Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ
(The Heresy of Franco-Papacy)
ΜΕΡΟΣ 8ο
ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ
ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(Dogmatic
and other Disparities between Franco-Papacy and Orthodox Christianity)
2. Το Αλάθητον του Πάπα (Papal infallibility)
Ορθοδοξία (Συνέχεια 7ου μέρους)
α. Είναι αδύνατο να συλλάβει ανθρώπινος νους το είδος
και την έκταση των παρασκηνιακών διεργασιών καθώς και το κλίμα που επικρατούσε
πριν, κατά την διάρκεια και μετά την αποκληθείσα Α΄ Βατικανή σύνοδο (1870).
Τότε, κάτω από απίστευτες αντιχριστιανικές δολοπλοκίες και συνθήκες, απεφασίσθη
αυθαιρέτως και επεβλήθη βιαίως, σ’ εκείνη την σύναξη των Δυτικών αναβολαδιοφόρων παπολειτουργών [Αναβολάδιον (amictus)= Κάλυμμα
κεφαλής και ώμων των παπικών, ανάλογον με το Fanon του πάπα], το δόγμα του αλαθήτου
του πάπα, 19 αιώνες μετά την ίδρυση της πρώτης χριστιανικής εκκλησίας στα
Ιεροσόλυμα.
Παραθέτομεν
επιγραμματικώς στοιχεία, ως έναυσμα προς περαιτέρω μελέτην, για το πώς επεβλήθη
στους δυτικούς το νεοφανές δόγμα του αλαθήτου11.
Η στέψη του Kαρόλου Α΄ («Καρλομάγνου») από τον πάπα. (Εικόνα από το περιοδικό Ιστορικά Θέματα" Νο 36 σελ. 115)
Μία από τις σημαντικώτερες έρευνες δυτικών ιστορικών
για το βδέλυγμα του λεγομένου «παπικού αλαθήτου» είναι αυτή του
«ρωμαιοκαθολικού» θεολόγου-ιστορικού Α. Μπ. Χάσλερ που έγραψε ένα βιβλίο-βόμβα,
στα σπλάγχνα του παπισμού. Ο συγγραφεύς ερεύνησε
38 αρχεία, εχρησιμοποίησε δε μία βιβλιογραφία, που καταλαμβάνει 33 σελίδες.12
β. Όσο πλησίαζε
η ημέρα της ψηφίσεως του νέου δόγματος, τόσο πλήθαιναν οι διαρροές των
συνοδικών. Άλλοι «αρρώστησαν» απότομα,
άλλοι αναχώρησαν εσπευσμένα. Το αποτέλεσμα μιας ψηφοφορίας έδωσε, στις 13 Ιουλ.
1870, 88 αρνητικές ψήφους και 62 που ψήφισαν «ναι», αλλά με επιφυλάξεις. «Ναι» έδωσαν μόνο 451 επίσκοποι,
δηλαδή ούτε οι μισοί από τους 1084, που είχαν δικαίωμα συμμετοχής στην σύνοδο
και λιγότεροι από τα 2/3 των παρόντων κατά την έναρξη της συνόδου (700).
Κατά την τελευταία όμως συνεδρία της συνόδου (18 Ιουλ. 1870) ο αριθμός των
θετικών ψήφων έφθασε τις 535.
Ήδη όμως είχαν αναχωρήσει 55 επίσκοποι της αρνητικής
μειοψηφίας που από σεβασμό προς τον «Άγιον Πατέρα» δεν κάθισαν να ψηφίσουν στην
τελευταία συνεδρία. Κατά την ψήφιση του νέου δόγματος ξέσπασε πάνω από τον Άγιο
Πέτρο σφοδρή καταιγίδα. Για άλλους αυτό ήταν
δείγμα της θείας οργής, για άλλους όμως δείγμα θείας ευνοίας...
γ. Με την ψήφιση του νέου δόγματος η μειοψηφία,
όπως ήταν επόμενο, έχασε την συνοχή της και διασπάσθηκε. Εν τούτοις μερικοί
επίσκοποι αποφάσισαν να συνεχίσουν την αντίσταση, προσβάλλοντας την ίδια την
οικουμενικότητα της συνόδου. Γρήγορα όμως, συνεπεία διαφόρων
γεγονότων, κατέρρευσε η αντίσταση. Η Ρώμη έθεσε σε
κίνηση ένα ολόκληρο σύστημα, για να υποτάξει τους αντιτιθεμένους. Έτσι στα τέλη του 1871, εκτός από
μερικές εξαιρέσεις, όλη η μειοψηφία είχε υποταχθεί. Τα χρησιμοποιηθέντα μέσα
ήταν διωγμοί διαφόρων ειδών, π.χ. απολύσεις. Η οργή του πάπα δεν έκαμε
εξαιρέσεις. Η «κάθαρση» άρχισε από το ίδιο το Βατικανό. Ο παπικός τύπος έπαιξε
και εδώ ένα σημαντικό ρόλο, ιδιαίτερα για τους λιγότερο εξαρτημένους από το
Βατικανό επισκόπους και καρδιναλίους. Και σ’ αυτή την σκληροτράχηλη Γερμανία
είχε το Βατικανό επιτυχία, με την διαίρεση των επισκόπων της Γερμανικής συνόδου
στην Φούλντα (τέλος Αυγούστου 1870).
Πολλοί πρώην
πολέμιοι του αλαθήτου τώρα δέχθηκαν όχι μόνο το παπικό αλάθητο, αλλά και την
οικουμενικότητα και ελευθερία της Α΄ Βατικάνειας. Γενική όμως πίστη ήταν, ότι οι επίσκοποι στη σύνοδο της
Φούλντας θυσίασαν την εντιμότητα και τις πεποιθήσεις τους...
δ. Η ρωμαϊκή Κουρία (κυβέρνηση του πάπα) επίσης
χρησιμοποίησε διάφορα μέσα, για να υποτάξει τους αντιτιθεμένους. Ο υποκινητής
όμως όλων των σκληρών μέτρων ήταν ο ίδιος ο πάπας. Κυρίως υποχρεώνονταν όσοι είχαν γράψει εναντίον του νέου δόγματος να
ανακαλέσουν, όπως π.χ. ο Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής της Σορβόννης Μαρέ. Άλλοι επίσκοποι έχασαν το
θρόνο τους. Οι περισσότεροι επίσκοποι, που υποτάχθηκαν, βρήκαν ως δικαιολογία,
ότι αφού αποφάνθηκε μια «Οικουμενική Σύνοδος», η έριδα είχε ουσιαστικά λήξει
(πρβλ. την περιβόητη, αποδιδόμενη στον ιερό Αυγουστίνο, φράση: «Roma locuta est. Causa finita est»). Πολλοί δυναμικοί αντίπαλοι του
αλαθήτου δήλωσαν τελικά υποταγή από φόβο μη μείνουν μόνοι. Άλλοι υποτάχθηκαν
από το φόβο της δημιουργίας σχίσματος, όπως π.χ. ο ιστορικός Χέφελε.
ε. Μολονότι η σύνοδος διακήρυξε σαφώς, ότι ο πάπας
είναι «αφ’ εαυτού» αλάθητος, χωρίς δηλαδή την συγκατάθεση της Εκκλησίας,
επιδίωξαν να εξαρτήσουν τον πάπα από την συμφωνία της Εκκλησίας. Σ’ αυτήν την
ομάδα ανήκαν ο Χέφελε, ο Μαρέ κ.ά. Ο Μαρέ προσπάθησε ν'
αποδείξει, ότι η σύνοδος δεν αναγνώρισε κανένα προσωπικό ή απόλυτο αλάθητο του
πάπα.
Νεότεροι θεολόγοι (Χ. Φρις, Κλ. Σατζ) θα
υποστηρίξουν, ότι η Α΄ Βατικάνεια απέρριψε μόνο την ανάγκη της εκ των υστέρων
επιδοκιμασίας της Εκκλησίας. Πάντως ο Μαρέ δεν έπαυσε να έχει αμφιβολίες
για την ορθότητα μιας τέτοιας θεωρίας, γι’ αυτό και απέφυγε να δημοσιεύσει τις
θέσεις του.
στ. Η Ρώμη δεν ήταν βέβαια ικανοποιημένη με τις
ερμηνευτικές αυτές προσπάθειες. Σκοπός της ήταν η καθολική αναγνώριση του νέου
δόγματος. Τον Οκτώβριο του 1870 ο πάπας Πίος Θ΄ ίδρυσε, στα πλαίσια της
Ιεράς Εξετάσεως, μία ειδική επιτροπή «για όλες τις υποθέσεις της Βατικανής
Οικουμενικής Συνόδου και της συγχρόνου καταστάσεως της Ρώμης». Εκείνο που επιδιωκόταν ήταν η υποταγή των
αντιφρονούντων. Καθηγητές και επίσκοποι προτίμησαν να συμφωνήσουν. Γρήγορα όμως διαπιστώθηκε, ότι η
συγκατάθεση πολλών δεν ήταν ειλικρινής, αλλά διπλωματικής φύσεως.
Λόγω της κυριαρχούσης τότε θρησκευτικής αδιαφορίας,
κανείς επίσκοπος δεν φαινόταν διατεθειμένος να αντισταθή μέχρι τέλους. Ακόμη
και η αντίδραση των καθηγητών, παρά τον αρχικό δυναμισμό της, αδυνάτησε
κατόπιν. Πολλοί ήσαν εκείνοι, που ενώ
δεν πίστευσαν ποτέ στο νέο δόγμα, δεν τολμούσαν να αντισταθούν. Δεν έλειψαν
όμως οι συνεπείς καθηγητές. Μέσα σε λίγο χρόνο στις γερμανόφωνες περιοχές
αφορίσθηκαν 20 θεολόγοι και φιλόσοφοι καθηγητές. Τα 2/3 των καθολικών ιστορικών των γερμανικών Πανεπιστημίων
εγκατέλειψαν την «Εκκλησία». Στο Μόναχο 5 ιστορικοί έκαμαν αυτό το βήμα.
Και σε άλλες χώρες συνέβη το ίδιο. Κύριο επιχείρημά τους δεν ήταν βέβαια ο
ανελεύθερος και αντι-οικουμενικός χαρακτήρας της συνόδου, αλλά η αντίφαση του
δόγματος προς την εκκλησιαστική ιστορία. Πρωταγωνιστές αυτού του αγώνα ήσαν ο Ιγνάτιος
φον Ντέλλιγκερ του Μονάχου, ο Γιόχαν φον Σούλτε της Πράγας και οι Γιόζεφ
Λάγκεν και Φραντζ Ρόυς στην Βόννη. Οι επίσκοποι
βέβαια έκριναν σκόπιμο να καλούν τους καθηγητές σε υποταγή...
ζ. Τον Ιούνιο του 1870 ο Πίος Θ’ κάλεσε τον
«κανονικό» Ευγένιο Τσεκόνι από την Φλωρεντία στην Ρώμη. Ο Τσεκόνι
είχε ήδη αναλάβει την υπεράσπιση της συνόδου της Φλωρεντίας. Εκφράσθηκε όμως από πρόσωπα του Βατικανού η
γνώμη, ότι ο Τσεκόνι έδωσε μόνο το όνομά του, ενώ
την ιστορία την έγραψαν στην πραγματικότητα οι Ιησουΐτες. Το έργο του Τσεκόνι περιλαμβάνει 4
ογκώδεις τόμους.
Ο εκ των αντιπάλων του δόγματος αρχιεπίσκοπος Βιντσέντσο
Τιτσάνι, παρά το ογκώδες υλικό, που είχε συγκεντρώσει, δεν εδημοσίευσε ποτέ την ιστορία, που σχεδίαζε να γράψει. Μετά το θάνατό του (1892) το
Βατικανό αγόρασε τα χειρόγραφά του!!! Μέχρι σήμερα όμως λείπει μια αυθεντική ιστορία
της «συνόδου», δηλαδή στηριζόμενη στις πηγές της υφισταμένης γραμματείας.
η. Οι πιέσεις του Βατικανού επέδρασαν και στην
τύχη των αρχείων των συνοδικών πατέρων. Αρκετοί
επίσκοποι της μειοψηφίας έκαυσαν(!) ό,τι σχετικό με την σύνοδο είχαν γράψει,
ακόμη και την αλληλογραφία τους. Το ίδιο έκαμαν όμως και πολλοί από τους
επισκόπους της πλειοψηφίας. Στο
αρχείο των Ιησουϊτών λείπει λ.χ. η αλληλογραφία από την Γερμανία των ετών
1860-1870. Ίσως να καταστράφηκε, πριν από την είσοδο των ιταλικών
στρατευμάτων στην Ρώμη. «Χάθηκε»,
επίσης, το ημερολόγιο της «Civiltà Cattolica» από το 1860-1890, που πολλά θα είχε να πει για τον ρόλο των Ιησουϊτών στη Σύνοδο... Η παπική αστυνομία επίσης έκαυσε ένα μεγάλο
μέρος του μυστικού αρχείου της, πριν από την κατάληψη της Ρώμης από τα ιταλικά
στρατεύματα.
Το αρχειακό υλικό επίσης, που σώθηκε, κατά την μαρτυρία
του συγγραφέα μένει απρόσιτο. Τον Δεκέμβριο του 1966 επέτρεψε το Βατικανό τη μελέτη
του αρχείου της εποχής του Πίου Θ’. Γρήγορα, όμως, το αρχείο αυτό
έκλεισε τις πύλες του! Τρεις υπάλληλοι του αρχείου είχαν ετοιμάσει την έκδοση
ενός λεπτομερούς καταλόγου. Το 1969 ο πάπας Παύλος ΣΤ΄ ανήγγειλε την
ετοιμαζόμενη κριτική έκδοση των Πρακτικών της Συνόδου. Θα προηγείτο όμως η
έκδοση του Καταλόγου. Και ο μεν Κατάλογος δεν
δημοσιεύθηκε ποτέ, η έκδοση δε των Πρακτικών ήταν ένα πρόσχημα, για να μείνει
απρόσιτο το αρχείο. Αλλά και η χρήση του υπολοίπου υλικού σχετικά με τον Πίο Θ΄ δυσχεραίνεται.
Χαρακτηριστικότερο όμως είναι ότι δύο κεντρικά όργανα
της Ρωμαϊκής Κουρία, η «Επιτροπή για τις ιδιαίτερες υποθέσεις της Εκκλησίας»
και η «Επιτροπή Πίστεως», δηλαδή η διάδοχος της Ιεράς Εξετάσεως, κρατούν πεισματικά τα αρχεία τους για ολόκληρο τον 19ο αιώνα
κλειστά.
θ. Θα αρκούσαν αυτά και μόνο τα λίαν περιληπτικώς
προαναφερθέντα και ιστορικώς τεκμηριωμένα στοιχεία, για να πείσουν κάθε
καλόπιστο μελετητή για μία από τις μεγαλύτερες συνωμοσίες και απάτες, που
συνετελέσθησαν προ,κατά και μετά την σύγκληση της αποκληθείσης από τους
παπικούς, Α΄Βατικανής Συνόδου που
κατέληξε στην ψήφιση του εωσφορικού
εξαμβλώματος περί του αλαθήτου του πάπα!!!
Θα προχωρήσουμε όμως στην θεολογική, αγιογραφική,
ιστορική και όχι μόνον, αντίκρουση αυτού του δογματικού αντιχριστιανικού και
εωσφορικού βδελύγματος του «παπικού
αλαθήτου».
Συνεχίζεται
11 π. Γεώργιος Μεταλληνός-Πώς έγινε ο Πάπας "αλάθητος", κεφ. 8ο,
Β΄ έκδοση, Κριτική παρουσίαση έρευνας του «ρωμαιοκαθολικού» θεολόγου-ιστορικού
Α. Μπ. Χάσλερ, Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις. Αθήνα, Τρίκαλα 2002.
12 Ο Άουγκουστ
Μπέρναρντ Χάσλερ (August Bernhard Hasler), ικανότατος ιστορικός (Δρ
Θεολογίας και Φιλοσοφίας), γεννήθηκε το 1937 στο Άαντορφ της Ελβετίας. Με το θέμα του παπικού αλαθήτου δεν
ασχολήθηκε ο Χάσλερ για πρώτη φορά. Η δεύτερη διδακτορική διατριβή του,
που υπεβλήθη στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, έχει τον τίτλο: «Πίος Θ’ (1846-1878).
Παπικόν αλάθητον και 1η Βατικανή Σύνοδος. Δογματοποίησις και επιβολή
μιας Ιδεολογίας. Τόμοι Ι-ΙΙ, Στουτγκάρδη 1977» (γερμανικά). Ένα ογκώδες
έργο με πλούσιο και εν πολλοίς άγνωστο αρχειακό υλικό. Ο συγγραφεύς ερεύνησε 38
αρχεία, εχρησιμοποίησε δε μία βιβλιογραφία, που καταλαμβάνει 33 σελίδες. Όσοι
γνωρίζουν εξ ιδίας πείρας, τι σημαίνει αρχειακή έρευνα, και το γεγονός ότι η
ιστορία των δύο τελευταίων αιώνων χωρίς το υλικό των αρχείων δεν μπορεί να
γραφή, μπορούν ιδιαίτερα να εκτιμήσουν την προσφορά του Χάσλερ στην
θεολογική επιστήμη.
Δέχθηκε βέβαια ο
συγγραφεύς πολλές και σφοδρές επιθέσεις από τους εγκαθέτους του Φραγκοπαπισμού,
που τρομάζουν και μόνο με την ιδέα ότι κάποιος θα επιχειρήσει να ταράξει τα
θολά νερά του φραγκοπαπικού κατεστημένου.
Ένας γνωστότατος
εκδοτικός Οίκος του Μονάχου, που είχε αναλάβει υπεύθυνα να τυπώσει την εργασία,
για «εκκλησιαστικο-πολιτικούς λόγους» ακύρωσε την συμφωνία! Έτσι ανέλαβε ο λιγότερο γνωστός
εκδοτικός Οίκος R. Piper την έκδοση. Πρόκειται όμως για μια πολύ καλαίσθητη
έκδοση, με XXXVII+319 σελίδες, και πολλές φωτογραφίες, όλων των προσώπων, τα
οποία πρωτοστάτησαν στην Α΄ Βατικάνεια Σύνοδο και στην ανακήρυξη του παπικού
αλαθήτου.
Ο Χάσλερ μέχρι τον θάνατό του, που συνέβη στην αρχή
της δεκαετίας του 1980 – και ήταν μόλις 42 ετών – συνέχισε την γραμμή του
γνωστού παπικού (Ρωμαιοκαθολικού κατά τους Δυτικούς) καθηγητού Χανς Κυνγκ
(Hans Küng), που έγραψε ογκώδες βιβλίο κατά του παπικού αλαθήτου, με τον τίτλο:
«Unfehlbar? («Αλάθητος;»). Ο Χάσλερ παρουσίασε την
ιστορική διάσταση του προβληματισμού. Το σπουδαίο είναι ότι ο Χάσλερ
όπως έγραφε στον πατέρα Γ. Μεταλληνό, με τον οποίον επικοινωνούσε, ετοίμαζε νέα
ογκώδη εργασία για την δικτατορία ανά τους αιώνες, αρχίζοντας από τον δικό μας
Πεισίστρατο και φθάνοντας ως τον Παπισμό!
Κατά τη διάρκεια της έρευνάς του στο Βατικανό τον
βρήκε και ο θάνατος (ΣΣ:
Φυσιολογικός ή μυστηριώδης/ανεξήγητος;). Γι’ αυτό η ανατύπωση της σχετικής με
το θέμα εργασίας του π. Γεωργίου, καθ’ομολογίαν του, συνιστά και ευλαβικό
μνημόσυνο στην μνήμη ενός ορθοδοξούντος
«ρωμαιοκαθολικού» επιστήμονος (ΣΣ: Τα εισαγωγικά στην λ. ρωμαιοκαθολικού
ετέθησαν από τον συντάκτη του αναρτημένου και αναλυομένου, στο παρόν
ιστολόγιον, θέματος).
Η αναφορά όμως στο «αλάθητο» του Ρωμαίου Ποντίφηκος
επιτρέπει και έναν ακόμη συνειρμό. Ερωτούν οι ουνιτίζοντες, πότε κατεδικάσθη η
«Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία» ως αιρετική. Λησμονούν όμως την Σύνοδο επί Μ.
Φωτίου του 879, που είναι για την Ορθοδοξία η 8η Οικουμενική
Σύνοδος (Ι. Καρμίρης, π. Φλωρόσφκυ, π. Ρωμανίδης κ.ά.),
και η οποία κατεδίκασε το Filioque και τους εισηγητές του στο Ιερό Σύμβολο.
Αλλά και ως προς το αλάθητο. Αν ο άγιος Μάρκος έλεγε τον
15ον αι., ότι «αποστρεφόμεθα» τους Λατίνους ως αιρετικούς», τι θα
έλεγε το 1870 με την δογματοποίηση του (επί αιώνες αδογματίστου) αλαθήτου;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου