάκρυνες την χάρη Του από
σένα.
Όταν δώσεις ελεημοσύνη,
να ευφραίνεσαι και να πεις: Δόξα σοι ο Θεός, που με αξίωσες να βρω κάποιον να
αναπαύσω.
Όταν όμως δεν έχεις τι
να δώσεις, μάλλον να χαρείς και να πεις ευχαριστώντας το Θεό: Σε ευχαριστώ, Θεέ
μου, πού μου 'δωσες αυτή την χάρη και την τιμή να γίνω φτωχός για το όνομα Σου
και πού με αξίωσες να γευθώ την θλίψη της σωματικής αδυναμίας και της φτώχειας,
πού όρισες στον στενό δρόμο των εντολών Σου, όπως την γεύθηκαν οι άγιοί Σου,
πού περπάτησαν αυτόν τον δρόμο.
Η αγάπη είναι καρπός
προσευχής
Η αγάπη αρχίζει από την
θέα της (κατά την προσευχή) και οδηγεί τον νου αχόρταγα στον πόθο της, όταν ό
άνθρωπος κάνει υπομονή στην προσευχή χωρίς αμέλεια, «ακηδία», οπότε μόνο
προσεύχεται μέσα σε σιωπηλά ενθυμήματα της διάνοιας, με θεϊκή πύρωση και θέρμη.
Η αγάπη του Θεού έρχεται μέσα μας από την
συνομιλία μαζί Του.
Η αγάπη του Θεού είναι
παράδεισος
Παράδεισος είναι ή
αγάπη του Θεού. Μέσα σ' αυτήν υπάρχει ή τρυφή όλων των μακαρισμών. Σ' αυτόν τον
παράδεισο ό μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί
το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά πού μάτι δεν τα είδε, ούτε
αυτί τα άκουσε, κι ούτε πού τα 'βαλε ό λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ό
Θεός για κείνους πού τον αγαπούν» (Α΄ ΚΟΡ:2/9). Από αυτό το ξύλο της
ζωής εμποδίστηκε ό Αδάμ με την συμβουλή του διαβόλου.
Το ξύλο της ζωής είναι
ή αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ό Αδάμ και δεν μπόρεσε πια να χαρεί,
παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στην γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την
αγάπη του Θεού, δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στ'
αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών.
Είναι το ψωμί πού επέτρεψε ό Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωση
του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, ή εργασία μας είναι στην γη των αγκαθιών
και μέσα σ' αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ό σπόρος μας σπόρος
δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν, μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να
δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σ' αυτά με τον ίδρωτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον
δίκαιο και πλήρη θλίψεων και πόνων αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού,
τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και
χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι.
Ό ουράνιος άρτος είναι ό Χριστός, πού ήρθε
κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αύτη ή ζωή
είναι ή τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε την αγάπη,
κάθε μέρα και ώρα «τρώγει» τον Χριστό κι’ από αυτό γίνεται αθάνατος
(ΊΩΑΝ:6/58). Διότι «ό τρώγων -λέει- από τον άρτο πού εγώ θα του δώσω, ποτέ
("εις τον αιώνα") δεν θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος πού τρώγει
από τον άρτο της αγάπης, πού είναι ό Ιησούς. Το γεγονός ότι αυτός
πού τρώγει από την αγάπη, τρώγει τον Χριστό, τον Θεό-Δημιουργό των πάντων, το
μαρτυρεί ό απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «…ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός
αγάπη εστίν…» (Α΄ΙΩΑΝ:4/8).
Η αγάπη είναι το δείπνο
της βασιλείας τον Θεού
Η αγάπη είναι η
βασιλεία, όπου μυστικά υποσχέθηκε ο Κύριος στους Αποστόλους ότι θα φάνε. Διότι
το «να τρώτε και να πίνετε στο δικό μου τραπέζι στην βασιλεία μου…»
(ΛΟΥΚ:22/30) τι άλλο είναι παρά η αγάπη; Γιατί η αγάπη του Θεού μπορεί να
θρέψει τον άνθρωπο, χωρίς αυτός να τρώγει και να πίνει.
Η πρακτική αγάπη
1. Όπως το λάδι συντηρεί
το φως του λυχναριού, έτσι και η ελεημοσύνη τρέφει στην ψυχή την αληθινή γνώση
του Θεού. Το κλειδί της καρδιάς για την απόκτηση των θείων χαρισμάτων, δίνεται
μέσω της αγάπης προς τον πλησίον.
2. Ένας άνθρωπος πού
ασχολείται με τα βιοτικά και ασκεί χειρωνακτική εργασία και λαμβάνει από άλλους
βοήθεια, αυτός έχει χρέος να δώσει ελεημοσύνη. Αν αμελήσει γι’ αυτήν, η
ασπλαχνία του είναι ενάντια στην εντολή του Κυρίου.
3. Ένας μοναχός έχει, ας
πούμε, κανόνα να ησυχάζει στο κελί του επτά εβδομάδες ή μία εβδομάδα και, αφού
εκπληρώσει τον κανόνα του, συναντιέται και συναναστρέφεται με τους ανθρώπους
και παρηγορείται μαζί τους. Αυτός λοιπόν, αν αδιαφορεί για τους πονεμένους
αδελφούς του, στοχαζόμενος ότι αρκεί ό εβδομαδιαίος κανόνας του, είναι
ανελεήμων και σκληρός γιατί με το να μην έχει ελεημοσύνη στην καρδιά του και με
το να υψηλοφρονεί, δεν συγκαταβαίνει να συμμετάσχει στον πόνο των αδελφών του.
Όποιος καταφρονεί τον
ασθενή αδελφό του δεν πρόκειται να δει το φως του Θεού. Και οποίος αποστρέφει
το πρόσωπο του από τον ευρισκόμενο σε στενοχώρια, η ημέρα του θα είναι
σκοτεινή.
4. Είπε ένας γνωστικός
άγιος ότι τίποτε δεν μπορεί να λυτρώσει τον μοναχό από το δαίμονα της
υπερηφάνειας και να τον βοηθήσει, όταν το πάθος της πορνείας είναι σε έξαψη,
όσο το να επισκέπτεται και να υπηρετεί
τους κατάκοιτους και κείνους πού λιώνουν από τον σωματικό πόνο.
5. Είπε ό Κύριος: «Ό,τι
θέλετε να κάνουν σε σας οι άνθρωποι, έτσι και σεις να κάνετε σ'
αυτούς»(ΛΟΥΚ:6/31).
Όταν όμως ό άνθρωπος δεν έχει υλικά αγαθά ούτε σωματική
δύναμη για να εκπληρώσει την αγάπη προς τον αδελφό του, τότε είναι αρκετή για
τον Θεό μόνη ή αγάπη για τον αδελφό, πού φυλάσσεται στην προαίρεση του.
Η αγάπη τον Θεού είναι
αστείρευτη
Η αγάπη που προέρχεται
από τα πράγματα αυτού του κόσμου μοιάζει με το φως του λυχναριού, που
συντηρείται με το λάδι ή ακόμη, μοιάζει με τον χείμαρρο, που τρέχει μόνο όταν
βρέχει και γίνεται ξερός όταν σταματήσει η βροχή. Όμως η αγάπη που προέρχεται από τον Θεό είναι σαν την πηγή που
αναβλύζει και ποτέ δε σταματάει η ροή της και το νερό της δε τελειώνει, γιατί ο
Θεός μόνος είναι η πηγή της αγάπης.
Η αγάπη του Θεού φέρνει
ασυνήθιστη αλλοίωση
1. Η αγάπη του Θεού είναι
από την φύση της θερμή. Και όταν πέσει σε κάποιον με υπερβολή, κάνει εκείνη την
ψυχή εκστατική. Γι' αυτό και η καρδιά εκείνου που την αισθάνθηκε δεν μπορεί να
την δεχθεί μέσα του και να την αντέξει αλλά ανάλογα με την ποιότητα της αγάπης
που τον επισκίασε, φαίνεται επάνω του μια ασυνήθιστη αλλοίωση. Και αυτά είναι
τα αισθητά σημεία αυτής της αλλοιώσεως:
Το πρόσωπο
του ανθρώπου γίνεται κόκκινο σαν την φωτιά και χαρούμενο και το σώμα του
θερμαίνεται. Φεύγει απ' αυτόν ο φόβος και η συστολή («αιδώς») και γίνεται
εκστατικός. Και η δύναμη που συμμαζεύει τον νου χάνεται και έρχεται, σε
κατάσταση εξωλογική («έκφρων»).
2. Όταν ο άνθρωπος
αγαπάει αληθινά, περνάει τον φοβερό θάνατο για χαρά, και ποτέ ο νους του δεν
σταματάει να βλέπει και να στοχάζεται τα ουράνια. Και χωρίς να βρίσκεται
σωματικά στους ουρανούς, μιλάει σαν να είναι παρών εκεί, χωρίς βέβαια να τον
βλέπει κανένας. Χάνει την φυσική γνώση και την φυσική δράση και χάνει την
αίσθηση της κινήσεώς του μέσα στον αισθητό χώρο. Γιατί και όταν κάνει κάτι, δεν
το αισθάνεται καθόλου, αφού ο νους του είναι μετέωρος στην θεωρία των ουρανίων.
Και η διάνοια του φαίνεται να συνομιλεί με κάποιον άλλον.
3. Με αυτήν την πνευματική μέθη μεθύσανε οι Απόστολοι και οι Μάρτυρες.
Και οι μεν Απόστολοι γυρίσανε όλο τον κόσμο μέσα σε κόπο και μόχθο και
ονειδισμούς, ενώ οι Μάρτυρες με κομματιασμένα τα μέλη τους έχυσαν τα αίματα
τους σαν το τρεχούμενο νερό και, ενώ υπέφεραν φοβερά βασανιστήρια, δεν
δείλιασαν, παρά τα υπέμειναν με γενναιότητα και ενώ στην πραγματικότητα ήταν
σοφοί, τους πέρασαν για άμυαλους. Άλλοι πάλι περιπλανήθηκαν σε έρημους τόπους
και στα βουνά και στις σπηλιές και στις τρύπες της γης. Αυτά πού έκαμναν ήταν
για τον κόσμο αταξίες, ενώ για τον Θεό ήταν εύτακτα.
Αυτήν την ανοησία τους μακάρι να μας αξιώσει
ό Θεός και εμείς να τη φτάσουμε!
4. Περί Αγάπης
(«Λόγοι εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Τεσσαρακοστὴν», Νικηφόρος
Θεοτόκης)2
α. Η θαυμαστή και μεγάλη
αρετή της αγάπης
έχει την πρώτην αρχήν της από
εκείνον τον ύψιστον και υπερτέλειον
Θεόν, τον οποίον λατρεύομεν.
Πόσον ευτυχείς ήθελαν να είναι όλοι οι άνθρωττοι, αν ευρίσκετο τούτο το
ουράνιον μύρον μέσα εις τις καρδιές τους! Δεν θα ήτο πλέον εις τον κόσμον ο
ένας πλούσιος και ο άλλος πένης· δεν θα ήτο πλέον ο ένας γυμνός και ο άλλος με
χρυσά φορέματα ενδεδυμένος, δεν θα έβλεπες πλέον τον ένα να πεινά και τον άλλον
να έχει την τράπεζάν του πάντοτε
γεμάτην· η αγάπη που θα είχαμεν
μέσα εις τις καρδιές μας, δεν θα υπέφερε τόσην αδικίαν και ανισότητα· δεν θα
μας άφηνε να βλέπωμεν τους αδελφούς μας εις κατάστασιν κατωτέραν από την ιδίκήν μας· αν η αγάπη του
Θεού εκατοίκει μέσα εις την καρδίαν μας, που πλέον έριδες και μάχες; Που
να εύρης πλέον τον φθόνον και το μίσος;
Που ν’ ακούσης αδικίαν
και καταδυναστείαν; Ουδέ δόλος, ουδέ
υπόκρισις, ουδέ ψεύδος, ουδέ απάτη
ήθελε φαίνεται ποτέ
εις τον κόσμον. Η συκοφαντία, η κατάκρισις, η ορπαγή, η πλεονεξία, ο φθόνος, θα έφευγαν τόσον
μακράν από τον κόσμον, όσον μακράν είναι
το στερέωμα του ουρανού από της γης, τα καταχθόνια. Δεν θα ήτο πλέον « έχω » και « έχεις »·
ιδικόν μου και ιδικόν σου. Όλα τα αγαθά της γης κοινά θα ήταν εις όλους· όλοι
θα τα απολάμβαναν με ειρήνην όλοι θα τα εχαίροντο με ησυχίαν, χωρίς καν φόβον.
Φθονερός δεν θα ήτον· ποίος να τα φθονήση; ᾽Επίβουλος δεν θα ευρίσκετο· ποίος
να τα επιβουλεύση; Ένας παράδεισος θα ήταν ο κόσμος· ένας ουρανός θα εγίνετο η
γη· οι άνθρωποι θα καθίσταντο
άγγελοι επίγειοι.
β. Η αγάπη μοναχή δύναται να ξερριζώση κάθε κακίαν
από τους ανθρώπους, να παύση όλα τα αναρίθμητα κακά, να φέρη την ειρήνην μέσα εις τις
πολιτείες, να γεμίση την γην απ’ όλες
τις ευτυχίες του ουρανού, να πλουτίση τον κάθε έναν με όλα τα καλά.
῞Οταν η αγάπη φυτευθή
μέσα εις την καρδίαν μας, είναι αδύνατον να μείνη ατελεσφόρητος και άκαρπος.
Ευθύς βλαστάνει τους ουρανίους και ευθαλείς κλάδους της, ευθύς παρρησιάζει τους
ωραίους και γλυκείς καρπούς της.
γ. Οι ξένοι ευρίσκουν υποδοχήν, εκεί όπου
είναι αγάπη· οι ασθενείς έχουν επίσκεψιν, εκεί όπου είναι αγάπη· η αγάπη δίδει ένδυμα εις τους γυμνούς, τροφήν εις
τους πεινασμένους, εις τους ορφανούς αντίληψιν,
εις τες χήρες προστασίαν, παρηγορίαν εις τους λυπημένους. ᾽Εκεί όπου
είναι η αγάπη, ευρίσκουν καταφύγιον οι απηλπισμένοι. Ποίοι ταράττονται, και
δεν τρέχει εκείνος, οπού έχει αγάπην,
να τους ησυχάση; Ποίος αμαρτάνει, και δεν προφθάνει εκείνος, οπού έχει την
αγάπην, διά να τον διορθώση; Ποίος ασθενεί, και δεν συμπάσχει εκείνος, οπού
έχει την αγάπην;
δ. Η αγάπη είναι τόσον αναγκαία διά
την σωτηρίαν μας,
όσον αναγκαία είναι η τροφή διά
την ζωήν μας. Χριστιανοί, μίαν αρετήν τόσον αναγκαίαν και τόσον εύκολην, μίαν
αρετήν, οπού μας πλουτίζει από κάθε ευτυχίαν, διατί τόσον πολλά την αμελούμεν;
Διατί εσβήσθη η αγάπη;….
Έπαυσεν η αγάπη και
διά τούτο δεν ευρίσκομεν προστάτην εις
την ανάγκην μας, δεν έχομεν σύμβουλον,
δεν έχομεν κανένα να μας παρηγορήση εις τας θλίψεις μας...
ε. Ω αγάπη, αρετή θεία,
ήλιε λαμπρότατε των
ψυχών μας, εσύ δύνασαι να εξορίσης όλα τα κακά από τον κόσμον και να
φέρης όλες τις ευτυχίες εις τους ανθρώπους. Αν δεν ανατείλη ο ήλιος να θερμάνη
την γην, αδύνατον είναι να απολαύσωμεν της γης τα αγαθά. ᾽Εσύ αν δεν έλθης εις
τας ψυχάς μας, είναι αδύνατον να χαρούμεν τα κάλλη του ουρανού.
5. Λοιποί πατερικοί Λόγοι περί Αγάπης
α. Εφ’ όσον δεν πραγματοποιήσωμεν την προς τον
Θεόν και τον πλησίον αγάπην, ματαίως καμαρώνομεν διά την νηστείαν μας, την
ακτημοσύνην μας, την αγρυπνίαν μας, την ανάγνωσιν των γραφών, επειδή δεν
έγκειται εις αυτά η τελειότης, αλλά δι’ αυτών δύναται κανείς να την επιτύχη. (Αββά Κασσιανού, Ευεργετινός Γ-383).
β. Όστις λοιπόν δεν
αγαπά τον πλησίον αυτού, αλλά μάλιστα και βλάπτει αυτόν, εκείνος ούτε και τον
Θεόν αγαπά. «Εάν τις είπη, ότι αγαπώ τον Θεόν, και τον αδελφόν αυτού μισή,
ψεύστης εστίν· ο γαρ μη αγαπών τον αδελφόν αυτού, ον εώρακε, τον Θεόν, ον ουχ
εώρακε, πως δύναται αγαπάν;» (Α΄Ιωάν. δ. 20). [Νικηφόρου Θεοτόκη, Κυριακοδρόμιον, τομ. Α. σελ. 419].
γ. Η αγάπη μοιράζει τον άνθρωπο σε τρία πρόσωπα· ο ένας αγαπά
αυτόν που αγαπά για χάρη του Θεού, ο άλλος τον αγαπά επειδή είναι πλούσιος, για
να πάρει απ’ αυτόν δώρα, και ο άλλος με πάθος. Και αυτός που αγαπά ειλικρινά
τιμά αυτόν που αγαπά, ο άλλος τον αγαπά από πλεονεξία, και ο τρίτος για την
ηδονή. (Ευαγρίου,Έργα Άγ. Ιωάννου Δαμασκηνού,
ΕΠΕ 6,211).
δ. Ερώτησις: Πως φαίνεται ο αγαπών τον αδελφόν κατά την
εντολήν του Κυρίου και πως ελέγχεται ο μη ούτως αγαπών;
Απόκρισις: «Της αγάπης
εξαίρετα δύο ταύτα· το λυπείσθαι μεν και αγωνιάν εφ’ οις βλάπτεται ο
αγαπώμενος, χαίρειν δε και αγωνίζεσθαι υπέρ της ωφελείας αυτού. Μακάριος ούν ο
πενθών επί τω αμαρτάνοντι, ου ο κίνδυνος φοβερός· και χαίρων υπέρ του
κατορθούντος, ου το κέρδος ασύγκριτον ...Ο δε μη ούτως συνδιατιθέμενος φανερός εστι
μη αγαπών τον αδελφόν». (Μεγ. Βασιλείου.
Ερώτησις ΡΟΕ΄. ΕΠΕ 9,212).
ε. Ερώτησις: Τι σημαίνει αυτό που λέγεται, «Εάν πωλήσω τα
υπάρχοντά μου και παραδώσω το σώμά μου για να καεί, αλλά δεν έχω αγάπη, ουδέν
ωφέλούμαι»; Πως πουλάει κάποιος όλα τα υπάρχοντά του χωρίς αγάπη;
Απόκρισις: Υπάρχουν
μερικοί άνθρωποι που φαίνονται βέβαια ότι κάνουν πολλές ελεημοσύνες, αλλά
μισούν τους αδελφούς τους, είναι κακολόγοι, υπερήφανοι, άδικοι, μνησίκακοι,
φθονεροί. Έτσι με αυτά τα πάθη η ελεημοσύνη τους είναι ανώφελη. Γιατί εγώ
νομίζω, ότι με τα πάθη αυτά σβήστηκαν οι λαμπάδες των πέντε παρθένων, επειδή
είχαν έλλειψη από αυτό το πνευματικό λάδι. (Αγ. Αναστασίου Σιναΐτου. Φ-Αγ. Αναστασίου Σιναΐτου. ΕΠΕ 13Γ-197).
στ. Από όλες τις αρετές
πιο περιεκτική είναι η αγάπη προς τον Θεόν και τον πλησίον, η οποία συνίσταται
από την αποχή των υλικών αγαθών και από την ηρεμία των λογισμών. (Αγ. Μάρκος Ερημ. Φ-Αγ. Μάρκου Ερημ. τ.13,91).
ζ. Μεγάλη αρετή να υπομένεις τα επερχόμενα και να αγαπάς τους
μισούντας σε, κατά τον λόγον του Κυρίου. Απόδειξη της ανυπόκριτης αγάπης είναι
η συγχώρηση των αδικημάτων. (Αγ. Μάρκος
Ερημ. Φ-Αγ. Μάρκου Ερημ. τ.13,55).
η.
Η αγάπη είναι γλυκύτερη από την ζωή, και η κατανόησις του Θεού, από την οποία
γεννάται η αγάπη, είναι γλυκύτερη από μέλι κηρήθρας. Για την αγάπη δεν είναι
λυπηρό να δεχθή έναν φοβερό θάνατο χάριν των αγαπημένων της. (Αγ. Ισαάκ Συρ.Φ-Αγ. Ισαάκ 8β-153).
θ.
Μην αλλάξης την αγάπη του αδελφού σου με την αγάπη κάποιου πράγματος, διότι η
αγάπη του αδελφού έχει κρυμμένον μέσα της το πολυτιμότερο όλων των αγαθών.
Εγκατάλειψε τα μικρά, για να εύρης τα πολύτιμα. (Αγ. Ισαάκ Συρου, Φ-Αγ. Ισαάκ 8β-217).
ι.
Έλεγε ο αββάς Αγάθων ότι: Εάν μου ήταν δυνατό να εύρω ένα λεπρό και να του δώσω
το σώμα μου και να πάρω το ιδικό του, θα ήμουν ευτυχής. Διότι αυτή είναι η
τελεία αγάπη. Αποφθέγματα Γερόντων. (Αββά
Αγάθωνος.-ΕΠΕ τομ.1,117).
ια. Με 6 τρόπους τελειοίς την αρετήν ταύτην, (την τελείαν
αγάπην) τουτέστι, να αγαπάς, να συμβουλεύης, να βοηθάς, να υπομένης, να
συγχωράς, και να δίδης καλόν υπόδειγμα με θεϊκά λόγια και πράξεις ενάρετες. (Αγαπίου Μον., Αμαρτωλών Σωτηρία 185).
ιβ. Ότι τινές μεν αγαπούσιν, αμή δεν υπάγει παρεμπρός η αγάπη
τους. Έτεροι αγαπούσι με καλήν συμβουλήν, αλλά δεν βάνουν χείρα εις το
σακκούλι, να βοηθήσουν με έλεος. Άλλαι δε αγαπούσι, νουθετούσι, και ελεούσιν,
αμή δεν υπομένουσι την ύβριν, και την ασθένειαν του πλησίον, ούτε φυλάγουν του
Αποστόλου την εντολήν, οπού λέγει· Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτω τον νόμον πληρώσατε.
(Αγαπίου Μον.,Αμαρτωλών Σωτηρία 185).
ιγ. Άλλοι πάλιν υπομένουν τας ύβρεις με καρτερίαν, αμή δεν συγχωρούσι
με ευσπλαγχνίαν. Και εάν δεν έχουν και μίσος εις την καρδίαν, όμως εις το
φαινόμενον δεν δείχνουσι καλόν πρόσωπον. Ούτοι καλά και το πρώτον φυλάγουσιν,
αμή εις το β΄. σφάλλουσι, και δεν φθάνουσιν εις την της αρετής τελειότητα. Είναι πάλιν
άλλοι οπού κάμνουσι όλα τα άνωθεν, αμή δεν νουθετούσι τον πλησίον με λόγους,
και παραδείγματα, οπού είναι το εκλεκτότερον μέρος της αγάπης.(Αγαπίου Μον. Αμαρτωλών Σωτηρία 185 ).
ιδ. Κατά την αυτήν τάξιν λοιπόν ημπορεί πας ένας, να εξετάση
του λόγου του, πόσον μετέχει, και πόσον της αγάπης υστερείται. Ότι, όστις
αγαπά, ευρίσκεται εις τον, α΄. βαθμόν, ει τις νουθετεί εις τον β΄. εί τις βοηθά
εις τον γ΄. ο υπομένων, εις τον δ΄, όστις υποδέχεται την ύβριν, και συγχωρά εκ
καρδίας, εις τον ε΄. εί τις δε στερεώνει και νουθετά τον πλησίον με λόγους,
παραδείγματα, και με την αγαθήν αυτού πολιτείαν (το οποίον είναι πράξις των
τελείων και αποστολικών ανθρώπων) ας ηξεύρη πως έφθασεν εις το άκρον ταύτης της
αρετής. Αυταί εισίν αι στερεωτικαί πράξεις, οπού περιέχει η αγάπη εν εαυτή, εις
τας οποίας ενδείκνυται όσον χρεωστούμεν προς τον πλησίον. (Αγαπίου Μον. Αμαρτωλών Σωτηρία 185-186).
ιε. Ο θείος Χρυσόστομος
(ομιλ. ιε΄ κεφ. ε΄, του κατά Ματθαίον) λέγει, ότι ο Κύριος εις το κεφάλαιον
αυτό διδάσκει εννέα βαθμούς, εις τους οποίους αναβιβάζει όλους τους Χριστιανούς
διά των αγίων του εντολών· α΄) ότι, οι Χριστιανοί δεν πρέπει να αρχίσουν να
αδικήσουν τινά, β΄) ότι αν αρχίσει τις να αδικεί αυτούς, αυτοί πρέπει να μη τον
εκδικούν με την ίσην αδικίαν· γ΄) ότι να μη κάμνουσιν εις τους άλλους, εκείνα
τα κακά· οπού τους έκαμαν εκείνοι, αλλά να τα υπομείνουν και να ησυχάσουν· δ΄)
όχι μόνον να ησυχάσουν, αλλά και να δώσουν θεληματικώς τον εαυτόν τους εις το
να πάθουν τα κακά· ε΄) το και να δώσουν τον εαυτόν τους εις τα πάθη, περισσότερον
και προθυμώτερον, παρά οπού θέλει εκείνος οπού τους κακοποιεί· στ) το να μην
μισίσουν εκείνον οπού τους κακοποιεί· ζ΄) το και να αγαπήσουν αυτόν εκ καρδίας·
η΄) το και να τον ευεργετήσουν· θ΄) το να παρακαλούν και τον Θεόν διά λόγου
του. (Αγ. Νικοδήμου, Αόρατος Πόλεμος 55).
Συνεχίζεται
Κακοφροσύνης
πολέμιος3
Αρετών
μήτρα
Θαυματουργίας
χάρισμα
Ανιδιοτελείας
εργάτις4
Ραιστήρ
ατομικισμού5
Ηγήτειρα
σωτηρίας
Αζηλότυπος
κριτίς6
Γαζοφυλάκιον
Ορθοδοξίας και Ορθοπραξίας
Αγαπολογίας
Ενταφή7
Πονηρευμάτων
ανιχνευτής
Ηνιοστρόφος
(Ηνίοχος) οδού Αληθείας
1 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΚΗΤΙΚΗ
ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΟΥ ΆΓΙΟΥ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΥΨΕΛΗΣ.--- Του Οσίου
πατρός ημών Ισαάκ του Σύρου: Τα σωζόμενα ασκητικά. Μετενεχθέντα εις την
λαλούμενην καθαράν Ελληνικήν γλώσσαν παρά του οσιωτάτου ιεροδιδασκάλου
Καλλίνικου Παντοκρατορινού. Εν Αθήναις, 1871.
2 ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ http://www.paterikiorthodoxia.com/2014/07/peri-agapis.html
3 Πολέμιος, α ή ος, ον= Εχθρικός, εχθρός,
ενάντιος.
4 Εργάτις-ιδος (η)= Θηλ. του εργάτης.
5 Ραιστήρ= Ο,η κατασυντρίβων/-ουσα
6 Κριτίς= Θηλ. του κριτής [κριτής= ο κρίνων (εξετάζων
και αποφασίζων), δικαστής].
7 Ενταφή (η) [ενθάπτω]= Ενταφιασμός.