ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ !!!
(THIS IS TURKEY!!!)
ΕΝΑ ΝΕΟΣΥΣΤΑΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΕΝΟΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΩΣ ΕΘΝΟΥΣ, ΙΔΡΥΘΕΝ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΚΡΥΠΤΟΤΑΛΜΟΥΔΙΣΤΗ ΙΟΥΔΑΙΟ/ ΝΤΟΝΜΕ (ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΚΕΜΑΛ) [1923] ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΟΥΜΕΝΟΝ ΣΗΜΕΡΟΝ, ΑΠΟ ΕΝΑ ΓΕΝΙΤΣΑΡΟΝ (ΤΑΓΙΠ ΕΡΝΤΟΓΑΝ)1
ΧΑΡΤΗΣ ΜΕ ΤΑ
ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΔΑΦΗ (ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ, ΙΩΝΙΑ, ΠΟΝΤΟΣ) ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΠΑΤΟΥΝ
ΕΔΩ ΚΑΙ ΑΙΩΝΕΣ, ΟΙ ΑΙΜΟΣΤΑΓΕΙΣ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ !!!
ΤΟΥΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΟΥΜΕ:
ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΑΣ!!!
Yunan askerlerimiz
Türkiye’ ye geliyorlar!2
ΜΕΡΟΣ 24ον
15. ΓΕΡΜΑΝΑ-
ΤΟΥΡΚΙΑ: ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ
(Συνέχεια 23ου μέρους)3
στ. Η μεταρρύθμιση και αναδιοργάνωση του Οθωμανικού Στρατού.
1/. Το
όνειρο της γερμανικής πολιτικής για
κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από συστάσεως σχεδόν
του Γερμανικού κράτους επί Bismarck (τέλη του
19ου αι.), οι Γερμανοί, στο
πλαίσιο των γεωπολιτικών τους φιλοδοξιών, επιθυμούσαν να διοικήσουν την
Ελλάδα «ως επαρχία της Βαυαρίας», υπό
το δόγμα του «Deutschland uber Alles».
Αυτό το δόγμα παραμένει μέχρι σήμερα αναλλοίωτον. Δεν το βλέπουμε να
ξεδιπλώνεται απροκάλυπτα ενώπιοv μας;
Παρά την γνωστή φράση του Βίσμαρκ (Bismarck) ότι, «ολόκληρη η Ανατολή δεν αξίζει τα κόκαλα ενός Πομερανού γρεναδιέρου»,
μετά το Συνέδριο του Βερολίνου (1878), ο σιδηρούς καγκελάριος
επέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Βασική παράμετρος
της γερμανικής πολιτικής έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην εποχή του
Βίσμαρκ, ήταν η αποτροπή μιας ταχείας
καταρρεύσεως της. Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Σε μια άκαιρη για την Γερμανία, ριζική λύση του
Ανατολικού ζητήματος,4 θα εμπλέκονταν οι Μεγάλες Δυνάμεις και πιθανώς οι Γερμανοί να μην είχαν τα
αναμενόμενα οφέλη. Κάτω απ’αυτόν τον φόβον, εστίασαν την πολιτικήν τους, στην
προσπάθεια αποτροπής της διαφαινομένης καταρρεύσεως της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας..
Η παρακμή της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χρονολογείται από τον 17ο αιώνα, όταν τερματίστηκαν οι
οθωμανικές κατακτήσεις και εκδηλώθηκαν προβλήματα στην οικονομία και στην
διοίκηση της αχανούς αυτοκρατορίας.
Η πολιτική των Οθωμανών στο Ανατολικό ζήτημα,
θα επηρέαζε και την γενικώτερη στάση τους έναντι της Γερμανίας, και έτσι υπήρχε
ο κίνδυνος να καταρρεύσει το σύστημα των ισορροπιών που προσπαθούσε να
οικοδομήσει o Βίσμαρκ στην Ευρώπη, προκειμένου να διατηρήσει την Γερμανία
ενωμένη. Με άλλα λόγια, η ευρωπαϊκή πολιτική του Βίσμαρκ, καθόρισε και την
Ανατολική του πολιτική, αλλά ο Γερμανός καγκελάριος ενεργούσε με μεγάλη προσοχή,
για να μη προκαλέσει τις υπόλοιπες Μεγάλες Δυνάμεις.
Στις 29 Απριλίου του 1882, εστάλη, κατόπιν αιτήσεως του Οθωμανού Σουλτάνου,
γερμανική στρατιωτική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη, υπό τον
Συνταγματάρχη Κέλερ
(Otto Kähler)5 και τους λοχαγούς Καμπχέβενερ,
φον Χόμπε και Ρίστοβ για την αναδιοργάνωση του οθωμανικού στρατού.
Μετά τον θάνατο του Kähler το 1885, επικεφαλής της αποστολής για δέκα χρόνια,
τέθηκε ο Γκόλτς
(Colman Freiherr von der Goltz).
Ο οθωμανικός στρατός εφοδιάστηκε με σύγχρονο
οπλισμό (Mauser, Krupp, κλπ), παρ’ όλο
που λόγω της χρεωκοπίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν συνετελέσθη πλήρης
αναδιοργάνωσή του. Ταυτόχρονα, προωθήθηκε και το παλιό γερμανικό σχέδιο του
μηχανικού Πρέσελ (Wilhelm von Pressel), για την κατασκευή του σιδηροδρόμου της
Βαγδάτης (Κωνσταντινούπολη –Βαγδάτη).6
Στρατάρχης von der Goltz, το σημαντικότερο μέλος της
Γερμανικής Στρατιωτικής Αποστολής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Κατά την περίοδο αυτή,
ο Γκολτς Πασάς, κατά τον τίτλο που του απονεμήθηκε, πρoσέφερε μεγάλες
υπηρεσίες δημιουργώντας τον πρώτο Οθωμανικό τακτικό στρατό, εισάγοντας
ευρωπαϊκούς στρατιωτικούς βαθμούς ιεραρχίας, αλλά και επιβάλλοντας ομοιόμορφες
στολές αξιωματικών και οπλιτών, τους λεγόμενους νιζάμηδες,7 διδάσκοντας και εκπαιδεύοντας ταυτόχρονα νέες
τακτικές πολέμου, όπως της φάλαγγας, αντί της μεσαιωνικής μετωπικής αναπτύξεως
που ακολουθούσαν άλλες χώρες, τον αιφνιδιασμό κ.λπ.. Παράλληλα βέβαια είχε
αρχίσει και ο ανάλογος στρατιωτικός εξοπλισμός εκ μέρους της Γερμανίας.
Μετά την χορήγηση δανείου από τον George von Siemens,
της Deutsche
Bank, στον σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ B΄ (Abdül Hamid II) το 1888,
ιδρύθηκε η Εταιρεία των Ανατολικών Σιδηροδρόμων, το 1889, στην οποία
κυριαρχούσαν οι Γερμανοί. Σε τρία
χρόνια 1889-1892, ολοκληρώθηκε η επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής
Κωνσταντινουπόλεως-Νικομηδείας (Ιζμίτ) προς την Άγκυρα.8
Όταν το 1888 στον αυτοκρατορικό
θρόνο της Γερμανίας, ανήλθε ο νεαρός, ασταθής και άπειρος αυτοκράτορας
Γουλιέλμος Β΄ (Wilhelm II), η γερμανική πολιτική άρχισε να μεταβάλλεται. Μετά
το πρώτο του ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, τον Νοέμβριο του 1889, σε συνέχεια
της επισκέψεώς του στην Αθήνα για τον γάμο της αδελφής του Σοφίας, με τον
διάδοχο Κωνσταντίνο, ο Γερμανός αυτοκράτορας ενθουσιάστηκε με το όνειρο
της Ανατολής, και σταδιακά γινόταν εμφανής η τάση της γερμανικής
πολιτικής για κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η συνθήκη της Αντασφαλίσεως δεν ανανεώθηκε,9 ο Βίσμαρκ παραιτήθηκε και o εφιάλτης του για ενδεχόμενη Γαλλορωσική προσέγγιση
έγινε πραγματικότητα. Ως νέος πρέσβης της Γερμανίας στην Κωνσταντινούπολη
διορίστηκε το 1897 ο Μάρσαλ (Adolf Marschal von Biberstein), o αποκληθείς «Γίγαντας
του Βοσπόρου» (The Giant of Bosporus), ο οποίος στήριξε τον σουλτάνο στο
επίμαχο θέμα των σφαγών των Αρμενίων (1894-1896), όπως άλλωστε έπραξε και ο
Γερμανός αυτοκράτορας.
2/. Η εμφατική δήλωση του Γουλιέλμου Β΄, περί αιώνιας
φιλίας του με τον Χαλίφη και τους Μουσουλμάνους (8 Νοε. 1898)
Ως κάλυψη των κατακτητικών σχεδίων της Γερμανικής
Αυτοκρατορίας στην Ανατολή, ο Γουλιέλμος Β΄ ανέλαβε μια «θρησκευτική
–εκπολιτιστική» αποστολή: Κατά την επίσκεψή του στην Ιερουσαλήμ το 1898,
αυτοπαρουσιάστηκε ως προστάτης των Αγίων Τόπων και κατ’ επέκταση των
Χριστιανών, και παρέστη στην τελετή του «καθαγιασμού» μιας Ευαγγελικής
Εκκλησίας.
Επισκεπτόμενος
την Δαμασκό μετά τα Ιεροσόλυμα, δήλωσε εμφατικά στις 8 Νοεμβρίου 1898 ότι, «ο Γερμανός αυτοκράτορας θα είναι ο αιώνιος φίλος του
χαλίφη-σουλτάνου και των 300.000.000 Μουσουλμάνων»!!!10
Επρόκειτο για μια αντιφατική στάση που προκάλεσε
αντιδράσεις τόσον στην Ρωσία όσον και στην Αγγλία. Ο Γουλιέλμος Β΄ αμφισβητούσε
ένα δικαίωμα που παραδοσιακά είχε ο Έλληνας Αυτοκράτορας μετά του Πατριάρχου
της Κωνσταντινουπόλεως, στους Αγίους Τόπους, και στην συνέχεια το ανέθετε στον
εαυτόν του ο κάθε τσάρος, ενώ η Αγγλία φοβόταν ότι η Γερμανία, στηρίζοντας τον
Πανισλαμισμό του Αβδούλ Χαμίτ Β΄, θα μπορούσε να παρακινήσει τους Μουσουλμάνους
της Ινδίας, σε εξέγερση κατά της Αγγλίας.
Τα ακούτε
Γερμανόδουλοι πολιτικάντηδες και λειχήνορες υπηρέτες του Μερκελισμού; Τι
ωφέλιμον αναμένετε να προσφέρει η Γερμανία, η αιώνια φίλη και προστάτις της
Τουρκίας, στην πατρίδα μας;
Τον Δεκέμβριο του 1899, υπογράφτηκε η σύμβαση για την
κατασκευή του σιδηροδρόμου της Βαγδάτης (Bagdad Railway Convention). Στο πνεύμα
της συνεργασίας Γερμανίας-Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι γερμανικές μυστικές
υπηρεσίες παρείχαν πληροφορίες στον σουλτάνο για το ανατρεπτικό κίνημα των
Νεοτούρκων, ενώ οι Γερμανοί εξασφάλισαν το δικαίωμα εξορύξεων για πρώτες ύλες
και διενέργειας αρχαιολογικών ανασκαφών στην Μικρά Ασία.
Το 1896, η σιδηροδρομική γραμμή είχε φθάσει στο Ικόνιο,
με προοπτική να επεκταθεί στην Βαγδάτη μέσω Αδάνων και Χαλεπίου. Η ανεξέλεγκτη
γερμανική φιλο-οθωμανική πολιτική, επέφερε την προσέγγιση Γαλλίας-Ρωσίας το
1894, Αγγλίας-Γαλλίας το 1904 και Αγγλίας-Ρωσίας το 1907. Έτσι, συγκροτήθηκε η Αντάντ11 κατά της Τριπλής Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Ιταλία).
3/. Η αναδιοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός του Οθωμανικού
στρατού.
Η σημαντικότερη
προσφορά των Γερμανών προς τους Τούρκους, ήταν η
προσπάθεια αναδιοργανώσεως του τουρκικού στρατού από τον Γερμανό
αντισυνταγματάρχη Κολμάρ φόν ντέρ Γκόλτς (1843-1916),
που συνέβαλε αποφασιστικά στην «Πύρρειο νίκη» κατά του ανοργάνωτου ουσιαστικώς,
Ελληνικού στρατού, το 1897.
Ο Οθωμανικός στρατός του 19ου
αιώνος, δεν είχε πάψει να υφίσταται ποτέ, είχε μακρά ιστορία και έντονη
αυτοκρατορική/Οθωμανική συνείδηση. Παρ’ όλα αυτά, ήταν εμφανές ότι επρόκειτο
για έναν παρηκμασμένο, πλέον, στρατό. Ξεκίνησε έτσι μια μακρά και δύσκολη
διαδικασία εκσυγχρονισμού του. Η διαδικασία ξεκίνησε με διάφορες μικρότερης
σημασίας και εκτάσεως προσπάθειες, τόσον με την πρόσληψη μεμονωμένων ευρωπαίων
τυχοδιωκτών αξιωματικών, όσον και με μία πρώϊμη γερμανική αποστολή (την
αποστολή του φον Μόλτκε του Πρεσβύτερου) και την ίδρυση μιας δυτικού τύπου
στρατιωτικής παραγωγικής σχολής, της Mekteb-i Ulum-u Harbiye, το
1834, η οποία όμως χρησιμοποιήθηκε περισσότερο ως πολυτεχνική σχολή για την
στελέχωση του κρατικού μηχανισμού.
Μετά τον Ρωσοτουρκικό
πόλεμο (1877-1878) και την ατυχή έκβαση που είχε για την Οθωμανική Αυτοκρατορία,
με την συνομολόγηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου (1878), ο τότε Σουλτάνος
Αβδούλ Χαμίτ Β΄, αντιλαμβανόμενος την άμεση ανάγκη της αναδιοργανώσεως και
εκσυγχρονισμού του οθωμανικού στρατού, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσει μία νέα
ρωσική πρόκληση, ζήτησε από το στρατόπεδο των νικητών των μέχρι τότε μεγάλων
πολέμων της Ευρώπης, δηλαδή από τον Αυτοκράτορα της Γερμανίας, ειδική
στρατιωτική αποστολή για τον παραπάνω σκοπό, καθώς και ανάλογο εξοπλισμό.
Το αίτημα εκείνο έγινε
αποδεκτό από τον Κάϊζερ όπου και αρχηγός της αποστολής ορίστηκε ο υποστράτηγος φον
ντερ Γκολτς, ο οποίος μετέβη στην Κωνσταντινούπολη (18 Ιουνίου του
1883), για να ασχοληθεί με τα ζητήματα εκπαιδεύσεως και καταρτίσεως στελεχών, στην
οποία και παρέμεινε για δεκατέσσερα χρόνια, μέχρι το καλοκαίρι του 1897.12
Στην αποστολή εκείνη
συμμετείχαν επίσης, οι ανώτεροι Γερμανοί αξιωματικοί: Κάμφεβνερ, Καλάου, ο
βαρώνος Μπροκντόρφ, ο Κρουμπίγερ ως Σελίμ Πασάς (!!!), ο Χόϊζερ Πασάς, ο
συνταγματάρχης φον Σόνενμπουργκ, οι ταγματάρχες Φετσάου, ο Ούγγρος κόμης
Εδμόνδος Σετσένυ ως Σετσένυ Πασάς, καθώς και ο ίλαρχος Μέλερ Χέλε, ως Εχμέτ Νουρί
Πασάς.13
Συνεπώς,
αν δεν ήταν ο φον ντερ Γκολτς, η γερμανική στρατιωτική αποστολή και οι διάδοχοί
της, οι Γερμανοί, ΔΕΝ θα είχαν κατορθώσει την βαθύτατη αναδιάρθρωση και την
επιρροή που άσκησαν στον οθωμανικό στρατό.
Μετά από μια σύντομη επιθεώρηση, ο
φον ντερ Γκολτς, εξεπλάγη από το υψηλό επιστημονικό επίπεδο του γαλλικού
ημι-πολυτεχνικού προγράμματος σπουδών, αλλά διαπίστωσε ότι η Στρατιωτική
Ακαδημία (Mekteb-i Ulum-u Harbiye), ήταν άχρηστη σε πρακτικά στρατιωτικά
ζητήματα. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις του, οι μαθητές περνούσαν το χρόνο τους
προσπαθώντας να μάθουν τις αρχές διαφόρων επιστημών, συμπεριλαμβανομένων της
μηχανολογίας, της κατασκευαστικής, της βαλλιστικής και της γεωγραφίας, αλλά δεν
διετίθετο καθόλου χρόνος για την στρατιωτική τους εφαρμογή.
Οι μαθητές ονομάζονταν αξιωματικοί χωρίς καμία
εμπειρία πεδίου μάχης, ούτε και ηγεσίας μικρών μονάδων. Κατέληξε στο συμπέρασμα
ότι το ισχύον ακαδημαϊκό σύστημα ήταν άχρηστο, σε ό,τι αφορούσε την υποστήριξη
του στρατιωτικού επαγγέλματος και θα έπρεπε να τερματιστεί. Έτσι, ο φον ντερ
Γκολτς πρότεινε την υιοθέτηση του γερμανικού συστήματος εκπαιδεύσεως
αξιωματικών, που βασιζόταν στην στρατιωτική εξάσκηση και στις συχνές αποσπάσεις
σε μονάδες. Το 1884 εισήχθησαν στο
πρόγραμμα σπουδών, νέα μαθήματα στρατιωτικών εφαρμογών, ενώ αφαιρέθηκαν μερικά
τεχνικά μαθήματα. Αλλά ο ακαδημαϊκός πυρήνας του προηγουμένου προγράμματος
σπουδών παρέμεινε.14
Μετά την αποφοίτηση, οι δόκιμοι γενικοί επιτελείς,
περνούσαν τρία με πέντε έτη υπό επιτήρηση και αξιολόγηση, υπηρετώντας σε
μονάδες όλων των όπλων του στρατού. Ήταν επίσης, προστατευμένοι από
αυθαίρετες πρακτικές μεταθέσεων και προαγωγών. Επιπλέον, σχεδόν όλες οι
σημαντικές θέσεις διοικήσεως καθώς και σημαντικές επιτελικές θέσεις,
προορίζονταν για πλήρωση από γενικούς επιτελείς.
Αυτή η κοινή
εμπειρία, τους καθιστούσε μέρος μιας ιδιαίτερης και προνομιούχου «αδελφότητας»
εντός της οποίας κάθε μέλος γνώριζε και υποστήριζε τα άλλα.
Στην ουσιαστική αναμόρφωση του τουρκικού
στρατού, συνέβαλλε επίσης ο Γερμανός στρατηγός, ιουδαϊκής καταγωγής (Jewish origin), Λίμαν φόν Σάντερς (1855
–1929),15 ο οποίος με τον βαθμό του αντιστρατήγου, διορίστηκε
το 1913 επικεφαλής της γερμανικής στρατιωτικής αποστολής στην Οθωμανική
Αυτοκρατορία με κύριο σκοπό τον εκσυγχρονισμό και την εκπαίδευση του οθωμανικού
στρατού. Αρχικά αρνήθηκε αλλά τελικά δέχθηκε με τον όρο να ασκεί «ουσιαστική
επιρροή» μέχρι και την διοίκηση, σύμφωνα με μυστική διμερή συνθήκη.
Marschall Otto Liman von Sanders,was a German officer who gained his “reputation” during World War I,
serving in Turkey and Palestine. Liman is clearly the only imperial German
officer to rise to such a prominent status despite being of Jewish ancestry. Born on February
18, 1855 in Stolp, Pomerania (now Slupsk, Poland) into a landowner family and
to paternal grandparents who had
converted from Judaism, he joined the German Imperial Army in 1874 as
an infantry officer, but soon was reassigned to the cavalry.16
Εν όψει του Μεγάλου πολέμου, παρέμεινε
στην Τουρκία ως alter ego του Τούρκου αρχιστρατήγου, ενώ γενικός επιτελάρχης
του τουρκικού στρατού διορίστηκε ο επίσης Γερμανός στρατηγός Μπρόνσαρ φόν Σέλλεντορφ (Fritz von Bronsart
Schellendorf),17 ο οποίος αντικατέστησε τον Liman von Sanders, όταν ο τελευταίος απεσπάσθη στην περιοχή του
Αιγαίου Πελάγους, λόγω διαφωνίας του με τον Enver Pasha. Να
σημειωθεί ότι ο Schellendorf
ο οποίος την δεκαετίαν του 1930, ήταν φλογερός υποστηρικτής του
Χίτλερ, θεωρείται ως ο πραγματικός υποκινητής της Γενοκτονίας των Αρμενίων.
Fritz von Bronsart
Schellendorf, was instrumental drafting initial
war plans for the Ottoman Army. He is "depicted
as the actual initiator of the scheme of the Armenian Genocide". He was an ardent supporter of Hitler during
1930s also.18
Από το 1895, με εισηγήσεις Γερμανών
συμβούλων, άρχισε να πολεμείται, με ειδικούς νόμους, το επιχειρηματικό και
εργατικό κεφάλαιο των Ελλήνων και να επιβάλλεται σιωπή στον τομέα της πνευματικής
δημιουργίας. Αξιόλογοι πνευματικοί άνδρες, όπως ο Βλάσσης Γαβριηλίδης, ο
Κλεάνθης Τριανταφυλλόπουλος και πολλοί άλλοι, λόγω της αρθρογραφίας τους, εξεδιώχθησαν
από την Οθωμανικήν επικράτειαν.
Ο Kάϊζερ Βίλχελμ Β΄
επισκέπτεται το μέτωπο της Καλλιπόλεως το 1915, όπου τον υποδέχεται ο ένας από
την τριανδρία των Νεο (μη) τούρκων, ο υπουργός Πολέμου, ο ντονμές Εμβέρ Πασάς.
Wilhelm II, Mehmed V, Franz Joseph: The three emperors of the Central
Powers in the First World War.
Η είσοδος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α΄
Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας και της Αυστροουγγαρίας, προκλήθηκε
ουσιαστικά από την παραπάνω τριανδρία, η οποία προσέβλεπε στην κυριαρχία της
πάνω στον χριστιανικό κυρίως πληθυσμό των τότε κατεχομένων από τους Οθωμανούς,
εδαφών. Μία κυριαρχία η οποία ήταν ήδη ισχνή και συρρικνώθηκε περαιτέρω
εξαιτίας του λιμού. Ο χριστιανικός πληθυσμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν
μπορούσε να περιμένει τίποτε άλλο, εκτός από διώξεις και σφαγές. Οι πρώϊμες
ελπίδες του προς την Επανάσταση των Νεο (μη) τούρκων, γρήγορα
εξανεμίσθηκαν, εξαιτίας των πογκρόμ που μαίνονταν πολύ πριν από το 1915.
Στο εσωτερικό
της Νεοτουρκικής Εταιρείας Ενώσεως και Προόδου (ΕΕΠ), άρχισε να
επικρατεί όλο και περισσότερο η ιδεολογία του παντουρκισμού,19 έναντι του παραδοσιακού Οθωμανισμού,
ο οποίος θεωρούσε το Ισλάμ ως την κατ’ εξοχήν θρησκεία της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας, ενώ οι υπόλοιπες θρησκείες υφίσταντο κατασταλτικούς νόμους, όπως
παραδείγματος χάριν την επιβολή ενός έκτακτου φόρου.
4/. Η αβεβαιότητα για την στάση των
Νεοτούρκων απέναντι στις Μεγάλες Δυνάμεις και η απόφαση για «Τουρκοποίηση» των
πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η επανάσταση των Νεοτούρκων τον Ιούλιο του 1908 και η
ιδίως η εκθρόνιση του Αβδούλ Χαμίτ Β΄, μετά την αποτυχία της αντεπαναστάσεως
του Απριλίου του 1909, προκάλεσαν σκεπτικισμό και αμηχανία στο Βερολίνο, διότι
η Γερμανία δεν ήταν σίγουρη αν οι Νεότουρκοι θα ασκούσαν φιλογερμανική
πολιτική. Λόγω της αβεβαιότητας αυτής, η Γερμανία στήριξε την
σύμμαχό της Ιταλία το 1911, στον ιταλο-τουρκικό πόλεμο στην Τρίπολη
και στην Κυρηναϊκή, παρ’ όλο που η κοινή γνώμη της Γερμανίας, ήταν υπέρ των
Νεοτούρκων.20
Η αβεβαιότητα ενισχύθηκε όταν τον Ιούλιο του 1912, οι
Νεότουρκοι ανατράπηκαν και στην εξουσία ανήλθαν οι Φιλελεύθεροι με τον
αγγλόφιλο Κιαμήλ Πασά ( Kâmil Pașa) ως
μέγα βεζίρη (GrandVezir). Η ταχεία ήττα των Οθωμανών κατά τον Πρώτο Βαλκανικό
Πόλεμο και η κατάρρευση της οθωμανικής εξουσίας στην Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκανική),
προκάλεσαν έντονο προβληματισμό στο Βερολίνο.
Το βασικό ερώτημα που έθεταν ο νέος καγκελάριος
Μπέτμαν Χόλβεγκ (Theobald von Bethman Hollweg) και ο υπουργός Εξωτερικών
Γιάγκοβ (Gottlieb von Jagow) ήταν, αν η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα διετηρείτο
στην Μικρά Ασία, όπου υπήρχαν τα ζωτικά γερμανικά συμφέροντα, ή αν
θα διαλυόταν. Σε περίπτωση διαλύσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Γερμανία
έπρεπε να καθορίσει τις σφαίρες επιρροής της. Στην διαμόρφωση της γερμανικής
πολιτικής, σημαντική συμβολή είχε ο νέος πρέσβης της Γερμανίας στη
Κωνσταντινούπολη Βάνγκενχαϊμ (Baron Hans von Wangeheim), o οποίος είχε μετατεθεί
από τις Αθήνες.
Σε υπόμνημά του προς τον Γιάγκωφ, στις 10 Απριλίου
1913, ανέφερε ότι, σε περίπτωση
διαλύσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Γερμανία έπρεπε να διεκδικήσει την
γραμμή Εσκί-Σεχίρ – Αττάλεια (Eskișehir- Antalya), σε βάθος 400 χιλιομέτρων
προς ανατολάς. Η περιοχή αυτή χωριζόταν σε μια ζώνη στενών γερμανικών
συμφερόντων και σε μια ζώνη ευρύτερων γερμανικών συμφερόντων. Ως ζώνη στενών
γερμανικών συμφερόντων, ο Βάνγκενχαϊμ αντιλαμβανόταν την ενδοχώρα του
μελλοντικού λιμανιού της Αλεξανδρέττας, η οποία εκτεινόταν από το Εσκί-Σεχίρ
μέχρι περίπου το Κιρκούκ και συμπεριλάμβανε και την Κιλικία.21
H βασική θέση του Βάνγκενχαϊμ ήταν να προστατευθεί η
ζώνη από την οποία θα διερχόταν η σιδηροδρομική γραμμή Κωνσταντινουπόλεως-Βαγδάτης.
Με βάση την έκθεση του Βάνγκενχαϊμ το υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας,
καθόριζε τις γερμανικές διεκδικήσεις σε περίπτωση διαλύσεως της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας: H Γερμανία διεκδικούσε όχι μονάχα την ζώνη που ενέπιπτε στην
σιδηροδρομική γραμμή Κωνσταντινουπόλεως-Βαγδάτης, αλλά και τα λιμάνια της
Αλεξανδρέττας και της Μερσίνης.22 Επρόκειτο για το κακό σενάριο.
Ανερχόμενοι πάλι στην εξουσία οι Νεότουρκοι τον
Ιανουάριο του 1913 με τον στρατηγό Μαχμούτ Σεφκέτ πασά (Mahmut Șevket Pașa) ως
μέγα βεζίρη, αποφάσισαν να μην υπογράψουν συνθήκη ειρήνης με τα
βαλκανικά κράτη και να συνεχίσουν την αντίσταση στην Σκόδρα, στα Ιωάννινα και
στην Αδριανούπολη.
Οι πόλεις αυτές, όμως, έπεσαν και στις 17/30 Μαΐου
1913 υπεγράφη στο Λονδίνο η συνθήκη ειρήνης. Ο Μαχμούτ Σεφκέτ πασάς,
συνειδητοποίησε την ανάγκη αναδιοργανώσεως εκ νέου, του οθωμανικού στρατού,
ζητώντας και πάλιν την γερμανική βοήθεια. Μετά την δολοφονία του στις 11
Ιουνίου 1913 από τους Φιλελεύθερους, την θέση του μεγάλου βεζίρη
ανέλαβε ο Σαΐντ Χαλίμ πασάς (Said Halim Pașa), αιγυπτιακής καταγωγής.
Σχηματίσθηκε νέα «Τουρκική», υποτίθεται κυβέρνηση, με
τον αινιγματικό και μυστηριώδη ντονμέ, Ενβέρ πασά (Enver Pașa) ως υπουργό
Πολέμου από τις 3 Ιανουαρίου 1914, τον Ταλαάτ μπέη -αργότερα πασά- (Talât Bey)
ως υπουργό Εσωτερικών, τον Τζεμάλ πασά (Cemal Pașa) ως υπουργό Ναυτικών, τον
Τζαβίτ μπέη (Cavit Bey) ως υπουργό Οικονομικών και μεγάλο βεζίρη έναν Αιγύπτιον
!!!!!!.
Άπαντες αλλοεθνείς
και ντονμέδες (εξισλαμισθέντες Ιουδαίοι), και όχι τούρκοι, όπως αποδείξαμε σε
προηγούμενα κεφάλαια. Τυχαίον; Δεν νομίζομεν!
Εξηγείστε
μας λοιπόν, πνευματικοί ηγέτες, καθηγητές και όσοι εκπαιδεύετε τους
Ελληνόπαιδες στα σχολεία, γυμνάσια, Λύκεια και Πανεπιστήμια, για ποια Τουρκία
και ποιους Τούρκους ομιλείτε όταν διδάσκετε τα σχετικά μαθήματα περί
Νεοτούρκων, Τούρκων και Τουρκίας στους μαθητές και φοιτητές;
5/. Η
απαρχή δημιουργίας του Νέου τουρκικού κράτους
Η νέα κυβέρνηση των Νεο (μη) τούρκων,
έθεσε ως στόχο την αναδιοργάνωση του στρατού και του στόλου και την δημιουργία
μιας νέας «τουρκικής» αστικής τάξεως. Προς τον σκοπόν αυτόν:
Εγκαταλείφθηκε
κάθε προσπάθεια αναθεωρήσεως και ανασυστάσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και
συνεπώς της Οθωμανικής/Εθνικής ταυτότητας, σε μη εθνοτική και θρησκευτική βάση
και απεφασίσθη η ομογενοποίηση-τουρκοποίηση των πληθυσμών, ΠΑΝΤΩΝ των εθνοτήτων
και ΑΠΑΣΩΝ των θρησκειών!!!
Iδιαίτερη
σημασία αποδόθηκε στην δημιουργία μιας νέας τουρκικής εθνικής ταυτότητας και
ίδρυση ενός ομοιογενούς εθνικού «τουρκικού» κράτους, με:
.Την ταύτιση
του κάθε μουσουλμάνου στην Μικρά Ασία με τον Τούρκο.
.Την εκδίωξη
ή σφαγή των Χριστιανών από τις προγονικές τους εστίες.
.Τον
εξισλαμισμό-τουρκοποίησή των μη μουσουλμάνων, και
.Την
εγκατάσταση στο νέο κράτος, «τουρκοποιημένων» μουσουλμάνων προσφύγων, από την
Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια).
Η
Ανατολία θεωρήθηκε, από τους κατασκευαστές της Τουρκίας, ανιστορήτως και
αντιεπιστημονικώς, ως η καρδιά του Τουρκισμού.23
Το έτος 1913 και όχι το 1923 μπορεί να θεωρηθεί ως η
απαρχή της συγκροτήσεως ενός «ομοιογενούς» τεχνητού τουρκικού κράτους.
Οι εξελίξεις κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο και η
ανακατάληψη της Αδριανουπόλεως από τους Νεότουρκους (ΣΣ: Δώρον του Συστήματος),
κατά τον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, έπεισαν τον Γερμανό πρέσβη ότι η Τουρκία
είχε δυνατότητες επιβιώσεως.
Η Γερμανία
όφειλε να αποδείξει ότι ήταν ο αιώνιος και πιστός φίλος της Τουρκίας, να
κερδίσει την εμπιστοσύνης της και να συμβάλλει στο «μεταρρυθμιστικό» της έργο,
συνεργαζόμενη με τον Ενβέρ πασά και τον Ταλαάτ μπέη. Και αυτό έκανε.
Σε επιστολή του προς τον Γιάγκωφ στις αρχές Αυγούστου
1913, ο Βάνγκενχαϊμ προσδιόρισε την πολιτική που έπρεπε να
ακολουθήσει η Γερμανία έναντι των Νεοτούρκων στις νέες συνθήκες:
«Να
στηρίξουμε την εδαφική ακεραιότητα της Τουρκίας, να βοηθήσουμε τις
μεταρρυθμίσεις της, να ενισχύσουμε την επιρροή μας σε όλη την Τουρκία, αλλά
ταυτόχρονα να προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενο της διαλύσεώς της,
γνωστοποιώντας στις Μεγάλες Δυνάμεις τις εδαφικές μας διεκδικήσεις».24
Η γνωστοποίηση των γερμανικών εδαφικών διεκδικήσεων ήταν κατά τον Γερμανό πρέσβη, το μοναδικό μέσο για την προσωρινή σωτηρία του κατασκευαζομένου νέου κράτους, που ονόμασαν Τουρκία, διότι οι Δυνάμεις εκείνες που δεν ήθελαν να δουν την εγκατάσταση της Γερμανίας στην Μεσόγειο, θα εξαναγκάζονταν να ενεργήσουν για την στήριξη της καταρρέουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ισχυροποίηση του σχηματιζομένου νέου κράτους,της Τουρκίας.
Η γνωστοποίηση των γερμανικών εδαφικών διεκδικήσεων ήταν κατά τον Γερμανό πρέσβη, το μοναδικό μέσο για την προσωρινή σωτηρία του κατασκευαζομένου νέου κράτους, που ονόμασαν Τουρκία, διότι οι Δυνάμεις εκείνες που δεν ήθελαν να δουν την εγκατάσταση της Γερμανίας στην Μεσόγειο, θα εξαναγκάζονταν να ενεργήσουν για την στήριξη της καταρρέουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ισχυροποίηση του σχηματιζομένου νέου κράτους,της Τουρκίας.
Ο
Βάνγκενχαϊμ επέβαλε τις
απόψεις του και στις 14 Δεκεμβρίου 1913, έφθασε στην Κωνσταντινούπολη γερμανική
στρατιωτική αποστολή υπό τον Λίμαν φον Σάντερς (Liman von Sanders), προκαλώντας
τις τυπικές διαμαρτυρίες της Αγγλίας και της Γαλλίας.
Οι ντονμέδες
Νεό (μη) τουρκοι
στράφηκαν προς στην Γερμανία, διότι κυρίως η χώρα αυτή αποδεδειγμένως, στήριξε
την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ως εκ τούτου, την
θεωρούσαν ως έναν διαχρονικό φίλο, στην προσπάθεια που κατέβαλαν για την δημιουργίαν
του νέου κράτους, της Τουρκίας!.
Όμως, όπως απεδείχθη αργότερον από τα επακολουθήσαντα
γεγονότα, κυρίως την Μικρασιατικήν τραγωδίαν και τον ξερριζωμόν των
Ελλήνων από τις προγονικές εστίες τους,
το Σύστημα δεν αρκέσθηκε στην Γερμανία ως
το μόνον στήριγμα, για την αποφυγή της καταρρεύσεως της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας και την εμπέδωση του νέου «Τουρκικού» κράτους.
Η βρετανική ναυτική αποστολή υπό τον ναύαρχο Χένρυ
Άρθουρ Λίμπους (Henry Artthur Limpus), συνέχισε το έργο της αναδιοργανώσεως του
ναυτικού στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Γαλλία δεν εγκατέλειψε την πολιτική της
παροχής δανείων στην Τουρκία και χορηγήσεως στρατιωτικού εξοπλισμού, ενώ Ιταλία και Ρωσία των μπολσεβίκων του Λένιν,
συνεισέφεραν και αυτές, με χρυσό, στρατιωτικό υλικό και ηθική υποστήριξη, στους
σφαγείς του ντονμέ (ιουδαίου, μη Τούρκου) Κεμάλ ...25
Η Ελλάδα στην Μικρά Ασία δεν επολέμησε κατά των Κεμαλιστών και των ένοπλων συμμοριών του
Κεμάλ, μόνον……Επολέμησε εναντίον ΟΛΩΝ των τότε λεγομένων Μεγάλων και Ισχυρών
Δυνάμεων και της κόκκινης Ρωσίας των μπολσεβίκων του Λένιν, οι οποίες
εχρηματοδοτούντο αφειδώς από τις τράπεζες των Ρότσιλντς…Αυτή είναι η ΑΛΗΘΕΙΑ
που μας αποκρύπτουν, εκείνοι που γράφουν και διδάσκουν τα ασύστολα ψεύδη και
τις παραμυθολογίες του Συστήματος, στους Έλληνες και ιδαιτέρως στους
Ελληνόπαιδες, όταν αναφέρονται στην Μικρασιατική τραγωδία (1922).
ΟΛΕΣ αυτές οι μεγάλες και ισχυρές δυνάμεις της εποχής
εκείνης, συνέβαλλαν με τον ένα ή άλλο τρόπο, βάσει προδιαγεγραμμένου και
μακροχρόνιου ΣΧΕΔΙΟΥ, στην ήττα των Ελληνικών στρατευμάτων στην Μικρά Ασία, στην δημιουργία του τεχνητού κράτους της
Τουρκίας, ως προτεκτοράτου του Συστήματος στην περιοχήν της Ανατολικής
Μεσογείου, και την βιαίαν επιβολήν στους αλλοεθνείς πολίτες της, που
αποτελούσαν την συντριπτικήν πλειοψηφίαν, της ανύπαρκτης ιστορικώς, Τουρκικής
Εθνότητος και Ταυτότητος.
Μήπως ανύπαρκτη δεν είναι και η
Μακεδονική Εθνότης και ταυτότης, αλλά οι σημερινοί ισχυροί της γης, με
επικεφαλής τις ΗΠΑ, την επέβαλλαν με το «έτσι θέλω», για κράτος των
Σκοπίων;;;
Συνεχίζεται
1. Όπως υποσ. 1, 1ου μέρους.
2. geliyorlar: Third person plural present continuous of gelmek (gelmek==έρχομαι, πηγαίνω, καταλήγω στον προορισμό μου, (αργκό) εκσπερματώνω).
3. Όπως
υποσ. 3, 22ου μέρους.
4. Ανατολικόν Ζήτημα: Ονομάζεται
το διεθνές ζήτημα που προκλήθηκε από την βαθμιαία υποχώρηση της ισχύος της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και την προσπάθεια εξασφαλίσεως, λόγω της
διαφαινομένης καταρρεύσεώς της, όσον το δυνατόν περισσοτέρων οφελημάτων, από
τις τότε θεωρούμενες Μεγάλες Ευρωπαϊκές
δυνάμεις, αλλά και λοιπές δυνάμεις της Εγγύς Ανατολής, ιδίως όμως, της
Χερσονήσου του Αίμου.
5. Otto Kähler (Generalmajor) (1830–1885): Deutscher Generalmajor. O Κέλερ, ως στρατηγός του οθωμανικού στρατού,
προετοίμασε μια εκτενή πρόταση μεταρρυθμίσεως και αναδιοργανώσεώς του. Η
πρόταση συζητήθηκε στο συμβούλιο μεταρρυθμίσεως υπό την προεδρία του Αχμέτ
Μουχτάρ Πασά και εγκρίθηκε από τον Αβδούλ Χαμίτ, στις 11 Δεκεμβρίου του 1882.
6. The birth of Modern Turkey. The Ottoman military and the March to World
War I, Handan Nezir Akmese, p.21.
7. Νιζάμης < αραβική
نظام (niẓām) [στρατιωτικός όρος]: Ο στρατιώτης του
τακτικού στρατού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εκ της νέας ονομασίας του
οθωμανικού στρατού «Ασκέρι ή (Ασακίρ-ι) Νιζαμιγιέ-ι Σαχανέ» (Asakir-i
Nizamiye-yi Şahane)= Τακτικός Σουλτανικός Στρατός.
8. Για να μη φανεί ότι η επέκταση της
σιδηροδρομικής γραμμής Ιζμίτ
(Νικομήδειας)-Άγκυρας ήταν αποκλειστική γερμανική επιχείρηση, το έργο
κατασκευάστηκε με αγγλικά ομόλογα της City of London, τα οποία αργότερα
αγοράστηκαν από τους Γερμανούς, ένδειξη της προσεκτικής πολιτικής του Βίσμαρκ.
Η ισορροπημένη πολιτική του Βίσμαρκ έναντι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας,
δεν προκάλεσε ανησυχίες στις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις και το 1890, η Ρωσία ζήτησε
την ανανέωση της Συνθήκης της Αντασφαλίσεως του 1887 (ReinsuranceTreaty,
Rückversicherungsvertrag) [Για την συνθήκη, βλέπε στην υποσ. 9].
9. Συνθήκη Αντασφαλίσεως ή Αμοιβαίας Ασφαλείας (18 Ιουνίου 1887):
Ήταν μια μυστική συνθήκη μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας. Ο Βίσμαρκ θεώρησε ότι
έπρεπε να συνεχίσει την διπλωματική απομόνωση της Γαλλίας, προκειμένου να
εξασφαλίσει την Γερμανική ασφάλεια. Με την συμφωνία αυτή, Ρωσία και
Γερμανία δεσμεύονταν να μείνουν ουδέτερες σε περίπτωση που μια από τις δύο
χώρες βρισκόταν σε πόλεμο με μια τρίτη Δύναμη, εκτός αν η Ρωσία εξαπέλυε
επίθεση στην Αυστροουγγαρία ή η Γερμανία στην Γαλλία. Στόχος του Βίσμαρκ ήταν η
αποτροπή μιας γαλλορωσικής προσεγγίσεως, στρεφόμενης κατά της Γερμανικής
Αυτοκρατορίας. Τα συμβαλλόμενα μέρη αντιτίθεντο σε κάθε προσπάθεια μεταβολής
του καθεστώτος της Χερσονήσου του Αίμου, χωρίς την συναίνεσή τους.
Το 1890, η Ρωσία ζήτησε
ανανέωση της συνθήκης, αλλά η Γερμανία αρνήθηκε. Το 1892, η Ρωσία συνεμάχησε με
την Γαλλία, που έθετε τέλος έτσι στην απομόνωση της Γαλλίας. Το 1896, η συνθήκη
απεκαλύφθη από μια γερμανική εφημερίδα, την Nachrichten Hamburg, γεγονός που προκάλεσε κατακραυγή στην
Γερμανία και την Αυστρία-Ουγγαρία.
10.
Sea Mceckin, «Benevolent Contempt. Bismarck’s Ottoman Policy», M.Hakan
Yavuz, Peter Sloglet (επιμ. έκδοσης), War and Diplomacy, The Russo-Turkish War of
1877- 1878 and the Treaty of Berlin (Salt Lake City:The University of
Utah Press, 2010), σ. 91.
11. Αντάντ ή "Εγκάρδια
Συνεννόηση" (Entente Cordiale) ονομάζεται η συμμαχία Γαλλίας και Αγγλίας,
η οποία έθεσε τέλος σε 8 αιώνες αγγλογαλλικού ανταγωνισμού και έθεσε τις βάσεις
για την αγγλογαλλική συνεργασία κατά τον 20ον αιώνα. Ταυτόχρονα σήμανε και το
τέλος της αγγλικής πολιτικής της "Λαμπρής Απομονώσεως" και την
απευθείας ανάμιξή της στα ευρωπαϊκά θέματα. Η προσέγγιση Βρετανίας-Γαλλίας
εμφανίστηκε ως αποτέλεσμα της σταδιακής συγκλίσεως των συμφερόντων των δύο
χωρών και της αμοιβαίας απειλής που ένιωθαν από την επεκτατική πολιτική της
αυτοκρατορικής Γερμανίας, κατά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα. Η ιδέα
προωθήθηκε έντονα από τον βασιλιά Εδουάρδο Ζ΄ της Αγγλίας, και κατέληξε στην
αμοιβαία συμφωνία της 8ης Απριλίου 1904. Με αυτή την συμφωνία ρυθμίζονταν οι
εκκρεμότητες μεταξύ των δύο εθνών, που αφορούσαν σε θέματα όπως, την παραίτηση
της Γαλλίας από προνόμια που είχε με την συνθήκη της Ουτρέχτης και την διανομήν
αποικιακών εδαφών και σφαιρών επιρροής.
Η αγγλογαλλική
συνεργασία ενισχύθηκε το επόμενο έτος μετά την πρώτη κρίση του Μαρόκου, και
επεκτάθηκε δια της ξεχωριστής Αγγλορωσικής Συνεννοήσεως το 1907,
μετασχηματιζόμενη στην λεγόμενη "Τριπλή Αντάντ", που στρεφόταν
εναντίον της συμμαχίας των Κεντρικών Δυνάμεων, όπου πρωτοστατούσε η Γερμανία.
Μετά την έκρηξη του Α΄
Παγκ. Πολέμου, η συμμαχία επεκτάθηκε με την εισδοχή της Σερβίας και του
Βελγίου. Αργότερα συνασπίστηκαν μαζί τους και η Ιαπωνία (1914), η Ιταλία
(1915), η Ρουμανία (1916), η Ελλάδα (μετά από εισβολή των Γαλλικών στρατευμάτων
στην χώρα μας και παραβιάζοντας την ουδετερότητά της), καθώς και οι Η.Π.Α.
(1917). Υπό αυτή την έννοια ο όρος "Αντάντ" χρησιμοποιείται για να
δηλώσει το νικηφόρο συμμαχικό μπλοκ κατά τον πόλεμο αυτόν.
12. Πάρνελ "Ιστορία του 20ου Αιώνος",
εκδ. Χρυσός Τύπος, Αθήνα, τομ.1ος, σ.234
-Kinnaird Rose
"1897 Με τους Έλληνες στη Θεσσαλία" εκδ. Κούριερ Εκδοτική, Αθήνα
1997, σ.156
13. Τ. Ευαγγελίδης
"Ελληνοτουρκικός πόλεμος", σ.215.
14. Παρ’ όλο που οι περισσότεροι νεαροί επιτελείς
αξιωματικοί και ορισμένες προσωπικότητες επιρροής, όπως ο Κιουτσούκ Σαΐντ
Πασάς, υποστήριξαν έντονα τις προτάσεις του, στάθηκε αδύνατο για τον φον ντερ
Γκολτς να πείσει τον Οσμάν Πασά και τους αξιωματούχους της Στρατιωτικής
Ακαδημίας, να ασπαστούν τις ιδέες του. Αρνήθηκαν
να εξαιρέσουν τα ανώτερα μαθηματικά και την φυσική από το πρόγραμμα σπουδών.
Προφανώς, έβλεπαν την διαδικασία εκπαιδεύσεως των αξιωματικών, όχι μόνον υπό
στρατιωτικό πρίσμα, αλλά ως μέρος εκσυγχρονισμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Γι’ αυτούς, ήταν ουσιώδες να συνεχιστεί το ημι-πολυτεχνικό πρόγραμμα σπουδών,
ώστε να έχουν αξιωματικούς αρκετά ικανούς να μεταφερθούν και να αναλάβουν
πολιτικά καθήκοντα στον κρατικό μηχανισμό.
Τελικώς, η
επίδραση του φον ντερ Γκολτς στην επιτελική εκπαίδευση των αξιωματικών
αποδείχθηκε πιο σημαντική και μεγαλύτερης διάρκειας. Όχι μόνον μετέβαλε
δραστικά το ίδιο σύστημα εκπαιδεύσεως και καταρτίσεως, αλλά επιπλέον άλλαξε την
συνολική θέση των αξιωματικών-γενικών επιτελών εντός του ίδιου του
στρατεύματος. Κατ’ αρχάς, σύμφωνα με το νέο του σύστημα αξιολογήσεως, μόνον οι
καλύτεροι και ευφυέστεροι μαθητές της στρατιωτικής ακαδημίας – 20 με 30 από τους 1.000, επιλέγονταν
για την Σχολή Γενικού Επιτελείου (αντίστοιχη της Σχολής Πολέμου), η οποία ήταν
τριετής και ακαδημαϊκά πολύ απαιτητική.
15. Marschall Otto Liman von Sanders - Όττο
Καρλ
Λίμαν
φον
Σάντερς
(Oberbefehlshaber der 5.Osmanischen Armee, Königlich-Preußischer
General der Kavallerie). Γερμανός
στρατιωτικός (1855 - 1929), Ιουδαϊκής καταγωγής. Το 1913 ανέλαβε την
αναδιοργάνωση του τουρκικού στρατού, μετά τις ήττες του στους Βαλκανικούς
πολέμους.
16. Wiley Online Library, Liman von Sanders, General Otto Karl Victor (1855–1929),Yigal Sheffy, First published: 13 November 2011.
17. Friedrich (Fritz) Bronsart von Schellendorf
(1864–1950) was a German officer and politician. He was the chief of Staff of
the Ottoman Army, part of German military mission in the Ottoman Empire. He had
replaced Otto liman von Sanders who was sent to the Aegean region due to his
disagreements with Enver Pasha.
-Dadrian, Vahakn N., The history of the Armenian genocide: ethnic conflict from the Balkans
to Anatolia to the Caucasus. Berghahn Books, New York 2004,p.256.
-ERMENİ SOYKIRIMINDA ALMANYA’NIN ROLÜ, 6 November 2015,
Merve Erol, Heinrich Boll Stiftung].
19. Η ιδεολογία του παντουρκισμού-τουρανισμού, γεννήθηκε μέσα στα πλαίσια των ζυμώσεων
σε κύκλους, οι οποίοι επεδίωκαν την ένωση του «τουρκικού» κόσμου και την
ανάδειξή του σε παγκόσμια δύναμη. Οι πολιτικές εξελίξεις που οδήγησαν στην
αποσταθεροποίηση του οθωμανικού κράτους και ανέδειξαν τον κίνδυνο διαμελισμού
του στα μάτια της ελίτ που το διοικούσε, συνέβαλε καθοριστικά ώστε αυτή η
ιδεολογία, να αποκτήσει πρόσθετο νοηματικό περιεχόμενο και χρηστική αξία. Έτσι,
η χρήση του όρου «παντουρκισμός» αποσκοπούσε στην αποτροπή της καταρρεύσεως της
οθωμανικής πολιτικής δομής και στην εθνική
ομογενοποίηση των πληθυσμών της αυτοκρατορίας. Παράλληλα εξακολουθούσαν να
γίνονται και αναφορές στην ενότητα ολόκληρου του τουρκικού κόσμου και στην
ανάδειξή του σε παγκόσμια δύναμη. Οι εν λόγω ιδεολογίες, βασίζονταν σε
ρατσιστικού τύπου θεωρίες, για την προέλευση των διαφόρων λαών που διαβιούσαν
στην ευρύτερη περιοχή, την οποίαν έλεγχε το οθωμανικό κράτος.
Πατέρας του
σύγχρονου τουρκικού εθνικισμού (Παντουρκισμού), θεωρείται ο κουρδικής καταγωγής κοινωνιολόγος Ζιγιά Γκιοκάλπ (Ziya Gökapl), με το
τρίπτυχο: Τουρκισμός, ισλαμισμός,
δυτικός τεχνολογικός εκσυγχρονισμός.
Η περίπτωση
του Ζιγιά Γκιοκάλπ, αποτελεί μία από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις ενός
διανοουμένου επηρεασμένου από τον ρομαντικό και φυλετικό εθνικισμό του
Ναζισμού. Υπήρξε ο πατέρας του ιδεολογικού ρεύματος του παντουρκισμού και ως «Νεότουρκος»,
καίτοι μη τούρκος, αφού ήταν Κούρδος,
συνέβαλε διοικητικά στην οργάνωση του σχεδίου εθνικής εκκαθαρίσεως των
χριστιανικών λαών, μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Στο τέλος, μετά την
Μικρασιατική καταστροφή, ανέλαβε την ιδεολογική ανασυγκρότηση της
υπερεθνικιστικής Τουρκίας.
Ο Γκιοκάλπ,
χρησιμοποίησε την λογοτεχνία για να μετεκκενώσει τις ιδέες του στον
μουσουλμανικό οθωμανικό πληθυσμό και ενσωμάτωσε με έναν ακραίως εργαλειακό
τρόπο, τα σχήματα του Νίτσε. Όπως γράφει σε ποίημά του: «Ο ύψιστος Θεός έπλασε τον Τούρκο ανώτερο...» Παράλληλα τονίζει την
υπερηφάνεια, την θρησκευτική ομολογία, ενσωματώνοντας το Ισλάμ στην εξυπηρέτηση
του εθνικιστικού φαντασιακού ιδεώδους: «Κι’ αν δεν έχουμε επιστήμη, έχουμε το
Κοράνι...», έλεγε.
Ο
Ζιγιά Γκιοκάλπ (Ziya Gökalp), πρότεινε ανοιχτά την υπέρβαση της χαλαρής,
πολυεθνικής και θρησκευτικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τον μετασχηματισμόν
των διαφόρων εθνοτικών ομάδων που ζούσαν σ’ αυτήν, σ’ ένα συμπαγές ομοιόμορφο
τουρκικό σώμα (compact body). Ο Τούρκος ιστορικός Taner Aksam, στο βιβλίο του «A
Shameful Act»,
υποστηρίζει ότι ο Gökalp, επηρεασμένος από τον γερμανικό εθνικισμό,
διαμόρφωσε ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο παρείχε την ιδεολογική βάση για την
επίδειξη της συγκεκριμένης βίαιης πολιτικής συμπεριφοράς. Στόχος
του Gökalp ήταν η διαμόρφωση «εθνικής οικονομίας», η οποία θα μπορούσε να
δημιουργηθεί μόνο με την «εθνική ομοιογένεια».
Ο βασικός πυρήνας στον οποίο
καλλιεργήθηκαν και διαδόθηκαν οι απόψεις περί Παντουρκισμού-Παντουρανισμού,
ήταν οι αξιωματικοί του οθωμανικού στρατού. Τα μέσα για την επίτευξη των
πολιτικών στόχων των παντουρκιστών ήταν η εξαφάνιση των χριστιανικών ομάδων της
αυτοκρατορίας ή ο εξισλαμισμός-εκτουρκισμός τους, και ο εκτουρκισμός των
μουσουλμανικών πληθυσμών. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της καταρρεύσεως της
αυτοκρατορίας, αναδείχθηκαν απίστευτες και φανταστικές-ρατσιστικές θεωρίες, για
την τουρκική καταγωγή όλων των κατοίκων της Μικράς Ασίας, σε μια προσπάθεια να
νομιμοποιηθεί η ίδρυση ενός εθνικού τουρκικού κράτους στην Μικρά Ασία.
Μετά τον Ζιγιά Γκιοκάλπ (Ziya Gökapl), ένας από τους σπουδαιότερους, αν όχι ο σπουδαιότερος
θεωρητικός του Παντουρκισμού-Παντουρανισμού, θεωρείται ο Ιουδαίος Moiz Cohen
(1883,Σέρρες-1961, Νίκαια Γαλλίας), ο οποίος αργότερα άλλαξε το όνομά του σε Munis Tekinalp. Μετά το 1923, έγινε
φανατικός υποστηρικτής του ομοφύλου του Κεμάλ και της διαχεομένης τότε,
ιδεολογίας του Κεμαλισμού.
Δεν είναι παράδοξον που οι δύο σπουδαιότεροι, πρώτοι
θεωρητικοί του Παντουρκισμού-Παντουρανισμού, ΔΕΝ ήσαν Τούρκοι (ο ένας είναι
Κούρδος και ο άλλος Ιουδαίος);
Παρά τους πολιτικούς
μεταμορφισμούς και τις επίσημες προσπάθειες για απόδοση ευθυνών σε πρότερα
καθεστώτα και πρόσωπα, ο
παντουρκισμός-τουρανισμός ποτέ δεν εξουδετερώθηκε θεμελιακά, μέχρι και
σήμερα, και αποτέλεσε μια εν δυνάμει ιδεολογία, έτοιμη να αναδειχθεί και να
νομιμοποιήσει τον παγκόσμιο αυτοκρατορικό πολιτικό ρόλο που ο στρατός, η
γραφειοκρατία και μεγάλο τμήμα της τουρκικής ελίτ επιθυμούσαν να εξασφαλίσουν
για το τεχνητόν κατασκεύασμα του Συστήματος, που ονόμασαν Τουρκία. Αυτό ακριβώς επιδιώκει το ΣΥΣΤΗΜΑ σήμερα, με το πειθήνιον
όργανόν του, το Ερντογάν, τον επιλεγόμενον «Νεοσουλτάνον» [Πηγές: Από το
βιβλίο "Ανάλυση Τουρκικής Εξωτερικής Πολιτικής: Μύθος και
Πραγματικότητα", Τόμος Β', Κεφ. 2, Τμήμα Α. Κεφάλαιο 2. Ο παντουρκισμός ως
εργαλείο εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής στις τουρκογερμανικές σχέσεις κατά
την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκδόσεις ΙΝΦΟΓΝΩΜΩΝ--- Επιθετικός εθνικισμός | Άρθρα | Ελευθεροτυπία, www.enet.gr/?i =news.el.article&id=342322, 9 Φεβ
2013
-Jacob M. Landau, Tekinalp, Turkish Patriot, 1883-1961 (1984)
-Dimitris A. Zeginis, Nationalism and the reality of the
nation-state: The case of Greece and Turkey in relation to the european
orientation in the two countries», Ph.D. Thesis, University of
Essex, 1993, σελ. 195-203].
20. Wilhel von
Kampen, Studien zur Deutschen
Türkenpolitik in der Zeit Wilhems II., διδακτορική διατριβή, Kiel 1968,
σ.78.
21. Wilhel von Kampen,
, Studien zur Deutschen Türkenpolitik in
der Zeit Wilhems II., διδακτορική διατριβή, Kiel 1968,
σσ.44-45.
22. Wilhel von Kampen,
Studien zur Deutschen Türkenpolitik in
der Zeit Wilhems II., διδακτορική διατριβή, Kiel 1968,
σ.47.
23. Για την ανάδυση του τουρκικού εθνοτικού εθνικισμού, μετά τον Πρώτο Βαλκανικό
Πόλεμο, Ugur Ümit Üngör
-The Making of Modern Turkey. Nation and State in Eastern Anatolia, 1913- 1950
(Oxford: University Press, 2011), σσ. 42-50, Mustafa Aksakal
-The Ottoman Road to War in 1914. The Ottoman Empire and First World War (Cambridge:
University Press, 2008), σσ.19-41,
Taner Akçam
-A Shameful Act. The Armenian Genocide and the Question of Turkish
Responsibility (New York: Henry Holt and Company, 2006), σσ. 82- 108.
24. Wilhel von
Kampen, Studien zur Deutschen
Türkenpolitik in der Zeit Wilhems II., διδακτορική διατριβή, Kiel 1968,
σ. 49. «Wir
müssen die Turkei solange wie möglich zu erhalten suchen und durch Beteiligung
an dem Reformwerke der Türkei nicht nur ehrliche Hilfe leisten, sondern
gleichzeitig auch unseren Einfluß in der gesamten Türkei zu stärken suchen.
Gleichzeitig aber hätten wir uns auf den schlimmen Fall, die Teilung, vorzubereiten,
in dem wir in unserer Arbeitszone durch Schulen, Krankehäuser, Entsendung von
Ärzten etc. die Bevölkerung an uns fesseln und gleichzeitig damit auch den
Mächten gegenüber den festen Entschluß bekunden, die von uns markierten Gebiete
keiner anderer Macht zu überlassen».
25 Λεπτομέρειες και αποδεικτικά στοιχεία, στην ανάλυση
του θέματος: Το Εθνικόν Έγκλημα της 15ης Νοεμβρίου 1922 (Νοε.-Δεκ. 2014).
"..την θέση του μεγάλου βεζίρη ανέλαβε ο Σαΐντ Χαλίμ πασάς (Said Halim Pașa), αιγυπτιακής καταγωγής"
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Σαΐντ Χαλίμ πασάς (Said Halim Pașa) ήταν αλβανικής καταγωγής.