Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Η ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ/ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ  ΑΓΑΠΗ
«Ἀγάπη πού δέν ἔχει στοιχεῖα σωτηρίας
εἶναι πλάνη τοῦ διαβόλου»
Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ

ΜΕΡΟΣ 23ο 
ΙΒ. Η ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΤΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ (Συνέχεια 22ου μέρους)1
3. Η Αγάπη προς τους ετεροδόξους και αιρετικούς (Συνέχεια 22ου μέρους)2



α. Οικουμενικός Διάλογος Ορθοδόξων μετά αιρετικών και ετεροδόξων
Ο Οικουμενικός Διάλογος ξεκίνησε κυρίως από τους Προτεστάντες, που αναζητούσαν, όπως υποστήριζαν, μέσα από την πολλαπλή διάσπασή τους, «την ενότητα και το πλήρωμα της αλήθειας». Όμως συχνά, σχεδόν πάντοτε, στους οικουμενικούς διαλόγους παραμεριζόταν η αλήθεια και υπερτονιζόταν η αγάπη, με την/τις ερμηνείες που της έδιδαν οι Οικουμενιστές.
Η αλήθεια θεωρήθηκε απομακρυσμένη απ' όλους, και διατυπώθηκε η άποψη ότι ΟΛΟΙ οι διαλεγόμενοι, πορεύονται να την πλησιάσουν, να την γνωρίσουν, να την αποκτήσουν !!!
Σήμερα, στις συνάξεις των Οικουμενιστών κυριαρχούν πλέον, η φλύαρη και φαρισαϊκή αγαπολογία, η αληθοφανής και περισσή ευγένεια, η διαχυτική καλωσύνη, ο έντονος και ακατάσχετος αγαπισμός, ενώ οι κρίνοντες τις ανίερες αυτές στάσεις, εύκολα και χωρίς κανένα Αγιογραφικό ή Πατερικό έρεισμα, χαρακτηρίζονται ως φανατικοί ζηλωτές και φονταμενταλιστές.
Η αίρεση όμως, είναι αναλήθεια, ψεύδος, απάτη, δαιμονισμός, μίσος και παραποίηση της Αλήθειας της Εκκλησίας, είναι αγάπη του ψεύδους και όχι αγάπη προς τον άνθρωπον. Αντιθέτως, η Ορθόδοξη Εκκλησία, φυλάσσει ακέραιη, ακριβή, αμόλυντη και απαραχάρακτη την αλήθεια και «ου γαρ δυνάμεθά τι κατά της αληθείας, αλλ' υπέρ της αληθείας» (Αλλά την δύναμιν που μας έδωκε ο Θεός, την χρησιμοποιούμεν υπέρ της αληθείας τιμωρούντες τους παρεκτρεπομένους από αυτήν και δια της εξουσίας μας παιδαγωγούντες εις μετάνοιαν τους αμαρτάνοντας αδελφούς).3
Η νομική θεώρηση της σωτηρίας για τον προτεσταντικό κόσμο, σχετίζεται οργανικά με την ορθολογιστική και αυθαίρετη ερμηνεία και διερεύνηση των δογματικών αληθειών. Οι σχολαστικοί δογματολόγοι στηρίζονται κυρίως στην λογική και νομική κρίση για την κατανόηση της αλήθειας του δόγματος, με χαρακτηριστικώτερο παράδειγμα τον Θωμά Ακινάτη, που κατοχύρωσε «θεολογικά» αρκετές παπικές πλάνες.
Η παγερή και εντελώς αυθαίρετη παπική σχολαστική θεολογία, έφερε την αντιχριστιανική Μεταρρύθμιση και την Αναγέννηση, τον Προτεσταντισμό, τον Ουμανισμό (παραχαραγμένο Ανθρωπισμό), την ατομική θρησκευτικότητα (εθελοθρησκεία), την ιδιωτική ευσέβεια (ευσεβισμός), την λογοκρατία, τον ρομαντισμό, τον επιστημονισμό και τον ιδεαλισμό. Με άλλα λόγια, στην Δύση, απομονώθηκε αυστηρά η βιβλική θεολογία από την αγιοπατερική παράδοση κι’ ερμηνεία.
Με απλά λόγια, ο δυτικός «Χριστιανισμός» πάσχει σήμερα, από έναν αντιχριστιανικό ωφελιμισμό, μία ατομοκρατική θρησκευτικότητα (εθελοθρησκεία) και έναν δογματικό ανθρωποκεντρισμό.
Μερικές φορές, Ορθόδοξοι ρασοφόροι και θεολόγοι, θέλησαν να γίνουν τολμηροί πρωτοπόροι του «διαλόγου της αγάπης», υπογράφοντας τόμους αγάπης, αλληλο-ασπαζόμενοι επιδεικτικώς σε πλατείες και κέντρα συνάξεως οικουμενιστών, θεμελιώνοντας μια «νέα εποχή ενότητος», με πολλή κατ’ αυτούς, «ανθρωπιά» κι’ αγάπη, αλλά λίγη ή  καθόλου αλήθεια κι’ ακρίβεια.
Η παρέλκυσις των Ορθοδόξων, με επιλεγμένα και αποκεκομμένα αγιογραφικά χωρία περί αγάπης, σε μία συνεχή κοινωνική υπερδραστηριότητα, αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για επικράτηση του πνεύματος της εκκοσμικεύσεως στους πιστούς και την διοίκηση της εκκλησίας και σταδιακό απογαλακτισμό των πιστών από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κατόπιν των λίαν συνοπτικώς προαναφερθέντων, προκύπτει με σαφήνεια πως η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν πρέπει να συμμετέχει σε έναν απροϋπόθετο Διάλογο, με στόχο, δήθεν την αναζήτηση της αληθείας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναζητά την Αλήθεια. Την έχει. Το θέμα είναι αν βιώνουμε αυτήν την Αλήθεια.
Για να απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα, πρέπει να προβούμε σε αυτοκριτική. Στην συνέχεια να διερωτηθούμε ειλικρινώς:
«Είμαστε όντως Ορθόδοξοι; Μήπως συμμετέχουμε σ' ένα Διάλογο, που η φιλοσοφία του, οι στόχοι και οι μέθοδοι, μας έχουν επιβληθεί εντέχνως; Είναι δυνατόν, άραγε, ένας Διάλογος στο όνομα της Αλήθειας να απαιτεί όλοι να κάνουν υποχωρήσεις -και εκείνοι που έχουν την Αλήθεια- για την κοινή "ειρήνη" και την "ενότητα"»;4
                                                             *
Ενώ στις αρχές του 20ού αιώνος ο Οικουμενικός Διάλογος ξεκίνησε «εν τη αληθεία», στο τέλος του κατέληξε μόνον «εν τη αγάπη», αφού υπάρχει αδιαφορία ή δυσφορία για την αλήθεια και θεωρείται δυνατή η ενότητα με ουσιαστικές διαφοροποιήσεις στην Παράδοση και με διαφορετικές «αλήθειες».
Μάλιστα στο Βανκούβερ το 1983 «οι θεολογικές διαφορές κατακυρώθηκαν ως νόμιμες και δεν θεωρήθηκαν εμπόδιο για την ενότητα»!
Η εξίσωση της αληθείας με την αίρεση, οδηγεί ασφαλώς στον αποπροσανατολισμό της μεταστροφής των ετεροδόξων. Στην Οικουμενική Χάρτα του 2000,5 αναφέρονται απαραδέκτως, ότι «όλες οι αιρετικές ομολογιακές ομάδες είναι ισοδύναμες "Εκκλησίες"».6
Υπεσχέθησαν μάλιστα οι διαλεχθέντες, «να μη προτρέπωμεν ανθρώπους να αλλάσσουν την Εκκλησίαν αυτών»!!! Σε αντίθεση με όσα διεκηρύχθησαν τότε, ο Παπισμός (ΣΣ: «Ρωμαιοκαθολικισμός» κατά τους αγραμμάτους αγιογραφικώς και Εκκλησιαστικώς), μέχρι σήμερα, πιστεύει ακραδάντως ότι είναι η μόνη «Εκκλησία εντός των κόλπων της οποίας ο Χριστιανικός κόσμος θα επανεύρη την ενότητα».7
Έτσι, μετά την Β΄ Σύνοδο του Βατικανού, το Βατικανό ξεκίνησε οργανωμένη «επίθεσιν δια λόγων αγάπης και ταπεινοφροσύνης» με την βέβαιη ελπίδα «ότι η τακτική αυτή θα φέρη περισσότερους καρπούς» απ’ όσους έφερε η «σκληρά γραμμή» που είχε μέχρι τότε ακολουθηθεί. Η νέα γραμμή ακολουθήθηκε πρόθυμα κι’ από την Ορθόδοξη εκκλησιαστική ηγεσία, αφού η αγάπη κατέστη ανώδυνη κι’ η αλήθεια οδυνηρή. Οικουμενιστές πάσης θρησκευτικής ομολογίας, δολίως ή ανοήτως, διεχώρισαν την πίστη από την αγάπη και υπέταξαν την θεολογία της αλήθειας στον διάλογο της αγάπης-αγαπολογίας/ απάτης, με τελικήν κατάληξη την «διαίρεση της Αγάπης από της Αληθείας».8
Για ποιόν λόγον, οι απατεώνες Δυτικοί (εξαιρούνται οι αφελείς και άδολοι), διεχώρισαν την Αγάπην από την Αλήθειαν;
Διότι θέλουν να εμφανισθεί ο Διάλογος «ως μη οφειλόμενος σε δογματικές διαφορές, αλλά σε ψυχολογικές ή -το πολύ- σε διαφορές θεολογικών "σχολών"». Μάλιστα θεωρούν ότι το σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, έγινε όχι για την αίρεση του παπισμού, αλλά από υποχώρηση της αγάπης!!!9
Οι άνθρωποι της Δύσεως αλλά και αρκετοί από τους πιστούς εις τα λόγια της καθ’ ημάς Ανατολής,  οδηγούμενοι πάντοτε από εγωϊστικό και αταπείνωτο φρόνημα των ταγών του Οικουμενισμού, πληροφορούνται συνεχώς από τους διαλεγομένους, καθησυχαστικώς:
«Μείνατε όπου είστε. Είμαστε το ίδιο. Η ένωσις επίκειται». Έτσι κλείνεται η θύρα της βασιλείας των ουρανών σε πολλές ψυχές που αναζητούν την αλήθεια και τη σωτηρία τους.10
Κατ’ αυτόν τον τρόπον, δημιουργείται τεχνηέντως δια του συνεχούς συγχρωτισμού και των συμπροσευχών, μεγάλη σύγχυση. Αυτή η σύγχυση μεγαλώνει όταν στο πνεύμα αυτής της αναληθούς, φαρισαϊκής αγάπης-αγαπολογίας/απάτης, οι διαχριστιανικοί διάλογοι γίνονται διαθρησκειακοί κι’ επικρατεί ο συγκρητισμός.
β. Λόγοι κατά Ιουδαίων, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου Χρυσοστόμου.
1/. Γενικά         
Σήμερα οι Οικουμενιστές πιπιλίζουν την καραμέλα της αγάπης και της Ενότητας, ενώ στην πράξη διδάσκουν και πράττουν τα αντίθετα, άλλοι ενσυνειδήτως και άλλοι ασυνειδήτως. Όσοι ασυνειδήτως ομολογούν και πράττουν τα αντίθετα από τον Λόγο του Κυρίου περί Αγάπης, ενεργούν ούτως διότι στα πανεπιστήμιά τους δεν τους δίδαξαν Άγιους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά Προτεσταντική αγαπολογία-βαττολογία και φαρισαϊκό Καισαροπαπισμό.
Εάν θέλουν οι Οικουμενιστές να ομιλήσουν περί Ενότητος, ας διαβάσουν πρώτα και ας ακούσουν τους λόγους του Ιωάννου Χρυσοστόμου, ας μετανοήσουν και να μιμηθούν τον Άγιο Ι. Χρυσόστομο όσον και τον Μέγα Βασίλειο, που ομιλούν περί ενότητας, και μετά «δεύτε διαλεχθώμεν».
Προς το παρόν, ας μελετήσουν μερικά αποσπάσματα από τον 1ον λόγον του Ιω. Χρυσοστόμου, κατά Ιουδαίων, που παραθέτομεν κατωτέρω, και αναφέρονται στην ασθένεια από την οποίαν έπασχον και εξακολουθούν να πάσχουν οι Ιουδαίοι (Jews), με αίτια και συμπτώματα της ίδιας ασθενείας που πάσχουν σήμερα οι αλλόδοξοι και αιρετικοί.
Ό,τι αναφέρεται για τους Ιουδαίους (Jews), ισχύει για όλους τους αιρετικούς και αλλοδόξους, αφού η μήτρα γενέσεως ΟΛΩΝ των αιρέσεων και θρησκειών είναι ο Ταλμουδικός Ιουδαϊσμός!.11
2/.  Λόγος Α΄ Κατά Ιουδαίων
α/. «Μια άλλη ασθένεια, πολύ βαριά, από την οποίαν προσβάλλεται το σώμα της Εκκλησίας, μας λέγει ο Άγιος Ιωάννης, καλεί τον δικό μου λόγο να την θεραπεύσει. Επιβάλλεται λοιπόν να σταματήσουμε την εξέλιξη της ασθένειας αυτής και στην συνέχεια να στρέψουμε την προσοχή μας προς τους εκτός της Εκκλησίας. Είναι αναγκαίο να θεραπεύσουμε πρώτα τους δικούς μας και μετά να ασχοληθούμε με τα πράγματα των άλλων. Ποια όμως είναι η ασθένεια;»12
β/. «Πολλοί Χριστιανοί συνεορτάζουν, από κακή συνήθεια, με τους Ιουδαίους τις εορτές των Νηστειών , της Σκηνοπηγίας και των Σαλπίγγων ή του Νέου Έτους…. Το έθνος των Ιουδαίων είναι πονηρόν και ως εκ τούτου δεν επιθυμώ να μολύνει τον ιερόν χώρον της Εκκλησίας…Η ασέβεια των Ανομοίων13 συγγενεύει προς εκείνη των Ιουδαίων….Δεν είναι σωστό, να πάρει κανείς τον άρτο των τέκνων και να το ρίξει στα σκυλάκια (κυνάρια)».14
γ/. « Εκείνοι που μεταβαίνουν στα θέατρα ας έχουν υπόψη τους ότι εκείνος ο συρφετός των ηθοποιών και των πορνευομένων γυναικών μετά την επί σκηνής παράστασή τους, μεταβαίνουν στην συναγωγήν. Μεταξύ του πορνικού θεάτρου και της συναγωγής δεν υπάρχει καμία διαφορά.
Ο Χριστός απεκάλεσε τους Ιουδαίους τέκνα και τους εθνικούς σκυλιά.
Αλλά άλλαξε η θέση των πραγμάτων και οδηγήθηκαν οι μεν Ιουδαίοι στην θέση των σκυλιών και εμείς γίναμε τέκνα Θεού. Μην απορείτε που απεκάλεσα αθλίους τους Ιουδαίους. Είναι πράγματι άθλιοι, ελεεινοί και αξιολύπητοι καθ’όσον είχαν όλα τα αγαθά των ουρανών στα χέρια τους και τα απέρριψαν με μεγάλην σπουδήν. Ανέτειλε ο Ήλιος της δικαιοσύνης και δεν απεδέχθησαν ούτε μίαν ακτίνα Του, καθήμενοι πλέον μέσα στο σκοτάδι.
Εμείς ανατραφήκαμε μέσα στο σκοτάδι και ήδη δεχθέντες το Φως απηλλάγημεν από την πλάνην του ειδωλολατρικού σκότους….».15
δ/. «Η Ιουδαϊκή συναγωγή δεν είναι απλώς σπήλαιο ληστών και δολίων εμπόρων αλλά κατοικητηριο δαιμόνων γιατί κανένας Ιουδαίος δεν προσκυνεί τον Θεό. …Είναι τόπος ειδωλολατρίας».16
ε/. «Επειδή όμως υπάρχουν μερικοί που θεωρούν και την Συναγωγή σαν τόπο ιερό, είναι ανάγκη να πούμε και σ’ αυτούς λίγα λόγια. Για ποιον λόγο σέβεστε τον τόπο εκείνον, τον οποίον πρέπει να καταφρονείτε, να τον σιχαίνεστε και να τον αποφεύγετε; Στον χώρο αυτόν, απαντούν, βρίσκεται ο νόμος και τα βιβλία των Προφητών. Και τί σχέση έχει αυτό; Όπου υπάρχουν δηλαδή τέτοια βιβλία, θα θεωρείται και ο τόπος άγιος; Οπωσδήποτε όχι.
Για να μάθετε, ότι τα βιβλία δεν αγιάζουν τον τόπο , αλλά τον καθιστά βέβηλο η προαίρεση εκείνων που συνέρχονται εκεί….Πες μου λοιπόν εκεί που κατοικούν οι δαίμονες δεν είναι τόπος της ασεβείας κι’ αν ακόμη δεν υπάρχει στημένο άγαλμα ?
Όταν τα βιβλία διαβάζονται με απιστία, όπως κάνουν οι Ιουδαίοι, τους καθιστούν βέβηλους και δεν ωφελούνται ούτε οι ίδιοι που τα διαβάζουν. Γι’ αυτό ακριβώς, ας την μισή την συναγωγή και να την αποστρέφεται επειδή έχουν τους αγίους και δεν πιστεύουν στους λόγους τους, επειδή τους κατηγορούν (συκοφαντούν) για την χειρότερη ασέβεια.
Όπου βλασφημείται ο Θεός όπου αγνοείται ο Πατέρας, όπου υβρίζεται ο Υιός, όπου αθετείται η χάρη του Πνεύματος , η καλύτερα και αυτοί οι ίδιοι είναι δαίμονες, δεν είναι μεγαλύτερη η βλάβη που προέρχεται από εκεί ? ….».17
στ.(ςʹ) «Για να μάθετε, ότι τα βιβλία δεν αγιάζουν τον τόπο, αλλά τον καθιστά βέβηλο η προαίρεση εκείνων που συνέρχονται εκεί, θα σας διηγηθώ μια παλιά ιστορία. Ο Πτολεμαίος ο Φιλάδελφος, αφού συγκέντρωσε από παντού τα βιβλία και έμαθε ότι και οι Ιουδαίοι έχουν βιβλία, τα οποία φιλοσοφούν για το Θεό και για άριστη πολιτεία, έστειλε και κάλεσε άνδρες από την Ιουδαία, ερμήνευσε αυτά με εκείνους και τα τοποθέτησε στο ιερό του Σαράπιδος, μια που ο ίδιος ήταν ειδωλολάτρης, και αυτά μέχρι τώρα βρίσκονται εκεί, τα άγια των Προφητών.
Τι λοιπόν, ο ναός του Σαράπιδος είναι άγιος, επειδή έχει τα βιβλία των Προφητών; Μακριά μια τέτοια σκέψη. Εκείνα (τα βιβλία) βέβαια έχουν την δική τους αγιότητα, που όμως δεν την μεταδίδουν στον τόπο (του ναού), λόγω της μιαρότητας εκείνων που συγκεντρώνονται εκεί. Το ίδιο λοιπόν πρέπει να σκεφτεί κανείς και για τη συναγωγή. Γιατί, αν και δεν στήθηκε εκεί κάποιο είδωλο, στον τόπο εκείνο κατοικούν δαίμονες. Και αυτό δεν το λέω μόνο για τη συναγωγή που βρίσκεται εδώ, αλλά και για τη συναγωγή που βρίσκεται στη Δάφνη.
Να μην λοιπόν αδιαφορήσετε για τους ασθενείς αλλά να τους ελευθερώσετε από την ασθένεια και να τους επαναφέρετε στην επομένη συγκέντρωση μας , και πολύ μισθό θα λάβετε από τον Θεό, εύχομαι…Αμήν».18  

3/. Απάνθισμα από τους λοιπούς λόγους του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «κατά Ιουδαίων»19

«Κι’ απ’ οποιοδήποτε χάνι, ο χώρος της Συναγωγής είναι πιο εξευτελιστικός. Κι’ αυτό γιατί δεν είναι των ληστών κι απατεώνων μόνο, αλλά και των δαιμόνων καταφύγιο, κι όχι μόνο οι Συναγωγές μα πιο πολύ οι ίδιες οι ψυχές των Ιουδαίων».  [Λόγος Α’ §δ’]
«Να αποφεύγετε λοιπόν τις συγκεντρώσεις τους και τις Συναγωγές τους,…» [Λόγος Α’ §ε’]
«…δεν τρομάζεις με το να έρχεσαι και να κοινωνείς από την αγία τράπεζα και να παίρνεις μέρος στην κοινωνία του τιμίου αίματος συ που επικοινώνησες μ’ εκείνους πού έχυσαν το αίμα του Χριστού; Δεν ανατριχιάζεις, δεν φοβάσαι που έκανες τέτοιες παρανομίες;» [Λόγος Β’ §γ’]
«Εκείνοι σταύρωσαν το Χριστό που εσύ προσκυνείς. Πώς λοιπόν πηγαίνεις σ’ εκείνους τους φονιάδες;» [Λόγος Δ’ §γ’]
«Τί τρέχεις να δεις στην συναγωγή των θεομάχων Ιουδαίων; Πρέπει να κάθεσαι στην οικία σου και ν’ αναστενάζεις για εκείνους και να δακρύζεις, γιατί αντιμάχονται το πρόσταγμα του Θεού, γιατί έχουν το διάβολο μαζί τους που χορεύει.» [Λόγος Δ’ §ζ’]
«…ακολουθείς αυτούς που αγωνίζονται πεισματικά πάντοτε να κάνουν και να λένε όσα αντίκεινται στους νόμους του Θεού και τρέχεις στις συναγωγές τους; Και δεν φοβάσαι μήπως πέσει κεραυνός από ψηλά και σου κάψει το κεφάλι; […] …τρέχεις να πας εκεί όπου, υβρίζεται ο Πατέρας, βλασφημείται ο Υιός και δεν γίνεται παραδεκτό το άγιο και ζωοποιό Πνεύμα; Και δε φοβάσαι ούτε ανατριχιάζεις με το να οδηγής τον εαυτό σου στους βέβηλους κι ακάθαρτους εκείνους τόπους; Ποια δικαιολογία θα έχεις και πώς θα συγχωρηθής όταν, με τη θέληση σου, σπρώχνεις τον εαυτό σου στο γκρεμό;» [Λόγος ΣΤ’ §στ’]
«Αυτό πρέπει να φοβάστε, μήπως την ημέρα εκείνη ακούσετε από Εκείνον που πρόκειται να σας κρίνει: “Πηγαίνετε, δε σας γνωρίζω. Γιατί συναναστραφήκατε εκείνους που με σταύρωσαν”» [Λόγος ΣΤ’ §ζ’]»
4/. Παρά το γεγονός ότι ο Χρυσόστομος αναφερόταν με αυτόν τον τρόπο στους Ιουδαίους, δεν συνάγεται ότι τους μισούσε, αλλά χρησιμοποιούσε ένα ρητορικό σχήμα της εποχής, τον λεγόμενον ψόγον, που σε καθε περίπτωση ήταν διαδεδομένος.20
Με την προσεκτική μελέτη των κειμένων του Χρυσοστόμου, γίνεται αντιληπτό ότι η επιθετική αυτή συμπεριφορά έχει να κάνει όχι με κάποια εγκατεστημένη ιδεοληψία του Χρυσοστόμου, αλλά με τον κατ’ εξοχήν στόχο που θέτει ο Χριστός.21 Την σωτηρία του ανθρώπου.
Έτσι, στο Κατά Ιουδαίων22 γίνεται εμφανές ότι μιλά με τέτοιο τρόπο για να προστατέψει τους πλανεμένους και ακατήχητους από τους «βαρείς Λύκους». Οι σκληρές εκφράσεις όπως «άθλιοι», «δείλαιοι», «άρπαγες», «πλεονέκτες»23 έχει να κάνει με την συμπεριφορά των Ιουδαίων απέναντι στον Ιησού Χριστό, ο οποίος τους αποκαλύφθηκε και αυτοί του συμπεριφέρθηκαν με τον γνωστό τρόπο. Και αναρωτιέται: «τι αθλιότερον τούτου;».
Όμως, «ποτέ δεν συνέστησε στους χριστιανούς να τους μισούν ή να τους καταδιώκουν. Αυτό που ζητούσε και συνιστούσε μόνο ήταν να μη συγχνωτίζονται και συμμερίζονται την θρησκευτική ζωή τους».24
Επίσης είναι αληθές ότι κατά γενική ομολογία, η γλώσσα του Χρυσοστόμου ήταν σκληρή αντίστοιχα και για τους Αρειανούς, τους ανομοίους, τους γνωστικούς αλλά και τους πλουσίους και άρχοντες που έκαναν έκλυτο, προκλητικό βίο, τους οποίους μάλιστα ονόμαζε "λύκους".25
 Ο ΦΙΛΟΣ ΤΩΝ ΣΤΑΥΡΩΤΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣTHΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ, ΣΤΗΝ ΣΥΝΑΓΩΓΗΝ  ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΟΤΑΛΜΟΥΔΙΣΤΩΝ ΤΟΥ PARK  EAST

Νέα Υόρκη, 28η Οκτωβρίου 2009. Περιχαρής ο Οικουμενικός Πατριάρχης παραλαμβάνει το βραβείο «Μακκαβαίων» με το οποίο τον «τίμησε» η ιουδαϊκή Συναγωγή της πόλης. Αμέσως μετά, εκφώνησε θερμό λόγον.


Προσφώνηση Οικουμενιστού  Πατριάρχου Βαρθολομαίου:

«Ραββίνε Schneier, λίαν ηγαπημένε φίλε, διακεκριμένοι ηγέται της Εβραϊκής κοινότητος, σαλόμ [=«ειρήνη σε σας», στα εβραϊκά].  Είναι  μεγάλη χαρά δι’ ημάς να έχωμεν την δυνατότητα να επισκεφθώμεν αυτήν την ευλογημένην Συναγωγήν του Park East. Η επίσκεψις ημών ενταύθα είναι τι περισσότερον μιας απλής τυπικότητος. Υπερβαίνει την απλήν φιλόφρονα επίσκεψιν ενός Χριστιανού ηγέτου εις ένα Εβραίον ηγέτην».
Ο Βαρθολομαίος απεκάλεσε την συναγωγήν των ιουδαίων «Ευλογημένη». Δεν είπε όμως από ποίον είναι ευλογημένη! Από τον Θεόν ή τον Σατανάν; Σύμφωνα με τον Ι. Χρυσόστομο, «η Ιουδαϊκή συναγωγή είναι σπήλαιο ληστών, κατοικητηριο δαιμόνων γιατί κανένας Ιουδαίος δεν προσκυνεί τον αληθινό Θεό. …Είναι τόπος ειδωλολατρίας».
Πως ετόλμησε ο Βαρθολομαίος και εισήλθεν εις την Συναγωγήν του Σατανά; (Τόσον ο Ιησούς όσον και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αποκαλούν τον τόπον λατρείας των Ιουδαίων, Συναγωγή του Σατανά. ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ: 2/9 και 3/9).
Δι’ ημάς λοιπόν, μέχρι να τύχωμεν απαντήσεως, ο Βαρθολομαίος εισήλθεν στο κατοικητήριον των δαιμονίων, ευρισκόμενος σε μεγίστην πλάνην ή διότι πιστεύει, κρυφίως, εις τον ίδιον «θεόν» των Ταλμουδιστών Ιουδαίων! Τον Σατανάν!
Ώ άπιστοι, πάσης θρησκευτικής ή παραθρησκευτικής ομολογίας και σέκτας!
Τι άλλες αποδείξεις θέλετε για την απάτην των αιρετικών αγαπολόγων οικουμενιστών;
Ώ αμετανόητοι νεοπαγανιστές, αρνητές του Χριστού ου κατ’ επίγνωση ή ζηλωτές της νεοειδωλολατρείας!
Είσθε τόσον πορωμένοι (από τον μισανθρώπινον φθόνον σας και το αντιχριστιανικόν μίσος σας), τόσον αμαθείς ιστορικώς και αγράμματοι αγιογραφικώς, ώστε να συκοφαντείτε τον Χριστιανισμόν ως δήθεν Ιουδαιοχριστιανισμόν και να τον αποκαλείτε «Ιουδαϊκή αίρεση»;
Ώ ανόητοι ορθοδοξίζοντες και οικουμενίζοντες ψευδοχριστιανοί!
Είστε τόσον τυφλοί που δεν βλέπετε τα οφθαλμοφανή ανομήματα του Πατριάρχη και των Οικουμενιστών ιεραρχών και θεολόγων ή εθελοτυφλείτε;


Συνεχίζεται



Αδαμάντιος Τσακίρογλου, Τα δύο προσωπεία της αγαπολογίας και ο σύγχρονος άνθρωπος 16 Φεβρουαρίου 2016
-ΛΟΓΟΙ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΔΡ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΠΑΣΔΕΚΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ «Εμεις και αλλοι …και» κατά του π. Γ. Τσέτση. Οικουμενικά ανάλεκτα.
2 "ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ. Γένεση – Προσδοκίες - Διαψεύσεις. "ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΔΙΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ.Αίθουσα Τελετών Α.Π.Θ. 20-24 Σεπτεμβρίου 2004.ΤΟΜΟΣ Β΄, Εκδόσεις ΘΕΟΔΡΟΜΙΑ [Γέρων Μωϋσής Αγιορείτης].
Ερμηνεία υπό Παν. Τρεμπέλλα, Αδελφότης ΣΩΤΗΡ, Οκτ. 1974, Β΄ΚΟΡ: 13/8
4 Παναγιώτου Σημάτη, Διαχριστιανικοί Διαθρησκειακοί Διάλογοι, Αθήνα 2003, σσ. 22-23.
«Οικουμενική Χάρτα (ως αναθεωρήθη κατά την Συνεδρίαν Εργασίας των ορθοδόξων Εκκλησιών, 16-20 Ιουλίου 2000, Αγ. Νικόλαος – Ελούντα Κρήτης , Ελλάς)».

Η « Οικουμενική Χάρτα »  δεν φέρει καμία υπογραφή. Η μόνη ένδειξη ταυτότητος του κειμένου είναι η πρώτη παράγραφος της εισαγωγής, η οποία αρχίζει με το « Δόξα τώ Πατρί και τώ Υιώ και τώ Αγίω Πνεύματι » και συνεχίζει: « Ημείς , το Συμβούλιον Ευρωπαϊκών Εκκλησιών – ΚΕΚ (Ορθόδοξοι, Αγγλικανοί, Προτεστάνται και Παλαιοκαθολικοί) και το Συμβούλιον Καθολικών Επισκοπικών Συνελεύσεων της Ευρώπης – C.C.E.E. , εν τώ πνεύματι των Μηνυμάτων των Ευρωπαϊκών Οικουμενικών Συνελεύσεων της Βασιλείας 1989 και Γκρατς 1997 δια την διατήρησιν και συνέχισιν της μεταξύ ημών αναπτυχθείσης κοινωνίας, ευχαριστούμεν τον εν Τριάδι Θεό ημών, ου το Πνεύμα το Άγιον οδηγεί τα βήματα ημών προς συνεχώς βαθυτέραν αλληλοκατανόησιν και δίδομεν μαρτυρίαν περί της δια πάντα άνθρωπον αγάπης και ελπίδος, ακούοντες από κοινού τον εν τη Αγία Γραφή λόγον Αυτού». Για λοιπές παρατηρήσεις βλέπε: οικουμενικη χαρτα » και ορθοδοξια - acapus www.acapus.com/article.php?lang=1&cat1ids=165&cat2ids=193&cat3ids...

Αστεριού Χατζηνικολάου, Αρχιμ., Η Ορθοδοξία στη θύελλα του σύγχρονου συγκρητισμού, Αθήνα 2002, σ. 40.
Νικολάου Βασιλειάδη, Πανθρησκειακός Οικουμενισμός, Αθήνα 2002, σ.18.
-Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Αρχιμ., Ορθοδοξία και Παπισμός, τ. Α', Αθήναι 1971,  σ. 361.
Παντελεήμονος Ροδοπούλου, Μητροπολίτου, Μελέτη Α', Θεσσαλονίκη 1993, σ. 647.
-Κωνσταντίνου Μουρατίδη, «Η αλήθεια δια τον "θεολογικόν" διάλογον», Κοινωνία 2 (1980) 138.
Στυλιανού Παπαδοπούλου, Ορθοδόξων Πορεία, Αθήνα 2000, σ. 130.
10 Γεωργίου Γρηγοριάτου, Αρχιμ., Ορθοδοξία και Ουμανισμός, Ορθοδοξία και Παπισμός, Άγιον Όρος 1995, σ. 9.
11 Ο Ι. Χρυσόστομος, τους κατά Ιουδαίων λόγους του εξεφώνησε κατά τα έτη 386-387 μ.Χ., λαμβάνοντας αφορμή το γεγονός ότι πολλοί Χριστιανοί συνεόρταζαν, από κακή  συνήθεια, με τους Ιουδαίους τις εορτές των Νηστειών , της Σκηνοπηγίας και των Σαλπίγγων ή του Νέου Έτους. Εξ άλλου μια άλλη μερίδα πιστών, οι γνωστοί με το όνομα Πρωτοπασχίτες ή Τεσσαρασκαιδεκατίτες,  αγνοώντας την απόφαση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325 μ.Χ.) για τον εορτασμό του Πάσχα, εόρταζε την κορυφαία εορτή της Χριστιανοσύνης, μαζί με τους Ιουδαίους.
Στις εορταστικές λοιπόν εκδηλώσεις των Ιουδαίων και στα ζητήματα της νηστείας και του Πάσχα αναφέρονται οι λόγοι αυτοί, των οποίων ο σκοπός είναι, να διασφαλίσει την ενότητα της Εκκλησίας, που διεσπατο με την διαγωγή των ιουδαϊζοντων Χριστιανών.
Η αγωνία του καλού ποιμένος για την προστασία των εμπιστευθεντων αυτώ λογικών προβάτων, όσον η λαμπρά επιχειρηματολογία, αντλείται από την Αγία Γραφή, ιδιαίτερα από την Παλαιά Διαθήκη και με την οποία αποδεικνύει ότι ο Χριστός είναι το πλήρωμα του Νόμου.
Στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, του Μονογενούς Υιού Θεού, τον οποίον οι Ιουδαίοι σταύρωσαν και είναι γι’ αυτό αιωνίως υπόδικοι, σύμφωνα και με την δική τους ομολογία, εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες….
12 «Εἰ γὰρ οἱ ἐχθροὶ τῆς ἀληθείας κόρον οὐ λαμβάνουσι βλασφημοῦντες τὸν εὐεργέτην, πολλῷ μᾶλλον ἡμᾶς ἀκορέστως ἔχειν δεῖ πρὸς εὐφημίαν τοῦ τῶν ὅλων Θεοῦ. Ἀλλὰ τί πάθω; Ἕτερον νόσημα χαλεπώτατον τὴν ἡμετέραν γλῶσσαν πρὸς ἰατρείαν καλεῖ, νόσημα ἐν τῷ σώματι τῆς Ἐκκλησίας πεφυτευμένον. Δεῖ δὲ πρότερον τοῦτο ἀνασπάσαντας, τότε φροντίσαι τῶν ἔξωθεν· πρότερον τοὺς οἰκείους θεραπεῦσαι, καὶ τότε τῶν ἀλλοτρίων ἐπιμελήσασθαι. Τί δέ ἐστι τὸ νόσημα;»
13 Ο Χρυσόστομος ασχολήθηκε με τις αιρέσεις που είχαν επιζήσει στην Αντιόχεια μέχρι την δική του εποχή. Μεταξύ αυτών των αιρέσεων, ασχολήθηκε και με τους «Ανομοίους».
Οι Ανόμοιοι ήταν συνέχεια του Αρειανισμού, που πίστευαν ότι ο Υιός ήταν δημιουργημένος και είχε άλλη ουσία, διαφορετική από την ουσία του Θεού Πατέρα. Ταύτιζαν την Θεία Ουσία με τα υποστατικά ιδιώματα του Πατρός και του Υιού, όπου στον Πατέρα είναι το Αγέννητο και στον Υιό το Γεννητό. Έλεγαν, ότι Θεία Ουσία είχε μόνο ο Θεός Πατέρας, η οποία δεν μοιράζεται και ο Υιός αναφέρεται ως Θεός μέσω της μετοχής στο δημιουργικό έργο του Πατέρα.
Εκπρόσωποι αυτής της αιρέσεως, ήταν οι Αέτιος και Ευνόμιος, με τον τελευταίο να έχει μεγαλύτερο ζήλο και επιμονή στην διδασκαλία περί του Θεού. Πηγές:  Κων. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων Β΄, σελ. 154--- Θ.Η.Ε., Αέτιος, Τόμος Α’, σελ. 477
14 «Ἑορταὶ τῶν ἀθλίων καὶ ταλαιπώρων Ἰουδαίων μέλλουσι προσελαύνειν συνεχεῖς καὶ ἐπάλληλοι, αἱ σάλπιγγες, αἱ σκηνοπηγίαι, αἱ νηστεῖαι· καὶ πολλοὶ τῶν μεθ' ἡμῶν τεταγμένων καὶ τὰ ἡμέτερα λεγόντων φρονεῖν, οἱ μὲν ἐπὶ τὴν θέαν ἀπαντῶσι τῶν ἑορτῶν, οἱ δὲ καὶ συνεορτάζουσι καὶ τῶν νηστειῶν κοινωνοῦσι· καὶ τοῦτο τὸ πονηρὸν ἔθος βούλομαι τῆς Ἐκκλησίας ἀπελάσαι νῦν. Οἱ μὲν γὰρ [48.845] πρὸς Ἀνομοίους λόγοι καὶ ἐν ἑτέρῳ δύνανται γενέσθαι καιρῷ, καὶ οὐδεμία ἀπὸ τῆς ἀναβολῆς γένοιτ' ἂν βλάβη· τοὺς δὲ τὰ Ἰουδαϊκὰ νοσοῦντας, εἰ μὴ νῦν θεραπεύσαιμεν, ὅτε ἐγγὺς καὶ ἐπὶ θύραις εἰσὶν αἱ τῶν Ἰουδαίων ἑορταὶ, δέδοικα μή ποτε ὑπὸ τῆς ἀκαίρου συνηθείας καὶ τῆς πολλῆς ἀγνοίας μετάσχωσί τινες τῆς παρανομίας ἐκείνων, καὶ μάταιοι λοιπὸν οἱ περὶ τούτων ἡμῖν γένωνται λόγοι. Ἂν γὰρ μηδὲν ἀκούσαντες σήμερον νηστεύσωσι μετ' ἐκείνων, μετὰ τὸ τελεσθῆναι τὴν ἁμαρτίαν, εἰκῆ λοιπὸν τὸ φάρμακον ἐπιθήσομεν. Διόπερ ἐπείγομαι καὶ προκαταλαβεῖν. Οὕτω καὶ ἰατροὶ ποιοῦσι· πρὸς τὰ κατεπείγοντα καὶ ὀξύτατα τῶν νοσημάτων ἵστανται πρότερον· πάντως δὲ συγγενὴς καὶ οὗτος ὁ ἀγὼν τῷ προτέρῳ…Ἐπειδὴ γὰρ συγγενῆ τὰ τῆς ἀσεβείας Ἀνομοίοις καὶ Ἰουδαίοις, συγγενῆ καὶ τὰ ἀγωνίσματα ἡμῖν γίνεται τοῖς πρότερον τὰ νῦν. Καὶ γὰρ ὅπερ ἐνεκάλουν Ἰουδαῖοι, τοῦτο ἐγκαλοῦσι καὶ Ἀνόμοιοι.».
15 «Κηρύξατε θεραπείαν, συναγάγετε πρεσβυτέρους. Οὗτοι δὲ χοροὺς μαλακῶν συναγαγόντες, καὶ πολὺν πεπορνευμένων γυναικῶν συρφετὸν, τὸ θέατρον ἅπαν καὶ τοὺς ἀπὸ τῆς σκηνῆς εἰς τὴν συναγωγὴν ἐπισύρουσι· θεάτρου γὰρ καὶ συναγωγῆς οὐδὲν τὸ μέσον. Καὶ οἶδα μὲν ὅτι τινὲς τόλμαν καταγινώσκουσι τοῦ λόγου, ὅτι εἶπον, Θεάτρου καὶ συναγωγῆς οὐδὲν τὸ μέσον·
Μηδὲ θαυμάσητε, εἰ ἀθλίους ἐκάλεσα τοὺς Ἰουδαίους. Ὄντως γὰρ ἄθλιοι καὶ ταλαίπωροι, τοσαῦτα ἀπὸ τῶν οὐρανῶν ἀγαθὰ εἰς τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐλθόντα ἀπωσάμενοι καὶ ῥίψαντες μετὰ πολλῆς τῆς σπουδῆς. Ἀνέτειλεν ἐκείνοις πρώϊμος ὁ τῆς δικαιοσύνης ἥλιος· κἀκεῖνοι μὲν ἀπώσαντο τὴν ἀκτῖνα, καὶ ἐν σκότῳ κάθηνται· ἡμεῖς δὲ οἱ σκότῳ συντραφέντες, πρὸς ἑαυτοὺς ἐπεσπασάμεθα τὸ φῶς, καὶ τοῦ ζόφου τῆς πλάνης ἀπηλλάγημεν. Ἐκεῖνοι τῆς ῥίζης τῆς ἁγίας ἦσαν κλάδοι, ἀλλ' ἐξεκλάσθησαν· ἡμεῖς οὐ μετείχομεν τῆς ῥίζης, καὶ καρπὸν εὐσεβείας ἠνέγκαμεν.
Ἐκεῖνοι τοὺς προφήτας ἀνέγνωσαν ἐκ πρώτης ἡλικίας, καὶ τὸν προφητευθέντα ἐσταύρωσαν· ἡμεῖς οὐκ ἠκούσαμεν θείων λογίων, καὶ τὸν προφητευθέντα προσεκυνήσαμεν, Διὰ τοῦτο ἄθλιοι, ὅτι τὰ πεμφθέντα αὐτοῖς ἀγαθὰ ἁρπαζόντων ἑτέρων, καὶ πρὸς ἑαυτοὺς ἐπισπωμένων, αὐτοὶ διεκρούσαντο.
Κἀκεῖνοι μὲν εἰς υἱοθεσίαν καλούμενοι, πρὸς τὴν τῶν κυνῶν συγγένειαν ἐξέπεσον· ἡμεῖς δὲ κύνες ὄντες ἰσχύσαμεν διὰ τὴν τοῦ Θεοῦ χάριν ἀποθέσθαι τὴν προτέραν ἀλογίαν, καὶ πρὸς τὴν τῶν υἱῶν ἀναβῆναι τιμήν. Πόθεν τοῦτο δῆλον;
Οὐκ ἔστι καλὸν, φησὶ, λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων, καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις· πρὸς τὴν Χαναναίαν ὁ Χριστὸς ἔλεγεν, ἐκείνους μὲν τέκνα καλῶν, κύνας δὲ τοὺς ἐξ ἐθνῶν. Ἀλλ' ὅρα πῶς ἀντεστράφη μετὰ ταῦτα ἡ τάξις, κἀκεῖνοι μὲν ἐγένοντο κύνες, τέκνα δὲ ἡμεῖς. Βλέπετε τοὺς κύνας, Παῦλός φησι περὶ αὐτῶν, βλέπετε τοὺς κακοὺς ἐργάτας, βλέπετε τὴν κατατομήν· ἡμεῖς γάρ ἐσμεν ἡ περιτομή. Εἶδες πῶς κύνες ἐγένοντο οἱ πρότερον ὄντες τέκνα; Βούλει μαθεῖν πῶς οἱ πρότερον ὄντες κύνες ἡμεῖς ἐγενόμεθα τέκνα; Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτὸν, φησὶν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι».
16 «Ἀλλ' οὐκ ἔστι ταῦτα, οὐκ ἔστιν· ἐπεὶ μηδὲ πανδοχεῖα τῶν βασιλικῶν αὐλῶν σεμνότερα, μᾶλλον δὲ καὶ πανδοχείου παντὸς ἀτιμότερον τὸ τῆς συναγωγῆς χωρίον [48.849] ἐστίν. Οὐ γὰρ λῃστῶν οὐδὲ καπήλων ἁπλῶς, ἀλλὰ δαιμόνων ἐστὶ καταγώγιον, μᾶλλον δὲ οὐχ αἱ συναγωγαὶ μόνον, ἀλλὰ καὶ αὐταὶ αἱ ψυχαὶ τῶν Ἰουδαίων· καὶ τοῦτο πρὸς τῷ τέλει τοῦ λόγου δεῖξαι πειράσομαι. Παρακαλῶ τοίνυν ὑμᾶς μνημονεύειν ταύτης μάλιστα τῆς διαλέξεως. Οὐ γὰρ πρὸς ἐπίδειξιν οὐδὲ κρότους λέγομεν νῦν, ἀλλὰ πρὸς θεραπείαν τῶν ὑμετέρων ψυχῶν.
Τίς γὰρ ἔτι λείπεται λόγος ἡμῖν, ὅταν, τοσούτων ἰατρῶν ὄντων, ὦσί τινες νοσοῦντες; Δώδεκα ἦσαν οἱ ἀπόστολοι, καὶ τὴν οἰκουμένην ἐπεσπάσαντο· τὸ πλέον τῆς πόλεως Χριστιανὸν, καὶ ἔτι μὴν νοσοῦσί τινες ἰουδαϊσμόν. Καὶ ποίαν ἀπολογίαν ἔχοιμεν ἂν ἡμεῖς οἱ ὑγιαίνοντες; Ἄξιοι μὲν γὰρ ἐγκλημάτων κἀκεῖνοι οἱ νοσοῦντες· οὐ μὴν οὐδὲ ἡμεῖς ἀπηλλάγμεθα κατηγορίας, περιορῶντες αὐτοὺς ἐπὶ τῆς ἀρρωστίας· ἀμήχανον γὰρ ἦν, σπουδῆς πολλῆς παρ' ἡμῶν ἀπολαύοντας, μένειν ἐπὶ τῆς ἀσθενείας ἐκείνους. Διὰ τοῦτο προλαβὼν λέγω νῦν ταῦτα, ἵνα ἕκαστος ὑμῶν ἐπισπάσηται τὸν ἀδελφὸν, κἂν ἀνάγκην ἐπιθεῖναι δέοι, κἂν βίαν ποιῆσαι, κἂν ὑβρίσαι, κἂν φιλονεικῆσαι, πάντα ποίησον, ὥστε ἐξελέσθαι αὐτὸν τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος, καὶ τῆς κοινωνίας ἀπαλλάξαι τῶν Χριστοκτόνων.
Ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς εἴ τινα εἶδες ἀπαγόμενον, εἰπέ μοι, δικαίᾳ ψήφῳ καταδικασθέντα, εἶτα κύριος ᾖς ἀφαρπάσαι τῶν τοῦ δημίου χειρῶν, οὐκ ἂν ἅπαντα ἔπραξας, ὥστε αὐτὸν ἀπαλλάξαι τῆς ἀπαγωγῆς; Τὸν ἀδελφὸν νῦν ὁρᾷς τὸν σὸν, οὐχ ὑπὸ τοῦ δημίου, ἀλλ' ὑπὸ τοῦ διαβόλου πρὸς τὸ βάραθρον τῆς ἀπωλείας ἑλκόμενον ἀδίκως καὶ ἀνοσίως, καὶ οὐδὲ συμβολὴν προέσθαι ὑπομένοις, ὥστε αὐτὸν ἐξελέσθαι τῆς παρανομίας ἐκείνης; καὶ ποίας ἂν τύχοις συγγνώμης; Ἀλλ' ἰσχυρότερός σου καὶ δυνατώτερός ἐστιν. Ἐμοὶ αὐτὸν κατάστησον· αἱρήσομαι τὴν κεφαλὴν ἀποθέσθαι μᾶλλον, ἢ τῶν ἱερῶν αὐτὸν ἀφεῖναι ἐπιβαίνειν προθύρων, ἂν φιλονεικῇ καὶ τοῖς αὐτοῖς ἐπιμένῃ. Τί γάρ σοι κοινὸν μετὰ τῆς ἐλευθέρας, μετὰ τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ;»
17 «Τίνος γὰρ ἕνεκα τὸν τόπον ἐκεῖνον αἰδεῖσθε, δέον καταφρονεῖν καὶ βδελύττεσθαι καὶ ἀποπηδᾷν; Ὁ νόμος ἀπόκειται. φησὶν, ἐν αὐτῷ, καὶ βιβλία προφητικά. Καὶ τί τοῦτο; Μὴ γὰρ, ἔνθα ἂν ᾖ βιβλία τοιαῦτα, καὶ ὁ τόπος ἅγιος ἔσται; Οὐ πάντως. Ἐγὼ δὲ διὰ τοῦτο μάλιστα μισῶ τὴν συναγωγὴν καὶ ἀποστρέφομαι, ὅτι τοὺς προφήτας ἔχοντες ἀπιστοῦσι τοῖς προφήταις, ὅτι ἀναγινώσκοντες τὰ γράμματα οὐ δέχονται τὰς μαρτυρίας, ὅπερ ὑβριζόντων ἐστὶ μειζόνως. Εἰπὲ γάρ μοι, εἴ τινα εἶδες ἄνθρωπον αἰδέσιμον καὶ λαμπρὸν καὶ περιφανῆ εἰς καπηλεῖον εἰσαχθέντα, ἢ εἰς καταγώγιον λῃστῶν, εἶτα ὑβριζόμενον ἐκεῖ καὶ τυπτόμενον καὶ τὴν ἐσχάτην ὑπομένοντα παροινίαν, ἆρα ἂν ἐθαύμασας τὸ καπηλεῖον ἢ τὸ σπήλαιον, ἐπειδὴ ἔνδον εἱστήκει παροινούμενος ὁ θαυμαστὸς ἐκεῖνος καὶ μέγας ἀνήρ; Οὐκ ἔγωγε οἶμαι, ἀλλὰ διὰ τοῦτο αὐτὸ μάλιστα ἂν ἐμίσησας καὶ ἀπεστράφης. Τοῦτο καὶ ἐπὶ τῆς συναγωγῆς λογίζου. Τοὺς γὰρ προφήτας καὶ τὸν Μωϋσέα μετ' αὐτῶν εἰσήγαγον ἐκεῖ, οὐχ ἵνα τιμήσωσιν, ἀλλ' ἵνα ὑβρίσωσι καὶ ἀτιμάσωσιν. Ὅταν γὰρ λέγωσι μὴ εἰδέναι αὐτοὺς τὸν Χριστὸν, μηδὲ εἰρηκέναι τι περὶ τῆς ἐκείνου παρουσίας, ποία μείζων ταύτης γένοιτ' ἂν εἰς τοὺς ἁγίους ἐκείνους ὕβρις, ἀλλ' ὅταν αὐτῶν κατηγορήσωσιν ὡς τὸν αὐτῶν ἀγνοούντων Δεσπότην, καὶ κοινωνοὺς τῆς ἰδίας ἀσεβείας λέγωσιν εἶναι; Ὥστε διὰ τοῦτο μᾶλλον μισεῖν καὶ αὐτοὺς καὶ τὴν συναγωγὴν χρὴ, ὅτι ἐμπαροινοῦσιν εἰς τοὺς ἁγίους ἐκείνους. Ἀλλὰ τί λέγω περὶ βιβλίων καὶ τόπων; ἐν καιρῷ τῶν διωγμῶν οἱ δήμιοι τὰ σώματα τῶν μαρτύρων κατέχουσι, καταξαίνουσι, μαστίζουσιν. Ἆρα οὖν ἅγιαί εἰσιν αὐτῶν αἱ χεῖρες, ἐπειδὴ τὰ σώματα τῶν ἁγίων κατέσχον; Μὴ γένοιτο! Εἶτα χεῖρες μὲν, σώματα κατασχοῦσαι ἁγίων, βέβηλοι μένουσι δι' αὐτὸ δὴ τοῦτο, ἐπειδὴ κατέσχον κακῶς· οἱ δὲ γράμματα κατ[48.851] έχοντες ἁγίων καὶ ὑβρίζοντες οὐκ ἔλαττον ἢ οἱ δήμιοι τῶν μαρτύρων τὰ σώματα, αἰδέσιμοι διὰ τοῦτο ἔσονται; Καὶ πῶς οὐκ ἐσχάτης ἀλογίας ταῦτα ἂν εἴη; Εἰ γὰρ σώματα κατεχόμενα κακῶς, οὐ μόνον οὐχ ἁγιάζει τοὺς κατέχοντας, ἀλλὰ καὶ ἐναγεστέρους ποιεῖ, πολλῷ μᾶλλον γράμματα ἀναγινωσκόμενα μετὰ ἀπιστίας οὐκ ἂν δύναιντο τοὺς ἀναγινώσκοντας ὠφελῆσαί ποτε.
Αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτο ἀσεβεστέρους αὐτοὺς ἀποφαίνει, τὸ μετὰ τοιαύτης προαιρέσεως τὰ βιβλία κατέχειν. Οὐδὲ γὰρ ἂν τοσαύτης ἄξιοι ἦσαν κατηγορίας, εἰ μὴ τοὺς προφήτας εἶχον· οὐκ ἦσαν οὕτως ἀκάθαρτοι καὶ βέβηλοι, εἰ μὴ τὰς βίβλους ἀνεγίνωσκον. Νῦν δὲ πάσης εἰσὶν ἀπεστερημένοι συγγνώμης, ὅτι τοὺς κήρυκας τῆς ἀληθείας ἔχοντες, καὶ πρὸς αὐτοὺς κείνους, καὶ πρὸς τὴν ἀλήθειαν ἵστανται ἐχθρᾷ διανοίᾳ. Ὥστε διὰ τοῦτο μᾶλλον ἂν εἶεν βέβηλοι καὶ ἐναγεῖς, ὅτι τοὺς προφήτας ἔχοντες, πολεμίᾳ αὐτοῖς κέχρηνται γνώμῃ. Διὸ παρακαλῶ φεύγειν καὶ ἀποπηδᾷν αὐτῶν τοὺς συλλόγους.
Ὁ πίπτων οὐχὶ τοῦ ἰδίου πτώματος δίδωσι μόνον δίκην, ἀλλ' ὅτι καὶ ἄλλους ὑποσκελίζει κολάζεται· ὥσπερ καὶ ὁ ἑστὼς οὐχ ὑπὲρ τῆς οἰκείας ἀρετῆς στεφανοῦται μόνον, ἀλλ' ὅτι καὶ ἄλλους εἰς τὸν αὐτὸν ἄγει ζῆλον θαυμάζεται. Φεύγετε τοίνυν καὶ τοὺς συλλόγους, καὶ τοὺς τόπους αὐτῶν, καὶ μηδεὶς αἰδείσθω τὴν συναγωγὴν διὰ τὰ βιβλία, ἀλλὰ διὰ ταῦτα αὐτὴν μισείτω καὶ ἀποστρεφέσθω, ὅτι ἐφ' ὕβρει κατέχουσι τοὺς ἁγίους, ὅτι ἀπιστοῦσι τοῖς ἐκείνων ῥήμασιν, ὅτι τὴν ἐσχάτην αὐτῶν κατηγοροῦσιν ἀσέβειαν».
18 «Καὶ ἵνα μάθητε, ὅτι οὐχ ἁγιάζει τὸν τόπον τὰ βιβλία, ἀλλὰ βέβηλον ποιεῖ τῶν συνιόντων ἡ προαίρεσις, ἱστορίαν ὑμῖν διηγήσομαι παλαιάν. Πτολεμαῖος ὁ Φιλάδελφος τὰς πανταχόθεν βίβλους συναγαγὼν, καὶ μαθὼν ὅτι καὶ παρὰ Ἰουδαίοις εἰσὶ γραφαὶ περὶ Θεοῦ φιλοσοφοῦσαι, καὶ πολιτείας ἀρίστης, μεταπεμψάμενος ἄνδρας ἐκ τῆς Ἰουδαίας, ἡρμήνευσεν αὐτὰς δι' ἐκείνων, καὶ ἀπέθετο εἰς τὸ τοῦ Σεράπιδος ἱερόν· καὶ γὰρ ἦν Ἕλλην ὁ ἀνήρ· καὶ μέχρι νῦν ἐκεῖ τῶν προφητῶν αἱ ἑρμηνευθεῖσαι βίβλοι μένουσι. Τί οὖν, ἅγιος ἔσται τοῦ Σεράπιδος ὁ ναὸς διὰ τὰ βιβλία; Μὴ γένοιτο! ἀλλ' ἐκεῖνα μὲν ἔχει τὴν οἰκείαν ἁγιότητα, τῷ τόπῳ δὲ οὐ μεταδίδωσι, διὰ τὴν τῶν συνιόντων ἐκεῖ μιαρίαν. Τὸ αὐτὸ τοίνυν καὶ περὶ τῆς συναγωγῆς λογιστέον. Εἰ γὰρ καὶ μὴ εἴδωλον ἕστηκεν ἐκεῖ, [48.852] ἀλλὰ δαίμονες οἰκοῦσι τὸν τόπον. Καὶ τοῦτο οὐ περὶ τῆς ἐνταῦθα λέγω συναγωγῆς μόνον, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐν Δάφνῃ· πονηρότερον γὰρ ἐκεῖ τὸ βάραθρον, ὃ δὴ καλοῦσι Ματρώνης. Καὶ γὰρ πολλοὺς ἤκουσα τῶν πιστῶν ἀναβαίνειν ἐκεῖ, καὶ παρακαθεύδειν τῷ τόπῳ».

19 «Λόγοι Κατά Ἰουδαίων» από μετάφραση. Εκδόσεις «Ο Λόγος», Αθήναι, 1975.

20 Lindemann, Albert S. (2000). Esau's Tears: Modern Anti-Semitism and the Rise of the Jews. Cambridge, UK: Cambridge University Press, σελ. 33-34. ISBN 0-521-79538-9.
21 Στυλιανός Παπαδόπουλος (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Β, σελίδα 254
22 Kατά Ιουδαίων Α΄ 1 PG 48, 884
23 Κατά Ιουδαίων Δ΄ 1 PG 48, 871.
24 Μεταλληνός Δ. Γεώργιος, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, 3η έκδ., Αρμός, 2003, σελ. 82.
25 "Ιωάννης ο Χρυσόστομος", Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 6, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα 1965, στ. 1189.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου