ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1
«… Κι απ’ τη Χρυσή την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης,
ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε μεσ’
την Πόλη, στην Αγιά
Σοφιά. 2
Και χύνεται ο ήλιος της κορώνας
του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη σαν τα λούλουδα
και χάνεται ο Φράγκος σαν την καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)
ΜΕΡΟΣ 1ο
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Πολλά,
περίεργα, ανεύθυνα, ευμενή, δυσμενή, ήπια, σκληρά, ενίοτε εξοργιστικά σχόλια
και γενικώς αντικρουόμενες θέσεις-απόψεις, ακούμε και διαβάζουμε τις τελευταίες
δεκαετίες για την Ρωμηοσύνη…Μία μερίδα την
υποστηρίζει ενώ άλλη, η μεγαλύτερη, την απορρίπτει μετά βδελυγμίας με
επιχειρήματα που προβάλλονται εκατέρωθεν, τα οποία κατά την άποψη των
υποστηρικτών εκάστης πλευράς, θεωρούνται λογικά και βάσιμα. Δεν είναι λίγοι κι’
εκείνοι οι οποίοι αγνοούν τι σημαίνει Ρωμηοσύνη ή αδιαφορούν στο άκουσμά της…
Διαιρεμένος
και ο πνευματικός κόσμος εδώ και δύο αιώνες περίπου στο θέμα της Ρωμηοσύνης
αλλά και στο προσήκον όνομα που πρέπει να φέρουν οι σημερινοί πολίτες εντός και
εκτός της Ελλάδος. Δηλαδή πως πρέπει να αποκαλούνται, Έλληνες, Γραικοί ή
Ρωμηοί;
Διχασμένος
ο λαός ως προς την σημασία και την ιστορική αλήθεια του όρου «Ρωμηοσύνη».
Άλλωστε, είναι πασίδηλον ότι διερχόμεθα μία περίοδον γενικής αγνωσίας και
πνευματικής ερημώσεως. Η πλειονότητα αγνοεί την σημασία και τον ρόλο της
Ρωμηοσύνης στην Ελληνική και παγκόσμια ιστορία, μάλλον δε και την απορρίπτει,
άλλοτε με λογικοφανή επιχειρήματα και άλλοτε με μαιναδικές αιτιολογίες χωρίς να
γνωρίζει τις ρίζες και το περιεχόμενό της.
Τι
είναι τελικά η Ρωμηοσύνη/Ρωμιοσύνη;
Ποία
η σημασία της για τους σημερινούς Έλληνες; Αποτελεί μια εκχριστιανισμένη
πατριωτική ιδεολογία με σκοπό την αντικατάσταση του Ελληνισμού; Είναι μία
προτεινόμενη νέα εθνική ταυτότητα για τον σύγχρονο Έλληνα στην θέση της παλαιάς ελληνικής ιθαγενείας; Ποία η
σχέση της με την διαχρονική ιστορία του Γένους των Ελλήνων; Γιατί οι σημερινοί
Έλληνες ολοένα και περισσότερο την ξεχνούν και δυσκολεύονται να καταλάβουν την
σημασία της; Γιατί πολεμάται σήμερα με τόσον πάθος από ικανή μερίδα Ελλαδιτών
πολιτών;
Προκειμένου να καταστεί εφικτή η
αναζήτηση της αληθείας για την «Ρωμηοσύνη», ώστε να διασφαλιστεί πλήρως η
εδραίωση και προβολή αυτής στο παρόν και το μέλλον, καθίσταται επιτακτική μια
αναδρομή τόσο στους κόλπους τής Προϊστορίας και της Ιστορίας, σε όση έκταση
είναι δυνατόν, όσον και στους τομείς τού Πολιτισμού, της Θεολογίας, της
Φιλοσοφίας, της Πολιτικής, κλπ.
Βεβαίως,
είναι δύσκολο έως αδύνατον, να δοθούν πειστικές απαντήσεις στα παραπάνω
ερωτήματα για την Ρωμηοσύνη, εάν βασιστούμε μόνο σε σύγχρονα, ιστορικώς
υποκειμενικά στοιχεία και ιδιαιτέρως στην παραχαραγμένη συστημική και εν
πολλοίς φράγκικη και ανθελληνική γραμματεία που παρουσιάζεται ως έργον δήθεν,
«φωτισμένων» ανθρώπων ξένων και ελλαδιτών.
Αντιθέτως,
οφείλουμε να εισχωρήσουμε βαθειά στην προϊστορία, παρά την πυκνή αχλύ που την
περιβάλλει και ακόμη βαθύτερα στην ιστορία, προκειμένου να αποκτήσουμε
εμπεριστατωμένη ιστορική γνώση και συνείδηση, στηριζόμενοι κυρίως στην
υπάρχουσα προ της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821 γραμματείαν. Μόνον έτσι θα
καταλήξουμε αυτοφώτως στα επιβαλλόμενα και απορρέοντα συμπεράσματα, θα
κατανοήσουμε πληρέστερα και θα προσδιορίσουμε ακριβέστερα την Ρωμιοσύνη και την
σημασία της για τον Ελληνισμό τού σήμερα.
Θα
επιχειρήσουμε λοιπόν, την ανατομίαν της Ρωμαιο-σύνης/Ρωμηοσύνης,
ξεκινώντας από εκεί που το πρώτο συνθετικό του όρου την προσδιορίζει, δηλαδή
την αρχαία Ρώμη, τους αρχαίους Ρωμαίους, την γλώσσα και τον πολιτισμόν τους…
Θα
προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε την σχέση ή τον σύνδεσμο της Ρωμαιο-σύνης ή Ρωμηοσύνης/Ρωμιοσύνης, εάν υπάρχει
και σε ποίον βαθμόν, τόσον με την αρχαίαν Ρώμην, τους Ρωμαίους και τον
λεγόμενον Ρωμαϊκόν πολιτισμόν, όσον και με την αρχαία Ελλάδα, τους αρχαίους Έλληνες, και τον
Ελληνικόν πολιτισμόν διαχρονικώς…..
Θα
επιμείνουμε σ’ αυτό το ζήτημα (Η
Ρωμαιο-σύνη/Ρωμηοσύνη κατά την προχριστιανική και πρωτοχριστιανική περίοδο),
περισσότερο απ’ ό, τι μέχρι τώρα γίνεται κατά τις παρουσιάσεις, μελέτες και
αναλύσεις του θέματος, καθ’ όσον φρονούμεν ότι, στις μέχρι τώρα παρουσιάσεις
αμφοτέρων των απόψεων περί της Ρωμηοσύνης:
· Λαμβάνεται
συνήθως ως αρχή της Ρωμηοσύνης η περίοδος της ιδρύσεως της Νέας Ρώμης (από τον
Μέγα Κωνσταντίνο), ως να προέκυψαν αιφνιδίως οι όροι Ρωμαίοι/Ρωμηοί, μόλις τον
4ο μ.Χ.αιώνα .
· Δεν
έχει τονισθεί η προαναφερομένη προχριστιανική και πρωτοχριστιανική περίοδος,
όσον θα έπρεπε, αφού εάν αποδειχθεί σχέση της Ρωμαιο-σύνης/Ρωμηοσύνης
τόσον με την αρχαία Ρώμη, τους αρχαίους Ρωμαίους και τον προχριστιανικόν
Ρωμαϊκόν πολιτισμόν, όσον και με τους αρχαίους Έλληνες, τον Ελληνικό πολιτισμό,
διαχρονικώς, ανατρέπονται οι μέχρι τώρα συστημικές και συμβατικές απόψεις και
προστίθενται στην Ρωμηοσύνη θεμέλια στερεά και ασάλευτα, σε οποιαδήποτε
προσπάθεια αμφισβητήσεως, αρνήσεως και απορρίψεώς της.
Οφείλουμε
να υπερβούμε τα σημερινά υποκειμενικά, ωφελιμιστικά, ψευτοανθρωπιστικά,
επιβληθέντα και παντοιοτρόπως επιβαλλόμενα πολιτικο-κοινωνικά δεδομένα, την
συστημική μυθοπλασία και εικονολατρεία των ΜΜΕ, και την γενικότερη
πολιτικο-εθνική συνείδηση των «εθνοκατασκευαστών» του Συστήματος.
Επιβάλλεται
να αντιπαρέλθουμε τις σύγχρονες εθνικο-πολιτικές ιδεολογίες και κοινωνικές
«αρχές και αξίες», τις συστημικές δομές ενός σύγχρονου (υπ)ανθρώπινου κράτους,
τις φαρισαϊκές αρχές περί «ανθρωπισμού», «διαφωτισμού», «αντιρατσισμού» και
«παγκόσμιας αδελφοσύνης» που είναι χρονικά μεταγενέστερες και κατ' ουσίαν
διαφορετικές και ψευδή υποκατάστατα των αληθινών και
όντως οικουμενικών αρχών της Ρωμιοσύνης.
Αυτό
θα επιχειρήσουμε κατά δύναμη, με την παρούσα τμηματική ανάλυση του θέματος,
προκειμένου να εξαλείψουμε, ει δυνατόν, την αχλύν που περιβάλλει την Ρωμηοσύνη/Ρωμιοσύνη, να αποκαλύψουμε την ιστορική
αλήθεια για τα ονόματα Ρωμαίος, Ρωμηός/Ρωμιός,
να περιστείλουμε την απελπιστικώς αυξανόμενη και εξαπλούμενη άγνοια των
περισσοτέρων περί της Ρωμηοσύνης, και να αναζητήσουμε-καταγράψουμε, τους πιθανούς
λόγους της απορρίψεως ή αρνήσεώς της….
Α. Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ.
1. Οι Έλληνες Πελασγοί (Οίνωτροι εξ Αρκαδίας,
Χαλκιδείς, Κρήτες, Λακεδαιμόνιοι, Αχαιοί, κλπ), οι πρώτοι οικιστές της Ιταλίας
3
Μια από τις πρώτες πανάρχαιες
κτήσεις των προελλήνων Πελασγών, είναι
και η Νότιος Ιταλία. Πριν εγκατασταθούν στην χώρα αυτή τα προ-Ελληνικά φύλα της
εποχής εκείνης, η Ιταλία κατά την παράδοση, βρισκόταν σε πρωτόγονη κατάσταση
και ήταν αραιοκατοικημένη. Οι πρώτοι Έλληνες άποικοι φέρονται ότι
εγκαταστάθηκαν εκεί στην εποχή του βασιλέα Ουρανού, τον οποίο η παράδοση της
χώρας τον αναφέρει ως Ιανό. Μετά τον Ιανό-Ουρανό, ως κύριος της χώρας, φέρεται
ο γιος του Κρόνος, τον οποίο η παράδοση της χώρας, αναφέρει ως Σατούρνο.
Στα
μετέπειτα χρόνια, ως επί μέρους βασιλέας της Ιταλίας αναφέρεται ο Οίνωτρος, γιος του Λυκάονος της γενεάς του βασιλέα
Ουρανού, αρχηγού των Γιγάντων.
Από
τον Πελασγό και την Δηϊάνειρα, γεννιέται ο Λυκάων, ο οποίος παίρνει για γυναίκα την Κυλλήνη, Νηΐδα Νύμφη.
(εξ’ ού και βουνό Κυλλήνη). Απo
αυτούς γεννήθηκαν oι Οίνωτρος και Πευκέτιος. Οίνωτροι
καλούνται οι κατοικούντες την Ιταλική χερσόνησο και Πευκέτιοι οι κατοικούντες
στο Ιόνιο. Ονομάστηκε δε Ιταλία απ’ τον βασιλιά Ίταλο.
Ποιοι
ήσαν οι Οίνωτροι;
Ο
πρώτος που αποφάσισε να μεταναστεύσει σε άλλους τόπους (κατά τους αρχαίους
Έλληνες) και να κτίσει αποικία, ήταν ο Οίνωτρος, γιος του Λυκάονα από την
Αρκαδία, επειδή οι κάτοικοι εκεί είχαν αυξηθεί και δεν μπορούσε η γη να τους
θρέψει. Με τις ευλογίες και την βοήθεια του βασιλιά αδελφού του, Νύκτιμου, ο
Οίνωτρος έφτιαξε πλοία, πήρε μαζί του πολλούς Αρκάδες και ανάμεσά τους τον
αδελφό του τον Πευκέτιο, κι’ έβαλε πλώρη Δυτικά.
Έφθασαν
στην Απουλία (νοτιοανατολική Ιταλία), πρώτοι αυτοί, 17
γενιές πριν από τον πόλεμο της Τροίας, μετά την λήξη του οποίου, κατά την
Ρωμαϊκήν Μυθολογίαν, ο Αινείας έφυγε από την Τροία και έγινε οικιστής του
Λατίου. Σύμφωνα με τις παραδόσεις, η ίδρυση της Τροίας ήταν έργο Κρητών
που εγκατέλειψαν κάποτε την πατρίδα τους και εγκαταστάθηκαν στις υπώρειες της
Ίδης, Αρχηγός τους ήταν ο Τευκρος , γυιός του Σκαμάνδρου και της νύμφης Iδαίας. Πέρα από την
παράδοση, υπάρχουν και άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν την σύνδεση Κρήτης και
Τροίας. Έχουμε την κοινή λατρεία του «θεού» Διονύσου, η οποία φαίνεται να είναι
Κρητικής προελεύσεως (και πιο παλιά Αιγυπτιακής). Ο Διόνυσος αναφέρεται στην Γραμμική Β΄
της Κνωσού με την ονομασία "di-o-nu-so". 4
Στην
Απουλία, λοιπόν, εγκαταστάθηκε ο Πευκέτιος και έτσι ένα μεγάλο τμήμα της περιοχής
ονομάστηκε Πευκετία. Κοντά του έσπευσαν τα αδέλφια του από την Αρκαδία, ο Ίαπυς
που συγχέεται με τον Ιάπυγα, γιο του Δαίδαλου, και που έγινε επώνυμος της
Ιαπυγίας (περιοχή της Καλαβρίας στην Νότια Ιταλία, απέναντι από την Σικελία),
και ο Δαύνος, οικιστής της Δαυνίας (της περιοχής γύρω από το σημερινό
Μπάρι).
Ο
Οίνωτρος συνέχισε, διέσχισε τον πορθμό της Σικελίας κι έφτασε ως την Αυσονία
(«τότε» περιοχή ανάμεσα στον Πορθμό και τις εκβολές του Λείρι ποταμού, ανάμεσα
στην Καμπανία και το Λάτιο). Η περιοχή ονομάστηκε Οινωτρία και από αυτήν,
Οινωτρία ονομάστηκε ολόκληρη η χερσόνησος. Πολύ αργότερα, ο βασιλιάς Ίταλος,
Πελασγός κι αυτός, ονόμασε τη χώρα Ιταλία.
Σε ποιες πηγές της γραμματείας, αναφέρονται
τα παραπάνω για τους Οινώτρους και την καταγωγή των αρχαίων Ρωμαίων;
α. Μια από τις πρώτες και πιο ακριβείς ιστορικές
καταγραφές και ίσως από τις πλησιέστερες προς την αλήθειαν εκείνης της εποχής,
ανάγεται στον 1ο μ.Χ. αι. Η πηγή αφορά στον διάσημο τότε, Έλληνα ιστορικό (και
όχι μόνο) Πλούταρχο, ο οποίος υπήρξε ένας εκ των σημαντικωτέρων ιστορικών
συγγραφέων και βιογράφων της εποχής του, ενώ διετέλεσε μεταξύ άλλων και
Αρχιερεύς του Μαντείου των Δελφών.
Ο Πλούταρχος έζησε πολλά χρόνια στην Ρώμη (τουλάχιστον
από το 80 – 90 μ.Χ.), όπου μετείχε στον δημόσιο βίο και δημιούργησε σχέσεις με
επιφανείς Ρωμαίους, που επισφραγίστηκαν με την παραχώρηση σ’ αυτόν τόσο του
τίτλου του Ρωμαίου πολίτη όσο και δημοσίων αξιωμάτων, μεταξύ των οποίων εκείνο
του υπάτου.
Γνώριζε επομένως εξ ιδίας αντιλήψεως σημαντικές
πληροφορίες που προέρχονταν από την ίδια την Ρωμαϊκή Βιβλιογραφία και
πνευματική τάξη εκείνης της εποχής, τις οποίες και συμπεριέλαβε στο έργο του,
«Βίοι Παράλληλοι, Ρωμύλος».
Σύμφωνα με αυτές, οι Ρωμαίοι
κατάγονται:
(1). Από το προελληνικό φύλο των Πελασγών, οι οποίοι
αφού πλανήθηκαν στους περισσοτέρους τόπους της οικουμένης και νίκησαν τους
περισσοτέρους ανθρώπους, εγκαταστάθηκαν στο μέρος αυτό και ονόμασαν έτσι την
πόλη από την ρώμη των όπλων τους.
(2). Από την Τρωάδα (Ιωνίδα) Ρώμη, η οποία διακρινόταν
για την γενναιότητα και την φρόνησή της και πρότεινε στους Τρώες πρόσφυγες να
κάψουν τα πλοία τους με τα οποία έφθασαν στην Τυρρηνία και ορμίστηκαν στον
Θρύμβη ποταμό, προκειμένου να εγκατασταθούν στο Παλλάντιο, αντί να συνεχίσουν
να περιπλανώνται. Επειδή η χώρα ήταν εύφορη και οι γειτονικοί λαοί τους
δέχονταν καλά, προσέφεραν στην Ρώμη τιμές, ενώ έδωσαν στην πόλη το όνομά της.
β.
Αποσπάσματα από το έργον του Διονυσίου Αλικαρνασέως (Ρωμαϊκή Αρχαιολογία)
XI. 1. Οἱ δὲ λογιώτατοι τῶν Ῥωμαϊκῶν συγγραφέων, ἐν οἷς ἐστι Πόρκιός τε Κάτων ὁ τὰς γενεαλογίας τῶν ἐν Ἰταλίᾳ πόλεων ἐπιμελέστατα συναγαγὼν καὶ Γάϊος Σεμπρώνιος καὶ ἄλλοι συχνοί, Ἕλληνας αὐτοὺς εἶναι λέγουσι τῶν ἐν Ἀχαΐᾳ ποτὲ οἰκησάντων, πολλαῖς γενεαῖς πρότερον τοῦ πολέμου τοῦ Τρωικοῦ μεταναστάντας. Οὐκέτι μέντοι διορίζουσιν οὔτε φῦλον Ἑλληνικὸν οὗ μετεῖχον, οὔτε πόλιν ἐξ ἧς ἀπανέστησαν, οὔτε χρόνον οὔθ´ ἡγεμόνα τῆς ἀποικίας οὔθ´ ὁποίαις τύχαις χρησάμενοι τὴν μητρόπολιν ἀπέλιπον· Ἑλληνικῷ τε μύθῳ χρησάμενοι οὐδένα τῶν τὰ Ἑλληνικὰ γραψάντων βεβαιωτὴν παρέσχοντο. Τὸ μὲν οὖν ἀληθὲς ὅπως ποτ´ ἔχει, ἄδηλον· εἰ δ´ ἐστὶν ὁ τούτων λόγος ὑγιής, οὐκ ἂν ἑτέρου τινὸς εἴησαν ἄποικοι γένους ἢ τοῦ καλουμένου νῦν Ἀρκαδικοῦ.
2. Πρῶτοι γὰρ Ἑλλήνων οὗτοι περαιωθέντες τὸν Ἰόνιον κόλπον ᾤκησαν Ἰταλίαν, ἄγοντος αὐτοὺς Οἰνώτρου τοῦ Λυκάονος· ἦν δὲ πέμπτος ἀπό τε Αἰζειοῦ καὶ Φορωνέως τῶν πρώτων ἐν Πελοποννήσῳ δυναστευσάντων. Φορωνέως μὲν γὰρ Νιόβη γίνεται· ταύτης δὲ υἱὸς καὶ Διὸς, ὡς λέγεται, Πελασγός· Αἰζειοῦ δὲ υἱὸς Λυκάων· τούτου δὲ Δηιάνειρα θυγάτηρ· ἐκ δὲ Δηιανείρας καὶ Πελασγοῦ Λυκάων ἕτερος· τούτου δὲ Οἴνωτρος, ἑπτακαίδεκα γενεαῖς πρότερον τῶν ἐπὶ Τροίαν στρατευσάντων. Ὁ μὲν δὴ χρόνος, ἐν ᾧ τὴν ἀποικίαν ἔστειλαν Ἕλληνες εἰς Ἰταλίαν, οὗτος ἦν.
3. Ἀπανέστη δὲ τῆς Ἑλλάδος Οἴνωτρος οὐκ ἀρκούμενος τῇ μοίρᾳ· δύο γὰρ καὶ εἴκοσι παίδων Λυκάονι γενομένων εἰς τοσούτους ἔδει κλήρους νεμηθῆναι τὴν Ἀρκάδων χώραν. Ταύτης μὲν δὴ τῆς αἰτίας ἕνεκα Πελοπόννησον Οἴνωτρος ἐκλιπὼν καὶ κατασκευασάμενος ναυτικὸν διαίρει τὸν Ἰόνιον πόρον καὶ σὺν αὐτῷ Πευκέτιος τῶν ἀδελφῶν εἷς. Εἵποντο δὲ αὐτοῖς τοῦ τε οἰκείου λαοῦ συχνοί, πολυάνθρωπον γὰρ δὴ τὸ ἔθνος τοῦτο λέγεται κατ´ ἀρχὰς γενέσθαι, καὶ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων ὅσοι χώραν εἶχον ἐλάττω τῆς ἱκανῆς.
4. Πευκέτιος μὲν οὖν, ἔνθα τὸ πρῶτον ὡρμίσαντο τῆς Ἰταλίας, ὑπὲρ ἄκρας Ἰαπυγίας ἐκβιβάσας τὸν λεὼν αὐτοῦ καθιδρύεται, καὶ ἀπ´ αὐτοῦ οἱ περὶ ταῦτα τὰ χωρία οἰκοῦντες Πευκέτιοι ἐκλήθησαν. Οἴνωτρος δὲ τὴν πλείω τοῦ στρατοῦ μοῖραν ἀγόμενος εἰς τὸν ἕτερον ἀφικνεῖται κόλπον τὸν ἀπὸ τῶν ἑσπερίων μερῶν παρὰ τὴν Ἰταλίαν ἀναχεόμενον, ὃς τότε μὲν Αὐσόνιος ἐπὶ τῶν προσοικούντων Αὐσόνων ἐλέγετο, ἐπεὶ δὲ Τυρρηνοὶ θαλασσοκράτορες ἐγένοντο, μετέλαβεν ἣν ἔχει νῦν προσηγορίαν.
4. Πευκέτιος μὲν οὖν, ἔνθα τὸ πρῶτον ὡρμίσαντο τῆς Ἰταλίας, ὑπὲρ ἄκρας Ἰαπυγίας ἐκβιβάσας τὸν λεὼν αὐτοῦ καθιδρύεται, καὶ ἀπ´ αὐτοῦ οἱ περὶ ταῦτα τὰ χωρία οἰκοῦντες Πευκέτιοι ἐκλήθησαν. Οἴνωτρος δὲ τὴν πλείω τοῦ στρατοῦ μοῖραν ἀγόμενος εἰς τὸν ἕτερον ἀφικνεῖται κόλπον τὸν ἀπὸ τῶν ἑσπερίων μερῶν παρὰ τὴν Ἰταλίαν ἀναχεόμενον, ὃς τότε μὲν Αὐσόνιος ἐπὶ τῶν προσοικούντων Αὐσόνων ἐλέγετο, ἐπεὶ δὲ Τυρρηνοὶ θαλασσοκράτορες ἐγένοντο, μετέλαβεν ἣν ἔχει νῦν προσηγορίαν.
XII. 1. Εὑρὼν δὲ χώραν πολλὴν μὲν εἰς νομάς, πολλὴν δὲ εἰς ἀρότους εὔθετον, ἔρημον δὲ τὴν πλείστην καὶ οὐδὲ τὴν οἰκουμένην πολυάνθρωπον, ἀνακαθήρας τὸ βάρβαρον ἐκ μέρους τινὸς αὐτῆς ᾤκισε πόλεις μικρὰς καὶ συνεχεῖς ἐπὶ τοῖς ὄρεσιν, ὅσπερ ἦν τοῖς παλαιοῖς τρόπος οἰκήσεως συνήθης. Ἐκαλεῖτο δὲ ἥ τε χώρα πᾶσα πολλὴ οὖσα ὅσην κατέσχεν Οἰνωτρία, καὶ οἱ ἄνθρωποι πάντες ὅσων ἦρξεν Οἴνωτροι, τρίτην μεταλαβόντες ὀνομασίαν ταύτην. Ἐπὶ μὲν γὰρ Αἰζειοῦ βασιλεύοντος Αἰζειοὶ ἐλέγοντο, Λυκάονος δὲ παραλαβόντος τὴν ἀρχὴν ἀπ´ ἐκείνου αὖθις Λυκάονες ὠνομάσθησαν, Οἰνώτρου δὲ κομίσαντος αὐτοὺς εἰς Ἰταλίαν Οἴνωτροι χρόνον τινὰ ἐκλήθησαν.
2. Μαρτυρεῖ δέ μοι τῷ λόγῳ Σοφοκλῆς μὲν ὁ τραγῳδοποιὸς ἐν Τριπτολέμῳ δράματι· πεποίηται γὰρ αὐτῷ Δημήτηρ διδάσκουσα τὸν Τριπτόλεμον, ὅσην χώραν ἀναγκασθήσεται σπείρων τοῖς δοθεῖσιν ὑπ´ αὐτῆς καρποῖς διεξελθεῖν· μνησθεῖσα δὲ τῆς ἑῴου πρῶτον Ἰταλίας, ἥ ἐστιν ἀπ´ ἄκρας Ἰαπυγίας μέχρι πορθμοῦ Σικελικοῦ, καὶ μετὰ τοῦτο τῆς ἀντικρὺ ἁψαμένη Σικελίας, ἐπὶ τὴν ἑσπέριον Ἰταλίαν αὖθις ἀναστρέφει καὶ τὰ μέγιστα τῶν οἰκούντων τὴν παράλιον ταύτην ἐθνῶν διεξέρχεται, τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῆς Οἰνώτρων οἰκήσεως ποιησαμένη…….
3. Ἀντίοχος δὲ ὁ Συρακούσιος, συγγραφεὺς πάνυ ἀρχαῖος, ἐν Ἰταλίας οἰκισμῷ τοὺς παλαιοτάτους οἰκήτορας διεξιὼν, ὡς ἕκαστοί τι μέρος αὐτῆς κατεῖχον, Οἰνώτρους λέγει πρώτους τῶν μνημονευομένων ἐν αὐτῇ κατοικῆσαι, εἰπὼν ὧδε· ‘Ἀντίοχος Ξενοφάνεος τάδε συνέγραψε περὶ Ἰταλίης ἐκ τῶν ἀρχαίων λόγων τὰ πιστότατα καὶ σαφέστατα· τὴν γῆν ταύτην, ἥτις νῦν Ἰταλίη καλεῖται, τὸ παλαιὸν εἶχον Οἴνωτροι’. Ἔπειτα διεξελθὼν ὃν τρόπον ἐπολιτεύοντο, καὶ ὡς βασιλεὺς ἐν αὐτοῖς Ἰταλὸς ἀνὰ χρόνον ἐγένετο, ἀφ´ οὗ μετωνομάσθησαν Ἰταλοί, τούτου δὲ τὴν ἀρχὴν Μόργης διεδέξατο, ἀφ´ οὗ Μόργητες ἐκλήθησαν, καὶ ὡς Σικελὸς ἐπιξενωθεὶς Μόργητι ἰδίαν πράττων ἀρχὴν διέστησε τὸ ἔθνος, ἐπιφέρει ταυτί· ‘Οὕτω δὲ Σικελοὶ καὶ Μόργητες ἐγένοντο καὶ Ἰταλίητες ἐόντες Οἴνωτροι’.
Ο
Αντίοχος Συρακούσιος, ήταν απ’τους αρχαιότερους ιστορικούς 5
(GRC)
« ‘Ἀντίοχος Ξενοφάνεος τάδε συνέγραψε περὶ Ἰταλίης ἐκ τῶν ἀρχαίων λόγων τὰ πιστότατα καὶ σαφέστατα· τὴν γῆν ταύτην, ἥτις νῦν Ἰταλίη καλεῖται, τὸ παλαιὸν εἶχον Οἴνωτροι’. »
|
(IT)
« Antioco figlio di Senofane scrisse
sull'Italia le notizie più degne di fede e più vere derivanti dalle antiche
tradizioni: questa terra, che ora si chiama Italia, anticamente la occupavano
gli Enotri. »
|
(Dion.
Hal., Antichità romane, I, 12,
3.)
XIII. 1. Φέρε δὴ καὶ τὸ γένος ὅθεν ἦν τὸ τῶν Οἰνώτρων ἀποδείξωμεν, ἕτερον ἄνδρα τῶν ἀρχαίων συγγραφέων παρασχόμενοι μάρτυρα, Φερεκύδην τὸν Ἀθηναῖον, γενεαλόγων οὐδενὸς δεύτερον. Πεποίηται γὰρ αὐτῷ περὶ τῶν ἐν Ἀρκαδίᾳ βασιλευσάντων ὅδε ὁ λόγος· ‘Πελασγοῦ καὶ Δηιανείρης γίνεται Λυκάων· οὗτος γαμεῖ Κυλλήνην, Νηίδα νύμφην, ἀφ´ ἧς τὸ ὄρος ἡ Κυλλήνη καλεῖται’. Ἔπειτα τοὺς ἐκ τούτων γεννηθέντας διεξιὼν καὶ τίνας ἕκαστοι τόπους ᾤκησαν, Οἰνώτρου καὶ Πευκετίου μιμνήσκεται λέγων ὧδε· ‘Καὶ Οἴνωτρος, ἀφ´ οὗ Οἴνωτροι καλέονται οἱ ἐν Ἰταλίῃ οἰκέοντες, καὶ Πευκέτιος, ἀφ´ οὗ Πευκέτιοι καλέονται οἱ ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ’.
2. Τὰ μὲν οὖν ὑπὸ τῶν παλαιῶν εἰρημένα ποιητῶν τε καὶ μυθογράφων περί τε οἰκήσεως καὶ γένους τῶν Οἰνώτρων τοιαῦτά ἐστιν· οἷς ἐγὼ πειθόμενος, εἰ τῷ ὄντι Ἑλληνικὸν φῦλον ἦν τὸ τῶν Ἀβοριγίνων, ὡς Κάτωνι καὶ Σεμπρωνίῳ καὶ πολλοῖς ἄλλοις εἴρηται, τούτων ἔγγονον αὐτῶν τῶν Οἰνώτρων ὑποτίθεμαι. Τὸ γὰρ δὴ Πελασγικὸν καὶ τὸ Κρητικὸν καὶ ὅσα ἄλλα ἐν Ἰταλίᾳ ᾤκησεν, ὑστέροις εὑρίσκω χρόνοις ἀφικόμενα. Παλαιότερον δὲ τούτου στόλον ἀπαναστάντα τῆς Ἑλλάδος εἰς τὰ προσεσπέρια τῆς Εὐρώπης οὐδένα δύναμαι καταμαθεῖν.
3. Τοὺς δὲ Οἰνώτρους τῆς τ´ ἄλλης Ἰταλίας πολλὰ χωρία οἴομαι κατασχεῖν, τὰ μὲν ἔρημα, τὰ δὲ φαύλως οἰκούμενα καταλαβόντας, καὶ δὴ καὶ τῆς Ὀμβρικῶν γῆς ἐστιν ἣν ἀποτεμέσθαι, κληθῆναι δὲ Ἀβοριγῖνας ἐπὶ τῆς ἐν τοῖς ὄρεσιν οἰκήσεως (Ἀρκαδικὸν γὰρ τὸ φιλοχωρεῖν ὄρεσιν), ὡς ὑπερακρίους τινὰς καὶ παραλίους Ἀθήνησιν.
γ.
Ο Ρωμαίος ποιητής Βιργίλιος, διηγούμενος
ιστορίες του αποικισμού της Ιταλίας, από τα Ελληνικά φύλα της τότε εποχής,
γράφει σχετικώς:
«...Υπάρχει τόπος, τον
οποίον οι Έλληνες τον ονομάζουν Εσπερία. Είναι μια αρχαία εύφορη γη. Την αποίκησαν άνδρες τον βασιλέα Οινώτρου. Οι
μεταγενέστεροι ονόμασαν την χώρα αυτή, Ιταλία, από το όνομα του βασιλέα της
Ιταλού. Εκείνοι οι πρίγκιπες ήσαν οι πρόγονοι του γένους μας...»
(Αινειάδα, 31). Και πιο κάτω:
«Πρώτοι γαρ Ελλήνων
αυτοί περαιωθέντες τον Ιόνιον κόλπον, ώκησαν Ιταλίαν, άγοντος αυτούς Οινώτρου
του Λυκάονος... Ην δε ούτος πέμπτος από Αζετού και Φορωνέως των πρώτων
εις Πελοπόννησον δυναστενσάντων... Ευρών δε χώραν πολλήν εις νομάς, και αρότρους
εύθετον, έρημον δε την πλείστην, και ουδέ της οικουμένης πολυάνθρωπον, ώκησε
πόλεις μικράς και συνεχώς επί ταις όρεσι...» (Αινειάδα, 32-33).
«Πρώτοι αυτοί ήσαν από
τους Ελληνες οι οποίοι, έχοντας διασχίσει τους κόλπους του Ιωνίου
Πελάγους,6 κατοίκησαν την Ιταλία,
όπου τους οδήγησαν ο Οινωτρός του Λυκάονος… Αυτός ήταν ο 5ος μετά
από το Αζετό και Φορωνέα , που ήσαν οι πρώτοι που κυβέρνησαν την Πελοπόννησο.
Εχοντας βρει μεγάλη χώρα προσφορή για βοσκοτόπια και καλλιέργιες , ως επί το
πλείστον έρημη, και ούτε πολυάνθρωπες οι κατοικημένες περιοχές της, κατοίκησε
σε μικρές πόλεις και πάντοτε στα ορεινά.».
δ.
Ο Παυσανίας, (Αρκαδικά, 3), μας πληροφορεί ότι ο νεώτερος γιος τού Λυκάονος, ο
Οίνωτρος, «επεραιώθη ναυσίν εν Ιταλίαν, και η
Οινωτρία χώμα το όνομα έσχεν από Οινώτρου βουλεύοντος».
ε.
Μετά τον Οίνωτρο, ένας από τους μεταγενεστέρους βασιλείς των Οινωτρών ήταν ο
Ιταλός ή Ίταλος, ο οποίος βασίλεψε τον 17ο αι. π.Χ. Σύμφωνα με την καταγραφή
του μύθου των πρώτων κατοίκων της Ιταλίας από τον Λατίνο συγγραφέα Gaius Julius Hyginus, (64 π.Χ.- 17μ.Χ.) στο έργο του
"In
his Fabularum Liber" (ή "Fabulae"), ο Οίνωτρος
ήταν γιος της Πηνελόπης και του Τηλεγόνου, και συνεπώς εγγονός του Οδυσσέα.
Κατά μια άλλη παράδοση ήταν γιος της κόρης του Μίνωα, Σατυρίας.
Ο Ιταλός ή Ίταλος, εξεστράτευσε με τον στρατό
του εναντίον της Καλαβρίας, την κυρίευσε και έχρισε εκεί διαδοχό του τον Μόργη.
Μεταγενέστερες παραδόσεις αναφέρουν τον Ιταλό σαν βασιλιά των Σικελών ή Ιταλών,
δηλαδή του λαού του και του αποδίδουν λιγουρική ή κερκυραϊκή καταγωγή. Ο Ιταλός
νυμφεύθηκε την Λευκαρία. Σαν τέκνα τους αναφέρονται ο Ρώμος και η Ρώμη, οι
ιδρυτές της Ρώμης. Η χώρα του ονομάστηκε προς τιμή του, Ιταλία, και από τα
χρόνια του συνεχίστηκε να ονομάζεται έτσι.
στ. Την
άποψη ότι η Ιταλία οφείλει το όνομά της στον βασιλέα Ιταλό, διατυπώνει και ο
Θουκυδίδης στην "Ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου":
«Ακόμα
και σήμερα, υπάρχουν Σικελοί στην Ιταλία, και η χώρα πήρε το όνομά της από τον
Ιταλό, τον ούτως ονομαζόμενο βασιλέα των Σικελών» (6.2.4).
Στο
έργο του αυτό, ο Θουκυδίδης αναφέρει (6.2.1), ότι οι πρώτοι κάτοικοι της
Ιταλίας ήταν η αρχαία φυλή των Κυκλώπων. Μερικούς αιώνες αργότερα, ο ΄Ελληνας
ιστορικός Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, στο έργο του "Ρωμαϊκές
Αρχαιότητες" ("Antiquitates
romanae"),
επαναλαμβάνει την ίδια εξήγηση, ότι η Ιταλία πήρε το όνομά της από τον Ιταλό
(1.35). Παράλληλα όμως επαναδιατυπώνει και μια άλλη ερμηνεία που βασίζεται στην
ετυμολογία της λέξεως.
Σύμφωνα
μ' αυτήν, το όνομά της Ιταλίας προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη
"ιταλός" που σημαίνει "ταύρος" (1.35). Έτσι, τα μέλη της
αρχαίας αυτόχθονης φυλής ονομάστηκαν Ιταλοί και από αυτούς πήρε το όνομά της
και η χώρα.
Την
ίδια ερμηνεία δίνουν και άλλοι συγγραφείς και ιστορικοί της εποχής, όπως ο Timaeus, Varro (στο έργο "Rerum Rusticarum", 2.5) και Festus. Άλλωστε, η λέξη
αυτή, έχει δώσει σε πολλές γλώσσες πλήθος παρεφθαρμένων λέξεων. Την ερμηνεία
αυτή μπορεί να συμπληρώσει και η παρατήρηση ότι η κατάληξη -ταλος (ή -ταλός)
ήταν συνηθέστατη στα αρχαία ελληνικά ονόματα, όπως λ.χ. Ψύτταλος, Άτταλος,
Κρόταλος, Θέσταλος, κλπ. Σύμφωνα λοιπόν με την παραπάνω θεώρηση την ονομασία
αυτή ("Itali")
πήρε η παραπάνω φυλή.
ζ. Διάφορες φυλές
ελληνικής καταγωγής, όπως Αβοριγίνες (πανάρχαια ελληνική φυλή από Αχαΐα),
Πελασγοί απ’ την Λάρισα κ.α. υπήρχαν στην Ιταλία. Απόδειξη ότι όλα τα ονόματα
ανθρώπων και πόλεων στην Οινωτρία ήσαν ελληνικότατα. Από τους Αρκάδες αυτούς
αποίκους, οι Αβοριγίνες7 απλώθηκαν σε όλη την Ιταλία.
Ο Μάρκος Πόρκιος Κάτων (ο πρεσβύτερος)
καθώς και άλλοι Ρωμαίοι που έγραψαν γενεαλογίες, ανέφεραν ότι οι Αβοριγίνες
ήταν Αρκάδες. 8
Υπήρχαν
όμως και άλλοι που έλεγαν ότι οι Αβοριγίνες ήταν Σαβίνοι (αρχαίος λαός που
ζούσε στην Κεντρική Ιταλία και αντιστάθηκε σκληρά στους Ρωμαίους, οι οποίοι
μόλις το 290 π.Χ. μπόρεσαν τελικά να τους υποτάξουν). Όμως, ο επιφανής
ιστορικός Μάρκος Τερέντιος Ρεατίνος Ουάρων (116 – 27 π.Χ.), ισχυριζόταν ότι οι
Ρεατίνοι Σαβίνοι ονομάζονταν και
ήταν Αρκάδες.
Οι
Αρκάδες εξαπλώθηκαν στην Ιταλία, εκδιώκοντας
τους εκεί εγκατεστημένους Σικελούς, έναν από τους λαούς της θάλασσας που
έγιναν αιτία να καταρρεύσει η Μυκηναϊκή οικονομία.
η.
Σύμφωνα με τους Αιγυπτιακούς παπύρους, ανάμεσα στο 1220 και στο 1193 π.Χ.,
(περίπου τότε έπεσε και η Τροία), βασίλευαν ο Ραμσής Γ΄ και ο γιος του Μενεφθά.
Αυτή την εποχή, η χώρα δέχθηκε την επίθεση των «λαών της θάλασσας». Οι Φαραώ
τους αντιμετώπισαν και αυτοί στράφηκαν προς την Παλαιστίνη. Στα 1174
ξαναφάνηκαν στην Αίγυπτο, αποκρούστηκαν και σκόρπισαν. Ονομάζονταν Σαντάνα,
Τούρσα, Σέκελες, Ρούκι, Νερντέν, Πλέστ κλπ. Από αυτούς, οι Σέκελες (Σικελοί),
απλώθηκαν στην Ιταλία. Αυτούς έδιωξαν οι Αρκάδες όταν έφτασαν εκεί., και τους
περιόρισαν στο νησί που ονομάστηκε Σικελία.
Από
αυτές τις φυλές "Ρωμαίους"
και Σαβίνους (οι Σαβίνοι ήσαν άποικοι Λακεδαιμονίων), ο Θουκυδίδης μας
πληροφορεί ότι "Ιταλίας και Σικελίας το πλείστον
Πελοποννήσιοι". 9 [ΣΣ:Ιταλία πιθανώτατα εννοεί την εκτός Σικελίας
χώρα].
Για
τους Σαβίνους, όμως, μας πληροφορεί ο
Πλούταρχος που επιβεβαιώνει την Σπαρτιατικήν καταγωγήν τους:
«Τώρα οι Σαβίνοι ήταν ένας πολυπληθής και
πολεμοχαρής λαός και ζούσαν σε ατείχιστες πόλεις, σκεπτόμενοι ότι τους άρμοζε, αφού ήταν άποικοι Λακεδαιμόνιοι να
είναι θαρραλέοι και ατρόμητοι».10
θ. Ακόμα και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει, ότι Κρήτες
εγκαταστάθηκαν στον Ακράγαντα της Σικελίας, ο οποίος ονομάσθηκε αρχικώς Μινώα:
«Αύτη δε ...υπό Μίνωος εκτίσθη».11
Το
2001 δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «CORPUS» (τεύχος 28, Ιούνιος 2001 ένα
σημαντικότατο άρθρο που υπογράφει ο Ιταλός αρχαιολόγος Τσάο Τσεβάλι, με τίτλο
«Μυκηναίοι, οι πρώτοι Έλληνες στην Ιταλία». Σύμφωνα με αυτό το δημοσίευμα, οι Ιταλοί αρχαιολόγοι είναι πλέον βέβαιοι
ότι η ελληνική (Πελασγική) παρουσία στην Ιταλία ξεκινά από τον 16ο αιώνα π.Χ.
ι.
Αλλά και η αρχαιολογική σκαπάνη επιβεβαιώνει τους Ιταλούς αρχαιολόγους και
φυσικά πάνω απ’ όλους τους αρχαίους συγγραφείς, οι οποίοι υποστήριζαν την
ύπαρξη ελληνικών αποικιών από την μυκηναϊκή περίοδο (1600-1100 π.Χ.).
Ο
Στράβων για παράδειγμα αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Η πρώτη πόλη είναι ο Κρότων, εκατόν πενήντα
στάδια από το Λακίνιο, ο ποταμός Αίσαρος, και λιμάνι σε άλλον ποταμό, τον
Νέαιθο, που λένε ότι χρωστάει το όνομά του σε ένα συμβάν. Μερικοί Αχαιοί,
που πλανήθηκαν μετά την τρωική εκστρατεία και έφτασαν εδώ, κατέβηκαν να
ερευνήσουν την περιοχή και όταν οι Τρωάδες που έπλεαν μαζί τους, έμαθαν ότι τα
πλοία είναι έρημα, επειδή είχαν κουραστεί από το ταξίδι. Έκαψαν τα πλοία. Έτσι,
οι άνδρες αναγκάστηκαν να μείνουν, βλέποντας εξ άλλου ότι και η γη ήταν πολύ
εύφορη». (Στράβων, «Γεωγραφικά» ΣΤ Τ, 12).
Αχαιοί
- Μυκηναίοι ιδρύουν αποικία στον κόλπο του Τάραντα, στην Νότια Ιταλία, μετά τον
Τρωικό πόλεμο. Κι όλα αυτά ενώ μέχρι σήμερα, διδάσκεται επίσημα στα σχολεία
-άκουσον, άκουσον- ότι οι Έλληνες, πήγαν για πρώτη φορά στην Ιταλία τον 8ο
αιώνα π.Χ. Και συνεχίζει ο Στράβων:
«…η Πίσα είναι κτίσμα των Πισάτων της
Πελοποννήσου, πού ήλθαν με τον Νέστορα στο Ίλιο και στην επιστροφή
περιπλανήθηκαν, άλλοι στο Μεταπόντιο κι άλλοι στο Πισάτις» (Στράβων
«Γεωγραφικά» Ε΄ Π, 5).
Ο
Στράβων όμως είναι κατηγορηματικός ότι ο αποικισμός της Ιταλίας είναι κατά πολύ
αρχαιότερος της μυκηναϊκής περιόδου. Οι πρώτοι Πελασγοί και Ελληνοπελασγοί που
έφτασαν σε Ιταλία και Σικελία, ήσαν οι Κρήτες του Μίνωος. Ακόμη και ο Τάραντας
ήταν αρχικά πόλη της Κρήτης.
«Λένε πώς ήσαν αυτοί που ταξίδευσαν με τον
Μίνωα στη Σικελία κι όταν αυτός πέθανε στην Καμική, στην κατοικία του Κώκαλου,
έφυγε από την Σικελία και μερικοί, με τα πόδια, πέρασαν στον Αδρία κι έφθασαν
στην Μακεδονία, όπου ονομάσθηκαν Βοττιαίοι. Λέγεται, πάντως, ότι όλοι όσοι
κατοικούν έως την Δαύνια λέγονται Ιάπυγες, από τον Ιάπυγα, που ήταν παιδί του
Δαίδαλου με μία Κρητικιά γυναίκα και έγινε αρχηγός των Κρητών. Τάραντα ωνόμασαν
την πόλη από κάποιον ήρωα». (Στράβων, «Γεωγραφικά» ΣΤ,ΠΙ, 2).
«Όταν ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι η Υρία
βρίσκεται στην Ιαπυγία, που ιδρύθηκε από τους Κρητικούς που χώρισαν από τον
στόλο του Μίνωα στην Σικελία, πρέπει να δεχθούμε την Ουρία ή τον Ουερητό.Το
Βρεντέσιο λέγεται ότι το αποίκισαν Κρήτες, αυτοί πού έφυγαν με τον Θησέα από
την Κνωσό, είτε αυτοί που έφυγαν από την Σικελία με τον Ιάπηγα...» (Στράβων
«Γεωγραφικά», ΣΤ΄,ΙΙΙ, 6).
Τα
παρατεθέντα στοιχεία είναι αρκετά, αποδεικνύουν την Ελληνική καταγωγή των
Ρωμαίων, και διαψεύδουν τους Ρωμαιόπληκτους Νεοπαγανιστές, τους αρνητές της
Ελληνικής ιστορίας και του Ελληνικού παγκόσμιου μεγαλείου. Δεν είναι τυχαία η
λαϊκή ρήση που έχει τις ρίζες της στην Ιταλία, και διετηρήθη στο πέρασμα των
αιώνων, αφορώσα στην σχέση Ιταλών και Ελλήνων (Το Σύστημα εφρόντισε να την
αποσιωπήσει), ότι: Una
faccia una razza «Ούνα φάτσα, ούνα ράτσα».
The phrase in
Italian: Una
Faccia Una Razza or in Greek: Μια Φάτσα Μια Ράτσα (lit. 'one face, one race') is often used to describe
the deep historical, cultural and ethnic closeness
of the two peoples. 12
ια.
Σύμφωνα με την
«Βυζαντινή» νομοθεσία και εθιμοτυπία ο Αυτοκράτωρ έπρεπε να εκλεγεί από την
Σύγκλητο, να ανακηρυχθεί από τις Σχολές του Παλατίου (Ανακτορική Φρουρά) και να
χρισθεί από τον Πατριάρχη. Για να εκλεγεί όμως κάποιος ως Αυτοκράτωρ από την Σύγκλητο
που την αποτελούσαν οι εκλεγμένοι ως Άριστοι μεταξύ των Ευγενών, έπρεπε να
είναι μέλος αυτής, δηλ. να είναι Συγκλητικός.
Γεννάται επομένως το ερώτημα εάν η «orrigo (καταγωγή)»
αποτελούσε μια εκ των προϋποθέσεων για την «εναρίθμηση» στην Σύγκλητο κάποιου
που είχε ανέλθει αξιοκρατικώς και ευδοκίμως την ιεραρχική κλίμακα Ευγενείας της
Αυτοκρατορίας.
Η απάντηση είναι ΝΑΙ!!!
Ο υποψήφιος Συγκλητικός έπρεπε να κατάγεται από ένα εκ
των πρώτων Γενών (Οίκων) που ίδρυσαν τη Σύγκλητο της Αρχαίας Ρώμης, απόγονοι
των οποίων ακολούθησαν τον Μεγάλο Κωνσταντίνο στην Νέα Ρώμη, δηλ. στην
Κωνσταντινούπολη, για να αποτελέσουν την Σύγκλητο της νεοσύστατης Αυτοκρατορίας
της Ρωμανίας (Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης).
Ποια ήταν όμως η φυλετική
σύσταση αυτών των πρώτων Συγκλητικών Γενών;
Ο Καθηγητής του Α.Π.Θ. X Ι. Ρωμανίδης στο έργο του
«Ρωμηοσύνη», αναφερόμενος σε διάφορες πηγές εκείνης της εποχής συνοψίζει την
απάντηση στο παραπάνω ερώτημα μέσα σε λίγες γραμμές:
«Το 500 π.Χ. (στη Ρώμη) υπήρχαν περίπου 50 Ρωμαϊκά
Γένη και σε κάθε ένα από αυτά ηγείτο ένας Πατρίκιος, μέλος της Συγκλήτου.
Αντιμέτωπος με την επανάσταση των υποτακτικών, η Σύγκλητος, το 450 π.X. έστειλε
αντιπροσωπία στην Αθήνα προκειμένου να βρει λύση στο πρόβλημα.
Το αποτέλεσμα ήταν «Ο Κώδιξ των 12 Δέλτων», ο οποίος
(μεταξύ άλλων) απαγόρευε τον γάμο μεταξύ των Κυρίων (δηλ. των μελών των
Συγκλητικών Γενών) και του υπολοίπου πληθυσμού της Ρώμης, δηλ. μεταξύ εκείνων οι οποίοι είχαν Ελληνική προέλευση και
εκείνων οι οποίοι δεν είχαν.
Οι Κύριοι (Κυροί/Κούριοι/Κουρήτες, όπως προσφωνούνταν
οι Συγκλητικοί) έπρεπε να παραμείνουν μια καθαρά (Ελληνική) φυλή, ώστε οι
προστασίες να λαμβάνονται σωστά και να δίδονται σωστές απαντήσεις από τους
θεούς όταν αποφασίζουν επάνω σε νομικά, κοινωνικά και ειδικώς σε στρατιωτικά
θέματα».
Υπενθυμίζεται ότι αυτός ο νόμος περί αμιγώς Ελληνικής
φυλετικής καθαρότητας των Συγκλητικών – από τις τάξεις των οποίων εξελέγετο ο
εκάστοτε Βυζαντινός Αυτοκράτωρ – και μάλιστα επί ποινή εκπτώσεως των κληρονομικών
Συγκλητικών προνομίων των απορρεόντων εκ της καταγωγής τους, διατηρήθηκε μέχρι
την άλωση της Βασιλεύουσας το 1453, αναβίωσε με την σύσταση του Ελληνικού
κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 (της οποίας ηγήθηκε ο Συγκλητικής
καταγωγής «Επίτροπος», δηλ. Βυζαντινός Αντιβασιλεύς Αλέξανδρος Υψηλάντης) και αποτελούσε επίσημο νόμο του Ελληνικού κράτους μέχρι το
1946 που τελικώς καταργήθηκε!!!…
Με την ευκαιρία, ας θυμηθούμε ενδεικτικώς και κάποιες
ιδιοχείρως καταγεγραμμένες απόψεις χαρακτηριστικών κορυφαίων εκπροσώπων των
Συγκλητικών Τάξεων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (ένας εκ των οποίων μάλιστα
διετέλεσε και ιδιαιτέρως επιτυχημένος Αυτοκράτωρ) για να διαπιστώσουμε εάν
είχαν ή δεν είχαν Συνείδηση της Ελληνικής καταγωγής τους:
«…τα ΜΕΝ εώα έθνη διδόασι τιμήν τω Βασιλεί ΩΣ ΔΙΑΔΟΧΩ
ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, τα δ’ αυ εσπέρια ως του Μεγάλου
Κωνσταντίνου διαδόχω. ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΜΕΝ ΤΟΥΤΩΝ ΟΥΤΩΣ».
(Δηλ.:»…τα ΜΕΝ ανατολικά έθνη τιμούν τον Βασιλιά ΩΣ
ΔΙΑΔΟΧΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΚΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, ενώ τα δυτικά ως διάδοχο του
Μεγάλου Κωνσταντίνου. ΚΑΙ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΝ ΑΠΟ ΑΥΤΑ, ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ»).
Ενδοξότατος και Μεγαλοπρεπέστατος Ιλλούστριος Άρχων
Κυρ Γεώργιος, Σοφότατος Κουροπαλάτης (= Αυλάρχης της Αυλής των Παλαιολόγων) ο
Κωδινός («Περί των Οφφικιαλίων του Παλατίου Κωνσταντινουπόλεως και των Οφφικίων
της Μεγάλης Εκκλησίας», 14ος αι.).
«..Εισίν από της γενεάς των παλαιοτέρων
Ρωμαίων, οι και μέχρι του νυν παρά των εντοπίων Έλληνες προσαγορεύονται,
οίτινες βαπτισθέντες Χριστιανοί γεγόνασιν.»
(Δηλ.: «Κατάγονται από την γενιά των παλαιοτέρων
Ρωμαίων, που μέχρι και σήμερα από τους ντόπιους,
ονομάζονται Έλληνες, οι οποίοι από την βάπτισή τους έγιναν Χριστιανοί»).
Κύρις Κωνσταντίνος Ζ΄ Φιλόχριστος και εν Αυτώι Τωι
Χριστώι τωι Αιωνίωι Βασιλεί Βασιλεύς (Μακεδών) ο Πορφυρογέννητος («De
Administrando Imperio», 10ος αι.).
«…Και εις εν συντιθέμεναι και την παλαιάν εκείνην
ευμήκη τε και λίαν ευσωματούσαν την Ρωμαϊκήν αρχήν αύθις απαρτίζουσαι και
αποπληρούσαι και καινίζουσαι…και σιωπήσαι μοι δοκώ τότε δη νίκας τοσαύτας κατ’
εχθρών Ιταλών τε και των άλλων, οι τη συγχύσει πρώην των όλων της ηγεμονίας
πραγμάτων επαναστάντες, αρχάς τινας εαυτοίς…κατεδημιούργησαν…».
(Δηλ. «…Έτσι όλα μαζί δημιούργησαν ξανά το αρχαίο εκείνο, μεγάλο και εύρωστο ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΡΩΜΑΪΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, αλώβητο και ανανεωμένο…Νομίζω ότι πρέπει να μην αναφέρω τις τόσες νίκες της εποχής εκείνης ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΜΑΣ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ, εκμεταλλευόμενοι την συνολική κατάρευση της αυτοκρατοριας μας, είχαν αποστατήσει προηγουμένως και ΕΙΧAΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥΣ ΚΡΑΤΗ…»).
(Δηλ. «…Έτσι όλα μαζί δημιούργησαν ξανά το αρχαίο εκείνο, μεγάλο και εύρωστο ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΡΩΜΑΪΚΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, αλώβητο και ανανεωμένο…Νομίζω ότι πρέπει να μην αναφέρω τις τόσες νίκες της εποχής εκείνης ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΜΑΣ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ, εκμεταλλευόμενοι την συνολική κατάρευση της αυτοκρατοριας μας, είχαν αποστατήσει προηγουμένως και ΕΙΧAΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥΣ ΚΡΑΤΗ…»).
Ενδοξότατος και Μεγαλοπρεπέστατος Ιλλούστριος Άρχων
Κυρ Θεόδωρος, Μέγας Λογοθέτης (= Πρωθυπουργός) και μετέπειτα μοναχός, ο
Μετοχίτης («Βασιλικός Πρώτος», c. 1294).
ιβ.
Ο Αυτοκράτορας
Ιουλιανός, το ίνδαλμα των ελληνολατρών και πολεμίων της Ρωμηοσύνης, γράφει: «Άλλωστε οι Ρωμαίοι ανήκουν στο γένος των Ελλήνων»
(Ιουλιανός, επιστολή «Εις τον βασιλέαν Ήλιον προς Σαλούστιον», 153a). και «(..)
παρόλο που γνωρίζω ότι κι εσείς οι Ρωμαίοι από τους Έλληνες κατάγεστε…»
(Ιουλιανού, «Συμπόσιον ή Κρονιάς» 324a).
Βλέπουμε
λοιπόν, ότι η παρουσία των Ελλήνων στην Ιταλική χερσόνησο χάνεται στα βάθη των
χιλιετιών.Το βάσιμο συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω, είναι σαφές: Οι
προ Χριστού Ρωμαίοι, δεν είχαν απλώς ταυτισθεί με τον ελληνικό κόσμο και
πολιτισμό, πολλούς αιώνες πριν από τον Μέγα Κωνσταντίνο, αλλά ήσαν αναμφισβήτητης ελληνικής καταγωγής.
Δηλαδή, οι αρχαίοι Ρωμαίοι προχριστιανικώς και
πρωτοχριστιανικώς, ήσαν…Ρωμαίοι / Ρωμηοί, Έλληνες….
Συνεχίζεται
1 α.
Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν τα στοιχεία της παρούσης μελέτης,
πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της
αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον, Βυζαντινός/ Βυζαντινοί,
Βυζαντινός πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’
οικονομίαν, αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς
αβάσιμοι. Ειδικώς για τα «Βαλκάνια» σημειώνουμε τα εξής:
Ο Αίμος είναι οροσειρά στα
βορειανατολικά της Ελληνικής χερσονήσου, από την οποία ονομάστηκε Χερσόνησος του Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα
(επίσημες αλληλογραφίες, υπογραφή συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα, κλπ) η περιοχή
των σημερινών Βαλκανίων, αναφέρεται ως «Χερσόνησος του Αίμου». Οι νεότουρκοι
και συστημικοί ανθέλληνες, την ονόμασαν Βαλκανική
χερσόνησο και Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως επικράτησε διεθνώς η ανιστόρητη αυτή
ονομασία.
Με την
ονομασία Βαλκάνια [από την
τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan
= όρος, ή υψηλή δασώδης οροσειρά), (αρχ. ελλ. Χερσόνησος
του Αίμου)],
και Βαλκανική χερσόνησος,
καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται, περισσότερο ως πολιτικός όρος παρά
γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και
συγκεκριμένα η τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια χερσόνησος της Ευρώπης και
αφετέρου συλλήβδην και χώρες γειτονικές που βρίσκονται εκτός των φυσικών
γεωγραφικών ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το μακρινό παρελθόν λειτούργησε
και λειτουργεί ως σταυροδρόμι πολιτισμών, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής
ηπείρου.
Σύμφωνα με την μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα του
στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα,
τον οποίο πλήγωσε ο Δίας όταν εξαπέλυσε
κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά
της Θράκης.
2 Μετά
την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας που ήταν υποδουλωμένη στους άπιστους
εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους και Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ
εισέρχεται θριαμβευτικώς στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Διονυσίου Αλικαρνασέως, Ρωμαϊκής αρχαιολογίας, Λόγος
πρώτος.
4 [Michael Ventris
& John Chadwick, "Documents in Mycenaean Greek. Three hundred selected
tablets from Knossos, Pylos and Mycenae with commentary and vocabulary"
second ed. (Cambridge 1973)].
5 Secondo Isidoro Italo era invece
fratello di Sicano e Sabino: vd. A. Coppola, Archaiologhía e propaganda: i Greci, Roma e
l'Italia, 1995, p. 103.
6 Ακριβέστερος είναι ο τύπος «Ιώνιον Πέλαγος» και όχι
«Ιόνιον Πέλαγος», καθ’ όσον κατά τον Αρχέμαχον η ονομασία του Πελάγους προήλθε
«εκ των απολεσθέντων εν αυτώ Ιώνων», αλλά διότι και η Ιωνία (Μ.Ασία) έλαβε το
όνομα από τους αρχαίους αποίκους Ίωνες, φυλετικούς προγόνους των Ελλήνων
(Λεπτομέρειες στο βιβλίον, Αναζητώντας την Αλήθεια, Η Ταυτότητα Των Ελλήνων,
2007, σ. 153-162).
7 Αβοριγίνες
ονομάζονταν οι υπεράκριοι, αυτοί που κατά το Αρκαδικό σύστημα κατοικούσαν στα
άκρα, αλλά και οι αυτόχθονες (από το Λατινικό ab origine που σημαίνει γνήσιοι,
πρωταρχικοί).
8 Πατριδογνωσία,
21 Σεπτεμβρίου 2003, τεύχος 84, σελ. 3041-3043.
9 Πελοπ.
Πόλεμος, Α' 12, 4.
10 «Βίοι»,
Ρωμύλος, XIV.
11 Ιστορική
Βιβλιοθήκη, 9.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου