Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ (ΣΚΙΠΕΡΙΑ) ΚΑΙ ΤΟΥΣ «ΑΛΒΑΝΟΥΣ»/ΣΚΙΠΕΤΑΡΟΥΣ
     Α λαστόρων προτεκτοράτον των ΗΠΑ.1
                    Λ ευκή Χώρα2
                    Β ατικανού και Αυστρο-Ουγγαρίας έκτρωμα.
                    Α ρπακτή γη, Ελληνικής κυριότητος.3
                    Ν εοελληνικής Ιστορίας πλαστογραφία.
                     Ι λλυρικής ιστορίας σφετεριστής.
                    Α ντρον Ανήμερων Σκιπετάρων.4

Καρικατούρα αναπαριστώντας την «Αλβανία» με το επίσημο όνομά της ΣΚΙΠΕΡΙΑ (SHQIPERIA), σε κατάσταση… άμυνας απέναντι στους γείτονές της. Το Μαυροβούνιο παρουσιάζεται υπό την μορφή πιθήκου, η Ελλάδα ως λεοπάρδαλη και η Σερβία ως φίδι. Το Σκιπετάρικο  κείμενο γράφει: «Φύγετε μακριά μου! Αιμοβόρα πλάσματα!»

ΜΕΡΟΣ 17ον

6. ΑΛΒΑΝΙΑ ΚΑΙ «ΑΛΒΑΝΟΙ»/ΣΚΙΠΕΤΑΡΟΙ (Συνέχεια 16ου μέρους)
η. Ο εισαγόμενος «Αλβανισμός» στην Σκιπερία και ο πανάρχαιος Ελληνισμός των Αρβανιτών
Eκατόν (100) και πλέον χρόνια μετά την κατασκευήν του τεχνητού κράτους της Αλβανίας, το ΣΥΣΤΗΜΑ εφρόντισεν να εμφυσήσει στους Σκιπετάρους τον λεγόμενον Αλβανισμόν, μετασχηματισθέντα σταδιακώς σε Σωβινισμόν/Αλβανικόν Μεγαλοϊδεατισμόν, ένα αφύσικον υπερθνικιστικόν ιδεώδες του «Φυσικού Αλβανικού κράτους», το οποίον με τις…ευλογίες του βαθέος κράτους των ΗΠΑ, της Ε.Ε. και με εκτελεστικόν πειθήνιον όργανόν τους, την Αλβανικήν Μαφία, συντηρεί το συνονθύλευμα των Σκιπετάρων κατσαπλιάδων.
Στην εμφύτευση του «Αλβανισμού» (τεχνητού «αλβανικού» εθνικισμού), και την αφύπνιση της «Αλβανικής συνειδήσεως», καταλυτικόν ρόλον έπαιξαν στο τέλος του 19ου και αρχές 20ου αι., η Ιταλική και η παπική προπαγάνδα, καθώς και η Προτεσταντική «Βιβλική Εταιρεία» του Λονδίνου (το προκάλυμμα της Intelligence Service).
Ο Αλβανισμός είναι εισαγόμενος. Ο κυριώτερος ίσως απόστολος του Αλβανισμού ήταν ο εγκάθετος του Συστήματος γερμανός καθηγητής Gustav Weigand.5 Βλέποντας την κυριαρχίαν του Ελληνισμού στους χριστιανούς κατοίκους και τον φιλελληνισμόν των μουσουλμάνων της περιοχής της σημερινής Κεντρικής και Νότιας Αλβανίας, να διαχέονται ζωηρώς και εμφανώς:
-Δασκάλευε τους κατοίκους, πως ένας «Αλβανός» πρέπει  να σκέπτεται την «Αλβανία» και να κάνει τα παιδιά του γνήσιους «Αλβανούς», πως αντί για Ελληνικά σχολεία χρειάζονται «αλβανικά» και «αλβανοί» παπάδες και λειτουργία στην «αλβανική» γλώσσα, κοντολογίς για να είναι αντάξιοι των πατεράδων τους, έπρεπε να γίνουν αλβανίζοντες, αλβανόφρονες.
Οι Ηπειρώτες όμως ανθίσταντο σθεναρώς και του απαντούσαν ότι ήσαν απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, του βασιληά Πύρου και οι «αλβανοί» (ΣΣ: Εννοούσαν τους Σκιπετάρους) ήσαν αγριάνθρωποι, ουδεμίαν σχέση, ιστορική ή εθνολογικήν, έχοντες με αυτούς!
-Προσυλήτιζε στον παπισμόν τους ορθόδοξους Χριστιανούς, κατηγορώντας τους Έλληνες ιερείς ως αγράμματους και «αιρετικούς», προσφέροντας μάλιστα και «ανταλλάγματα».
-Αγωνιζόταν με πάθος για να εμφυσήσει τον Αλβανισμόν στους Σκιπεταρόφωνους/ «Αλβανόφωνους» (Α-Σ), στους Έλληνες Αρβανίτες και λοιπους Βορειοηπειρώτες, αλλά παράλληλα, πλησίαζε και  τους βλαχόφωνους Βορειοηπειρώτες τους Αρβανιτόβλαχους, προς μύηση στον Ρουμανισμό.
Για το έργο του αυτό ο Weigand αμείφθηκε πλουσιοπάροχα από το Βατικανό, τους Αγγλικανούς και τις Ρουμανικές κυβερνήσεις, όπως αναγράφεται ακόμη και στα Ρουμανικές εγκυκλοπαίδειες Diaconovich, Minerva, Predescu και επιμαρτυρείται σε επίσημα έγγραφα.
Ο γάλλος διπλωμάτης και πολιτικός, Victor Berard, σύγχρονος των συμβάντων, παρέχει ακριβείς πληροφορίες από το στόμα των υφισταμένων τις πιέσεις: «Περνούν και ξαναπερνούν τόσο συχνά από δω οι Γερμανοί στην υπηρεσία της Βουλγαρίας, της Σερβίας, της Ρουμανίας και της Αυστρίας»!.
Κατονομάζει δε τον Γερμανό καθηγητή Weigand, για τον οποίο ακόμη και οι ρουμανικές εγκυκλοπαίδειες αναγράφουν ότι, αμειβόταν πλουσιοπάροχα από τον κρατικό προϋπολογισμό της Ρουμανίας. Όλοι δε οι πράκτορες χρησιμοποιούσαν όλα τα μέσα, για να γίνουν οι άμοιροι κάτοικοι του Ελβασάν και των άλλων περιοχών, «με το ζόρι», αλβανίζοντες, αλβανόφρονες. Ταυτόχρονα διέδιδαν σε όλη την Ευρώπη ότι η Ελλάδα ήταν εκείνη που ασκούσε φιλελληνική προπαγάνδα.
Στην προκλητική και εντελώς αβάσιμη καταγγελία, αγανακτούν και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι. Από τους πρώτους, οι οποίοι αναιρούν τις ψευδολογίες και αποκαθιστούν την αλήθεια, είναι ο Ιταλός Canini:
''Quella supremazia dell' elemento greco non e dovuta alla forza: essa e un naturale portato della superiorita di razza e di civielta, superiorita che esisteva anche nei tempi piu tristi per la nazione ellenica''. Δεν πρόκειται για φιλελληνισμό αλλά για επισημάνσεις υπεύθυνες πνευματικού ανθρώπου.              
Δεν είναι άλλως τε, ο μόνος Ιταλός, ο οποίος δεν ανέχεται την πλαστογράφηση της αισθητής πραγματικότητας. Δυναμική στάση υπέρ των ελληνικών δικαίων τηρεί ο Ιταλός δημοσιογράφος Luciano Magrini,6 ο οποίος με τις ανταποκρίσεις του κατακεραυνώνει την ιταλική πολιτική ηγεσία για την απόσπαση της Βορείου Ηπείρου από την μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα, και υπομένει καρτερικά παντοειδείς διώξεις, μάλιστα και δικαστικές, υπεραμυνόμενος της αλήθειας και του δικαίου.
Ο Ιταλός δημοσιογράφος με σπάνια ευσυνειδησία ενημερώνει τους αναγνώστες της εφημερίδας του, ''Secolo'' της Ρώμης, τονίζοντας ότι οποιοσδήποτε ξένος επισκέπτης της Βορείου Ηπείρου, «γνωρίζει ποιός είναι και τι επιθυμεί ο λαός, τον οποίον η Ιταλία προτίθεται να θυσιάση επί του βωμού των στρατηγικών θεωριών και επιδιώξεων». 
Κόλαφος για το Βατικανό και την Ιταλική κυβέρνηση, που αποδεικνύει εκτός των άλλων, τις ανθελληνικές διεργασίες των αρχών της πατρίδος του σε βάρος του Ελληνισμού της Β. Ηπείρου, αλλά και την αναμφισβήτητη Ελληνικότητα της περιοχής..
Την ελληνικότητα άλλωστε της Βορείου Ηπείρου, ομολογούν τόσο ο τότε πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός των Εξωτερικών της Ιταλίας. Ο πρώτος, Ιωάννης Τζιολίττι (1842-1928), ανερυθρίαστα δηλώνει στον Έλληνα πρεσβευτή στη Ρώμη Κακλαμάνο:
«Αναγνωρίζω ότι η Βόρειος ήπειρος είναι Ελληνική, τα δικαιώματα όμως ενός μικρού λαού, όπως της Ελλάδος, δεν είναι δυνατόν να υπερισχύσωσι των συμφερόντων μιας μεγάλης δυνάμεως, όπως της Ιταλίας».7
Το 1901 τυπώθηκε στην Αθήνα από το τυπογραφείο του Υπουργείου Στρατιωτικών, κατά μετάφραση εκ του γερμανικού από τον ίλαρχο Ευγένιο Ρίζο Ραγκαβή, το βιβλίο του Αυστριακού αντιστράτηγου και Ιππότη του «Τάγματος του Φραγκίσκου Ιωσήφ», Αντωνίου Τούμα φον Βάλδκαμπφ με τίτλο «Ελλάς, Μακεδονία και Νότιος Αλβανία, ήτοι η Μεσημβρινή Ελληνική Χερσόνησος». Από το βιβλίο αυτό αποσπώμεν μερικές φράσεις, αφορώσες στο θέμα μας:
«Το μέγιστον μέρος των κατοίκων τού προς νότον της Χερσονήσου του Αίμου, ανήκει εις το ελληνικόν στοιχείον. Εις τούτο δέον να καταλογισθώσι και αι εξελληνισθείσαι ήδη φυλαί των νοτιοαλβανών ή Τόσκων...» (σ. 176).
«Οι Ηπειρώταί εισίν σήμερον έτι επίσης γενναίοι, ως και κατά την εποχήν του Πύρρου, και η ανάμειξις αυτών μετʹ Αλβανών ουδόλως επηρέασεν επί της αρετής ταύτης...» (σ. 178).
«Η νεοελληνική γλώσσα ωμοίαζε, προ 60 ετών ιδίως, εν Ηπείρω εγγύτατα προς την αρχαίαν ελληνικήν...» (σ. 180).
«Οι Αλβανοί έπονται αριθμητικώς των Ελλήνων.» «Το εγχώριον όνομα των Αλβανών είναι ʺΣκιπιτάρʺ (κάτοικοι των βράχων) ….» (σ. 184).
«Υπό το όνομα Αρβανίται αναφέρονται οι Αλβανοί κατά πρώτον τον 11ov αιώνα» (σ. 184).
«Οι Αλβανοί υποδιαιρούνται εις δύο κυρίως φυλάς, προς βορράν μεν των Γκέκιδων και προς νότον των Τόσκων, ους χωρίζει αρκούντως ακριβώς ο ποταμός Σκούμπης, όστις αποτελεί και το προς βορράν όριον της χώρας περί ης πραγματεύεται το παρόν βιβλίον.» (σ. 185).«Οι Γκέκαι και οι Τόσκαι διαφέρουσιν αλλήλων περισσότερον αφʹ ότι συνήθως υποθέτει τις. Καίτοι η γλώσσα αυτών είναι η αυτή, μετά δυσχερείας εννοούσι αλλήλους και τρέφουσιν αμοιβαίον μίσος, βέβαιον δʹ είναι ότι οι βόρειοι Γκέκαι δύνανται έτι να θεωρηθώσιν ως ημιβάρβαροι, ενώ οι νότιοι Τόσκαι, και ιδίως οι Αλβανοί της Ελλάδος, ίστανται επί ανωτέρας βαθμίδος πολιτισμού.» (σ. 185).«Περίεργον είναι ότι τους εν μεσημβρία Τόσκους χαρακτηρίζει ιδίως ξανθή κόμη και φαιοί οφθαλμοί, ενώ αι βόρειαι φυλαί εισί μάλλον μελαψαί...» (σ. 185).
«Οι Αλβανοί αγνοούσιν τον θρησκευτικόν φανατισμόν των Οθωμανών, ηδύνατό τις μάλιστα να θεωρήση αυτούς ως αδιαφόρως έχοντας προς την εξωτερικήν αυτών λατρείαν. Τα πλείστα των μωαμεθανικών αλβανικών χωρίων δεν έχουν τεμένη, οι δʹ οπαδοί της θρησκείας ταύτης δεν απαξιούσι να συνεορτάζωσι μετά των χριστιανών εορτήν του Πάσχα, καθώς οι ορθόδοξοι Αλβανοί προθύμως συμμετέχουσι της μωαμεθανικής εορτής του Ραμαζανίου.» (σ. 186).
«Άπαντες οι Αλβανοί, είτε χριστιανοί, είτε μωαμεθανοί, μισούν εν τούτοις, εξ ίσου τους Τούρκους, το μίσος δε τούτο εξηγεί το γεγονός ότι μέχρι τούδε ευκολώτερον αφομοιώθησαν μετά των Ελλήνων και των Σλάβων ή μετά των Οθωμανών.».
Είναι προφανές ότι, στο παραπάνω κείμενο:
-Όπου αναφέρονται Έλληνες ή Χριστιανοί Αλβανοί, εννοούνται οι Έλληνες Αρβανίτες..
-Επιβεβαιώνονται όσα ήδη έχομεν καταγράψει περί ταυτοσημίας Αρβανιτών/ Αλβανιτών/Αλβανών, του 11ου αιώνος. Με άλλα λόγια, άλλο σημερινοί Σκιπετάροι/ «Αλβανοί» και άλλο Έλληνες Αρβανίτες/Αλβανοί !!!
-Αντικατοπτρίζεται η ιστορική αλήθεια, περί διαχρονικής Ελληνικότητος της Βορείου Ηπείρου μας.
*
Μετά από όσα αναφέρθηκαν μέχρι τώρα, φρονούμεν πως για τους σώφρονες δεν υπάρχει αμφιβολία τόσον για τον εισαγόμενο «Αλβανισμό» των Σκιπετάρων, όσον και τον διαχρονικόν «Ελληνισμόν» των Αρβανιτών..
Η καινοφανής άποψη που ακούσθηκε ότι δηλαδή μεγάλοι ήρωες του 1821 και των μετέπειτα εθνικών αγώνων υπήρξαν «Αλβανοί», προδίδει επιεικώς μεν σύγχυση με τους Αρβανίτες, τους αρβανιτόφωνους Έλληνες και ιστορική άγνοια, και εάν δεν συμβαίνει το τοιούτον φανερώνει κατευθυνόμενον μισελληνισμόν και τεχνητόν Αλβανισμόν, προς όφελος των δυνάμεων του Συστήματος.
Ο Μάρκος Μπότσαρης, στην μνήμη του οποίου ασεβούν πολλοί, ήταν Έλλην αρβανιτόφωνος, όπως όλοι οι Σουλιώτες. Η ελληνική του συνείδηση φαίνεται και από την περίφημη φράση που είπε όταν πρωτοπάτησε στα Επτάνησα: «Ο Έλλην δεν μπορεί να αισθάνεται ελεύθερος εκεί όπου κυματίζει η Βρεταννική σημαία». Το δε Λεξικό που έγραψε ήταν της αρβανίτικης - όχι αλβανικής - και ρωμαίϊκης απλής (νεοελληνικής). Άλλωστε δεν θα μπορούσε να έχει αλβανική εθνική συνείδηση, διότι κάτι τέτοιο εμφανίζεται μόλις το 1878 με την Λίγκα της Πριζρένης - Κοσσυφοπεδίου και μάλιστα ως τεχνητό κατασκεύασμα ξένων δυνάμεων και θρησκευτικών προπαγανδών.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν η ελληνική επανάσταση θα βρίσκεται στο απόγειό της, ο δημιουργός της σύγχρονης σερβικής γλώσσας και του σύγχρονου κυριλλικού σερβικού αλφαβήτου, Vuk Stefanović-Karadžić (Вук Стефановић Караџић), θα γράψει για τους Βλάχους στο περίφημο άρθρο του ''Σέρβοι και Έλληνες'', που δημοσίευσε η εφημερίδα ''Der Komet'' της Λειψίας, το 1822:
«Παντού στο εξωτερικό γίνονται έρανοι και συγκεντρώνονται χρήματα υπέρ των Ελλήνων'' για να συνεχίσει πως ''οι Έλληνες βοηθούνται μόνο χάριν της αρχαίας δόξας και όχι επειδή το αξίζουν. Διότι την ελληνική επανάσταση δεν την κάνουν οι ίδιοι, αλλά οι Βλάχοι και οι Αρβανίτες...»8
Γεγονός αναμφισβήτητο είναι όμως ότι, οι Έλληνες των ορέων, Βλάχοι, Αρβανίτες (Σουλιώτες, Μωραΐτες και νησιώτες Αρβανίτες) και Σαρακατσάνοι, σήκωσαν και το μεγαλύτερο βάρος του αγώνα.9 Αξίζει να τονιστεί ότι, αρβανίτικα μίλαγε και ο Γέρος του Μοριά, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μακρινής καταγωγής από το χωριό Τσούκα, Βουθρωτού Βορείου Ηπείρου.10
Στην επιστημονική-ανθρωπογεωγραφική έρευνα τώρα, που προετοίμαζε και συγκέντρωνε επιστημονικά στοιχεία για τις εδαφικές διεκδικήσεις που θα προέβαλλαν τα Βαλκανικά έθνη όταν θα έδιωχναν τους Οθωμανούς από τα Βαλκάνια, έχουμε τον μεγαλύτερο Σέρβο -ίσως Βαλκάνιο- ανθρωπογεωγράφο Jovan Cvijic (Јован Цвијић), ο οποίος μετά από επιτόπιες έρευνες στην Ήπειρο και τη Μακεδονία στις αρχές του 20ου αι. έγραψε:
«…ξεκινώντας από το νότον, απ' την Ήπειρο και την νότια Αλβανία μέσω της αποκαλούμενης ηπειρωτικής οδού, αισθάνθηκα πως είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κάποιος τους Έλληνες από τους Τόσκηδες (Τόσκηδες, είναι η φυλή που κατοικεί στη νότιο Αλβανία, κάποιο τμήμα της δε είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί), διότι οι τελευταίοι είναι πλήρως ελληνοποιημένοι και στην γλώσσα και στην θρησκεία και στον τρόπο ζωής...».
θ. Οι Έλληνες Αρβανίτες/Αλβανίτες/Αλβανοί ΟΥΔΕΜΙΑΝ σχέση έχουν  με τους Σκιπετάρους, προγόνους των σημερινών  (Α-Σ)
1/. Τα ονόματα Αλβανός/Αλβανία, μετά την αρχική τους εμφάνιση και παρά τον διαχωρισμόν τους από τα Αρβανίτης/Αρβανιτία, υπέστησαν κατά καιρούς κακοποίηση, (εσκεμμένη ή μη) και εσφαλμένη επεξεργασία-αξιοποίηση από μελετητές-ιστορικούς ερευνητές. Η εσφαλμένη αξιοποίηση των πηγών που αναφέρονται σε Αλβανούς και Αρβανίτες, οφείλεται σε σκοπιμότητα, άγνοια η σύγχυση.
Όλες οι κατά καιρούς γενόμενες διαστρεβλώσεις και παραχαράξεις της ιστορίας, σχετικές με τα ονόματα Αλβανοί-Αρβανίτες/Αλβανία-Αρβανιτία, εξυπηρετούσαν, όπως διαπιστώθηκε εκ των υστέρων, τα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων και σκοτεινούς κύκλους Σκιπετάρων («Αλβανών») κακοποιών. Ό,τι ακριβώς συνέβη επί των ημερών μας, από τους Σκοπιανούς και Κοσσοβοκατασκευαστές, με τα Σκόπια και το Κοσσυφοπέδιο (Κόσσοβο).
Έτσι παρετηρείτο συχνά, να αποκαλούνται Αλβανοί ακραιφνέστατοι και γενναιότατοι Έλληνες του ελληνικού βορρά, αλλά και του νότου. Μοναδικό κριτήριο ήταν το ελληνόρριζο γλωσσικό Αρβανίτικο ιδίωμα, ομόηχο μεν, αλλά διαφορετικό ως προς την σύνταξη και την ερμηνεία των λέξεων, του Σκιπετάρικου/«Αλβανικού», κατάλοιπο των εθνικών περιπετειών του ονόματος Έλλην και των συνεχών δοκιμασιών των προμάχων του Ελληνισμού, παρά το γεγονός ότι τα Αρβανίτικα δεν έχουν σχέση με τα Αλβανικά.
2/. Λόγω της επαφής των Ελλήνων Αρβανιτών με τους βορειοτέρους γείτονες ή τους κατά καιρούς εισβολείς, οι Σκιπετάριοι/(Α-Σ), προσέλαβαν και ελληνικά στοιχεία και σταδιακώς διαμόρφωσαν το δικό τους γλωσσικό ιδίωμα (σημερινή αλβανική γλώσσα). Δεν υπάρχουν όμως κοινές ρίζες μεταξύ της παλαιάς Σκιπετάρικης γλώσσας και της διαλέκτου των Αρβανιτών. Οι (Α-Σ),  ομιλούν την λεγομένη Γκεκική διάλεκτο, ενώ οι Αρβανίτες την λεγομένη Τοσκική.
3/. Μία ενδιαφέρουσα επιστημονική εξέτασις της Τοσκικής διαλέκτου, της οποίας κλάδο αποτελούν τα Αρβανίτικα, φέρει στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία. Κατά το 1854, ο Johann Georg von Hahn, διαπιστώνει ότι οι χρήστες της Τοσκικής εφαρμόζουν σύνταξη, η οποία ομοιάζει πολύ με την ελληνική. Τα συμπεράσματα αφορούσαν στην έρευνα της Τοσκικής διαλέκτου της περιοχής Τεπελενίου.11
4/. Το γεγονός του εκχριστιανισμού των (Α-Σ) το 1288 από τους Σέρβους, επιβεβαιώνει ότι:
α/. Οι (Α-Σ) δεν έχουν σχέση με τους Αρβανίτες (φυλετική, εθνολογική, θρησκευτική ή άλλη). Οι Αρβανίτες αναφέρονται ως «ομόθρησκοι» των λοιπών Ελλήνων/Ρωμηών (Βυζαντινών), τουλάχιστον από τον 11ο αι., δηλ. ήσαν ήδη Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
β/. Οι Σέρβοι γνωρίζοντες την ύπαρξη των ομοθρήσκων τους Ελλήνων Αρβανιτών (από τα Άρβανα), ονόμασαν αρχικώς, τους αγνώστους ορεσίβειους οπλοφόρους που συνήντησαν και εκχριστιάνισαν, Αρμπαούνας, από το τοπικόν/γεωγραφικόν όνομα των Αρβανιτών (ο εξ Αρβάνων ορέων ορεσίβειος), αφού διεπίστωσαν ότι οι (Α-Σ) ήσαν αγνώστου φυλετικής καταγωγής και αρχικής προελεύσεως και δεν ανήκαν σε ιδιαίτερη εθνότητα.
Αργότερα τροποποίησαν στο λεξιλόγιόν τους την λέξη Αλβανία με το Albanija, προς διάκριση από τους Αρβανίτες. Άλλωστε, η ετυμολογική ερμηνεία και της λ. Σκιπετάρ είναι Ορεσίβειος (αυτός που διαβιοί σε υψηλά μέρη, π.χ. όπως ο αετός=Σκιπόνι στα Αλβανικά).
γ/. Οι (Α-Σ) δεν ήσαν γηγενείς όπως οι Αρβανίτες, αλλά επήλυδες.
Εάν οι (Α-Σ) ήσαν γηγενείς θα ησαν γνωστοί στην Αυτοκρατορία και θα  είχαν ήδη εκχριστιανιστεί, όπως όλοι οι Ηπειρώτες της Ελληνικής Αυτοκρατορίας, προ πολλών αιώνων.
Μεταξύ 1348-1349 , ο Σέρβος ηγεμών Στέφανος Ντουσάν, εισέβαλε στην Ήπειρο, με στρατόν του οποίου το μεγαλύτερο μέρος συνέθεταν «Αλβανικά»/Σκιπετάρικα φύλα (φύλαρχοι Piberi, Balsici, Orsini, Topia, κλπ), ομόδοξα τότε των Αρβανιτών, κατέλαβε την Θεσσαλία και Ήπειρο, όπου ήδη ευρίσκοντο Έλληνες Αρβανίτες, τουλάχιστον από τον 12ον αιώνα. Στους φυλάρχους εκείνους, παρεχώρησε ως ανταμοιβή, διάφορα φέουδα ανήκοντα μέχρι τότε, στους Έλληνες Αρβανίτες.
Κατά την περίοδον της Σερβοκρατίας, αναφέρονται τρομακτικά δεινά για τους κατοίκους της Μεσογειακής κυρίως Ηπείρου, από τους Σκιπετάρους/«Αλβανούς» φυλάρχους συμμάχους των Σέρβων, μέχρι του σημείου ώστε πολλοί Αρβανίτες, κ.α. Ηπειρώτες, να κατέρχωνται στα Ηπειρωτικά παράλια και να πωλούνται ακόμη και δούλοι σε Φράγκικα πειρατικά πλοία που περιπολούσαν επίτηδες, γι’αυτόν τον σκοπόν.
Μετά τον θάνατον του Ντουσάν (1355), οι Σέρβοι ξένοι προς τον τόπον, επέστρεψαν σιγά-σιγά στην πατρίδα τους. Οι «Αλβανοί» (Α-Σ) όμως Ορθόδοξοι Χριστιανοί πλέον (ΣΣ: Αρκετοί από τους οποίους είχαν ασπασθεί την αίρεση του Παπισμού, προσηλυτισμένοι από πράκτορες του Βατικανού), όλοι τότε, συνδεόμενοι μετά του αυτόχθονος Ελληνικού πληθυσμού, ιδιαιτέρως με τους Αρβανίτες, με κοινή θρησκεία, κοινό εκκλησιαστικό κλήρο και συγχρωτισμένοι κατά κάποιο βαθμό λόγω γειτνιάσεως, δεν ακολούθησαν το παράδειγμα των Σέρβων. Όχι μόνον δεν επέστρεψαν στην αρχική περιοχή της ιστορικής καταγραφής τους (σημ. Βόρεια Αλβανία), αλλά αυτοανεκηρύχθησαν ηγεμόνες στα φέουδά τους, με την βοήθεια των παπικών της περιοχής,12 αντιμαχόμενοι μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις τους γηγενείς Έλληνες άρχοντες.
  5/. Οι Αλβανοί (Α-Σ) προ του 13ου-14ου αι. ήσαν άγνωστοι στην Βόρειο Ήπειρο και σε όλες, σχεδόν, τις περιοχές της σημερινής Αλβανίας. Οι Λατίνοι ιστορικοί του 12ου – 13ου αι., ομιλούν περί Βαγενετών, Αθιγγάνων, κ.α., όχι όμως και περί Αλβανών ή Σκιπετάρων.
 Σε όσα έργα Λατίνων και άλλων χρονογράφων-ιστορικών της περιόδου 11ου -13ου αι. αναφέρονται Αλβανοί και Αλβανία, οι λέξεις αυτές:
  α/. Υπονοούν τους Αρβανίτες και την περιοχή τους (Άρβανον/ Αρβωνία/ Άρβανα), αφού το όνομα Αλβανός ήταν ο λόγιος τύπος του ονόματος Αρβανίτης.
Τα προλεχθέντα, επιβεβαιώνονται και από ένα Λατινο-Ηπειρωτικόν Λεξικόν (και όχι Λατινο-αλβανικόν), που εκτυπώθηκε στην Ρώμη το 1615.
Σύμφωνα με το παραπάνω Λεξικόν, αμφότερα τα ονόματα Αλβανία ή Ήπειρος (Albani/ Epirus), στην Λατινικήν γλώσσαν, καταγράφονται στην Ηπειρωτικήν/Ελληνικήν γλώσσα, ως  (Arbeni) [και όχι Albani ή Albania..], δηλαδή περιοχή του Αρβάνου, των Αρβανιτών/Αρβανιτία (χώρα). 
Με άλλα λόγια, στην ανύποπτην εκείνη χρονικήν περίοδον, εκδόσεως του λεξικού, πιστοποιείται:
· Η ταυτοσημία:
-Των τριών ονομάτων (Αρβανίτες/Αλβανίτες/ Αλβανοί).
-Των τοπωνυμίων Αρβανιτία και Αλβανία.  
-Από γεωγραφικής απόψεως, των όρων Ήπειρος και περιοχής Αρβάνων (Epirus-Arbeni), όπου κυριαρχούσαν οι Αρβανίτες (Ηπειρώτης= Arnautlar και όχι Albanus-i).
· Η Ελληνικότης τόσον της Ηπείρου, όσον και των Αρβανιτών.
β/. Προέρχονται από σφάλματα εξ αντιγραφής από παλαιότερους σε νεώτερους κώδικες η μεταγενέστερες δόλιες πλαστογραφήσεις των ορθών λέξεων Αρβανίτες/Αρβωνίτες –Αρβανιτία, εξ Αρβάνων ή εξ Αρβώνων.13
γ/. Αφορούν στις φυλές βορείως του ποταμού Γενούσου, ορεσίβιες με γεωγραφική και όχι φυλετική σημασία (κυρίως σε περιοχές της σημερινής βόρειας και βορειοκεντρικής Αλβανίας, από το όρος Γεραμπή και πάνω).
6/.  Για την ελληνικότητα του χώρου έως τον Γενούσο και των κατοίκων οι μαρτυρίες αφθονούν. Κατά τον Vl. Georgiev, η τοπωνυμία είναι πανάρχαιη και αποκλειστικά ελληνική. Κάτω δε του Γενούσου υπάρχουν τα ηπειρωτικά φύλα, αυτόχθονες Έλληνες, αλλά στα παράλια και Έλληνες από την υπόλοιπη μητροπολιτική Ελλάδα και την απέραντη Διασπορά.
Ο Ελληνισμός του ηπειρωτικού τούτου χώρου δεν συρρικνώνεται ούτε κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα ούτε και κατά το μεσαίωνα, διότι τόσο η Ρώμη όσο και η Κωνσταντινούπολη, δηλαδή το αρχικά ενιαίο ρωμαϊκό κράτος και έπειτα το ανατολικό, το λεγόμενο Βυζάντιο, λαμβάνουν και ειδικά μέτρα προστασίας. 
Κατά τον O. Masson, η ανθρωπωνυμία είναι ακραιφνέστατα ελληνική. Ποικίλλεται δε μετέπειτα με ρωμαϊκή. Κατά τους Hammond και Papazoglou τα αρχαιολογικά ευρήματα επιμαρτυρούν την ελληνικότητα από τους μυκηναϊκούς χρόνους. Διαφωτίζουν δε σημαντικά για τις επόμενες περιόδους περιπετειών του Ελληνισμού, οι ιστορικές πηγές, Προκόπιος, Ι. Λυδός, Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, κ.α.14
7/. Ο γεωγραφικός προσδιορισμός στην οροσειρά των Δειναρικών άλπεων και κατά μήκος του Γενούσου ποταμού από τις πηγές του, ο ευρύτερος χώρος φέρει τα ονόματα Άλβανον και συνηθέστερα Άλβανα ή με ρωτακισμό Άρβανα, από τα οποία παράγονται Αλβανός και Αλβανίτης ή παγίως Αρβανίτης.15
Του τελευταίου την παραγωγή ο Stoikov θεωρεί ως ελληνική.16 Σχεδόν δε απόλυτα σημαίνει τον αρβανοτόφωνο/αλβανόφωνο Έλληνα. Εξ' ίσου ενδιαφέρουσα είναι και η διαπίστωση του Trudgill: ''The people themselves are referred to, not as Albanians, but as Arvanites, sing. Arvanitis''.17
8/. Αυτοί οι Αρβανίτες -κατά καίρια επισήμανση του Vladislav Skaric -''...de religion orthodoxe participerent activement a tous les mouvements mationaux grecs, mais non pas en tant qu' Albanais mais comme Grecs''.18 Πολύ ενωρίτερα και σαφέστατα εκφράζεται ο Philippe de Commynes, σε μετάφραση Σπυρίδωνος Λάμπρου:
«Ήσαν άπαντες Έλληνες, ελθόντες εκ των πόλεων ας κατέχουσιν εν Ελλάδι οι Βενετοί, τινές μεν εκ του Ναυπλίου εν Πελοποννήσω άλλοι δ' εξ Αλβανίας, ενώπιον του Δυρραχίου...».19
Προσφυέστατα ο ακαδημαϊκός Αντ. Δ. Κεραμόπουλλος, χρησιμοποιεί τον όρο Αλβανοί εντός εισαγωγικών:
«'Ήδη κατά τον 14ον αι. 10 χιλ. «Αλβανοί» ορθόδοξοι Χριστιανοί μεθ' ελληνικών του βορρά λέξεων εις την γλώσσαν των, εκ φόβου προς τους Τούρκους ή ένεκα τυραννίας των γειτόνων ή πενίας, μιμούμενοι δ' άλλους φυγόντας πρότερον, ήλθον εις Θεσσαλίαν και Μακεδονίαν και Βοιωτίαν και έπειτα και Αττικήν, κατέφυγον δε τω 1392 και εις Πελοπόννησον προς τους ομοφύλους και ομοδόξους Έλληνας και εγένοντο δεκτοί υπό Θεοδώρου του Παλαιολόγου».20
9/. Την ελληνικότητα τους οι Αρβανίτες διαφυλάσσουν και διακηρύσσουν αυτοπροαιρέτως, πάντοτε και παντού, ιδίως κατά την διασπορά τους στην Δύση. Παράδειγμα πειστικό παρέχουν οι Μιχαήλ Μπούας και Αλέξανδρος Μοσχολέων, οι οποίοι το 1597 στην Ελληνική Εκκλησία της Νεαπόλεως Ιταλίας δεν αρκούνται στην αναγραφή των τίτλων τους, Magistri Cappellani, αλλά προσθέτουν με παρρησία την καταγωγή τους, nationis graecae.21
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, στην ελληνική γλώσσα, μάλιστα στην αρχαία, εμπεριέχεται, χωρίς την παραμικρή εθνολογική διαφοροποίηση, και ο όρος Αλβανός.22 Εξ' άλλου, όσοι δεν σχετίζονται με τον Ελληνισμό αυτοαποκαλούνται Σκυπιτάρ, Σκυπιτάροι ή Σκυπιτάρηδες, την δε χώρα τους αποκαλούν Σκυπίρια ή Σκιπερία.23
*
Αυτοί ήσαν οι βασικοί λόγοι, ένεκεν των οποίων επήλθε σύγχυση των μεταγενεστέρων για τους Έλληνες Αρβανίτες, που τους εταύτιζαν με τους ομοδόξους, τότε (13ος-14ος αιών) «Αλβανούς»/ Σκιπετάρους. Ταύτιση που συνεχίστηκε δολίως από τους Σκιπετάρους και Αλβανοκατασκευαστές και ανοήτως, εξ αδικαιολόγητης πλάνης ή αγραμματοσύνης, ακόμη και μετά τους μαζικούς εξισλαμισμούς των Σκιπετάρων, μέχρι των ημερών μας.
Η ταυτοσημία των όρων Αρβανίτες/Αλβανίτες/Αλβανοί και Αρβανιτία/ Αλβανία, ήταν η αφορμή και ταυτοχρόνως το «άλλοθι» για ιστορική πλάνη αλλά και ανίερη εκμετάλλευση και σφετερισμό πολιτισμού αλλοτρίων, (κυρίως των Ελλήνων), από τους Σκιπετάρους και πάντα ενδιαφερόμενον πολιτικώς και γεωστρατηγικώς, για την περιοχήν της «Αλβανίας».
Έτσι η Σκιπετάρικη/«Αλβανική» παρουσία στην Ήπειρο (κατά βάση στην Βόρειο Ήπειρο) και αλλαχού της Ελλάδος, εξελήφθη, ανοήτως, επιπολαίως ή δολίως, ως Αρβανίτικη και αντιστρόφως, με αποτέλεσμα να αποτελέσει αφορμή, δυστυχώς, από ικανόν αριθμόν συγγραφέων, ακρίτως, ανοήτως, επιπολαίως, και άλλους σκοπίμως:
-Ταυτίσεως της Βορείου Ηπείρου, μετά της γεωγραφικώς συνεχομένης σημερινής Κεντρικής και Βόρειας Αλβανίας, ως μιας και της αυτής χώρας, και το χειρότερον: Της ταυτίσεως των «Αλβανών»/ Σκιπετάρων (Α-Σ) με τους Έλληνες Αρβανίτες!!!
-Ταυτίσεως των Ορθοδόξων Ελλήνων Αρβανιτών, των οποίων η παρουσία κατεγράφη σε διάφορες περιοχές της Ελληνικής γης, από τον 11ον μέχρι  και τον 20ον αιώνα, από το Άρβανον, την Θεσσαλίαν και Μακεδονίαν μέχρι την Κωνσταντινούπολη, το Αιγαίον και την Κύπρον), με τους αλλοεθνείς και αλλοδόξους «Αλβανούς»-Σκιπετάρους..
-Διαπράξεως εθνικού εγκλήματος σε βάρος των Αρβανιτών και του Ελληνισμού γενικώτερον, συνεχιζομένου δυστυχώς μέχρι και σήμερον !!! Απλά επειδή μοιάζει στην προφορά, η λέξη Αρβανίτης ή η συναντώμενη στην γραμματεία λ. Αλβανίτης,  με την λέξη Αλβανός, βρήκαν κατά καιρούς, αφορμή μερικοί επιτήδειοι, ανιστόρητοι, εγκάθετοι και αγράμματοι να δημιουργούν θέμα.
Φυσικά δια της επιστημονικής και ιστορικής συγχύσεως των προμνησθέντων όρων, εδόθη η απρόσμενη ευκαιρία και στους μισθωμένους κονδυλοφόρους του Συστήματος, να εξυπηρετήσουν τότε μεν τα συμφέροντα κυρίως του Βατικανού, της Ιταλίας και Αυστρο-ουγγαρίας, σήμερον δε της Σκιπετάρικης ηγεσίας, ελεγχομένης από την Αλβανικήν Μαφίαν και πρωτίστως των υπερατλαντικών αφεντικών-προστατών τους!!
ι.  Η πρόσφατη ανακάλυψη (2018) του αρχαίου Ελληνικού οικισμού (του φρουρίου Παλαιοκάστρου)
Όπως προείπαμε όμως, η Ελληνική γη που σήμερα κατέχεται από τους Σκιπετάρους, δίδει συνεχώς απαντήσεις στους βεβήλους, φαντασιωμένους, πλαστογράφους και σφετεριστές του Ελληνικού πολιτισμού στην Ενιαίαν Ελληνικήν Ήπειρον.
Το  2018 ολοκληρώθηκε η ανασκαφή σε περιοχή της κοιλάδας του Δρίνου που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Macerata. Τα ευρήματά της αποτελούν αποστομωτικήν απάντηση αναφορικώς με την αρχαιότητα και Ελληνικότητα των Βορειοηπειρωτικών φύλων (εν οίς και των Αρβανιτών), σε σχέση με τους Σκιπετάρους-«Αλβανούς».24
Στο Παλαιόκαστρο οι ανασκαφές εστιάσθηκαν στην δυτική πύλη, την κύρια είσοδο της ελληνικής ακροπόλεως (φρουρίου), που χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ., και στην βυζαντινή εκκλησία του φρουρίου, που κατά πάσαν πιθανότητα εκτίσθη τον 5ο – 6ο αιώνα μ.Χ.
Το αρχαίο ελληνικό φρούριο «Παλαιόκαστρον» (ακόμη έτσι λέγεται σήμερα Paleokastro), στην Κοιλάδα του Δρίνου (Ευρύτερη περιοχή της Αρβανιτίας]. Κτισμένο εκεί από τον 4ο αι. π.Χ. Δηλ. τουλάχιστον 16-17 αιώνες, πριν εμφανισθούν οι… «Αλβανοί» στην περιοχή!

Μια ομάδα από το Πανεπιστήμιο Camerino κατέγραψε πληροφορίες γεωφυσικής μέσα στην οχύρωση, στο Μέλαν. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως οχυρωμένες κατασκευές από τις αρχαίες ελληνικές και βυζαντινές περιόδους. Η περιοχή, λόγω της δομής και της ιστορίας της, προσφέρει σημαντική εξέλιξη στην έρευνα, που θα συνεχιστεί, με ανασκαφές το 2019…
ια. Αποτελεί ύβριν για τους Έλληνες Αρβανίτες ο συσχετισμός τους με τους «Αλβανούς»/Σκιπετάρους της σημερινής Αλβανίας.
1/. Οι αρβανιτόφωνοι της Ελλάδος, ενώ αγνοούσαν τελείως τους τύπους Αλβανός-Αλβανία, είχαν συνήθεις τους όρους Arvanit (Αρβανίτης), arvanitika (Αρβανίτικα). Προκειμένου δε περί της γλώσσης, μεταχειρίζονταν το arborist (κατά τρόπον αρβανίτικον).25  Ποτέ τους τύπους Αλβανικά, Αλβανοί και Αλβανία.
Επίσης και άλλα λαογραφικά είδη λ.χ. οι παροιμίες, τα αινίγματα, οι χοροί και τα τοπωνύμια μας παρέχουν ΜΟΝΟΝ τύπους Αρβανίτης, Αρβανιτιά, Αρβανίτικος και τα σύνθετα Αρβανιτοχώρι, Αρβανίτικο κανάλι (Κέρκυρας), Αρβανιτοκερασιά (Μαντινείας) κ.λπ.
2/. Οι Έλληνες Αρβανίτες:
α/. Είναι ένα από τα πολλά φύλλα της Ελληνικής φυλής, όπως οι Σαρακατσαναίοι, οι Βλάχοι της Πίνδου, οι Πόντιοι, οι Καραγκούνηδες και λοιπά, ονόματα που απέκτησαν είτε λόγω του τόπου καταγωγής τους (πχ Πόντιοι, Κρητικοί, Σμυρνιοί, κλπ), είτε λόγω κάποιου άλλου ιδιαίτερου χαρακτηριστικού (πχ οι Καραγκούνηδες, κατά μίαν εκδοχή, από την μαύρη γκούνα που φορούσαν).
β/. Ήσαν δίγλωσσοι. Το αρβανίτικο γλωσσικό ιδίωμα, δεν αρκεί ως επιχείρημα εθνικής διαφοροποιήσεως. Το μόνο αλάνθαστο, ασφαλές και αναμφισβήτητο δείγμα της εθνικότητος είναι η θέληση/εθνική συνείδηση του ατόμου και η συμμετοχή του στους εθνικούς αγώνες.
γ/. Σε καιρό ειρήνης και σε περιπέτειες προ πάντων πολεμικές, απέδειξαν με έργα, την θέλησή τους ότι είναι Έλληνες, μάλιστα δε από τους καλύτερους:
-Πολέμησαν στο πλευρό «ομοθρήσκων» Ρωμηών/Ελλήνων (Βυζαντινών) Αυτοκρατόρων και στρατηγών ή συνεργάστηκαν με αυτούς (από τον στρατηγό Γεώργιο Μανιάκη, μέχρι τον Θεόδωρο Παλαιολόγο.
-Πολέμησαν με πείσμα, κατά την διάρκειαν της Οθωμανικής κατοχής, εναντίον των Οθωμανών αλλά και των «Αλβανών»/Σκιπετάρων (Τουρκαλβανών) και στους αγώνες αυτούς διακρίθηκαν.
-Η οικογένεια των Καστριωτών συγγένευε με τους Μουζάκηδες, τους Αριανίτες και τους Σέρβους ηγεμόνες και δεν είχε σχέση με «Αλβανούς» (Α-Σ). Ο γιός του άρχοντα της Κρόϊας (Κρούγια), Γεώργιος Καστριώτης (1403-1468) αναδείχθηκε στον σφοδρότερο πολέμιο των Τούρκων, νικώντας 4 φορές τον στρατό του Σουλτάνου και κρατώντας ελεύθερη την Ήπειρο μέχρι του θανάτου του (1468).
Πέρασε στην ιστορία με το όνομα Σκεντέρμπεης (Αλέξανδρος ηγεμών) που του είχαν δώσει οι Οθωμανοί για την παλικαριά του. Αυτόν σφετερίσθηκαν οι (Α-Σ) και σήμερα τον προβάλλουν ως εθνικό τους ήρωα!!!26
δ/. Μετά την άλωση της Πόλης, οι Αρβανίτες υπό τον Πέτρο, Μπούα ανακήρυξαν δεσπότη Πελοποννήσου τον Μανουήλ Καντακουζηνό.27
ε/. Ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο κατά τήν διάρκεια τῶν Ὀρλωφικῶν (Χρῆστος Γρίβας, Λαχούρης, Μητρομάρας, κ.α.).
στ/. Υπήρξαν φωτεινά παραδείγματα ηρωϊσμού και αυτοθυσίας κατά την Εθνική Επανάσταση του 1821:
Μποτσαραίοι, με κορυφαίο τον Μάρκο Μπότσαρη
Τζαβελαίοι και λοιποί Σουλιώτες
Αθανάσιος Σκουρτανιώτης
Καπετάνιος Μελέτης Βασιλείου
Στρατηγός Σπυρομήλιος
Οδυσσέας Ανδρούτσος
Ανδρέας Μιαούλης
Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα
Γεώργιος Καραϊσκάκης
Αθανάσιος Διάκος
Νικόλαος Κριεζιώτης και πλήθος άλλοι.
Τρεις Σπετσιώτες Νεομάρτυρες: Σταμάτιος, Νικόλαος, Ιωάννης.
ζ/. Συμμετείχαν ενεργώς στον Μακεδονικό Αγώνα (1903-1905), στους Βαλκανικούς πολέμους και σε όλους τους μεταγενέστερους αγώνες:
.Βαγγέλης Κοροπούλης από τα Κούντουρα (Μάνδρα Αττικής)
.Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης
.Παύλος Μελάς (εχρησιμοποίησε αρβανίτικο ψευδώνυμο: Μίκης Ζέζας (Φίλος) Ζέζας (Μελάς /Μαύρος) καθώς και το αρβανίτικο επώνυμο Δέδες.
.Βασίλης Λάσκος (Πλοίαρχος και Κυβερνήτης του θρυλικού υποβρυχίου «Κατσώνης») και τόσοι άλλοι.
Οι (Α-Σ) δεν είχαν απολύτως κανένα λόγο, να τάσσονται κάτω από έλληνες αρχηγούς. Αντιθέτως, αρνηθέντες την δική τους ιδιομορφία και θρησκεία, τούρκεψαν για να βοηθούν και φυσικά να βοηθούνται από τους Οθωμανούς/Τούρκους. Αυτό έγινε σε όλη την παρουσία τους στις εχθρικές επιχειρήσεις και εναντίον των ξένων χριστιανών Ρώσων, Βενετών κ.λπ. και με την ίδια σκληρότητα εναντίον των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένων και των Αρβανιτών.
Ο διαχωρισμός των Σκιπετάρων/»Αλβανών» (Τούρκ-αλβανών) (Α-Σ) και Ελλήνων Αρβανιτών, είναι οριστικός και αμετάκλητος.
3/. Η χαοτική εθνολογική και πολιτιστική διαφορά, μεταξύ Ελλήνων Αρβανιτών και «Αλβανών»/Σκιπετάρων.
Ἀρβανίτης σημαίνει:
·Απόγονος των πανάρχαιων Πελασγών που κατοικούσαν στην περιοχή της αρχαίας Ενιαίας Ηπείρου από την 2αν χιλιετηρίδα π.Χ.
·Έλλην Αρβανιτόφωνος (δίγλωσσος) προερχόμενος εκ της ευρυτέρης περιοχής των Αρβάνων (Αλβάνων), πιθανώς παλαιότερον και εξ  Άρβωνος (Αρβώνος) και αργότερον Έλλην κατά την εθνική συνείδηση, την καταγωγή και ορθόδοξος Χριστιανός κατά την πίστη. Ηρωϊκός αγωνιστής στους εθνικούς αγώνες, υπέρ Πίστεως και Πατρίδος.
·Σκληροτράχηλος και επιδέξιος πολεμιστής, σφυρηλατηθείς από την ορεινή διαβίωση, που αγωνίστηκε στο πλευρό των Ελλήνων και των Βενετών (Stradioti), για να εμποδίσει την Οθωμανική κατάκτηση ελληνικών περιοχών.28
·Επώνυμο που προσδιόριζε την ξεχωριστή καταγωγή, την τραχύτητα ή την επαγγελματική ιδιότητα του ιδίου ή κάποιου προγόνου του, φέροντος το όνομα. Στην Ήπειρο έλεγαν παλιά «Αρβανίτη» τον βόρειο άνεμο, όχι μόνον επειδή ερχόταν από βορρά (Αρβανιτία), αλλά κυρίως επειδή ήταν άνεμος σφοδρός, σίφουνας «σαν Αρβανίτης».
·Μετανάστης μετά την Άλωση της Πόλης, από την Πελοπόννησο, Ήπειρο, Κρήτη και Κύπρο. Όλοι εκείνοι οι μετανάστες δημιούργησαν τις ιταλοαρβανίτικες κοινότητες, τους γνωστούς ως «αρμπερές» της Κάτω Ιταλίας και Σικελίας και όχι Albani και Albanese, όπως τους μετονόμασαν οι παπικοί και οι Ιταλοί φασίστες του Μουσολίνι (από το 1929).29
·Δερβενοχωρίτης, κάτοικος των Δερβενίων, δηλαδή των στενών ορεινών διαβάσεων (Κιθαιρώνος, Γερανείων, Δερβενακίων), μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Στους Αρβανίτες Δερβενοχωρίτες είχε ανατεθεί η φύλαξη των στενωπών, από τους Οθωμανούς, κατά των ληστών και επιδρομέων. Η αποστολή αυτή έχει σχέση με την εμπειρία των Αρβανιτών που είχαν από τους προγόνους τους, στις στενωπούς των Αρβάνων.
·Αυτό που διαλαλεί ο ακραιφνέστατος Σκυπιτάρος/«Αλβανός», μεγαλοτιτλούχος, εθνικιστής και αγωνιστής για την πατρίδα του Αλβανία Basri-bey:
«Αναγνωρίζομε τον ελληνικό χαρακτήρα της Νότιας Αλβανίας, όπου το υπεραιωνόβιο πολιτισμικό έργο των σχολών της κυριαρχεί ηθικά και εθνικά». (Basri-bey, Ancien Député au Parlementottoman. Président du second Gouvernement national albanais et Chef du Pouvoir Exécutif ad interim (1915-1916). Interné dans les garnisons austrohongroises (1916-1918), L’ Orient débalkanisé et l’ Albanie. Origine des dernières Guerres et Paix future, 5.
Αυτοί είναι οι Έλληνες Αρβανίτες:
· Αρβάνων Ορέων Φύτρα.
· Ρωμηοσύνης ισχυρότατον Στήριγμα.
· Βιγλάτορες Αρχαίας Ηπείρου.
· Αγήνορες Έλληνες Πολεμιστές.
· Νομοφύλακες Εθνικών Παραδόσεων.
· Ιερομνήμονες Ορθοδόξου Πίστεως.
· Τουρκαλβανών (Σκιπετάρων) Φόβητρον.
· Εθνους Ελλήνων Καύχημα.
· Συνοικοδόμοι Ενιαίας/Ελληνικής Ηπείρου.
«Αλβανός»/Σκιπετάρος (Α-Σ) σημαίνει:
·Απόγονος επήλυδων αγνώστου ταυτότητος που εισήλθαν μεταξύ 13ου – 14ου αιώνος, πιθανώς στην περιοχή ΒΑ της σημερινής Αλβανίας και εγκαταστάθηκαν αρχικώς στους ορεινούς όγκους της σημερινής βόρειας και κεντρικής Αλβανίας. Προερχόμενος, κατά κύριο λόγο από την φυλή των Γκέκηδων και δευτερευόντως από τους Μαρδίτες, αμφότεροι χωρίς εθνική συνείδηση.30
·Αυτοαποκαλούμενος Σκιπετάρος ή ανιστορήτως Αετιδεύς.31
·Μουσουλμάνος ή Παπικός, κατά την πίστη, ομιλών την Γκεκική διάλεκτο, εμπλουτισμένη με πολλά στοιχεία της Τοσκικής διαλέκτου και γράφων με την Λατινική γραφή.
·Άρπαξ, ληστής. Η σημασία αυτή προέκυψε από το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις έχουν καταγραφεί συμμορίες Σκιπετάρων που λυμαίνονταν ελληνικές περιοχές και όχι μόνον (τουλάχιστον μέχρι την δεκαετία του 1960).
·Κάτοικος περιοχών βορείως του ποταμού Γενούσου, από αρχικής εγκαταστάσεως, μέχρι της κατακτήσεως της Ενιαίας Ηπείρου από τους Οθωμανούς/Τούρκους.
·Σύμμαχος (συνήθως μισθοφόρος) των ομοθρήσκων κατακτητών Οθωμανών/Τούρκων (εξ ου και το Τουρκαλβανός).
·Αποστάτης μισθοφόρος των Τούρκων. Όταν οι Τούρκοι καθυστερούσαν να πληρώσουν ή δεν πλήρωναν τους Αλβανούς μισθοφόρους (Τουρκαλβανούς), οι τελευταίοι δεν δίσταζαν να αποστατήσουν προς το στρατόπεδο των Ελλήνων και μάλιστα να στρέφονται με ιδιαίτερη σφοδρότητα κατά των Τούρκων.
·Σημερινός Αμερικανολάγνος, έρμαιον της Σκιπετάρικης μαφίας και ενσυνείδητος υποτελής, στο βαθύ κράτος των ΗΠΑ και την Ε.Ε..
Συμπερασματικώς, δεν αφιστάμεθα της πραγματικότητος, εάν ορίζαμε και ερμηνεύαμε το όνομα ΣΚΙΠΕΤΑΡΟΙ, ως εξής:
·Συνονθύλευμα φατριών αγνώστου ταυτότητος.
·Κλεπταποδόχοι Ελληνικής γης.
·Ιλλυριών, κατά φαντασίαν, απόγονοι.
·Πλαστογράφοι Ιστορίας αλλοτρίων.
·Εσμός μαφιόζων, ιθυφάλλων και αντιχρίστων.
·Τουρκικού δόρατος αιχμή.
·Αρβανιτών ιστορίας σφετεριστές.
·Ραδιουργοί ωρκισμένοι Μισέλληνες.
·Ορειγενών ληστών γνήσιοι απόγονοι.
·Ιστουργοί «Αλβανικών» μυθευμάτων.
*
Δυστυχώς, δεν είναι λίγοι, ελλαδίτες και ξένοι ιστορικοί, μελετητές και ερευνητές, που ταυτίζουν τους σημερινούς «Αλβανούς» (Α-Σ) με τους Έλληνες Αρβανίτες. Πολλοί το πράττουν αφελώς και επιπολαίως, αποδεικνύοντες την ρηχότητα των γνώσεών τους και την επιδερμική επιστημονική τους κατάρτιση. Άλλοι, οιηματίες, συγχέουν τους (Α-Σ) με τους Αρβανίτες, βασιζόμενοι σε κείμενα συγγραφέων οι οποίοι έχουν υποπέσει στην παγίδα της πλάνης ή της σκόπιμης διαστρεβλώσεως των στοιχείων, χωρίς να ακολουθήσουν τους βασικούς κανόνες της επιστημονικής κριτικής και αξιολογήσεως (αρχαιότης χειρογράφων / κωδίκων, σύγκριση / ποσοτική –γλωσσική –ετυμολογική –ιστορική, αξιοπιστία συγγραφέων –εκδοτικών οίκων κ.α.).
Δεν είναι ολίγοι όμως, εκείνοι που εκτελούν διατεταγμένην υπηρεσίαν, από «καθοδηγητές» και διαστρεβλώνουν την ιστορική αλήθεια, ομιλούντες για ελληνοποιημένους Αλβανούς ή για ταυτοπροσωπεία Αρβανιτών και «Αλβανών» (Α-Σ)!!!
Αυτό λέγεται παραχάραξις της ιστορικής αλήθειας, σφετερισμός της Ελληνικής ιστορίας και του Ελληνικού πολιτισμού και ανίερον εθνικόν έγκλημα!
Άλλο Αλβανοί (Α-Σ) και άλλο Αρβανίτες (Έλληνες).
ΟΥΔΕΠΟΤΕ υπήρξε πρόβλημα αμφισβητήσεως της εθνικής συνειδήσεως των Αρβανιτών, αφού ουδέποτε μέσα στην ιστορία, τέθηκε τέτοιο θέμα από τους ίδιους τους Αρβανίτες. Υπάρχει, όμως, ένα ζήτημα που έχει να κάνει με την διατήρηση της Αρβανίτικης γλώσσας. Παρατηρείται απουσία κρατικής και συλλογικής απόπειρας που θα συνέβαλε στην διατήρηση αυτής της γλώσσας (Ελληνικής διαλέκτου).
Αυτή η παθητικότητα για αναβίωση της αρβανίτικης γλώσσας, από πλευράς Ελληνικής Πολιτείας, αλλά κυρίως από εκείνους που εκφράζονται σ’ αυτήν, έκανε τα αρβανίτικα να θεωρούνται από τις πιο τρωτές περιφερειακές γλώσσες, αν όχι αποθνήσκουσα, αφού σήμερα ομιλούνται σπανίως, στην Ελλάδα.
Υπεύθυνοι γι’ αυτό το εθνικό ατόπημα, η Ελληνική Πολιτεία και πρωτίστως οι ίδιοι οι Έλληνες Αρβανίτες!!!
Όσες προσπάθειες και να κάνουν οι εχθροί της Πίστεως και της Πατρίδος μας, για εξαφάνιση του γένους των Ελλήνων, ιστορική συνιστώσα του οποίου αποτελούν οι Αρβανίτες, θα αποτυγχάνουν, διότι θα προσκρούουν πάντοτε εις την ασπίδα της Παναγίας της Αρβανίτισσας (Π. Α.):
«Ἑλλήνων Γένος ἀγάλλεται τή σκέπη Σου, λαμπρύνεται τή δόξη Σου. Προσφωνοῦντες Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι κράζουν ἑκάστοτε, τή Σή προνοία: Φύλαττε Ρωμηῶν τό γένος, Παρθένε Ἀρβανίτισσα».32
Ας αφυπνισθούν, λοιπόν, οι απανταχού της γης Έλληνες Αρβανίτες που δυστυχώς ευρίσκονται σε κατάσταση γλωσσικής και πολιτιστικής υπνώσεως και ας δώσουν με την δυναμική επανεμφάνισή τους στην κοινωνία, όπως έχουν κάνει εδώ και πολλές δεκαετίες, οι Έλληνες Πόντιοι, την Εθνικήν απάντησή τους. Δηλαδή:
Άλλο Έλληνες Αρβανίτες και άλλο  «Αλβανοί» -Σκιπετάροι (Α-Σ).

Συνεχίζεται






1 Αλάστωρ<άλαστος>-ορος (ο και σπν. η)=Ασεβής, κακούργος, φονεύς και μιαίνων όσους τον πλησιάσουν, αποτρόπαιος (Λεξ. Σκ. Βυζαντίου, σ. 43).
2 Η ετυμολογία της λέξεως Αλβανία προέρχεται από την ρίζα Αλβ-ή Αλπ-. Ονομάζεται  Λευκή Χώρα, με καθαρώς γεωγραφική σημασία, από το χρώμα της χιόνος που μονίμως σχεδόν σκεπάζει τις λίαν ορεινές περιοχές ή το χρώμα του ηλίου που συχνότατα βλέπουν οι κατοικούντες σε λίαν ορεινές περιοχές (Το λευκό είναι το συνηθέστατο ένδυμα και παραδοσιακή στολή των χωρικών της Αλβανίας). Περισσότερα στην ανάλυση του κεφ. Αλβανία και «Αλβανοί» /Σκιπετάροι.
3 Αρπακτός,ή,όν = Ο παρθείς (αποκτηθείς) με αρπαγήν, κλοπιμαίος.
4 Ανήμερος (ο,η)=  Άγριος, απάνθρωπος.
5 Γκούσταβ Βέϊγκαντ (Weigand Gustav) (1 Φεβρουαρίου 1860 – 8 Ιουλίου 1930): Γερμανός γλωσσολόγος και ειδικός στις βαλκανικές γλώσσες, ειδικά στα Ρουμανικά και Αρωμούνικα (Βλάχικα).
6 Luciano Magrini: Born 2 January 1885, Trieste – Died Milan, 9 December 1957. During the 1912–1913 war he participated as a combattant in support of the Greek cause. He wrote Le isole, l'Albania e l'Epiro: maggio 1912 – giugno 1913: ristampa delle corrispondenze inviate al "Secolo" (Milano: Societa editoriale italiana, [1913]). He was one of nine foreign journalists covering the war who co-signed a letter in July 1913 condemning the Bulgarian atrocities in Serres.
7 Πηγή: Αχ. Λαζάρου, Ελληνισμός και Λαοί Νοτιοανατολικής (ΝΑ) Ευρώπης, Τόμος Δ', Αθήνα 2010, σελ. 627-640.
8 Radovan Samardzic, ''Pisci Srpske Istorije'', κεφάλαιο ''Grci i Srbi'', Beograd 1984. Πέραν του ότι ο Κάρατζιτς που βεβαιώνει πως οι Βλάχοι πρωτοστάτησαν με τους Αρβανίτες και στον ένοπλο αγώνα, την βεβαίωση, την δίνουν και πολλοί άλλοι περιηγητές και ιστορικοί της εποχής, όπως ο Γάλλος Edmond de Belle κ.λπ.
9 Για την μακρινή καταγωγή της οικογένειας Κολοκοτρώνη από τη Βόρειο Ήπειρο (γι' αυτό και δίγλωσση) από το χωριό Τσούκα Αγ. Σαράντα, αναφέρθηκε η ΕΤ2 στην εκπομπή της για την Βόρειο Ήπειρο στις 25 Μαρτίου 1997.
10 Οι Αρβανίτες των νησιών σήκωσαν το βάρος του πολέμου στη θάλασσα. Μιαούλης, Κουντουριώτης, Μπουμπουλίνα, Μέξης, Ύδρα-Σπέτσες-Πόρος-Τροιζήνα-Άνδρος-Νάξος, όλη η ανατολική πλευρά της Πελοποννήσου, ακόμη και ο Κανάρης που γεννήθηκε στην αρβανιτόφωνη Πάργα της Ηπείρου.
Πηγή: Στέφανος Ν. Σωτηρίου, Οι Βλαχόφωνοι του Ευρωπαϊκού και Βαλκανικού Χώρου, Εκδόσεις Πελασγός, 1998.
11 «Η Αλβανική δεν είναι γραπτή γλώσσα και δεν έχει ίδιους χαρακτήρες. Οι Τόσκοι μεταχειρίζονται τους ελληνικούς χαρακτήρες, οι δε Γκέκοι (Α-Σ) τους λατινικούς. Ενίοτε κυριλλικούς…» (Ευγ. Ρίζος-Ραγκαβής, «Ελλάς, Μακεδονία και Νότιος Αλβανία, ήτοι η Μεσημβρινή Ελληνική Χερσόνησος», Αθήναι, 1901).
12 Οι κυριώτεροι ηγεμόνες της περιοχής της Ηπείρου που ανεδείχθησαν εκείνη την περόδον ήσαν:
.Οι «Αλβανοί» Βάλσιοι (Βalsici) στην Σκόδρα, οι Κρασνίτσιοι (Krasnici), οι Δουκάγκιοι στο Αλέσι και οι Τόπια στο Δυρράχιο..
.Οι Αρβανίτες/Αλβανοί, Μπούες, οι Καστριώτες (μετά τους Τόπια) στο Δυρράχιο και την Κρόϊα, οι Σπαταίοι και οι Μουζάκιοι στο Βεράτιον.
13 Σε έγγραφά της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας στα τέλη του 15ου αιώνος η λέξη Αλβανός ερμηνεύεται «Έλληνες από την Ήπειρο και την Πελοπόννησο, χωρίς να αμφισβητείται η ελληνική συνείδησή τους». Άρβων-ωνος (ο): Πόλις της Ιλλυρίας (Πολυβίος, 2, 11). Από τον Στέφανο Βυζάντιο αναφέρεται ως Αρβών (οι κάτοικοι Αρβώνιοι ή Αρβωνίται).
14 Πηγή: Αχ. Λαζάρου, Ελληνισμός και Λαοί Νοτιοανατολικής (ΝΑ) Ευρώπης, Τόμος Δ', Αθήνα 2010, υποσ. 52,54, 55, 56-59, σελ. 627-640.
15 Βλ. Βρανούση, Έρα. Οι όροι ''Αλβανοί'' και ''Αρβανίται'' και η πρώτη μνεία του ομονύμου λαού της Βαλκανικής εις τας πηγάς του ΙΑ' αιώνος. Σύμμεικτα, 1970, τ. 2, σσ. 207-254.
16 Stoikov, έ.α., 47 και σημ. 25. Πβ. και Σιδέρης, Δ. Αθ. Παιανία (Λιόπεσι). Ιστορία - Λαογραφία. Αθήναι, 1965, 41: ''Η λέξη Αρβανίτης σημαίνει τον κάτοικο μιας ωρισμένης περιοχής της Ηπείρου... Ο Αρβανίτης... είναι Ηπειρώτης''.
17 Language, Ethnicity and Intergroup Relations. AP London, New York and San Francisco, 1970, 173.
18 Skaric, Vl. L' attitude des peuples balkaniques a l' egard des Turcs. Revue Internationale des Etudes Balcaniques (RIEB), 1935, τ. 1-2, σ. 583.
19 Βλ. Νέος Ελληνομνήμων, 1922 – 1923, τ.16, σσ. 473-474.
20 Βλ. Πεπραγμένα του Θ' Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη, 1953, σ. 478. Και Vacalopoulos, Ap. Byzantinism and Hellenism. Remarks on the Racial Origin and the Intellectual Continuity of the Greek Nation. Balkan Studies, 1968, vol. 9, p. 108.
21 Νέος Ελληνομνήμων, 1926, τ. 20, σ. 181.
22 Βλ. H. Liddell - R. Scott - Α. Κωνσταντινίδου, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης. Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, λ. άλβος, α, ον. Chantraine, P. Dictionnaire etymologique de la langue grecque. Histoire des mots. Editions Klincksieck. Parts, 1968, λ. αλφός. Ernout, A. et Meillet, A. Dictionnaire etymologique de la langue latine. Histoire des mots. Paris, Librairie C. Klincksiech, 1967, λ. Albus, -a, -um.
23 Πηγή: Αχ. Γ. Λαζάρου, Ελληνισμός και Λαοί Νοτιοανατολικής (ΝΑ) Ευρώπης, Τόμος Δ', Αθήνα 2010, σελ. 643-647.
24 Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Αρχαιολογικό Ίδρυμα των Τιράνων στο πλαίσιο σχεδίου του υπουργείου Εξωτερικών Αλβανίας, που αφορά στα οχυρά του Παλαιόκαστρου και του Μέλανος και των αρχαίων ελληνικών οικισμών στην Κοιλάδα του Δρίνου. Μια άλλη ομάδα από το Πολυτεχνικό Πανεπιστήμιο της Marche πραγματοποίησε μια 3D έρευνα στο αρχαίο θέατρο της Αδριανουπόλεως (πόλεως της περιοχής). Στην μελέτη συμμετείχαν φοιτητές από το Unimc, το Πανεπιστήμιο του Salento, το La Sapienza στη Ρώμη και το Πανεπιστήμιο των Τιράνων. Πηγή: ANSA, 9 Αυγούστου 2018.
-Αρχαία ελληνική ακρόπολις ήλθε στο φως στην Αλβανία, 12 αιώνες ...www.arxeion-politismou.gr › ... › ΕΥΡΩΠΗ › ΗΠΕΙΡΟΣ › ΚΕΙΜΕΝΑ
25 Jam Arvanit e de flas arvanitika = Είμαι αρβανίτης και ομιλώ Αρβανίτικα, έλεγαν οι Έλληνες Αρβανίτες. Δεν έλεγαν είμαι Αλβανός και ομιλώ Αλβανικά!
26 Όπως ακριβώς συνέβη με τους Σκοπιανούς που σφετερίσθηκαν το εθνικό μας όνομα Μακεδονία και τον εθνικό μας ηγέτη Μέγα Αλέξανδρο!
27 «Η δραστηριότητα των Αρβανιτών υπήρξε πάντοτε πατριωτική στον υπέρτατο βαθμό και θαυμάστηκαν ώστε οι Καντακουζηνοί να αναπτύξουν στενότατους δεσμούς μαζί τους και τελικά ο Μανουήλ Καντακουζηνός να αλλάξει το όνομά του και να γίνει Γκίνος (Ιωάννης) και η γυναίκα του από Μαρία, Κούκα (Πορφυρία)... Χαρακτηριστικά ο Χαλκοκονδύλης αναφέρει πως ο Μαχμούτ, έβαλε τους δήμιούς του να κόψουν με πριόνι στα δύο 500 Αρβανίτες…» («Οι Έλληνες Αρβανίτες», Μαρία Μιχαήλ-Δέδε, εκδ. Δωδώνη, 1997, σελ. 192)
28 Όταν η Πελοπόννησος πέρασε στα χέρια των Οθωμανών (1460), οι Αρβανίτες πολέμησαν μαζί με τους άλλους Έλληνες και τους Βενετούς, για να κρατήσουν ελεύθερες τις περιοχές της Μεθώνης, Κορώνης, Μονεμβασίας και Αργοναυπλίας, με βαρύ φόρο αίματος. Όταν καταλήφθηκε η Κορώνη, πολλοί Αρβανίτες κατέφυγαν στην Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κρήτη και Βενετία, όπου τους παραχωρήθηκαν διάφορα προνόμια για τις υπηρεσίες τους.
Οι Αρβανίτες αυτοί φυγάδες και οι απόγονοί τους απετέλεσαν τους περίφημους Stradioti (από το στρατιώτης) που συγκρότησαν τα σημαντικότερα τμήματα μισθοφόρων ιππέων στις πολεμικές συγκρούσεις στην Ιταλική χερσόνησο κατά τον 16ο – 17ο αι. Υπήρξαν περιζήτητοι απ’ όλους τους Ευρωπαϊκούς στρατούς και οι ιστορικοί της εποχής έγραφαν για τους «Estradiots Argoulets» (Αρβανίτες εξ Αργολίδος). Τα ονόματα των Μπουζίκη, Μπόχαλη, Μόρμορη και πολλών άλλων, αναφέρονται στα Ενετικά κατάστιχα. Στο πλευρό των Γάλλων του Λουδουβίκου ΙΒ΄ και αργότερα των Βενετών, πολέμησε και ο περιώνυμος Μερκούριος Μπούας (από την μεγάλη φάρα των Μπουαίων του Ναυπλίου).
29  Το «στρατόπεδο των Ελλήνων» στο Παλέρμο, ονομάσθηκε «Οροπέδιο των Αλβανών».
30 Οι Γκέκηδες αποτελούσαν τους αγριότερους κατοίκους της χώρας και κατοικούσαν την λεγομένη «Γκεγκαρίαν η Γκεκουριάν» που εκτείνεται από το Καταρον έως την Ερζεγοβίνην με πρωτεύσαν την Σκόδρα. Οι Μαρδίτες που ομιλούσαν το ιδίωμα των Γκέγκηδων ήσαν φανατικοί Παπικοί, διεσπαρμένοι εις την περιφέρεια της Κρόιας και κατοικούσαν τα βουνά, τα ένθεν και εκείθεν του Δρίνου ποταμού. Η εξόμωσις ήταν άγνωστος και ετιμωρείτο διά θανάτου.
31  Κατά τους ιδίους τους Αλβανούς, το όνομα «Σκιπετάρ» προήλθε από τη ρίζα Σκιπ (Σκιπόνι) που σημαίνει αετός, αυτοκληθέντες ούτω Αετιδείς.
32 Ο Ιερός Ναός της (Π.Α.) ανεγέρθη στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας (περίπου το 1905) στις Καρυές της Χίου, μετά από αλλεπάλληλα οράματα κατοίκων της περιοχής που έβλεπαν στις κορυφογραμμές μία λυγερόκορμη κοπέλα με αρβανίτικη φορεσιά. Όλοι επείσθησαν ότι ήταν η Παναγία και εξ αυτής της ενδυμασίας της, την ονόμασαν «Παναγία Αρβανίτισσα».
Το 1042-1043, είχαν αποσταλεί  στην Χίο άριστοι πετράδες και κτιστάδες, οι οποίοι ήσαν φερμένοι στην Κωνσταντινούπολη από την Αρβανιτία (βόρεια όρια της Βορείου Ηπείρου –μεταγενεστέρως η Βόρειος Ήπειρος), με τις οικογένειές τους, από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον 9ο τον Μονομάχο. Εκεί έκτισαν την περικαλλή Ιερά Μονή της Χίου.
Η αποστολή των καλύτερων τεχνιτών και υλικών από την Κωνσταντινούπολη στην Χίο, έγινε κατόπιν αποκαλύψεως της Παναγίας εις τους πατέρας Νικήτα και Ιωσήφ, οι οποίοι ασκήτευαν τους χρόνους εκείνους στο Προβάτειο όρος της Χίου. Αυτούς τους οσίους πατέρας έστειλε στην Μυτιλήνη όπου ευρίσκετο εξόριστος υπό του Αυτοκράτος Μιχαήλ Παφλαγόνος, ο Κωνσταντίνος, για να προφητεύσουν στον Μονομάχο ότι μέλλει να βασιλεύσει και ακολούθως να ζητήσουν παρ’ αυτού Ιερόν Ναόν και Αγίαν Μονήν, καθώς και εζήτησαν και του ποθουμένου επέτυχον.

8 σχόλια:

  1. «Αναγνωρίζω ότι η Βόρειος ήπειρος είναι Ελληνική, τα δικαιώματα όμως ενός μικρού λαού, όπως της Ελλάδος, δεν είναι δυνατόν να υπερισχύσωσι των συμφερόντων μιας μεγάλης δυνάμεως, όπως της Ιταλίας»

    Χμμμ.... Έλεος. Πώς ήταν ελληνική, εφόσον η πλειοψηφία των κατοίκων της ήταν Αλβανοί και όχι Έλληνες;

    O Ελευθέριος Βενιζέλος στις 30/12/1918 διατύπωσε τις ελληνικές διεκδικήσεις. Αυτές αφορούσαν στα εδάφη νοτίως μιας νοητής γραμμής που ξεκινούσε από την Αδριατική, 25 περίπου χλμ. βορείως της Χιμάρας, περνούσε βορείως της Πρεμετής, αφήνοντας τα τμήματα των καζάδων Τεπελενίου και Πρεμετής βορείως του ποταμού Αωού (Vjosë) στην Αλβανία, και συνέχιζε προς βορρά στη Μοσχόπολη (Voskopojë) και τη Μεγάλη Πρέσπα, περιλαμβάνοντας και την Κορυτσά - μια περιοχή κατοικούμενη τότε από 128.000 Έλληνες και 95.000 Αλβανούς, σύμφωνα με την τελευταία απογραφή που είχε πραγματοποιηθεί από τις οθωμανικές αρχές στην περιοχή το 1908. Από τους Χριστιανούς όμως, μόνο 30.000 με 47.000 είχαν τα ελληνικά ως μητρική τους γλώσσα. (Wolfgang Stoppel, 'Minderheitenschutz im östlichen Europa', Universität Köln, 2001, σελ. 8)

    «Η (ελληνική) απαίτηση στη νότια Αλβανία (Ήπειρος) στηρίζεται απόλυτα στον ισχυρισμό ότι η πλειονότητα του πληθυσμού είναι Έλληνες. Οι Έλληνες αριθμούν 120.000 και οι Αλβανοί 80.000. Αλλά ποιοί είναι οι ‘Έλληνες’; Τουλάχιστον τα 5/6 από αυτούς [περίπου το 80%] - αν όχι περισσότεροι - είναι Αλβανοί Χριστιανοί του ορθόδοξου δόγματος, Αλβανοί στην καταγωγή και στη γλώσσα, οι οποίοι επειδή αναγνωρίζουν το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, θεωρούνται Έλληνες υπό την έννοια ότι έχουν αφομοιωθεί από την ελληνική κουλτούρα.» (“The Nineteenth Century and After XIX-XX a Monthly Review”, founded by James Knowles, Vol. LXXXVI, July-December 1919, page 645.)

    Το ίδιο διατυπώνει και ο Βρετανός περιηγητής και συγγραφέας Edmund Spencer στο βιβλίο του ‘Travels in European Turkey, in 1850, through Bosnia, Servia, Bulgaria, Macedonia, Thrace, Albania, and Epirus, with a visit to Greece and the Ionian Isles’ (εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1851) στο μέρος εκείνο του βιβλίου που ονομάζει ‘A journey from Ohrid to Janina’, όπου θεωρεί ότι μεγάλο μέρος των Ελλήνων και των ελληνόφωνων του νότου της Αλβανίας, ήταν στην πραγματικότητα Αλβανοί χριστιανοί ορθόδοξοι, οι οποίοι επηρεάστηκαν - γλωσσικά και πολιτισμικά - από την ελληνορθόδοξη εκκλησία και την ελληνική κουλτούρα.

    Το ίδιο αναφέρει η εγκυκλοπέδια Britannica το 1910, ότι δηλαδή υπήρχε ένας πληθυσμός Ελλήνων στην Ήπειρο, που όμως δεν ήταν γνήσιοι Έλληνες (υπονοώντας ότι ήταν πληθυσμός που είχε αφομοιωθεί από τους Έλληνες και ήταν πλέον ελληνόφωνοι): «Υπάρχει ένας αξιόλογος πληθυσμός ελληνόφωνων στην Ήπειρο, οι οποίοι ωστόσο, πρέπει να διαχωριστούν από τους γνήσιους Έλληνες των Ιωαννίνων, της Πρέβεζας και των πιο νότιων περιοχών. Αυτοί μπορούν να υπολογιστούν γύρω στις 100.000.» (Encyclopedia Britannica, section on Albania, 1910, p. 483)

    Ο Βαρώνος John Cam Hobhouse Broughton, αναφερόμενος όχι μόνο στην Ήπειρο, μας λέει για τους ‘Έλληνες’ που είναι Αλβανοί, Βλάχοι ή Βούλγαροι στην καταγωγή, που στην πραγματικότητα δεν είναι ελληνικής καταγωγής αλλά μέλη της Ελληνο-ορθόδοξης Εκκλησίας και γι’ αυτό αποκαλούνται συνήθως και αυτοί ως ‘Έλληνες’ ή ‘Ρωμαίοι’ (Ρωμιοί). (John Cam Hobhouse, A Journey Through Albania and Other Provinces of Turkey in Europe and Asia to Constantinople, during the years 1809 and 1810, (James Cawthorn, London 1813), Vol. II, p. 58)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. «Τελικά μία συνθήκη στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούλιο του 1881, με την οποία η οριοθέτηση μιας (συνοριακής) μεθορίου λιγότερο ευνοϊκής για την Ελλάδα, ανατέθηκε σε μία διεθνή επιτροπή…Η Ελλάδα δεν εγκατέλειψε την πρόθεση της να εισβάλει στη νότια Αλβανία μέχρι που μία ναυτική διαμαρτυρία και αποκλεισμός των ακτών της διενεργήθηκε απ’ τις Μεγάλες Δυνάμεις…Έκτοτε η Ελλάδα πραγματοποίησε κάθε πιθανό βήμα ώστε να αποσπάσει τη νότια Αλβανία απ’ την Τουρκία με μία βαθμιαία διείσδυση και εξελληνισμό του πληθυσμού.» (Stavro Skendi, The Albanian national awakening, 1878-1912, Princeton, N.J. : Princeton University Press, 1967, p. 57)

      Ας δούμε την καταγραφή πληθυσμού που πραγματοποιήθηκε από το II Γραφείο του Ελληνικού Επιτελείου το 1913 και δημοσιεύτηκε το 1919. Ενώ ο πληθυσμός της νότιας Αλβανίας (Βόρειας Ηπείρου) κατηγοριοποιείται σε Ελληνες και Αλβανούς, διαπιστώνεται ότι ως ελληνικά έχουν χαρακτηριστεί όλα τα χριστιανικά χωριά ανεξαρτήτως του εάν οι κάτοικοι τους είναι Έλληνες ή Αλβανοί, ανεξαρτήτως αν η μητρική τους γλώσσα είναι ελληνικά ή αλβανικά.

      Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι η διεθνής επιτροπή συνόρων που συστήθηκε το 1913 για να εξετάσει τη χάραξη των συνόρων της Αλβανίας με την Ελλάδα, είχε να αντιμετωπίσει αστεία τεχνάσματα που δημιουργούσαν οι Έλληνες (προσπαθώντας να δείξουν ότι διάφορες περιοχές της Αλβανίας κατοικούνταν από Έλληνες), όπως αυτό που διηγείται ο λοχαγός Leveson Gower: «Η επιτροπή φτάνει το βράδυ σε κάποιο χωριό. Τους πλησιάζει ένας άντρας που μιλάει ελληνικά και ακούν τον ήχο από το χτύπημα μιας καμπάνας. Δεν θα έπρεπε λοιπόν να βασιστούν σε ένα τόσο 'αδιάψευστο' στοιχείο;...όχι μόνο δεν υπάρχουν Έλληνες στο χωριό αλλά δεν υπάρχει ούτε καν εκκλησία εκεί. Οι Έλληνες έχουν στήσει αυτοσχέδιο καμπαναριό πάνω σ’ένα δέντρο και χτυπάνε την καμπάνα δυνατά για να ξεγελάσουν τους αντιπροσώπους της Ευρώπης.» (Richard Crampton, "The Hollow Detente, Anglo-German Relations in the Balkans 1911-14", London, 1979, p. 128)

      Διαγραφή
  2. "Άλλο Έλληνες Αρβανίτες και άλλο «Αλβανοί» -Σκιπετάροι (Α-Σ)."

    Όχι, δεν ήταν άλλο. Τα ονόματα και τοπωνύμια (Αλβανοί, Άλβανα, Αρβανίτες, Άρβανον) έχουν κοινή ρίζα. Το ότι οι Αρβανίτες/Αλβανίτες σχετίζονταν με τους Ιλλυριούς φαίνεται και από τους βυζαντινούς συγγραφείς. Ο Φραντζής γράφει: «Τω αυτώ δε φθινοπώρω του s&ηβ έτους (6962 ήτοι 1454 μ.Χ.) δηλονότι επανεστάτησαν οι της Πελοποννήσου Αλβανίται κατά των Δεσποτών και των Αυθεντών αυτών». Ο Κριτόβουλος γράφει: «Οι γαρ της Πελοποννήσου Δεσπόται, της Βυζαντίδος αλούσης, ευθύς νεωτερισάντων των εν Πελοποννήσω Ιλλυριών και επαναστάντων αυτοίς…» (Κριτοβούλου, Ιστορία των πράξεων του Μωάμεθ, Β’-Γ’, 1)

    Οι Αρβανίτες στην καταγωγή τους ήταν αλβανικά φύλα - είτε αυτό αρέσει σε μερικούς είτε ΌΧΙ - που ήρθαν σε επιμιξία με τους Έλληνες που συνάντησαν στις περιοχές όπου μετανάστευσαν και εγκαταστάθηκαν, και εξελληνίστηκαν. Πολιτισμικά, κοινωνικά και εθνικά αφομοιώθηκαν πλήρως, και σταδιακά απέκτησαν ελληνική εθνική συνείδηση. Γι' αυτό τον λόγο, αν και έχουν αλβανικές ρίζες, δεν μπορούμε να τους θεωρήσουμε ή να τους ονομάσουμε ως αλβανική εθνική μειονότητα, εφόσο και οι ίδιοι δεν αισθάνονται μειονότητα αλλά Έλληνες, και μάλιστα φανατικοί Έλληνες οι περισσότεροι. Είναι λοιπόν μια ιδιαίτερη εθνοπολιτισμική ομάδα και όχι εθνική μειονότητα. Η ιστορία όμως είναι ιστορία, και εγώ εδώ θα περιοριστώ σε μερικά ιστορικά στοιχεία σχετικά με την καταγωγή των Αρβανιτών, τουλάχιστον εκείνων που πρωτοήρθαν στα ελληνικά εδάφη τον 13ο-14ο αιώνα μ.Χ. προτού αναμειχθούν φυλετικά με τους υπόλοιπους Έλληνες. Και αυτό έχει τη σημασία του, επειδή υπήρξαν και πολλές περιπτώσεις Ελλήνων που εξαλβανίστηκαν και υιοθέτησαν την αρβανίτικη γλώσσα/διάλεκτο (π.χ. οι Αρβανίτες της Άνδρου), λόγω της γειτωνίας των χωριών και των περιοχών τους με γνήσια αρβανίτικα χωριά, αλλά και ηθελημένα σε πολλές περιπτώσεις έτσι ώστε να θεωρούνται και αυτοί ως Αρβανίτες επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και να αποφεύγουν έτσι τις συγκρούσεις με τους μουσουλμάνους Αρβανίτες, την καταπίεση κ.α.

    Υπάρχουν αυτοκρατορικά διατάγματα, αναφορές και ιστορικά κείμενα, ακόμα και παλιά σχολικά βιβλία στα οποια οι Αρβανίτες χαρακτηρίζονται "Αλβανοί". Οι μεσαιωνικές ελληνικές - και όχι μόνο - πηγές περιγράφουν τους πληθυσμούς αυτούς ως Αλβανούς (συνήθως οι λόγιοι) και Αρβανίτες (ή Αλβανίτες), ενώ σε άλλες γλώσσες αποκαλούνταν ως Arbanenses (και Albanenses), Arbanaski, Αρμπερόρ, κ.α. Οι ονομασίες αυτές αφορούν ταυτόχρονα χριστιανικούς και μουσουλμανικούς αλβανόφωνους πληθυσμούς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Η πρώτη γνωστή κάθοδος των Αλβανών άρχισε το 1354 μ.Χ. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός γράφει ότι μετά από κάποια φυσική καταστροφή (ξηρασία) που συνέβη στις αλβανικές περιοχές, κατέβηκαν προς τα κάτω (προς τις νοτιότερες περιοχές, τα αβασίλευτα γένη των Αλβανών με τις οικογένειες τους: «Διατριβόντα δε εν Θετταλία βασιλέα, οι τα ορεινά της Θεσσαλίας Αλβανοί αβασίλευτοι Μαλακάσιοι, Μπούιοι και Μεσαρίται από των φυλάρχων προσαγορενόμενοι, περί δισχιλίους και μυρίους όντες, προσεκύνησαν ελθόντες και υπέσχοντο δουλεύσειν...»

      Ο Άγγελος Έμμος, Βενετός κυβερνήτης της Πελοποννήσου κατά τα έτη 1703-1706, χαρακτηρίζει τους Αρβανίτες: «γένος άθλιον, περιορισθέν μετά των οικογενειών αυτών εις τα κρησφύγετα των όρεων, εν πενιχραίς καλύβαις, αποζών εκ των προιόντων των ποιμνίων, ων αυτοί σχεδόν αποκλειστικώς εισίν οι επιμεληταί.» Ο δε διάδοχος του Φραγκίσκος Γριμάνης (1706-1709), επιεικέστερος, αυτά λέει για την Πελοπόννησο γενικά αλλά και για τους Αρβανίτες ειδικότερα προς τη Γερουσία του: «Η Πελοπόννησος κατοικείται υπό Ελλήνων και Αλβανών, τούτων οι Έλληνες, πολυπληθέστεροι, οικούσι τας πόλεις και καταγίνονται εις το εμπόριον και τη ναυτιλίαν, οι δε Αλβανοί οίτινες τοσούτον έχουσι συγχωνευθή μετά των Ελλήνων, ώστε δεν θεωρούνται αποτελούντες ίδιαν φυλήν αλλ’απλώς διάφοροι τάξιν, είσιν ολιγώτερον εύποροι και πεπολιτισμένοι, διάγοντες βίον πλάνητα και νομαδικόν και διαιτώμενοι το μεν θέρος εις τα όρη της Αρκαδίας, τον δε χειμώνα εις την Ηλίδα και την Αργολίδα και τα παράλια του Φαναρίου (Ερμιονίδα,Τροιζήνα και Επιδαυρίαν).»

      Ευφυώς λοιπόν, ο Κωνσταντίνος Παπαρρήγοπουλος, ο επονομάζομενος και εθνικός ιστορικός συγγραφέας, αντιπαρέρχεται τις αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις γύρω από το θέμα των Αρβανιτών και της καταγωγής τους και λέει ξεκάθαρα τη γνώμη του. Αναφερόμενος λόγου χάρη στη καταγωγή των Σουλιωτών τονίζει: «Ήταν κράμα Ελλήνων και εξελληνισθέντων Αλβανών και εις των επιφανεστέρων γόνων του συνοικεσίου των δυο φυλών του από της 14ης εκατονταετηρίδος αρξαμένου μέχρι της σήμερον. Η Αλβανική εκράτυνε το μάχιμον της ελληνικής πνεύμα, η δε Ελληνική ενεφύσησεν εις την Αλβανικήν, τα ευγενέστερα αισθήματα της φιλομαθείας και της ευνομίας. Τα δύο κάλλιστα προϊόντα του συνδυασμού τούτου υπήρξαν οι Σουλιώται επί της Στερεάς, οι Υδραίοι και οι Σπετσιώται κατά θάλασσαν.» (Κωνστ. Παπαρρηγόπουλος, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», έκδ. 7η μετά προσθηκών, σημειώσεων και βελτιώσεων υπό Νίκου Α. Βέη, εκδόσεις «Σεφερλής», Αθήναι 1955, Τόμος Ε΄ σελ. 441)

      Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Παλαιολόγος, στον επιτάφιο προς τον αυτάδελφό του Θεόδωρο Παλαιολόγο, μας δίνει αξιοπρόσεκτες πληροφορίες για την μετοίκηση χιλιάδων Αλβανών στην Πελοπόννησο, τους οποίους αποκαλεί ‘Ιλλυριούς’, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους και τα ζώα τους όπως χαρακτηρηστικά λέει: «Αλλά και Ιλλυριοί, περίπου μία μυριάδα, αθρόοι μετοίκησαν με τα παιδιά και τις γυναίκες και τα ζώα τους…» (Λάμπρου: «Παλαιολόγεια και Πελοποννησιακά», τ. Β, σ. 41–42)

      Στον σατυρικό διάλογο ‘Ταξίδι στον Άδη’ (Επιδημία Μάζαρι εν Άδου) του βυζαντινού Μάξιμου Μάζαρι, ο συγγραφέας περιγράφει τις επτά γλωσσικές–πολιτισμικές κοινότητες που κατοικούν από κοινού (οικεί αναμίξ γένη) το 1415 στην Πελοπόννησο: Λακεδαίμονες (Μανιάτες), Ιταλοί, Πελοποννήσιοι (Μοραΐτες), Σθλαβίνοι, (Σλάβοι) Ιλλυριοί (Αρβανίτες), Αιγύπτιοι (Τσιγγάνοι) και Ιουδαίοι (Εβραίοι). (D. Α. Zakythinos, Le Despotat grec de Morée, II Athènes 1953, σελ. 1.)

      Ο Φραντζής γράφει: «Τω αυτώ δε φθινοπώρω του s&ηβ έτους (6962 ήτοι 1454 μ.Χ.) δηλονότι επανεστάτησαν οι της Πελοποννήσου Αλβανίται κατά των Δεσποτών και των Αυθεντών αυτών». Ο Κριτόβουλος γράφει: «Οι γαρ της Πελοποννήσου Δεσπόται, της Βυζαντίδος αλούσης, ευθύς νεωτερισάντων των εν Πελοποννήσω Ιλλυριών και επαναστάντων αυτοίς…» (Κριτοβούλου, Ιστορία των πράξεων του Μωάμεθ, Β’-Γ’, 1)

      Διαγραφή
  3. Ο Ίων Δραγούμης - πρόσωπο που τιμούν οι Έλληνες εθνικιστές - αν και ταυτίζει λανθασμένα Έλληνες και Αλβανούς, θεωρεί και αυτός τους Αλβανούς αυτόχθονες στα Βαλκάνια: «...Φαντάστηκα έναν Ελληνισμό μεγάλο, έμορφο, με την δημοτική του γλώσσα, έναν Ελληνισμό πού περιλαβαίνει μέσα του καί την αλβανική ψυχή καί γλώσσα, τη συγγενική του.» (Ίων Δραγούμης, «Ο Ελληνισμός μου και οι Έλληνες») Στο «10 άρθρα στον Νουμά» ο Ίωνας Δραγούμης - ο οποίος να σημειώσουμε ότι καταγόταν από δίγλωσση οικογένεια από την Αλβανία και ότι Δραγούμης ονομαζόταν ένας από τα πρωτοπαλίκαρα του Αλβανού ήρωα Γεωργίου Καστριότι - αν και υποστήριζε την αφομοίωση των Αρβανιτών από τους Έλληνες, θεωρούσε ως πατρίδα και κοιτίδα τους την Αλβανία.

    Ας δούμε και ένα άγνωστο μέχρι σήμερα κείμενο του Ίωνα Δραγούμη, που δημοσιεύτηκε πριν μερικά χρόνια στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία (στις 27 Μαρτίου του 2011) με τίτλο: «Αθήνα, η πρωτεύουσα της Κάτω Αλβανίας». Πρόκειται για ένα σενάριο «υποθετικής ιστορίας» (virtual history), σε έκθεση που συνέταξε για τον υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Σκουζέ ως υποπρόξενος στο Ντεντέαγατς (τη σημερινή Αλεξανδρούπολη). Αντικείμενό του, το ενδεχόμενο μιας διαφορετικής εθνικής εξέλιξης των Αρβανιτών της νότιας Ελλάδας, αν εξωτερικές επιρροές είχαν ευνοήσει μια πρόωρη «αφύπνιση» του αλβανικού εθνικισμού πριν η επανάσταση του 1821 εντάξει οργανικά αυτούς τους πληθυσμούς στο νεοελληνικό έθνος. Ολόκληρη η έκθεση φυλάσσεται στο προσωπικό αρχείο του Ίωνα, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη (Εν Δεδεαγάτς τη 9.3.1906, αριθ.80).

    Σε όλο το κείμενο, ο Δραγούμης αναφέρεται σε «Αλβανούς», ακολουθώντας την τρέχουσα πρακτική των Ελλήνων λογίων της εποχής του. Αντίθετα με σήμερα, που οι λέξεις «Αρβανίτης» και «Αλβανός» έχουν σαφώς διακριτό περιεχόμενο, εκείνα τα χρόνια για «Αρβανίτες» (της Ελλάδας ή της Αλβανίας) μιλούσαν οι αγράμματοι και οι δημοτικιστές, «Αλβανούς» αποκαλούσαν τους ίδιους ανθρώπους οι λόγιοι:

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. «Προ τριών περίπου αιώνων, ως υπολογίζουνε ιστορικοί τινές, εγκατεστάθησαν εν Αττική, Βοιωτία, Αργολίδι και τισι των νήσων Αλβανοί χριστιανοί. Βαθμηδόν, είτε εξωθούντες προς τα αστικά κέντρα τους αγροτικούς πληθυσμούς, ους επί τόπου εύρον, είτε αφομοιούντες αυτούς ως εκ της υπεροχής του αριθμού, εκάλυψαν τας ειρημένας επαρχίας. Απέμειναν δε τότε ελληνικά μόνον τα μεγάλα κέντρα (κωμοπόλεις και πόλεις), αι Αθήναι, αι Θήβαι, τα Μέγαρα, το Αργος, η Κόρινθος κτλ αίτινες και ενισχύθησαν διά των από της υπαίθρου εκδιωχθέντων υπό της αλβανικής επιδρομής ιθαγενών.

      Αλλά τα ολιγάριθμα ταύτα κέντρα ου μόνον διετήρησαν τον ελληνικόν αυτών χαρακτήρα και πολιτισμόν (culture), αλλ' οιωνεί εκάλυψαν δι' αυτών και την ύπαιθρον. Αλλωστε οι Αλβανοί ήσαν ομόδοξοι των Ελλήνων, τέκνα της Μεγάλης Εκκλησίας, ιερουργούντες ελληνιστί. Οι Αλβανοί ούτοι έποικοι, οι δυναθέντες να επικρατήσωσι του ιθαγενούς στοιχείου εν τη υπαίθρω, δεν είχον την δύναμιν να υπερισχύσωσι επί των πόλεων, απ' εναντίας εστρέφοντο προς τας πόλεις ίνα λαμβάνωσι τα φώτα, τον πολιτισμόν και την διεύθυνσιν.

      Εγεννήθη εκ των πραγμάτων κατ' ανάγκην η αιωνίως υφισταμένη μεταξύ αγροτικών και αστυκών πληθυσμών αλληλεγγύη ή μάλλον οι υποκαταστήσαντες τους ιθαγενείς αγρότας Αλβανοί έγιναν υποκατάστατοι εκείνων και ως προς τας μετά των πόλεων υφισταμένας σχέσεις της υπαίθρου. Και η μεν ύπαιθρος δεν έπαυσε παρέχουσα κατ' ολίγον προς τα αστυκά κέντρα Αλβανούς αγρότας προς συγχώνευσιν και εξελληνισμόν, τα δ' άστεα επεκάλυπτον διά των πτερύγων της ηθικής και της δεσποτείας άπασαν την ύπαιθρον χώραν.

      Υποτεθείσθω προς στιγμήν ότι, προ της απελευθερώσεως της Αττικής και Βοιωτίας από της Τουρκοκρατίας, εγεννάτο εν τη κεφαλή φίλου τινός Αυστριακού η χρήσιμος αλλ' ανθελληνική ιδέα επιχειρήσεως προπαγανδιστικής εργασίας προς απόσπασιν των Αλβανών αγροτών από της «τυραννικής» ελληνικής επιρροής των Αθηνών και των Θηβών. Τι θα συνέβαινε τότε; Ακριβώς ό,τι νυν συμβαίνει εν Μακεδονία και Θράκη. Θα ηναγκάζετο η Αυστριακή προπαγάνδα

      α) Διά παντός μέσου να δηλητηριάση τους Αλβανούς ούτως ώστε να καταστρέψη την υφισταμένην μετ' αυτών και των Ελλήνων σύμπνοιαν και ιδιωτικήν αλληλεγγύην. Της δηλητηριάσεως θα εποίουν αρχήν δια της εξάψεως του φυσικώς υπάρχοντος φθόνου των γεωργικών λαών κατά των εμπορικών, ους θεωρούν ως εκμεταλλευομένους αυτούς.
      β) Να αποσπάση τους Αλβανούς εκ της πνευματικής διευθύνσεως της Μεγάλης Εκκλησίας ούσης Ελληνικής, διότι εν Ανατολή, ως γνωστόν, σχεδόν μόνη η θρησκεία διακρίνει τας εθνικότητας. Οποίαν θρησκείαν θα ενεφύτευον οι Αυστριακοί εις τους Αλβανούς θα ήτο αδιάφορον, αρκεί να μην ήτο ελληνική θρησκεία. Εάν η καθολική θρησκεία παρίστατο δυσπρόσδεκτος τοις Αλβανοίς, θα προέκρινον αναμφιβόλως την μωαμεθανικήν προς εγκόλαψιν.
      γ) Να ιδρύση δια παντός τρόπου εν Αθήναις και Θήβαις κοινότητας αλβανικάς ανεξαρτήτους των κοινοτήτων των πόλεων τούτων.
      δ) Να αναλάβη προσωρινώς αυτή -η μόνη δύναμις και αλλοτρία τω τόπω- την διεύθυνσιν των βαθμηδόν αποσπωμένων Αλβανών, μέχρι της αυξήσεως και ενδυναμώσεως των αστυκών τούτων αλβανικών κοινοτήτων, οπότε θα ηδύναντο αύται αφ' εαυτών να διευθύνωσι την ύπαιθρον.

      Καλή τύχη, η μέθοδος των προπαγανδών δεν είχεν εισέτι ανακαλυφθή, η δε Τουρκία ήτο, τω καιρώ εκείνω, ικανώς επίφοβος και εις αυτή την Αυστρίαν. Αλλως αι εργασίαι της υποθετικής ταύτης προπαγάνδας θα είχον πλείστας επιτυχίας, αι δε Αθήναι θα ήσαν νυν η πρωτεύουσα της Κατωτάτης Αλβανίας, ως τα Ιωάννινα είναι νυν της Κάτω!».

      Διαγραφή
  4. Η πρώτη σύζυγος του Μάρκου Μπότσαρη, αποκαλεί την οικογένεια του Μπότσαρη ‘Αλβανίτες’ στην απολογία της στην εκδίκαση του διαζυγίου της με τον Μάρκο, στα Επτάνησα το 1810:

    «Αν ούτως είχεν το πράγμα, διατό ο πενθερός μου και η πενθερά μου δεν έβαινον να πιάσουν και να φονεύσουν τόσο τον Κώστα του Στάθη, όσο και εμέ, την κατ' αυτούς μοιχεύουσαν, απο τούτο είναι χρέος και νόμος κοντά εις τους Αλβανήτας δια να πλυθούν απο την εντροπήν.» (Αρχείο Κέρκυρας, Μητροπολίται, φ.7, πράξη 189, Σπ.Κατσαρός, τ.β, σελ.131.)

    H φάρα των Μποτσαραίων κατάγεται από την βόρεια Αλβανία και είχαν στενή σύνδεση με την οικογένεια του Καστριότι. Μαζί με την σπουδαία φάρα τον Καστριότι γύρω από το τέλος του 14ου αιώνα κατέβηκαν στην περίφημη τότε πόλη της Kρούγια (ιδιαίτερα γνωστή για την αντοχή της σε τρεις Οθωμανικές πολιορκίες για 25 χρόνια, σε έναν πόλεμο ασύμμετρο σε νούμερα και μέτρα).

    Μετά τον θάνατο του Σκεντέρμπεη (Μάρτιος 1467), ο απόγονος της φάρας τον Μποτσαραίων, ο Γκιον Μποτσάρι, σκοτώνει κάποιον σε μονομαχία. Σύμφωνα με το έθιμο των Αρμπερ (προγόνων των Αλβανών), η οικογένεια του νεκρού έπρεπε να ζητήσει εκδίκηση, αλλά δεν το κάνουν για κάποιο λόγο. Έτσι οι Μποτσαραίοι αναγκάστηκαν να τραβήξουν προς τα νότια και τελικά μετά από συμφωνία με τους ηγέτες της Κανίνα, η οποία ήταν τότε ένα μεσαιωνικό οικοδόμημα σε απόσταση όχι μεγαλύτερη από 5 χιλιόμετρα από την σημερινή πόλη της Αυλώνας, κατέβηκαν στο Tragjas, όπου ακόμα και σήμερα υπάρχουν απόγονοι της οικογένειας των Μποτσαραίων.

    Οι Μποτσαραίοι χτίσανε και το δικό τους κάστρο στον τόπο αυτό γύρω στο έτος 1471, που υπάρχει ακόμα και σήμερα και λέγεται Kalaja e Gjon Boçarit (Κάστρο του Γκιον Μποτσάρι). Μετά το 1700, το κάστρο τον Μποτσαραίων άρχιζε να νιώθει το βάρος του πολέμου όλο και πιο μεγάλο. Είναι τότε που οι πρόγονοι του Μάρκου Μποτσάρι (Μάρκου Μπότσαρη), αποφάσισαν να αφήσουν το Tragjas και την υπόλοιπη φάρα τους εκεί και να κατέβουν προς τα νότια, αρχικά στη Δράγανη Θεσπρωτίας και αργότερα προς το Σούλι και να απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα ως παρακλάδι μιας μεγάλης φάρας που ήταν.

    Από δω και πέρα τα πράγματα για τη φάρα αυτή Γκέγκηδων είναι γνωστά. Κάνοντας αναζητήση (SEARCH) στο Google Earth: 'Kalaja e Gjon Boçarit' θα σας βγάλει στο σημείο όπου βρίσκεται ακόμη και σήμερα το κάστρο του Gjon Boçari κοντά στο χωριό Tragjasi i Vjetër.

    «Αμέσως μετά την άφιξη μου, ο Νότης Μπότσαρης με παρουσίασε στον ανιψιό του, τον Κώστα, αδερφό του πασίγνωστου Μάρκου, αλλά τόσο κατώτερος εκείνου από κάθε άποψη, που δύσκολα θα μπορούσε να πιστέψει κάποιος ότι είχαν τους ίδιους γονείς. Με καλωσόρισε ευγενικά , αλλά με το χαρακτηριστικό αλαζονικό τρόπο των Αλβανών, και βάλθηκε να μου δώσει κατάλλυμα και ό,τι άλλο θα χρειαζόμουν.» ("Memoirs of the Affairs of Greece", relating to Lord Byron, by Julius Millingen, London, 1831, p. 60;)

    Αξίζει εδώ να ειπωθεί ότι μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, όταν βασιλιάς πλέον της Ελλάδας ήταν ο Όθωνας, στο Μεσολόγγι έγινε η ανακομιδή των λειψάνων του Μάρκου Μπότσαρη. Ο ίδιος ο Όθωνας συγκινημένος έβγαλε με τα ίδια του τα χέρια από το κρανίο του Μάρκου το μοιραίο βόλι με το οποίο σκοτώθηκε ο ήρωας, μα σε λίγο, καθώς ακούει τον ρήτορα που εκφωνούσε τον επικήδειο λόγο να προσφωνεί τον Μάρκο Μπότσαρη και τους άλλους ήρωες της Επανάστασης ως «Αρβανίτες Εθνάρχες της Ελλάδος», το πρόσωπο του γεμίζει με έκπληξη. Ο Μητροπολίτης Άρτας Πορφύριος που το βλέπει, πετάει οργισμένος την ράβδο του στο χώμα και του λέει: «Ναι μεγαλειότατε, η Αλβανία εγέννησε τους Εθνάρχας του Έθνους σου.». Ο Όθωνας απέμεινε αποσβωλομένος και γυρνώντας προς τον Κώστα Μπότσαρη του έδωσε εντελώς μηχανικά την μοιραία σφαίρα. Ο Πορφύριος που νόμισε πως η κίνηση αυτή έδειχνε αποστροφή, γύρισε στον συναθροισμένο λαό και φώναξε απογοητευμένος: «Αλοίμονο στο Έθνος! Ο Βασιληάς του αγνοεί την Ιστορία του!» (Λεοντιος Λεοντιου, 'Το Αλβανικόν Ζήτημα', 1897, σελ. 45-47)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ας δούμε όμως τί καταγράφουν οι πηγές για τη μάχη στο Κεφαλόβρυσο όπου συμμετείχε ο Μπότσαρης.

      «Μία μικρή κατηφόρα μετά από το Καρπενήσσι τελειώνει σε μία καλά ποτισμένη κοιλάδα από καλαμποχώραφα, και περιβόλια με μηλιές και κερασιές. Εδώ το Κεφαλόβρυσσο είναι το μέρος μιας αξιοσημείωτης συνάντησης κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Ανεξαρτησίας. Μια τουρκική στρατιωτική δύναμη τεσσάρων χιλιάδων αντρών αιφνιδιάστηκε μια καλοκαιρινή νύχτα του 1823 από τον Μάρκο Μπότσαρη, έναν από τους πιο ικανούς προασπιστές της ελληνικής ανεξαρτησίας, και από τριακόσιους και πενήντα Σουλιότες, μια πολεμική φυλή αλβανικής καταγωγής. Οι Τούρκοι πιάστηκαν εξ’ απήνης και οι Σουλιότες υπερίσχησαν…» (Brian De Jongh, John Gandon, Geoffrey Graham-Bell, The Companion Guide to Mainland Greece,Companion Guides, 2000, ISBN 1900639351, p.122)

      Ας δούμε τι λέει για το παραπάνω γεγονός και ένας άλλος συγγραφέας, Βρετανός συνταγματάρχης, ιστορικός και φιλέλληνας, από το Aberdeenshire της Σκωτίας, ο οποίος έφερε όπλα και πυρομαχικά στους επαναστατημένους Έλληνες το 1821, έγινε δεκτός από τον Δημήτριο Υψηλάντη έξω από την Τρίπολη και πολέμησε σε διάφορες μάχες, ενώ μετά την εγκαθίδρυση της μοναρχίας στην Ελλάδα, επέστρεψε στην Ελλάδα το 1833 και εντάχθηκε στον ελληνικό στρατό:

      «Μία μελέτη της επανάστασης την οποία περιγράφουμε, μπορεί να μας κάνει επιφυλακτικούς στο να πιστεύουμε ανεπιφύλακτα τις αφηγήσεις των Περσικών Πολέμων που μεταδόθηκαν από τους αρχαίους, οι οποίοι, σαν τους σημερινούς Έλληνες, δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσουν σωστά τα σχετικά θέματα με τη δόξα της χώρας τους. Η ήττα των Σουλιοτών στο Καρπενήσι μειώνεται ποσοτικά με την καταγραφή στις λαϊκές αναφορές 6 ανδρών να έχουν πεθάνει, ενώ οι νεκροί των Οθωμανών ανεβαίνουν στους 1200. Ο Monsieur Pouqueville τολμηρά δηλώνει ότι οι τελευταίοι άφησαν 1500 νεκρούς στο πεδίο της μάης, και ο Σούτσος, τους ανεβάζει ακόμα περισσότερο, στους 7000. Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι σ’ αυτή την πολύ γνωστή μάχη εμπλέχτηκαν πολύ λίγοι πραγματικοί Τούρκοι ή Έλληνες, ενώ οι πολεμιστές και των δύο πλευρών ήταν Αλβανοί, μια φυλή που της αξίζει ο χαρακτηρισμός που ο Τίτος Λίβιος έδωσε στους Λιγουριανούς: Durum ad arma genus!» (Thomas Gordon, History of the Greek revolution: and of the wars and campaigns arising from the struggles of the greek patriots in emancipating their country from the turkish yoke, vol. 2, Edinburgh and London, 1844)

      «Τέτοιοι ήταν οι άνθρωποι του Σουλίου, χριστιανοί Αλβανοί οι οποίοι ποτέ δεν υποτάχτηκαν μέχρι το 1803, όταν ηττήθηκαν από τον Αλή των Ιωαννίνων. Ήταν μία κατάκτηση Χριστιανών από μουσουλμάνους, αλλά δεν ήταν κατάκτηση χριστιανών από Τούρκους. Ήταν στην πραγματικότητα μία κατάκτηση Αλβανών από Αλβανούς. Ο Αλή ήταν βάναυσος και άπιστος τύραννος. Ακόμα, δεν ήταν Τούρκος αλλά Αλβανός. Στασίασε κατά του Σουλτάνου και μέχρις αυτού ήταν ένας έμμεσος φίλος των εχθρών του Σουλτάνου.» (Henry Noel Brailsford, ‘Macedonia: Its Races and their future’, London: Methuen & Co. – 1906, p. 222)

      Ας δούμε τι είπε και ο Richard Clogg, από τους παγκοσμίως πιο έγκριτους ειδικούς σε θέματα της νεώτερης Ελλάδας: «Οι Σουλιότες ήταν μία πολεμοχαρής αλβανική χριστιανική κοινότητα which που αντιστάθηκε στον Πασά στην Ήπειρο στα χρόνια που άμεσα προηγήθηκαν του ξεσπάσματος του Πολέμου της Ανεξαρτησίας το 1821.» (Richard Clogg, Minorities in Greece: Aspects of a Plural Society, Hurst & Company Publishers, London 2002, p.178)

      «Η περιοχή του Σουλίου, του οποίου οι κάτοικοι αποκαλούνταν Σουλιότες, όλοι Χριστιανοί, όχι Έλληνες αλλά Αλβανοί στη γλώσσα, τα έθιμα και την καταγωγή.» (Ibrahim Manzour Efendi, Mémoires sur la Grèce et l’Albanie pendant le government d’Ali-Pacha, (Paris: Paul Ledoux, 1827) - Translated from the French by Robert Elsie)

      Διαγραφή