ΤΟ ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ
ΜΕΡΟΣ 4ο
Γ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΣ
ΤΗΣ ΕΝΙΑΙΑΣ ΗΠΕΙΡΟΥ
1.
Θέση-Όρια
(1) Με τον όρο Ήπειρος, εννοούμε το ενιαίο
διαμέρισμα της Χερσονήσου
του Αίμου (Βαλκανικής) που περικλείεται γεωγραφικώς: Από Ανατολικά: Οροσειρά Πίνδου,
Σμόλικα, Γράμμου, Μοράβα, λίμνες Πρέσπες και Αχρίδος. Από Δυτικά: Ιόνιο Πέλαγος και Δυτική Θάλασσα. Από Βόρεια: Κοιλάδα Γενούσου ποταμού (Ελάχιστα ιστορικά όρια της
Ελληνικής Ηπείρου). Από Νότια:
Αμβρακικός Κόλπος.
(2) Τα Βόρεια σύνορα κατά
τους αρχαίους χρόνους, έφθαναν ακόμη βορειότερα, πλην όμως οι πληθυσμοί που
κατοικούσαν στο διαμέρισμα αυτό, συμπιέστηκαν προς Νότο από τις επιδρομές των «Ιλλυριών» αρχικώς και των Ρωμαίων αργότερον, αφού οι Ιλλυριοί
είχαν εξοντωθεί από τους Ρωμαίους, τα υπολείμματά τους αφομοιώθηκαν από τους
Έλληνες και έτσι οι Ιλλυριοί ως λαός εξαφανίστηκαν ιστορικώς!!!.
(3) Σήμερα τα Βόρεια όρια της Νότιας Ελεύθερης
Ηπείρου, αναγνωρισμένα διεθνώς, είναι τα Ελληνο-αλβανικά (Ε/Α)
σύνορα που αρχίζουν από το ακρωτήριο Στύλος (απέναντι από την Κέρκυρα). Η
γραμμή των συνόρων με πολλούς ελιγμούς και μήκος 257,6 χλμ. φθάνει μέχρι την
λίμνη Μεγάλη Πρέσπα (ΤΡΙΕΘΝΕΣ Ελλάδος-Αλβανίας-Σκοπίων).
(4) Η ενιαία Ήπειρος είχε αρχική έκταση περίπου
28.500 τ. χλμ. Μετά τις βίαιες
μετακινήσεις των Ελληνικών πληθυσμών, μέχρι και την περίοδον της Τουρκοκρατίας,
στις αρχές του 20ου αι. εκτμάται ότι διεμορφώθη στα 23.000 τ. χλμ. περίπου. Απ’ αυτά 14.000
τ. χλμ. κατέχονται από την Αλβανία (60%) και τα υπόλοιπα 9. 203 τ. χλμ.(40%), ευρίσκονται στο Ελληνικό έδαφος.
2. Ελληνική κυριότητα της Ηπείρου, κατά την Προϊστορική
και Ιστορική περίοδο.
α. Η περιοχή την οποίαν
αντιπροσωπεύει ως εντολοδόχος του Συστήματος, το σημερινό κράτος της Σκιπερίας,
της επιλεγομένης Αλβανίας, είναι κατά το
μείζον μέρος αυτής, η αρχαία Ελληνική Ήπειρος.
Η Ήπειρος είναι μία χώρα ορεινή
και τραχεία, με βαρύ ηπειρωτικό κλίμα (Ο όρος «ηπειρωτικό κλίμα» επεκράτησε
ακριβώς για να καταδείξει τις συνθήκες που επικρατούν στις ορεινές περιοχές),
ιδιαίτερα κατά την διάρκεια του χειμώνος. Ο Όμηρος την ονομάζει «δυσχείμερον»
(ΙΛ:Β/750), δηλαδή εκτεθειμένην στην κακοκαιρία του χειμώνος ή αντιμετωπίζουσα
δυσκολίες κατά τον χειμώνα.
β. Οι Πελασγοί, οι προϊστορικοί και
παλαιότατοι γνωστοί κάτοικοι της Ελλάδος, είναι οι πρώτοι πανάρχαιοι ιδιοκτήτες
της Ηπείρου:
«Ην δε και το των Πελασγών
γένος Ελληνικόν εκ Πελοποννήσου
το αρχαίον, εξ Αρκαδίας εγκατασταθέν εν Ηπείρω, ως
δέχονται πολλοί και όχι Ετρούσκοι εξ Ιταλίας Πελασγοί» (Διονύσιος
Αλικαρνασεύς,1,18).
«Είναι δε όπως ο Έφορος
ισχυρίζεται, κτισμένη(η Δωδώνη) από τους Πελασγούς. Οι δε Πελασγοί
παλαιότατοι κάτοικοι κυριαρχήσαντες εις τον χώρον της Ελλάδος...» (Στράβων,
Γεωγραφικά,Βιβλίον Ζ,7-10).
Χάρτης
της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής της Eνιαίας Ηπείρου (κατά
Στράβωνα), σε σύγκριση με τα σύγχρονα όρια κρατών.
γ. Στην Τροία πολέμησαν μετά των λοιπών
Ελλήνων οι Περραιβοί και οι Αττιντάνες με 22 πλοία που με αρχηγό τον Γουνέα ξεκίνησαν από την Ομηρική πόλη Κύφρο που
βρισκόταν κοντά στην «διοχείμερον Δωδώνη» [ΟΔΥΣΣΕΙΑ, Π/417-ΙΛΙΑΣ: Β/747 μέχρι
750-Αισχύλου (Ικέτιδες), Π/255].
δ. Κατά μαρτυρίες
αρχαίων ιστορικών, με τις οποίες συμφωνούν και οι περισσότεροι σύγχρονοι
ιστορικοί, γεωγράφοι και εθνικολόγοι, η Ήπειρος ήταν Ελληνική και εξετείνετο από του Αμβρακικού
κόλπου μέχρι του Γενούσου ή Σκούμπη ποταμού,
βορείως του οποίου κατοικούσαν άλλες φυλές, διαφορετικές κατά τα ήθη,
τον πολιτισμό και την σωματική διάπλαση. Εντός του χώρου αυτού:
(1) Όπως
λέγεται, και η ιστορία επιβεβαιώνει, τα τοπωνύμια μαρτυρούν ότι κατά την
προελληνικήν εποχήν (1550-1100 π.χ.) έζησαν περί τις 47 εθνότητες της αυτής
καταγωγής, και ότι με την πάροδο του χρόνου οι εθνότητες αυτές συνεπτύχθησαν.
Εκ της συμπτύξεως αυτής, προέκυψαν περί τις 14 συγγενικές φυλές της
ιστορικής περιόδου (Χάονες,
Θεσπρωτοί, Μολοσσοί, Αμβρακιώτες, Αθαμάνες, Αίθικες, Αμφίλοχοι, Αντιντάνες,
Δρύοπες, Δωδωναίοι, Ελλωποί, Κασσωπαίοι, Ορέσται, Παραναίοι, Τυμφαίοι...), οι
οποίες έζησαν και έδρασαν στην Ήπειρο. Όλες επίστευαν στους ίδιους Θεούς,
ελάλουν την αυτήν Πελασγικήν γλώσσα, είχαν τις ίδιες παραδόσεις, τις ίδιες
επιδιώξεις, τα αυτά ήθη και έθιμα. Όλες ανήκαν στην αυτή φυλή, η οποία από την
Δωδώνη, έλαβε το όνομα «Ελληνική». 1
(2) 14 Εθνότητες, κατά τον Θεόπομπο τον ιστοριογράφο
του 4ου π.χ. αιώνος.
(3) 11 Εθνότητες
κατά τον περιηγητή Στράβωνα (67-19 μ.Χ.).
(4) 23 Έθνη (εκτός ετέρων αναφερομένων ως εθναρίων)
κατά τον χρονογράφον Π.Αραβαντινόν (19οςαιών):
Αθάμανες-Αίθικες-Αργυρινοί-Αρκτάνες-Αμφιλόχιοι-Αμβρακιώται-Ατιντάνες-Δαξάριοι-Δρύοπες-Έλινοι-Ελλοποί-Ελυμιώται-Θεσπρωτοί-Κασσιωπαίοι-Κεστρίνοι-Μολοσσοί-Ορέσται-Παρωραίοι-Παραυαίοι-Σελλοί
και Ελλοί-Σελλίονες-Στυμφαίοι ή Τυμφαίοι και Χάονες.
Ο Ψεύδο-Σκύλαξ,2 περιγράφοντας την κατάσταση το 380-360 π.Χ. τοποθετεί τα νότια όρια των
Ιλλυριών, βόρεια της περιοχής των Χαόνων, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι Χάονες δεν μιλούσαν
Ιλλυρικά, και η αποδοχή των Χαόνων στο Κοινό των Ηπειρωτών το 360
π.Χ. επιβεβαιώνουν ξεκάθαρα ότι ήταν ελληνόφωνοι (κατά το αγγλικόν κείμενον).3
(5) «Ταύτα
γένη παλαιά και πολλά, ευανδρούντα και πολυανδρούντα το πάλαι, νυν απορία
μεγάλη κατείληπται και προσαπολωλός έκαστον εστί. Χρόνος γαρ ο μακρός λήθων
φέρει» (Πανυγηρικός λόγος ανωνύμου - 1427/46 μ.Χ.).
Η αρχαία Ήπειρος, ήταν
χώρα που παρήγαγε γαλακτοκομικά και κτηνοτροφικά προϊόντα...Η κοινωνική μονάδα
ήταν η μικρή φυλή, αποτελούμενη από πολλές νομαδικές και ημινομαδικές ομάδες,
από τις οποίες φυλές, πάνω από 70 είναι γνωστές οι ονομασίες, συνεργάζονταν σε
μία μορφή εκτεταμένου συνασπισμού διαμορφώνοντας τις τρεις φυλές:
Των Θεσπρωτών, των Μολοσσών, των Χαόνων. Γνωρίζουμε από την ανακάλυψη εγχάρακτων
επιγραφών, ότι οι φυλές αυτές ήταν ελληνόφωνες (μιλούσαν διάλεκτο δυτικής
Ελλάδας). 5
ε. Κατά τον σύγχρονον χρονογράφον Α. Αραβαντινόν:
«Την Ήπειρον, βάρβαρον
ούσαν6 κατώκησαν οι εκ Θεσσαλίας επιδημήσαντες Πελασγοί, και εις ταύτην εφ’ ικανόν
καιρόν απεδίδετο το όνομα Πελασγία(1529).Αι
αποικίαι των Πελασγών εγκαταστάσαι εις διαφόρους χώρας της Ηπείρου εδιοικούντο
αυτονόμως και ανεξαρτήτως, και εις τας σχηματισθείσας αυτάς αυτονόμους χώρας
απεδόθησαν τα ονόματα των ηγεμόνων, οίτινες τας εκυβέρνησαν, Χαονία δηλαδή εκ του ηγεμονεύσαντος
Χάονος, Θεσπρωτία εκ του Θεσπρωτού
κτλ. Μετά την εκπόρθησιν της Τροίας, καταβάς εκ της Θεσσαλίας εις Ήπειρον ο
υιός του Αχιλλέως Πύρρος ο και Νεοπτόλεμος,κατέσχε την χώραν εκείνην, ήτις
μετωνομάσθη ακολούθως Μολοσσία υπό
του Μολοσσού υιού και διαδόχου του Πύρρου, και από της εποχής του Μολοσσού
ήρξατο η χώρα αύτη, ίνα μετέχη, οπωσούν ηθών και νόμων Ελληνικών».7
«Περί των Ηπειρωτικών
χωρών και των αυταίς γειτνιαζουσών σκότος βαθύ κατέχει την Ιστορίαν από της
ενάρξεως του Χριστιανισμού και κατά το πλείστον μέρος του Μεσαίωνος...Τα
περίεργα συμβεβηκότα και η ακριβής περιγραφή εκάστης χώρας απαιτούσι γραφίδα
αυτόχθονα, κατά δυστυχίαν δε οι εν ταις παρακειμέναις χώραις χρηματίσαντες
πεπαιδευμένοι, παρημέλησαν το τοιούτον καθήκον ή απωλέσθησαν αι συγγραφαί των, και
ως εκ τούτου υπάρχουσιν
αι Ελληνικαί αύται επαρχίαι και εξιδιασμένως η Ήπειρος, το
σκοτεινότερον μέρος της Ελληνικής φυλής, εστερημένον πλείστων ακριβολογιών περί
της Εθνικής και τοπικής αυτού καταστάσεως, κατά τον καιρόν τον προ του
Χριστιανισμού και πολύ μάλλον κατά τας ακολούθους εποχάς».8
Αυτά εγράφοντο το 1856
όταν «τα πάντα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
στ. Οι Μολοσσοί
- ισχυρό Ελληνικό φύλλο - εγκαταστάθηκαν στην Κεντρική Ήπειρο κατά τον 12ο
π.χ. αιώνα, με κέντρο την λεκάνη των Ιωαννίνων, καλούμενη Μολοσσία ή Μολοττία. Ίδρυσαν βασίλειο από των Ομηρικών χρόνων που
επεκτάθηκε σε όλη την Ήπειρο και διατηρήθηκε μέχρι της Ρωμαϊκής κατακτήσεως
(168 π.χ.).
Στο Μουσείο της
Κερκύρας σώζεται επιτύμβια στήλη με τα γράμματα «Μόλωττι Χαίρε» πράγμα που αποδεικνύει ότι οι Κερκυραίοι -
Έλληνες όντες - είχαν επαφές με τους ομαίμους Μολοσσούς.9
Στον αποικισμό της
Ιωνίας, αναφέρονται μεταξύ των άλλων Ελληνικών φύλων που αποίκισαν και οι
Μολοσσοί (Ηρόδοτος 1 - 5β, Κλειώ, 1 - 146). Αποθανόντος του Μολοσσού ατέκνου, τον
διεδέχθη ο αδελφός του Πίελος και μετά τον θάνατον τούτου, δεκαπέντε βασιλείς
απόγονοί του εβασίλευσαν μέχρι του έτους 430, οπότε αναφέρεται ως βασιλεύων
στην Μολοσσίαν, ο Θάρυπος.10
ζ. Κατά τον Πλούταρχο, στον βίο του
βασιλέως Πύρρου (4ος-3ος π.Χ. αιών), ο Θάρυπος ή Θαρύπας εισήγαγε τα Ελληνικά
γράμματα, δηλαδή την Ελληνική παιδεία, αλλά κατά τον Ηρόδοτο τα ονόματα των
γυναικών στην Δωδώνη ήταν Ελληνικώτατα πολύ πρότερον του Θαρύπα.11
η. Βορείως του Αυλώνος, υπήρχε η Ελληνική
Απολλωνία και βορειότερα η Ελληνική Επίδαμνος (Δυρράχιο). Ο Πολύβιος και ο
Αριστοτέλης και μετά ο Διονύσιος ο Περιηγητής (178 μ.χ.), θέτουν σαν αρχήν της Ελλάδος από βορρά την
Ωρικίαν (Ορικόν) πλησίον του σημερινού Αυλώνος.
θ. Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι: «Ελλάς
εστίν η περί την Δωδώνην και τον Αχελώον ην ώκουν οι Σελλοί και οι καλούμενοι τότε
μεν Γραικοί,
νύν δε Έλληνες.»
(Μετεωρ. Δ. 14 - 21 - 22 και Α.35). Από τους Γραικούς και Σελλούς ή Ελλούς της Ηπείρου έλαβαν, κατά μίαν
εκδοχή, το όνομά τους οι Έλληνες.
ι. Στην Ήπειρο, υπήρχε η αρχαία πόλις Δωδώνη,
σπουδαίο πνευματικό κέντρο, περίφημη για το μαντείο της, που ιδρύθηκε επί
Πελασγών. Το Μαντείο της Δωδώνης προέλεγε, συμβούλευε, εδίδασκε και κατηύθυνε
την ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Αυτό αποδεικνύουν και τα αρχαιολογικά ευρήματα της
Δωδώνης, με Ελληνικά γράμματα ερωτήσεις των Ελλήνων προς την Πυθία, από την
προϊστορική εποχή.
ια. Η παρουσία λειψάνων μυκηναϊκής κεραμικής
και χαλκών μυκηναϊκών όπλων της κεντρικής και Δυτικής Ηπείρου, επιβεβαιώνουν
την Ομηρική Παράδοση περί σχέσεως του ιερού της Δωδώνης και της Ηπείρου με την
Αρχαϊκή Ελλάδα (ΙΛΙΑΔΑ, Β/748 - 750).
Στον Δία της Δωδώνης
απευθύνει ο Αχιλλεύς θερμή ευχή (Ομ. ΙΛΙΑΔΑ, Π/233) και στην Δωδώνη λεγόταν ότι
είχε μεταβεί και ο Οδυσσεύς (ΟΔΥΣΣΕΙΑ, Ξ, 327).
ιβ. Οι επιγραφές της Δωδώνης «γνωρίζουσιν
ημίν την αρχαίαν Ηπειρωτικήν διάλεκτον ως μίαν των βορείων Ελληνικών διαλέκτων»
που ήταν όμοιες, η μία με την άλλη, από τα Ακροκεραύνεια μέχρι της Βοιωτίας!12
ιγ. Η Δωδώνη πήρε το όνομα από την ελληνική
λεξη Δρύ (Δωδώ
στα Πελασγικά), διότι οι Ηπειρώτες ήσαν Δρυολάτρες. Εστέφονταν με στεφάνους από κλάδους δρυός, έφερον στον
πόλεμο κλώνους δρυός, αποτύπωναν δρύς στα νομίσματά τους.13 Ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης σημειώνει:
«Δωδώνη, η κοιτίδα και μητρόπολις της Ελληνικής Φυλής και αρχαιοτάτη Ελλάς».
ιδ. Στην περιοχή της Ηπείρου, ανεπτύχθησαν
οι δοξασίες των Ελλήνων και διαδόθηκαν σ’ όλη την Ελλάδα περί ζωής, θανάτου,
παραδείσου, κολάσεως και υπάρχουν τόσοι θρησκευτικοί χώροι των αρχαίων Ελλήνων
όπως ο Άδης, το Νεκρομαντείον, ο Αχέρων ποταμός, η Αχερουσία λίμνη, κ.α.
«Της δε γης της Θεσπρωτίδος έστι
μεν που και θέας άξια ιερόν τε Διός εν Δωδώνη και ιερά του Θεού φηγός. Προς δε
τη Κιχύρω λίμνη τε εστίν Αχερουσία καλουμένη και ποταμός Αχέρων...» (Παυσανίας, Αττικά,
ΧΙΙ,5).
ιε. Ονόματα προελληνικά και ελληνικά πόλεων,
τοπωνυμίων κλπ. αποδεικνύουν κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο, ότι η εθνολογική
υπόσταση των Ηπειρωτών ανήκει στην Αρία ή Ινδοευρωπαϊκή φυλή,14 τις γνωστές ομογάλακτες φυλετικές ομάδες των Ιώνων, Αιολέων, Δωριέων, των
πολυάριθμων Θεσπρωτών / Μολοσσών / Χαόνων κ.α. ελληνικών φυλών.15
ιστ. Η αρχαία ονομασία της κοιλάδος των
Ιωαννίνων είναι Ελ-λοπία. «Ελλοπία : Η ιερή κοιτίδα του Ελληνισμού. Το
θρησκευτικό κέντρο των Δωρικών λαών. Από την κοιτίδα αυτή (Ελλοπία) το
Πελασγικό έθνος εξαπλώθηκε από το Σικελικό Πέλαγος έως την Ιωνία...».16
Ιζ. Αργότερα περί το
375 π.Χ. οι Μολοσσοί συνένωσαν όλα τα ηπειρωτικά φύλα και παραμερίσαντες τις
επί μέρους ονομασίες, ονόμασαν όλους τους κατοίκους Ηπειρώτες. Τότε κόπηκαν και
νομίσματα στα οποία γράφηκε η λ. ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ.
Τετράδραχμο της Ηπείρου. 2ος - 1ος αι. π.Χ.17
ιη. Η λέξη Ήπειρος ετυμολογικώς προέρχεται από την δωρική έκφραση "ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ"[18].
Η λέξη ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ που
αναγράφεται στα αρχαία νομίσματα είναι η δωρική γενική, των Ηπειρωτών.
Η λ. ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ
ετυμολογείται από το α + πέρας που σημαίνει την εκτεταμένη και άνευ πέρατος
ξηρά, προφανώς κατ’ αντίθεση προς τις Ιονίους Νήσους. Στην αρχαιότητα από τους
εντόπιους λεγόταν «Άπειρος» και στην Αιολική διάλεκτο «Άπερρος». Στον Όμηρο
(ΟΔ: Ν/235,Ξ/100,Γ/90-91) αναφέρεται σαν «Απείρη».
«Γρηύς απειραίη,
θαλαμηπόλος Ευρυμέδουσα
την ποτ’ Απείρηθεν
νέες ήγαγον αμφιέλισσα».
«Κείθ’’αλί κεκλιμένη
εριβώλακος Ηπείροιο»
ιθ. «Αρχέγονος Ελλάς Ήπειρος, γράφει ο
Κλαύδιος Πτολεμαίος ( Βιβλίο Γ, κεφ. 13) που αντλεί τις σχετικές πληροφορίες
από τους αρχαίους, Ηρόδοτο, Θουκυδίδη, Ξενοφώντα και Πολύβιο.
κ. Για αιώνες πριν από την Ρωμαϊκή
κατάκτηση η Ήπειρος χωριζόταν στην Παλαιά και στην Νέα Ήπειρο.19 Συγκεκριμένα:
(1) Παλαιά Ήπειρος:
Περιοχή μεταξύ Αμβρακικού κόλπου ακρωτηρίου Ακροκεραυνίων. Αποτελούσε το
θέμα της Νικοπόλεως (Κεραύνεια όρη η
βουνά της Χειμάρας: Οροσειρά
της Β.Η. κατερχομένη προς την θάλασσα,παρά τον κόλπον του Αυλώνος και
σχηματίζουσα τα Ακροκεραύνια. Έχει
υψηλότερη κορυφή 2025 μ.).
(2) Νέα Ήπειρος: Από Ακροκεραύνια προς Β. μέχρι τον Δρίνο
ποτ.στην περιοχή Σκόδρας ή Σκούταρι. Επί Βυζαντινής περιόδου, αποτελούσε το
θέμα του Δυρραχίου.
κα. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ονομαστικά σαν
Έλληνες όλους τους ανθρώπους που ζουν στην Ήπειρο. Και όχι μόνον αυτό, αλλά και
όταν αναφέρει τα φύλα τους και τις πόλεις τους, τα αναφέρει πάντοτε και μόνο,
σε σχέση και αναφορά με τους άλλους
Έλληνες και ποτέ με βαρβάρους (Ευτέρπη: 2,52,58-Ερατώ: 6,127).
κβ. Κατά τους
ιστορικούς χρόνους, οι Ηπειρώτες είχαν στενές σχέσεις με τα άλλα Ελληνικά φύλα
και έλαβαν μέρος σε όλες τις ιστορικές
εκδηλώσεις του Ελληνικού Έθνους. Κατά τους εμφυλίους πολέμους μεταξύ των
Ελληνικών Πόλεων, συμμετέσχον σαν σύμμαχοι με την μία ή την άλλη παράταξη και
συμπολέμησαν με τους άλλους Έλληνες κατά του κοινού εχθρού, των Περσών.
κγ. Ο Πίνδαρος γράφει:
«Ο Νεοπτόλεμος βασίλευε εις την Ήπειρον» (Νεμεονίκες, δ/82-87).
κδ. Ο Βασιλεύς της
Μακεδονίας Φίλιππος Β’ ενυμφεύθη την αδελφή του Βασιλιά των Μολοσσών
Αλεξάνδρου, την Ολυμπιάδα, την κατόπιν μητέρα του Μεγ. Αλεξάνδρου.
κε. Ο Αγησίλαος διεμήνυσε στην πρεσβεία του
Φιλίππου ότι δεν έπρεπε εκείνος να πολεμά τους Αιτωλούς και τους Ηπειρώτες και
τους άλλους Έλληνες που ήσαν αδέλφια τους, αλλά ώφειλε να στραφεί κατά των
Ρωμαίων.
κστ. Ο Βασιλεύς της Ηπείρου, ο Πύρρος (275 π.Χ.)
εξεστράτευσε προς βοήθεια των Ελλήνων της Κάτω Ιταλίας και κατετρόπωσε τους
Ρωμαίους. Έτσι αναδείχθηκε σαν ένας από τους μεγαλύτερους στρατηγούς της
αρχαιότητας, μετά τον Μέγα Αλέξανδρο. Αργότερα όταν οι Ρωμαίοι εξεστράτευσαν
κατά της Ελλάδος υπό τον στρατηγόν Αιμίλιον Παύλον (2ος π.Χ. αι.), εκδικήθηκαν για την ήττα
τους εκείνη. Κατέλαβαν την Ήπειρον, κατέστρεψαν περί τις 70 πόλεις και
εξανδραπόδισαν περί τους 150.000 Έλληνες Ηπειρώτες.
3. Η ηγεσία στο βασίλειον της Ηπείρου, μέχρι
την κατάληψή του από τους Ρωμαίους
4. Η αρχική εμφάνιση των Σκιπετάρων στην περιοχή της
Βορείου Ηπείρου.
α. Παρά το γεγονός ότι
οι μεγάλες δυνάμεις κατεσκεύασαν ένα κράτος που ονόμασαν Αλβανία, οι εγκάθετοι απόγονοι
των φυλάρχων-ληστάρχων
των ορέων, διαχειριστές του σημερινού κράτους, στα επίσημα έγγραφά
τους δεν ονομάζουν το κράτος τους Αλβανία, αλλά Σκιπερία και τους πολίτες του
κράτους δεν χαρακτηρίζουν ως αλβανούς αλλά ως Σκιπετάρους!!!! Γιατί;
Πρός κατανόηση του εκ
πρώτης όψεως παραδόξου αυτού φαινομένου, διευκρινίζονται τα εξής:20
1/. Το όνομα Σκιπετάροι (Α-Σ) 21 έφεραν οι πρόγονοι των σημερινών αποκαλούμενων Αλβανών, από τις αρχές του 15ου
αι. μ.Χ. Κατά την πιθανώτερη εκδοχή, το όνομα Σκιπετάροι δόθηκε σ’ αυτούς, από τους ομόρους λαούς, (Έλληνες, Σέρβους,
κ.α) λόγω των συνήθων δραστηριοτήτων
τους (ορεσίβιες ενασχολήσεις, ληστρικές επιδρομές, κλπ), καθώς και του τόπου
διαμονής τους (ορεινά, υψηλά μέρη),
2/. Το όνομα Αλβανοί είναι ταυτόσημον με το όνομα Σκιπετάροι, αμφότερα δε, έχουν καθαρώς
γεωγραφική σημασία. Προφανώς εδόθη
από τους Έλληνες, αφού οι Σκιπετάροι (Α-Σ),
ιστορικώς, εμφανίστηκαν αιφνιδίως στην περιοχήν, χωρίς εθνική ταυτότητα. Εκ των
Ελλήνων, οι οποίοι είχαν χρησιμοποιήσει πρώτοι τον λόγιον τύπον Αλβανοί και για τους Αρβανίτες,
παρέλαβαν το όνομα και το χρησιμοποίησαν και οι άλλοι λαοί, για τους
Σκιπετάρους.
«…Αλουανοί (Αλβανοί),
Αλανοί, και Βυλλίονες ήτοι Ουελλίονες, ως και Αλλουανία (Αλβανία), κτλ (η υψηλή/ορεινή χώρα)
είναι ταυτόσημα…»22
3/. Μέχρι και τις αρχές του
14ου αιώνος:
.Δεν έχει καταγραφεί στην Ελληνική Γραμματεία
το όνομα Αλβανία που να αφορά σέ τοπωνύμιο ούτε για την περιοχή των Αρβανιτών (εκαλείτο
τότε, αιώνες πριν, Αρβανιτία/Αρβάνων χώρα), ούτε για άλλη εκτός Αρβανιτίας
(στην ενιαίαν Ήπειρον).
.Τα ονόματα Αρβανίτες (Αλβανίτες)- Αλβανοί, εναλλάσσονταν ως
δύο διαφορετικά ονόματα ενός και του αυτού λαού, ο οποίος αρχικώς έλαβε το όνομα
από την περιοχή πού διαβίωνε (Ἄρβανον /Ἄρβανα) και του ορεινού/υψηλού της
περιοχής, αργότερον επεξετάθη βορειότερον (λόγω φυσιολογικής επαφής με όμορες
φυλετικές ομάδες ή εισβολείς από βορρά), κυρίως όμως νοτιώτερον (επαφές με
ομοδόξους και ομοεθνείς Έλληνες).
4/. Η περίοδος αρχικής
εισβολής των προγόνων των σημερινών Αλβανών (Α-Σ) σύμφωνα με κάποιους ερευνητές, ανάγεται
στον 11ο μ. Χ. αἰ. Συνεκτίμηση,
ὅμως, των στοιχείων που προέρχονται από περισσότερες διαθέσιμες πηγές, πού έγινε
με βάση διαφορετικές απόψεις, μας οδηγεί σε περίοδο μετά τον 11ον αι.23 Ἡ περίοδος εκείνη (μεταξύ του δευτέρου μισού του 11ου και 12ου αι.), εξαιρουμένων
ασήμαντων και μεμονωμένων παρουσιών Σκιπετάρων, πιθανολογείται ως ακριβέστερη για
την ιστορική εμφάνιση των Αλβανών /Σκιπετάρων
(Α-Σ) και την εντονώτερη παρουσία τους, σε περιοχές της σημερινής
βόρειας Αλβανίας.
Μέχρι τότε, ΟΥΔΕΜΙΑ
επαφή είχεν υπάρξει μεταξύ των Ελλήνων της ΑΡΒΑΝΙΤΙΑΣ, και των λαθροεισβολέων
φυλάρχων με τις ληστοσυμμορίες τους, των Σκιπετάρων.
5/. Η αρχική κοιτίδα των
(Α-Σ) από την οποίαν ξεκίνησαν και η χρονική διάρκεια μέχρις ότου εισέβαλλαν
στην περιοχή της σημερινής Αλβανίας, δεν έχουν προσδιορισθεί μέχρι σήμερον.
Πολλές θεωρίες διετυπώθησαν, οι περισσότερες των οποίων, τοποθετούν τούς
προγόνους των (Α-Σ) στην αρχαία Δακία ή
Θράκη, ενώ σύμφωνα με άλλη θεωρία, όχι πιθανότερη, σέ περιοχή της σημερινής
ΒΑ Αλβανίας. Ο Βούλγαρος καθηγητής Rusi
Stoikov, ιχνηλατεί τούς (Α-Σ) στην Σκωτία, προφανώς λόγω χαρακτηρισμού της
Μεγάλης Βρετανίας ως γηραιάς Αλβ-ιώνος!!!
Η καταγραφή αυτής της απόψεως, καταδεικνύει την
προχειρότητα, την επιπολαιότητα των ερευνητών αλλά και την σκοπιμότητα, κατά διαταγήν των
διεθνών πλαστογράφων, των κατασκευαστών κρατών, και ανύπαρκτων εθνών, στην αναζήτηση
των αρχαίων ριζών ενός λαού. Εδώ επαναλαμβάνεται εκουσίως ή ακουσίως, το ίδιο
εγκληματικό ιστορικό λάθος από ανιστόρητους ή εγκαθέτους συστημικούς
υπερεθνικιστές, έμμισθους ιστορικούς και ερευνητές, οι οποίοι στηριζόμενοι σε
επικρατήσασες ορολογίες ή τοπωνύμια, ανεζήτησαν τις ρίζες λαών και εθνοτήτων με
μόνον επιχείρημα την κατά την γνώμη τους κοινή ρίζα προελεύσεως!!!
Η Αλβιών είναι το
αρχαιότερο όνομα υπό το οποίον ήτο γνωστή η νήσος της Μεγάλης Βρεταννίας
χρησιμοποιηθέν υπό του Αριστοτέλους. Προφανώς, συνέδεσαν, ακρίτως,
υστεροβούλως, σκοπίμως, ετσιθελικώς, την ρίζαν Αλβ- της Αλβιώνος, με το όνομα Αλβανία.24
Αλλά μήπως και μία άλλη
μερίδα αγραμμάτων ή εγκαθέτων «ιστορικών», δεν συνέδεσε το όνομα των Αλβανών με
την ιστορικώς καταγεγραμμένη περιοχή «Αλβανία» στον μακρυνό Καύκασο; Αλλοίμονον
στους μιαρούς πλαστογράφους της ιστορίας!
6/. Ως προς την επιμονή
των Αλβανών και ελαχίστων άλλων επίδοξων «ανταγωνιστών» του Φαλμεράϋερ, σε
σχέση με τον ιστορικό παροξυσμό του, κατά τους οποίους πρόγονοι των (Α-Σ)
θεωρούνται οι Ιλλυριοί,
διερωτάται κανείς αν θα πρέπει να δίδεται απάντηση, όταν όλοι οι ιστορικοί και
ερευνητές αναζητούν ακόμη, τον τόπο προελεύσεως των προγόνων των σημερινών
Αλβανών, από Ανατολή σε Δύση και πανταχού.
«Και η Ιλλυρία επίσης
σημαίνει την ορεινήν χώραν, την υψηλήν, όπως και η Αλουανία ή Αλβανία…»25
7/. Με βάση τα όσα μέχρι
τώρα έχουμε παρουσιάσει, προκύπτει ότι το όνομα Αλβανοί των (Α-Σ) δεν είναι
Εθνικό. Είναι
γεωγραφικής σημασίας και μόνον. ΟΥΔΑΜΟΥ καταγράφεται στην Ιστορία
κάτι τέτοιο (Εθνική δράσις Αλβανών ως Φυλής ή Έθνους, όπως συνέβη με άλλους
λαούς), μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνος. Κατά
την Τουρκοκρατία δεν υπήρχε Αλβανική εθνότης. Σε Οθωμανικές επιγραφές και πίνακες απογραφής του πληθυσμού της Ηπείρου, ουδαμού αναφέρονται Αλβανοί όπως συνέβη με τις άλλες υπαρκτές εθνότητες (Έλληνες,
Σέρβοι, Βούλγαροι, Εβραίοι, Τσιγγάνοι κ.λπ.). Μόλις το 1878 εμφανίζεται η
«Λίγκα της Πριζρένης –Κοσσυφοπεδίου» (Αλβανόφωνοι) ως ένα τεχνητό εθνοκατασκεύασμα των
ξένων δυνάμεων και της Παπικής προπαγάνδας (συνεπικουρούμενης από Άγγλους
Προτεστάντες και διάφορα Μουσουλμανικά κέντρα αποφάσεως).
Άλλωστε οι (Α-Σ) προτιμούσαν, όπως πράττουν
και σήμερα επισήμως (δημόσια έγγραφα, ΜΜΕ κ.α.) να αποκαλούν την χώρα τους Σκιπερία,
αντί του διεθνούς ονόματος Αλβανία και να διατηρούν το όνομα Σκιπετάροι.
Η Αλβανική εθνότης
και η αλβανική συνείδησις είναι μεταγενέστερα και ξενόφερτα κατασκευάσματα.
8/. Η μνημόνευση από
Βυζαντινούς συγγραφείς του 11ου αι. του ονόματος «Αλβανοί» μας οδηγεί να ανατρέξουμε στην αναζήτηση της πρώτης αρχής
του λαού και χώρας εκ της οποίας προήλθε. Αν ο τύπος Αλβανός ήτο αρχαιόθεν
παραδεδομένος, ως τύπος ονόματος λαού Ιλλυρικού ή άλλου κάποτε εγκατεσταθέντος
εκεί (Ιλλυρία), τότε θα μπορούσαμε να δεχθούμε ότι το όνομα απεδόθη, άγνωστο
πότε, υπό άλλων σε κάποιον λαόν του οποίου αγνοούμε την εθνική και τοπική
προέλευση.
Στην περιοχή, όμως, εκείνη η οποία εκλήθη Νέα Ήπειρος
και πολύ βραδύτερον Αλβανία, ούτε το Αλβανός/Αλβανοί παρεδόθη
αρχαιόθεν ως όνομα λαού, ούτε το Αλβανία ως όνομα χώρας. Κατ’ ακολουθίαν, η
αναζήτησις λαού εις την ως άνω περιοχήν (Ενιαία Ήπειρος –προχριστιανική
Ιλλυρία), με το όνομα Αλβανοί και τόπον κατοικίας ή προελεύσεως με το όνομα Αλβανία
(κατά το Θεσσαλία –Θεσσαλοί, Αιτωλία –Αιτωλοί, Αχαία –Αχαιοί κ.α), είναι ματαία
και ιστορικώς αβάσιμος.
9/. Η πρώτη ιστορικώς
καταγεγραμμένη αναφορά για Αλβανούς στην ξένη γραμματεία, γίνεται από τους
Σέρβους σε δωρητήριο έγγραφό του Σέρβου
Ζουπάνου Νεμάγια (1198). Δεν αφορά όμως σε κατοίκους της περιοχής των
Αρβάνων ή νοτίως αυτών, αλλά βορειότερης του ποταμού Γενούσου τοιαύτη (σημερινή
Βόρεια Αλβανία). Το γεγονός ότι οι
Αλβανοί του σχετικού εγγράφου, ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμόν από τους Σέρβους,
το 1288, επιβεβαιώνει την διαφορετικότητα εκείνων των Αλβανών, από τους ήδη Ορθοδόξους Χριστιανούς και
ομοδόξους Έλληνες Αρβανίτες, τους οποίους οι Σέρβοι εγνώριζαν και διεχώριζαν
από τους Αλβανούς!!!26
Σε σχετικό σερβικό
χάρτη του 1350, προσδιορίζεται η
περιοχή της Αρβανι-τίας
(аpбан ИЈА) των Αρβάνων/των Ελλήνων Αρβανιτών, στα σερβικά, με ονομασία
που είναι διαφορετική από εκείνη που στην
σερβική γλώσσα, προσδιορίζονται οι Αλβανοί και η Αλβανία (албанИЈА).
10/. Οι Αλβανοί(Α-Σ) προ
του 13ου αι. ήσαν άγνωστοι στην Βόρειο Ήπειρο και σε πολλές περιοχές της
σημερινής Αλβανίας. Οι Λατίνοι ιστορικοί του 12ου – 13ου αι., ομιλούν περί
Βαγενετών, Αθιγγάνων, κ.α., όχι όμως και περί Αλβανών ή Σκιπετάρων.
11/. Σε όσα έργα Λατίνων
και άλλων χρονογράφων-ιστορικών της περιόδου 11ου -13ου αι. αναφέρονται Αλβανοί και Αλβανία, οι λέξεις αυτές:
α/
Υπονοούν τους Αρβανίτες και την περιοχή τους (Άρβανον/ Αρβωνία/ Άρβανα), αφού
το όνομα Αλβανός
ήταν, όπως προείπαμε, ο λόγιος τύπος του ονόματος Αρβανίτης [Αλβανίτης(κατά
ρωτακισμόν)Αρβανίτης/Αλβανός].27
β/ Προέρχονται από σφάλματα εξ αντιγραφής από παλαιότερους σε
νεώτερους κώδικες ή μεταγενέστερες δόλιες πλαστογραφήσεις, κυρίως ιταλοπαπικών
συγγραφέων, χειρογράφων και κωδίκων του Βατικανού), των ορθών λέξεων Αρβανίτες/Αρβωνίτες
–Αρβανιτία, εξ Αρβάνων ή εξ Αρβώνων.28
γ/ Αφορούν στις ορεσίβιες φυλές βορείως του ποταμού Γενούσου,
με γεωγραφική και όχι φυλετική
σημασία (κυρίως σε περιοχές της σημερινής βόρειας Αλβανίας, από το όρος Γεραμπή
και πάνω). Είναι ξεκάθαρο ότι η ἀρχική σημασία τοῦ ὄρου Ἀλβανία/Αλβανοί εἶναι γεωγραφική.
Προσδιορίζει τήν ορεινή/ υψηλή περιοχή και εκείνους ὅπου διαβιοῦν σε ορεινές/υψηλές
περιοχές, γενικῶς ὀρεσίβιους, κατοίκους χωρίς ἐθνική συνείδηση ἤ συγκεκριμένη
φυλετική ταυτότητα (ἑσμός ὀρεσιβείων ἤ ὁπλοφόρων πού εἶχαν σάν κύρια ἀπασχόληση
τήν ληστεία ταξιδιωτῶν ἤ ἐπιδρομές γιά διάπραξη ληστειῶν).
Συνεχίζεται
1 Ηπειρωτικά, Α΄ Τόμος, Αθαμανικά, Νικ. Χ.
Παπακώστα, Αθήνα, 1967.
2 Ο
Σκύλαξ ο Καρυανδεύς ήταν εξερευνητής του 6ου αιώνα π.Χ., ο οποίος με
εντολή του Δαρείου Α΄ εξερεύνησε και τις ασιατικές ακτές πέρα από τον Ινδό
ποταμό όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος (Μελπομένη, 44). Ο
Ηρόδοτος καταγόταν από τα Καρύανδα της Καρίας. Με το ίδιο όνομα,
αναφέρεται συγγραφέας και εξερευνητής του 4ου αιώνα π.Χ. ο οποίος αντέγραψε και
απέδωσε πιθανότατα με περικοπές και το έργο του Σκύλακος του Καρυανδρέως «
Περίπλους». Για να ξεχωρίζει από τον Σκύλακα του 6ου αιώνα, αναφέρεται ως «Ψευδοσκύλαξ» και το έργο: «Περίπλους
του Ψευδοσκύλακος». Ο Αριστοτέλης αναφέρει το Σκύλακα στα Πολιτικά του, για
αναφορά του στους Ινδούς βασιλείς. Από τον Στράβωνα αναφέρεται στην Γεωγραφία
του (βιβλίο 12, κεφ.4, παρ. 8).
3 Hammond, NGL (1994). Φίλιππος της Μακεδονίας. Λονδίνο, UK: Duckworth.
4 Στις αρχές του 20ου
αι. όλοι σχεδόν, οι επιφανείς ξένοι χαρτογράφοι στηριζόμενοι στην ιστορικήν
γραμματείαν, βεβαιώνουν την Ελληνικότητα
της Ενιαίας Ηπείρου. Στον χάρτη του Heinrich Kiepert (1902) , ΟΥΔΑΜΟΥ αναγράφεται η λ. Αλβανία ή
αλβανική φυλή, παρά μόνον η λ. ΗΠΕΙΡΟΣ και τα αρχαία ελληνικά
φύλα-έθνη.
5 Crew, P. Mack.
The Cambridge Ancient History - Η
επέκταση του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου, Όγδοος και Εβδομος αιώνας π.χ. Μέρος 3
Τόμος 3, p. 284.
6 Την λέξη «βάρβαρος», την χρησιμοποιούσαν οι
Αθηναίοι για να χλευάζουν άλλες ελληνικές φυλές και κράτη, (π.χ. Ηπειρώτες,
Ηλείους, Μακεδόνες και Αιολείς ομιλητές) με έναν υποτιμητικό και πολιτικών
κινήτρων τρόπο [ΣΣ: Και να
αναδεικνύουν την κατ’ αυτούς υπεροχήν τους έναντι των υπολοίπων ελληνικών
πόλεων και φύλων] (Λεξ. Liddell & Scott) και δεν είχε την έννοιαν, την
οποίαν απέδιδαν οι Έλληνες στους αλλογενείς και αλλογλώσσους, μη Έλληνες, για
να επισημάνουν την διαφορετικότητά τους. Τότε η σημασία της λ. βάρβαρος
ανεφέρετο στο θέμα της γλώσσας δηλ. αυτός που δεν μιλούσε την Ελληνική
γλώσσα (Βλέπε την λέξη «βαρβαρίζειν» ή την λέξη «βαρβαρόφωνος» στην Ηλιάδα
(2.867), Ρωμ. 1:14, 1 Κορ. 14:11, Oxford English Dictionary).
7 Χρονογραφία της Ηπείρου, των τε ομόρων
Ελληνικών και Ιλλυρικών χωρών, Α. Αραβαντινός, Αθήναι, 1856, τ.1ος,σ.1.
8 Χρονογραφία της Ηπείρου,Π. Αραβαντινός,1856,τ.1ος,σ.11.
9 Κερκυραϊκά
υπομνήματα, Φρ. Αλβάνας, Κέρκυρα, 1896.
10 Χρονογραφία της Ηπείρου,1856,τ.1ος,σ.1.
11 Ηπειρωτικά, Δημ. Σιωμοπούλου, Ιωάννινα 1975, σ.
225- 230.
12 Η συναρπαστική Ιστορία του Ιερού της Δωδώνης,
εφ. Βήμα, 17-3-1973.
14 Ινδοευρωπαίοι
και Έλληνες, Αναζητώντας την Αλήθεια, Η Ταυτότητα Των Ελλήνων, Σπυρίδων Αρώνης,
Θεσσαλονίκη, 2007,σ.222-231.
15 Εθνικότης των αρχαίων Ηπειρωτών, Ηπειρωτική
Εστία, 1954, Σωτ. Δάκαρης - Δωδώνη (Ιστορική πραγματεία), Κώστας Μιχαηλίδης,
Ιωάννινα,1960.
16 Η Δωδώνη - Ιστορική πραγματεία - Κώστας
Μιχαηλίδης, Ιωάννινα, 1960.
17 Το αργυρό Κερκυραίϊκο τετράδραχμο της Ηπείρου
του 2ου-1ου
αι. π.Χ.
απεικονίζει της κεφαλές του Δωδωναίου
Διός και της Διώνης. Ο Δίας είναι
στεφανωμένος με φύλλα
βελανιδιάς,
ενώ η Διώνη φοράει πέπλο και χιτώνα. Το νόμισμα φέρει επιγραφή με τον αριθμό
71. Η πίσω όψη που φέρει την επιγραφή ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ
στο δεξιό άκρο και απεικονίζει έναν ταύρο που χυμάει και ένα ρόπαλο με την λαβή
στα αριστερά, έχει γύρω γύρω ένα στεφάνι από φύλλα βελανιδιάς. Το κέρμα έχει
διάμετρο 28,5 χιλ. και ζυγίζει 9,77 γραμ..
Πηγή: John
Ward
(1832-1912) και Sir
George
Francis
Hill
(1867-1948), επιμ. (1902)
(στα
Αγγλικά).
Greek coins and their parent cities. Λονδίνο: Murray. Ανακτήθηκε
στις 12 Οκτωβρίου 2009.
18 Η Ιστορία της Ηπείρου,
εκδόσεις Δωδώνη, 1982 ---- Χαράλαμπος Γκούβας: Η Ιστορία του Νομού Πρέβεζας, έκδοση
2009.
19 Donald M. Nicol,
Καθηγητής Πανεπ. του Λονδίνου-Ηπειρωτική Εστία, 1973, σ. 199 «Το Δεσποτάτο της
Ηπείρου» μετάφρ. Περ. Λεύκα.
20 Περισσότερες
λεπτομέρειες για τους Ιλλυριούς και Σκιπετάρους, σε ιδιαίτερο κεφάλαιο, κατά
την ανάλυση του θέματος, προσεχώς,
«΄Ελληνες Αρβανίτες και Αλβανοί Σκιπετάροι».
21 Πιθανότερες εκδοχές
ετυμολογικής ερμηνείας της λ. Σκιπετάρος:
-Schioppo ή Schioppetia (Λατιν): Τυφέκιο
Schioppetar = οπλοφόρος.
-Σκήπτρον = ράβδος, βακτηρία
(χρησιμοποιούμενη και ως ρόπαλο και
Skapt =δόρυ) (οι ζώντες ή ανερχόμενοι στα όρη συνήθως χρησιμοποιούν
βακτηρία)– Σκηπτός =κεραυνός, εν- σκήπτω =εξακοντίζω, ορμώ επάνω (όπως λ.χ. οι
ληστές ή οι αετοί από ψηλά (Στα αλβανικά ο αετός λέγεται σκιπ-όνι).
-Ορεινός (Κ. Αμάντου, οι Βόρειοι
γείτονες της Ελλάδος, Αθήναι, 1923).
22 Πελασγοί,
Νικ. Ελευθεριάδου, εκδ. ΚΑΚΤΟΣ, 1997, σ.270-272.
23 Ο Jirecek γράφει ότι
«οι Σλάβοι απωθούν προς νότο και προς τα Αδριατικά παράλια τους Σκιπιτάρους οι
οποίοι μόλις τον 11ο αι. γίνονται
αισθητοί στο Δυρράχιο, αλλά τον 14ο αι. στο Κατταρο (παραλιακή πόλη του
Μαυροβουνίου, Σλαβικά Kotor και ΝΑ της Σκόδρας). («Albanien in der
Vergangehet», «Illyrisch –Albanisch Porschungen 1, 1916, σ. 69-70)
24 Αλβιών ή Αλβίων αποκαλούνταν κατά την
αρχαιότητα η Αγγλία. Η ονομασία αυτή, πιθανώς κέλτικης προέλευσης (Alb-
iu= alb- «ψηλό όρος»), απαντά
από τον 6ο αι. π.Χ. στα κείμενα Ελλήνων και Ρωμαίων ιστορικών.
Σύμφωνα με μια άλλη
εκδοχή, η ονομασία προέρχεται από την λατινική λέξη albus (λευκός) από το χρώμα
των νότιων ακτών του Ντόβερ, που ήταν λευκές λόγω των ασβεστολιθικών
πετρωμάτων.
25 Όπως
υποσ. 22.
26 Μεγάλη Αμερικανική
Εγκυκλοπαίδεια, τ. 2ος σελ. 122-127, εκδ. 1970, Κ. Εμμανουήλ –Δ. Κιτσιά και Σία
27 Οι Γκέκηδες
αποτελούσαν τους αγριότερους κατοίκους της χώρας και κατοικούσαν την λεγομένη
«Γκεγκαρίαν η Γκεκουριάν» που εκτείνεται από το Καταρον έως την Ερζεγοβίνην με
πρωτεύσαν την Σκόδρα. Οι Μαρδίτες που ομιλούσαν το ιδίωμα των Γκέγκηδων ήσαν
φανατικοί Παπικοί, διεσπαρμένοι εις την περιφέρεια της Κρόιας και κατοικούσαν
τα βουνά, τα ένθεν και εκείθεν του Δρίνου ποταμού. Η εξόμωσις ήταν άγνωστος και
ετιμωρείτο διά θανάτου.
Κατά τους ιδίους τους Αλβανούς, το όνομα
«Σκιπετάρ» προήλθε από τη ρίζα Σκιπ (Σκιπ-όνι) που σημαίνει
αετός, αυτοκληθέντες ούτω Αετιδείς.
Σε έγγραφά της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας
της Βενετίας στα τέλη του 15ου αιώνος η λέξη Αλβανός ερμηνεύεται «Έλληνες από την Ήπειρο και την Πελοπόννησο,
χωρίς να αμφισβητείται η ελληνική συνείδησή τους».
28 Άρβων-ωνος (ο).
Πόλις της Ιλλυρίας (Πολυβίος, 2, 11). Από τον Στέφανο Βυζάντιο αναφέρεται ως
Αρβών (οι κάτοικοι Αρβώνιοι ή Αρβωνίται).
Μεγάλη Ἀμερικανική Ἐγκυκλοπαίδεια, τ.
2ος σέλ. 122-127, ἔκδ. 1970, Κ. Ἐμμανουήλ –Δ. Κιτσιά καί Σία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου