ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ
ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1
«… Κι απ’ τη Χρυσή
την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης, ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε
μεσ’ την Πόλη, στην Αγιά
Σοφιά.
Και χύνεται ο
ήλιος της κορώνας του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη
σαν τα λούλουδα και χάνεται ο Φράγκος, σαν την
καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)2
ΜΕΡΟΣ 8ο
Ζ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΣ
ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ (Συνέχεια 7ου μέρους) 3
3. Έλληνες Επίσκοποι (Πάπες) της Εκκλησίας
της Ρώμης.4
Ο διακεκριμένος
Δυτικός θεολόγος, Επίσκοπος Ντάραμ J. B. Lightfoot ομολογεί, ότι: «η ελληνική καταγωγή της Ρωμαϊκής Εκκλησίας
είναι τώρα αποδεκτή από τους καλύτερους συγγραφείς (αφού) οι πρώτοι Επίσκοποι της
για αρκετές γενεές με πολύ λίγες εξαιρέσεις έφεραν ελληνικά ονόματα και όλη η
γραμματεία της για δύο σχεδόν αιώνες ήταν ελληνική» (J. B. Lightfoot, “St.
Paul’s Epistole to the Philippians”, σελ. 18 – 19).
Ανάκλητος
ή Ανάγκλητος
Επίσκοπος
της Εκκλησίας της Ρώμης (76/79-88/91).
Φέρεται ως ο διάδοχος του πρώτου επισκόπου Ρώμης, Λίνου. Διάδοχός
του υπήρξε ο Κλήμης [Ορισμένοι τον ταυτίζουν με τον συνεργάτη του Αποστόλου
Παύλου, που αναφέρεται στην προς Φιλιππησίους Επιστολή (4/3), ο οποίος ήταν Αθηναίος].
Η ευθύνη της έγκυρης στηρίξεως της πίστεως και της τάξεως, μετά
τους επισκόπους Ρώμης Λίνο
(64/67-76/79) και Ανέγκλητο
ή Ανάκλητο (76/79-88/91), διαβιβάσθηκε, σύμφωνα με τους
αρχαίους καταλόγους του Ηγησίππου,5 στον ελληνομαθέστατο επίσκοπο Κλήμεντα
(88/91-97/100),6 που θεώρησε καθήκον εξ ονόματος της Εκκλησίας του να αναλάβει πρωτοβουλία παρεμβάσεως
για την επίλυση ενός σοβαρού εσωτερικού προβλήματος του εκκλησιαστικού σώματος
της Κορίνθου,
όταν αμφισβητήθηκε η μονιμότητα της διακονίας του «Πρεσβυτερίου» της από
νεώτερα «λαϊκά» μέλη της.
Ο Λίνος υπήρξε κατά την
πιθανώτερην και λογικώτερην εκδοχήν, ο πρώτος επίσκοπος της Ρώμης. 7
Δυστυχώς, το παραμύθι
των Φραγκοπαπικών περί ιδρύσεως της Εκκλησίας της Ρώμης από τον Απόστολον
Πέτρον και του υποτιθέμενου μαρτυρίου του εις την Ρώμην, διαιωνίζεται μέχρι σήμερον από τους αιρεσιάρχες
του Βατικανού και άλλους ψευδοχριστιανούς και αντιχριστιανούς συμμάχους τους,
όπως συμβαίνει και με τον Λατινικόν ιδρυτικόν μύθον της αρχαίας Ρώμης!
Το τραγικόν όμως, της
υποθέσεως είναι ότι, αρκετοί οικουμενιστές και οικουμενίζοντες «ορθόδοξοι»
ιεράρχες και γενικώτερα «ορθόδοξοι» ρασοφόροι, ψελλίζουν ή συντηρούν τον μύθον
των νεο-Λατίνων του Βατικανού, περί του Αποστόλου Πέτρου, στο ορθόδοξον ποίμνιόν
τους, αντί να ξεσκεπάζουν τους αρχιερείς-παραμυθολόγους και να αποκαλύπτουν
τους κρυπτοταλμουδιστές/Βαβυλωνιστές,
του Βατικανού.
Η προέλευση της παπικής τιάρας αποτελεί μυστήριο. Η λέξη τιάρα
είναι ελληνική αλλά πιθανής περσικής προελεύσεως (Λεξ. Π.Χ.Δορμπαράκη, σ. 806).
Αφορούσε στο στέμμα του «μεγάλου βασιλιά». Το σχήμα της παπικής τιάρας, είναι
το ίδιο με εκείνο του ιερέως του θεού των σατανιστών Χαναναίων και Φιλισταίων Δαγών.8
Με αδιάσειστα
αγιογραφικά στοιχεία, αποδείχθη ότι, ο Απόστολος Πέτρος, ούτε ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης υπήρξεν, ούτε εις την Ρώμην εμαρτύρησεν, ούτε καν μετέβη εις
αυτήν (βλέπε 7ο μέρος, υποσ.18)!!!
Προς επίρρωση των
παραπάνω, παραπέμπομεν σε σχετικόν επί του θέματος ανακοινωθέν την 19ην Μαρτίου
2013, της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, απόσπασμα του οποίου παραθέτομεν κατωτέρω
σε υποσημείωση. 9
Ευάρεστος
Τέταρτος επίσκοπος Ρώμης μετά τους Λίνον, Ανάκλητον
και Κλήμεντα Α΄. Κατά τον Ειρηναίον, τρίτος επίσκοπος της επτάλοφης Ρώμης. Σύμφωνα
με τον Ευσέβιο, εποίμανε την εκκλησίαν της Ρώμης, από το δωδέκατο έτος της
βασιλείας του Δομιτιανού μέχρι το τρίτο του Τραϊανού, δηλαδή από το 97 μέχρι το
105 μ.Χ.
Τελεσφόρος
Επόμενος Έλληνας πάπας μετά τον Ευάρεστο ήταν ο Τελεσφόρος
(125-136), του οποίου η θητεία συνέπεσε με την βασιλεία του αυτοκράτορα
Αδριανού (117-138).
Με ελληνική καταγωγή (γεννήθηκε στον Τάραντα της
Μεγάλης Ελλάδας), πολέμησε τις αιρέσεις των Γνωστικών και εισήγαγε
πολλές λατρευτικές διατάξεις, όπως την νηστεία της Σαρακοστής, την
καθιέρωση τριών λειτουργιών κατά τα Χριστούγεννα (ανάλογα με την επιθυμία του
ιερέα) και την θέσπιση του ύμνου «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» κατά την θεία
λειτουργία. Μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού («ός και ενδόξως εμαρτύρησεν», γράφει ο
Ειρηναίος Λουγδούνου).
Υγίνος
Τον Τελεσφόρο διαδέχθηκε ο Υγίνος ο οποίος,
σύμφωνα με παλαιές πηγές, φέρεται ως Αθηναίος.
Η αρχιερατεία του διήρκεσε από το 136 έως το 140 ή σύμφωνα με τον
Ευσέβιο Καισαρείας, από το 148 έως το 142. Απεβίωσε κατά το «τέταρτον της
επισκοπής έτος». Η περίοδος της αρχιερατείας του συμπίπτει με την μακρά
ειρηνική και εποικοδομητική περίοδο διακυβερνήσεως της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας
από τον Αντώνιο Πίο (138-161).
Στον Υγίνο αποδίδονται αρκετές εκκλησιαστικές,
λατρευτικές και θεολογικές οδηγίες, όπως ο προσδιορισμός των μικρών βαθμών του
ιερατείου, η ονομασία των ιερατικών οφφικίων, η επιβεβαίωση ότι η πληρότητα του
ιερατείου περιέχεται μόνον στο επισκοπικό αξίωμα, η άποψη ότι οι επίσκοποι
μαζί με τον πάπα αποτελούν την διδάσκουσα Εκκλησία, η θέσπιση αναδόχων για το
βάπτισμα των κατηχούμενων, κλπ.
Ελεύθερος
Ξεχωριστή είναι η περίπτωση του Ελευθέρου ή
Ελευθερίου, Έλληνα την καταγωγή από την Νικόπολη της Ηπείρου. Η Νικόπολη,
ιδρυμένη από τον Αύγουστο σε ανάμνηση της νίκης του επί του Αντωνίου στην
ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), αποτελούσε σημαντικό κέντρο της Δυτικής
Ελλάδας.
Η χριστιανική Εκκλησία της Νικοπόλεως ιδρύθηκε
από τον απόστολο Παύλο και γι’ αυτό τον λόγο, ακόμη και σήμερα η Μητρόπολη
Νικοπόλεως και Πρεβέζης αναγνωρίζεται ως αποστολική. Από πληροφορία του
Ηγησίππου (που αναφέρεται στην προς Κορινθίους επιστολή του Κλήμεντα Ρώμης),
συνάγεται ότι ο Ελεύθερος υπήρξε διάκονος του Ανικήτου (τον Ανίκητο διαδέχθηκε
ο Σωτήρ από την Καμπανία (166-175) και αυτόν ο Ελεύθερος).
Ο Ελεύθερος ποίμανε την Εκκλησία κατά την περίοδο της αυτοκρατορίας
του Μάρκου Αυρηλίου (168-180) και του γιου του Κόμμοδου (180-192). Παρά το
γεγονός ότι ο Κόμμοδος δεν είχε τις αρετές του πατέρα του, κατά την περίοδο
της διακυβερνήσεώς του, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, «η κατάσταση των Χριστιανών βελτιώθηκε και,
θεία βουλήσει, η ειρήνη επεκτάθηκε σε όλες τις Εκκλησίες της αυτοκρατορίας. Ο
λόγος της σωτηρίας άρχισε να ελκύει τις καρδιές των ανθρώπων κάθε κοινωνικής τάξεως
και εκτενώς δόξαζαν τον Πλάστη του Σύμπαντος, έτσι ώστε στη Ρώμη πολλοί
επιφανείς άνθρωποι με ολόκληρη την οικογένειά τους, αγκάλιαζαν την διδασκαλία
της σωτηρίας».
Η αρχιερατεία του Ελεύθερου συνέπεσε με την αίρεση του
Μοντανισμού και με τους διωγμούς του Μάρκου Αυρηλίου (177-178) κατά των
Χριστιανών.
Αντέρως ή Ανθηρός 10
Ο άγιος Ανθηρός ή
Αντέρως, ήταν Πάπας από τις 21
Νοεμβρίου
235 έως τις 3
Ιανουαρίου
του 236, σύμφωνα με τον
κατάλογο των Παπών της Ρώμης, όταν διαδέχθηκε τον πάπα Ποντιανό, που εκτοπίστηκε από την Ρώμη, μαζί με τον αντιπάπα Ιππόλυτο της Ρώμης, στην Σαρδηνία.
Υπάρχει η άποψη ότι εμαρτύρησε
στην φυλακή κατά την διάρκεια των διωγμών του αυτοκράτορα Μαξιμίνου του Θράκα, αλλά υφίστανται ελάχιστες μαρτυρίες για
αυτό, και το πιθανώτερο είναι ότι πέθανε ειρηνικά κατά την διάρκεια εκείνων των
διωγμών. Ετάφη στην παπική κρύπτη του κοιμητηρίου του πάπα Καλλίστου Α΄ στην Ρώμη και αργότερα αγιοποιήθηκε.
Ο Αντέρως, που έγινε
πάπας για ένα μήνα και δέκα ημέρες, θεωρείται ελληνικής καταγωγής. Το
δυτικοποιημένο όνομά του Ανθηρός θεωρείται, κατά Λιστενμπερζέ, ότι προήλθε μετά
από μικρή παραμόρφωση, του ακραιφνώς ελληνικού Αντέρως, προς
"ωραιοποίηση", για να μη θυμίζει περίοδο ειδωλολατρίας.
Κατά τους Λατίνους
συγγραφείς, ο Αντέρως φέρεται να κατάγεται από την Ελλάδα, ενώ κατ’ άλλους από
την Μεγάλη Ελλάδα, ως γιος κάποιου Ρωμύλου. Αν και θεωρείται ότι εμαρτύρησε
στην φυλακή, χωρίς όμως να υφίστανται ιστορικά στοιχεία περί αυτού, αντίθετα
υπάρχουν στοιχεία της περιόδου που κατείχε την Επισκοπική έδρα της Παλαιάς Ρώμης.
Ο τάφος του ανευρέθη
το 1854 και φέρει ελληνική
επιγραφή "Αντέρως επι..",
που ερμηνεύεται ως "Αντέρως επίσκοπος".
Σύμφωνα με το Παπικό
εορτολόγιο, ο Άγιος Ανθηρός, εορτάζεται στις 3 Ιανουαρίου.
Σίξτος Β΄ 11
Ο Σίξτος Β΄
(Papa Sisto II, ... - 6
Αυγούστου
258), παραφθορά του
ελληνικού Ξυστός, που σημαίνει «γυαλισμένος», ήταν Επίσκοπος Ρώμης από
τις 30
Αυγούστου
του 257 έως τον θάνατό του
το 258. Μαρτύρησε κατά την
διάρκεια των διωγμών από τον αυτοκράτορα Βαλεριανό.
Σύμφωνα με το Liber
Pontificalis,
γεννήθηκε σε ελληνικό έδαφος και μάλιστα θεωρείται ότι ήταν Αθηναίος. Ωστόσο,
αμφισβητείται από σύγχρονους ιστορικούς της Δύσεως το γεγονός αυτό. Σύμφωνα με
τους τελευταίους, ο συγγραφέας του Liber
Pontificalis, φαίνεται ότι συγχέει τον πάπα με κάποιον Έλληνα σπουδαστή
της Πυθαγόρειας Φιλοσοφίας, ονόματι Ξύστο.
Tο
μαρτύριο του πάπα Σίξτου.
Στις 6 Αυγούστου του
258, ο Σίξτος μαρτύρησε με αποκεφαλισμό, κατά τους διωγμούς του Βαλεριανού.
Μαζί του εκτελέστηκαν 6 ακόμα διάκονοι: Ιανουάριος, Βικέντιος, Μάγνος,
Στέφανος, Ευτυχής και Αγαπητός.
Ο Σίξτος θεωρείται
συγγραφέας του ψευδοκυπριακού έργου Ad Novatianum (προς Νοβατιανόν),
παρ’ όλο που οι απόψεις του δεν συνάντησαν καθολική αποδοχή. Η μνήμη του
τιμάται από τους παπικούς στις 7
Αυγούστου
μαζί με των συντρόφων του, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την μνήμη του στις 10 Αυγούστου.
Η ποιμαντορία της ρωμαϊκής Εκκλησίας από τον Σίξτο (30/8/257-6/8/258),
σημαδεύθηκε από ένα διάταγμα του Βαλεριανού (τον Αύγουστο του 257), το
οποίο θεωρούσε την χριστιανική θρησκεία παράνομη, υποχρέωνε τον κλήρο να
θυσιάζει στους θεούς και απαγόρευε στους Χριστιανούς να συγκεντρώνονται στις
κατακόμβες.12
Ως επίσκοπος Ρώμης, ο Σίξτος μερίμνησε για την
αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των αφρικανικών και των ανατολικών Ορθόδοξων
Εκκλησιών, οι οποίες είχαν διαταραχθεί από τον προκάτοχό του, με αφορμή το
ζήτημα του αιρετικού βαπτίσματος.
Ευσέβιος
Βραχεία υπήρξε και η
ποιμαντορία της Εκκλησίας της Ρώμης από τον Ευσέβιο (18/4/309 ή 310 –
17/8/309 ή 310), ο οποίος βρέθηκε ενώπιον των δραματικών καταστάσεων της εποχής
του Κωνσταντίνου, του Λικίνιου και του Μαξεντίου. Ο άγιος Πάπας Ευσέβιος ήταν
Πάπας για τέσσερις μήνες το έτος 309 ή 310.
Εξελέγη στις 18 Απριλίου και στις 17 Αυγούστου
καθαιρέθηκε από τον Αυτοκράτορα Μαξέντιο, λόγω ανωμαλιών στα εκκλησιαστικά
πράγματα, που κατέληξαν και σε βιαιότητες. Ο Ευσέβιος πέθανε εξόριστος στην
Σικελία και ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο του Καλλίστου. Ο Πάπας Δάμασος Α΄
τοποθέτησε επιτύμβια πλάκα με σχετικό ποίημα στον τάφο του. Οι παπικοί τιμούν
την μνήμη του στις 26 Σεπτεμβρίου.
Ζώσιμος
Η ποιμαντορία της παπικής έδρας συνεχίστηκε από τον Έλληνα
Ζώσιμο (από την Καππαδοκία) (18/3/417-26/12/418). Η θητεία του
χαρακτηρίζεται από την στάση του έναντι της αιρέσεως του πελαγιανισμού (η
οποία είχε καταδικασθεί από τον προκάτοχό του Ιννοκέντιο Α΄), καθώς και από την
έκδοση εγγράφου σχετικού με την αμαρτία, το οποίο ο ιερός Αυγουστίνος επαινεί
για την σαφήνειά του.
Ο Ζώσιμος αγωνίσθηκε για την επιβολή πειθαρχίας
στον κλήρο, την κατάργηση της δουλείας και των ανήθικων θεαμάτων. Επιπλέον
κατόρθωσε να επιβάλει τα δικαιώματα της Αρχιεπισκοπικής Έδρας, στους επισκόπους
της Αφρικής.
Βονιφάτιος Γ΄
Ελληνικής καταγωγής, ήταν ο Βονιφάτιος Γ΄
(19/2/607 -12/11/607), ο οποίος είχε διατελέσει αποκρισάριος13 του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου (590-604), του
επονομαζόμενου Διαλόγου, λόγω του συγγραφικού του έργου στην Κωνσταντινούπολη.
Πάπας Θεόδωρος Α΄
Ο Ιεροσολυμίτης, Έλληνας πάπας, Θεόδωρος Α΄
(642-649) τάχθηκε κατά της αιρέσεως του μονοθελητισμού και υιοθέτησε τον
τίτλο «πατριάρχης της Δύσεως». Ο Κύπρου Σέργιος του απέστειλε εγκάρδιο γράμμα,
στο οποίο τον αποκαλεί «στήριγμα
θεοπαγές και ασάλευτον, και στηλογραφίαν διαφανή της πίστεως… την σην
αποστολικήν καθέδραν ιδρύσατο Χριστός ο Θεός ημών……».
Ιωάννης ΣΤ΄
Ο Ιωάννης ΣΤ΄ (30/10/701 – 11/1/705), του
οποίου η διαποίμανση χαρακτηρίσθηκε από σύνεση και από το ειρηνοποιό του
πνεύμα, καταγόταν από την Μικρά Ασία, και συγκεκριμένα από την Έφεσο.
Δύο επιτεύγματα ιστορικής σημασίας καταγράφονται στο ενεργητικό του. Πρώτον, η συνετή στάση του έναντι του
αξιωματούχου Θεοφύλακτου, Βυζαντινού έξαρχου στην Ιταλία, που κατευθυνόταν στην
Ρώμη με κακές προθέσεις και τον οποίο ο Ιωάννης κατόρθωσε να τον κατευνάσει
ώστε να μην καταστρέψει την πόλη. Δεύτερον,
η σωτηρία και η αποσόβηση του κινδύνου των επαρχιών της Ν. Ιταλίας από τον
δούκα των Λογγοβάρδων Γκισούλφο Μπαμπάρδο.
Ιωάννης Ζ΄
Τον Ιωάννη ΣΤ΄
διαδέχθηκε ο γεννημένος στην Καλαβρία Έλληνας Ιωάννης Ζ΄ (1/3/705
– 18/10/707), ο οποίος άφησε αγαθή μνήμη για την διαχείριση της εκκλησιαστικής
περιουσίας και για την φροντίδα του να στολίσει την Ρώμη με μνημεία.
Ζαχαρίας
Στον Έλληνα πάπα Ζαχαρία (10/12/741 – 22/3/752),
οφείλεται η μετάφραση από τα Λατινικά στα Ελληνικά των τεσσάρων βιβλίων
«Διάλογοι του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου» (590-604), καθώς και η στέψη του
Πιπίνου του Βραχέος, ως βασιλέα των Φράγκων (751), πράξη που εγκαινίασε την
δυνατότητα των παπών να στέφουν και να καθαιρούν τους Φράγκους βασιλείς, διασφαλίζοντας
ταυτόχρονα την ιερότητα αυτής της πράξεως από τους Φράγκους.
Στην ιστορική αναδρομή των Ελλήνων που ποίμαναν
την επισκοπική έδρα της Ρώμης, πρέπει να προσθέσουμε δύο στοιχεία:
Πρώτον, την αναγνώριση της σημαντικής
συμβολή της Ρώμης κατά την Εικονομαχία, δεδομένου ότι στην Ζ΄
Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια, 24/9-23/10/787) μετείχαν ως εκπρόσωποι του πάπα
Αδριανού Α΄ (772-795) δύο τοποτηρητές του, ο πρωτοπρεσβύτερος Πέτρος στην
βασιλική του Αγίου Πέτρου στην Ρώμη και ο Έλληνας ηγούμενος Πέτρος της
«ελληνικής» μονής του Αγίου Σάββα στην Ρώμη.
Δεύτερον, το γεγονός ότι ο πάπας Ιωάννης
Α΄ (523-526) ήταν ο πρώτος πάπας που
επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, τον Μάρτιο του 524. Παράλληλα, υπήρξε ο
πρώτος και τελευταίος πάπας που έστεψε Βυζαντινό αυτοκράτορα, τον Ιουστίνο Α΄,
το Πάσχα (19 Απριλίου) του 524, όταν λειτούργησε «λατινίδι τη φωνή» στην
δεύτερη βασιλική της του Θεού Σοφίας, του Θεοδοσίου Β΄.
Αλέξανδρος Ε΄: Ο
τελευταίος Έλληνας πάπας (Αντιπάπας) 14
Για την πολυκύμαντη και πολυσχιδή δραστηριότητα του
πάπα Αλεξάνδρου Ε΄ κάνει λόγο ο Μάρκος Ρενιέρης (1815-1897).
Ο Αλέξανδρος Ε΄ επιθυμούσε το τέλος
του σχίσματος μεταξύ της Αβινιόν και της Ρώμης.15
Αναγνωρίσθηκε από πολλές
ιταλικές πόλεις, από την Γαλλία, την Αγγλία, ένα τμήμα της Γερμανίας και από την
Βοημία. Την 26η Ιουνίου 1409 η Σύνοδος των Καρδιναλίων στην Πίζα εκλέγει τον
Πέτρο παμψηφεί, Πάπα της φραγκοκρατούμενης πλέον, παπικής εκκλησίας με το όνομα
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ε΄.
Ο Θεός όμως δεν αξίωσε τον Πέτρο να πατήσει
το έδαφος της Ρώμης. Τελικά όμως
δεν κατόρθωσε να εισέλθει στην Ρώμη. Επιστρέφοντας από την Πίζα για την Ρώμη
στάθμευσε στην Bologna, όπου μετά από ολιγοήμερη ασθένεια παρέδωσε το πνεύμα
του την 4η Μαΐου 1410 και ετάφη
στο κοιμητήριο του τάγματος των Φραγκισκανών.16
Η επιτύμβια πλάκα
στον τάφο του αναφέρει:
CRETENSIS EX DOMOCILIO CRETENSIS NUN
CUPATUS
Δηλαδή Κρητικός στην καταγωγή, Κρητικός
αναφερόμενος
Έλεγε για τον εαυτό
του «υπήρξα ένας πλούσιος επίσκοπος, ένας φτωχός καρδινάλιος και ένας ακόμη πιο
φτωχός Πάπας».
Συνεχίζεται
1 α. Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν
τα στοιχεία της παρούσης μελέτης, πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε
ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα
αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον,
Βυζαντινός / Βυζαντινοί, Βυζαντινός πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’ οικονομίαν,
αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς αβάσιμοι. Ειδικώς
για τα «Βαλκάνια» σημειώνουμε τα εξής:
Ο
Αίμος είναι οροσειρά στα βορειανατολικά της Ελληνικής χερσονήσου, από
την οποία ονομάστηκε Χερσόνησος του
Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα
(επίσημες αλληλογραφίες, υπογραφή συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα, κλπ) η περιοχή
των σημερινών Βαλκανίων, αναφέρεται ως «Χερσόνησος του Αίμου». Οι νεότουρκοι
και συστημικοί ανθέλληνες, την ονόμασαν Βαλκανική
χερσόνησο
και Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως επικράτησε διεθνώς η ανιστόρητη αυτή ονομασία.
Με
την ονομασία Βαλκάνια [από την τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan
= όρος, ή υψηλή δασώδης οροσειρά), (αρχ. ελλ. Χερσόνησος του Αίμου)], και Βαλκανική
χερσόνησος, καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται, περισσότερο ως
πολιτικός όρος παρά γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα η
τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια χερσόνησος της Ευρώπης και αφετέρου
συλλήβδην και χώρες γειτονικές που βρίσκονται εκτός των φυσικών γεωγραφικών
ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το μακρινό παρελθόν λειτούργησε και
λειτουργεί ως σταυροδρόμι πολιτισμών, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής ηπείρου.
Σύμφωνα με την
μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα
του στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα, τον οποίο πλήγωσε ο Δίας όταν εξαπέλυσε κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά της Θράκης.
2 Μετά
την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας, που ήταν υποδουλωμένη στους άπιστους
εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους
και Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, εισέρχεται
θριαμβευτικώς στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, Έλληνες και Λατίνοι, Εκδ. Αποστολική
Διακονία, Β΄ εκδ. 1994, σελ. 48-54.
.L. W. Barnard, Studies in Church History and Patristics, Θεσσαλονίκη 1978, 26 (στη σειρά Analekta Vlatadon, αρ. 26).
.Η. Milman,
History of Latin Christianity; including that of the Popes to the Pontificate
of Nicholas V, τ. I, Λονδίνο 1857 (β’ έκδ.), σελ. 31, σε σημείωση.
.Ευσέβιος,
Εκκλησιαστική Ιστορία Γ’ 4,8, και Γ’ 1,2, --- Ε’ 24,15 και 24,16
.Αρχιμ. Βασ. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία. Απ’
αρχής μέχρι σήμερον, Εκδ. Αστήρ, Αθήνα, 1959, σελ. 49.
4 Έλληνες
Πάπες, Μαρτίου 21, 2011 από Αργολική Αρχειακή
Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού----Χρήστος Π. Μπαλόγλου, Διδάκτωρ Κοινωνικών
& Οικονομικών,Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, Περιοδικό,
«Ιστορικά θέματα», τεύχος 90, Δεκέμβριος 2009.
5 Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, Δ΄ 51,5.
6 Ο
Κλήμης έζησε στην Ρώμη επί Δομητιανού και των διαδόχων του, Νέρβα και Τραϊανού
(μεταξύ 81 και 117). Αφού έδωσε δείγματα του ευαγγελικού του ζήλου,
χειροτονήθηκε επίσκοπος Ρώμης (περί το 91), μετά τον άγιο Λίνο και τον άγιο
Ανέγκλητο. Για τον βίο του Αγίου Κλήμεντος υπάρχουν πενιχρές και συγκεχυμένες
πληροφορίες. Το πού και πότε γεννήθηκε δεν είναι γνωστό. Με βάση την μαρτυρία
των Κλημεντείων, εταυτίσθη με τον γόνο της τότε βασιλευούσης οικογένειας της
Ρώμης, ύπατο Φλάβιο Κλήμεντα, ο οποίος φονεύτηκε από τον εξάδελφό του
Δομιτιανό ως χριστιανός. Κάτι τέτοιο
όμως δεν φαίνεται πιθανό, διότι αφενός «αν συνέβαινε τούτο, αι σοβαραί χριστιανικαί
πηγαί δε θα το ηγνόουν» και αφετέρου «ο επίσκοπος επέζησε του διωγμού του Δομιτιανού». [Πηγές:
recognitiones 7, 8 --- Σουητώνιος, Domitianus 15 --- Ρωμαϊκή Ιστορία 67, 14--- Παν. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 359»].
Σύμφωνα
με την παράδοση, πρόκειται για τον συνεργάτη του αποστόλου Παύλου στην
κοινότητα των Φιλιππησίων, άποψη που αποδέχεται ο Ωριγένης ( Απ. Παύλος, προς
Φιλιππησίους δ’ 3, Ωριγένης, Εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον εξηγητικών, ΣΤ΄
36.). Η άποψη αυτή, και πάλιν δεν επιβεβαιώνεται από τον Ειρηναίο, ο οποίος
αναφέρει ως βοηθό του αποστόλου, τον Λίνο. [Δημ. Μπαλάνος, Πατρολογία, σελ. 32, Σωφρόνιος (Ευστρατιάδης)
Λεοντοπόλεως, Λεξικόν της Καινής Διαθήκης, Πατριαρχικό Τυπογραφείο,
Αλεξάνδρεια, 1910 (ανατ.: Αθήνα, εκδ. Πελεκάνος, 2001), σελ. 436].
7 Την εποχή εκείνη το επισκοπικό αξίωμα δεν
διακρινόταν ευκρινώς από εκείνο του πρεσβυτέρου και ο Λίνος, ο Ανέγκλητος και ο
Κλήμης, θα μπορούσαν να αναλαμβάνουν διαδοχικώς ή εκ περιτροπής το λειτούργημα του
επισκόπου.[Πηγή: Κατά αιρέσεων, 3, 3.---
Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησ. Ιστορία, Γ’, 15.---“Νέος Συναξαριστής της
Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος
(τόμος τρίτος – Νοέμβριος, σελ. 259-261)].
8 Δαγών: Θεός των Χαναναίων
και Φιλισταίων, θεωρούμενος πατέρας του Βάαλ.
Η ύπαρξη πόλεων με το όνομα «Βαιθ-δαγών» (οι οποίες πιθανότατα είχαν πάρει το
όνομα του θεού Δαγών) στην περιοχή του Ιούδα και του Ασήρ, υποδηλώνει ότι η
λατρεία αυτού του θεού ήταν ήδη εδραιωμένη στην Χαναάν, όταν ο Ισραήλ κατέκτησε
την Υποσχεμένη Γη (Γη της Επαγγελίας) [Α΄ ΒΑΣ: 5/2]. Οι Φιλισταίοι που
πιστεύεται ότι υιοθέτησαν την λατρεία του Δαγών από τους Χαναναίους (ΚΡΙΤ:
11/23), είχαν ονομαστούς ναούς στην Γάζα και την Ακχώ.
Δεν υπάρχει ομοφωνία
ως προς την προέλευση του ονόματος του Δαγών. Μερικοί το συνδέουν με την
εβραϊκή λέξη νταγ
(ψάρι),
ενώ άλλοι με την εβραϊκή λέξη νταγάν (σιτάρι)
9 «Ἐπ’ εὐκαιρίᾳ
τῆς «ἐνθρονίσεως» τοῦ
καταληψίου τοῦ πρεσβυγενοῦς Θρόνου τῆς
παλαιᾶς Ρώμης κ. Φραγκίσκου, ἐκλεκτοῦ
τοῦ ἀξιοτίμου κ. Ντέϊβιντ
Ροκφέλερ, ἱδρυτοῦ τοῦ
Μουσείου Ροκφέλερ τοῦ Τέλ-Ἀβίβ πού κατ’ ἔτος
«δωρίζει» εἰς ἡμᾶς
τά κατασκευασμένα ντοκυμαντέρς μέ τά χαλκευμένα καί ψευδῆ
στοιχεῖα περί τοῦ Θεανθρωπίνου
προσώπου τοῦ ἀληθοῦς
Μεσσίου Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ
καί ἱδρυτοῦ τῆς
τριμεροῦς ἐπιτροπῆς,
εἰς τόν ὁποῖον
ἐπεδόθη καί τό «δακτύλιον τοῦ
ἁλιέως» ὡς δῆθεν
διαδόχου τοῦ δῆθεν «πρίγκηπος» τοῦ
κολεγίου τῶν Ἀποστόλων, Ἀποστόλου
Πέτρου ταπεινῶς ἐπαγόμεθα τά κάτωθι:
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος οὐδέν «πρωτεῖον» διοικήσεως ἤ ἐξουσίας ἐπί τῶν λοιπῶν ἀποστόλων καί τῆς ὅλης Ἐκκλησίας ἔλαβε παρά τοῦ Κυρίου (κατά τήν σύμφωνον περί τῆς
ἀληθοῦς ἐννοίας
τῶν γραφικῶν χωρίων γνώμην τῶν
μεγάλων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας), ὥστε
νά δύναται νά μεταδώσῃ τοιαύτην ἐξουσίαν εἰς
οἱονδήποτε πνευματικόν διάδοχόν του (καίτοι οἱ
ἀπόστολοι δέν εἶχον προσωπικούς
πνευματικούς διαδόχους, ὡς ἱδρυταί πολλῶν
Ἐκκλησιῶν). Ἐν
τῇ συνοδικῇ διοικήσει τῆς
πρώτης Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων,
ἥν ἀπετέλεσαν ἰσοτίμως
οἱ δώδεκα ἀπόστολοι (μετά τήν
συνοδικήν καί πάλιν ἐκλογήν τοῦ Ματθίου) εἶχε
μέν ὁ ἀπόστολος Πέτρος
τιμητικήν τινα διάκρισιν, εἰσηγούμενος τά ὑπό
συζήτησιν θέματα ἤ ὁμιλῶν
πρῶτος, δέν
εἶχεν ὅμως οὔτε τήν ἡγεσίαν τῆς διοικήσεως, οὔτε τήν
τιμητικήν αὐτῆς ἁπλῶς προεδρίαν, διότι καί ταύτην κατεῖχεν ὁ ἀπὀστολος 'Ιάκωβος.
Θά παραθέσωμεν δέ
τώρα συνοπτικῶς, τάς σαφεῖς ὡσαύτως
μαρτυρίας τῆς Γραφῆς, ἀλλά
καί τῆς ἱστορίας, ἐξ
ὧν πλήρως, καί καθ’ ἡμᾶς,
ἀποδεικνύεται ὅτι, ὁ ἀπόστολος Πέτρος οὔτε ἱδρυτής ὑπῆρξε τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, οὔτε ἐν τῇ πόλει ταύτῃ ἐμαρτύρησε· οὔτε κἄν μετέβη εἰς αὐτήν.
Μεταξύ τῶν μαρτυριῶν τούτων, αἱ πλεῖσται τῶν ὁποίων ἐκτενέστερον ἀναπτύσσονται
ἐν τῇ περισπουδάστῳ ἱστορικῇ μελέτῃ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, σελ. 12-40 , θά προτάξωμεν καί ἡμεῖς τήν Α΄
καθολ. ἐπιστολήν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου «πρός τούς ἐκλεκτούς παρεπιδήμους διασπορᾶς Πόντου,
Γαλατίας, Καπαδοκίας, Ἀσίας, καί Βιθυνίας...», γραφεῖσαν περί τό 62 μ.Χ.. Ἐν τῇ ἐπιστολῇ ταύτῃ, καίτοι εἶναι
καθολική, ἀποσιωπᾶται τό ὄνομα τῆς Ρώμης, ἤ διότι ἐγράφη αὕτη ἐκ Ρώμης, ἤ διότι μέχρι
τῆς γραφῆς της δέν ἐδίδαξεν οὗτος ἐν αὐτῇ.
Ἡ πρώτη ὅμως ἐκδοχή ἀποκλείεται ἐξ αὐτῆς τῆς ἐπιστολῆς, ἐφ’ όσον ἀναφέρεται ρητῶς ἐν αὐτῇ ὅτι ἐγράφη ἐν Βαβυλῶνι, πρόκειται δέ προφανῶς περί τῆς ἐν Αἰγύπτῳ Βαβυλῶνος (ἐφόσον κατά τάς σαφεῖς μαρτυρίας
τῆς Ἱστορίας ἀποκλείεται ἡ ἀρχαία), πρός νότον τῆς 'Ηλιουπόλεως, ἔνθα ὑπῆρχε καί μεγάλη Ἰουδαϊκή κοινότης καί ναός Ἰουδαϊκός, ἐν ᾧ καί ὁ τάφος τοῦ προφήτου Ἱερεμίου σῳζόμενος. Καί
τοῦτο ἐνισχύεται καί ἐκ τῆς ἀξιώσεως τῶν ἐν Αἰγύπτῳ Χριστιανῶν ὅτι ἱδρυτής τῆς Ἐκκλησίας Ἀλεξανδρείας εἶναι ὁ ἀπ. Πέτρος, ὅστις ἐνεπιστεύθη τήν Ἐκκλησίαν τῷ ἀκολούθῳ του Εὐαγγελιστῇ Μάρκῳ. Συνάγεται ὅθεν ἐκ τούτων ὅτι μέχρι τῆς συγγραφῆς τῆς Α΄ καθολ. ἐπιστολῆς του, ἤτοι μέχρι τοῦ 62 περίπου
μ.Χ., ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν εἶχε μεταβῇ εἰς Ρώμην .
Ὅτι δέ καί μετά τήν συγγραφήν τῆς πρώτης ἐπιστολῆς του δέν
μετέβη ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην, μαρτυρεῖ ἡ δευτέρα καθολική ἐπιστολή του, ἐφόσον μάλιστα αὕτη ἐγράφη προφανῶς διά τούς ἐξ ἐθνῶν χριστιανούς, ἐνῷ ἡ πρώτη ἐγράφη διά τούς ἐξ Ἑβραίων. Διότι καί ἐν αὐτῇ οὐδόλως ἀναφέρεται τό
ὄνομα τῆς Ρώμης.
Καί τέλος, ὅτι καί περί
τά τέλη τοῦ βίου του δέν μετέβη ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην,
βεβαιοῦται ἐκ τῆς Β΄ πρός Τιμόθεον ἐπιστολῆς τοῦ ἀποστόλου
Παύλου, ἐν ᾗ ρητῶς οὗτος γράφει: (Δ΄ 16-17) «...ἐν τῇ πρώτῃ μου ἀπολογίᾳ οὐδείς μοι συμπαρεγένετο, ἀλλά πάντες
μέ ἐγκατέλιπον· ὁ δέ Κύριος μοι παρέστη καί ἐνεδυνάμωσέ με, ἵνα δι' ἐμοῦ τό κήρυγμα
πληροφορηθῇ καί ἀκούσῃ πάντα τά ἔθνη». Ἐκ τῆς ἐπιστολῆς ταύτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου, γραφείσης περί τά τέλη τοῦ βίου του, βεβαιοῦται σαφῶς, ὅτι κατά τήν
συγγραφήν της ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν ἦτο ἐν Ρώμῃ, ἄλλως ὁ ἀπόστολος Παῦλος θά ἐμνημόνευεν αὐτοῦ ἀναγκαίως. Ἀποδεικνύεται ὅμως προσέτι, ὅτι καί πρό τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς ταύτης οὐδόλως εἶχε μεταβῇ ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἰς Ρώμην, διότι δέν ἦτο δυνατόν νά γράψῃ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι «καί ἐν Ρώμῃ δι' αὐτοῦ ἐπληροφορήθησαν
καί ἤκουσαν τό κήρυγμα τά ἔθνη», ἐάν προηγουμένως ὁ ἀπόστολος Πέτρος εἶχε διδάξει ἐκεῖ.
Ὅταν εἰς τάς μαρτυρίας ταύτας τῆς Γραφῆς προστεθῶσι τά ἐν ταῖς Πράξεσι (ΚΗ΄ 14-31) ἀναφερόμενα
περί τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἅτινα ἀναπτύσσομεν ἐν τῇ συνεχείᾳ, ἐν συνδυασμῷ πρός τήν πρός Ρωμ. ἐπιστολήν του, συνάγεται τό ἀναμφισβήτητον
συμπέρασμα ὅτι πρό τῆς εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου
Παύλου, ἀλλά καί πρό τῆς συγγραφῆς τῆς Β΄ πρός
Τιμόθ. ἐπιστολῆς του, ὁ ἀπόστολος Πέτρος δέν μετέβη εἰς Ρώμην.
Ἀποκλείεται ὅμως ὡσαύτως τό ἐνδεχόμενον τῆς ἐκεῖ μεταβάσεώς του καί μετά τήν συγγραφήν τῆς ἐπιστολῆς ταύτης, γραφείσης, ὡς
προείπομεν, ἐν Ρώμῃ ὀλίγον χρόνον πρό τοῦ θανάτου τοῦ ἀποστόλου Παύλου, διότι καί λόγος πλέον δέν ὑπῆρχεν, ἐφόσον ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ἱδρυθεῖσα ὑπό τοῦ ἀποστόλου
Παύλου, ἠρίθμει ἤδη πλῆθος μαρτύρων, ἀλλά καί χρόνος ὁμοίως, λόγῳ τοῦ ὅτι μετ' ὀλίγον ἐκινήθη ὁ ἐπί Νέρωνος μέγας διωγμός, καθ' ὅν πιθανῶς ἐμαρτύρησαν ἀμφότεροι οἱ ἀπόστολοι, οὐχί ὅμως ἐν Ρώμῃ.
Διότι καί
περί τούτου οὐδεμία σοβαρά ἱστορική μαρτυρία ὑπάρχει. Πᾶσαι αἱ σχετικαί τοιαῦται, ὡς θά ἀποδειχθῇ ἐν τοῖς ἑπομένοις, ἐστηρίχθησαν καλῇ τῇ πίστει ἐπί τῆς ἀρχαίας παραδόσεως, αὕτη ὅμως ἐβασίσθη ἐπί ἀποκρύφων
βιβλίων καί ἀναληθῶν πηγῶν. Πλήν τούτου, ἀναμφισβήτητοι ἱστορικαί
μαρτυρίαι βεβαιοῦσι τά ἐναντία. Μεταξύ δέ τῶν μαρτυριῶν τούτων ἡ τοῦ ἁγίου Κλήμεντος Ρώμης (88-97 μ.Χ.) ἔχει ὡς ἑξῆς:
«...Ἀλλ' ἵνα τῶν ἀρχαίων ὑποδειγμάτων
παυσώμεθα, ἔλθωμεν ἐπί τούς ἔγγιστα γενομένους ἀθλητάς. Λάβωμεν τῆς γενεᾶς ἡμῶν τά γενναῖα ὑποδείγματα. Διά ζῆλον καί φθόνον οἱ μέγιστοι καί δικαιότατοι στῦλοι ἐδιώχθησαν
καί ἕως θανάτου ἦλθον. Λάβωμεν πρό ὀφθαλμῶν ἡμῶν τούς πρώτους ἀποστόλους. Πέτρος διά ζῆλον ἄδικον οὐχ ἕνα οὐδέ δύο, ἀλλά πλείονας
ὑπήνεγκε πόνους καί οὕτω μαρτυρήσας ἐπορεύθη εἰς τόν ὀφειλόμενον τόπον δόξης. Διά ζῆλον καί ὁ Παῦλος ὑπομονῆς βραβεῖον ὑπέσχε, ἑπτά δεσμά
φορέσας, φυγαδευθείς, λιθασθείς. Κήρυξ γενόμενος ἔν τε τῇ Ἀνατολῇ καί τῇ Δύσει, τό γενναῖον τῆς πίστεως
κλέος ἔλαβε δικαιοσύνην διδάξας ὅλον τόν Κόσμον καί ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως ἐλθών καί
μαρτυρήσας ἐπί τῶν ἡγουμένων, οὕτως ἀπηλλάγη τοῦ Κόσμου».
Ἐκ τῶν λόγων τούτων τοῦ ἁγίου πατρός συνάγεται τό βέβαιον
συμπέρασμα ὅτι ἀμφότεροι οἱ κορυφαῖοι δέν ἀπέθανον ἐν Ρώμῃ, ἄλλως οὗτος θά ἐποιεῖτο τούτου
μνείαν ὅτι δέν ἀπέθανον ὡσαύτως διά τήν κατηγορίαν τοῦ ἐμπρησμοῦ τῆς Ρώμης..., ἀλλ' ἕνεκα ζήλου
καί φθόνου· καί τέλος, ὅτι μόνον ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐγένετο κήρυξ
ἐν τῇ Δύσει, «ἐπί τό τέρμα τῆς Δύσεως ἐλθών». Βεβαιοῦται δηλ.
προσέτι ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος μετέβη καί εἰς Ἱσπανίαν (ἥτις ἀποτελεῖ τό τέρμα τῆς Δύσεως), ὡς ἔγραφε ἐν τῇ πρός Ρωμ. ἐπιστολήν (ΙΕ΄ 23-24): «... ἐπιποθίαν δέ ἔχων ἐλθεῖν πρός ὑμᾶς ἀπό πολλῶν ἐτῶν, ὡς ἐάν πορεύομαι
εἰς τήν Σπανίαν, ἐλεύσομαι
πρός ὑμᾶς∙ ἐλπίζω γάρ διαπορευόμενος θεάσασθαι ὑμᾶς καί ὑφ' ὑμῶν προπεμφθῆναι ἐκεῖ...». Καί ὅτι προφανῶς ἐμαρτύρησεν ἐκεῖ, «...ἐπί τό τέρμα
τῆς Δύσεως, καί κατά τόν Ἅγιον Κλήμεντα, ἐλθών» .
Ἀσχέτως ὅμως τοῦ τόπου καί τοῦ χρόνου τοῦ θανάτου τῶν «κορυφαίων», ἡ σοβαρωτέρα καθ' ἡμᾶς μαρτυρία τῆς πρό τοῦ ἀποστόλου
Παύλου μή μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου Πέτρου εἰς Ρώμην καί συνεπῶς τῆς μή ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης ὑπ' αὐτοῦ, ἐξάγεται ἐκ τοῦ παραλληλισμοῦ τῆς πρό
Ρωμαίους ἐπιστολῆς, μεθ' ὅσων ἀναφέρονται ἐν ταῖς Πράξεσι τῶν ἀποστόλων (ΚΗ΄ 14-31) περί τῆς πρώτης εἰς Ρώμην μεταβάσεως τοῦ ἀποστόλου
Παύλου. Οἱ ἐν Ρώμῃ Χριστιανοί (πρός τούς ὁποίους ἐγράφη ἡ πρός Ρωμαίους ἐπιστολή)
προήρχοντο προφανῶς ἐξ ἐθνικῶν ἐκ Συρίας, Μακεδονίας καί Ἑλλάδος, μαθητευσάντων προηγουμένως παρά τῷ ἀποστόλῳ Παύλῳ, προφανῶς δέ καί
τινων Ἰουδαίων, ἐκ τῆς ἐν Ρώμῃ πολυαρίθμου τότε Ἰουδαϊκῆς κοινότητος. Χωρίς νά ἀποτελῶσιν οὗτοι ὠργανωμένην Ἐκκλησίαν, συνήρχοντο προφανῶς καί ἐδιδάσκοντο εἰς διαφόρους
οἴκους, ὡς ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Ἀκύλα καί τῆς Πρισκίλλης (Ρωμ. ΙΣΤ΄ 3-4).
Ταῦτα
συνάγονται ἐκ τῶν ἐν κεφ. Α΄ 6 καί 15, τῆς ἐπιστολῆς ταύτης ἀναφερομένων (ἔνθα ὁ ἀπόστολος τονίζει ὅτι εἶναι «ἀπόστολος ἐθνῶν» καί... «εἶναι πρόθυμος νά εὐαγγελισθῇ καί τοῖς ἐν Ρώμῃ...»), ἐκ τῶν ἀναφερομένων ἐν Κεφ. ΙΑ΄ 13 τῆς αὐτῆς ἐπιστολῆς «...ὑμῖν γάρ λέγω τοῖς ἔθνεσι...».
Πηγή: Μητροπολίτης Ι.Μ. Πειραιώς Σεραφείμ,
Ανακοινωθέν Ι.Μ. Πειραιώς, 19η Μαρτίου 2013.
10 Marucchi, Orazio (2003). Manual of Christian Archeology 1935. Kessinger
Publishing. ISBN 0-7661-4247-7 48.
Levillain, Philippe (2002). The
Papacy: An Encyclopedia. London: Routledge. ISBN 0-415-92228-3; 557; 63.
"Pope St. Anterus" in the 1913 Catholic
Encyclopedia.
Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου τ.3ος, σ.45.
11 Michael Ott, "Pope St. Sixtus II", Catholic Encyclopedia, τ. 14, Νέα Υόρκη (1912) Robert Appleton Company-Ο Πάπας Σίξτος Β΄ στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια του 1913 (Αγγλικά)-
Αριστείδη Πανώτη, Το Συνοδικόν της εν
Ελλάδι Εκκλησίας, Αθήνα 2008, ISBN
978-960-8116-17-7, τόμ. Α΄, σελ. 77
12 Ο Ευσέβιος Καισαρείας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους
ο Βαλεριανός άλλαξε τακτική έναντι των Χριστιανών και, ενώ στην αρχή ήταν
ανεκτικός, στην συνέχεια έγινε εχθρός τους. Μεταξύ των μαρτύρων αυτού του
διωγμού, εκτός από τον Σίξτο (6/8/258), συγκαταλέγεται ο και ο Κυπριανός,
επίσκοπος Καρθαγένης (13/9/257),
13 Αποκρισάριος: Ο πρέσβης στην υπηρεσία της αυτοκρατορικής
Αυλής· Η ονομασία αυτή εμφανίστηκε την πρωτορωμαϊκή περίοδο, κατά την βασιλεία
του Θεοδοσίου Α’ (4ος αι. μ.Χ.). Ο όρος προέρχεται από τη Ελληνική λέξη απόκριση (= απάντηση, απόφαση, αγγελία).
14 Peterson, J.B. (1907). Alexander
V. In The Catholic Encyclopedia. New
York: Robert Appleton Company. Retrieved July 24, 2014
15 Στην ιστορία του Παπισμού, περίοδος της Αβινιόν ή Αιχμαλωσία
της Αβινιόν ονομάζεται το διάστημα μεταξύ 1309 και 1377 κατά το οποίο, η
παπική έδρα είχε μεταφερθεί από την Ρώμη στην Αβινιόν της Γαλλίας. Επτά Πάπες,
όλοι Γάλλοι, ανήκουν στην περίοδο αυτή:
·Πάπας
Κλήμης Ε΄: 1305-1314
·Πάπας
Ιωάννης ΚΒ΄: 1316-1334
·Πάπας
Βενέδικτος ΙΒ΄: 1334-1342
·Πάπας
Κλήμης ΣΤ΄: 1342-1352
·Πάπας Ιννοκέντιος
ΣΤ΄: 1352-1362
·Πάπας Ουρβανός Ε΄: 1362-1370
·Πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄: 1370-1378
Το 1378 ο Πάπας
Γρηγόριος ΙΑ΄ μετέφερε την παπική έδρα πάλι στη Ρώμη, όπου και πέθανε. Κατ'
αυτόν τον τρόπο προέκυψε το λεγόμενο Δυτικό Σχίσμα, εξαιτίας της διαμάχης που
προέκυψε σχετικά με την εκλογή του διαδόχου του. Μία μερίδα καρδιναλίων
εξέλεξαν έναν Αντιπάπα που εγκαταστάθηκε στην Αβινιόν. Το σχίσμα έληξε το 1414
με την Σύνοδον της Κωνσταντίας.
16 Ο καλλιμάρμαρος τάφος του βρίσκεται στην
Bologna στην Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, με ανάγλυφη προσωπογραφία του και
με τις μαρμάρινες επιτύμβιες πλάκες που αναγράφουν:
SUMMUS PASTORIUM ALEXANDER QUINTUS ET OMNIS SCRIPTURAE LUMEN SANTISSIMUS
ORDO MINORUM QUEM DEDIT, ET PROPRIO CRETENSIS NOMINE PETRUSMIGRAVIT ANNO MCDX
Ο ΥΨΙΣΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ, ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ
ΓΡΑΦΩΝ ΤΟ ΦΩΣ, Ο ΑΓΙΟΤΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΤΑΠΕΙΝΩΝ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΣΕ ΚΑΙ ΜΕ
ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΟΝΟΜΑ ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΑΠΟΔΗΜΗΣΕ ΤΟ ΕΤΟΣ 1410.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου