Σάββατο 4 Απριλίου 2015


Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ
(The Heresy of Franco-Papacy)
ΜΕΡΟΣ 16ο
ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(Dogmatic and other Disparities between Franco-Papacy and Orthodox Christianity)

5. Η «αλάθητη» Πάπισσα Ιωάννα (The “infallible” popessa Johanna/papess Joanne) 
    Ορθοδοξία (Συνέχεια απαντήσεων στα ερωτήματα, όπως στο 15ο μέρος)
:  - Η Ορθόδοξη Εκκλησία της καθ’ ημάς Ανατολής, φαίνεται να επληροφορήθη τα περί πάπισσας Ιωάννας τον 9ον αι. αλλά για τους λόγους που εξηγεί στο έργο του ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων, και εξ αιτίας των τεταραγμένων σχέσεων Ανατολής και Δύσεως, δεν ετέθη θέμα ούτε επεχείρησαν να πληροφορηθούν περισσότερα στοιχεία.
-Έστω και αν θεωρήσουμε ότι κάποια στιγμή, προ του οριστικού σχίσματος, η Διοίκηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της καθ’ ημάς Ανατολής, επληροφορήθη τα περί πάπισσας Ιωάννας, το πιθανώτερο είναι να εσιώπησε και να μην ενημέρωσε το ποίμνιον, εσφαλμένως κατά την άποψή μας, προς αποφυγήν σκανδαλισμού των πιστών και επιδεινώσεως των ήδη ασταθών σχέσεών της με την Παπική Δύση8.
-Μετά την άλωση της Πόλεως από τους Σταυροφόρους και αργότερα από τους Τούρκους, και μέχρι της Εθνικής απελευθερώσεώς της, η υποτεταγμένη σε αιρετικούς και αλλοδόξους διοίκηση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, με ελάχιστες εξαιρέσεις φωτεινών Πατέρων, σιωπά σε τέτοιου είδους εκκλησιαστικά και θεολογικά προβλήματα. Έτσι παρουσιάζει εγγενή αδυναμία αντιπαραθέσεως με τους αιρετικούς Φραγκοπαπικούς για το μέγα σκάνδαλον της πάπισσας Ιωάννας. Η Εθναρχούσα Εκκλησία, όλες αυτές τις περιόδους δουλείας των Ελλήνων ασχολείται με τα εθνικά και πνευματικά προβλήματα του βασανιζομένου ποιμνίου της.
-Φυσική συνέπεια της ενοχλήσεως που προκάλεσε, η έκδοση του βιβλίου του Ροΐδη, ήταν ο πόλεμος τον οποίον του εκήρυξαν οικουμενιστές και ορθοδοξίζοντες ιεράρχες της εποχής, οι οποίοι, με επικεφαλής τον επίσκοπο Καρυστίας Μακάριο, με άρθρα στον τύπο και κηρύγματα από άμβωνος αναθεμάτιζαν συνεχώς το έργο αυτό σαν «βλάσφημο», «κακόηθες», κ.ά. 
 Το έργο εμφανώς παρουσιάζει τα αρνητικά της Φραγκοπαπικής «Εκκλησίας», αλλά είναι φανερό ότι η κριτική του απευθύνεται και στην Ορθόδοξη. Γι’ αυτό και οι αντιδράσεις απέναντί του ήταν τόσο έντονες.
-Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία αντί να ερευνήσει τα στοιχεία που παρουσίαζε ο Ροϊδης στην ιστορική μελέτη του, και να τα συσχετίσει με άλλα που διέθετε ή ηδύνατο να συγκεντρώσει, προτίμησε να την αφορίσει «ως αντιχριστιανικόν και κακόηθες» κείμενο, με την υπ' αριθ. 5688/4-4-1866 εγκύκλιο της Ι. Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, σε μία περίοδο που αλώνιζαν οι παπικοί και ευαγγελικοί μισσιονάριοι στην Ελλάδα, ενώ ο ίδιος ο Ροΐδης διώχθηκε δικαστικώς.
 Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ιερά Σύνοδος της Ελλάδος, δεν χαρακτήρισε ψευδή ή ανιστόρητα τα αφορώντα στην πάπισσα Ιωάννα, αλλά αφώρισε τους χαρακτηρισμούς του Ροΐδη και τις τολμηρές περιγραφές του βιβλίου του, ως «αντιχριστιανικά και κακοήθη».
Πώς να εχαρακτήριζε ψευδή και ανιστόρητη την μελέτη, άραγε, και με ποια ιστορικά ντοκουμέντα;
-Η υπόθεση του αφορισμού του μυθιστορήματος «Πάπισσα Ιωάννα», είχε δημιουργήσει κάποια σύγχυση ως προς το σε ποιον απευθυνόταν ο αφορισμός της εγκυκλίου της Ιεράς Συνόδου. Για παράδειγμα, η αθηναϊκή εφημερίδα «Σκρίπ» στις 9 Ιανουαρίου 1904, γράφει:
 «Την 2 μ.μ. χθες έγινεν η κηδεία του Εμμανουήλ Ροΐδου... εις το Α' Νεκροταφείον, μία κηδεία σεμνή και συγκινητική. Προηγείτο εις ιερεύς μόνον... οι ακολουθήσαντες εκτός των συγγενών και των φίλων ήσαν λόγιοι και δημοσιογράφοι... Ως γνωστόν, ο Ροΐδης από της εποχής καθ’ ην συνέγραψε την «Πάπισσαν Ιωάνναν» είχεν αφορισθεί υπό της Ιεράς Συνόδου δια θρησκευτικούς λόγους. Προχθές την πρωίαν ενώ ο συγγραφεύς έπνεε τα λοίσθια η Ιερά Σύνοδος προέβη εις την άρσην του αφορισμού μεθ’ ο ο ετοιμοθάνατος εκοινώνησε των αχράντων μυστηρίων.»
Εν τούτοις, για το ζήτημα αυτό, ο βιογράφος και ανιψιός του Ροΐδη, Ανδρέας Ανδρεάδης, αναφέρει:
«Ο Ροΐδης, εφ' όσον γνωρίζω, ουδέποτε αφωρίσθη· δια τούτο εξηκολούθησε τελών τα θρησκευτικά του καθήκοντα, οσάκις δε διωρίζετο εις δημοσίαν υπηρεσίαν εφρόντιζε να ομνύη τον νενομισμένον όρκον προ του ιερέως της ενορίας του. Διά τούτο δ' επίσης δεν εδέησε, όπως ανέγραψαν τινές εφημερίδες, ν' αρθή ο αφορισμός, όπως μεταλάβη των άχραντων μυστηρίων και κηδευθή χριστιανικώς.»9
Πράγματι, φαίνεται πως η εγκύκλιος στρεφόταν μόνο κατά του βιβλίου και όχι κατά του ιδίου του Ροΐδη10.
-Η «Πάπισσα Ιωάννα» είναι το ένα από τα δύο ελληνικά βιβλία που είχε την «τιμή» να ενταχθεί και στον κατάλογο (Index) με τα απαγορευμένα βιβλία της Φραγκοπαπικής Συναγωγής (το άλλο είναι «Ο τελευταίος πειρασμός» του Νίκου Καζαντζάκη)11.
-  Στον αφορισμό του έργου ο συγγραφέας απάντησε αρχικά χιουμοριστικά («ο κύριος εισαγγελεύς ουδ' απάντησιν έδωκεν, και οι δικασταί απεκρίθησαν γελώντες ότι αφού το βιβλίον είναι αφορισμένον, δεν δύνανται να το αναγνώσουσιν δια να το δικάσωσιν...»), με τις υποτιθέμενες «Επιστολές ενός Αγρινιώτου» με την υπογραφή Διονύσιος Σουρλής (στην εφημερίδα Αυγή, Μάιος 1866) και έπειτα με σοβαρό -αλλά και πιο δηκτικό τόνο, με το «Ολίγαι λέξεις εις απάντησιν της αφοριστικής εγκυκλίου της Συνόδου».
·  Μετὰ τὴν νίκην, φοβούμενος ὁ ἅγιος αὐτοκράτωρ [ενν. ο Καρλομάγνος] μὴ ἀναγκασθῇ καὶ πάλιν ὑπὸ τῶν ἀγριανθρώπων ἐκείνων νὰ διακόψῃ τὰς εὐσεβεῖς αὐτοῦ ἀσχολίας, ἀπεφάσισεν ἤ πάντας τοὺς νικηθέντας νὰ εξολοθρεύσῃ ἤ ἑκόντας ἄκοντας ὅλους νὰ βαπτίσῃ. Οὐδεὶς ποτὲ ἱεροκῆρυξ κατώρθωσε πλείονας ἀπίστους ἐν βραχεῖ χρόνῳ νὰ χριστιανίσῃ• ἀλλ’ ἡ εὐγλωττία τοῦ Φράγκου κατακτητοῦ ἦτο ἀκαταμάχητος. «Πίστευσον ἤ σὲ φονεύω», ἔλεγεν εἰς τὸν δεσμώτην Σάξωνα, εἰς οὗ τὰ ὄμματα ἤστραπτεν ὡς πειστικώτατον ἐπιχείρημα ἡ μάχαιρα τοῦ δημίου, καὶ ὅλος ἐκεῖνος ὁ ὄχλος ἐπήδα εἰς τὴν κολυμβήθραν ὡς αἱ νῆσσαι εἰς τοὺς λάκκους, ἀφοῦ βρέξῃ.12
Τα παραπάνω ήσαν αληθή. Ούτως έπραττον οι αιμοσταγείς Φράγκοι κατά παντός αντιφρονούντος..Την δόξαν αυτών εζήλωσαν οι παπικοί σταυροφόροι.. Ο Ροΐδης τα εγνώριζεν από αξιόπιστες ιστορικές πηγές, ανάλογες με εκείνες που συνέγραψε την μελέτην του για την πάπισσα Ιωάννα.
: Την αλήθεια για την ιστορικότητα ή όχι του προσώπου της πάπισσας Ιωάννας μπορούμε να την αναζητήσουμε μόνον δια της ιστορικοδικαστικής μεθόδου. Συγκεκριμένα στην μέθοδο αυτή εξετάζονται:
Βιβλιογραφικός έλεγχος
-Αυθεντικότητα και χρονολογία συγγραφής βιβλίου ή βιβλίων αφορώντων στην πάπισσα Ιωάννα.
-Αριθμός βιβλίων που αναφέρονται σ’ αυτήν.
-Ταυτοσημία στα περιγραφόμενα ή τυχόν διαφοροποιήσεις των συγγραφέων στην ιστορική παρουσίαση των συμβάντων.
-Αξιοπιστία συγγραφέων
Εσωτερικές μαρτυρίες.
-Πληροφορίες από αυτόπτες και αυτήκοους παπικους μάρτυρες.
-Αξιοπιστία αυτοπτών μαρτύρων.
-Μαρτυρίες μεταγενεστέρων χρονικώς μαρτύρων του ευρέος περιβάλλοντος (της παπικής αυλής) όπου διαδραματίσθηκαν τα αφορώντα στην πάπισσα.
Εξωτερικές μαρτυρίες.
-Μαρτυρίες άλλων σύγχρονων ή μεταγενεστέρων συγγραφέων.
-Ευρήματα, μνημεία, παραστάσεις ή εικόνες σχετιζόμενες με τον βίον (πραγματικόν ή φανταστικόν) της πάπισσας.
*
-Ένα από τα σημαντικώτερα επιχειρήματα ότι η πάπισσα Ιωάννα ήταν ιστορικώς υπαρκτό πρόσωπο, αποτελεί -ίσως- η επί έξη μετά από αυτήν αιώνες, βεβαιωμένη νέα διαδικασία επιλογής του προκαθήμενου της «Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας», όπως επιβεβαιώνεται από διαφορετικές πηγές, για παράδειγμα έναν οδηγό της Ρώμης του 15ου αιώνα, την μαρτυρία του Γαλάτη κληρικού Αδάμ του Ουσκ (Adam de Usk), αυτόπτη μάρτυρα της εκλογής πάπα, και πολλές άλλες σχετικές γραφές. Λοιπά όπως παράγραφος 5η 15ου μέρους.
Φυσικά, κανείς επίσημος του Βατικανού δεν θα επιβεβαίωνε ποτέ, αυτήν την διαδικασία.
-O δρόμος όπου σύμφωνα με την παράδοση και πηγές, έγινε η αποκάλυψη του φύλου της πάπισσας Ιωάννας, συνεπεία του ατυχήματος, είχε ονομασθεί Vicus papisse (δρόμος της πάπισσας) και σήμερα ονομάζεται  Via Dei Querceti. Αποχρώσα ένδειξη που επιβεβαιώνει την ιστορικότητα της παραδόσεως για την πάπισσα13.  
-Υπάρχει πληθώρα ιστορικών πηγών στην γραμματεία περί της πάπισσας Ιωάννας, με αναφορές γραφείσες μεν μεταγενεστέρως (περίπου τρεις-τέσσαρες αιώνες), αλλά συνεχιζόμενες και επανεκδιδόμενες, περιοδικώς, μέχρι των ημερών μας. Οι πλείστες από αυτές, συμφωνούν μεταξύ τους ως προς την ιστορικότητα του προσώπου της πάπισσας και σε γενικές γραμμές με το βιογραφικό της.
-Οι πηγές που απορρίπτουν την ιστορικότητα του προσώπου της πάπισσας και την παρουσιάζουν ως μύθο ή θρύλο, αδυνατούν να αποδείξουν με τεκμηριωμένα στοιχεία την ιστορική συνέχεια των τριών παπών μετά τον Λέοντα Δ΄. Η παπική χρονολογία του θανάτου του Λέοντος Δ΄ (855) αντικρούεται από τις ορθόδοξες εκδοχές, αφ’ενός του θανάτου του Λέοντος Δ΄ (853)14 και αφ’ ετέρου της ενθρονίσεως της πάπισσας Ιωάννας (854).
- Η περίοδος που μεσολάβησε μεταξύ του θανάτου του Λέοντος Δ΄ (17 Ιουλίου 855) και της στέψεως του Βενέδικτου Γ΄ (29 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους), κατά την παπική εκδοχή, είναι πάρα πολύ μικρή για να υπάρξει ενδιάμεσος ποντίφηκας, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν -πιθανότατα- η εκλογή ενός αντιπάπα προκάλεσε εύλογη καθυστέρηση στην νόμιμη διαδοχή.
Ειδικώς για τον υποτιθέμενον έμεσον διάδοχόν του Βενέδικτον Γ΄ (εμεσολάβησε η εκλογή ως πάπα του αφορισθέντος15 αλλά «αλαθήτου» καρδιναλίου Αναστασίου) οι παπικές πληροφορίες περί του βίου του είναι πενιχρότατες έως μηδαμινές. Σχεδόν πλήρης ανυπαρξία βιογραφικών στοιχείων για τον 104ο πάπα, Βενέδικτο τον Γ΄ που περιγράφεται σαν ιδιαίτερα εσωστρεφής, αποφεύγων συστηματικά την επαφή του με το πλήθος σε δημόσιες εμφανίσεις!!!
-Ο ιστορικός/κριτικός έλεγχος του επισήμου καταλόγου των παπών, που έχει δημοσιεύσει το Βατικανό, πέραν της μεγίστης απάτης περί του Αποστόλου Πέτρου ως δήθεν πρώτου επισκόπου Ρώμης, και άλλων τερατολογιών, αποκαλύπτει το αναξιόπιστον των συντακτών και επικυρωτών του καταλόγου. Εκτός από αυθαίρετες χρονολογήσεις στις παπικές θητείες, υπάρχουν καταγεγραμμένοι ως ποντίφηκες και ανύπαρκτοι πάπες, όπως οι: Δόνος (676-678) και Ιωάννης ΙΖ΄(11ος αιών) [Popes Donos and John IZ΄ (11th century) never existed, were imaginary/non-existent persons].
-Το πλήθος των επωνύμων πηγών που αναφέρονται στην Δωδεκάβιβλο του Δοσιθέου (Βιβλίον Ζ, κεφ. ΙΒ. Παρ. Ε΄), συγχρόνων και μεταγενεστέρων της πάπισσας, δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για την ιστορικότητα των συμβάντων με πρωταγωνίστρια την Πάπισσα.
-Δεν εξηγείται λογικώς  ως μύθος ή θρύλος αλλά μόνον ως ιστορικόν γεγονός,  μία παράδοση διάχυτος σε όλη την Μεσαιωνική Ευρώπη, ήδη από την εποχή του ύστερου Μεσαίωνα, μιας γυναίκας που, ξεγελώντας όλη την ιεραρχία της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, στέφθηκε, μετά τον Λέοντα Δ΄, Πάπας της Ρώμης. Ο θρύλος (ή η ιστορία) της γυναίκας-πάπας είχε αποκτήσει πια, την περίοδο της Αναγεννήσεως, πανευρωπαϊκή εμβέλεια.
-Είναι πασιφανές ότι η απόκρυψη του τρομερού σκανδάλου από το παπικό ιερατείο, πάση θυσία, ήταν η μόνη λύση για να αποφευχθεί η γελοιοποίηση  και η καταρράκωση τους κύρους του ιερατείου. Σε διαφορετική περίπτωση θα απεδεικνύοντο η πορνοκρατία του ιερατείου,ο παπικός σοδομισμός αλλά και οι παπικές κακοδοξίες και δογματικές απάτες περί αλαθήτου, αναμαρτήτου, αγιοσύνης των παπών.
-Το1255 έχουμε την πρώτη μαρτυρία γι’ αυτό, από το δομινικανό μοναχό Jean de Mailly στο έργο του «Chronica universalis» και να ακολουθήσει, πέντε χρόνια αργότερα, μία δεύτερη μαρτυρία από το Γάλλο, δομινικανό επίσης, Etienne de Bourbon στο σπουδαίο έργο του «Tractatus de diversis materiis predicabilibus». Το 1280 ένας τρίτος δομινικανός, εφημέριος σε διαδοχικούς πάπες, ο Martinus Polonius επιβεβαίωσε την ύπαρξη της Ιωάννας στο έργο «Chronique des pontifes romains et des empereurs».
-Η αναφορά στην πάπισσα Ιωάννα δεν περιορίζεται μόνο στις γραφές δομινικανών μοναχών οι οποίοι, όπως είναι ιστορικά βεβαιωμένο, αποτελούσαν την αιχμή του δόρατος κατά των «αιρετικών» και, γενικά, όσων αλλοίωναν το Φραγκοπαπικό δόγμα. Αναφορά σ’ αυτήν κάνει και ο  ποιητής και συγγραφέας του 14ου αιώνα, ο Βοκκάκιος (Giovanni Boccaccio), στο έργο του «De claris mulieribus» όπου βιογραφεί διάσημες -δια μέσου των αιώνων- γυναίκες. Η αναφορά του Βοκκάκιου στην πάπισσα Ιωάννα, αποτελεί μία από τις ισχυρότερες τεκμηριώσεις για την ιστορική ύπαρξή της.
-  Ο Πετράρχης και ο Βοκκάκιος, οι θεωρούμενοι ως πατριάρχες του δυτικού ανθρωπισμού, επανέλαβαν την ιστορία της πάπισσας, που ήταν γενικώς παραδεκτή έως τα τέλη του 14ουν αιώνα. Για ποιόν λόγο να συμπεριλαμβάνονται και αυτοί στην κατηγορία των επινοητών ενός «μύθου»;
-  Ο Φραγκισκανός μοναχός Γουλιέλμος του Όκχαμ είδε στο πρόσωπό της πάπισσας μία παρέμβαση του διαβόλου. Ένα άγαλμα της Ιωάννας κοσμούσε επί αιώνες τον παπικόν ναόν στην Σιέννα, «όπως διαβεβαίωναν οι Μαβιλλών και Λωνόϊος καθ’ όν πας ο μη τυφλός ηδύνατο να διακρίνει τον αδριάντα (της Ιωάννας) μεταξύ των του Λέοντος και Βενεδίκτου, κάτωθεν δε αυτού ανεγιγνώσκετο η επιγραφή Ιωάννης ή η γυνή εξ Αγγλίας»16.  
-Τέλος ο μεγάλος πολέμιος της παπικής εξουσίας, Μαρτίνος Λούθηρος επιβεβαίωνε ότι, το 1510, υπήρχε ακόμη, σε περίοπτη θέση στο Βατικανό, άγαλμα της πάπισσας που κρατούσε με το χέρι της το παιδί της.
-Στην Ελισαβετιανή Αγγλία, η αντιπαπική τοποθέτηση των Προτεσταντών παρήγαγε ένα μεγάλο αριθμό κειμένων, κατά κανόνα ανώνυμων, αλλά και επώνυμων (Elkanah Settle κ.ά.), όπου η πάπισσα περιγραφόταν με ήκιστα κολακευτικούς χαρακτηρισμούς ή απεικονιζόταν σαν ο Αντίχριστος που ερχόταν καβάλα στο κτήνος της Αποκάλυψης.
-Το 1562, ο ιδιαιτέρας μορφώσεως Αυγουστίνος μοναχός Ονούφριος Πανβίνιο (Onofrio Panvinio) περιέλαβε την ιστορία της Ιωάννας στο σπουδαίο έργο του «Η ζωή των παπών» («Vitae Pontificum») ενώ, είκοσι πέντε χρόνια αργότερα ο Γάλλος νομικός Φλοριμόνδος του Ρεμόν (Florimond de Raemond) έκανε δεκαπέντε επανεκδόσεις του βιβλίου του «Η Αντι-Πάπισσα» («L’ Anti-Papesse»).
-Η «Πάπισσα Ιωάννα» μεταφράσθηκε σε πολλές γλώσσες, αργότερα και στην καθομιλουμένη Ελληνική και συνεχίζει να επανεκδίδεται με μεγάλη επιτυχία. Ίσως αυτή η επιτυχία του να είναι και η καλύτερη απάντηση σε όσους μπερδεύουν το σκοταδισμό με την ιστορική αλήθεια. Το έργο εμφανίζει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ιστορικού μυθιστορήματος: τοποθετεί την δράση στον 9ο αιώνα μ.Χ., αντλεί την υπόθεσή του από την απόκρυφη παράδοση της «Καθολικής εκκλησίας» και αφηγείται την ιστορία της όμορφης Ιωάννας, η οποία μεταμφιεσμένη σε μοναχό επισκέπτεται πολλές χώρες γνωρίζοντας τη δόξα, ώσπου καταλαμβάνει τον παπικό θρόνο.
-Σκληροπυρηνικοί παπικοί και άλλοι, ισχυρίζονται ότι κάποιοι επινόησαν αυτήν την ιστορία της πάπισσας. Και έδωσαν τις δικές τους εξηγήσεις.  Εντοπίζουν τις ρίζες του «μύθου» στην Ανατολή. Λένε, επειδή ο πάπας Ιωάννης Η΄ (872-882) αναγνώρισε ως πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τον (κατά τους παπικούς) σχισματικό Φώτιο, κατηγορήθηκε πως συμπεριφέρθηκε σαν «γυναικούλα» και του έδωσαν το παρατσούκλι «πάπισσα Ιωάννα». Άλλοι πάλι, διατείνονται ότι ο μύθος αυτός οφειλόταν στον αντίκτυπο που είχε στον κόσμο, η θλιβερή επίδραση, που ασκούσαν οι γυναίκες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τον 9ον και 10ον αιώνα στην εκλογή του εκάστοτε πάπα.
Οι παραπάνω ισχυρισμοί είναι γελοίοι και δεν πείθουν ούτε μειράκια. Έξεστιν παπικοίς ψεύδεσθαι, παραπλανείν και εωσφορίζειν…    
-Η «Πάπισσα Ιωάννα» του Ροϊδη δεν είναι έργο φαντασίας ούτε στηρίζεται σε βιώματα ειλημμένα από την ζωή του συγγραφέα ή από την γύρω πραγματικότητα αλλά ούτε και έχει σχέση με τον ελληνικό χώρο. Ολόκληρο το υλικό έχει προκύψει από έρευνα συστηματική και γράφτηκε, όχι όπως θα γραφόταν ένα ιστορικό μυθιστόρημα αλλά μια ιστορική μελέτη. Ο ίδιος επιμένει ότι:
 . Τα πάντα στηρίζονται σε μαρτυρίες συγχρόνων συγγραφέων με τα γεγονότα, φροντίζει μάλιστα να εφοδιάσει το κείμενο του με ένα πλήθος από παραπομπές και σημειώσεις, κατονομάζοντας τους συγγραφείς.
 . Μέχρι τον ΙΣΤ΄ αιώνα οι χρονογράφοι παρουσίαζαν την πάπισσα Ιωάννα στους πίνακες των διατελεσάντων παπών. Ξαφνικά διέγραψαν το όνομά της από τους παπικούς καταλόγους!!!   
 «…Η εις τον θρόνον του Αγίου Πέτρου ανάβασις της γυναικός επί επτά όλους αιώνας εθεωρείτο ως γεγονός ιστορικόν, και ως τοιούτον εν τοις χρονικοίς της παπικής ιστορίας υπό των δοκιμωτάτων χρονογράφων απεταμιεύετο. Αλλ’ αίφνης, αρχομένου του ΙΣΤ΄ αιώνος, ιστορικοί τινές ευλαβέστεροι, φαίνεται, των καλογήρων του μεσαιώνος απεπειράθησαν την γυναίκαν ταύτην ως ρύπον δήθεν και κηλίδα να εξαλείψωσιν εκ τις σειράς των παπών, μύθου ανυπαρκτότερα τα κατ’αυτήν παριστώντες..»17.
-Ο Ροΐδης αναγκάστηκε να φυλλομετρήσει τόσα πολλά βιβλία, ώστε τελικά να αποκτήσει πολύ καλή αντίληψη της ζωής στο Μεσαίωνα και να μπορέσει να την αναπαραστήσει με λεπτομερή και διαχρονικώς ορθολογικό τρόπο. Καταγράφει μάλιστα και την ημερομηνία που καταργήθηκε η τελετουργία του «habet».
-Πέραν από την πλήρη και επαρκή τεκμηρίωση πως η πάπισσα Ιωάννα ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ο Ροΐδης ετόλμησε να φωτίσει, με τον τρόπον του, τις κρυφές πλευρές τις σεξουαλικότητας των παπικών και όχι μόνον, ιερέων και μοναχών τις εποχής εκείνης. Αυτό του εστοίχισε τον αναπόφευκτο αφορισμό του βιβλίου του από την εκκλησία, και όχι για ιστορικά ψεύδη ή πλαστοπροσωπεία τις πάπισσας Ιωάννας!!!
Αν και περιέγραψε αργότερα την «Πάπισσα Ιωάννα» ως το “νεανικό του  αμάρτημα” , το βιβλίο μεταφράστηκε στα γαλλικά, στα γερμανικά, στα αγγλικά, στα ιταλικά, στα ρωσικά, στα δανικά και στα τσέχικα. Πόσα νεανικά αμαρτήματα έχουν τέτοια διαδρομή;        
-Στον πρόλογο του έργου είναι αρκετά διευκρινιστικός όσον αφορά τις πηγές του και τον τρόπο με τον οποίο δούλεψε και χρησιμοποίησε τελικά το υλικό του, κυρίως χρησιμοποίησε τον Πύρρωνα και τον Μουρατόρη.
Η ιδέα να γράψει την Πάπισσα του ήρθε πολύ αργότερα, αλλά η ιστορία της, εξομολογείται στον πρόλογο της, του είχε κάνει ζωηρή εντύπωση από τα παιδικά του χρόνια, όταν την άκουσε από έναν γέρο δημοσιογράφο, όταν ήταν στην Γένοβα. Έτσι χρόνια αργότερα στο Βερολίνο πλέον ερεύνησε τις βιβλιοθήκες και μάζεψε ότι είχε γραφεί μέσα σε οκτώ αιώνες, συνέχισε να ψάχνει αργότερα και στην Εθνική Βιβλιοθήκη για υλικό.
-Η απάντηση του Ροΐδη στον αφορισμό του από την εκκλησία, δείχνει ότι ήταν βαθύτατα πεπεισμένος για την ιστορικήν αλήθεια τις μελέτης του.
«Ἀλλὰ ν’ ἀνυμνῶσι τιςὴν «Ἰωάνναν» ὡς εὐφυέστατον καὶ νοστιμώτατον βιβλίον, καὶ ἔπειτα νὰ κατηγορῶσιν ὡς ἄσεμνον, εἴρωνα καὶ σαρκαστικὸν συγγραφέα, ὁμολογοῦντα ἀπερικαλύπτως εἰς τιςὸ προοίμιόν του ὅτι ἠκολούθησε τιςὰ ἴχνη τοῦ Ἅινε καὶ τοῦ Βύρωνος, τοῦτο οὔτε νὰ τιςὸ ἐννοήσω δύναμαι οὔτε νὰ τιςὸ χωνεύσω˙ εἶναι τιςὸ αὐτὸ πρᾶγμα ὡς νὰ ἐκατηγόρουν εὐσεβῆ καθολικὸν ὅτι κάμνει τιςὸν σταυρὸν του μὲ τιςὰ τέσσαρα δάκτυλα, χορεύτριαν ὅτι δεικνύει τιςὰς κνήμας τις, ταῦρον διότι ἔχει κέρατα ἤ ἱεροκήρυκα διότι λέγει ἀνοησίας»18.
-Το σύντομο σχόλιο του Θεοφ. Καϊρη καταδεικνύει εμμέσως πλην σαφώς ότι η πάπισσα Ιωάννα δεν ήταν μύθος ή θρύλος όπως ήθελαν να τον παρουσιάσουν οι παπικοί αλλά και οι επίσημοι της από εδώ πλευράς.
 «Πρώτη φορά θα συνέβαινε; Η «Πάπισσα Ιωάννα» του Ροΐδη, η ιστορία τις γυναίκας που ανεβαίνει στον θρόνο του Βατικανού, είναι µία υπερβολή που απηχεί ωστόσο αληθινές καταστάσεις... Τουλάχιστον εµένα δεν µε κίνησε ποτέ το στενό ατοµικό συµφέρον» (Θεόφιλος Καϊρης).
-Είναι προφανές ότι μόλις η Ρώμη αντιλήφθηκε πως ο Πάπας Ιωάννης ήταν στην πραγματικότητα γυναίκα, έκανε τα πάντα για να μην πληροφορηθεί ο έξω κόσμος το γεγονός και να την εξαλείψει από τα κείμενα των εσωτερικών και εξωτερικών ιστορικών μαρτυριών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την σιωπήν επί τέσσαρες περίπου αιώνες, και τις διάσπαρτες πηγές μέχρι το 19ο αιώνα, όταν ο Ροΐδης έκανε την λεπτομερή έρευνά του.  
*
Κατόπιν των παραπάνω, συνεκτιμώντας τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, δια της ιστορικοδικαστικής μεθόδου, δυνάμεθα να πιθανολογήσουμε βασίμως ότι:
-Όντως υπήρξεν ιστορικόν πρόσωπον, η πάπισσα Ιωάννα, χωρίς να είναι δυνατόν να υπολογισθεί το ακριβές χρονικόν διάστημα της παποσύνης της, κυμαινόμενον, κατ’εκτίμηση, μεταξύ 853 και 857 μ.Χ.
-Οι παπικοί αρχικώς όχι μόνον δεν απεδοκίμασαν το γεγονός της γυναικείας ταυτότητος της πάπισσας αλλά σύμφωνα με γραπτές βεβαιώσεις χρονογράφων και άλλων, είχαν ανεγείρει και άγαλμα  προς τιμήν της, όπως έπρατταν για κάθε αποθανόντα πάππα. Πάντα ταύτα στον κλειστό κύκλο του Διευθυντηρίου και της «Αγίας Έδρας».
Αργότερα όταν άρχισαν οι δογματικές διαμάχες με την Ανατολή και «άνοιξαν» τα στόματα είχαν κάθε λόγο να αποκρύψουν το φοβερό εκείνο σκάνδαλο διότι, εάν εδημοσιοποιείτο, θα εκλόνιζε τα θεμέλια του φραγκοπαπικού ιερατείου. Έτσι έλαβαν κάθε μέτρο θεμιτό και αθέμιτο, να αποσιωπηθεί, κάτι που κατάφεραν για τέσσαρες περίπου αιώνες. Μετά άρχισαν τα δημοσιεύματα  περί της πάπισσας να διαδέχονται το ένα το άλλο, διάσπαρτα έστω, και να πολλαπλασιάζονται  τα στόματα εκείνων που είχαν ακούσει από γενεά σε γενεά, με πρωταρχική πηγή τους αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες, την αλήθεια  για την πονηρά και «αλάθητη», λόγω «παπικής διαδοχής», πάπισσα Ιωάννα.
-Όπως είναι φυσιολογικό μετά παρέλευση αιώνων σιωπής , προσετέθησαν, αφαιρέθησαν  ή διαφοροποιήθησαν στοιχεία για τον πολύκροτον βίον της πάπισσας, με αποτέλεσμα να έχουμε διαφορές και παραλλαγές στην παράδοση. Αυτό δεν αναιρεί την ιστορική ύπαρξή της και τα πεπραγμένα του βίου της γενικώς.
-Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εγνώριζε από τον 9ο αιώνα το μέγα τούτο σκάνδαλον της παπικής εκκλησίας, αλλά για τους λόγους που ανεπτύχθησαν, το αποσιώπησε. Η στάση της να το αποσιωπά μέχρι σήμερα, χωρίς να το αναδεικνύει, σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη οικουμενιστική προσέγγιση των δύο πλευρών, κρίνεται εσφαλμένη, απαράδεκτη, αντιπατερική και αντίθετη με τους λόγους του Κυρίου στην Αγία Γραφή.
-Φαίνεται ότι οι σημερινοί ορθόδοξοι ιεράρχες δεν έχουν διαβάσει κείμενα προκατόχων τους όπως: Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, Άγιος Νεκτάριος, κ.α. στα οποία έχουν καταγράψει απάτες, ψεύδη, κακοδοξίες, εγκλήματα πίστεως και ηθικής, σκάνδαλα των παπικών, παρόμοια ίσως και χειρότερα εκείνου της πάπισσας Ιωάννας!!!                                                                                                                                                                                        




8 Η Ι. Σύνοδος της Ορθόδοξης εκκλησίας της Ελλάδος, μέχρι σήμερον, δεν έχει αποφανθεί επισήμως για το θέμα της πάπισας Ιωάννας. Δυστυχώς αποφεύγει συστηματικώς:
-  Να πάρει θέση, εκκλησιαστική και θεολογική, σ’ αυτό και σε άλλα δογματικά, θεολογικά και κρίσιμα θέματα πίστεως και ηθικής (Όπως οι πραγματικοί λόγοι παραιτήσεως του προηγουμένου πάπα Ρώμης Βενέδικτου ΙΣΤ΄, οι οποίοι απεκρύβησαν). Αντιθέτως οι οικουμενιστές δρουν ανενοχλήτως και ασυδότως στα σπλάχνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας και οι ποιμενάρχες σχεδόν στην παμψηφία τους, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, μας εντυπωσιάζουν δια της «εκκωφαντικής αλαλίας» τους .
-   Να δώσει  Πατερικές, Εκκλησιαστικές και θεολογικές απαντήσεις στις αιρετικές κακοδοξίες των παπικών.
-  Να ελέγξει τους Ορθοδόξους Επισκόπους που οικουμενίζουν, ετεροδιδάσκουν, εθελοθρησκεύουν, δεν εφαρμόζουν τους Λόγους του Κυρίου που περιλαμβάνονται στην Αγία Γραφή, και αγνοούν επιδεικτικώς τους Ιερούς Κανόνες, Αποστολικούς και Οικουμενικών Συνόδων.
         Οι ποιμενάρχες μας φαίνεται να ενδιαφέρονται για δευτερεύοντα, διεθνιστικά  και κοσμικά κυρίως θέματα, όπως, δημόσιες σχέσεις, διαθρησκειακά συνέδρια/σεμινάρια, εκφιλοσόφηση /εκλογίκευση της Αγίας Γραφής, ερμηνευτικές τροποποιήσεις/αμφισβητήσεις Πατερικών κειμένων, φιλολογικές και «φιλανθρωπικές» εκδηλώσεις, ευαγγελικές αδολεσχίες, εμπορικές επιχειρήσεις, οικολογικές δραστηριότητες, «θρησκευτικό τουρισμό», ακατάσχετη αγαπολογία, αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας και άλλα τινά, μη διαφέροντα και πολύ από τις ενασχολήσεις των τροφίμων στις συνάξεις ψευδοχριστιανικών αιρετικών δογμάτων και αλλοδόξων ομολογιών.
Η τακτική όμως της σιωπής, της ερωτοτροπίας των ορθοδόξων επισκόπων με τους αιρετικούς, της εκκοσμικεύσεως της εκκλησίας, της «μη δημόσιας ομολογίας» ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι  ο Ιησούς Χριστός, ο Τριαδικός Θεός της Ορθοδοξίας, της καύσεως του λύχνου «υπό τον μόδιον» και ουχί επί την λυχνίαν, οδηγεί στην  παραπληροφόρηση, στην απογοήτευση και τελικώς στον απογαλακτισμό του πιστού λαού από την Μητέρα-Τροφό Ορθόδοξη Εκκλησία.
9 Α.Μ. Ανδρεάδου, Εμμ. Ροΐδης, βιογραφικόν σημείωμα, εν Αθήναις 1911, σελ. ε'-ο'.
10Βλ. Λιακοπούλου Ανδρονίκη, άρθρο στην Ιστορία Εικονογραφημένη, εκδ. Πάπυρος, τεύχ. 453 (2006), σελ. 101.

Η ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 
Προς τους κατά την Επικράτειαν Σεβασμιοτάτους Ιεράρχας. 
Μυθιστόρημα τι επιγραφόμενον «η Πάπισσα Ιωάννα», εκδοθέν έναγχος ενταύθα υπό Ε. Δ. Ροΐδου, γέμει δυστυχώς πάσης ασεβείας, κακοδοξίας και αισχρότητος· διότι ο συγγραφεύς αυτού υπό πνεύματος αντιχριστιανικού φερόμενος, και ζηλώσας την δόξαν των κατά καιρούς πολεμίων της Ορθοδόξου ημών πίστεως, ου μόνον δόγματα και μυστήρια, και ιεράς τελετάς, και ήθη και έθιμα και παραδόσεις αυτής χλευάζει ασεβώς, διακωμωδών, σκώπτων και κατειρωνευόμενος διά της συνεχούς παραβολής των ιερωτάτων προς τα βέβηλα, αλλά και τα χρηστά ήθη προσβάλλει, ποιούμενος περιγραφάς και διηγήσεις ασεμνοτάτας. 
Όθεν η Σύνοδος, ει και έχει τελείαν πεποίθησιν, ότι οι ορθόδοξοι Έλληνες, εδραίοι επί την πέτραν της πίστεως ιστάμενοι, ουδόλως πτοούνται τας τοιαύτας κενοφωνίας, τας υπό των εχθρών αυτής προερχομένας, απρίξ κατέχοντες όσα παρά των μακαρίων αυτών πατέρων και προγόνων ως πολύτιμον κληρονομίαν παρέλαβον, όμως οφείλουσα αύτη κατά τα εμπιστευθέντα αυτή ιερά καθήκοντα να επαγρυπνή μεν εις την ακριβή τήρησην των παρά της ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας πρεσβευομένων, ν' αποκρούη δε και αποδοκιμάζη παν πολέμιον και αντικείμενον αυτοίς, και προφυλάττη ούτω το χριστώνυμον πλήρωμα από πάσης οιασδήποτε θρησκευτικής παρεκτροπής, απεκήρυξε το περί ου ο λόγος μυθιστόρημα, και παρέδωκεν αυτό τω αναθέματι, ως αντιχριστιανικόν και κακόηθες, και κατήγγειλεν αυτό εις το Υπουργείον, όπως ενεργηθώσι κατ' αυτού και του συγγραφέως τα παρά τον νόμου οριζόμενα. 
Επειδή δε τούτο εκυκλοφόρησεν ήδη εν τη Πρωτεύουσαν του Βασιλείου και είναι ενδεχόμενον ν' απεστάλησαν αντίτυπα αυτού και εις τας επαρχίας, διά τούτο η Σύνοδος, μητρικώς κηδομένη της ψυχικής σωτηρίας πάντων των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, εντέλλεται υμίν εν Χριστώ τω Θεώ ημών, ίνα συμμβουλεύσητε και νουθετήσητε εκκλησιαστικώς το εν τη υμετέρα παροικία λογικόν του Χριστού ποίμνιον, όπως ου μόνον απέχωσι της αναγνώσεώς του τοιούτον εις τε την ψυχήν και το σώμα επιβλαβούς βιβλίου, αλλά αποστρέφωνται τούτο ως αποκύημα και μιασματικόν νόσημα, ου μην αλλά και τω πυρί παραδίδωσιν, όπου αν αυτό ευρίσκωσιν, ίνα μη ποτέ αυτοί εις πειρασμόν εμπέσωσι και ένοχοι τον αιωνίου πυρός γένωνται. 
Ούτω γινώσκετε και ούτω ποιήσετε, ίνα και η του Θεού χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων ημών. Αμήν.Θέλετε δε διατάξει την ανάγνωσιν της παρούσης και επ' εκκλησίας εις τας πρωτευούσας των δήμων. 
Εν Αθήναις, την 4 Απριλίου 1866.
Ο Αθηνών Θεόφιλος, Πρόεδρος,
Ο Αργολίδος Γεράσιμος,
Ο Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Φιλόθεος,
Ο Καρυστίας Μακάριος,
Ο Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Άνθιμος. 
Ο Γραμματεύς Κύριλλος Χαιρωνίδης.
12 Εμμανουήλ Ροΐδης, Η Πάπισσα Ιωάννα, σελ. 118.
13 www.romeingreek.eu   Το μυστήριο της Πάπισσας Ιωάννας.
14 Όπως υποσ. (4), κεφ. ΙΒ, παρ. Α.
15 Μεγ. Αμερ. Εγκ. τ.4ος , σ. 636.
16 Εμμανουήλ Ροΐδη, Η πάπισσα Ιωάννα, Εισαγωγή, σελ. 42-43.
17 Εμμανουήλ Ροΐδη, Η πάπισσα Ιωάννα, Εισαγωγή, σελ. 2.
18 Εμμ. Ροΐδης, «Ἡ Πάπισσα Ἰωάννα καὶ ἡ ἠθική. Ἐπιστολαί ἑνὸς Ἀγρινιώτου» σελ. 342.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου