Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ
(The Heresy of Franco-Papacy)
ΜΕΡΟΣ 5ο

ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(Dogmatic and other Disparities between Franco-Papacy and Orthodox Christianity)

1. Το πρωτείον του πάπα (Papal Primacy)
        Φραγκοπαπισμός
α. Οι παπικοί στηρίζουν το «Πρωτείον του Πάπα» στην απάντηση που έδωσε ο Χριστός σε ομολογία του Πέτρου μετά ερώτησή του «Ποίος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι εγώ, ο υιός του άνθρώπου;»1.
β. Η Ρωμαϊκή θεολογία θεμελιώνει το παπικό πρωτείο επί της φανταστικής υποθέσεως ότι ο Απόστολος Πέτρος:2
(1)  Διετέλεσε πρώτος επίσκοπος της παλαιάς Ρώμης (Πρωτείον πόλεως).       
(2) Κληροδότησε στον άμεσο διάδοχό του επίσκοπο Ρώμης, άπασαν την θείω δικαίω πνευματικήν εξουσίαν του επί της στρατευομένης Εκκλησίας του Χριστού.
(3)   Εχρίσθη υπό του Χριστού πρώτος των Αποστόλων, κυρίαρχος της αποστολικής ομηγύρεως, λαβών άπασαν την διδακτικήν, νομοθετικήν και δικαστικήν εξουσίαν επί της ορατής Εκκλησίας (Φορεύς και στόμα του αλαθήτου της Εκκλησίας).
γ. Ερμηνεία Πρωτείου (Κατά τους φραγκοπαπικούς):
(1) Ο Πάπας είναι τοποτηρητής του Χριστού στην Γη. Μοναδικός αντιπρόσωπος του Χριστού στην Γη.
(2) Ο Πάπας είναι αρχηγός και κεφαλή της Εκκλησίας του Χριστού στην Γη.
(3) Χωρίς τον πάπα δεν μπορεί να νοηθεί Εκκλησία : «Όπου πάπας εκεί και η Εκκλησία» (πάπας Παύλος ΣΤ’).
δ. «Η Ένωση της Χριστιανοσύνης δεν σημαίνει τίποτε άλλο ει μη υποταγήν εις τον πάπαν της Ρώμης, μόνον αντιπρόσωπον του Χριστού επί της Γης» (πάπας Βενέδικτος ΙΕ΄)
ε. Οι παπικοί προσάγουν υπέρ του πρωτείου της Ρώμης και εγκώμια των Πατέρων υμνούντων την «πρεσβύτεραν Ρώμην».
στ. Τα πρώτα ίχνη του μύθου περί του Πέτρου ως πρώτου επισκόπου Ρώμης ευρίσκονται εις απόκρυφα έργα και εις τα «Ψευδοκλημέντια» της τρίτης εκατονταετηρίδας (3ος μ.Χ. αιώνας), όπου ο Πέτρος παρίσταται υπό του συγγραφέως ως ο «πρώτος των αποστόλων», «επίσκοπος επισκόπων», «της Εκκλησίας θεμέλιος», εμπιστευθείς την καθέδραν της εκκλησίας της Ρώμης μετά του Πρωτείου εις τον Επίσκοπον Ρώμης Κλήμεντα3.
ζ. Οι Παπικοί ισχυρίζονται επίσης ότι ο Πέτρος αρχιεράτευσε εις την Ρώμη 25 έτη!!
η. «Ο πάπας ιστορικώς μεν είναι ο νόμιμος διάδοχος του Αγίου Πέτρου επί της υπ’ αυτού ιδρυθείσης επισκοπικής εν Ρώμη έδρας γι’ αυτό και αποκαλείται ο Ρωμαίος ποντίφηξ ή επίσκοπος Ρώμης, δογματικώς δε είναι ο επί της γης εκπρόσωπος ή τοποτηρητής του Κ.Η.Ι.Χ., η ορατή της Εκκλησίας κεφαλή, ως δ’ εκ τούτου ο αυθεντικός και αλάνθαστος διδάσκαλος της πίστεως, ο Αρχηγός της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας, ο ύπατος Ποιμήν και πατήρ πάντων των πιστών»4.
θ. « Οι πιστοί δέον όπως υπακούωσι εις τον Πάπαν ως εις τον Χριστόν... Η εις τον Ρωμαίον Ποντίφικα5 υποταγή αποτελεί όρον σωτηρίας.». (Θωμάς Ακινάτος, θεωρητικός του παπικού θεσμού, όπως υποσ. 4 σελ.14).
ι.   Ο πάπας θεωρείται «ανώτερος των Συνόδων».
 «Όπως ο Χριστός είναι ανώτερος των νόμων, ούτω και ο πάπας ίσταται υπεράνω παντός εκκλησιαστικού νόμου, ελευθέρως δε δύναται να μεταχειρίζεται αυτούς»6.
ια. Ο πάπας εμφανίζεται πολυώνυμος επί της γης : «Ακρογωνιαίος Λίθος», «Άκρος Αρχιερεύς» «Ποιμήν Ποιμένων», «Ύπατος Ποντίφηξ» (Summus Pontifex), «Παγκόσμιος Ποιμήν» «Κέντρον της Ενότητος της Εκκλησίας», «Κλειδούχος της Βασιλείας των ουρανών».
ιβ. Ο πάπας κατά την επίσημον διδασκαλίαν του Φραγκοπαπισμού, ως διάδοχος του Πέτρου, κέκτηται θείω δικαίω, το πρωτείον. Δυνάμει του πρωτείου, κάθε ιερατική, νομοθετική, διοικητική, δικαστική εξουσία στην Εκκλησία πηγάζει κατ’ευθείαν εκ της θείας εξουσίας του Πάπα.
«Αλλά ο Σύλλογος ή το Σώμα των Επισκόπων, δεν έχει εξουσία, αν δεν βρίσκεται σε κοινωνία με τον Επίσκοπον Ρώμης, τον διάδοχον του Πέτρου και κεφαλή του Συλλόγου, διότι παραμένει ακέραιη η εξουσία του Πρωτείου πάνω σ’ όλους τους ποιμένες και τους πιστούς. Πραγματικά ο Επίσκοπος Ρώμης με το αξίωμά του ως αντιπροσώπου του Χριστού και ποιμένος όλης της εκκλησίας, έχει πλήρη, υπερτάτη και παγκόσμια εξουσία μέσα στην εκκλησία, την οποία μπορεί πάντοτε ελεύθερα να εξασκεί…..Ο επίσκοπος Ρώμης ως διάδοχος του Πέτρου, είναι η διαρκής και ορατή Αρχή και το θεμέλιο της ενότητος, τόσο των επισκόπων, όσο και του πλήθους των πιστών..»7.
ιγ. Ο Ουνίτης επίσκοπος Αθηνών Υάκινθος αιτιολογών την αιρετήν μοναρχίαν του πάπα, επικαλείται την γνωστήν ρήση του Ομήρου «Ουκ αγαθή πολυκοιρανίη, είς κοίρανος έστω, εις βασιλεύς (ΙΛΙΑΣ, Β,204)!!!8
ιδ. Οι παπικοί θεολόγοι εκτός της «πέτρας» επικαλούνται :
(1) Το χωρίον (ΜΑΤΘ: 16/19) που κατ’αυτούς ερμηνεύεται ότι μόνον ο Πέτρος έλαβε πνευματικήν εξουσίαν δεσμείν και λύειν. («και δώσω σοι τας κλεις της βασιλείας των ουρανών...»).
(2) Τους λόγους του Κυρίου προς τον Πέτρον: «Σίμων, Σίμων ο Σατανάς σας εζήτησε δια να σας κοσκινίση όπως το σιτάρι, εγώ όμως προσευχήθηκα για σε δια να μη σε εγκαταλείψη η πίστις σου και συ όταν ποτέ επιστρέψης, στήριξε τους αδελφούς σου» (ΛΟΥΚ: 22/31-32)
ιε. Υπέρ του πρωτείου του Πέτρου προβάλλεται επίσης και η τριπλή ερώτηση του Κυρίου προς τον αρνητήν Μαθητήν Του.
 «Σίμων Ιωνά αγαπάς με πλείον τούτων;» (ΙΩΑΝΝ: 21/15) και η εν  συνεχεία η ρήση του Κυρίου «βόσκε τα προβατά μου».
ιστ. Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο ότι ο πάπας σε επίσημα κείμενα δεν υπογράφει ως επίσκοπος Ρώμης αλλά αλλά ως επίσκοπος της καθολικής εκκλησίας ή απλώς με το όνομά του (π.χ. Ιωάννης ΣΤ΄). Προφανώς θεωρεί τον εαυτόν του ως υπερεπίσκοπον ή ως επίσκοπον των επισκόπων.
ιζ. Η παραφροσύνη του παπισμού έφθασε μέχρι του σημείου να δογματίσει πως οι αποφάσεις του πάπα της Ρώμης είναι ανώτερες ακόμη και από τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων!!!
«Ο σύλλογος των επισκόπων ασκεί την εξουσία πάνω σε όλη την εκκλησία, με επίσημο τρόπο την οικουμενική σύνοδο» και δεν μπορεί να υπάρξει οικουμενική σύνοδος αν δεν επικυρωθεί, τουλάχιστον αν δεν γίνει δεκτή, από τον διάδοχο του Πέτρου (ΣΣ: Δηλαδή του πάπα)»9
ιη. Ο πάπας ως υπερτάτη αρχή της εκκλησίας ελέγχει αλλά δεν ελέγχεται, δικάζει αλλά δεν δικάζεται. Δεν δύναται να υπάρξει Σύνοδος χωρίς την συμμετοχή και την προεδρία του πάπα10.  
Έτσι, από επικρατήσεως του Παπισμού, η Ρώμη έπαυσε να αναγνωρίζει το κύρος των προηγηθεισών Ορθοδόξων Οικουμενικών Συνόδων.  
ιθ. Η Α! Σύνοδος του Βατικανού (1870) κατά την 4ην Συνεδρίαν ανεκήρυξε σε δόγμα το πρωτείον εξουσίας του Πάπα. Η συνοδική απόφαση δογματικώς διατυπωθείσα, ορίζει την ποινήν του αναθέματος, εις πάντα μη δεχόμενον το πρωτείον της υπερτάτης και απολύτου εξουσίας του πάπα11.  
      
Ορθοδοξία
α. Η εκκλησία της Ρώμης ιδρύθηκε από εμπόρους Χριστιανούς που επικοινωνούσαν συχνά με την Ανατολήν και όχι από τον Απόστολον Πέτρο12 
β. Στην Καινή Διαθήκη, που είναι ο αυθεντικός μάρτυς της πρώτης αποστολικής εποχής,  δεν υπάρχει μαρτυρία ότι ο Απόστολος Πέτρος ήταν επίσκοπος Ρώμης για κάποιο χρονικό διάστημα πριν από τον μαρτυρικό θάνατό του, που συνέβη στην Ρώμη, κατά την επικρατέστερη μέχρι τώρα εκδοχή, ούτε ότι έλαβε από τον Κύριο εξουσία μεγαλύτερη από εκείνη που έδωσε στους άλλους Αποστόλους.
Όλοι σχεδόν οι απόστολοι περνούσαν και κήρυτταν το λόγο του Θεού, από όλες σχεδόν τις Εκκλησίες. Άλλωστε ο Κύριος δεν ομιλεί για ιδιαίτερον θρόνον στον Πέτρον αλλά περί Δώδεκα θρόνων, ομοτίμων και χωρίς διάκριση.
«Όταν ο Υιός του Ανθρώπου θα καθήσει εις τον θρόνον της Δόξης του εις την Νέα Δημιουργία, θα καθίσετε και σεις σε δώδεκα θρόνους, δια να κρίνετε τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ..» (ΜΑΤΘ: 19/28).
γ. Η μετάβαση του Πέτρου στην Ρώμη, κατά την πιθανώτερη εκδοχή με βάση τις υπάρχουσες ιστορικές μαρτυρίες, έγινε μετά την εκεί μετάβαση του Αποστόλου  Παύλου, οπότε ο Παύλος και όχι ο Πέτρος, θα έπρεπε να θεωρείται από τους παπικούς ο πρώτος ιδρυτής της Εκκλησίας της Ρώμης.
δ. Ο Κύριος έδωσε πνευματική εξουσία σε όλους τους Αποστόλους και όχι αποκλειστικά στον Πέτρο, «Είπεν αυτοίς ο Ιησούς καθώς απεσταλκέ με ο Πατήρ κ’αγώ πέμπω υμάς. Πορευθέντες μαθητεύσατε...» (ΙΩΑΝΝ: 20/21 23).
Ο Ιησούς «Είπεν αυτοίς» και όχι «είπεν αυτώ τω αποστόλω Πέτρω». Άλλωστε πως έστειλε ο Πατήρ τον Υιόν Του Ιησού; Να διακονείται ή να διακονεί;
(1) «Ος εάν θέλη υμών γένεσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος, και ος εάν θέλη υμών γένεσθαι πρώτος έσται πάντων δούλος και γαρ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι» (ΜΑΡΚΟΣ: 10/44-45)
(2) ΙΩΑΝΝΝ:13/14-ΦΙΛΙΠΠΠ:2/7-ΜΑΤΘ: 20/28 Α! ΤΙΜΟΘ: 2/6-ΤΙΤΟΣ: 2/14
Αυτό έπερεπε να επιδιώκει και ο Πάπας. Να γίνει διάκονος πάντων και όχι να έχη την απαίτηση οι πάντες να γονυπετούν και να του ασπάζονται τους πόδας.
ε. Έάν δεχθούμε τον ισχυρισμό ότι οι Απόστολοι ήσαν ιδρυτές ωρισμένων Εκκλησιών τότε ο Πέτρος είναι ο Πρώτος Ιδρυτής της Εκκλησίας της Αντιοχείας και όχι της Ρώμης. Συνεπώς η Αντιόχεια έπρεπε να διεκδικεί τα πρωτεία αρχαιότητος και όχι η Ρώμη.
στ. Πρωτείον Έδρας
Ο μύθος του πρωτείου, περιβληθείς δια της ιερότητος της θείας προελεύσεώς του, κατέστησε τον Πάπα μονοκράτορα της Εκκλησίας.
(1) Έαν υπάρχει πρωτείον έδρας τότε το πρωτείον αυτό είχε η Εκκλησία των Ιεροσολύμων. Η δικαιοδοσία της είχε αναγνωρισθεί από ολόκληρον τον Χριστιανικόν κόσμον, ο δε Απόστολος Παύλος «παρουσιάζεται εις τα Ιεροσόλυμα μεθ’εκάστην περιοδείαν του...»13
(2) Προ της δημιουργίας του σχίσματος ο Ιωαν. Χρυσόστομος μεταξύ Ρώμης και Αντιοχείας παραχωρεί εις την δευτέραν την υπεροχήν14. 
(3) Kατά την Αποστολικήν Σύνοδον των Ιεροσολύμων (49 ή 50 μ.Χ.) πρόεδρος ήταν ο αδελφόθεος Ιάκωβος και όχι ο Πέτρος. Η γνώμη του για το θέμα της περιτομής έγινε αποδεκτή από ΟΛΟΥΣ τους Αποστόλους. Εάν είχε δοθεί στον Πέτρο πρωτείον εξουσίας τότε θα ήταν αυτός πρόεδρος και όχι ο αδελφόθεος Ιάκωβος.
(4) «Ανίσως δια το αίμα του Πέτρου πρέπει ο θρόνος της Παλαιάς Ρώμης να έχει τα πρωτεία και την αυθεντίαν, δικαιότερον  ήταν να έχει την τοιαύτην προτίμησιν και το μεγαλείον ο θρόνος των Ιεροσολύμων, ωσάν όπου εκεί εχύθη το δεσποτικόν αίμα του Σωτήρος Χριστού, ο οποίος ασυγκρίτως υπερέχει και είναι μεγαλύτερος από τον Πέτρον» (Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως 1722, Mansi, 37,155).
(5) Oι Πατέρες της Εκκλησίας υμνούσαν αδιακρίτως όλες τις Εκκλησίες των διαφόρων πόλεων. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος υμνεί τις εκκλησίες Αλεξανδρείας, Παλαιάς και νέας Ρώμης αλλά εγκωμιάζει και την Εκκλησίαν της Αλεξανδρείας την οποίαν χαρακτηρίζει «άσειστον και ανεπηρέαστον των Εκκλησιών μητέρα» (Γρηγ. Θεολόγος, Λόγος 43, 47, PG 36, 557).
(6) Η Εκκλησία της Ρώμης προήλθε από την Εκκλησία της Ανατολής «Η Δυτική Εκκλησία των δύο πρώτων αιώνων ήτο παραφυάδα και προέκτασις της Ελληνικής Εκκλησίας, διότι ου μόνον η εκκλησιαστική γλώσσα και εν αυτή τη Ρώμη και τη Νοτίω Γαλλία ήτο Ελληνική αλλά και η λειτουργία και η λατρεία καθόλου εν τη Δύσει καθωρίσθησαν κατά το πλείστον υπό της Ελληνικής Εκκκλησίας. Ακόμη και το Βαπτιστήριον Σύμβολον της Ρωμαϊκής Εκκλησίας εν τη αρχαιτοτάτει μορφή του σώζεται Ελληνιστί»15 



                                                                                                           Συνεχίζεται


1 Σ’ αυτήν την ερώτηση ο Πέτρος ωμολόγησε : «…σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. » (ΜΑΤΘ: 16/13-16). Η απάντηση του Χριστού ήταν: «.. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς καίω δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής…- Και εγώ δε σου λέγω: Σύ είσαι Πέτρος και επάνω εις την πέτραν αυτήν θα οικοδομήσω την Εκκλησίαν μου και αι πύλαι του Άδου δεν θα την καταβάλλουν» (ΜΑΤΘ: 16/18).
2 Ορθοδοξία και Παπισμός Αρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, Αθήνα 1950, 689 και 137.
3 Τα Κλημέντια, Επιστολή Κλημέντος προς Ιάκωβον, 1, 2, ΒΕΠΕΣ 1,51.
4 Δόν. Ι. Διλέρνια, παπικός θεολόγος, Τι είναι και τι δεν είναι ο Πάπας, Αθήναι, 1952.
5 Ποντίφιξ ή Ποντίφηξ: Εκ του Λατιν. pontifex=γεφυροποιός, διότι η κατασκευή των γεφυρών συνεδέετο με θρησκευτικάς τελετάς.  Ιερατικόν αξίωμα παρά Ρωμαίοις» (Μεγ. Αμερ. Εγκ. τ. 18ος, σ.586).
6 Χρυσ. Παπαδοπούλου, το πρωτείον του επισκόπου Ρώμης, σσ.241,248.
7 Β΄ Σύνοδος Βατικανού, LUMEN GENTIUM, Γραφείον καλού τύπου, 1964, σ. 44-45. Δογματική Διάταξη περί εκκλησίας.
8 Υακίνθου Επισκόπου (Ουνίτου) Αθηνών. Μεγάλη κατήχησις Α! Δογματική Β’ Εκδ. σ.116, Αθήναι, 1958.
9 Κατήχησις καθολικής εκκλησίας, Βατικανό, εκδ. Κάκτος, Αθήναι, 1966, παρ. 884,σ.293.
10 L. Bouyer, Dictionnaire Theologique, p. 153, Tournai (Belgium), 1963.
11 Βούλλα, Pastor Aeternus, Παρά Χρυσ. Παπαδόπουλου, το Πρωτείον του Επισκόπου της Ρώμης, σ. 291.
12 Π. Τρεμπέλα, Υπόμνημα εις τας επιστολάς της Κ.Δ. Τόμος Α΄, Αθήνα 1956, εκδ. Β. σελ. 28.
13 Επίσκοπος Κατάνης Κασσιανός Βezobrazov, «Eκκλησία», aρ. σ-1954-6.88.
14 PG 56,120 και Κων. Μουρατίδη. Απεδεχέτο ο Χρυσόστομος το Παπικόν Πρωτείον;-Αθήναι, 1959, σ.16.
15 Γερμανός καθηγητής Ε.Benz,περ. Εκκλησία, Αρ. 15 (1959), σ. 271.
<!--[if gte mso 10]>

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου