ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ
ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1
«… Κι απ’ τη Χρυσή την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης,
ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε μεσ’ την Πόλη,
στην Αγιά Σοφιά.2
Και χύνεται ο
ήλιος της κορώνας του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη
σαν τα λούλουδα και χάνεται ο Φράγκος σαν
την καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)
ΜΕΡΟΣ 18ο
Θ. ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
4. Ορισμός-Εννοιολογική σημασία3
Τι είναι η Ρωμιοσύνη;
Τι σημασία έχει για τους Έλληνες σήμερα; Συνιστά
νεολογισμόν αυθεντικόν και ιστορικώς βάσιμον ή όχι;
Αποτελεί μια αναχρονιστική πατριωτική ιδεολογία,
μαγαλοϊδεατισμόν ή υπερεθνική ταυτότητα; Γιατί οι σημερινοί Έλληνες ολοένα και
περισσότερο την ξεχνούν και δυσκολεύονται να καταλάβουν την σημασία της;
Η απάντηση στα παραπάνω
ερωτήματα δεν μπορεί να δοθεί εάν βασισθούμε σε σύγχρονα, ιστορικώς
υποκειμενικά, κριτήρια. Για να κατανοήσουμε και να προσδιορίσουμε την Ρωμιοσύνη
και την σημασία της για τον ελληνισμό του σήμερα, οφείλουμε να αποκτήσουμε
βαθειά και εμπεριστατωμένη ιστορική γνώση και συνείδηση. Δυστυχώς κάτι τέτοιο
απαιτεί χρόνο και κόπο από οποιονδήποτε επιχειρήσει το παραπάνω, εξ ου και η
αυξανόμενη και εξαπλούμενη απελπιστική άγνοια των περισσοτέρων περί του
θέματος, ιδιαιτέρως στην σημερινήν εποχήν της πνευματικής ερημίας και των
πολλαπλών κρίσεων (Οικονομικής, εθνικής, πολιτικής, κοινωνικής, πνευματικής, κλπ.).
Για τους παραπάνω
λόγους, επιχειρήσαμε αρχικώς, κατά δύναμη, μια ιστορική αναδρομή στα
σπουδαιότερα γεγονότα που συνδέονται με την Ρωμ-ηοσύνη από την προϊστορική περίοδο, την αρχαιότητα, μέχρι και
τα τέλη του 19ου αιώνος..
Αυτή η αναδρομή,
κρίθηκε απαραίτητη, προκειμένου να κατανοήσουμε την προϊστορική και ιστορική
ταυτότητα των αρχαίων Ρωμαίων και των αρχαίων Ελλήνων, τι συνέδεε και τι εχώριζε
αμφοτέρους, αν υπάρχει αδιάλειπτος συνέχεια του Ελληνισμού, ποία ήταν η
ταυτότητα του πολιτισμού της Ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η σχέση της με
την καθ’ ημάς Ανατολήν.
Στην συνέχεια, θα
επιχειρήσουμε να προσδιορίσουμε την σημασία, την ταυτότητα και το πνεύμα της
Ρωμηοσύνης και τι συμβαίνει με τους όρους Ρωμηοί και Ρωμηοσύνη στην διαχρονική
πορεία τους, μέχρι τις ημέρες μας!
Όπως προαναφέραμε, οφείλουμε να ξεφύγουμε από τα σημερινά
υποκειμενικά πολιτικό-κοινωνικά δεδομένα, τα περισσότερα των οποίων αν όχι όλα,
είναι ξενόφερτα.
Οι σύγχρονες εθνικό-πολιτικές ιδεολογίες, θεσμοί και αρχές, οι κοινωνικές
αξίες, οι κρατικές δομές και η γενικώτερη πολιτικό-εθνική συνείδηση κάθε
σύγχρονου ανθρώπου, είναι συστημικά κατασκευάσματα, χρονικά πολύ μεταγενέστερα
και κατ' ουσίαν διαφορετικά από την Ρωμιοσύνη. Παρ' όλα αυτά, η Ρωμιοσύνη
συνεχίζει και υπάρχει με πλήρες νόημα υπάρξεως.
Το
Οικουμενικόν Έθνος
Πως και πότε
δημιουργήθηκαν τα έθνη;
Λόγω της προπατορικής αμαρτίας και της
εωσφορικής αλαζονείας των λογικών κτισμάτων, ο Δημιουργός της Κτίσεως κατέτμησε
τα έλλογα δημιουργήματά του σε έθνη…
(Δεν υπάρχει Φύσις αλλά Κτίσις. Ο όρος Φύσις είναι επινόηση του Συστήματος που επιδιώκει τον αποπροσανατολισμόν των
ανθρώπων και απογαλακτισμό τους από τον Θεόν-Δημιουργόν, με ορθολογιστικές
απάτες. Υπάρχουν κτίσματα/δημιουργήματα, λογικά και άλογα, έμψυχα-άψυχα και Κτίστης/Δημιουργός).
«Αύται δε αι γενέσεις των υιών Νώε Σημ, Χαμ, Ιάφεθ,
και εγεννήθησαν αυτοίς υιοί μετά τον κατακλυσμόν….εκ τούτων αφωρίσθησαν νήσοι
των εθνών εν τη γη αυτών, έκαστος κατά γλώσσαν
εν ταις φυλαίς αυτών και εν τοις έθνεσιν αυτών…» (ΓΕΝΕΣΗ:
10/1-2, 20, 32). Συνεπώς, από τους προϊστορικούς χρόνους, τα έθνη προϋπάρχουν. Κατά τους προχριστιανικούς ιστορικούς χρόνους, όμως,
διαμορφώθηκαν και έλαβαν ονόματα ως ιστορικώς υπαρκτά και γνωστά έθνη.
Εξεταστέον λοιπόν ποιά είναι τα ιστορικώς υπαρκτά έθνη
και ποιά τα κατασκευασθέντα από τους εθνοκατασκευαστές του Συστήματος, ουδεμίαν
σχέση έχοντα με τα υπό του Κτίστου-Θεού δημιουργηθέντα. Το τιθέμενον θέμα της
αναζητήσεως των ιστορικώς υπαρκτών εθνών, έχει μεν κάποια σχέση με την
πολυεθνικότητα της Ρωμηοσύνης, αλλά δεν είναι αντικείμενον διερευνήσεως και
αναλύσεως του παρόντος. Απλώς το θίγομεν για έρευνα, προς πάντα ενδιαφερόμενον
αναζητητήν της Αληθείας…..
Με την ίδρυση της Νέας Ρώμης (της Κωνσταντινουπόλεως)
και την ανανέωση της Αυτοκρατορίας (330 μ.Χ. κ. εξής), συντελείται αποκρύφως,
για πρώτη φορά παγκοσμίως, και η υπέρβαση αυτής της πτωτικής κατατμήσεως του
κόσμου σε έθνη….Κατά ποίον τρόπον;
Η απέραντη Ρωμαϊκή/Ρωμαίϊκη Αυτοκρατορία
μετασχηματίζεται σε μία πολυεθνική Ορθόδοξη Αυτοκρατορία, την Ρωμανία,
που σκοπό έχει, να φέρει την Ειρήνη, την Ευημερία και την Δικαιοσύνη μεταξύ των
ανθρώπων, τουτέστιν την Βασιλεία του Θεού στην γη.
Η υπέρβαση αυτή γίνεται με την
υπερεθνική ένωση λαών και εθνών, μέσα στην Ορθοδοξία, σε ένα οικουμενικό
«έθνος», το «έθνος το άγιον» (Α΄ Πετρ:2/9), στο αδελφοποιημένο
«Γένος των Θεοφρόνων Ρωμαίων», των Ορθοδόξων πολιτών της Ρωμαϊκής (Ελληνικής
πλέον) Αυτοκρατορίας, με υπερφυλετικό χαρακτήρα
(ΓΑΛ: 3/28 – ΚΟΛΑΣΣ: 3/ 11).
Το οικουμενικό αυτό
έθνος διαμορφώθηκε, με την πάροδο του χρόνου, σε μία Χριστιανική Κοινοπολιτεία4, στην οποία η Ορθοδοξία συνιστούσε την
ιθαγένεια όλων των πολιτών, με υπερφυλετική συνείδηση, μέσω του πολιτισμού και
της παιδείας και η πρακτική εφαρμογή της δια του Μ. Αλεξάνδρου, ολοκληρώθηκε
στο «παν-δοχείο» της Εκκλησίας, ως Σώματος Χριστού και εν Χριστώ κοινωνίας.
Διαμορφώθηκε, έτσι, μία νέα συγγένεια, η εν Χριστώ παγ-γένεια
των πολιτών της Νέας Ρώμης.
Αυτό συνοψίζει
υποδειγματικά ο βρετανός «βυζαντινολόγος» Στήβεν Ράνσιμαν (St.
Runciman): «Ο πολίτης της αυτοκρατορίας έμεινε
συνειδητά ο πιο πολιτισμένος εκπρόσωπος του ανθρωπίνου γένους, συνειδητά Ρωμαίος, συνειδητά Ορθόδοξος,
συνειδητά κληρονόμος της ελληνικής εκλεπτύνσεως… Οι Βυζαντινοί είχαν
εξαιρετικά λίγες φυλετικές προκαταλήψεις (το αίμα τους ήταν πάρα πολύ
ανακατεμένο). Δέχονταν
οποιονδήποτε για συμπολίτη τους, φθάνει να ήταν Ορθόδοξος και να μιλούσε ελληνικά»5.
Η Ορθόδοξη Πίστη και η Ελληνική γλώσσα, ήταν τα δύο κύρια
προσόντα για να αποκτήσει οποιοσδήποτε την Ρωμαϊκή υπηκοότητα, δηλαδή να
ονομάζεται Ρωμαίος/Ρωμηός.
Έτσι κατανοούσαν οι
πολίτες της αυτοκρατορίας την πτωτική υπέρβαση της διαιρέσεως σε έθνη, ζώντας
την ενότητά τους μέσα στο Σώμα του Χριστού. Κι’ αυτό ψάλλουμε οι Ορθόδοξοι στο
κοντάκιο της εορτής της Πεντηκοστής:
«Ότε καταβάς τας γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν έθνη ο
Ύψιστος. Ότε του πυρός τας γλώσσας
διένειμεν, εις ενότητα πάντας εκάλεσεν. Και συμφώνως (= με
ομόνοια) δοξάζομεν το Πανάγιον Πνεύμα».
Η κατευθυνόμενη από την
χάρη του Τριαδικού Θεού μεγαλοφυΐα του κατασυκοφαντημένου από τους Συστημικούς
ομιλητές και κονδυλοφόρους, Μεγάλου Κωνσταντίνου, εθεμελίωσε την έννοια του
«Γένους», την Νέα Οικογένεια ΟΛΩΝ των Ορθοδόξων πολιτών της Αυτοκρατορίας, που
θα λειτουργεί, μέσα από την ενιαία οικουμενική συνείδηση, μέχρι την 2η άλωση
της Νέας Ρώμης (1453).
Η έννοια του Γένους θα
συνεχισθεί και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στο πλαίσιο της Εθναρχίας.
Αυτή την ενιαία οικουμενική συνείδηση των
Ορθοδόξων θα καταστρέψουν πρώτα οι Φράγκοι στην Δύση και από τα μέσα του
19ου αιώνος, θα αποδυναμώσει η Φραγκική προπαγάνδα στην «καθ’ ημάς Ανατολή» με
την δημιουργίαν διασπαστικών ρευμάτων και κινήσεων για τον πλήρη εκφραγκισμόν/εκδυτικισμό μας. Τις συνέπειες της εξελίξεως
αυτής, ως προς την οικουμενική μας
συνείδηση, ζούμε σήμερα, όταν τα συστημικά εθνικιστικά κριτήρια, και στην ουσία
ρατσιστικά/Νεοναζιστικά, εμποδίζουν, περιορίζουν ή καταλύουν την Ορθόδοξη ενότητά μας.
Η νέα πρωτεύουσα της
αρχαίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ονομάσθηκε ΝΕΑ ΡΩΜΗ και από αυτήν η χριστιανική
πλέον αυτοκρατορία, η φυσική συνέχειά της, ονομάσθηκε ΡΩΜΑΝΙΑ6 και ποτέ Βυζάντιο.
Ο Μ. Αθανάσιος στα μέσα του 4ου αιώνα γράφει σε μιαν επιστολή του «… Μητρόπολις
έστιν η Ρώμη της Ρωμανίας»7.
Οι ορθόδοξες Ενορίες καθώς
και τα Μοναστήρια της αυτοκρατορίας, λειτουργούσαν ως εργαστήρια θεώσεως των
πιστών, όπως και
κατά τους τρεις πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Τώρα όμως η Ορθοδοξία διαμορφώνει και τον χαρακτήρα της Αυτοκρατορίας,
η οποία έχει ως κέντρο και δικλείδα ασφαλείας, τον Αληθινό Θεό τον Ιησού Χριστό
και τον Λόγο Του, την Αγία Γραφή.
Οι πολίτες της Ορθόδοξης Αυτοκρατορίας, είναι άνθρωποι που αγαπούν
προ πάντων τον Θεό και το νόμο Του, γι’ αυτό και μεγαλουργούν πνευματικώς,
ελκύοντας και πλήθος άλλων λαών στην Ορθοδοξία.
Ο ρόλος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στην
πορεία της Ρωμηοσύνης κατά τους νεώτερους χρόνους
Όταν η ορθόδοξη πίστη άρχισε να αλλοιώνεται, λόγω της
εκκοσμικευμένης ζωής των ορθοδόξων, της αλαζονείας των αρχόντων, της σαρκολατρείας,
της αρχομανίας, της σταδιακής αποστασίας τους από την «άπαξ παραδοθείσα
πίστιν», τουτέστιν από τα Δόγματα της Ορθοδοξίας που αποτελούσαν την
Ασφαλιστική Δικλείδα προς αποφυγήν πάσης παρεκτροπής, με κορυφαία οδυνηρή
κατάληξη την συμφωνία -συλλειτουργία με τους Φραγκοπαπικούς τον Δεκ. 1452, τότε επήλθε μοιραίως
και δικαίως, η πτώση της Ορθόδοξης Ρωμαϊκής/ Ρωμαίϊκης Αυτοκρατορίας, της
Ρωμανίας (1453).
Η Ρωμηοσύνη όμως επέζησε ως «κράτος εν κράτει» μέσα
στην Οθωμανική Αυτοκρατορία με την Εθναρχία και ηγέτη της τον εκάστοτε Ορθόδοξη
Πατριάρχη. Όταν άρχισαν να αποστατούν
από την Ορθόδοξη Πίστη και οι Πατριάρχες, με πρώτον, στους νεώτερους
χρόνους, το τέκτονα
Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄,8 τότε άρχισε και πάλιν η νέα συρρίκνωση της
Αυτοκρατορίας. Η αρχή έγινε με την απώλειαν της Ανατολικής Ρωμυλίας, στην
συνέχεια με τον Μακεδονικό αγώνα (απώλεια της Βόρειας κατεχομένης Μακεδονίας
μας), αργότερον με την εθνική συμφορά του ξερριζωμού των Ελλήνων από τις
προγονικές εστίες τους (1914-1922) και εσχάτως με την Κυπριακή τραγωδία.
Για την οδυνηρή κατάσταση στην οποίαν έχει περιέλθει
σήμερον η άλλοτε ανθούσα ελληνική μειονότητα των Ρωμηών της
Πόλης/Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και γενικώτερα η Ρωμηοσύνη παντού, την
μεγαλύτερη ευθύνη φέρει η Μητέρα Εκκλησία της Νέας Ρώμης, το Πατριαρχείον
Κωνσταντινουπόλεως, και οι αποστάτες της πίστεως Πατριάρχες, δι’ όσα
ανθελληνικά και αντορθόδοξα έπραξαν (Πατριαρχικές/«Βυζαντινές» μηχανορραφίες) ή
όσα Ρωμαίϊκα/Ελληνικά είχαν την δυνατότητα να πράξουν και απέφυγαν να πράξουν.
Την σκυτάλη των αποστατών της πίστεως πατριαρχών, με
ελάχιστες εξαιρέσεις, μετά τον Ιωακείμ Γ΄ 1901-1912, παρέλαβον οι:9
·
Γερμανός Ε΄ (1913-1918).
Συνεργάτης των
Νεοτούρκων, εκδιωχθείς βιαίως από τους ορθόδοξους Ρωμηούς της Πόλης.
·
Μελέτιος Δ΄, 1921-1923, Μασόνος.
Στις σχέσεις
μεταξὺ τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου (τῆς Ὀρθοδοξίας εὐρύτερον) καὶ τῆς ἀγγλικανικῆς
ὁμολογίας σημαντικὴ ὑπῆρξεν ἡ ἐπὶ Μελετίου Δ´ ληφθεῖσα ὑπὸ τοῦ οἰκουμενικοῦ
πατριαρχείου ἀπόφασις περὶ τῆς ἀναγνωρίσεως
τοῦ κύρους τῶν ἀγγλικανικῶν χειροτονιῶν (Ἰούλιος 1922)!!!! Ἡ ἀπόφασις αὕτη ἐστηρίχθη
ἐπὶ τῆς εὐνοϊκῆς γνωμοδοτήσεώς της πρὸς μελέτην τοῦ ζητήματος τούτου ὁρισθείσης,
ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ Νικαίας Βασιλείου, συνοδικῆς ἐπιτροπῆς.
·
Γρηγόριος Ζ΄ (1923-1924)
Επί των ημερών του καθαιρέθηκε ο παπα-Ευθύμ,
λεγόμενος αρχηγός της «τουρκορθόδοξης Εκκλησίας». Επίσης καθαιρέθηκε ο
Μητροπολίτης της Ιεράς Μητροπόλεως Χαλδίας Βασίλειος, ο οποίος οργάνωνε
«Εκκλησία» στην Αμερική, χωρίς άδεια του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
·
Κωνσταντίνος ΣΤ΄ (1924-1925)10
·
Βασίλειος Γ΄ (1925-1929), Μασόνος.
(Από την εφημερίδα ΣΚΡΙΠ 11-10-1929):
(Άρθρο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6-10-1929, από το βιβλίο Η
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΚΑΙ Ο ΤΕΚΤΟΝΙΣΜΟΣ)
·Φώτιος Β΄ (1929-1935)11
·Βενιαμίν (1936-1946)12
· Μάξιμος Ε΄ (1946-1948)13
Κατηγορήθηκε αδίκως, ως
Ρωσόφιλος.
Και όμως κατά πόσο θα
μπορούσαν να ευσταθούν οι χαρακτηρισμοί περί "ρωσοφιλίας" και
"αριστερισμού", κατά του Πατριάρχη, όταν:
Πρώτον: Τον Νοέμβριο του 1946
διέρρευσε στον εκκλησιαστικό τύπο της Κωνσταντινουπόλεως και των Αθηνών
επιστολή του Μαξίμου Ε΄ προς τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Αθηναγόρα,
προκειμένου να ενεργήσει ώστε να μην επιτραπεί η μετάβαση του ΕΑΜίτη επισκόπου
Ιωακείμ, (πρώην Κοζάνης), στις ΗΠΑ λόγω της σκανδαλώδους πολιτείας του;
Δεύτερον: Όταν αρνήθηκε
συμμετοχή σε Διορθόδοξη Διάσκεψη που προσπάθησε να οργανώσει στην Μόσχα ο
Αλέξιος το 1947;
Τρίτον: Όταν ερχόμενος ο
Μάξιμος Ε΄, στην Αθήνα δεν παρέλειψε να εκφράσει την υποστήριξή του στην
ελληνική κυβέρνηση (της Αθήνας) και να καλέσει τους ελασίτες αντάρτες να
καταθέσουν τα όπλα;
Συνεπώς μετά τα
παραπάνω καθίσταται σαφής η σκευωρία που υπέστη ο Πατριάρχης Μάξιμος Ε΄ και
μάλιστα όχι από αλλόθρησκους, αλλά από την ίδια την ομόθρησκη ελληνική
κυβέρνηση, που αν δεν την παρασκεύασε τουλάχιστον την υιοθέτησε.
·Αθηναγόρας, (1948-1972), Μασόνος, τουρκόφιλος και
κρυπτοταλμουδιστής.
Ήδη από την θητεία του ως Διάκονος στην
Μητρόπολη Πελαγονίας ο Αθηναγόρας δείχνει την συμπάθειά του προς τους
αντιχρίστους ιουδαίους (Jews):
«Όταν
το 1910 επήγα στο Μοναστήρι, το σημερινό Βίτολι της Σερβίας, ευρέθηκα αμέσως σε
μια ατμόσφαιρα μίσους. Έλληνες, Τούρκοι, Αλβανοί, Βούλγαροι, Σέρβοι, Ρουμάνοι,
Εβραίοι, όλες αυτές οι φυλές επάλευαν εκεί. Η μία να φάει την άλλη. Οι μόνοι
πού είχαν αγάπη ήταν οι Έλληνες και οι Εβραίοι" (Αριστείδου Πανώτη, Παύλος
ΣΤ΄ - Αθηναγόρας Α΄/ Ειρηνοποιοί, Αθήναι 1971, σελ. 45).
Μια συμπάθεια που εξελίχθηκε σε τέτοια...
αγάπη, ώστε να φτάσει σε σημείο να λειτουργήσει και ως ραββίνος για τους
Ιουδαίους φίλους του! Απίστευτο; Προβοκάτσια των αντιοικουμενιστών;
Δείτε τις δηλώσεις του ίδιου του Αθηναγόρα από
άρθρο των New York Times (25 Νοεμβρίου 1940) και τις μετεφρασμένες πληροφορίες
στο περιοδικό του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου Ελλάδος «Χρονικά, τ. 205,
Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2006, σελ.3-4. Χαρακτηριστικά ο Αθηναγόρας αναφέρει
ότι την περίοδο που βρισκόταν στην Κέρκυρα λειτούργησε πολλές φορές ως ραββίνος
για τους Εβραίους φίλους του!
Όμως εκτός από τους παπικούς
(τους Εβραίους, τους μασόνους και τους Αμερικάνους που είδαμε πιο
πάνω) έπρεπε να ικανοποιήσει και τους Τούρκους. Θαυμάστε δήλωση
("ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ", 26-3-1967):
·
Βαρθολομαίος1991-
Λίγους μήνες μετά το συνέδριο της Καμπέρα, τον
Οκτώβριο του 1991, ο τότε επίσκοπος Χαλκηδόνος, Βαρθολομαίος, τόλμησε να
σπιλώσει τη μνήμη των ηρώων της επανάστασης του 1821, με την εξής δήλωση:
«Δυστυχώς οι δύο λαοί διέκοψαν την υπέροχη συμβίωση
των 400 ετών, όταν ξεσηκώθηκαν κάτι ξεβράκωτοι το 1821 και δημιούργησαν τις
γνωστές προστριβές….» (Η φιλοτουρκική δήλωση του Πατριάρχη, έγινε μια μόλις
εβδομάδα πριν την ενθρόνισή του σε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στις 2 Νοεμβρίου
του 1991 και δημοσιεύτηκε από τις εφημερίδες Αυριανή και Ελεύθερη Ώρα στις 30
Οκτωβρίου 1991).
Να θυμίσουμε πως οι Τούρκοι δεν δίνουν στρατιωτικά
αξιώματα εάν δεν είναι βέβαια πως εξυπηρετούνται τα συμφέροντα τους καθώς
επίσης αν δεν είναι Τούρκος υπήκοος οπότε ευλόγως απορούμε, ο Πατριάρχης είναι
Έλλην η Τούρκος;
Παραθέτουμε απόσπασμα απαντητικής επιστολής σε
επιστολογράφο, του σεβ. Μητροπολίτου Αμβροσίου που σχολιάζει τα παραπάνω και
αφορώντα στον πατριάρχη Βαρθολομαίο:
«…Πιστεύω, ότι απετέλεσε τραγικό
λάθος, όταν ο Παναγιώτατος Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος προσφάτως τόλμησε να
επισκεφθεί την Συναγωγή των Εβραίων στην Νέα Υόρκη. Όπως επίσης το γεγονός επισκεπτόμενος το
εργοστάσιο της Coca-Cola στις ΗΠΑ προσέφερε το Κοράνιο ως δώρο στο
Γενικό Διευθυντή της Εταιρείας! Η δικαιολογία, ότι ο Γενικός Διευθυντής είναι
Μουσουλμάνος ΔΕΝ ΜΑΣ ΠΕΙΘΕΙ! Με την πράξη αυτή ο Παναγιώτατος εξυπηρέτησε τα
σχέδια της "παγκοσμιοποιήσεως". Δεν
νοείται εξίσωση της Καινής Διαθήκης και του Κορανίου!
Δεν έχει διευκρινισθεί ακόμη εάν ο Παναγιώτατος
Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος έχει διαπράξει ένα ακόμη τραγικώτερο
τραγικό λάθος, εάν δηλ. ωμίλησε για κάποιους "ξεβράκωτους" Έλληνες,
εννοώντας τους ηρωϊκούς Αγωνιστές του 1821. Στον Πρόλογο βιβλίου, που
κυκλοφορεί προσεχώς από τις Εκδόσεις μας με τίτλο "Πέτρα Σκανδάλου"
του Ηλία Μηνιάτη, γράφουμε και τα εξής: "Μεγάλος θόρυβος ηγέρθη, κυρίως
μέσα από τόν ηλεκτρονικόν τύπον, εξ αφορμής κάποιων δηλώσεων του Παναγιωτάτου
Οἰκουμενικού μας Πατριάρχου περί των Αγωνιστών του 1821, τούς οποίους φέρεται
να απεκάλεσε, αν απεκάλεσε, μέ τό επίθετο «ξεβράκωτοι». Εμείς προσωπικά
δέν πιστεύουμε, ότι μία Μεγάλη Μορφή της Εκκλησίας, όπως ο κ.κ. Βαρθλομαίος, θά
ηδύνατο νά σημειώση ένα τόσον σοβαρόν ολίσθημα γλώσσης. Αλλά καί δέν δυνάμεθα
νά απορρίψωμεν ασυζητητί τήν ειδησεογραφίαν.
Οι μεγάλης κυκλοφορίας Εφημερίδες των Αθηνών καί τά
ηλεκτρονικά Μέσα Ενημερώσεως «έθαψαν» τήν είδησιν. Παρά ταύτα δύο μικροτέρας
κυκλοφορίας εφημερίδες κατέγραψαν τήν είδησιν καί εσχολίασαν τίς δηλώσεις
αυτές. Μέχρι σήμερα οι δηλώσεις αυτές δέν έχουν διαψευσθή. Τό ζήτημα
μπορεί καί νά στασιάζεται. Παρά ταύτα συζητείται καί αναπαράγεται
ευκαίρως-ακαίρως.Ο χρόνος των δηλώσεων τοποθετείται μίαν μόλις εβδομάδα προ της
ενθρονίσεώς Του εις τὸν Πατριαρχικὸν Θρόνον της Κωνσταντινουπόλεως. Η
ενθρόνισις έγινε τὴν 2αν Νοεμβρίου 1991. Πρό ολίγων λοιπόν ημερῶν ο νέος
Πατριάρχης, προφανῶς διά νά ευχαριστήση τήν Τουρκίαν, είπε (;) τὰ εξής
εξωφρενικὰ περὶ των Ελλήνων Αγωνιστῶν του 1821: «Δυστυχώς οι δύο λαοὶ
διέκοψαν τὴν υπέροχη συμβίωση των 400 χρόνων, όταν ξεσηκώθηκαν κάτι ξεβράκωτοι,
το 1821, καὶ δημιούργησαν τὶς γνωστὲς προστριβές.....». Εάν τά είπεν,
όποιος καί αν τά εξεστόμησεν, «ένοχος
θανάτου εστί».
Τήν είδηση κατέγραψαν οἱ Εφημερίδες «Αυριανή» της 26ης
Οκτωβρίου 1991 καί «Ελεύθερη Ώρα» της 30ής Οκτωβρίου 1991.14
Σήμερον, με την φανερή αποστασία του Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως, προκύπτουσα από συχνές δηλώσεις και πράξεις του, προμηνύονται
νέες θύελλες σε βάρος του Ελληνισμού και της Ρωμηοσύνης γενικώτερον…
Ρωμηοσύνη: Το ΄Αγιον Έθνος
Η Ρωμιοσύνη λοιπόν,
είναι μία υπερβατική και διαχρονική έννοια χωρίς εθνοφυλετικά στεγανά
(φυλετισμός/ καθαρότητα αίματος, κλπ.) ή εθνογλωσσική απολυτότητα. Άλλωστε ας
μη λησμονούμε ότι, οι βλαχόφωνοι, αρβανιτόφωνοι και σλαβόφωνοι του Γένους των
Ελλήνων, είχαν σημαντική -αν οχι καθοριστική- συμμετοχή στην διαδικασία της
συγκροτήσεως αυτής καθ’ αυτήν της ελληνικής εθνικής ιδέας, μέσα από τα
σπλάχνα της Ρωμιοσύνης και πολύ πριν από την ίδρυση του νεοελληνικού
κράτους.
«Φλεβάρης δεν κουσούριασε κι ο Μάρτης δεν εμπήκε κι’ όλη η Βλαχιά
συνάχθηκε να φέρει το Ρωμέϊκο» (Δημοτικό
τραγούδι της επαναστάσεως του 1878).
Ο Γεώργιος Βαλέτας15 μας
λέει ότι η λέξη η Ρωμηοσύνη είναι “εξαγιασμένη μέσα σε αγώνες, αίματα και
μαρτύρια”, και αυτός ο όρος “εκφράζει ένα απ’ τα λαμπρότερα στάδια της
μακραίωνης ιστορικής συνέχειας του ελληνισμού, που σε σύγκριση με τα
προηγούμενα έχει το προνόμιο και την υπεροχή της λαογέννητης αυτοδυναμίας, που
της εξασφαλίζει αντοχή, διάρκεια και αστείρευτο ανανεωτικό δυναμισμό”.
«Η Ρωμιοσύνη είναι Ελληνισμός, ο Ελληνισμός όμως δεν είναι Ρωμιοσύνη».
Η Ρωμηοσύνη, συνεχίζει ο Βαλέτας, έχει «δική της ψυχολογία,
δική της θρησκεία, δική της γλώσσα, δικό της λαογέννητο πολιτισμό, κρατώντας όσα στοιχεία της χρειαζόταν από
την αρχαιότητα και το Βυζάντιο και διασώζοντας τη συνείδηση της αρχαίας της
καταγωγής».
Ο Γεώργιος Βαλέτας, σε ένα σημείο του προηγούμενου
κειμένου του παραθέτει τον λόγο του Μελετίου
Πηγά λίγα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως:
«Ω άνδρες
Αδελφοί, άνδρες Ρωμαίοι... εσείς είσθε το γένος εκείνο το περιφρονημένο των
Ρωμαίων το οποίον ποτε εκυρίευσε όλην την οικουμένην με την δύναμιν των αρμάτων.
Εσείς είσθε εκείνοι των οποίων οι πατέρες εφώτισαν την οικουμένην. Ω πόλις εσύ,
εσύ η Πόλις, η επάνω όρους κειμένη και μη δυναμένη κρυβήναι.... Μη απελπίζου ο λαός του
Θεού, το έθνος το άγιον, βλέποντες πώς σε κακουχούσιν,
σκληραγωγούσιν οι ασεβείς…».
Ακόμη καταγράφει και τον λόγο του Γερμανού
Βυζαντινολόγου Κρουμπάχερ, ότι το όνομα Ρωμηός διατηρήθηκε σε όλους τους
χρόνους της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερα, καθώς επίσης μετά τον εξελληνισμό του
ρωμαϊκού κράτους, «Ρωμαίος εσήμαινε τον ελληνόφωνο πολίτη του ρωμαϊκού κράτους και στο
τέλος καθ' ολοκληρίαν τον Έλληνα».
Σε όλο το κείμενό του ο Βαλέτας περιγράφει τα
γνωρίσματα της Ρωμηοσύνης. Είναι τα ήθη και τα έθιμα του λαού, οι παραδόσεις,
που σηματοδοτούνται από την ορθόδοξη πίστη και την ελληνικότητα, όπως
συνδέθηκαν κατά την πορεία των αιώνων.
Στην αρχή του κειμένου του γράφει ότι:
«η βαριά και πολυσήμαντη λέξη "Ρωμιοσύνη" που γεμίζει το στόμα και την ψυχή κάθε Έλληνα,
είναι η εθνικολαϊκή συνείδηση του Νέου Ελληνισμού. Συμβαδίζει με την Πίστη.
Ανεβαίνει τους αιώνες με το φωτοστέφανο της αγιοσύνης και την σπάθα της
παλληκαριάς, φορτωμένη λαϊκότητα, ιστορία και δόξα, χωρίς ν' αποσταίνει, χωρίς
να σταματά, πληθαίνοντας σε κάθε σκαλί της ιστορίας τις δάφνες της και
πλαταίνοντας το αγωνιστικό της απολυτρωτικό περιεχόμενο.
Η Ρωμιοσύνη είναι η φλεγόμενη βάτος του ελληνισμού, ανάβει, φλογίζει,
φωτίζει, λαμπαδιάζει, μα δεν καίεται».
Και προς το τέλος του κειμένου του, αναφερόμενος στην
γλώσσα του Ψυχάρη, γράφει ότι η λέξη Ρωμηοσύνη μπορεί να εκφράζει αυτό που δεν
μπορεί να εκφράσει η λέξη Ελλάδα, Έλληνας, Ελληνικός:
«Κι’ αυτό που δεν μπορεί να εκφράσει είναι το λαϊκό
στοιχείο, τη λαϊκή ψυχή, τη λαϊκή συνείδηση, τη λαϊκή ζωή, τη λαϊκή γλώσσα, τη
φτωχολογιά, την Παναγιά, την τιμή, το σπίτι, το κριθαρένιο ψωμί, το καπνισμένο
τσουκάλι, τη λαϊκή αντίθεση και αγωνιστικότητα μπροστά στο καταστημένο, το
επίσημο, το αριστοκρατικό, το καλλιεργημένο, το κοινωνικά αποστασιωμένο και
πάνω απ' όλα τον
καημό, το πάθος της Ρωμιοσύνης».
Κάπως έτσι είδε και ο Διονύσιος Σολωμός, την Ρωμηοσύνη
σαν “μητέρα μεγαλόψυχη στον πόνο και την δόξα”. Και ο Κωστής Παλαμάς “τήν
χαρακτηρίζει "πολύπαθη" και γεννήτρα της βασίλισσας της ελευθερωμένης
δηλαδή Ελλάδας”, με το στίχο του:
«Κρυμμένη στην πολύπαθη τη Ρωμιοσύνη/ σα να ξανοίγω τη βασίλισσα Ελλάδα».
Το πνεύμα της Ρωμηοσύνης
Η Ρωμηοσύνη είναι ένας ιδιαίτερος πολιτισμός, μια
ιδιαίτερη παράδοση που συνδέει στενά την Ορθόδοξη πίστη συνδυασμένη με την
ελληνικότητα, που δημιουργεί ένα “πνεύμα” και μια δύναμη για να φλογίζει τον
άνθρωπο, προκειμένου να αντιδρά ανθρώπινα και θεϊκά σε κάθε δοκιμασία και κάθε
πρόβλημα της ζωής του. Αυτό το “πνεύμα” μπορεί να μεταφερθεί και να αναγεννήσει
και άλλους πολιτισμούς.
Τονίζουμε τα παραπάνω, γιατί μερικοί ισχυρίζονται ότι η Ρωμηοσύνη τελικά μπορεί να καταλήξει
και να γίνει ένας ιδιότυπος ζηλωτικός εθνικισμός. Όμως η Ρωμηοσύνη ως
σύνθεση ελληνικότητας και Ορθοδοξίας έχει μέσα της την οικουμενικότητα, αφού
τόσο ο Ελληνισμός όσο και η Ορθοδοξία διακρίνονται από το οικουμενικό-καθολικό
“πνεύμα” τους, αλλά και την ασφαλιστική δικλείδα της Ορθοδοξίας προς αποφυγή
της υπερισχύσεως του εθνοφυλετισμού.
Έτσι, το “πνεύμα” της Ρωμηοσύνης μεταφέρεται και σε
άλλους πολιτισμούς, ή μάλλον καλύτερα βοηθά τους ανθρώπους, όπου γης, να
αντιμετωπίζουν τα δικά τους προβλήματα με την δύναμη αυτού του “πνεύματος”.16
Ο μεγάλος εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς,
υποστήριξε την άποψη ότι ο ελληνικός λαός απογύμνωσε το όνομα Ρωμηός από την
πρώτη του σημασία και έννοια, όπως αυτό έγινε και με την λέξη Κλέφτης και το
χρησιμοποίησε ως όνομά του. Έτσι, τώρα “λεγόμαστε Έλληνες για να ρίχνουμε
στάχτη στα μάτια του κόσμου, πραγματικά, Ρωμιοί”. Και συνεχίζει στο άρθρο του:
«Το όνομα (Ρωμιοσύνη) κάθε άλλο είναι παρά για ντροπή. Αν
δεν το περιζώνει αγριλιάς στεφάνι από την Ολυμπία, το ανυψώνει στέμμα ακάνθινο,
μαρτύριο και θυμάρι μοσχοβολά και μπαρούτη». Το όνομα Έλληνας είναι “γιορτάτικο
και όνομα” και “κάπως πιο δυσκολορίζωτο από το Ρωμιός”. Και καταλήγει ο ποιητής:
«Ρωμιός και Ρωμιοσύνη δεν είναι και τα δύο παρά τα νέα ονόματα του Έλληνος
και του Ελληνισμού».
*
Για να αντιληφθούμε την οικουμενικότητα της
Ρωμηοσύνης παραπέμπομεν σε απόσπασμα από ομιλία του προέδρου των ελληνορθοδόξων
του
Λιβάνου, Δημητρίου El Khoury:17
«..Η Ελληνική Χριστιανική, ή αλλιώς η «Ρωμαίϊκη ταυτότητα» είναι εκείνος ο αετός με τις δύο κεφαλές «η κεφαλή που βλέπει την Ανατολή κι η άλλη που βλέπει τη Δύση , με την πνευματική και την πολιτική κεφαλή… Αυτή είναι η ουσία της ελληνικής ταυτότητας και της αποστολής της.…
Αν γίνει η ταυτότητά μας μόνο (Φραγκοπαπική) δυτική,
θα πεθάνει.
Αν γίνει μόνο υλική, θα πεθάνει.
Πόση ανάγκη έχουμε σήμερα να
επικεντρωθούμε σε αυτές τις δύο πτυχές της πολιτισμικής μας ταυτότητας; Αν
σήμερα τεθεί σε μας το ερώτημα: Ποια είναι η ιδιότητα της Ελλάδας; Η απάντηση
πρέπει να είναι άμεση, αρμονία ανατολής και δύσης, αρμονία πνευματική και υλική
Αιώνιος Δικέφαλος. Αυτός είναι ο «Ελληνισμός. Και από τότε,
σχηματίστηκαν όλα τα θεμέλια της κοινής μας πολιτιστικής ταυτότητας».
Τι είναι τελικώς η Ρωμηοσύνη;
Ο ορισμός της Ρωμηοσύνης εξακολουθεί να παραμένει
δυσνόητος για τους σημερινούς Έλληνες, οι οποίοι βρίσκονται εγκλωβισμένοι στις
σύγχρονες συστημικές, στενόμυαλες και υποκειμενικές αντιλήψεις. Όλο το φάσμα
των σύγχρονων πολιτικο-κοινωνικών ταυτοποιήσεων κινείται στο μήκος κύματος του
ιδεολογικού προσανατολισμού. Οι Έλληνες σήμερα είναι ‘‘δεξιοί'', ‘‘αριστεροί'',
κεντρώοι, ‘‘φιλελεύθεροι'', ‘‘σοσιαλιστές'', ‘‘κομμουνιστές'', ‘‘άκρο-δεξιοί'',
τέλος ‘‘καπιταλιστές'' ή ‘‘μαρξιστές'', κλπ.
Δηλαδή οι συνειδήσεις
καταλήγουν να προσδιορίζονται από την υποκειμενική αντίληψη κάθε ενός ατόμου ως
προς τον τρόπο διαβιώσεως, αποκτήσεως και συσσωρεύσεως πλούτου, αυξημένου
καταναλωτισμού, καλοπέρασης και διασκέδασης, οπωσδήποτε και αν ορίζονται αυτές.
Ανάμεσα σε όλο αυτό το συνονθύλευμα, το οποίο κυριολεκτικά καταρρακώνει τον
σύγχρονο άνθρωπο με το εξοντωτικό άγχος του ‘αυτοπροσδιορισμού' (δηλαδή να
διαλέξει αναγκαστικά ο άνθρωπος μόνος του πιο προκαθορισμένο καλούπι θα «τον
κόψει και θα τον ράψει» στα μέτρα του), στο οποίο τον αναγκάζει ο σύγχρονος
κόσμος, το Σύστημα δεν αφήνει, φαινομενικά τουλάχιστον, κανένα περιθώριο για
την ύπαρξη φασμάτων ταυτοποιήσεως και συνειδητοποιήσεως της εννοίας της
Ρωμιοσύνης.
Η Ρωμιοσύνη, όμως, δεν χωρά σε περιορισμούς
πολιτικο-κοινωνικών ιδεολογιών. Δεν αποτελεί καν μια ιδεολογία ως προς τον
τρόπο διακυβερνήσεως ή ένα οικονομικό
μοντέλο, το οποίο θα εξασφαλίσει την ευημερία ενός κράτους. Διαμορφώθηκε στην
πάροδο πολλών αιώνων κατά την διάρκεια της Ελληνικής/Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ως
την πλήρη ταύτιση του Ελληνισμού με τον Χριστιανισμό.
Η Ρωμηοσύνη είναι μια διακριτή και πλήρως αφοριζόμενη από
τις άλλες, Ελληνορθόδοξη παράδοση. Είναι
λοιπόν απολύτως σαφές ότι η Ρωμηοσύνη ούτε ανήκε, ούτε ανήκει, ούτε έχει
απολύτως καμία σχέση με αυτό που αποκαλούμε Δύση και Δυτικό πολιτισμό.
Στην πραγματικότητα,
αυτό που χαρακτηρίζουμε ως Δύση και ως Ανατολή νοηματοδοτήθηκαν και
οριοθετήθηκαν ως πολιτισμικές οντότητες από την σύγκρουσή τους με τον
προϋπάρχοντα Ελληνοχριστιανικό ή Ρωμαίϊκο πολιτισμό. Αυτό που έγινε είναι ότι
πολλοί λαοί ήρθαν σε επαφή με την Ρωμανία και τον πολιτισμό της. Πολλοί από
αυτούς δέχτηκαν τον πολιτισμό αυτό και με βάση τα δικά τους ιδιαίτερα
χαρακτηριστικά διαμόρφωσαν την δική τους παράδοση, όπως είναι για παράδειγμα η
Ρωσία και Σερβία.
Άλλοι λαοί, όπως οι
Λομβαρδοί, οι Λατίνοι και οι Φράγκοι, παρ’ ότι ήρθαν σε επαφή και γνώρισαν τον
Ρωμαίϊκο πολιτισμό, επέδειξαν αδυναμία να τον κατανοήσουν και έτσι όχι μόνο δεν
τον δέχτηκαν αλλά διαμόρφωσαν δικά τους πολιτισμικά κακέκτυπα, που μέχρι σήμερα
αντιμάχονται τον Ρωμαίικο πολιτισμό και βασανίζουν την ανθρωπότητα.
Στην Δύση οι Φράγκοι
και τα άλλα Γερμανικά φύλα, λαοί απολίτιστοι και βάρβαροι, διαμόρφωσαν ένα
πολιτισμικό μόρφωμα βασισμένο στην ενστικτώδη αγάπη προς τον εαυτό και το ίδιον
συμφέρον. Μετέτρεψαν δε την Εκκλησία του Χριστού στο έκτρωμα της Παποφράγκικης
Εκκλησίας-Συναγωγής, αυτής δηλαδή που λανθασμένα και κάκιστα αποκαλούμε σήμερα
Ρωμαιοκαθολική (καθώς ούτε Ρωμαίϊκη είναι, αλλά ούτε και καθολική).
Η βαρβαρότητα των
Γερμανικών φύλων και η διαστρεβλωμένη Φράγκικη ψευτοεκκλησία, με το πλήθος των
διαφοροποιήσεων και αποσχίσεων της (Καλβινισμός, Λουθηρανισμός, Αγγλικανισμός,
κλ.) διαμόρφωσαν αυτό που ιστορικά αποκαλούμε δυτικό «πολιτισμό». Έναν
«πολιτισμό» βασισμένο αποκλειστικά στο συμφέρον, το κέρδος και τον εγωϊσμό της
δυνάμεως, «πολιτισμό» που έκανε και κάνει τόσους αιώνες την ανθρωπότητα να
υποφέρει οικτρά. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς;
Τον σκοταδισμό του
φεουδαλισμού, τους αιμοδιψείς Ναΐτες Σταυροφόρους, την καταστροφή της Ρωμανίας
το 1204 και την περίοδο Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα, τις Ιερές Εξετάσεις, τον
αφανισμό των λαών της Αμερικής, το δουλεμπόριο, την αποικιοκρατία, τον ρατσισμό
και την παντελή έλλειψη σεβασμού για ο,τιδήποτε διαφορετικό, τους δύο
παγκόσμιους και τους αμέτρητους περιφερειακούς πολέμους, την καταστροφή του
περιβάλλοντος και την απάνθρωπη ζούγκλα του αχαλίνωτου τοκογλυφικού καπιταλισμού
που ζούμε σήμερα;
Η Ρωμηοσύνη δεν έχει
επίσης καμία απολύτως σχέση ούτε και με την Ανατολή, όπως εννοείται σήμερα
(Ισλαμισμός).
Το Ισλάμ παρ’ ότι στην
αρχή θεωρήθηκε από κάποιους κακόβουλους και ανόητους, ως μία αίρεση του
Χριστιανισμού, ουσιαστικά είναι μια απλοϊκή αλλά στυγνή νομολογία, με ισχνότατη
έως ανύπαρκτη μεταφυσική και με οδηγό σαρκικά και ηδονιστικά οράματα.
Στηριζόμενο στην απλοϊκότητα του, εξαπλώθηκε με την βία, αιματοκυλίζοντας τον
κόσμο. Έκλεψε, λεηλάτησε και αφάνισε τους «απίστους». Οδήγησε δε συνολικά τους
ανθρώπους του σε ένα, συνεχιζόμενο ως τις μέρες μας, βαθύτατο Ισλαμιστικό σκοταδισμό.
Η Ρωμηοσύνη πάλεψε και
παλεύει τόσο με την Ανατολή, όσο και με την Δύση, των οποίων διαχρονικό αίτημα
παραμένει ο αφανισμός κάθε διαφορετικού πολιτισμού και ειδικώς του Ρωμαίϊκου/ελληνικού πολιτισμού,
τον οποίον και καπηλεύτηκαν και διαστρέβλωσαν.
Συνεχίζεται
1 α. Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν τα
στοιχεία της παρούσης μελέτης, πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε
ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον, Βυζαντινός/ Βυζαντινοί, Βυζαντινός
πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’
οικονομίαν, αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς
αβάσιμοι.
Όπως σημειώνει ο Ακαδημαϊκός Δ.Α. Ζακυνθηνός, «τα ονόματα Βυζάντιον, Βυζάντιος,
Βυζαντινός, Βυζαντιακός, ουδέποτε εχρησιμοποιήθησαν υπό την Ελλήνων των μέσων
αιώνων εν τη σημασία, ην έχουν σήμερον. Κατ' αυτούς Βυζάντιον, Βυζαντίς,
Βυζαντιών πόλις ήτο η Κωνσταντινούπολις, Βυζάντιος δε ο κάτοικος αυτής... Ο όρος ούτος εν τη κατά τους νεωτέρους χρόνους
κατισχυσάση ευρεία εννοία εμφανίζεται το πρώτον εν τη Λατινική, μετά δε την
άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων, δηλοί κυρίως τους εις την
Ιταλίαν καταφυγόντας Έλληνας λογίους. Ως όρος επιστημονικός χρησιμοποιείται
κατά τον δέκατον έκτον (16ον) αιώνα».
Ειδικώς για τους όρους «Βαλκάνια» και
«Βαλκανική»,
σημειώνουμε τα εξής:
Ο Αίμος
είναι οροσειρά στα βορειανατολικά της Ελληνικής Χερσονήσου, από την οποία
ονομάστηκε Χερσόνησος του Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα (επίσημες
αλληλογραφίες, περιεχόμενο διμερών ή διεθνών συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα,
κλπ) η περιοχή των σημερινών Βαλκανίων, ανεφέρετο ως «Χερσόνησος του Αίμου».
Οι
Συστημικοί ανθέλληνες και οι Ιουδαιοταλμουδιστές νεότουρκοι, την ονόμασαν Βαλκανική χερσόνησο
και Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως, επικράτησε διεθνώς η
ανιστόρητη αυτή ονομασία.
Με την ονομασία Βαλκάνια [από την τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan = όρος, ή υψηλή δασώδης
οροσειρά), (αρχ. Ελλην. Χερσόνησος του Αίμου)], και Βαλκανική χερσόνησος, καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται,
περισσότερο ως πολιτικός όρος παρά γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της
νοτιοανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα η τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια
χερσόνησος της Ευρώπης και αφετέρου συλλήβδην και χώρες γειτονικές που
βρίσκονται εκτός των φυσικών γεωγραφικών ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το
μακρινό παρελθόν λειτούργησε και λειτουργεί ως σταυροδρόμι, μεταξύ Ευρωπαϊκής
και Ασιατικής ηπείρου.
Σύμφωνα με την
Ελληνική μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα του στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα, τον οποίο πλήγωσε ο
Δίας όταν εξαπέλυσε κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά της
Θράκης.
2 Μετά την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας που ήταν
υποδουλωμένη στους άπιστους εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους και
Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, εισέρχεται θριαμβευτικώς
στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Χ.Δ. Κατσέτος,
Καθηγητής Ιατρικής, Drexel
University College of Medicine, Αντίβαρο, 14 Οκτ.2010.
-Η Ρωμανία-Ρωμηοσύνη-Pentapostagma.gr
www.pentapostagma.gr/2013/10/romania-romiosuni.html
-Τι είναι η Ρωμιοσύνη, ΟΟΔΕ, 18 Φεβ. 2011, του Ιωάννη Δανδουλάκη,
Πηγή: http:// www.romiosini.org.gr
4 «Τοσούτον απολέλοιπεν η
πόλις ημών περί το φρονείν και λέγειν τους άλλους ανθρώπους, ώστε και το των Ελλήνων όνομα πεποίηκε μηκέτι του γένους,
αλλά της διανοίας δοκείν είναι και
μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τους της κοινής
φύσεως μετέχοντας (Πανηγυρικός 50). Δηλαδή : «Τόσο πολύ η πόλις μας ξεπερνά
τους άλλους ανθρώπους στην φρόνηση και τον λόγο, ώστε και το όνομα των Ελλήνων
να μη θεωρείται πλέον χαρακτηριστικό γένους (=καταγωγής), αλλά διανοίας
(=πνεύματος) και Έλληνες να καλούνται οι
μετέχοντες μάλλον της παιδεύσεώς μας παρά της κοινής φύσεως».
6 Για το όνομα Ρωμανία βλ. π. Ι. Σ. ΡΩΜΑΝΙΔΗ, όπ. π., με πλούσια
βιβλιογραφία J. ZELLER. “L’ apparition du mot Romania chez les ecvirains
Latins” στην Revue des Etudes Latines, τομ. VII, Paris 1929, Κ ΑΜΑΝΤΟΥ, «Ρωμανία», Ελληνικά
τ. VII, Αθήνα 1933. ROB CEE WOLF,
“Romania: The Latin Empire of
Constantinoples”, στο Speculum, τ. XXIII/1 1948. DU CANCE C. DU FRESNE. Glossarium ad Scriptores Mediae et Infimae Graecitatis, Leyden, 1688, τ. ΙΙ, σ. 1312 Του
Ιδίου, Clossarium Mediae et Infimae
Latinit, atis, Niort 1886, τ. VII, σ. 209, G. W. H. Lampe, A. Patristic
Greek Lexicon, Oxford 1967, σ. 1219
8 1. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ Γ΄ ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο δύο
φορές. Την πρώτη φορά από το 1878 και έμεινε μέχρι το 1884. Την δεύτερη, από το
1901 μέχρι το 1912, που πέθανε. Ο ενθρονιστήριος λόγος του, κατά την δεύτερη
πατριαρχεία, αποτέλεσε «την αφετηρία της περαιτέρω πανορθοδόξου και
παγχριστιανικής κινητοποιήσεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μιά και έδωσε
αφορμή για να συνταχθούν οι Εγκύκλιοι του 1902 και του 1904, που προέτειναν μια
«στενώτερη επαφή και συνεργασία» των
Ορθοδόξων και ετεροδόξων Εκκλησιών».
2. Στην Εγκύκλιό του της
12ης Ιουνίου 1902 ζητούσε από τους Προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών να
εξετασθούν τα εξής θέματα:
α.
Οι μελλοντικές σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τις δύο μεγάλες «αναδενδράδες» του Χριστιανισμού, τους
Παπικούς και τους Προτεστάντες.
β.
Οι σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας με τους Παλαιοκαθολικούς.
γ.
Η ανάγκη διαμορφώσεως κοινής στάσεως στο ημερολογιακό ζήτημα.
Ο Ιωακείμ ήταν μασόνος! Πρόσφερε τις υπηρεσίες
του στην Μασονία και στον Οικουμενισμό, μέχρι την «πρώτη φάση», που είδαμε πιο
πάνω. Αυτό, ήταν αρκετό για τότε.
3. Το 1902 έγινε το πρώτο
ρήγμα στο μέτωπο της Ορθοδοξίας για το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Ενώ ο Πατριάρχης
Άνθιμος Ζ΄ είχε απαγορεύσει κάθε συζήτηση για το θέμα της αλλαγής του
ημερολογίου, ο Ιωακείμ Γ΄ το κατέστησε αντικείμενο νέου διαλόγου. Μέχρι τότε, το θέμα αυτό ήταν
αδιαπραγμάτευτο για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ήταν λυμένο με αποφάσεις τόσων
Συνόδων. Αυτό το ρήγμα, που επέφερε ο Ιωακείμ Γ΄ στην στάση της Ορθοδοξίας,
ήταν η μεγάλη του προσφορά στις αντορθόδοξες και σκοτεινές δυνάμεις, που
εξυπηρέτησε.
Με
την ενέργειά του αυτή ο Ιωακείμ κατέστησε τα «αναντίρρητα», όπως είναι η
απόρριψη του Γρηγοριανού ημερολογίου από τις Συνόδους, «αμφίβολα», όπως λέει ο
Μέγας Βασίλειος. Κατέστησε τα αδιαπραγμάτευτα ζητήματα της Εκκλησίας,
συζητήσιμα. Το λάθος του Ιωακείμ Γ΄, λοιπόν ήταν ότι ζήτησε από τους
Προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών την γνώμη τους, αν μπορεί η Εκκλησία ν’
αλλάξει το ημερολόγιο. Στο ερώτημα απάντησαν όλοι οι Προκαθήμενοι, πλην του
Πατριάρχη Αλεξανδρείας και Κύπρου. Οι περισσότεροι απάντησαν αρνητικά. Κι’ ο Ιωακείμ Γ΄ το 1904 με Εγκύκλιό του
απέρριψε το Γρηγοριανό ημερολόγιο.
4. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ
υιοθέτησε «την θεωρία των κλάδων» του Οικουμενισμού, που φαίνεται ότι τότε είχε
αρχίσει να διαμορφώνεται στους σκοτεινούς θαλάμους της Μασονίας. Είναι ο πρώτος
«Ορθόδοξος», που το 1902 στην Εγκύκλιό του προς τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, για το
θέμα του Ημερολογίου, χαρακτήρισε τους Παπικούς και Προτεστάντες, ως «αναδενδράδες», δηλ. κλάδους του
δένδρου της Εκκλησίας!
Παράλληλα, ο Ιωακείμ
άρχισε να χειροτονεί τους πρώτους μασόνους επισκόπους του Πατριαρχείου. Από την
περίοδο εκείνη άρχισαν να μυούνται στην Μασονία οι Ιεράρχες του Οικουμενικού
Θρόνου.
Μεταξύ
των επισκόπων που χειροτόνησε ο Ιωακείμ Γ΄το έτος 1902 ήταν και ο μασόνος αλλά
αργότερον εθνομάρτυρας, Χρυσόστομος Σμύρνης. Ούτος, μετά από λίγα χρόνια (το
1908) έστρεψε τα βέλη εναντίον του Ιωακείμ, αποκαλώντας τον «ξόανον» και «κιβδηλότατον των Πατριαρχών», επειδή δεν συμφωνούσε με την
καταστροφική Βενιζελολάγνο γραμμή του, χάριν της οποίας πρόδωσε την Ορθοδοξία
του. Πηγές: ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Κ.
ΣΑΚΑΡΕΛΛΟΥ, Παληό και Νέο ημερολόγιο---www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=172012,19
Μαρτίου 2006.
9 Εφ. «Χρόνος» Κομοτηνής, 12 Ιαν. 2008.
10 Ο Κωνσταντίνος ΣΤ΄
(κατά κόσμον Αράμπογλου, 1859 - 28 Νοεμβρίου 1930) ήταν Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως από τις 17 Δεκεμβρίου 1924 ως τις 22 Μαΐου 1925, οπότε και
παραιτήθηκε. Στην ουσία όμως έμεινε στο θρόνο 43 ημέρες, μέχρι τις 30 Ιανουαρίου 1925, οπότε απελάθηκε από
την Τουρκία.
11 Επί
των ημερών της Πατριαρχίας του συνέβησαν επίσης τα γεγονότα του παπά-Ευθύμ,
ιερέα που είχε καταλάβει τον ιερό ναό της Παναγίας της Καφατιανής στο Γαλατά
και ίδρυσε την λεγόμενη τουρκορθόδοξη εκκλησία, ενώ για πρώτη φορά
αμφισβητήθηκε από τις κρατικές τουρκικές αρχές ο τίτλος «Οικουμενικός
Πατριάρχης» και προετάχθη ο τίτλος του «πρωτοπαπά» (Baspapas). Στην
αμφισβήτηση αυτή, ο Πατριάρχης Φώτιος αντέδρασε δυναμικά, αρνούμενος επί ένα
και πλέον χρόνο να ανοίξει επιστολές που δεν απευθύνονταν στον «Πατριάρχη» ή
στον «Οικουμενικό Πατριάρχη» και κατόπιν αυτού, το θέμα διευθετήθηκε. Τέλος, το
1934 ψηφίστηκε ο νόμος που απαγορεύει σε κάθε θρησκευτικό λειτουργό στην
Τουρκία να φέρει ιερατική ενδυμασία εκτός του χώρου λατρείας, πλην των
προκαθημένων των θρησκειών (Οικουμενικός Πατριάρχης, αρχιμουφτής, αρχιραβίνος).
12 Το 1935, μετά το θάνατο του Πατριάρχη Φωτίου
του Β΄, πιθανότερος διάδοχός του θεωρούνταν ο τότε Μητροπολίτης Χαλκηδόνος (και
μετέπειτα Πατριάρχης) Μάξιμος. Πλην όμως, ο νομάρχης της Κωνσταντινουπόλεως
Muhittin Ustundag, εις τον οποίον επεδόθη ο κατάλογος των υποψηφίων και
εκλόγιμων αρχιερέων, με οδηγίας που είχεν, ασφαλώς, εξ Αγκύρας, της πρωτευούσης
της Τουρκίας, και δη εκ του Υπουργείου των εσωτερικών, διέγραψεν εκ του
καταλόγου των υποψηφίων τους Μητροπολίτας Χαλκηδόνος Μάξιμον και Δέρκων
Ιωακείμ, ως ανεπιθύμητους από την Τουρκικήν κυβέρνησιν διά το Πατριαρχικόν
αξίωμα.
Θεωρείται ότι αυτό
συνέβη διότι ο τότε Υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας Σουκρού Καγιά και
βουλευτής της επαρχίας Τσανάκαλε, όπου υπάγεται και η Ίμβρος, συνδεόταν με το
Μητροπολίτη Ίμβρου και Τενέδου Ιάκωβο, και με δική του εντολή διεγράφησαν οι δύο
επικρατέστεροι υποψήφιοι, προκειμένου να προωθηθεί ο Μητροπολίτης Ίμβρου ως Οικουμενικός
Πατριάρχης.
Η
Ιεραρχία όμως εξέλεξε τον Μητροπολίτη Ηρακλείας Βενιαμίν, με ψήφους επτά έναντι
έξι. Κατά την διάρκεια της εκλογής και της ενθρονίσεως σημειώθηκαν επεισόδια
και έκτροπα που την αμαύρωσαν, ενώ ο
νέος Πατριάρχης Βενιαμίν, 64 ετών τότε, αποδοκιμάστηκε από μέρους του
εκκλησιάσματος κατά την ενθρόνισή του.
Προ
της διαμορφωθείσης αρνητικής, διά την εκλογήν του Πατριάρχου Μαξίμου,
καταστάσεως, η υπ᾽ αυτόν πλειοψηφία, με προτροπήν του, εστράφη υπέρ της
υποψηφιότητος του γηραιού Μητροπολίτου Ηρακλείας Βενιαμίν, τον οποίον την 18ην
Ιανουαρίου του έτους 1936, η εκ δεκατριών Μητροπολιτών συγκροτούμενη ενδημούσα
Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εξέλεξε με ψήφους επτά έναντι εξ
Οικουμενικόν Πατριάρχην. Πέντε
Μητροπολίται έρριψαν λευκήν ψήφον και ένας εξ αυτών εψήφισε εαυτόν.
Η Πατριαρχική εκλογή δεν υπήρξεν ομαλή. Εσημειώθησαν επεισόδια και
έκτροπα κατά την διάρκειαν της εκλογής και κατά την τελετήν της ενθρονίσεως,
που επακολούθησε αμέσως μετά την εκλογήν. Ο νέος Πατριάρχης απεδοκιμάσθη από
μερίδα του πλήθους του πληρώματος, που παρηκολούθη την ενθρόνισιν,
συγκεντρωμένη εντός του πατριαρχικού ναού και εκτός αυτού, εις το προαύλιόν
του, και που ήτο καταλλήλως ωργανωμένη διά τον σκοπόν αυτόν, από τους
αντιτιθεμένους εις την εκλογήν του γηραιού Μητροπολίτου Ηρακλείας Βενιαμίν και
εις την μέσην ταύτην λύσιν, που επενόησεν η υπό τον Χαλκηδόνος Μάξιμον Ιεραρχία
του Φαναριού, διά την πλήρωσιν του Πατριαρχικού Θρόνου.
13 Ο επί 20 χρόνια
διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας «Εμπρός» (Κωνσταντινούπολης), αρχισυντάκτης
- δημοσιογράφος Αλέκος Παπαδόπουλος, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός:
«Έχω την εντύπωση πως οι λόγοι παραιτήσεως
και διαδοχής του Μαξίμου του Ε΄ ήταν καθαρώς πολιτικοί. Ο Μάξιμος είχε αρχίσει να καλλιεργεί σχέσεις στενές με τον Ρώσο πρόξενο
στη Κωνσταντινούπολη και κατ΄ επέκταση με τη Μόσχα. ….Η επικρατούσα γνώμη
και φυσικά η λογική απέκλειε το ενδεχόμενο οι σχέσεις να είχαν κίνητρα
θρησκευτικά. Η εμφάνιση μάλιστα του Πατριάρχου Μαξίμου αγκαζέ με τον Ρώσο
διπλωμάτη στον κήπο του πατριαρχικού μεγάρου, αποτέλεσε τη χαριστική βολή και
κατά πάσα πιθανότητα προκάλεσε αναζωπύρωση του αμερικανικού και δυτικού
ενδιαφέροντος για τον παραμερισμό του στον Οικουμενικό θρόνο».
Έτσι μεταξύ άλλων άρχισε να διαδίδεται ότι ο Μάξιμος Ε΄
είναι ρωσόφιλος και διέπεται από «αριστερισμό». Στο χορό της λοιδορίας
εκείνης, ενεπλάκησαν δυστυχώς και μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος
προβάλλοντας κινδύνους σλαβισμού με στόχο την αναγνώριση σε περίοπτη θέση του
πατριάρχη Μόσχας Αλέξιου. Χαρακτηριστικό ήταν το "άρθρο γραμμής" του
τότε μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομου όπου αφού έκανε αναφορά στον Παπισμό και
στο Σλαβισμό κατέληγε:
"..υπό το σημερινό κομμουνιστικόν καθεστώς
διατελούσας σλαυϊκάς Ορθοδόξους Εκκλησίας υπό την αιγίδα του Ρώσου Πατριάρχου,
κινουμένας ίνα αμαυρώσωσι την αίγλην του Οικουμενικού Πατριαρχείου και
αναδείξωσιν εις την περίοπτον θέσιν, ην από αιώνων τούτο κέκτηται κατόπιν
αποφάσεων Οικουμενικών Συνόδων, τον Πατριάρχην της Ρωσίας Αλέξιον".
14 Απόσπασμα από απαντητική επιστολή σε επιστολογράφο,
του μητροπολίτου ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ & ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ,
[Πηγή:http://mkka.blogspot.com/2010/01/blog-post_31.html, Ιερά Μονή
Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου, Powered by active CMS - 16/6/2016 ].
15 Ο Γεώργιος Βαλέτας
(1907-21 Απριλίου 1989) ήταν φιλόλογος, ερευνητής της νέας
ελληνικής λογοτεχνίας και ιδρυτής τής έκδοσης Νεοελληνική Βιβλιοθήκη. Έκανε την
πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα το 1926. Η πιο σημαντική από τις πρώϊμες
εργασίες του είναι ο Παπαδιαμάντης: Η ζωή, το έργον, η εποχή του (1940).
Διετέλεσε επιμελητής των εκδόσεων Σχολικών Βιβλίων (1939-46) και τμηματάρχης
στην Διεύθυνση Γραμμάτων Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας.
16 Από το
έντυπο της Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου «Εκκλησιαστική Παρέμβαση», τεύχος 101,
Ιούλιος 2004,Πηγή: http://www. parembasis.gr/ 2004/04_07_01.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου