Δευτέρα 23 Μαΐου 2016

ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1



«… Κι απ’ τη Χρυσή την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης, ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε μεσ’ την Πόλη, στην Αγιά Σοφιά.
 Και χύνεται ο ήλιος της κορώνας του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη σαν τα λούλουδα και χάνεται ο Φράγκος, σαν την καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)2
                                 
ΜΕΡΟΣ  8ο

ΖΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΡΩΜΗΣ (Συνέχεια 7ου μέρους) 3
3.   Έλληνες Επίσκοποι (Πάπες) της Εκκλησίας της Ρώμης.4
Ο διακεκριμένος Δυτικός θεολόγος, Επίσκοπος Ντάραμ J. B. Lightfoot ομολογεί, ότι: «η ελληνική καταγωγή της Ρωμαϊκής Εκκλησίας είναι τώρα αποδεκτή από τους καλύτερους συγγραφείς (αφού) οι πρώτοι Επίσκοποι της για αρκετές γενεές με πολύ λίγες εξαιρέσεις έφεραν ελληνικά ονόματα και όλη η γραμματεία της για δύο σχεδόν αιώνες ήταν ελληνική» (J. B. Lightfoot, “St. Paul’s Epistole to the Philippians”, σελ. 18 – 19).
Ανάκλητος ή Ανάγκλητος

Επίσκοπος της Εκκλησίας της Ρώμης (76/79-88/91).
Φέρεται ως ο διάδοχος του πρώτου επισκόπου Ρώμης, Λί­νου. Διάδοχός του υπήρξε ο Κλήμης [Ορισμένοι τον ταυτίζουν με τον συνεργάτη του Αποστόλου Παύλου, που αναφέρεται στην προς Φιλιππησίους Επιστολή (4/3), ο οποίος ήταν Αθηναίος].
Η ευθύνη της έγκυρης στηρίξεως της πίστεως και της τάξεως, μετά τους επισκόπους Ρώμης Λίνο (64/67-76/79) και Ανέγκλητο ή Ανάκλητο (76/79-88/91), διαβιβάσθηκε, σύμφωνα με τους αρχαίους καταλόγους του Ηγησίππου,5 στον ελληνομαθέστατο επίσκοπο Κλήμεντα (88/91-97/100),6 που θεώρησε καθήκον εξ ονόματος της Εκκλησίας του να αναλάβει πρωτοβουλία παρεμβάσεως για την επίλυση ενός σοβαρού εσωτερικού προβλήματος του εκκλησιαστικού σώματος της Κορίνθου, όταν αμφισβητήθηκε η μονιμότητα της διακονίας του «Πρεσβυτερίου» της από νεώτερα «λαϊκά» μέλη της.
Ο Λίνος υπήρξε κατά την πιθανώτερην και λογικώτερην εκδοχήν, ο πρώτος επίσκοπος της Ρώμης. 7
Δυστυχώς, το παραμύθι των Φραγκοπαπικών περί ιδρύσεως της Εκκλησίας της Ρώμης από τον Απόστολον Πέτρον και του υποτιθέμενου μαρτυρίου του εις την Ρώμην,  διαιωνίζεται μέχρι σήμερον από τους αιρεσιάρχες του Βατικανού και άλλους ψευδοχριστιανούς και αντιχριστιανούς συμμάχους τους, όπως συμβαίνει και με τον Λατινικόν ιδρυτικόν μύθον της αρχαίας Ρώμης!
Το τραγικόν όμως, της υποθέσεως είναι ότι, αρκετοί οικουμενιστές και οικουμενίζοντες «ορθόδοξοι» ιεράρχες και γενικώτερα «ορθόδοξοι» ρασοφόροι, ψελλίζουν ή συντηρούν τον μύθον των νεο-Λατίνων του Βατικανού, περί του Αποστόλου Πέτρου, στο ορθόδοξον ποίμνιόν τους, αντί να ξεσκεπάζουν τους αρχιερείς-παραμυθολόγους και να αποκαλύπτουν τους κρυπτοταλμουδιστές/Βαβυλωνιστές, του Βατικανού.


Η προέλευση της παπικής τιάρας αποτελεί μυστήριο. Η λέξη τιάρα είναι ελληνική αλλά πιθανής περσικής προελεύσεως (Λεξ. Π.Χ.Δορμπαράκη, σ. 806). Αφορούσε στο στέμμα του «μεγάλου βασιλιά». Το σχήμα της παπικής τιάρας, είναι το ίδιο με εκείνο του ιερέως του θεού των σατανιστών Χαναναίων και Φιλισταίων Δαγών.8  
Με αδιάσειστα αγιογραφικά στοιχεία, αποδείχθη ότι, ο Απόστολος Πέτρος, ούτε ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης υπήρξεν, ούτε εις την Ρώμην εμαρτύρησεν, ούτε καν μετέβη εις αυτήν (βλέπε 7ο μέρος, υποσ.18)!!!
Προς επίρρωση των παραπάνω, παραπέμπομεν σε σχετικόν επί του θέματος ανακοινωθέν την 19ην Μαρτίου 2013, της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, απόσπασμα του οποίου παραθέτομεν κατωτέρω σε υποσημείωση. 9
Ευάρεστος

Τέταρτος επίσκοπος Ρώμης μετά τους Λίνον, Ανάκλητον και Κλήμεντα Α΄. Κατά τον Ειρηναίον, τρίτος επίσκοπος της επτάλοφης Ρώμης. Σύμφωνα με τον Ευσέβιο, εποίμανε την εκκλησίαν της Ρώμης, από το δωδέκατο έτος της βασιλείας του Δομιτιανού μέχρι το τρίτο του Τραϊανού, δηλαδή από το 97 μέχρι το 105 μ.Χ.
Τελεσφόρος

Επόμενος Έλληνας πάπας μετά τον Ευάρεστο ήταν ο Τελεσφόρος (125-136), του οποίου η θητεία συνέπεσε με την βασιλεία του αυτοκράτορα Αδριανού (117-138).
Με ελληνική καταγωγή (γεννήθηκε στον Τάραντα της Μεγάλης Ελλάδας), πολέμησε τις αιρέσεις των Γνωστικών και εισήγαγε πολλές λατρευτικές διατάξεις, όπως την νηστεία της Σαρακοστής, την καθιέρωση τριών λειτουργιών κατά τα Χριστούγεννα (ανάλογα με την επιθυμία του ιερέα) και την θέσπιση του ύμνου «Δόξα εν υψίστοις Θεώ» κατά την θεία λειτουργία. Μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού («ός και ενδόξως εμαρτύρησεν», γράφει ο Ειρηναίος Λουγδούνου).
Υγίνος

Τον Τελεσφόρο διαδέχθηκε ο Υγίνος ο οποίος, σύμφωνα με παλαιές πηγές, φέρεται ως Αθηναίος.  Η αρχιερατεία του διήρκεσε από το 136 έως το 140 ή σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, από το 148 έως το 142. Απεβίωσε κατά το «τέταρτον της επισκοπής έτος». Η περίοδος της αρχιερατείας του συμπίπτει με την μακρά ειρηνική και εποικοδο­μητική περίοδο διακυβερνήσεως της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον Αντώνιο Πίο (138-161).
Στον Υγίνο αποδίδονται αρκετές εκκλησιαστικές, λατρευτικές και θεολογικές οδηγίες, όπως ο προσδιορισμός των μικρών βαθμών του ιερατείου, η ονομασία των ιερατικών οφφικίων, η επιβεβαίωση ότι η πληρότητα του ιερατείου περιέχεται μόνον στο επι­σκοπικό αξίωμα, η άποψη ότι οι επί­σκοποι μαζί με τον πάπα αποτελούν την διδάσκουσα Εκκλησία, η θέσπιση αναδόχων για το βάπτισμα των κα­τηχούμενων, κλπ.
Ελεύθερος

Ξεχωριστή είναι η περίπτωση του Ελευθέρου ή Ελευθερίου, Έλληνα την καταγωγή από την Νικόπο­λη της Ηπείρου. Η Νικόπολη, ιδρυμένη από τον Αύγουστο σε ανάμνη­ση της νίκης του επί του Αντωνίου στην ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.), απο­τελούσε σημαντικό κέντρο της Δυτικής Ελλάδας.
Η χριστιανική Εκκλησία της Νικοπόλεως ιδρύθηκε από τον απόστολο Παύλο και γι’ αυτό τον λόγο, ακόμη και σήμερα η Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης αναγνωρίζεται ως αποστολική. Από πληροφορία του Ηγησίππου (που αναφέρεται στην προς Κορινθίους επιστολή του Κλήμεντα Ρώμης), συνάγεται ότι ο Ελεύθερος υπήρξε διάκονος του Ανικήτου (τον Ανίκητο διαδέχθηκε ο Σωτήρ από την Καμπανία (166-175) και αυτόν ο Ελεύθερος).
Ο Ελεύθερος ποίμανε την Εκκλησία κατά την περίοδο της αυτοκρατο­ρίας του Μάρκου Αυρηλίου (168-180) και του γιου του Κόμμοδου (180-192). Παρά το γεγονός ότι ο Κόμμοδος δεν είχε τις αρετές του πατέρα του, κα­τά την περίοδο της διακυβερνήσεώς του, σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας, «η κατάσταση των Χριστιανών βελτιώθηκε και, θεία βουλήσει, η ει­ρήνη επεκτάθηκε σε όλες τις Εκκλησίες της αυτοκρατορίας. Ο λόγος της σωτηρίας άρχισε να ελκύει τις καρδιές των ανθρώπων κάθε κοινωνικής τά­ξεως και εκτενώς δόξαζαν τον Πλάστη του Σύμπαντος, έτσι ώστε στη Ρώμη πολλοί επιφανείς άνθρωποι με ολόκληρη την οικογένειά τους, αγκάλιαζαν την διδασκαλία της σωτηρίας».
Η αρχιερατεία του Ελεύθερου συνέπε­σε με την αίρεση του Μοντανισμού και με τους διωγμούς του Μάρκου Αυ­ρηλίου (177-178) κατά των Χριστιανών.
Αντέρως ή Ανθηρός 10

Ο άγιος Ανθηρός ή Αντέρως, ήταν Πάπας από τις 21 Νοεμβρίου 235 έως τις 3 Ιανουαρίου του 236, σύμφωνα με τον κατάλογο των Παπών της Ρώμης, όταν διαδέχθηκε τον πάπα Ποντιανό, που εκτοπίστηκε από την Ρώμη, μαζί με τον αντιπάπα Ιππόλυτο της Ρώμης, στην Σαρδηνία.
Υπάρχει η άποψη ότι εμαρτύρησε στην φυλακή κατά την διάρκεια των διωγμών του αυτοκράτορα Μαξιμίνου του Θράκα, αλλά υφίστανται ελάχιστες μαρτυρίες για αυτό, και το πιθανώτερο είναι ότι πέθανε ειρηνικά κατά την διάρκεια εκείνων των διωγμών. Ετάφη στην παπική κρύπτη του κοιμητηρίου του πάπα Καλλίστου Α΄ στην Ρώμη και αργότερα αγιοποιήθηκε.
Ο Αντέρως, που έγινε πάπας για ένα μήνα και δέκα ημέρες, θεωρείται ελληνικής καταγωγής. Το δυτικοποιημένο όνομά του Ανθηρός θεωρείται, κατά Λιστενμπερζέ, ότι προήλθε μετά από μικρή παραμόρφωση, του ακραιφνώς ελληνικού Αντέρως, προς "ωραιοποίηση", για να μη θυμίζει περίοδο ειδωλολατρίας.
Κατά τους Λατίνους συγγραφείς, ο Αντέρως φέρεται να κατάγεται από την Ελλάδα, ενώ κατ’ άλλους από την Μεγάλη Ελλάδα, ως γιος κάποιου Ρωμύλου. Αν και θεωρείται ότι εμαρτύρησε στην φυλακή, χωρίς όμως να υφίστανται ιστορικά στοιχεία περί αυτού, αντίθετα υπάρχουν στοιχεία της περιόδου που κατείχε την Επισκοπική έδρα της Παλαιάς Ρώμης.
Ο τάφος του ανευρέθη το 1854 και φέρει ελληνική επιγραφή "Αντέρως επι..", που ερμηνεύεται ως "Αντέρως επίσκοπος".
Σύμφωνα με το Παπικό εορτολόγιο, ο Άγιος Ανθηρός, εορτάζεται στις 3 Ιανουαρίου.
Σίξτος Β΄ 11

Ο Σίξτος Β΄ (Papa Sisto II, ... - 6 Αυγούστου 258), παραφθορά του ελληνικού Ξυστός, που σημαίνει «γυαλισμένος», ήταν Επίσκοπος Ρώμης από τις 30 Αυγούστου του 257 έως τον θάνατό του το 258. Μαρτύρησε κατά την διάρκεια των διωγμών από τον αυτοκράτορα Βαλεριανό.
Σύμφωνα με το Liber Pontificalis, γεννήθηκε σε ελληνικό έδαφος και μάλιστα θεωρείται ότι ήταν Αθηναίος. Ωστόσο, αμφισβητείται από σύγχρονους ιστορικούς της Δύσεως το γεγονός αυτό. Σύμφωνα με τους τελευταίους, ο συγγραφέας του Liber Pontificalis, φαίνεται ότι συγχέει τον πάπα με κάποιον Έλληνα σπουδαστή της Πυθαγόρειας Φιλοσοφίας, ονόματι Ξύστο.

Tο μαρτύριο του πάπα Σίξτου.
Στις 6 Αυγούστου του 258, ο Σίξτος μαρτύρησε με αποκεφαλισμό, κατά τους διωγμούς του Βαλεριανού. Μαζί του εκτελέστηκαν 6 ακόμα διάκονοι: Ιανουάριος, Βικέντιος, Μάγνος, Στέφανος, Ευτυχής και Αγαπητός.
Ο Σίξτος θεωρείται συγγραφέας του ψευδοκυπριακού έργου Ad Novatianum (προς Νοβατιανόν), παρ’ όλο που οι απόψεις του δεν συνάντησαν καθολική αποδοχή. Η μνήμη του τιμάται από τους παπικούς στις 7 Αυγούστου μαζί με των συντρόφων του, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την μνήμη του στις 10 Αυγούστου.
Η ποιμαντορία της ρωμαϊκής Εκκλησίας από τον Σίξτο (30/8/257-6/8/258), σημαδεύθηκε από ένα διάταγμα του Βαλεριανού (τον Αύγουστο του 257), το οποίο θεωρούσε την χριστιανική θρησκεία παράνομη, υποχρέωνε τον κλήρο να θυσιάζει στους θεούς και απαγόρευε στους Χριστιανούς να συγκεντρώνονται στις κατακόμβες.12
Ως επίσκοπος Ρώμης, ο Σίξτος μερίμνησε για την αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ των αφρικανικών και των ανατολικών Ορθόδοξων Εκκλησιών, οι οποίες είχαν διαταραχθεί από τον προκάτοχό του, με αφορμή το ζήτημα του αιρετικού βαπτίσματος.
Ευσέβιος

Βραχεία υπήρξε και η ποιμαντορία της Εκκλησίας της Ρώμης από τον Ευσέβιο (18/4/309 ή 310 – 17/8/309 ή 310), ο οποίος βρέθηκε ενώπιον των δραματικών καταστάσεων της εποχής του Κωνσταντίνου, του Λικίνιου και του Μαξεντίου. Ο άγιος Πάπας Ευσέβιος ήταν Πάπας για τέσσερις μήνες το έτος 309 ή 310.
Εξελέγη στις 18 Απριλίου και στις 17 Αυγούστου καθαιρέθηκε από τον Αυτοκράτορα Μαξέντιο, λόγω ανωμαλιών στα εκκλησιαστικά πράγματα, που κατέληξαν και σε βιαιότητες. Ο Ευσέβιος πέθανε εξόριστος στην Σικελία και ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο του Καλλίστου. Ο Πάπας Δάμασος Α΄ τοποθέτησε επιτύμβια πλάκα με σχετικό ποίημα στον τάφο του. Οι παπικοί τιμούν την μνήμη του στις 26 Σεπτεμβρίου.
Ζώσιμος

Η ποιμαντορία της παπικής έδρας συνεχίστηκε από τον Έλληνα Ζώ­σιμο (από την Καππαδοκία) (18/3/417-26/12/418). Η θητεία του χαρακτηρίζεται από την στά­ση του έναντι της αιρέσεως του πελαγιανισμού (η οποία είχε καταδικασθεί από τον προκάτοχό του Ιννοκέντιο Α΄), καθώς και από την έκδοση εγγρά­φου σχετικού με την αμαρτία, το οποίο ο ιερός Αυγουστίνος επαινεί για την σαφήνειά του.
Ο Ζώσιμος αγωνίσθηκε για την επιβολή πειθαρχίας στον κλήρο, την κατάργηση της δουλείας και των ανήθικων θεαμάτων. Επιπλέον κατόρθωσε να επιβάλει τα δικαιώματα της Αρχιεπισκοπικής Έδρας, στους επισκόπους της Αφρικής.
Βονιφάτιος Γ΄

Ελληνικής καταγωγής, ήταν ο Βονιφάτιος Γ΄ (19/2/607 -12/11/607), ο οποίος είχε διατελέσει αποκρισάριος13 του πάπα Γρηγορίου του Μεγάλου (590-604), του επονομαζόμενου Διαλόγου, λόγω του συγγραφικού του έργου στην Κωνσταντινούπολη.
Πάπας Θεόδωρος Α΄

Ο Ιεροσολυμίτης, Έλληνας πάπας, Θεόδωρος Α΄ (642-649) τάχθηκε κατά της αιρέσεως του μονοθελητισμού και υιοθέτησε τον τίτλο «πατριάρχης της Δύσεως». Ο Κύπρου Σέργιος του απέστειλε εγκάρδιο γράμμα, στο οποίο τον αποκαλεί «στήριγμα θεοπαγές και ασάλευτον, και στηλογραφίαν δια­φανή της πίστεως… την σην αποστολικήν καθέδραν ιδρύσατο Χριστός ο Θεός ημών……».
Ιωάννης ΣΤ΄

Ο Ιωάν­νης ΣΤ΄ (30/10/701 – 11/1/705), του οποίου η διαποίμανση χαρακτηρίσθηκε από σύνεση και από το ειρηνοποιό του πνεύμα, καταγόταν από την Μικρά Ασία, και συγκεκριμένα από την Έφεσο.
Δύο επιτεύγματα ιστορικής σημασίας καταγράφονται στο ενεργητικό του. Πρώτον, η συνετή στά­ση του έναντι του αξιωματούχου Θεοφύλακτου, Βυζαντινού έξαρχου στην Ιτα­λία, που κατευθυνόταν στην Ρώμη με κακές προθέσεις και τον οποίο ο Ιω­άννης κατόρθωσε να τον κατευνάσει ώστε να μην καταστρέψει την πόλη. Δεύτερον, η σωτηρία και η αποσόβηση του κινδύνου των επαρχιών της Ν. Ιταλίας από τον δούκα των Λογγοβάρδων Γκισούλφο Μπαμπάρδο.
Ιωάννης Ζ΄

Τον Ιωάννη ΣΤ΄  διαδέχθηκε ο γεννημένος στην Καλαβρία Έλληνας Ιωάννης Ζ΄ (1/3/705 – 18/10/707), ο οποίος άφησε αγαθή μνήμη για την διαχείρι­ση της εκκλησιαστικής περιουσίας και για την φροντίδα του να στολίσει την Ρώμη με μνημεία.
Ζαχαρίας

Στον Έλληνα πάπα Ζαχαρία (10/12/741 – 22/3/752), οφείλεται η μετάφρα­ση από τα Λατινικά στα Ελληνικά των τεσσάρων βιβλίων «Διάλογοι του πά­πα Γρηγορίου του Μεγάλου» (590-604), καθώς και η στέψη του Πιπίνου του Βραχέος, ως βασιλέα των Φράγκων (751), πράξη που εγκαινίασε την δυνατότητα των παπών να στέφουν και να καθαιρούν τους Φράγκους βασιλείς, δια­σφαλίζοντας ταυτόχρονα την ιερότητα αυτής της πράξεως από τους Φρά­γκους.
Στην ιστορική αναδρομή των Ελλήνων που ποίμαναν την επισκοπική έδρα της Ρώμης, πρέπει να προσθέσουμε δύο στοιχεία:
Πρώτον, την ανα­γνώριση της σημαντικής συμβολή της Ρώμης κατά την Εικονομαχία, δεδο­μένου ότι στην Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο (Νίκαια, 24/9-23/10/787) μετείχαν ως εκπρόσωποι του πάπα Αδριανού Α΄ (772-795) δύο τοποτηρητές του, ο πρω­τοπρεσβύτερος Πέτρος στην βασιλική του Αγίου Πέτρου στην Ρώμη και ο Έλληνας ηγούμενος Πέτρος της «ελληνικής» μονής του Αγίου Σάββα στην Ρώμη.
Δεύτερον, το γεγονός ότι ο πάπας Ιωάννης Α΄  (523-526) ήταν ο πρώτος πάπας που επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, τον Μάρτιο του 524. Πα­ράλληλα, υπήρξε ο πρώτος και τελευταίος πάπας που έστεψε Βυζαντινό αυτοκράτορα, τον Ιουστίνο Α΄, το Πάσχα (19 Απριλίου) του 524, όταν λει­τούργησε «λατινίδι τη φωνή» στην δεύτερη βασιλική της του Θεού Σοφίας, του Θεοδοσίου Β΄.
Αλέξανδρος Ε΄: Ο τελευταίος Έλληνας πάπας (Αντιπάπας) 14


Για την πολυκύμαντη και πολυσχιδή δραστηριότητα του πάπα Αλεξάν­δρου Ε΄ κάνει λόγο ο Μάρκος Ρενιέρης (1815-1897).
Ο Αλέξανδρος Ε΄ επιθυμούσε το τέλος του σχίσματος μεταξύ της Αβινιόν και της Ρώμης.15
Αναγνωρίσθηκε από πολλές ιταλικές πόλεις, από την Γαλλία, την Αγγλία, ένα τμήμα της Γερμανίας και από την Βοημία. Την 26η Ιουνίου 1409 η Σύνοδος των Καρδιναλίων στην Πίζα εκλέγει τον Πέτρο παμψηφεί, Πάπα της φραγκοκρατούμενης πλέον, παπικής εκκλησίας με το όνομα ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ε΄.
Ο Θεός όμως δεν αξίωσε τον Πέτρο να πατήσει το έδαφος της Ρώμης. Τελικά όμως δεν κατόρ­θωσε να εισέλθει στην Ρώμη. Επιστρέφοντας από την Πίζα για την Ρώμη στάθμευσε στην Bologna, όπου μετά από ολιγοήμερη ασθένεια παρέδωσε το πνεύμα του την 4η Μαΐου 1410 και ετάφη στο κοιμητήριο του τάγματος των Φραγκισκανών.16
Η επιτύμβια πλάκα στον τάφο του αναφέρει:
CRETENSIS EX DOMOCILIO CRETENSIS NUN CUPATUS
Δηλαδή Κρητικός στην καταγωγή, Κρητικός αναφερόμενος
Έλεγε για τον εαυτό του «υπήρξα ένας πλούσιος επίσκοπος, ένας φτωχός καρδινάλιος και ένας ακόμη πιο φτωχός Πάπας».

                                                                                      


Συνεχίζεται



1 α. Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν τα στοιχεία της παρούσης μελέτης, πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον, Βυζαντινός / Βυζαντινοί, Βυζαντινός πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’ οικονομίαν, αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς αβάσιμοι. Ειδικώς για τα «Βαλκάνια» σημειώνουμε τα εξής:
Ο Αίμος είναι οροσειρά στα βορειανατολικά της Ελληνικής χερσονήσου, από την οποία ονομάστηκε Χερσόνησος του Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα (επίσημες αλληλογραφίες, υπογραφή συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα, κλπ) η περιοχή των σημερινών Βαλκανίων, αναφέρεται ως «Χερσόνησος του Αίμου». Οι νεότουρκοι και συστημικοί ανθέλληνες, την ονόμασαν Βαλκανική χερσόνησο και  Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως επικράτησε διεθνώς η ανιστόρητη αυτή ονομασία.
Με την ονομασία Βαλκάνια [από την τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan = όρος, ή υψηλή δασώδης οροσειρά), (αρχ. ελλ. Χερσόνησος του Αίμου)], και Βαλκανική χερσόνησος, καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται, περισσότερο ως πολιτικός όρος παρά γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα η τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια χερσόνησος της Ευρώπης και αφετέρου συλλήβδην και χώρες γειτονικές που βρίσκονται εκτός των φυσικών γεωγραφικών ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το μακρινό παρελθόν λειτούργησε και λειτουργεί ως σταυροδρόμι πολιτισμών, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής ηπείρου.
Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα του στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα, τον οποίο πλήγωσε ο Δίας όταν εξαπέλυσε κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά της Θράκης.
2 Μετά την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας, που ήταν υποδουλωμένη στους άπιστους εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους και Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, εισέρχεται θριαμβευτικώς στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, Έλληνες και    Λατίνοι, Εκδ. Αποστολική Διακονία, Β΄ εκδ. 1994, σελ. 48-54.
.L. W. Barnard, Studies in Church History and Patristics, Θεσσαλονίκη 1978, 26 (στη σειρά Analekta Vlatadon, αρ. 26).         
.Η. Milman, History of Latin Christianity; including that of the Popes to the Pontificate of Nicholas V, τ. I, Λονδίνο 1857 (βέκδ.), σελ. 31, σε σημείωση.
.Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία Γ’ 4,8, και Γ’ 1,2, --- Ε’ 24,15 και 24,16
.Αρχιμ. Βασ. Στεφανίδης, Εκκλησιαστική Ιστορία. Απ’ αρχής μέχρι σήμερον, Εκδ. Αστήρ, Αθήνα, 1959, σελ. 49.
4 Έλληνες Πάπες, Μαρτίου 21, 2011 από Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας & Πολιτισμού----Χρήστος Π. Μπαλόγλου, Διδάκτωρ Κοινωνικών & Οικονομικών,Επιστημών του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, Περιοδικό, «Ιστορικά θέματα», τεύχος 90, Δεκέμβριος 2009.
5 Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία, Δ΄ 51,5.      
6 Ο Κλήμης έζησε στην Ρώμη επί Δομητιανού και των διαδόχων του, Νέρβα και Τραϊανού (μεταξύ 81 και 117). Αφού έδωσε δείγματα του ευαγγελικού του ζήλου, χειροτονήθηκε επίσκοπος Ρώμης (περί το 91), μετά τον άγιο Λίνο και τον άγιο Ανέγκλητο. Για τον βίο του Αγίου Κλήμεντος υπάρχουν πενιχρές και συγκεχυμένες πληροφορίες. Το πού και πότε γεννήθηκε δεν είναι γνωστό. Με βάση την μαρτυρία των Κλημεντείων, εταυτίσθη με τον γόνο της τότε βασιλευούσης οικογένειας της Ρώμης, ύπατο Φλάβιο Κλήμεντα, ο οποίος φονεύτηκε από τον εξάδελφό του Δομιτιανό  ως χριστιανός. Κάτι τέτοιο όμως  δεν φαίνεται πιθανό, διότι αφενός «αν συνέβαινε τούτο, αι σοβαραί χριστιανικαί πηγαί δε θα το ηγνόουν» και αφετέρου «ο επίσκοπος επέζησε του διωγμού του Δομιτιανού». [Πηγές:  recognitiones 7, 8 --- Σουητώνιος, Domitianus 15 ---  Ρωμαϊκή Ιστορία 67, 14---  Παν. Χρήστου, «Ελληνική Πατρολογία, Τόμος Β΄, σελίς 359»].
Σύμφωνα με την παράδοση, πρόκειται για τον συνεργάτη του αποστόλου Παύλου στην κοινότητα των Φιλιππησίων, άποψη που αποδέχεται ο Ωριγένης ( Απ. Παύλος, προς Φιλιππησίους δ’ 3, Ωριγένης, Εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον εξηγητικών, ΣΤ΄ 36.). Η άποψη αυτή, και πάλιν δεν επιβεβαιώνεται από τον Ειρηναίο, ο οποίος αναφέρει ως βοηθό του αποστόλου, τον Λίνο. [Δημ. Μπαλάνος, Πατρολογία, σελ. 32, Σωφρόνιος (Ευστρατιάδης) Λεοντοπόλεως, Λεξικόν της Καινής Διαθήκης, Πατριαρχικό Τυπογραφείο, Αλεξάνδρεια, 1910 (ανατ.: Αθήνα, εκδ. Πελεκάνος, 2001), σελ. 436].
7 Την εποχή εκείνη το επισκοπικό αξίωμα δεν διακρινόταν ευκρινώς από εκείνο του πρεσβυτέρου και ο Λίνος, ο Ανέγκλητος και ο Κλήμης, θα μπορούσαν να αναλαμβάνουν διαδοχικώς ή εκ περιτροπής το λειτούργημα του επισκόπου.[Πηγή:  Κατά αιρέσεων, 3, 3.--- Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησ. Ιστορία, Γ’, 15.---“Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος τρίτος – Νοέμβριος, σελ. 259-261)].
8 Δαγών: Θεός των Χαναναίων και Φιλισταίων, θεωρούμενος πατέρας του Βάαλ. Η ύπαρξη πόλεων με το όνομα «Βαιθ-δαγών» (οι οποίες πιθανότατα είχαν πάρει το όνομα του θεού Δαγών) στην περιοχή του Ιούδα και του Ασήρ, υποδηλώνει ότι η λατρεία αυτού του θεού ήταν ήδη εδραιωμένη στην Χαναάν, όταν ο Ισραήλ κατέκτησε την Υποσχεμένη Γη (Γη της Επαγγελίας) [Α΄ ΒΑΣ: 5/2]. Οι Φιλισταίοι που πιστεύεται ότι υιοθέτησαν την λατρεία του Δαγών από τους Χαναναίους (ΚΡΙΤ: 11/23), είχαν ονομαστούς ναούς στην Γάζα και την Ακχώ.
Δεν υπάρχει ομοφωνία ως προς την προέλευση του ονόματος του Δαγών. Μερικοί το συνδέουν με την εβραϊκή λέξη νταγ (ψάρι), ενώ άλλοι με την εβραϊκή λέξη νταγάν (σιτάρι)
9 «π’ εκαιρί τς «νθρονίσεως» το καταληψίου το πρεσβυγενος Θρόνου τς παλαις Ρώμης κ. Φραγκίσκου, κλεκτο το ξιοτίμου κ. Ντέϊβιντ Ροκφέλερ, δρυτο το Μουσείου Ροκφέλερ το Τέλ-βίβ πού κατ’ τος «δωρίζει» ες μς τά κατασκευασμένα ντοκυμαντέρς μέ τά χαλκευμένα καί ψευδ στοιχεα περί το Θεανθρωπίνου προσώπου το ληθος Μεσσίου Κυρίου ησο Χριστο καί δρυτο τς τριμερος πιτροπς, ες τόν ποον πεδόθη καί τό «δακτύλιον το λιέως» ς δθεν διαδόχου το δθεν «πρίγκηπος» το κολεγίου τν ποστόλων, ποστόλου Πέτρου ταπεινς παγόμεθα τά κάτωθι:
πόστολος Πέτρος οδέν «πρωτεον» διοικήσεως ξουσίας πί τν λοιπν ποστόλων καί τς λης κκλησίας λαβε παρά το Κυρίου (κατά τήν σύμφωνον περί τς ληθος ννοίας τν γραφικν χωρίων γνώμην τν μεγάλων πατέρων τς κκλησίας), στε νά δύναται νά μεταδώσ τοιαύτην ξουσίαν ες οονδήποτε πνευματικόν διάδοχόν του (καίτοι ο πόστολοι δέν εχον προσωπικούς πνευματικούς διαδόχους, ς δρυταί πολλν κκλησιν). ν τ συνοδικ διοικήσει τς πρώτης κκλησίας τν εροσολύμων, ν πετέλεσαν σοτίμως ο δώδεκα πόστολοι (μετά τήν συνοδικήν καί πάλιν κλογήν το Ματθίου) εχε μέν πόστολος Πέτρος τιμητικήν τινα διάκρισιν, εσηγούμενος τά πό συζήτησιν θέματα μιλν πρτος, δέν εχεν μως οτε τήν γεσίαν τς διοικήσεως, οτε τήν τιμητικήν ατς πλς προεδρίαν, διότι καί ταύτην κατεχεν πστολος 'Ιάκωβος.
Θά παραθέσωμεν δέ τώρα συνοπτικς, τάς σαφες σαύτως μαρτυρίας τς Γραφς, λλά καί τς στορίας, ξ ν πλήρως, καί καθ’ μς, ποδεικνύεται τι, πόστολος Πέτρος οτε δρυτής πρξε τς κκλησίας τς Ρώμης, οτε ν τ πόλει ταύτ μαρτύρησε· οτε κν μετέβη ες ατήν.
Μεταξύ τν μαρτυριν τούτων, α πλεσται τν ποίων κτενέστερον ναπτύσσονται ν τ περισπουδάστ στορικ μελέτ το γίου Νεκταρίου, σελ. 12-40 , θά προτάξωμεν καί μες τήν Α΄ καθολ. πιστολήν το ποστόλου Πέτρου «πρός τούς κλεκτούς παρεπιδήμους διασπορς Πόντου, Γαλατίας, Καπαδοκίας, σίας, καί Βιθυνίας...», γραφεσαν περί τό 62 μ.Χ.. ν τ πιστολ ταύτ, καίτοι εναι καθολική, ποσιωπται τό νομα τς Ρώμης, διότι γράφη ατη κ Ρώμης, διότι μέχρι τς γραφς της δέν δίδαξεν οτος ν ατ.
πρώτη μως κδοχή ποκλείεται ξ ατς τς πιστολς, φ’ όσον ναφέρεται ρητς ν ατ τι γράφη ν Βαβυλνι, πρόκειται δέ προφανς περί τς ν Αγύπτ Βαβυλνος (φόσον κατά τάς σαφες μαρτυρίας τς στορίας ποκλείεται ρχαία), πρός νότον τς 'Ηλιουπόλεως, νθα πρχε καί μεγάλη ουδαϊκή κοινότης καί ναός ουδαϊκός, ν καί τάφος το προφήτου ερεμίου σζόμενος. Καί τοτο νισχύεται καί κ τς ξιώσεως τν ν Αγύπτ Χριστιανν τι δρυτής τς κκλησίας λεξανδρείας εναι π. Πέτρος, στις νεπιστεύθη τήν κκλησίαν τ κολούθ του Εαγγελιστ Μάρκ. Συνάγεται θεν κ τούτων τι μέχρι τς συγγραφς τς Α΄ καθολ. πιστολς του, τοι μέχρι το 62 περίπου μ.Χ., πόστολος Πέτρος δέν εχε μεταβ ες Ρώμην .
τι δέ καί μετά τήν συγγραφήν τς πρώτης πιστολς του δέν μετέβη πόστολος Πέτρος ες Ρώμην, μαρτυρε δευτέρα καθολική πιστολή του, φόσον μάλιστα ατη γράφη προφανς διά τούς ξ θνν χριστιανούς, ν πρώτη γράφη διά τούς ξ βραίων. Διότι καί ν ατ οδόλως ναφέρεται τό νομα τς Ρώμης.
Καί τέλος, τι καί περί τά τέλη το βίου του δέν μετέβη πόστολος Πέτρος ες Ρώμην, βεβαιοται κ τς Β΄ πρός Τιμόθεον πιστολς το ποστόλου Παύλου, ν ρητς οτος γράφει: (Δ΄ 16-17) «...ν τ πρώτ μου πολογί οδείς μοι συμπαρεγένετο, λλά πάντες μέ γκατέλιπον· δέ Κύριος μοι παρέστη καί νεδυνάμωσέ με, να δι' μο τό κήρυγμα πληροφορηθ καί κούσ πάντα τά θνη». κ τς πιστολς ταύτης το ποστόλου Παύλου, γραφείσης περί τά τέλη το βίου του, βεβαιοται σαφς, τι κατά τήν συγγραφήν της πόστολος Πέτρος δέν το ν Ρώμ, λλως πόστολος Παλος θά μνημόνευεν ατο ναγκαίως. ποδεικνύεται μως προσέτι, τι καί πρό τς συγγραφς τς πιστολς ταύτης οδόλως εχε μεταβ πόστολος Πέτρος ες Ρώμην, διότι δέν το δυνατόν νά γράψ πόστολος Παλος, τι «καί ν Ρώμ δι' ατο πληροφορήθησαν καί κουσαν τό κήρυγμα τά θνη», άν προηγουμένως πόστολος Πέτρος εχε διδάξει κε.
ταν ες τάς μαρτυρίας ταύτας τς Γραφς προστεθσι τά ν τας Πράξεσι (ΚΗ΄ 14-31) ναφερόμενα περί τς πρώτης ες Ρώμην μεταβάσεως το ποστόλου Παύλου, τινα ναπτύσσομεν ν τ συνεχεί, ν συνδυασμ πρός τήν πρός Ρωμ. πιστολήν του, συνάγεται τό ναμφισβήτητον συμπέρασμα τι πρό τς ες Ρώμην μεταβάσεως το ποστόλου Παύλου, λλά καί πρό τς συγγραφς τς Β΄ πρός Τιμόθ. πιστολς του, πόστολος Πέτρος δέν μετέβη ες Ρώμην.
ποκλείεται μως σαύτως τό νδεχόμενον τς κε μεταβάσεώς του καί μετά τήν συγγραφήν τς πιστολς ταύτης, γραφείσης, ς προείπομεν, ν Ρώμ λίγον χρόνον πρό το θανάτου το ποστόλου Παύλου, διότι καί λόγος πλέον δέν πρχεν, φόσον κκλησία τς Ρώμης, δρυθεσα πό το ποστόλου Παύλου, ρίθμει δη πλθος μαρτύρων, λλά καί χρόνος μοίως, λόγ το τι μετ' λίγον κινήθη πί Νέρωνος μέγας διωγμός, καθ' ν πιθανς μαρτύρησαν μφότεροι ο πόστολοι, οχί μως ν Ρώμ.
Διότι καί περί τούτου οδεμία σοβαρά στορική μαρτυρία πάρχει. Πσαι α σχετικαί τοιαται, ς θά ποδειχθ ν τος πομένοις, στηρίχθησαν καλ τ πίστει πί τς ρχαίας παραδόσεως, ατη μως βασίσθη πί ποκρύφων βιβλίων καί ναληθν πηγν. Πλήν τούτου, ναμφισβήτητοι στορικαί μαρτυρίαι βεβαιοσι τά ναντία. Μεταξύ δέ τν μαρτυριν τούτων το γίου Κλήμεντος Ρώμης (88-97 μ.Χ.) χει ς ξς:
«...λλ' να τν ρχαίων ποδειγμάτων παυσώμεθα, λθωμεν πί τούς γγιστα γενομένους θλητάς. Λάβωμεν τς γενες μν τά γενναα ποδείγματα. Διά ζλον καί φθόνον ο μέγιστοι καί δικαιότατοι στλοι  διώχθησαν καί ως θανάτου λθον. Λάβωμεν πρό φθαλμν μν τούς πρώτους ποστόλους. Πέτρος διά ζλον δικον οχ να οδέ δύο, λλά πλείονας πήνεγκε πόνους καί οτω μαρτυρήσας πορεύθη ες τόν φειλόμενον τόπον δόξης. Διά ζλον καί Παλος πομονς βραβεον πέσχε, πτά δεσμά φορέσας, φυγαδευθείς, λιθασθείς. Κήρυξ γενόμενος ν τε τ νατολ καί τ Δύσει, τό γενναον τς πίστεως κλέος λαβε δικαιοσύνην διδάξας λον τόν Κόσμον καί πί τό τέρμα τς Δύσεως λθών καί μαρτυρήσας πί τν γουμένων, οτως πηλλάγη το Κόσμου».
κ τν λόγων τούτων το γίου πατρός συνάγεται τό βέβαιον συμπέρασμα τι μφότεροι ο κορυφαοι δέν πέθανον ν Ρώμ, λλως οτος θά ποιετο τούτου μνείαν τι δέν πέθανον σαύτως διά τήν κατηγορίαν το μπρησμο τς Ρώμης..., λλ' νεκα ζήλου καί φθόνου· καί τέλος, τι μόνον πόστολος Παλος γένετο κήρυξ ν τ Δύσει, «πί τό τέρμα τς Δύσεως λθών». Βεβαιοται δηλ. προσέτι τι πόστολος Παλος μετέβη καί ες σπανίαν (τις ποτελε τό τέρμα τς Δύσεως), ς γραφε ν τ πρός Ρωμ. πιστολήν (ΙΕ΄ 23-24): «... πιποθίαν δέ χων λθεν πρός μς πό πολλν τν, ς άν πορεύομαι ες τήν Σπανίαν, λεύσομαι πρός μς∙ λπίζω γάρ διαπορευόμενος θεάσασθαι μς καί φ' μν προπεμφθναι κε...». Καί τι προφανς μαρτύρησεν κε, «...πί τό τέρμα τς Δύσεως, καί κατά τόν γιον Κλήμεντα, λθών» .
σχέτως μως το τόπου καί το χρόνου το θανάτου τν «κορυφαίων», σοβαρωτέρα καθ' μς μαρτυρία τς πρό το ποστόλου Παύλου μή μεταβάσεως το ποστόλου Πέτρου ες Ρώμην καί συνεπς τς μή δρύσεως τς κκλησίας τς Ρώμης π' ατο, ξάγεται κ το παραλληλισμο τς πρό Ρωμαίους πιστολς, μεθ' σων ναφέρονται ν τας Πράξεσι τν ποστόλων (ΚΗ΄ 14-31) περί τς πρώτης ες Ρώμην μεταβάσεως το ποστόλου Παύλου. Ο ν Ρώμ Χριστιανοί (πρός τούς ποίους γράφη πρός Ρωμαίους πιστολή) προήρχοντο προφανς ξ θνικν κ Συρίας, Μακεδονίας καί λλάδος, μαθητευσάντων προηγουμένως παρά τ ποστόλ Παύλ, προφανς δέ καί τινων ουδαίων, κ τς ν Ρώμ πολυαρίθμου τότε ουδαϊκς κοινότητος. Χωρίς νά ποτελσιν οτοι ργανωμένην κκλησίαν, συνήρχοντο προφανς καί διδάσκοντο ες διαφόρους οκους, ς ν τ οκί το κύλα καί τς Πρισκίλλης (Ρωμ. ΙΣΤ΄ 3-4).
Τατα συνάγονται κ τν ν κεφ. Α΄ 6 καί 15, τς πιστολς ταύτης ναφερομένων (νθα πόστολος τονίζει τι εναι «πόστολος θνν» καί... «εναι πρόθυμος νά εαγγελισθ καί τος ν Ρώμ...»), κ τν ναφερομένων ν Κεφ. ΙΑ΄ 13 τς ατς πιστολς «...μν γάρ λέγω τος θνεσι...».
Πηγή: Μητροπολίτης Ι.Μ. Πειραιώς Σεραφείμ, Ανακοινωθέν Ι.Μ. Πειραιώς, 19η Μαρτίου 2013.
10 Marucchi, Orazio (2003). Manual of Christian Archeology 1935. Kessinger Publishing. ISBN 0-7661-4247-7 48.
Levillain, Philippe (2002). The Papacy: An Encyclopedia. London: Routledge. ISBN 0-415-92228-3; 557; 63.
"Pope St. Anterus" in the 1913 Catholic Encyclopedia.
Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου τ.3ος, σ.45.
11 Michael Ott, "Pope St. Sixtus II", Catholic Encyclopedia, τ. 14, Νέα Υόρκη (1912) Robert Appleton Company-Ο Πάπας Σίξτος Β΄ στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια του 1913 (Αγγλικά)-
Αριστείδη Πανώτη, Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας, Αθήνα 2008, ISBN 978-960-8116-17-7, τόμ. Α΄, σελ. 77
12 Ο Ευσέβιος Καισαρείας εξηγεί τους λόγους για τους οποίους ο Βαλεριανός άλλα­ξε τακτική έναντι των Χριστιανών και, ενώ στην αρχή ήταν ανεκτικός, στην συνέχεια έγινε εχθρός τους. Μεταξύ των μαρτύρων αυτού του διωγμού, εκτός από τον Σίξτο (6/8/258), συ­γκαταλέγεται ο και ο Κυπριανός, επίσκοπος Καρθαγένης (13/9/257),
13 Αποκρισάριος: Ο πρέσβης στην υπηρεσία της αυτοκρατορικής Αυλής· Η ονομασία αυτή εμφανίστηκε την πρωτορωμαϊκή περίοδο, κατά την βασιλεία του Θεοδοσίου Α’ (4ος αι. μ.Χ.). Ο όρος προέρχεται από τη Ελληνική λέξη  απόκριση (= απάντηση, απόφαση, αγγελία).
14 Peterson, J.B. (1907). Alexander V. In The Catholic Encyclopedia. New York: Robert Appleton Company. Retrieved July 24, 2014
15 Στην ιστορία του Παπισμού, περίοδος της Αβινιόν ή Αιχμαλωσία της Αβινιόν ονομάζεται το διάστημα μεταξύ 1309 και 1377 κατά το οποίο, η παπική έδρα είχε μεταφερθεί από την Ρώμη στην Αβινιόν της Γαλλίας. Επτά Πάπες, όλοι Γάλλοι, ανήκουν στην περίοδο αυτή:
·Πάπας Κλήμης Ε΄:       1305-1314
·Πάπας Ιωάννης ΚΒ΄:    1316-1334
·Πάπας Βενέδικτος ΙΒ΄:  1334-1342
·Πάπας Κλήμης ΣΤ΄:      1342-1352
·Πάπας Ιννοκέντιος ΣΤ΄:  1352-1362
·Πάπας Ουρβανός Ε΄:    1362-1370
·Πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄:   1370-1378
Το 1378 ο Πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄ μετέφερε την παπική έδρα πάλι στη Ρώμη, όπου και πέθανε. Κατ' αυτόν τον τρόπο προέκυψε το λεγόμενο Δυτικό Σχίσμα, εξαιτίας της διαμάχης που προέκυψε σχετικά με την εκλογή του διαδόχου του. Μία μερίδα καρδιναλίων εξέλεξαν έναν Αντιπάπα που εγκαταστάθηκε στην Αβινιόν. Το σχίσμα έληξε το 1414 με την Σύνοδον της Κωνσταντίας.
16 Ο καλλιμάρμαρος τάφος του βρίσκεται στην Bologna στην Βασιλική του Αγίου Φραγκίσκου, με ανάγλυφη προσωπογραφία του και με τις μαρμάρινες επιτύμβιες πλάκες που αναγράφουν:
SUMMUS PASTORIUM ALEXANDER QUINTUS ET OMNIS SCRIPTURAE LUMEN SANTISSIMUS ORDO MINORUM QUEM DEDIT, ET PROPRIO CRETENSIS NOMINE PETRUSMIGRAVIT ANNO MCDX
Ο ΥΨΙΣΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ, ΚΑΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΓΡΑΦΩΝ ΤΟ ΦΩΣ, Ο ΑΓΙΟΤΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ ΤΩΝ ΤΑΠΕΙΝΩΝ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΟΝΟΜΑ ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ ΑΠΟΔΗΜΗΣΕ ΤΟ ΕΤΟΣ 1410.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου