Σάββατο 28 Μαρτίου 2015


Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ
(The Heresy of Franco-Papacy)
ΜΕΡΟΣ 13ο

ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(Dogmatic and other Disparities between Franco-Papacy and Orthodox Christianity)

4. ΦΙΛΙΟΚΒΕ (Filioque)
    Φραγκοπαπισμός

α. Το 794 μ.Χ. με εντολή του Καρόλου Α΄, του επονομασθέντος από τους Φράγκους Καρλομάγνου, η δοτή και επιβληθείσα ετσιθελικώς θρησκευτική ιεραρχία των Φράγκων συνήλθε σε «σύνοδο» στην Φραγκφούρτη. Στην σύνοδο εκείνη, οι Φράγκοι κατεδίκασαν τους Έλληνες της καθ’ημάς Ανατολής, τους οποίους εχαρακτήρισαν ως «Γραικούς» και την Αυτοκρατορία Graecia, δηλαδή Γραικία και όχι Ρωμανία ή Ρωμαϊκή, ώστε οι Ρωμαίοι στην Δύση να νομίζουν ότι έχουν ακόμη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Επίσης η ψευτοσύνοδος της Φραγκφούρτης κατεδίκασε και την Ζ΄ πανορθόδοξη Οικουμενική Σύνοδο (786/7), αυτήν  που θέσπισε να τιμούμε τις άγιες εικόνες, παρόντων των λεγάτων (επιτρόπων ή πρέσβεων) του Ορθοδόξου Ρωμαίου πάπα Αδριανού Α΄, ενός δραστηρίου υποστηρικτού της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου.
β. Το έτος 809 μ.Χ. στο Άαχεν (Ακυΐσγρανον), η αντικανονική, αφορισμένη και παράνομη ιεραρχία των Φράγκων κατ’ εντολή του Καρόλου Α΄, χωρίς να συμβουλευθεί τον Πάπα, πρόσθεσε το «Filioque/Φιλιόκβε» στο «Πιστεύω», την αίρεση δηλαδή ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό, όχι μόνο από τον Πατέρα, όπως μάς το είπε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός (Ιωάννης, 15/26). Αυτό το τετελεσμένο γεγονός, προσπάθησε να πείσει τον Πάπα Λέοντα Γ΄ να το αποδεχθεί.
Δηλαδή ο Κάρολος Α΄ αγνόησε και τους δύο πάπες, τον Αδριανό και τον Λέοντα Γ΄, για δογματικά θέματα, απεφάσισε ότι οι Ανατολικοί Ρωμαίοι/Ρωμηοί (Έλληνες και Ελληνοποιημένοι αλλοεθνείς), δεν ήσαν ούτε Ρωμαίοι ούτε Ορθόδοξοι και προσέθεσε το Filioque/Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως. Να σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια των δυόμιση αιώνων Φραγκογερμανικού ελέγχου στην Παπική Ρωμανία, δεν υπήρχε σχίσμα μεταξύ των Ρωμαίων της ενιαίας Αυτοκρατορίας (Παλαιάς και Νέας Ρώμης).
γ. Oι παπικοί ισχυρίζονται ότι το Φιλιόκβε στηρίζεται αγιογραφικώς στα χωρία: Ιωάν. 15, 26: «Όταν δε έλθη ο Παράκλητος, ον εγώ πέμψω υμίν παρά τού Πατρός, το Πνεύμα της αληθείας, ό παρά τού Πατρός εκπορεύεται...», και Ιωάν. 16,13-15: «Όταν δε έλθη Εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν· ου γάρ λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση λαλήσει, και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν».
δ. Στα παραπάνω χωρία στηρίζουν οι φραγκοπαπικοί την περί filioque διδασκαλία τους, συνδέοντας στενά στο πρόσωπο τού Χριστού την εκπόρευση και την αποστολή του Αγίου Πνεύματος.
Κατά τους παπικούς τα ανωτέρω χωρία ομιλούν μεν περί εκπορεύσεως τού Πνεύματος εκ τού Πατρός, όμως δεν αποκλείουν ρητά και το filioque (και εκ του Υιού). Δεν λένε δηλαδή: «ό μόνον παρά τού Πατρός εκπορεύεται» ή «το εκ του Πατρός μόνον εκπορευόμενον», αφήνοντας έτσι ανοικτή την υπόθεση του filioque. [Filioque=Το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται (εκ του Πατρός) και εκ του Υιού].
       ε. Πρώτοι που ωμίλησαν Αγιογραφικώς για το Άγιον Πνεύμα (Α.Π.) ήσαν οι Τερτυλλιανός και Ωριγένης. Ο Ωριγένης πλανώμενος εχαρακτήρισε το Α.Π. σαν το τιμιώτερο δημιούργημα του Υιού1.
Αργότερα έπραξε το ίδιο και ο Αυγουστίνος. Πρό του Αυγουστίνου, ο Αμβρόσιος ομιλεί περί εκπορεύσεως του Πνεύματος και εκ του Υιού, αλλά την φράση εκπορεύεται εκ του Πατρός και του Υιού-procedit a Patre et Filio-χρησιμοποιεί υπό την έννοια της εν χρόνω καταπέμψεως του Πνεύματος και ουχί της αϊδίου Αυτού εκπορεύσεως»2
στ. Ο Αυγουστίνος διδάσκει ρητώς το Filioque όταν λέγει : «Δεν δυνάμεθα να είπωμεν, ότι το Α.Π. δεν εκπορεύεται και εκ του Υιού, επειδή ουχί μάτην το αυτό πνεύμα και του Πατρός και του Υιού Πνεύμα λέγεται»3
Ο Αυγουστίνος εστήριξε την θεωρίαν του επί των χωρίων της Κ.Δ. που χαρακτηρίζουν το Άγιον Πνεύμα ως Πνεύμα του Πατρός και Πνεύμα του Υιού [«..Ότι δε είστε υιοί, εξαπέστειλεν ο Θεός το Πνεύμα του υιού αυτού εις τας καρδίας υμών…»(ΓΑΛ: 4/6) , « …αλλά ελάβατε πνεύμα υιοθεσίας, εν ώ κράζομεν αββά ο πατήρ..» (ΡΩΜ: 8/16),  «…υμείς δε ουκ εστέ εν σαρκί, αλλ’εν πνεύματι,είπερ Πνεύμα Θεού οικεί εν υμίν, ει δε τις Πνεύμα Χριστού ουκ έχει, ούτος ουκ έστιν αυτού.»( ΡΩΜ.,8/9)].
ζ. Την προσθήκη του Filioque στο Σύμβολο της Πίστεως εισηγήθηκε επισήμως για πρώτη φορά τοπική σύνοδος που έγινε στο Τολέδο της Ισπανίας το 589, δηλαδή τρείς περίπου αιώνες, πριν από την πατριαρχία του Μεγάλου Φωτίου. Είχε προηγηθεί συζήτηση επί του ιδίου θέματος, σε τοπική σύνοδο, πάλιν στο Τολέδο το 547. Η προσθήκη του Filioque αν και ανακηρύχθηκε σε δόγμα πίστεως, πολύ αργότερον στην Φραγκοπαπική σύνοδο του Ακυϊσγράνου (Άαχεν) το 809, παρέμεινε γνωστή σε περιορισμένα τοπικά πλαίσια.
 Πρώτος εκ των παπών ο Σέργιος Δ΄ το 1009, στην ενθρονιστικήν επιστολήν του, παρέθεσε το Σύμβολον μετά της προσθήκης του Filioque, και επισήμως εισήγαγε την προσθήκην ταύτην ο Βενέδικτος Η΄(1014), με την επιμονή του Φράγκου αυτοκράτορος Ερρίκου Β΄.
Το 1098 μάλιστα σε μία μικρή σύνοδο στην Βάρνη, με την σύμφωνη γνώμη του πάπα, αναθεματίστηκαν όσοι απορρίπτουν την προσθήκη στο Σύμβολο4!!!
η. Ακολούθησαν συζητήσεις και προσπάθειες για συνεννόηση μεταξύ των δύο πλευρών, με βασικό θέμα την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Παρά τις διαφορές, οι σχέσεις δεν ήσαν τόσον εχθρικές όσον έγιναν αργότερα.
Στα μέσα όμως του 12ου αι. οι παπικοί κατεσκεύασαν την συλλογή των εκκλησιαστικών νόμων, ένα συνοθύλευμα κανόνων από αμφιβαλλόμενα και ψευδή κείμενα. Μετά τα ψευδοκλημέντια και τα ψευδοϊσιδώρεια κατασκευάσματα, αυτό το εγχείρημα ήταν ,κατά τον Άγιον Νεκτάριον, «το τρίτον πλήγμα το κατενεχθέν κατά της ενότητος και του συνδέσμου των δύο εκκλησιών».
Το χάσμα μεγάλωνε και τελικώς η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φραγκοπαπικούς «σταυροφόρους» (1204), το έκανε ΟΡΙΣΤΙΚΟ.
« Οι σταυροφόροι επυρπόλησαν πολλάς βιβλιοθήκας και κατασυνέτριψαν πολλά των εις Κωνσταντινούπολιν και άλλας πόλεις σωζωμένων ακόμη πολυτίμων αγαλμάτων, ήρπασαν δε ληστρικώς τα κινητά κτήματα και χρήματα των ταλαιπώρων Γραικών, μετακομίσαντες μ’αυτά (δι’εξιλέωσιν, ως φαίνεται του Θεού) και πλήθος αγίων λειψάνων, όχι μόνον αληθινών, αλλά και όσα επώλησαν εις αυτούς πολλοί πανούργοι ως αληθινά5.
θ. Κατά την επίσημη παπική θέση: «Το Άγιο Πνεύμα, που είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος είναι Θεός ένας και ίσος με τον Πατέρα και τον Υιό, με την ίδια ουσία και την ίδια φύση... Ωστόσο δεν λέμε ότι είναι το Πνεύμα μόνο του Πατέρα, αλλά ότι είναι ταυτόχρονα το Πνεύμα του Πατέρα και του Υιού»6.
ι. Κατά την Σύνοδον της Φερράρας (1438) [Η σύνοδος ενιαίως καλείται σύνοδος της Φερράρας- Φλωρεντίας (1438-1439)], οι Λατίνοι θεολόγοι:
(1)  Παρουσίασαν χειρόγραφο στο οποίο κατά τους ισχυρισμούς τους, το Filioque ανεφέρετο ως όρος της Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου.
(2)  Παρουσίασαν κάποιο χωρίον του Επιφανίου υπέρ του Filioque.
(3)  Εζήτησαν να στηριχθούν επί του Ιωάννου Δαμασκηνού και άλλων Πατέρων της Ανατολής για να αποδείξουν ότι οι φράσεις «Εκ του Υιού» και «δι’ Υιού» είναι ταυτόσημες.
(4)  Επεκαλέσθησαν τις μαρτυρίες Λατίνων πατέρων της Εκκλησίας.
ια. Στην Φερράρα ο εκπρόσωπος των Λατίνων θεολόγων Ιωάννης de Monte nigro ή της Ραγούζης, προσεπάθησε επίσης, να αποδείξει ότι η έκφραση «Εκ του Υιού» είναι ταυτόσημος προς την υπό μερικών πατέρων της Ανατολής χρησιμοποιουμένην «δι’ Υιού» και ότι η εκ του Πατρός και Υιού εκπόρευσις του Αγίου Πνεύματος στηρίζεται επί της ενότοτος της ουσίας.
ιβ. Κατά την σύνοδο της Φλωρεντίας( 1439) ο Πάπας Ευγένιος Δ΄ έθεσε σαν όρον ενώσεως την αποδοχή εκ μερους των Ανατολικών της διδασκαλίας περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού (Filioque).
ιγ. Ο Πάπας Ευγένιος ο Δ΄ εζήτησε από την σύνοδο να καταδικάσει τον Μάρκον Ευγενικόν ως αιρετικόν και την 6ην Ιουλίου 1439 ετέλεσε πανηγυρική λειτουργία στον μητροπολιτικό ναό της Φλωρεντίας, κατά την οποιαν ανεγνώσθη επίσημα ο όρος ή ο τόμος της Ενώσεως (Definitio).
Η «ένωσις» της Φλωρεντίας είχε σαν αποτέλεσμα την διαίρεση της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα, στους Ενωτικούς και τους Ανθενωτικούς.
Για τους Φραγκοπαπικούς, το Filioque είναι κορυφαίο δόγμα πίστεως, παρά το γεγονός ότι πάπες, μερικοί από τους οποίους σήμερον τιμώνται ως άγιοι από του Φραγκοπαπικούς, ηρνήθησαν το αιρετικόν Φιλιόκβε και ομολόγησαν εγγράφως πίστη στους περί του Συμβόλου της Πίστεως, όρους των Οικουμενικών Συνόδων (Ονόματα θα αναφερούν στην ανάλυση των θέσεων της Ορθοδοξίας για το Φιλιόκβε).

Ορθοδοξία
 α. Ο Πάπας Αδριανός, είχε αφορίσει όλους εκείνους που δεν είχαν αποδεχθεί την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Συνεπώς οι Φράγκοι, όταν ελάμβαναν τις αποφάσεις τους στην σύνοδο της Φραγκφούρτης (794)  και Άαχεν (809) [δεν είχε αρθεί ο αφορισμός], ήσαν σε κατάσταση αφορισμού από τον Πάπα.
β. Όλοι οι Ορθόδοξοι, Ανατολής και Δύσεως, διαμαρτυρήθηκαν για εκείνη την απαράδεκτη και αιρετική προσθήκη των Φράγκων. Μάλιστα ο τότε Ορθόδοξος Πάπας της Ρώμης Λέων Γ΄(795-816), παρά τις προσπάθειες του Καρόλου να το αποδεχθεί, απέρριψε το Filioque όχι μόνο ως προσθήκη στο σύμβολο της πίστεως, αλλά και ως δόγμα, ισχυριζόμενος ότι οι Πατέρες το άφησαν έξω από το Σύμβολο, όχι από άγνοια, αμέλεια ή αβλεψία, αλλά σκοπίμως και θεοπνεύστως.
Για αντίδραση και διαμαρτυρία, χάραξε σε δύο αργυρές πλάκες το Σύμβολο της Πίστεως, χωρίς την προσθήκη του «Φιλιόκβε», και το τοποθέτησε στον ναό του Αγίου Πέτρου. Κάτωθεν των αργυρών πλακών έγραψε:
«Ταύτα Λέων εθέμην δι’αγάπην και επί προφυλακή της Ορθοδόξου πίστεως» (Haec Leo posui amore fidei Orthodoxae)7.
γ. Το Σύμβολο της πίστεως είχε συνταχθεί από τις Α΄ και Β΄ Οικουμενικές Συνόδους, χωρίς το Φιλιόκβε, και είχε γίνει αποδεκτόν και από τους τότε πάπες.
Η Γ΄ Οικ. Σύνοδος(431) δια του Ζ΄ κανόνος απαγορεύει ρητώς πάσαν αλλοίωση του συνταχθέντος υπό Α΄ και Β΄ Οικ. Συνόδων, Συμβόλου της Πίστεως, αναθεματίζει δε εκείνους που θα τολμήσουν να συνθέτουν άλλο Σύμβολο8.
      δ. Κατά την Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, το 879 μ.Χ. οι Ορθόδοξοι της Ανατολής, υπό την ηγεσία του Αγίου Μεγάλου Φωτίου, και οι Ορθόδοξοι της Δύσεως, υπό την ηγεσία του Πάπα Ιωάννου του Η΄, κατεδίκασαν την προσθήκη του «Φιλιόκβε» και αναθεμάτισαν χωρίς όμως να κατονομάσουν τους Φράγκους, όλους εκείνους που τόλμησαν την προσθήκη εκείνη9.
ε.  Στο κλασικό  χωρίο (ΙΩΑΝΝΗΣ, 15/26), γίνεται διάκριση της αϊδίου εκπορεύσεως τού Πνεύματος από τον Πατέρα και της υπό τού Υιού ή στο Όνομα τού Υιού πέμψεως αυτού στον κόσμο, εκείνης μεν εκφραζόμενης διά τού ενεστώτος «εκπορεύεται», αυτής δε διά τού μέλλοντος «πέμψω». Κατηγορηματική διδασκαλία της Αγίας Γραφής, καταχωρήσθηκε αυθεντικώς και αλαθήτως στο ιερό Σύμβολο της συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως (381): «Το εκ τού Πατρός εκπορευόμενον».
Κατά την ορθόδοξη πίστη το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται εκ μόνου τού Πατρός, που είναι η πηγή της θεότητας των δύο άλλων προσώπων τού τριαδικού Θεού, και πέμπεται στον κόσμο διά τού Υιού προς τελείωση του έργου της απολυτρώσεως. Η διδασκαλία αυτή στηρίζεται στο κλασικό χωρίο της Γραφής Ιωάν. 15,26· «Όταν δε έλθη ο Παράκλητος, ον εγώ πέμψω υμίν παρά του Πατρός, το Πνεύμα της Αληθείας, ό παρά τού Πατρός εκπορεύεται...», όπου ο μεν ενεστώς «εκπορεύεται» σημαίνει την αϊδια πρόοδο τού Πνεύματος παρά του Πατρός, ο δε μέλλων «πέμψω» την έγχρονη αποστολή τού Πνεύματος από τον Υιό.
Αυτός είναι ο ορθόδοξος τύπος εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος.
στ. Οι συλλογισμοί των Παπικών είναι απλά θεολογικά τεχνάσματα, καθ’ όσον: Αντιστρέφοντας τον συλλογισμό, θα μπορούσαμε κι εμείς να πούμε: Αν το filioque είχε κάποια δυνατότητα στην σκέψη τού Κυρίου, για ένα τόσο κορυφαίο σημείο τού δόγματος δεν θα έλεγε ρητά ο Σωτήρ: «ό παρά τού Πατρός και τού Υιού εκπορεύεται;» ή ο συνοδικός όρος: «το εκ τού Πατρός και τού Υιού εκπορευόμενον;»
Γιατί ν’ αποκρύψει μια τόσο μεγάλη αλήθεια ο Κύριος; Για να δημιουργήσει προβλήματα στην Εκκλησίαν Του;
ζ. Στο πνεύμα τού χωρίου του Ιωάννου (15,26), δηλαδή της αϊδίου εκπορεύσεως εκ τού Πατρός και της εν χρόνω πέμψεως υπό τού Χριστού πρέπει να ερμηνευθεί και το χωρίο Ιωάν. 16,13-15: «Όταν δε έλθη Εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν· ου γάρ λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση λαλήσει, και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν».
Οι Άγιοι Πατέρες, από την Θεία εμπειρία τους, μας πληροφορούν ότι στον Θεό υπάρχουν εκτός από τα «κοινά» και τα λεγόμενα «ακοινώνητα ιδιώματα» τα οποία αναφέρονται στον τρόπο υπάρξεως του καθενός από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Αυτό σημαίνει ότι και τα τρία πρόσωπα της Α.Τ. ,οι τρεις υποστάσεις έχουν κοινά τα πάντα, εκτός από τα ακοινώνητα ιδιώματα. Τα κοινά ιδιώματα είναι, η ουσία, η πρόγνωση, η θεότητα, η άκτιστη ενέργεια, η βασιλεία, η δόξα, η παγγνωσία, η αγάπη, το δημιουργείν, κλπ.
Τα λεγόμενα «ακοινώνητα» είναι: Το αγέννητο στον Πατέρα (Έχει την ύπαρξή Του εξ ΟΥΔΕΝΟΣ), Το «γεννητό» στον Υιό, το οποίον σημαίνει ότι ο Υιός έχει την ύπαρξή Του από τον Πατέρα, δηλαδή δια της «γεννήσεως», και το «εκπορευτό» στο Άγιο Πνεύμα, το οποίον σημαίνει ότι Το Άγιον Πνεύμα έχει την ύπαρξή Του από τον Πατέρα, αλλά ουχί «γεννητώς». Μερικοί Πατέρες προσέθεσαν το «εκπορευτώς» το οποίον επικράτησε μέχρι σήμερα. Οι παπικοί φαντάστηκαν ή σκοπίμως διαφοροποιήθηκαν από το Σύμβολον της Πίστεως, ισχυριζόμενοι ότι ο Πατέρας και ο Υιός, τα δύο αυτά πρόσωπα, είναι η αιτία της παρουσίας του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος. Αυτό είναι η αίρεση του Filioque (Φιλιόκβε).
η. Η εισαγωγή του Filioque στο ιερό Σύμβολο της Πίστεως είναι πραξικοπηματική και αυθαίρετη. Οι όροι των οικουμενικών συνόδων είναι αυθεντικά μνημεία, αλάθητα και αμετακίνητα. Κανένας ιδιώτης ούτε και τοπικές σύνοδοι δεν έχουν το δικαίωμα, έστω και στο ελάχιστο, να τους μεταβάλλουν και να τους τροποποιήσουν. Μόνον άλλη οικουμενική σύνοδος μπορεί να το επιχειρήσει. Την άποψη αυτή κατοχυρώνει επίσημα η Γ΄ Οικ. Σύνοδος σε όσα αποφαίνεται.
«Μηδενί εξείναι ετέραν πίστιν προφέρειν, ήγουν συγγράφειν ή συντιθέναι παρά την ορισθείσαν παρά των Αγίων Πατέρων των εν Νικαία συνελθόντων εν Αγίω Πνεύματι». Έτσι είδε το πράγμα και ο πρόεδρος της συνόδου Κύριλλος, ο οποίος σε επιστολή του προς τον Ιωάννη Αντιοχείας λέγει, ότι δεν επιτρέπεται «λέξιν αμείψαι των εγκειμένων εκείσε ή μίαν γούν παραβήναι συλλαβήν»10.
θ. Το filioque, θεολογικώς  καταστρέφει την μοναρχία στην θεότητα και επιφέρει σύγχυση στα υποστατικά ιδιώματα των προσώπων. Η μοναρχία στην θεότητα αποτελεί κορυφαία στιγμή τού τριαδικού δόγματος της πίστεως, γύρω από την οποία διεξήχθησαν ισχυροί αγώνες στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία.  Ο  Πατήρ θεωρείται ως η πηγαία θεότητα. Απ’ Aυτόν πηγάζουν τα άλλα δύο πρόσωπα της Τριάδος, ο Υιός διά της γεννήσεως και το Πνεύμα διά της εκπορεύσεως. Στην τάξη αυτή της Τριάδος διασφαλίζονται τόσο η ενότητα της φύσεως όσο και η ισοτιμία των προσώπων της Τριάδος.
Το filioque όμως αναιρεί την τάξη αυτή. Δεν καταστρέφει μεν την ενότητα της φύσεως, αλλά:
-Καταστρέφει την τάξη των τριαδικών σχέσεων των προσώπων. Καταλύει τη μοναρχία στην θεότητα, εισάγοντας διαρχία στις σχέσεις της τριαδικής θεότητας. Αντί της μίας αρχής από την οποία ανελίσσεται η Αγία Τριάδα, έχουμε δύο αρχές. Ο Πατήρ παύει να είναι η μόνη πηγή της θεότητας, στην οποία τώρα προστίθεται ως παράλληλη πηγή και ο Υιός.
-Η εισαγωγή και δεύτερης πηγής, επιφέρει σύγχυση στα υποστατικά ιδιώματα των προσώπων. Το υποστατικό ιδίωμα τού Υιού δεν είναι πια μόνο η γέννηση, αλλά και η εκπόρευση τού δε Αγίου Πνεύματος η εκπόρευση δεν είναι μόνο εκ τού Πατρός αλλά και εκ τού Υιού. 
-Υποτιμά σαφώς και το θεοπρεπές αξίωμα τού Παναγίου Πνεύματος. Πράγματι, αν το Πνεύμα το Άγιο δεν εξαρτάται από την ίδια πηγή (τον Πατέρα) όπως και ο Υιός, κατά διαφορετικό φυσικά τρόπο, αλλ’ εξαρτάται και από δεύτερο παράγοντα (τον Υιό), τότε είναι υποδεέστερο τού Υιού, και δεν έχει το αυτοτελές και ομόλογο προς τον Υιό, που θα είχε αν προερχόταν αμέσως από τον Πατέρα.
Για την Oρθόδοξη όμως Εκκλησία η μείωση τού Αγίου Πνεύματος στο θεολογικό πεδίο, έχει αντίκτυπο και στο σωτηριολογικό. Αν το Πνεύμα δεν είναι ομότιμο και ισότιμο προς τον Υιό (και φυσικά προς τον Πατέρα), είναι δηλαδή δευτέρας τάξεως στην Αγία Τριάδα, τότε κινδυνεύει το έργο του στο πεδίο της σωτηρίας, σαν αρχής τελειωτικής τού λυτρωτικού έργου τού Χριστού, της Εκκλησίας και τού αγιασμού των ανθρώπων11.
ι.  Η Ορθοδοξία δεν μπορεί ν’ αποστεί τού θεωτικού έργου του Αγίου Πνεύματος, στο οποίο ζει, διακρατείται και ελπίζει. Δεν είναι δε χωρίς λόγο, όταν στους ορθόδοξους ναούς το πλήρωμα της Εκκλησίας κάνει το σταυρό του, όταν απαγγέλλεται το Σύμβολο της Πίστεως και στο σημείο «το εκ τού Πατρός εκπορευόμενον». Το ζήτημα αυτό είναι βαθιά χαραγμένο στην πίστη και τη συνείδηση του ορθόδοξου λαού!
Στην βάση αυτή της συγχύσεως των υποστατικών ιδιωμάτων διερωτάται κανείς: Γιατί η σύγχυση να μην επεκταθεί και περαιτέρω, δηλαδή ο Υιός να μη γεννά τον Πατέρα και το Πνεύμα να μην εκπορεύει τον Υιόν κ.λπ.; Πού θα χαράξουμε τη διαχωριστική γραμμή και πού θα σταματήσουμε στην κατάλυση του δόγματος της Αγίας Τριάδος;
ια.  Το filioque, η ιδέα τού οποίου προέρχεται από την θεολογία τού Αυγουστίνου, η Λατινική Εκκλησία το προσέθεσε στο ιερό Σύμβολο της Πίστεως στην Ισπανία, σε σύνοδο τού Τολέδου το 589, προφανώς για να στηρίξει την πίστη στην θεότητα τού Λόγου, που πολεμούσε τότε λυσσωδώς ο Δυτικογοτθικός Αρειανισμός. Από την Ισπανία μεταφέρθηκε το filioque και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όχι βέβαια χωρίς αντίδραση.
«Την προσθήκην δε ταύτην (Σ.Σ. Του Filioque) έκαμον οι Πατέρες της Γ΄ εν Τολέδω Συνόδου το 589 προς καθαίρεσιν της πλάνης των Αρειανών, λεγόντων τον Υιόν ήσσονα του Πατρός και τον Υιόν ήττον το Πνεύμα»12.
ιβ. Συμπερασματικώς το filioque, που δεν έχει πραγματικό έρεισμα στην Αγία Γραφή και την διδασκαλία των αγίων Πατέρων, η Ορθόδοξη Εκκλησία το είδε σαν δεινή δαιμονική αίρεση και το πολέμησε σφοδρώς διότι:
(1)Καταργεί το αξίωμα τού Πατρός ως ανάρχου πηγαίας θεότητας.
(2) Καταλύει «το της μοναρχίας πολυϋμνητον κράτος», εισάγοντας δύο αρχές στην θεότητα, ουσιαστικώς δύο θεούς, τον Πατέρα και τον Υιό.
(3) Επιφέρει σύγχυση των υποστατικών ιδιωμάτων των προσώπων, τα οποία (ιδιώματα) είναι αυστηρώς προσωπικά, αμετακίνητα και αμετάδοτα, ώστε να διερωτάται κανείς· γιατί ο Πατήρ να μη γεννάται από τον Υιό και ο Υιός να εκπορεύεται από το Πνεύμα; κ.ο.κ.
(4) Απετέλεσε την βασικήν αιτίαν του σχίσματος στην ενιαίαν Ορθόδοξη Εκκλησία.
(5) Δια του Φιλιόκβε  εξαίρεται πεπλανημένως υπέρ το Πνεύμα το Άγιον ο Υιός, ο αναδείξας πρώτον των Αποστόλων και τοποτηρητήν του, επί της γης, τον Πέτρον, υπερτονίζεται η θεωρία περί της περί πρωτείου εξουσίας του πάπα που κορυφώνεται με την  ίδρυση του κράτους του Βατικανού, με στόχον ανά τους αιώνες, την επιβολή της παγκόσμιας κυριαρχίας του.
(6) Δια της υποβαθμίσεως του Αγίου Πνεύματος έναντι τού Υιού, υποβαθμίζεται το θεοπρεπές Του αξίωμα και τίθεται σε κίνδυνο το αγιαστικό και σωτηριώδες έργο Του.
(7) Παραβλάπτει και καταστρέφει την ορθή Τριαδολογία (το δόγμα περί της Αγίας Τριάδος) διότι φθείρει την έννοια τού αληθινού Θεού και αρνείται τις θείες ενέργειες. Στον Τριαδικό Θεό υπάρχουν· η ουσία, οι υποστάσεις και οι θείες ενέργειες. Αν λείψει ένα από τα τρία αυτά, φθείρεται η έννοια τού αληθινού Θεού.
(8)  Αποκλείει τους παπικούς από την εμπειρία των ακτίστων θείων ενεργειών, με αποτέλεσμα να τους οδηγεί σε νέα πλάνη, ότι είναι κτιστή η Θεία Χάρη και συνεπώς είναι αδύνατη η εμπειρία του Θεού, δηλαδή η κατά Χάρη Θέωση.
Αίρεση δεν είναι μόνο η άρνηση ή η παρεκδοχή της θείας ουσίας ή των τριαδικών υποστάσεων, αλλά και η άρνηση ή παρεκδοχή των ακτίστων θείων ενεργειών.
Το filioque πού έγινε μία από τις αιτίες σχίσματος των δύο Εκκλησιών επί Φωτίου (867) και Μιχαήλ Κηρουλαρίου (1054) δεν είναι «θεολογούμενον», δηλαδή μία αμφιλεγόμενη δογματική δοξασία, της οποίας η αθέτηση δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία. Είναι εωσφορική αίρεση, δογματικώς απαράδεκτη και ιστορικώς ασύστατη.
                                                                                                                       Συνεχίζεται



1 Ωριγένους, Εις Ιωάννην, τομ. Β, IX, ΒΕΠΕΣ: 11, 297-298.
2 Παν. Τρεμπέλας, Δογματική, τομ. Α΄, σ.286, Αθήναι 1959.
3 August., De Trinit IV, 20,29, P.L. 42, 908.
4 Άγιος Νεκτάριος και Παπισμός (Μέρος 2ο), Επιφυλλίς του Ορθοδόξου τύπου, σ. 1, Επιμέλεια Στεργίου Ν. Σάκκου.
5 Αδαμ. Κοραή, Άτακτα, τ. Α΄, Προλεγόμενα, σ. κδ., Παρίσιοι, 1828.
6 Εφημ. Καθολική, Επίσημη εφημερίδα των παπικών της Ελλάδος, αρ. φυλ. 2784, 13 Ιουν.1995.
7 Iωάννου Καρμίρη, Τα δογματικά και συμβολικά Μνημεία….Β΄, σ.936, Αθήναι, 1953.
8 Στην Σύνοδον εκείνη έλαβαν μέρος πάνω από Σ΄ Πατέρες, μεταξύ των οποίων «..Ο περιώνυμος της Αλεξανδρείας Κύριλλος, ός και τον τόπον μεν πρότερον του Ρώμης Κελεστίνου πληρών, αντί εκείνου προεκάθητο, ύστερον δε τοποτηρηταί της Ρώμης εκ της Δύσεως απεστάλησαν Αρκάδιος, και Προϊεκτος οι Επίσκοποι, και Φίλιππος ο πρεσβύτερος…»[Πηδάλιον, Άπαντες οι ιεροί και θείοι κανόνες, Αγαπίου ιερομονάχου και Νικοδήμου μοναχού, Αθήναι,1993, σ.173-175].
9 Από την στιγμή που το κράτος της Νέας Ρώμης απεδέχθη την Ορθόδοξη πίστη και ανεγνώρισε την Ορθόδοξη Εκκλησία, οι Συνοδικοί όροι της έγιναν νόμοι του κράτους  και απέκτησε νόημα η έννοια: "Οικουμενική Σύνοδος".
10 www.oodegr.co/oode/papismos/dogma/filioque1.htm ., Αύγ. 2005. Βλέπε και Χρ. Ανδρούτσου, Συμβολική, εν Αθήναις 1930, σ. 157.
11 Όπως υποσημείωση (10) [www.oodegr.co/oode/papismos/dogma/filioque1.htm., Αύγ. 2005]
12 Π. Γρηγορίου, Σχέσεις Καθολικών και Ορθοδόξων, 1958, σ. 509-510.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου