ΤA ΓEΓONOTA ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
ΤΟΥ 1821 ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ.
(ΕΙΔΙΚΟΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ1821 ΚΑΙ TΩN ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ,
ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΠΡΟΣ ΑΠΟΤΙΝΑΞΗ ΤΟΥ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟΥ ΖΥΓΟΥ)
ΜΕΡΟΣ 4oν
5. Η
ΤΕΛΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ Η ΑΜΑΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ, ΜΕΤΑ ΤΗΝ
ΝΙΚΗΦΟΡΟΝ ΠΕΡΙΟΔΟΝ (ΜΑΡΤΙΟΣ 1821-ΙΟΥΛΙΟΣ 1822) [Αίτια-Ένοχοι- Συνέπειες].
α. Κύρια αίτια
1/. Η
θεώρηση από τους Κοτζαμπάσηδες, ως δεδομένων/«κεκτημένων», των προνομίων της
εξουσίας επί των Ελλήνων που είχαν αποκτήσει επί Οθωμανοκρατίας.
α/. Μία αντικειμενική
θεώρηση για τις πραγματικές αιτίες της αμαυρώσεως των Εθνικών αγώνων, δεν
μπορεί να αγνοήσει ότι οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου έβλεπαν ότι τα προνόμια,
που από πολλές γενεές διέθεταν και που θεωρούσαν δεδομένα/«κεκτημένα» και απαράγραπτα,
απειλούντο από ανερχόμενες δυνάμεις, εκτός της τάξεώς τους, των οποίων την
ανάδειξη δεν είχαν υπολογίσει, αλλά και που, ακόμη και αν είχαν υπολογίσει, δεν
μπορούσαν να ανεχθούν.
Οι
κοτζαμπάσηδες ισχυρίζοντο μετ’ επιτάσεως πως «…μόνον αυτοί έπρεπε να αναλάβουν την ηγεσία του αγώνος και όχι κλέφτες
και αγύρτες», όπως αποκαλούσαν πολλούς αγωνιστές, οι οποίοι έζησαν στην
παρανομία, γιατί κατ’αυτούς η εξουσία
τους ήταν δεδομένη….
Δεδομένη
από ποιους; Φυσικά όχι από τον λαόν, αλλά από τον Οθωμανόν κατακτητή!!
β/. Χαρακτηριστικό
παραδείγματα της επίκτητης νοσηρής εξουσιομανίας των προκρίτων, είναι τα εξής:
.Η αναφορά του
Κανέλλου Δεληγιάννη, για τον ερχομό του Κολοκοτρώνη, με υποτιμητικό τρόπο,
λέγοντας ότι ήταν ένα άτομο εξαθλιωμένο, ξεδιάντροπο, χωρίς οικονομικές
δυνατότητες, ώστε να οργανώσει και να εξοπλίσει το λαό για επανάσταση.
Καθησυχάζει μάλιστα την οθωμανική εξουσία, λέγοντας ότι δεν αποτελεί πλέον
απειλή καθώς δεν διαθέτει καμία επιρροή στην Πελοπόννησο για να ξεκινήσει
οποιοδήποτε κίνημα, γεγονός το οποίο δεν έκανε ούτε όταν είχε 20 και 30
συντρόφους.1
.Στις 26 Μαΐου 1821 στην μονή των
Καλτεζών συγκροτήθηκε η Πελοποννησιακή Γερουσία η οποία αποτελούνταν από 6 μέλη
υπό την αρχιστρατηγία του μεγαλοκοτζάμπαση, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Εκεί
επικαλέστηκαν ακόμη και τον Θεόν και ορκίστηκαν να αγωνιστούν με σκοπό να
διοικήσουν τον αγώνα «καθ’ οποίον τρόπον
η θεία πρόνοια τους φωτίση».2
γ/. Από την αρχή της
Επαναστάσεως άρχισαν να δημιουργούνται οι
πρώτες διαμάχες για το ποιος θα έχει την αρχηγία και την εξουσία,
όχι μόνο κατά την διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνος, αλλά και μετά, στο
ελεύθερο ελληνικό κράτος που όλοι περίμεναν πως θα αποκτούσαν σε λίγα χρόνια.
Από
το ένα μέρος, ήταν
οι άνθρωποι που μέχρι τότε διοικούσαν τις πόλεις και τα χωριά, με την έγκριση
και επιτήρηση των Οθωμανών: Οι πρόκριτοι,
οι κοτζαμπάσηδες και οι κάθε λογής ισχυροί της εποχής εκείνης,
διατηρούντες καλές ή «ιδιαίτερες» σχέσεις με τον κατακτητήν.
Από
το άλλο μέρος, ήταν
οι οπλαρχηγοί, τους οποίους ο λαός άρχισε σιγά σιγά να περιβάλλει με
μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό, αφού του ενέπνεαν ένα αίσθημα ασφάλειας απέναντι
στις αυθαιρεσίες των Οθωμανών κι’ ένα αίσθημα υπερηφανείας, με την γενναιότητά
τους στις μάχες.
δ/. Η κατάσταση αυτή ήταν φυσικό να
οδηγήσει σε σύγκρουση και με τους Φιλικούς, πολλοί από τους οποίους ήσαν
οπλαρχηγοί, οι οποίοι συσπειρώνονται γύρω από τον Δημ. Υψηλάντη. Ο Υψηλάντης κατήγγειλε τους κοτζαμπάσηδες
ότι πάνω από τις ανάγκες της πατρίδας και της επαναστάσεως τοποθετούσαν τα δικά
τους ιδιοτελή συμφέροντα. Στην προκήρυξη που κυκλοφορεί στις 6 Οκτωβρίου 1821
και στην οποία καλεί τους εκπροσώπους των Πελοποννησίων να παρουσιαστούν στις
30 του ίδιου μήνα στην Τριπολιτσά για συγκρότηση εθνοσυνελεύσεως, δηλώνει
ξεκάθαρα για τους κοτζαμπάσηδες:
«Πρέπει πλέον η
τυραννία να παύση όχι μόνο των Τούρκων αλλά και εκείνων, οπού έχουν τυραννικά
φρονήματα και θέλουν να αδικούν και να κατατυραννούν τον λαόν.».3
ε/.
Η αντιπαλότητα και οι διχοστασίες μεταξύ των παρατάξεων παραμερίστηκαν προς
στιγμήν, λόγω της εκραγείσης Εθνικής Επαναστάσεως, αλλά τα πάθη της εξουσίας
και αντιζηλίας υπέβοσκαν και ήταν έτοιμα να εκραγούν με την πρώτη ευκαιρία και
να αποτελέσουν σοβαρούς ανασχετικούς παράγοντες στην νικηφόρον πορείαν της
Επαναστάσεως..
2/. Η αρχομανία, ο αυταρχισμός
και οι προσωπικές φιλοδοξίες προεστών και καραβοκυραίων.
α/. Η οξύτητα της
αντιπαλότητας μεταξύ των δύο παρατάξεων (προεστών-κοτζαμπάσηδων και
Οπλαρχηγών), οφείλετο σε ένα μεγάλο βαθμό στις προσωπικές φιλοδοξίες αμφοτέρων.
Ως προς τους οπλαρχηγούς, οι αρχηγικές φιλοδοξίες τους, δικαιολογημένες εν τινι
μέτρω, άρχισαν να λαμβάνουν σάρκα και οστά, μετά τις πρώτες επιτυχίες τους κατά
των Οθωμανών και της εύλογης απαιτήσεώς τους να έχουν μερίδιον και στην
πολιτικήν εξουσίαν, εκτός της στρατιωτικής (δικαιωματικώς, λόγω στρατιωτικής
εμπειρίας και επιδειχθείσης πατριωτικής στάσεως), αφού ένα από τα πολιτικά προσόντα
των πολιτικών, ήταν και οι ηγετικές ικανότητες (Διοίκηση), το οποίον εμφανώς
κατείχαν.
β/. Μετά
την μάχη στα Δερβενάκια και ενώ η νικηφόρος πορεία της Επαναστάσεως στην
Πελοποννησον ευρίσκετο στο αποκορύφωμά της, με βεβαίαν την συνέχιση της
απελευθερώσεως κατεχομένων πόλεων και
εθνικών εδαφών, ενεφανίσθη ο ευρισκόμενος σε λανθάνουσα κατάσταση διαχρονικός
σάρακας του Ελληνισμού, η διχόνοια, με
πηγές επωάσεως πρωτίστως την αλαζονείαν και αρχομανίαν των προεστών της
Πελοποννήσου και των Υδραίων καραβοκυραίων (τότε εφοπλιστών).
γ/. Οι οπλαρχηγοί της Πελοποννήσου, όπως αναφέρει ο Ν. Σπηλιάδης (ΣΣ: Υπερβάλλει, καθ’ημάς, ως προς τον
αριθμόν, των οπλαρχηγών) «…..άμα,
λαβόντες τα όπλα εφαντάσθησαν να στήσουν τιμαριωτισμόν εις την Ελλάδα
αμειβόμενοι με την εξουσία και την δύναμιν των Τούρκων Τοπαρχών…».4
Βεβαίως, προσωπικές φιλοδοξίες ανεφύησαν και στις
τάξεις των οπλαρχηγών, προερχόμενες τόσον από την ματαιοδοξίαν και προσωπικές
φιλοδοξίες κάποιων, όσον και από τις απατηλές υποσχέσεις των κυβερνητικών προς
αυτούς, προκειμένου να τους αποσπάσουν από το «αντικυβερνητικό» στρατόπεδο.
Όμως, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί και Φιλικοί συμμετείχαν στον αγώνα του 1821,
αυθορμήτως, εκουσίως και χωρίς να εποφθαλμιούν πολιτικά ή στρατιωτικά
ανταλλάγματα. Το μόνον που τους
ενδιέφερε ήταν η απελευθέρωση της πατρίδος από τον Οθωμανικόν ζυγόν.
Αυτός ακριβώς ο διακαής πόθος τους, έθεσε τους
ισχυρώτερους και εντιμώτερους από αυτούς, στο στόχαστρον των αυταρχικών και
αρχομανών κοτζαμπάσηδων. Ένας από τους κατ’εξοχήν εκπροσώπους εκείνων των αγνών
και ανιδιοτελών αγωνιστών της Ελληνικής Επαναστάσεως, ήταν ο Δημήτριος Υψηλάντης.
Ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, Φωτάκος σημείωνε: «Ο Υψηλάντης δεν είχε καμίαν πλεονεξίαν,
ούτε επιθυμίαν εις υλικά συμφέροντα και δι’ αυτό τούτο εκέρδισεν την αγάπη του
απλού λαού, και διήγειρε την αντίπραξιν των αρχόντων εις τα επιχειρήματα
αυτού, και διότι άλλως έδιδεν ελευθερίαν εις τους λαούς να έχωσι ψήφον και
χωρίς της ψήφου των να μη έρχωνται αντιπρόσωποι αυτοχειροτόνητοι… Αλλά ταύτα δεν ήρεσαν εις τους
κοτζαμπάσηδες, διότι ούτω πως ο λαός εφωτίζετο».5
3/. Η άρνηση των προκρίτων-κοτζαμπασηδων, κάθε
δικαιώματος συμμετοχής των οπλαρχηγών και Φιλικών, στην πολιτική εξουσία του
απελευθερωτικού αγώνος.
α/. Πολλοί πρόκριτοι της Πελοποννήσου, πριν από την έκρηξη
της Επαναστάσεως, είχαν προβάλλει τον ισχυρισμό ότι, «η εξάπλωση του μυστικού της Φιλικής Εταιρείας σε άτομα όπως οι
αρματωλοί και κλέφτες, θα είχε αρνητικές συνέπειες στα σχέδιά τους για
μελλοντική επανάσταση». Ο ισχυρισμός τους ήταν αποτέλεσμα του φόβου τους,
ότι μια ενεργός παρέμβαση της Φιλικής Εταιρείας, θα είχε ως επακόλουθο την
προσκόλληση των κλεφτών και αρματωλών σε αυτήν, εξαιτίας των διώξεων του
1804-1806 και επομένως την ισχυροποιήσεώς τους, την σταδιακή εξασφάλιση των
οικονομικών και διοικητικών προσόδων του Μοριά και τελικώς, «την
επιβολή της πολιτικής εξουσίας επί των μελλοντικώς απελευθερωθησόμενων
ραγιάδων».
Έτσι
ο Δεληγιάννης διεμήνυε ότι : «Η
μύηση στο μυστικό της οργανώσεως για την ανάληψη ευθυνών σχετικά με την τύχη
του γένους, αρμόζει, στους: «ἐγκριτώτερους καί νοημονέστερους εἶναι ἐκεῖνοι,
οἲτινες ἒχοντες ἐπιρροήν ἰδιοκτησίας, πλούτη καί ἂλλα πλεονεκτήματα».6
β/. Οι πρόκριτοι (κοτζαμπάσηδες):
.Διεμήνυον
ότι, ο χριστιανικός πληθυσμός δεν ήταν αρκετά προετοιμασμένος, ώστε να οδηγηθεί
σε εξέγερση, μέσω των απεσταλμένων της Φιλικής Εταιρείας, όπως του Γρηγορίου
Δίκαιου (Παπαφλέσσας), παρ’ όλες τις προσπάθειές της για εθνική αφύπνιση.7
.Αμέσως μετά τις πρώτες επαναστατικές
επιτυχίες, δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να σχετισθεί η εξέγερση κατά του
Οθωμανικού ζυγού, ως επιτυχία των οπλαρχηγών και φρόντισαν να αναλάβουν οι
ίδιοι τα ηνία του αγώνος. Δεν ήθελαν να δώσουν κανένα περιθώριο στους οπλαρχηγούς και απλούς
αγωνιστές να διεκδικήσουν πολιτικά αξιώματα.
«Μόλις έφυγε από την μέση ο
σουλτάνος, ο κοτζαμπάσης κάθε χωριού νόμισε τον εαυτό του για σουλτάνο και
άρχισε ν’ αντιποιείται τα προνόμιά του.».8
4/. Οι Αντιχριστιανικές
δραστηριότητες των απρόσκλητων «εισβολέων» Μισσιοναρίων και η
αντεθνική/αντεπαναστατική δράση των «Διαφωτιστών»/ Κοραϊστών (Ελλήνων και
ξένων)9
α/. Σήμερα, σχεδόν ΟΛΟΙ
οι ανήκοντες στην λεγόμενη πνευματική ηγεσία του τόπου, συνδέουν την Εθνική
επανάσταση τος 1821 με την κοινωνικο-πολιτική Γαλλική του 1789. Αυτό το ανίερο
παραμύθι, που περιλαμβάνεται σ’ όλα τα σχολικά και πανεπιστημιακά εγχειρίδια
της χώρας μας, και καταγράφεται περίπου ως δόγμα, ξεκίνησε από τους Έλληνες «διαφωτιστές» και τους ξένους μισσιοναρίους10 που άρχισαν να καταφθάνουν κατά κύματα στην Επαναστατημένη Ελλάδα (ΣΣ: Ευρίσκοντο και προεπαναστατικώς
στις Οθωμανοκρατούμενες Ελληνικές περιοχές και δρούσαν προσηλυτιστικώς κυρίως
κατά των Ορθοδόξων χριστιανών).
β/. Η σύνδεση της Εθνικής
Ελληνικής Επαναστάσεως με την Γαλλική και τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, είναι
αυθαίρετη, μηχανιστική και λανθασμένη.11
Την
σχέση της Γαλλικής με την Ελληνική Επανάσταση έχουν αμφισβητήσει, υποβαθμίσει ή
αρνηθεί στο παρελθόν και άλλοι ιστορικοί ή μελετητές της Επανάστασης, όπως ο
καθηγητής ιστορίας Νικόλαος Βλάχος (ο οποίος αμφισβητεί ακόμη ότι η Γαλλική
υπήρξε στην κυριολεξία «επανάσταση»),12 οι Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Διονύσιος Κόκκινος, Ε.
Πρωτοψάλτης, Κωνστ. Δεσποτόπουλος, Παναγιώτης Βοκοτόπουλος, Μενέλαος Τουρτόγλου,
Σπ. Μελάς, κ.ά.13
Άλλωστε, η συμπάθεια
των Ελλήνων λογίων προς την Γαλλική Επανάσταση, δεν επιβεβαιώνεται από τις
εκδόσεις της «Εφημερίδος» στην Βιέννη τουλάχιστον μέχρι το 1797. Αντίθετα, οι
Έλληνες είχαν μείνει εχθρικοί προς την Γαλλία λόγω της φιλο-οθωμανικής
πολιτικής της, ακόμα και μετά την επανάσταση του 1789.14
«Η επανάστασις η εδική μας δεν ομοιάζει
με καμμιάν απ’ όσες γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης αι
επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός
μας πόλεμος ήτο ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος…» (
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης).15
γ/. Όλοι σχεδόν οι αποκληθέντες από το
Σύστημα «΄Ελληνες διαφωτιστές» της Επαναστατικής περιόδου, ήσαν αντίθετοι με
την Ελληνική επανάσταση, επικαλούμενοι διαφόρους λόγους, με πρωτοστάτην και
θεωρούμενον κύριον
εκφραστή του Ελληνικού Διαφωτισμού, τον Αδ. Κοραή, ο οποίος:
.Ισχυρίζετο ότι η Επανάσταση ήταν πρόωρη, οι Έλληνες
πνευματικώς ανώριμοι, άποψη που είχαν εκφράσει και οι Οθωμανόφρονες Φαναριώτες.
Η πεποίθησή του ότι η Επανάσταση ήταν πρόωρη,
επαναλαμβάνεται συχνά, όπως στην επίσημη επιστολή του προς τις Ελληνικές αρχές
τον Αύγουστο του 1825 και στα 1831, οπότε σε επιστολή του προς τον Αλέξανδρο
Κοντόσταυλο, έγραψε:
«Ἡ ἐπανάστασις
τῆς Ἑλλάδος ἦτο δικαιοτάτη, ἀλλὰ ἔγινεν ἀκαίρως. Ὁ καιρός της ἦτο τὸ 1850 ἔτος, ὅτε ἠθέλαμεν
ἔχει πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἔτι σπουδάζοντας νέους μας, ἡλικιωμένους ἄλλους μεταξὺ 30
καὶ 40 ἐτῶν, καὶ ἄλλους ὑπὲρ τὰ 40, καὶ διδαγμένους ἀπὸ τὰ συμβάντα καὶ
συμβαίνοντα σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην, ἱκανοὺς νὰ δράξωσι τὰ πράγματα καὶ νὰ
διαλύσωσι τὰς φατρίας».16
.Εξέφραζε
ουτοπικές θέσεις σχετικά με την «πνευματική προκοπή των Ελλήνων», ως
προϋποθέσεως για τον Εθνικό ξεσηκωμό και συνδύαζε
την έναρξη της Επαναστάσεως με την απόλυτη εξάρτηση, βοήθεια και προστασία από
τους ξένους (κυρίως της Γαλλίας).
.Επίστευε πως η επανάσταση του '21 έγινε άκαιρα και είχε
πολλές απώλειες, επειδή οι αρχηγοί της Φιλικής εταιρείας, ήσαν μωροί!!! [Προλεγόμενα στους Αρχαίους Έλληνες συγγραφείς (Περί των ελληνικών
συμφερόντων διάλογος δεύτερος, 1826), τ.
Γ., σ. 533].
δ/. Οι πρωτόγνωρες θεωρίες του Κοραή (Κοραϊσμός),
που μετέφεραν «διαφωτιστές», λόγιοι και άλλοι (εγχώριοι και ερχόμενοι από το
εξωτερικόν), επηρέασαν σοβαρώς την εξέλιξη της Εθνικής μας Επαναστάσεως. Η
Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη χρησιμοποιούνται
εκτενώς στα Κοραϊκά κείμενα: Στην Ἀδελφικὴ Διδασκαλία, στην επιστολή
του προς τους φιλοπάτριδας προεστῶτας τῆς Πελοποννήσου καὶ τῆς λοιπῆς ἐλευθέρας
Ἑλλάδος (1822) και στις αδημοσίευτες Σημειώσεις εἰς τὸ προσωρινὸν
πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος, ενώ μετέφρασε την Γαλλική «Decleration»
στα ελληνικά, χωρίς να την δημοσιεύσει.
Διαρκούσης της Επαναστατικής περιόδου, και μετά από
αυτήν, η «αιρετική» και «φραγκική» Ευρώπη προπαγανδίζεται μέσω του κύκλου των
Ελλήνων Διαφωτιστών, κυρίως δια του Κοραή και των Ελλήνων Κοραϊστών.
ε/. Με την απρόσκλητη εισβολή» των
μισσιοναρίων, επιχειρείται να μεταφυτευθούν εις τον Ελληνικόν χώρον, δίχως να λαμβάνεται
υπόψιν η διαχρονική Ελληνορθόδοξη παράδοση, πρωτόγνωρες και ξένες προς την
Ελληνική ψυχοσύνθεση αρχές και ιδέες, και να εισαχθεί το νέο δόγμα: «Για την επιβίωση του Έθνους,
καθίσταται αναγκαία η στροφή του σύμφωνα με τις αρχές της Γαλλικής επαναστάσεως
και τα πολιτικά Συντάγματα των «πεφωτισμένων» κρατών της Ευρώπης».
Άμεση συνέπεια όλων αυτών, ήταν η όξυνσις των
αντιθέσεων στην ελληνική κοινωνία, η οποία εκτός από τα εσωτερικά
προβλήματα που αντιμετώπιζε, είχε χωρισθεί σε δυτικίζοντες-ευρωπαΐζοντες και
συντηρητικούς-παραδοσιακούς, με εμφανή τα συμπτώματα διασπάσεως της κοινωνικής συνοχής, η οποία στην κρίσιμη εκείνη καμπή
της Επαναστάσεως, ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή έκβασή της, έχοντας
ως επίκεντρο την Ορθόδοξη Πίστη των Ελλήνων.
Τι επεδίωκαν
οι αδίστακτοι ψευδοχριστιανοί μισσιονάριοι;
Τον απογαλακτισμόν των Ελλήνων από την Ορθόδοξη
Εκκλησία και τον Εθνικόν αποχρωματισμόν/«εξευρωπαϊσμόν» τους. Δηλαδή, την
αλλαγήν της Εθνικής τους ταυτότητος και την αλλαξοπιστίαν τους, όταν το κύριον
σύνθημα της Επαναστάσεως του 1821 ήταν: «Για
του Χριστού την πίστη την Αγία και της Πατρίδος την Ελευθερία»!
στ/. Ήδη στις παραμονές της Ελληνικής Επαναστάσεως
(1820) Άγγλοι μισσιονάριοι προγραμματίζουν σχέδια δράσεως με κέντρο την Αθήνα
και ακτινωτές προεκτάσεις σε γειτονικά κέντρα, όπως η Θήβα.17 Επίσης και Αμερικανοί ήθελαν να ιδρύσουν
ιεραποστολικούς σταθμούς σε διάφορα μέρη της Ελλάδος. Επιχειρούν αναγνωριστικές
επισκέψεις ,όπως στην Σάμο κατά τις παραμονές και την έναρξη της Επανάστασης. Ο
Αμερικανός Pliny Fisk ,πίστευε πως, η Ελληνική Επανάσταση είχε προετοιμάσει το
έδαφος για «θρησκευτική μεταρρύθμιση».
Η έκρηξη όμως της Ελληνικής Επανάστασης
ματαίωσε τα προεπαναστατικά σχέδια των ιεραποστολικών ομάδων στον ελληνικό χώρο,
επειδή λόγω των πολεμικών δραστηριοτήτων δεν ήταν ασφαλές μέρος.18
Στις εργασίες της Β΄ Εθνοσυνελεύσεως του
Άστρους ο ιερέας Ν. Ζίας πληρεξούσιος Κέας, έθεσε ζήτημα καταχρήσεων σε βάρος
της Ορθόδοξης θρησκείας από την πλευρά ξένων ιεραποστολικών ομάδων, οι οποίες
ενδεχομένως θα δρούσαν στον Ελληνικό χώρο.19
ζ/. Στις αρχές του 19ου αιώνος, παρατηρήθηκε
ζωηρά κίνησις Προτεσταντών Μισσιοναρίων προς τις κατεχόμενες Ελληνικές
περιοχές, όπου η δυστυχία, η
φτώχεια και η αμάθεια, επικρατούσαν σε αυτόν τον γεωγραφικό χώρο, και απέβησαν
ευκόλως αντικείμενο εκμεταλλεύσεως προς επικράτησή τους. Δυτικοί
Προτεστάντες διαφόρων εθνικοτήτων –Άγγλοι, Αμερικανοί, Γερμανοί, Ελβετοί
κ.α.- αλλά και Παπικοί ίδρυσαν πολυαρίθμους ιεραποστολικούς σταθμούς
-σφυζούσες δυτικές Εστίες- στα σπουδαιότερα εκκλησιαστικά και πολιτικά κέντρα
της ελευθέρας και υποδούλου Ελλάδος, τέλεια οργανωμένους, «κατεργαζόμενοι μεθοδευμένα τον δυτικότροπο κοινωνικοπολιτικό
μετασχηματισμό της».
Μετά τις πρώτες επιτυχίες των Ελλήνων επαναστατών, οι
μισσιονάριοι άρχισαν να ενεργοποιούνται και πάλιν στις απελευθερωμένες
περιοχές. Μερίδα των αγράμματων, ρακένδυτων και
βασανισμένων Ελλήνων, υπεδέχθη με ενθουσιασμόν τους Μισσιοναρίους
(Δυτικούς «ιεραποστόλους»). Αρκούσε το ότι προήρχοντο εκ της «πεφωτισμένης» Δύσεως!!!
Στους υποστηρικτές των Μισσιοναρίων συγκαταλέγονται εκτός από τους λογίους, και
εκπρόσωποι της διαμορφουμένης και ανερχομένης αστικής τάξεως και κυρίως της
«ανωτέρας» τάξεως, στους οποίους συμπεριελαμβάνοντο οι κοτζαμπάσηδες και
καραβοκυραίοι..
η/. Στόχος των μισσιοναρίων και των δυτικοσπουδαγμένων
«διαφωτιστών» και επίδοξων εκσυγχρονιστών, αποτελούσε η κατά τα δυτικά πρότυπα
μετατροπή της Ελλάδος σε …λαϊκό κράτος, το οποίον συνεπάγετο και την δημιουργία
Νέας Εκκλησίας, ανεξαρτητοποιημένης εκ του
αντιδυτικού Πατριαρχείου, καθώς και νέας καταστάσεως ως προς τις σχέσεις
Εκκλησίας-Ελληνικού Κράτους.
Στην νέα υπό διαμόρφωση κατάσταση, όπως επεδίωκαν οι
Μισσιονάριοι και οι «διαφωτιστές», η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θα είχε τον έως τότε
εξέχοντα εθναρχικό και ρυθμιστικό ρόλο, αλλά θα καθίστατο απλώς ένας εκ των
πολλών κοινωνικών θεσμών και το Κράτος θα ηδύνατο να υποκαταστήση την θρησκεία
με την κοσμική ιδεολογία. Η δράσις των Μισσιοναρίων, των δυτικών δηλαδή
ιεραποστόλων, είχε ως στόχο είχαν εκτός από την πολιτική δυτικοποίηση του
Ελληνικού λαού και την θρησκευτική μεταστροφή, δηλαδή τον εκδυτικισμό της
«αιρετικής» και «αξέστου» Ανατολής.
θ/. Τον αντιχριστιανικόν
προσυλητιστικόν και συνεπώς αντεθνικόν και αντεπαναστατικόν ρόλον των
μισσιοναρίων, καταγράφει και
στηλιτεύει ο Κυριακός Λαμπρύλος Χατζή Νικολάου, στο βιβλίο του: «Ο μισιοναρισμός και προτεσταντισμός εις τας Ανατολάς»
«οι
Κ.Κ.20 ούτοι προσπαθούν παντοιοτρόπως να
σύρουν προσηλύτους προς την Αίρεσιν των, και προς επίτευξιν τούτου
μεταχειρίζονται την τε χρηματικήν διαφθοράν προς τους εν ηλικία, και την
κιβδήλευσιν της δημοσίας εκπαιδεύσεως δια τα άνηβα παιδία, εις των οποίων τον
νούν επεχείρησαν να εμφυλίσουν δόγματα, οποία δεν αποδέχεται ή κατακρίνει η
Ανατολική Εκκλησία». Σε
ένα ανώνυμο κείμενο του 1836 που τιτλοφορείται «Επιστολή
περί του τις ο υποκεκρυμμένος σκοπός των εις την Ελλάδα ιεραποστόλων της
Βιβλικής Εταιρίας» σημειώνονται τα εξής περί των
μισιονάριων:
«Αυτοί οι κύριοι, φίλε μου, δεν έχουν
άλλον σκοπόν κύριον παρά το να κάμωσι προσηλύτους εις τα δόγματα της
Λουθηροκαλβινικής θρησκείας των». Παρακάτω ο ανώνυμος
συγγραφέας εξανίσταται διότι η προσηλυτιστική δράση των μισιονάριων αντί να
κατευθύνεται προς λαούς αλλόδοξους αυτή στρέφεται «δολίως» και με «επιβουλήν Ιησουιτικήν»
προς τους ορθοδόξους. Και συνεχίζει δηκτικά: «Εις τον τόπον ημών έρχονται να μας
διδάξωσιν την ευσέβειαν οι Χάρτλιγγες, οι Κίγκοι, οι Κόρκοι και άλλοι παρόμοιοι
μικρόνοες υποκριταί και απατηλοί άνθρωποι, διαφθείροντες τους υιούς μας,
εκφαυλίζοντες τας θυγατέρας μας και ταράσσοντες την κοινήν και οικιακήν ημών
ειρήνην;».
Και συμπληρώνει στην ανώνυμη αγανάκτησή του
τα εξής: «Μη τους
πιστεύσης λοιπόν ώ Έλλην ότι ήλθον εδώ δια τον φωτισμόν του Έθνους, ήλθον δια
να το σύρουν εις τας παραφροσύνας της Έριδος, όλοι των οι σκοποί εις τούτο
αποβλέπουν, και τα Σχολεία και η κιβδήλευσις των Γραφών και τα φυλλάδια». (Κυριακός
Λαμπρύλος Χατζή Νικολάου, «Ο μισιοναρισμός και προτεσταντισμός εις τας
ανατολάς», Σμύρνη, 1836.).
ι/. Οι κοτζαμπάσηδες και
καραβοκυραίοι, στις ιδέες των μισσιοναρίων και των λεγόμενων διαφωτιστών,
εκπεφρασμένες από τον αυτοεξόριστο και απόντα από τους εθνικούς αγώνες Αδαμ.
Κοραή (Κοραϊσμός), βρήκαν αναπάντεχους συμμάχους, προκειμένου να προστατεύσουν
τα κατ’αυτούς «κεκτημένα» τους.
Επείσθηκαν
πως για να απαλλαγούν μια για πάντα από τους νικητές και λαοπρόβλητους οπλαρχηγούς,
στην
παμψηφία τους σχεδόν Ορθόδοξοι χριστιανοί, έπρεπε να αρχίσουν να
φωνάζουν για ανθρώπινα δικαιώματα, ατομικές ελευθερίες, «Φωτισμένη Ευρώπη», Σύνταγμα,
μόρφωση των αγράμματων ιερέων και χωρικών, ψηφοφορίες από τον λαό για επιλογή
των πληρεξουσίων του, και άλλα συναφή συνθήματα, την στιγμή που δεν είχαν τεθεί
ούτε καν τα θεμέλια ενός αρτισύστατου κράτους.
Προφανώς
δεν το έκαναν επειδή επίστευαν στις αρχές της ελευθερίας και δημοκρατίας ή του
«Διαφωτισμού», αλλά κρυπτόμενοι όπισθεν
των συνθημάτων ελευθερία-ισότης, εκσυγχρονισμός της Εκκλησίας, εκλογές και Σύνταγμα,
ήσαν βέβαιοι ότι θα αποκτούσαν «άλλοθι» προκειμένου να επιβάλλουν την ιδιότυπη
δικτατορία τους, με συνταγματικό μανδύα.
ια/. Επειδή μόνον οι
κοτζαμπάσηδες και καραβοκυραίοι (εφοπλιστές της εποχής εκείνης), είχαν την
εξουσία, διατηρούσαν φιλικές σχέσεις με το Οθωμανικόν καθεστώς, είχαν
διασυνδέσεις με τους Αγγλογαλλορώσους εντολοδότες, και διέθεταν το χρήμα,
θεωρούσαν βέβαιον ότι τελικώς και οι νικητές-οπλαρχηγού θα υπέκυπταν και θα ανεγνώριζαν
ως αρχηγούς τους, κάποιους από τους διαθέτοντες τα παραπάνω «προσόντα»..
Έτσι το πρόβλημα των
σχέσεων οπλαρχηγών και κοτζαμπάσηδων έγινε πολύ σοβαρό και ανυπέρβλητο. Κατέστη
τροχοπέδη, ανασταλτικός και στην συνέχεια αρνητικός παράγων για την περαιτέρω
πορεία της Επαναστάσεως !!!.
ιβ/. Τους κινδύνους για
την Ορθοδοξία και κατ’επέκταση την περαιτέρω πορεία της Επαναστάσεως, που
απέρρεαν από την δράση των μισσιοναρίων, επεσήμανε ο λόγιος Παν. Κοδρικάς [Παναγιώτης
Κοδρικάς (1762-1827) ή Παναγιωτάκης Κατζηλλιέρης], τονίζοντας ότι η Εκκλησία είναι
θεματοφύλακας, συνεπώς με την λειτουργία
που επιτελεί και το κύρος που διαθέτει, πρέπει να τεθεί στο επίκεντρο της
πολιτικής ζωής του έθνους. Σε επιστολή του στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, παραθέτοντας
την άποψή του σχετικά με την σύσταση του υπουργείου της Θρησκείας, μεταξύ άλλων
γράφει:
«Η υπουργεία, ήτοι το
μινιστέριον της Θρησκείας, ήτις είναι μια διαβεβλημένη επίνοια εκείνων οπού
αθέσμως ετόλμησαν να καθυποβάλουν τας εκκλησιαστικάς υποθέσεις εις πολιτικάς
διατάξεις, ου ένεκα και κατηργήθη το τοιούτον υπούργημα ως ανοσιούργημα, είναι
πάντη περιττόν εις μίαν χριστιανικήν διοίκησιν. Η θρησκεία (ΣΣ: Η Ορθόδοξη Πίστη) είναι εν ιερόν φρούριον συντηρητικόν
της ηθικής υπάρξεως του έθνους εφ’ ης επιστηρίζεται κάθε νόμιμον πολίτευμα. …».21
ιβ/. Όντως ήταν αδιανόητο η Εθναρχούσα Εκκλησία, που
πρωτοστάτησε κατά την διάρκεια της Οθωμανοκρατίας, στους αγώνες του υπόδουλου
Γένους και στην κήρυξη της Εθνικής Επαναστάσεως του 1821, να τεθεί υπό τον
έλεγχο της εγκόσμιας εξουσίας, όπως διακηρύσσοντο στις διαφωτιστικές ιδέες και τους
εκπροσώπους τους.22 Το «Μινιστέριο της Θρησκείας»,
επισημαίνει ο Κοδρικάς στον Μαυροκορδάτο, «είναι ένα εξάμβλωμα της δυτικής
πολιτειολογίας και δεν χρειάζεται στην ελληνική πραγματικότητα».
Ο επιφανής Έλλην
λόγιος, βλέποντας την εμφανώς αντεθνική και αντι-ορθόδοξη δράση των
μισσιοναρίων, επισημαίνει τους κινδύνους και επιχειρεί να μεταφέρει στις νέες πολιτικές
συγκυρίες τον προεπαναστατικό ρόλο της Εκκλησίας ως Πνευματικού ταγού των
Ελλήνων, κατοχυρώνοντας την θέση και την ισχύ της και αναδεικνύοντας την
πολιτική της αυτονομία στα πλαίσια της πολιτειακής οργανώσεως του
επαναστατημένου έθνους.
Φυσικά οι μισσιονάριοι δεν επέτυχαν απολύτως στους
στόχους τους, πλην όμως συνέβαλλαν στην διόγκωση του διχαστικού κλίματος μεταξύ
προεστών-καραβοκυραίων και οπλαρχηγών-Φιλικών, διάσπαση της πολιτικής ενότητος
και διάρρηξη των αρμών κοινωνικής συνοχής, που επιτάχυναν την επαναστατική τελμάτωση
και οδήγησαν τους Έλληνες στον τραγικόν εμφύλιον πόλεμον (1823-1825)…
Συνεχίζεται
1 Ο Δεληγιάννης επέμενε ότι η άφιξη του
Κολοκοτρώνη δεν προκάλεσε την ταραχή που γράφουν άλλοι απομνημονευτές σε
Οθωμανούς και προύχοντες για να εκδικηθεί για τους διωγμούς του 1806, αντίθετα
κρυβόταν στον πύργο του φίλου του Παναγιώτη Μούρζινου, βλ. Κ. Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, ό.π., τ. Α΄, σ.
161-164, Φ. Χρυσανθόπουλος, Απομνημονεύματα,
ό.π., τ. Α΄, σ. 108.
2 Τα Αρχεία της Ελληνικής
Παλιγγενεσίας, τ. 1ος,
Αθήνα: Βουλή των Ελλήνων, 2002, σ. 441.
3 Α. Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Β,
Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 2000, σ. 365.
4 Ν. Σπηλιάδη,
Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής
Επαναστάσεως, τομ. 1ος, Αθήνα, 1970, σ. 209.
5 Φ. Χρυσανθόπουλου ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α, Αθήνα: Χ.
Μπούρας, χ.χ., σ. 191-192.
6 Κ. Δεληγιάννης, Απομνημονεύματα, ό.π., τ. Α’, σ. 99,
Ν. Ροτζώκος, Πολιτικές και
κοινωνικοπολιτικές συγκρούσεις στο εικοσιένα, ό.π., σ. 83-Νίκος Β.
Ροτζώκος, Επανάσταση και Εμφύλιος στο
Εικοσιένα, εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα 1997
7 Ο Γρηγόριος Δίκαιος (Παπαφλέσσας) έφτασε στην
Πελοπόννησο στα τέλη του 1820, ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρείας, για να
αφυπνίσει τις ελληνικές συνειδήσεις. Πολλές απόπειρες δολοφονίας έγιναν εις
βάρος του, όλες όμως αποτυχημένες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Φωτάκος, τους
έπειθε με την ρητορική του δεινότητα, (Πηγές:
Φ. Χρυσανθόπουλος, Απομνημονεύματα,
ό.π., τ. Α΄, σ. 88-89 --- Τ.
Σταματόπουλος, Ο εσωτερικός αγώνας
πριν και την επανάσταση του ’21, ό.π., τ. Α΄, σ. 150-154).
8 Μέντελσον-Μπαρτόλδυ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, Αθήνα: Μορφωτική Εταιρεία,
1955, σ. 95.
9 Ο όρος ελληνικός Διαφωτισμός πλάστηκε
το 1945 από τον Κ. Θ. Δημαρά, ο οποίος ανασύνθεσε τα χαρακτηριστικά του
ευρωπαϊκού κινήματος στην ελληνική του εκδοχή. Ο νεολογισμός όμως
«Διαφωτισμός», είχε δημιουργηθεί προς το τέλος του 19ου αιώνα, μάλλον από τον
Δημήτριο Βερναρδάκη (Δημαράς, 1989, σελ. ιε΄). Ο Όμιλος Μελέτης του Ελληνικού
Διαφωτισμού (ΟΜΕΔ) που ιδρύθηκε το 1962 με πρωτοβουλία του Κ. Θ. Δημαρά, αποτελεί
πόλο συσπειρώσεως των μελετητών που εστιάζουν τις μελέτες τους στο φαινόμενο
του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Το περιοδικό του Ομίλου είναι Ο
Ερανιστής, η έκδοση του οποίου ξεκίνησε το 1963.
10 Μισσιονάριοι
:
Οι
«ιεραπόστολοι» Παπικοί και Προτεστάντες, οι οποίοι έδρασαν από τις αρχές της
Ελληνικής Επαναστάσεως στις περιοχές της Επαναστατημένης και λοιπής υπόδουλης
Ελλάδος, ως απεσταλμένοι τών «Εκκλησιών» τους σε μακρινές χώρες, προκειμένου,
κατ’αυτούς να κηρύσσουν εκεί και να
διαδίδουν τον χριστιανισμόν, στην ουσία όμως να προπαγανδίσουν την δική τους αλλόδοξη
θρησκεία και να προσηλυτίζουν ορθοδόξους στα δικά τους δόγματα. [ΕΤΥΜΟΛ.
< ιταλ. missionario (<
λατ. missionarius < missio, -onis «αποστολή»)].
11 Διαμαντής Απόστολος, «Τα σχήματα ερμηνειών
για το 21: Το λάθος του Δημαρά», Αντίφωνο, 25 Μαρτίου 2014.
12 Μερίδα της σύγχρονης
(21ος αι.) ιστοριογραφίας της Γαλλικής Επαναστάσεως αμφισβητεί επίσης την
επαναστατικότητά της και το ρόλο του Διαφωτισμού ως αιτίου της. Για παράδειγμα, βλ. Jacob Hafer,
Why the French Revolution Was Not So Revolutionary: A Brief Overview, The Histories, Vol.3, Issue 2, art. 6. Επίσης, βλ. Ιστοριογραφία της Γαλλικής Επανάστασης
13 Μαντουβάλου Μαρία, Οι
εγκωμιαστές του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης, δεινοί τιμητές και
πλαστογράφοι της Ελληνικής (Ιστοριογραφία
και Πηγές για την ερμηνεία του 1821, Συνέδριο, Ι.Μ. Πεντέλης, 12-13 Οκτ.
2012, εκδ. "Αρχονταρίκι", Αθήνα 2013, σ. 127 κ.ε.).
14 Καραμπελιάς Γιώργος,
"Η ανολοκλήρωτη επανάσταση του Ρήγα", Εναλλακτικές Εκδόσεις, Μάιος
2011, σ. 96
15 Άπαντα Τσερτσέτη , τομ. Γ΄, σελ. 149.
16 Πολίτης Αλέξης
(2008). Όπως παραπάνω, σ. 244-245.
17 πρωτοπρ. Γεώργιος Μεταλληνός, «Ειδήσεις για βοιωτικές
πόλεις σε εκθέσεις των Άγγλων μισσιοναρίων H.D.Leeves και I.Lowdndes
(1820-1840)», στο: Επετηρίς της Εταιρείας Βοιωτικών Μελετών, τομ.Α', τχ. β'
(1988), σελ.931.
18 Σόφη Παπαγεωργίου, Αμερικανοί ιεραπόστολοι στην Ελλάδα
1820-1850, εκδ.Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα, 2001, σελ.51
--«Δύο Αμερικανοί ιεραπόστολοι στη Μάνη», στο:Πρακτικά του Α'
Διεθνούς Συνεδρίου Πελοποννησιακών Σπουδών (Σπάρτη,7-14 Σεπτεμβρίου 1975), τομ.
3ος εν Αθήναις, 1976-1978, σελ.22
--Πόλλη Θαναηλάκη, «Οι εκπαιδευτικοί σχεδιασμοί των Αμερικανών προτεσταντών
μισσιοναρίων για την Σάμο το 19ο αι.»,Σαμιακές Μελέτες, τομ.7 (2005-2006),
σελ.367-377
--Πόλλη Θαναηλάκη,«Η Σάμος και τα νησιά του
βορειοανατολικού Αιγαίου ως σημεία αναφοράς της αμερικανικής προτεσταντικής
εξάπλωσης στη νοτιοανατολική Μεσόγειο τον 19ο αιώνα: ρεαλισμός ή ουτοπία»,
Σαμιακές Μελέτες, τομ.8 (2007-2008),σελ.56.
19 Χρυσόστομος
Παπαδόπουλος, Ιστορία της Εκκλησίας της Ελλάδος, τομ.1ος, εν Αθήναις, 1920,
σελ. 26
20 Αναφέρεται στους ανθέλληνες
μισσιονάριους, γερμανόν Ludwig Korck
και αμερικανόν Jonas King.
21 Οικονόμου Μιχαήλ, Ιστορικά της ελληνικής Παλιγγενεσίας, Δημόσια Βιβλιοθήκη της
Σχολής Δημητσάνης, Αθήναι 1976 (φωτομηχανική επανέκδοσις).
22 Παπαδόπουλος
Παν. Νικόλαος, Από την εκκλησιαστικήν ιστορίαν των Κυκλάδων», Εφημέριος, τ. 17 (1968), σ.332-336.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου