OI ΤΕΛΕΥΤΑΙEΣ ΙΑΧΕΣ ΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ-
«ΔΕΣΜΩΤΕΣ» ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΚΦΥΛΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ.
[OUR LAST RALLYING
CRIES TO AWAKE THE FREE-PRISONERS OF THE SYSTEM AND AGAINST THOSE OF CAINITE BIOLOGICAL RACE, ENEMIES
OF THE HUMANITY].
ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΕΣ
ΚΑΡΤΕΡΙΚΩΣ AΦΥΠΝΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΝ.
(WAITING PATIENTLY THE CONSCIENCES’ AWAKENING)
Η μόνη Αληθινή «Γαλάζια Πατρίδα»…Η Ρωμαίϊκη/Ελληνική Αυτοκρατορία μας!!
Η ΡΩΜΑΝΙΑ ΜΑΣ!!!
Μέρος 24ον
Ζ. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΑΠΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ 1821 ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ)
1. Η
ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ ΚΑΙ O ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΜΠΕΗ
ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ.
Προλεγόμενα
Το πρωΐ της 27ης Σεπτεμβρίου 1831 με το
Ιουλιανό ημερολόγιο (δηλαδή στις 9 Οκτωβρίου 1831), εδολοφονήθη στο
Ναύπλιον ο Εθνικός κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, ενώ μετέβαινε από το
ταπεινό Κυβερνείο του, για να παρακολουθήσει την Κυριακάτικη θεία λειτουργία
στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, όπως έκανε σ᾿ όλη την ζωή του, ως πιστὸς Ρωμηός/Ορθόδοξος Έλλην.
«Τρομερόν καί φρικτόν ἄκουσμα! Μέγα καί ἀνήκουστον
δυστύχημα κατέλαβε τήν Ἑλλάδα! Ἄνδρες αἱμάτων κατέβαψαν τάς ἀνόσιους χεῖράς των
εἰς τό αἷμα τοῦ Πατρός τῆς Πατρίδος. Τό πρωΐ τῆς παρελθούσης Κυριακῆς, 27 τοῦ
λήγοντος μηνός, ἐνῷ ἡ ᾀείμνηστος Αὑτοῦ Ἐξοχότης εἰσήρχετο κατά τό σύνηθες εἰς
τόν ἐνταῦθα ναόν τοῦ Ἀγίου Σπυρίδωνος διά νά προσφέρη τήν πνευματικήν λατρείαν
είς τόν Ὑψιστον ἐν μέσῳ τοῦ λαοῦ εἰς τόν ὁποίον ἡ παρουσία του ἐνέπνεε τήν φιλοστοργωτάτην
παρηγορίαν, καί ἡ εὐσέβεια του, τό παράδειγμα τῆς ἀκροτάτης τῶν ἀρετῶν δύο
ἀλιτήριοι, ὁ Κωνσταντῖνος καί ὁ Γεώργιος Μαυρομιχάλαι, τοῦ ἀφῂρεσαν, τήν ζωήν,
καί ἀφήρεσαν ἐκ μέσου τοῦ ἔθνους, τόν ἀγαπητόν ἀρχηγόν του.
Ὁποία ἐκπληκτική λύπη και ἀδημονία κατεκυρίευσεν εὐθύς
ὅλου! Ποῖοι κοπετοῖ καί θρῆνοι ἀνδρῶν, γυναικῶν καί παίδων συνώδευσαν τό
λείψανον τῆς ἀοιδήμου Α.Ε. εἰς τό παλάτιον! Ὁ λαός ἰδών ἔμπροσθέν του
πραχθεῖσαν τήν μεγίστην ἀνοσιουργίαν, ἐκινήθη εἰς τοσαύτην ἀγανάκτησιν, ὥστε ὁ
μέν πρῶτος τῶν ἐθνοκαταράτων τούτων πατροκτόνων ἔλαβεν εὐθύς τά ἐπίχειρα τοῦ
τρομεροῦ ἐγκλήματός των, ὁ δέ ἕτερος, δέν ἤθελεν ἐκφύγει καί αὐτός τήν κοινήν
ὀργήν, ἄν δέν ἔφθανε νά καταφύγη εἰς τόν οἶκον τοῦ Κυρίου Ἀντιπρέσβεως τῆς
Γαλλίας, ὅστις τόν παρέδωκεν ὕστερον κατά ζήτησιν τῆς Γερουσίας, διά νά
ὑποβληθῇ εἰς τήν αὐστηρότητα τῆς ἐθνικῆς δικαιοσύνης. Ἡ πικρά αὕτη εἴδησις
διεδόθη ἐν ἀκαρεί εἰς ὅλην τῆν πόλιν διά τῶν κοινῶν γόων καί ἀναστεναγμῶν.
Μετά τό φρικτόν και αἰφνήδιον τοῦτο συμβεβηκός, ἡ
Γερουσία καί οἱ Γραμματεῖς τῆς Κυβερνήσεως συνῆλθον εὐθύς είς ἔκτακτον
συνεδριάσιν διά νά συσκεφθῶσι περί τοῦ πρακτέου, ὅπως διαλαμβάνει το ΙΓ Ἄρθρον
τοῦ Β Ψηφίσματος τῆς ἐν Ἄργει Δ΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως. Ἐν τούτοις δέ οἰ ἀνθρωποι
περιωρίσθησαν εἰς τάς οἰκίας των ἀναμένοντες τό ἀποτέλεσμα τῶν διαβουλεύσεων.
Κατά τάς δεινάς ταύτας ὥρας, πρέπει νά τό εἴπωμεν εἰς τιμήν τοῦ ἐθνικοῦ
χαρακτῆρος, οὔτε μία στιγμήν δέν διεκόπη ἡ εὐταξία καί ἡ κοινή ἀσφάλεια.
Τό στρατιωτικόν ἔδειξεν ἀπαραδειγμάτιστον πειθαρχίαν,
μεῖναν πιστόν εἰς τά χρέη του, ὁ δέ λαός ἐφύλαξεν ἀκραν ἡσυχίαν. Τόσον ἐπειήργε
καί μετά θάνατον ἔτι εἰς τάς ψυχάς τῶν τεθλιμμένων Ἑλλήνων ἡ ἰερά σκιά τοῦ
Πατρός, πρός τόν ὁποῖον εἶχον ὅλον το θάρρος καί τάς ἐλπίδας των….».
Τα παραπάνω ανεγράφησαν, μεταξύ άλλων, στην γενικήν
εφημερίδα της Κυβερνήσεως τρείς ημέρες μετά την δολοφονία του Εθνάρχου Ιωάννου
Καποδίστρια, την 30ην Σεπτεμβρίου 1831.
Εφέτος, 193 χρόνια μετά εκείνη την αποφράδα δια
το Γένος των Ελλήνων, ημέρα, στα πλαίσια των «τελευταίων ιαχών» μας,
καταθέτομεν Μνημόνιον ιστορικής
αληθείας για τα γεγονότα που προηγήθηκαν της δολοφονίας του Εθνάρχου Ι.
Καποδίστρια, τα αίτια και τους υπευθύνους της δολοφονίας του (εκτελεστές,
ηθικούς αυτουργούς, αυτουργούς, συνεργούς).
α. Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Εθνικός
Κυβερνήτης Ι. Καποδίστριας, άμα τη αφίξει του στην Ελλάδα.
Ο Καποδίστριας από αφίξεώς του στην Ελλάδα, είχε να
αντιμετωπίσει οκτώ (8) σημαντικά εμπόδια στα μεγαλεπίβολα σχέδιά του, για
την εκ βάθρων οικοδόμηση της νεοπαγούς και ουσιαστικώς «ακέφαλης» προσωρινής Ελλαδικής
Διοικήσεως και τον μετασχηματισμόν της σε κράτος Ελλήνων Πολιτών:
Πρώτον, την άσβεστη εχθρότητα της Γαλλίας
και της Αγγλίας, δύο από τις
«μεγάλες δυνάμεις» της εποχής εκείνης, οι οποίες αισθάνονταν να απειλούνται τα
γεωστρατηγικά συμφέροντά τους στην Ανατολική Μεσόγειο, από την προοπτική
δημιουργίας ενός νέου και δυναμικού ανεξάρτητου ναυτικού και εμπορικού κράτους
ή χειρότερα, τον φόβον των Αγγλογάλλων μήπως το υπό σύσταση Ελλαδικόν κρατίδιον
περιήρχετο στην επιρροή της Ρωσίας (άποψη που έγινε ισχυρότερη μετά τη νίκη των
Ρώσων επί των Τούρκων το 1829).
Δεύτερον, τους φατριασμούς, τα ασίγαστα εμφύλια πάθη και τα
τοπικιστικά, οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των κοτζαμπάσηδων, φαναριωτών
και πλοιοκτητών, οι οποίοι επεδίωκαν όχι μόνον την διατήρηση των όποιων προνομίων είχαν αποκτήσει
επί Οθωμανοκρατίας αλλά την…αύξηση τους, κυρίως όμως την συμμετοχή τους στην
νομή της εξουσίας.
Τρίτον, το ανθελληνικό/αντιρωμαίϊκο, πνεύμα του Κοραϊσμού,
δια των νεοφώτιστων Ευρωπαϊστών που άρχισαν να κατακλύζουν την δύσμοιρη,
ερειπωμένη, φατριασμένη και πτωχευμένη Ελλάδα, προβάλλοντας «νέες ιδέες» περί
αδελφότητος, συντάγματος, ισότητος, δημοκρατίας, φιλελευθερισμού, πολιτικών
κομμάτων, κλπ., ενώ δεν είχαν τεθεί ακόμη ούτε τα θεμέλια ενός έστω και υποτυπώδους
κράτους!!!
Τέταρτον, την εισβολή πανταχόθεν, των ευρωπαίων προτεσταντών
(κυρίως) και παπικών μισσιοναρίων («ιεραποστόλων»), με σαφείς έξωθεν εντολές,
να κηρύξουν τον «χριστιανισμόν» στους αγράμματους, πενόμενους και
ξυπόλητους Ρωμηούς, με «ανταλλάγματα» ένα «ξεροκόμματο», λες και οι Έλληνες
ήσαν άθεοι ή ειδωλολάτρες, λες και ήταν άγνωστη σ’ αυτούς η Αληθινή Χριστιανική
Πίστη, την οποίαν ασπάστηκαν οι πρόγονοί τους και διέδωσαν σ’ολόκληρη την τότε
γνωστή Ευρώπη και όχι μόνον.
Πέμπτον, τις αντιχριστιανικές ιουδαιοταλμουδικής εμπνεύσεως, ιδρύσεως και λειτουργίας τεκτονικές στοές (εντός και εκτός της τότε μικράς ελλαδικής επικρατείας) που ήλεγχαν, εξαγόραζαν ή ακόμη και εξουσίαζαν κοτζαμπάσηδες, πλοιοκτήτες, φαναριώτες,
αλλά και αρκετούς από τους νεοφώτιστους/νεόφερτους Ελλαδίτες σπουδάσαντες ή
ζήσαντες σε άσφάλεια επ’ αρκετόν στο εξωτερικό, κυρίως στην Γερμανία και
Γαλλία.
Έκτον, την πειρατείαν, τους ανύπαρκτους θεσμούς, τον
διαλυμένο-ανύπαρκτο στρατό, καθώς και την αθλία κοινωνική και οικονομική
κατάσταση της χώρας. Λέγεται ότι στα δημόσια ταμεία ο Καποδίστριας βρήκε ένα
μόνο νόμισμα. Ήταν παλιό, ισπανικό και
ίσως μάλιστα και κάλπικο!!!
Έβδομον, τους πάσης φύσεως εντόπιους Ελλαδίτες Γραικύλους,
πιθηκίζοντες Ευρωλάγνους, δημοκρατουρίζοντες, συνταγματολογούντες που είχαν
επηρεασθεί, για διαφόρους λόγους ο καθένας ή
στρατολογηθεί από τους έλληνες επήλυδες «Συνταγματικούς», οπαδούς του
λεγομένου «διαφωτισμού», αλλά και αλλοδόξους αλλοδαπούς πολίτες των τριών τότε
«Μεγάλων Δυνάμεων» (παρείσακτους και αυτόκλητους
αρχηγίσκους, κομματάρχες και «καθοδηγητές», στην νέα πολιτική ζωή των Ρωμηών).
Όγδοον, τους τυχοδιώκτες της εποχής του, αλλά και τα καθάρματα/
περιτρίμματα του τότε υποκόσμου.
β. Τα προηγηθέντα της Δολοφονίας.
1/. Η πρόθεση του κυβερνήτη, να μην
ανεχτεί τα φεουδαρχικά προνόμια των κοτζαμπάσηδων εις βάρος των ακτημόνων
αγωνιστών, να μην επιτρέψει την ασύδοτη δράση των «συμμάχων» και «προστατών»
στην Ελλάδα, να αναστείλει ή να καταστείλει την δράση των ψευδοχριστιανών
μισσιοναρίων και της Μασονίας, τον έφεραν αντιμέτωπο με το ΣΥΣΤΗΜΑ.
Ο ίδιος ο Καποδίστριας είχε γνώση για τους σχεδιασμούς
των συγκεκριμένων ξένων δυνάμεων εναντίον του. Στις 31 Ιουλίου 1831, σε
επιστολή του προς τον Γάλλο ναύαρχο Lalande, που υπηρετούσε στην Ελλάδα, του
αποκάλυψε ότι γνώριζε όλες τις δολοπλοκίες των Άγγλων και των Γάλλων:
«Εγώ δε, και τις δολοπλοκίες
όλων σας τις εγνώριζα, αλλά έκρινα ότι δεν έπρεπε με κανένα τρόπο να κόψω το
νήμα της συνεργασίας μαζί σας, γιατί έδινα προτεραιότητα στην ανόρθωση και στην
ανασυγκρότηση της Ελλάδος. Αν έκοβα τις σχέσεις με τις λεγόμενες «προστάτιδες»
Δυνάμεις, τούτο θα ήταν εις βάρος της Ελλάδος και δεν ήθελα με κανένα τρόπο να
προσθέσω βάρος και στη συνείδησή μου. Και άφησα τα πράγματα να λαλήσουν μόνα τους...».
Στις 14 Σεπτεμβρίου 1831, έστειλε στον Έλληνα πρέσβυ
στο Παρίσι πρίγκηπα Α. Σούτσο επιστολή με την οποία, με εθνική αγανάκτηση,
διαμαρτύρεται και του ζητά να προβεί σε σχετικά διαβήματα στην γαλλική
κυβέρνηση, για την πρωτοφανή και ανεπίτρεπτη ανάμιξη των Γάλλων και των Άγγλων
αξιωματικών στις φοβερές αντικυβερνητικές ενέργειες της Ύδρας και της Μάνης και
για την απροκάλυπτη σύμπραξη και την βοήθειά τους, προς τους ταραχοποιούς.
Ο Καποδίστριας από την πρώτη στιγμή της αναλήψεως
των καθηκόντων του, απαίτησε απ’ όλους χωρίς εξαίρεση, την εφαρμογή των νόμων του κράτους, που αφορούσαν μεταξύ των
άλλων, στην ισονομίαν, στον δίκαιο και ισοδύναμο καταμερισμό της δημόσιας
γης, σ’ όλους τους Έλληνες, με προτεραιότητα στις χήρες και τα ορφανά των αγωνιστών
της Εθνικής Επαναστάσεως!
Αυτό θεωρήθηκε «έγκλημα» από
κάποιους εντόπιους κοτζαμπάσηδες, προνομιούχους επί Οθωμανοκρατίας!
Συγχρόνως ιεράρχησε τις ανάγκες δίνοντας προτεραιότητα
στην πολεμική προσπάθεια, ενώ παράλληλα επέβαλε σε όλους τους τομείς αυστηρή
οικονομία, λογιστική τάξη και περισυλλογή, δίνοντας ο ίδιος το παράδειγμα με το
να μη δεχθεί καμία κρατική επιχορήγηση.
«Δεν μπορώ να κοιμάμαι», έλεγε, «όταν ξέρω ότι υπάρχουν Ελληνόπουλα που πεινούν». Παράλληλα,
με μεγάλη διπλωματική δεξιοτεχνία αύξησε τα σύνορα του νεοϊδρυθέντος κράτους
για να καταστεί βιώσιμο. Τον Μάρτιο του 1830 έγινε η αναγόρευση της Ελλάδος
ως ανεξάρτητης Επικράτειας.
Πρόθεσή του ήταν να μοιράσει σε όλους την «εθνική γη».
Όμως οι πλούσιοι και ισχυροί ζητούσαν τεράστιες εκτάσεις και χρήματα και να
μην πληρώνουν φόρους!!! Αρνούνταν κάθε διαπραγμάτευση μαζί του. Ο λαός
αγαπούσε τον κυβερνήτη του με πάθος και αφοσίωση, η άρχουσα τάξη όμως, τον
μισούσε, επίσης με μεγαλύτερο πάθος.
Επικεφαλής της αντιπολιτεύσεως ήταν οι μεγαλοκαραβοκύρηδες της Ύδρας και οι κοτζαμπάσηδες της Μάνης, που επιθυμούσαν την συνέχιση της επιρροής που ασκούσαν και τον έλεγχο επί των επαρχιών που είχαν, στην διάρκεια της Οθωμανοκρατίας.1
2/.
Απόπειρες ανατροπής του Καποδίστρια, καθώς και προσπάθειες να ξεσηκώσουν τον
Στρατό απέτυχαν. Έτσι, άρχισε να συζητείται
κρυφίως ως λύση, η δολοφονία του Κυβερνήτη.
Ο Εθνικός κυβερνήτης σε επιστολή του προς τον Εδουάρδο
Λο, στις 14 Σεπτεμβρίου 1831, δεκατρείς ημέρες πριν την δολοφονία του, έγραφε:
«Ούτε ο φόβος των μηχανορραφιών ούτε
αι μακραί συκοφαντικαί στήλαι μερικών εφημερίδων, δεν θέλουν με παρεκλίνει ποτέ
της πορείας την οποία εχάραξα εις την ζωήν μου. Ας λέγουν και γράφουν ό,τι
θέλουν. Θα έλθει όμως κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με
όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών των, αλλά κατ’ αυτήν την μαρτυρίαν των
πράξεών των. Υπ’ αυτής της πίστεως, ως αξιώματος, δυναμούμενος έζησα μέσα εις
τον κόσμον, με θεμέλιον αυτάς τας πνευματικάς αρχάς μέχρι τώρα, οπότε
ευρίσκομαι εις την δύσιν της ζωή μου, και υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος διά
τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το
χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, και ας γίνει ό,τι γίνει…».
Όλα αυτά ανησυχούσαν σφόδρα τόσον τους προμνησθέντες
εσωτερικούς εχθρούς του Κυβερνήτου, ιδιαιτέρως τους καραβοκύρηδες της Ύδρας και
κοτζαμπάσηδες Μαυρομιχαλαίους, που είχαν καταφέρει να διατηρούν υπερπρονόμια
κατά την διάρκεια της Οθωμανικής δουλείας, φυσικά έναντι «ανταλλαγμάτων», αλλά
και τους διαχρονικούς εξωτερικούς εχθρούς του Έθνους.
Η επιλογή ως βασιλιά της Ελλάδας, του πρίγκιπα του Σαξ
Κάμπουργκ Λεοπόλδου από τις Μεγάλες Δυνάμεις, «σκόνταψε» στον Καποδίστρια, που
απ' ό,τι φαίνεται δυσανασχέτησε με το ότι είχε αποφασισθεί από τους εισηγητές
της εγκαταστάσεώς του στην Ελλάδα, δεν θα έμενε ούτε για εφτά χρόνια στην
ηγεσία του ελληνικού κράτους. Αυτό προκάλεσε νέες αντιδράσεις, ενώ εκφράσεις
όπως «τύραννος» άρχισαν να
ακούγονται όλο και πιο συχνά για τον Καποδίστρια.
3/. Η εχθρική στάση των Μαυρομιχαλαίων
είχε διαφανεί από την πρώτη στιγμή της αφίξεως του κυβερνήτου εις την
Αίγινα..Δεν κράτησαν οι Μαυρομιχαλαίοι ούτε τα προσχήματα, ακόμη και κατά την
προσφώνηση του Θεοφίλου Καΐρη προς τον Καποδίστρια, κατά την επίσημον υποδοχήν
του εις τον ιερόν Μητροπολιτικόν ναόν της Αιγίνης. Συγκεκριμένα:
Την 12ην Ιανουαρίου 1828, αποβιβάζεται στην
Αίγινα, ο πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας από πλοιάριον
(ολκάς) που έφερε Ελληνική σημαία, περιστοιχιζόμενος από Έλληνες και ξένους
Αξιωματικούς και επευφημούμενος από τους Έλληνες.
Στην συνέχεια ο κυβερνήτης κατευθύνθηκε προς την
Μητρόπολη, όπου τον υπεδέχθησαν, οι αρχιερείς, ιερείς, η τότε πολιτική ηγεσία
και σύμπας ο λαός με «κλάδους ελαίας και δάφνης». Τον Καποδίστρια προσεφώνησε ο
λόγιος Θεόφιλος Καΐρης, από τον εξώστη της βορεινής πέτρινης σκάλας της
εκκλησίας.
Ο Θεόφιλος Καΐρης ξεκίνησε την ομιλία του με
ένα ρητό από το βιβλίο των Κριτών (Παλαιά Διαθήκη) : «Ουκ άρξω εγώ, ουκ άρξει ο υιός μου εν υμίν.
Κύριος κυβερνήσει υμάς» (8/23). Στην αρχή, ο λόγος περιείχε επαίνους στο
πρόσωπο του Καποδίστρια. Στην συνέχεια άρχισε να εκτίθεται η τραγική
κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η χώρα από τις διχόνοιες και τις
συνωμοσίες.
Αυτό ενόχλησε
μερικούς κυρίως τον Γεώργιο Μαυρομιχάλη, ο οποίος ανέβηκε γρήγορα στην
σκάλα και τραβούσε τον Θεόφιλο από το ράσο, για να κατέβει λέγοντας: «Πάψε!»
Εκείνος αποκρίθηκε: «Όχι!». Διακόπηκε η ομιλία και έγινε χασμωδία. Τότε
ο Καποδίστριας που παρακολουθούσε με «χαρίεν και σοβαρόν ύφος», όρθιος την
ομιλία έκανε νόημα να συνεχίσει ο ομιλητής..Έτσι ολοκληρώθηκε ο λόγος…»
(Ταξίδι στην Ιστορία, Αίγινα, πρωτοπρ. Εμμανουήλ Α. Γιαννούλης, 2013, Αθήνα,
εκδ. Αθαν. Σταμούλης, σ. 188).
Ήδη, από το 1830, είχε ξεσπάσει ανταρσία στην Μάνη υπό
την ηγεσία του Τζανή Μαυρομιχάλη, αδελφού του Πετρόμπεη. Ο τελευταίος ετέθη σε
περιορισμό στο Ναύπλιο, ζήτησε να πάει στην Μάνη για να την ησυχάσει, το αίτημά
του δεν έγινε δεκτό, αποπειράθηκε
να διαφύγει με αγγλικό πλοίο, συνελήφθη και φυλακίστηκε.
Λέγεται ότι οι αντάρτες της Μάνης, είχαν σημαίες με
ζωγραφισμένους πάνω τους τον Λυκούργο και τον Λεωνίδα και ζητούσαν
«Ελευθεροτυπία και Σύνταγμα».
Στο σημείο αυτό, ερωτώμεν τους σημερινούς θιασώτες των
τότε ξενοκίνητων «Συνταγματικών»:
Είχαν οποιαδήποτε ιστορική, πολιτική ή άλλη σχέση οι,
Λυκούργος και Λεωνίδας, με Δημοκρατία, Σύνταγμα και Ελευθεροτυπία, όπως
απαιτούσαν οι στασιαστές της Μάνης;
4/. Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, που
ζούσε στο Ναύπλιο, ζήτησε από τον Καποδίστρια να πάει στην Μάνη να ηρεμήσει
τους συντοπίτες του. Ο Καποδίστριας όμως δεν τον άφησε. Να σημειώσουμε ότι τους
Μαυρομιχαλαίους που ζούσαν στο Ναύπλιο, τους παρακολουθούσε η Αστυνομία. Ο
Τζανής Μαυρομιχάλης και ο γιος του, Κατσάκος, ήταν φυλακισμένοι.
Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, δεν άκουσε τον Καποδίστρια
και πήγε τελικά στην Μάνη. Ο Καποδίστριας έστειλε τον Κανάρη να ηρεμήσει τους
Μανιάτες. Ο Ψαριανός μπουρλοτιέρης ζήτησε να μιλήσει με τους Μαυρομιχαλαίους.
Αν και αυτοί δεν ήθελαν επαφές με τους κυβερνητικούς, εμπιστευόμενοι τον Κανάρη
δέχτηκαν να μιλήσουν μαζί του. Έτσι ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης κι’ ο αδελφός
του, Κωνσταντής, ανέβηκαν στο καράβι του Κανάρη. Ξαφνικά, το καράβι σήκωσε
άγκυρα κι’ έφυγε για το Ναύπλιο.
Εκεί, ο Πετρόμπεης φυλακίστηκε στο Ιτς Καλέ ως «ένοχος
εσχάτης προδοσίας», ενώ ο Κωνσταντής, ως λιποτάκτης, τέθηκε υπό «αστυνομική
επιτήρηση».
Ο Κανάρης φαίνεται ότι είχε εντολή να συλλάβει τους
Μαυρομιχαλαίους, το έκανε όμως με δολερό τρόπο. Μόλις έμαθε τα γεγονότα, ο
Καποδίστριας εξοργίστηκε:
«Η πράξη αυτή του Κανάρη είναι άτιμη! Μ' αυτά τα λάθη
τους, τα δημόσια όργανα θα μου φέρουν κανένα διάβολο στο κεφάλι». Οι
αντιδράσεις εναντίον του Καποδίστρια, από συγκεκριμένες πάντα πλευρές, είχαν
αρχίσει να γίνονται ανεξέλεγκτες. Ο Καποδίστριας όμως, δεν φαινόταν
διατεθειμένος να ξεφύγει από τον δρόμο που είχε χαράξει.
5/. Ένας από τους φανατικότερους αντικαποδιστριακούς, και αντιπροσωπευτικός τύπος των πολιτικών-διπλωματών, εχθρών του κυβερνήτου, ήταν ο γιατρός, πολιτικός και διπλωμάτης, προσωπικός φίλος του ραδιούργου, μασώνου και ολετήρος του Έθνους Αλ. Μαυροκορδάτου, ο τυχοδιώκτης Κωνσταντίνος Ζωγράφος (1796-1856).2
Η Αστυνομία συνέλαβε τον Ζωγράφο για να τον εκτοπίσει
από το Ναύπλιο. Εκείνος ζήτησε να δει τον Κυβερνήτη κι’ ο Καποδίστριας δέχτηκε.
Μετά την συζήτηση που είχαν, ο Ζωγράφος όχι μόνο δεν εξορίστηκε, αλλά
έγινε μέλος του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Όμως, ο Βιάρος μεσολάβησε στον αδελφό
του, τον ενημέρωσε για τις τυχοδιωκτικές και ύποπτες δραστηριότητες του
Ζωγράφου, με αποτέλεσμα ο Καποδίστριας να πάρει πίσω τον διορισμό του. Έξαλλος
αυτός, έφυγε από το Ναύπλιο, λέγοντας στον φίλο του Λόντο: «Ένα πιστόλι θα μας σώσει απ' τον άνθρωπο τούτο».
Έφτασε στην Ύδρα, όπου ο Λάζαρος Κουντουριώτης
ακούγοντας τα παραπάνω λόγια, έταξε 1.000 βενέτικα φλουριά σε όποιον σκότωνε
τον Καποδίστρια!!!
Στο σημείο αυτό και πάλιν διερωτώμεθα: Εάν ο
Κουντουριώτης διέθετε 1.000 βενέτικα φλουριά για δωροδοκία, σημαίνει ότι
είχε αρκετό «λίπος» στα θησαυροφυλάκιά του, σε χρόνους οικονομικής πενίας του
κράτους και εξαθλιώσεως των Ελλήνων. Τότε, γιατί
αυτός και οι λοιποί Υδραίοι «πατριώτες», ζητούσαν χρήματα από τον Καποδίστρια,
γνωρίζοντας ότι τα δημόσια ταμεία ήσαν άδεια;
Προφανώς, για να διατηρήσουν τα
υπερπρονόμιά τους που είχαν αποκτήσει από την «συνεργασία» τους με τους
Οθωμανούς κατακτητές, κατά την διάρκειαν της Οθωμανοκρατίας. Κάτι τέτοιο, μόνο
μέσω της εκ Γαλλίας εισαχθείσης Συνταγματικής ψευτοδημοκρατίας, μπορούσαν να
επιτύχουν, όπως τους διαβεβαίωναν οι Αγγλο-γάλλοι «διαφωτιστές» και
συνταγματικοί προστάτες τους.
Επειδή όμως, ο Εθνικός κυβερνήτης ως
γνήσιος Ρωμηός, τουτέστιν Ορθόδοξος Έλλην και αληθινός δημοκράτης, απεφάσισε να
εφαρμόσει την ισονομίαν μετά δικαιοσύνης και σωφροσύνης, δίδοντας προτεραιότητα
στις χήρες και τα ορφανά των πεσόντων αγωνιστών της επαναστάσεως του 1821, οι
«πατριώτες» πολιτικοί αντίπαλοι του Καποδίστρια, που την κρίσιμη εκείνη περίοδο
έθεσαν τα προσωπικά τους συμφέροντα υπεράνω του συμφέροντος της πενομένης
πατρίδος, αντέδρασαν, επανεστάτησαν, επεδίωξαν και επέτυχαν, με την πλήρη
υποστήριξη των προστατών τους, την πολιτική εξόντωση και τον βιολογικόν θάνατον
του Καποδίστρια.
Αυτός ήταν ο βασικός λόγος που
απαιτούσαν δημοκρατία, ελευθεροτυπία και Σύνταγμα, ενώ ΔΕΝ υπήρχε ακόμη κράτος,
ευρύθμως λειτουργούν, αναγνωρισμένο διεθνώς και ανεξάρτητο!
6/. Ήδη τα σχέδια για την δολοφονία του
«τυράννου», όπως έλεγαν, καταστρώνονταν. Η πρώτη δολοφονική απόπειρα έγινε με
«όργανο» τον υπηρέτη του Καποδίστρια, Νικολέτο. Ένας «κουρελής Υδραίος»,
κατά τον ίδιο, του έδωσε 25.000 γρόσια και του ζήτησε να φαρμακώσει τον
Κυβερνήτη. Στην συνέχεια εξαφανίστηκε.
Ο Νικολέτος έριξε φαρμάκι στον καφέ του Καποδίστρια,
αλλά προδόθηκε από την συμπεριφορά του όταν τον σερβίριζε. Ο Κυβερνήτης του
είπε να κρατήσει τα χρήματα και να μην πει τίποτα σε κανέναν για το περιστατικό
και ούτε καν τον απομάκρυνε από κοντά του. Κατάλαβε όμως ότι τα πράγματα ήταν
πολύ πιο σοβαρά απ' ό,τι νόμιζε.
Του προτάθηκε από τους ξένους πρεσβευτές να του δώσουν
φρουρούς, εκείνος όμως αρνήθηκε. Σύντομα
μαθεύτηκε στο Ναύπλιο ότι οι Μαυρομιχαλαίοι είχαν αγοράσει καινούργια
κουμπούρια.
Ο Αστυνόμος της πόλεως Ποταμιάνος, έβαλε ανθρώπους του
να παρακολουθούν κάθε κίνηση του Κωνσταντή Μαυρομιχάλη και του Γιωργάκη (ή
Μπεϊζαντέ), του δευτερότοκου γιου του Πετρόμπεη.
Ο Γιωργάκης είχε μεγάλη έχθρα εναντίον του Καποδίστρια
και είχε ορκιστεί ότι θα τον σκοτώσει. Το είπε μάλιστα θρασυστόμως και στον
Πάνο Ράγκο, φίλο δικό του αλλά και του Κυβερνήτη, να του το μεταφέρει.
Ο Καποδίστριας ένιωσε έκπληξη και είπε στον Ράγκο ότι
όποιος κάνει κάτι τέτοιο, μαζί με τον ίδιο θα σκοτώσει και την πατρίδα. Στις
προτροπές του νομάρχη Αξιώτη και του αστυνόμου Ποταμιάνου να φυλακίσουν τον
Γιώργη Μαυρομιχάλη, ο Καποδίστριας ήταν αντίθετος.
Όταν η Μαντώ Μαυρογένους του έγραψε επιστολή με την
οποία τον ενημέρωσε ότι οι Μαυρομιχαλαίοι ετοιμάζονται να τον σκοτώσουν, εκείνος έκαψε το γράμμα. Κι’ όταν ένας
Σμυρνιός ντελάλης, ο οποίος φαίνεται ότι κάτι είχε πληροφορηθεί, πήγε στο
Κυβερνείο και του είπε να φυλάγεται, ο Καποδίστριας σήκωσε αδιάφορα τους ώμους
του.
7/. Οι Μαυρομιχαλαίοι ζήτησαν να
νοικιάσουν το σπίτι του Μιχάλη Ιατρού, που βρισκόταν απέναντι από το Κυβερνείο,
όμως ο ιδιοκτήτης του κάτι υποψιάστηκε και δεν τους το παραχώρησε. Έγινε
προσπάθεια από τον αγωνιστή του '21 και ιστορικό Ιωάννη Φιλήμονα να "τα
βρουν" ο Καποδίστριας με τους Μαυρομιχαλαίους. Ο Πετρόμπεης, μόλις
πληροφορήθηκε από τον Φιλήμονα τι ζητούσε ο Κυβερνήτης, έγινε έξαλλος, καθώς το
θεώρησε προσβλητικό και ατιμωτικό.
Η ηλικιωμένη μητέρα του Πετρόμπεη και ο αδελφός του
Γιάννης, γνωστός και ως Κατσής, ζήτησαν από τον Ρώσο ναύαρχο Ρίκορντ να
μεσολαβήσει, γιατί έβλεπαν ότι και ο Καποδίστριας θα εδολοφονείτο αλλά και
δικοί τους άνθρωποι θα είχαν επίσης άσχημο τέλος. Η συνάντηση κανονίστηκε να γίνει το Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου, στις
5 το απόγευμα. Λίγη ώρα πριν, έφτασε το ευρωπαϊκό ταχυδρομείο στον Καποδίστρια.
Στον «Ταχυδρόμο του Λονδίνου» υπήρχε ένα δημοσίευμα για την «τυραννική»
διοίκησή του και τον «άδικο διωγμό» των Μαυρομιχαλαίων.
Μόλις το διάβασε ο Κυβερνήτης, έγινε έξαλλος και πήγε
ως το Παλαμήδι για να ηρεμήσει. Επιστρέφοντας, βρήκε τον Ρίκορντ να τον
περιμένει και του έδειξε την εφημερίδα. Στον έκπληκτο Ρώσο είπε ότι «είναι
υποχρεωμένος να προστατεύσει την αξιοπρέπειά του ως το τέλος» και ότι «δεν
δέχεται να δει τον Μαυρομιχάλη». Ο Πετρόμπεης είχε ήδη μεταφερθεί από το Ιτς
Καλέ στο Κυβερνείο. Ο Ρίκορντ προσπάθησε να μεταπείσει, μάταια όμως, τον
Καποδίστρια.
Απογοητευμένος, μετέφερε στον Μαυρομιχάλη την άρνηση
του Κυβερνήτη να τον δει. Ο Πετρόμπεης είπε τότε: «Ποτέ δεν καρτερούσα να μου
φερθεί τόσο άπρεπα ο Κυβερνήτης. Να με πομπεύει με φρουρούς μέσα στα σοκάκια
του Αναπλιού και να με διώχνει με τέτοια καταφρόνια. Αν δε σέβεται το όνομά
μου, πρέπει τουλάχιστον να λογαριάζει τις θυσίες της φαμελιάς μου στον Αγώνα».
Έτσι πήρε τον δρόμο της επιστροφής στην φυλακή. Ζήτησε
από τους φρουρούς του να περάσει από το σπίτι όπου έμεναν ο αδελφός του,
Κωνσταντής κι’ ο γιος του, Γιώργης. Όταν τον είδαν εκείνοι από το
παράθυρο, τον ρώτησαν γεμάτοι αγωνία τι έγινε. Δείχνοντάς τους με νοήματα τους
φρουρούς δεξιά κι αριστερά τους είπε: «Βλέπετε».
Ήταν κατά κάποιο τρόπο το σύνθημα για την δολοφονία
του Καποδίστρια...
Το επόμενο πρωΐ, ο Καποδίστριας ετοιμάστηκε να πάει στην
εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα. Ήταν περίπου 5:30 το πρωί. Στον δρόμο του
επιτέθηκε ένα μαύρο σκυλί, που πρόλαβε κι’ έσκισε την ρεντιγκότα του
(ρεντιγκότα= Είδος ανδρικού πανωφοριού <γαλλ. Redingote <αγγλ.riding-coat,
σακάκι ιππασίας). Επέστρεψε στο σπίτι
του, άλλαξε ρεντιγκότα και έφυγε ξανά για την εκκλησία!
Μια βουβή γριά ζητιάνα, με άναρθρες κραυγές,
προσπάθησε να τον σταματήσει. Μάταια όμως... Ο Καποδίστριας συνέχισε, αφού της έδωσε μερικά
νομίσματα, να βαδίζει προς το ραντεβού του με την αιωνιότητα, στο πάνθεον των
Ηρώων και εθνομαρτύρων του Γένους των Ελλήνων.
γ. Το χρονικό της δολοφονίας.
1/. Το πρωΐ της 27ης Σεπτεμβρίου
1831 με το Ιουλιανό ημερολόγιο (δηλαδή στις 9 Οκτωβρίου 1831), όταν
ο κυβερνήτης έφυγε από το Κυβερνείο του Ναυπλίου, για να παρακολουθήσει την
Κυριακάτικη θεία λειτουργία, στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, τον συνόδευαν οι
σωματοφύλακές του, Γιώργος Κοζώνης, Κρητικός, που είχε χάσει το δεξί του χέρι
στο Νεόκαστρο το 1825, και ο στρατιώτης Δημήτριος Λεωνίδας, από την
Τρίπολη.
Την ίδια ώρα, οι Μαυρομιχαλαίοι, που το προηγούμενο
βράδυ ετοίμαζαν κάθε λεπτομέρεια του σχεδίου τους, μαζί με τους Λόντο
και Καλαμογδάρτη, ξεκινούσαν με δυο υποτακτικούς τους και δυο
πολιτοφύλακες, τον Ανδρέα Γεωργίου και τον Γιάννη Καραγιάννη, που είχαν
οριστεί από την κυβέρνηση να τους παρακολουθούν, αλλά τελικώς έγιναν
όργανά τους, για τον Άγιο Σπυρίδωνα.
Ο Καποδίστριας μόλις τους είδε στην είσοδο της
εκκλησίας, κοντοστάθηκε και σκέφτηκε να φύγει. Προχώρησε όμως προς το μέρος
τους και τους χαιρέτησε με ένα νεύμα. Τότε, ο Κωνσταντής άρπαξε τον Κυβερνήτη
και τον πυροβόλησε πίσω από το αφτί, ενώ ο Γιώργιος τον μαχαίρωσε δύο φορές
κάτω από την κοιλιά. Και ο Καραγιάννης πυροβόλησε κατά του Καποδίστρια,
ωστόσο αστόχησε. Ο Καποδίστριας πέθανε ακαριαίως.
Ο Κωνσταντής καταδιώχθηκε κι’ αφού τραυματίστηκε από
τον Κοζώνη και τον Φωτομάρα, πέθανε μερικές ώρες αργότερα. Τον αποτελείωσε ο
λαός του Ναυπλίου, το δε πτώμα του πετάχθηκε στο λιμάνι. Από τους δολοφόνους
αδελφούς, ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης λίγο πριν πεθάνει από την πιστολιά του
φρουρού του Καποδίστρια, ζητώντας έλεος είπε στους αστυνομικούς: «Δὲν φταίω
ἐγὼ στρατιῶται, ἄλλοι μὲ ἔβαλαν».
Ποίοι τον έβαλλαν; Ασφαλώς οι ηθικοί αυτουργοί και ο
νοών νοείτω!
Ο άλλος δολοφόνος, ο Γεώργιος, ξεφεύγοντας από την καταδίωξη,
κατέφυγε στο σπίτι του λοχαγού του Μηχανικού Βαλλιάνου και όταν είδε ότι εκεί
δεν ήταν ασφαλής, αφού πλησίαζε το εξαγριωμένο πλήθος που τον καταδίωκε,
κατέφυγε στο σπίτι του Γάλλου αντιπρέσβη Ρουάν (Rouen).
Προς την κατεύθυνση της εμπλοκής, της εδώ και αιώνες
τεκτονοκρατούμενης Γαλλίας, συναινεί και η μαρτυρία που μεταφέρει ο ιστορικός
και αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης, ότι ο έτερος εκτελεστής του Κυβερνήτη
Γεώργιος Μαυρομιχάλης, υποτιθέμενος πατριώτης,
κατέφυγε στο σπίτι του πρέσβυ της Γαλλίας βαρώνου Ρουάν, παρέδωσεν τ’ άρματά
του, δηλώνοντάς του:
«Σκοτώσαμε τον τύραννο.
Μπιστευόμαστε την τιμή της Γαλλίας. Να τα άρματά μας». (Κασομούλης,
Νικόλαος. Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων 1821 -1833. τ. Γ΄
σελ. 4.--Γενική Εφημερίς, αρ. 84-85 /1831).
Ο Ρουάν τον δέχθηκε με συμπάθεια, καθώς και
οι Γάλλοι αξιωματικοί Ζεράρ (Gérard) και Πελιόν (Pellion). Ο μεν Ζεράρ ήταν διοικητής του
ελληνικού τακτικού στρατού, ο δε Πελιόν αρχηγός του Επιτελείου και πρώην διοικητής
του Ιππικού. Όμως, ούτε αυτό το μέρος ήταν ασφαλές καταφύγιο, αφού το έξαλλο
πλήθος περικύκλωσε το σπίτι απαιτώντας εκδίκηση. Η ενέργεια του Γεώργιου
Μαυρομιχάλη να ζητήσει άσυλο στον Γάλλο αντιπρέσβη, δημιούργησε πολλά
ερωτηματικά και υποψίες για ηθική αυτουργία της Γαλλίας στην δολοφονία. Αυτό
ενισχύεται και από τα ρωσικά αρχεία που αναφέρονται στην δολοφονία του
Καποδίστρια.
2/. Ο δολοφόνος αμέσως μετά, οδηγήθηκε στο δικαστήριο το οποίον τον δίκασε
για το έγκλημα του.
Οι Άγγλοι έσπευσαν αμέσως να διορίσουν δικηγόρον
υπερασπίσεως, ένα δικόν τους (υπ)άνθρωπο, «όνομα και πράγμα» Μασώνο, τον Εδουάρδο Μέϊσον (Edward Mason),3 ο
οποίος υπέβαλε ένσταση αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, η οποία φυσικά
απερρίφθη. Στην συνέχεια, προσέβαλε την πρωτόδικο καταδικαστική απόφαση
στο Αναθεωρητικό, το οποίο όμως, επικύρωσε την θανατική καταδίκη.
Τελικώς, ο δολοφόνος του Εθνικού κυβερνήτη και αρχηγού
του Ελληνικού κράτους καταδικάστηκε σε θάνατο και τουφεκίστηκε λίγες μέρες
αργότερα. Ο τραγικός θάνατος του Καποδίστρια βύθισε σε θλίψη τον ελληνικό λαό,
ενώ αντίθετα στην Ύδρα δέχτηκαν την είδηση με
πανηγυρισμούς!!!
Τέτοιου είδους «πατριώτες» ήσαν οι
στασιαστές Υδραίοι και οι «Μανιάτες» του Πετρόμπεη!!!
Όταν ο «Μπεηζαντές» Γιωργάκης Μαυρομιχάλης έπεφτε
νεκρός από τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος, το (παλιό) ημερολόγιο έλεγε
ημέρα Σἀββατο 10 Οκτωβρίου 1831.
Το φονικό βόλι των Μαυρομιχαλαίων επιχειρήθηκε να
παρουσιαστεί ως προσωπική αντιδικία. Ωστόσο, οι πανηγυρισμοί(!) που
ακολούθησαν, έδειξαν τόσον τους ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας, όσον και
τους συνεργούς, στο αποτρόπαιον εθνικόν έγκλημα.
Το γεγονός,
ότι τα φονικά βόλια βρήκαν τον Εθνικό κυβερνήτη λίγο μετά τις 6.30 το πρωΐ έξω
από τον ιερό ναό, όπου μετέβαινε προς παρακολούθηση της θείας λειτουργίας, δεν
πρέπει να μείνει απαρατήρητο.
Ο Καποδίστριας δεν ήταν ο πολιτικός των δοξολογιών και των πανηγύρεων. Ήταν ένας Ρωμηός/Έλλην, όπως όλος ο απλός και ευσεβής Λαός, για το καλό του οποίου ανάλωνε την ζωή του. Και γι᾿ αυτό μαζί με το λαό από τον Όρθρο, συμμετείχε στην σύναξη του εκκλησιαστικού σώματος.
Ο τάφος του Καποδίστρια στην Μονή Πλατυτέρας στην Κέρκυρα. Στα δεξιά ο τάφος του αδερφού του, Αυγουστίνου.
Ποιος κυβερνήτης της Ελλάδος μετά τον
Καποδίστρια ήταν γνήσιος Ρωμηός, αναλόγου εθνικού αναστήματος, πολιτικού
μεγέθους και πνευματικού διαμετρήματος, του δολοφονηθέντος;
Κατά την άποψή μας, μέχρι το 1936, ΟΥΔΕΙΣ!
Ο μόνος που μπορεί να συγκριθεί, χωρίς να φθάσει στο μέγεθος του Καποδίστρια, είναι ο πρωθυπουργός του «ΟΧΙ», Ιωάννης Μεταξάς (1936-1941), λόγω των ισοδύναμων Εθνικών, πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών άθλων που επέτυχε, εντός διαστήματος διακυβερνήσεως αναλόγου εκείνου του Καποδίστρια, και τον οποίον επίσης το ΣΥΣΤΗΜΑ χαρακτήρισε «δικτάτορα» και εδολοφόνησε αλλά κατά τρόπον «επιστημονικόν».4
Μετά την μεταπολίτευση του 1974, οι διατελεσαντες
πρωθυπουργοί και πρόεδροι δημοκρατίας, εκτός του γεγονότος ότι, συγκρινόμενοι
με τον Καποδίστρια ήσαν «νάνοι», είχαν και άλλα φανερά ή κρυφά … ανθελληνικά
προσόντα, δηλαδή ήσαν τέκτονες, μέλη αποκρυφιστικών και σκοτεινών λεσχών,
κρυπτοταλμουδιστές Ιουδαίοι ή άθεοι και στην καλύτερη των περιπτώσεων, «χριστιανοί»
κατ’ ευφημισμόν ή την τότε ταυτότητα!
Η δολοφονία του Εθνάρχου, ανέκοψε την πορεία του
Έθνους για την ολοκλήρωσή του, μέσα στα όρια της Ρωμαίϊκης παραδόσεώς του.
Επηρέασε όμως δυσμενώς την πορεία όλης της Ορθόδοξης Ανατολής, ανατρέποντας τα
σχέδια για την Ρωμαίϊκη αποκατάστασή της.
Συνεχίζεται
1 Το κέντρο του αντικαποδιστριακού αγώνα ήταν η
Ύδρα, έδρα των πλοιοκτητών και πιο συγκεκριμένα της οικογενείας Κουντουριώτη
που είχε με το μέρος της τους αγωνιστές Μιαούλη, Σαχτούρη, Τομπάζη, Κριεζήδες.
Βασικός λόγος για την αντίδραση των Υδραίων πλοικτητών ήταν η απαίτηση τους για την «άνευ αναβολής»,
καταβολή αποζημιώσεων για τις μεγάλες ζημιές και απώλειες των πλοίων τους κατά
την διάρκεια της Επαναστάσεως.
Αναγνώριζοντας
αμέσως το δίκαιο αίτημα, ο Κάποδίστριας υποσχέθηκε ότι μόλις θα βελτιώνονταν τα
οικονομικά της χώρας, η Ύδρα θα έπαιρνε «τὸ μερίδιόν της καθ’ ὅσον τὸ δίκαιον
ἀπαιτοῦσε». Οι Υδραίοι, όμως,
απαιτούσαν την άμεση καταβολή αυτών των αποζημιώσεων, πράγμα που ήταν ΑΔΥΝΑΤΟΝ
λόγω της οικτράς οικονομικής καταστάσεως του κράτους.
2 Ο Ζωγράφος ήταν προσωπικός φίλος του Μαυροκορδάτου,
ρωσόφιλος αλλά και κατήγορος του Καποδίστρια ως Ρωσόφιλου, αντιμοναρχικός αλλά
και επίσημος διπλωμάτης επί Όθωνος, «έλλην πατριώτης», υποτίθεται, αλλά και
τουρκολάγνος/τουρκόφιλος, τιμηθείς με το ανώτερο Οθωμανικό παράσημο την 7ην
Δεκεμβρίου 1839 από τον Σουλτάνο Αβδούλ Μετζήτ, εγκαταλείψας την Ελλάδα, σε μια
κρίσιμη περίοδο και μεταβάς εις την ασφαλή «χώρα του φωτός» των…Διαφωτιστών/
Σκοταδιστών, την Γαλλία όπου και απέθανε.
Διορίστηκε
πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη το 1834, αλλά τον Δεκέμβριο του 1837 ανακλήθηκε
και έγινε υπουργός Εξωτερικών. Οπαδός του Ρωσικού Κόμματος, ο Ζωγράφος
αντιτάχθηκε στον Όθωνα, απομακρύνθηκε από την κυβέρνηση και συνεργάστηκε
με την αντιβαυαρική αντιπολίτευση.
Στις 3/15 Mαρτίου
του 1840, υπέγραψε εν αγνοία της Ελληνικής κυβερνήσεως, συνθήκη φιλίας και
εμπορίου, με τον Pεσίτ-πασά. H
συνθήκη «ρύθμιζε» οικονομικές και ιδιαίτερα εμπορικές εκκρεμότητες ετών για
«πρόοδο των ελληνικών εμπορικών συμφερόντων» στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Mε
την επιστροφή του Zωγράφου στις Aθήνες εκδηλώθηκαν αντιδράσεις εναντίον της
συνθήκης και του ίδιου του Zωγράφου, ο οποίος λοιδωρήθηκε ως φιλότουρκος.
H συνθήκη
απερρίφθη από το υπουργικό συμβούλιο στις 11 Mαΐου, ως εθνικώς επιζήμια,
ενώ και το Συμβούλιο της Επικρατείας αρνήθηκε να την επικυρώσει. O Zωγράφος
παραιτήθηκε από υπουργός στις 16 Mαΐου. Μαζί με τους Λόντο και Μεταξά
αποτέλεσαν την πολιτική τριανδρία του κινήματος της 3ης Σεπτεμβρίου
του 1843. (ΣΣ: Αυτού του είδους έλλογα (;) δίποδα ήταν οι λεγόμενοι
«Συνταγματικοί»). {Πηγή: Ζωγράφος Κωνσταντίνος (1796
– 1856) [Σεπτεμβρίου 26, 2009 από Αργολική βιβλιοθήκη Ιστορίας και
Πολιτισμού}.
3 Ο Εδουάρδος Μέϊσον [Edward Mason, (1799-1873)],
είναι ένα αμφιλεγόμενο εάν όχι σκοτεινό πρόσωπο. Ήταν Σκώτος, χαρακτηρισθείς
από το Σύστημα αργότερον, ως «φιλέλληνας», ενώ ο πρότερος βίος και η δράση του
στην Ελλάδα, ΔΕΝ δικαιολογούσε τέτοιον χαρακτηρισμόν. Εκδότης, «διανοούμενος»,
εκπαιδευτικός, αλλά και νομομαθής που υπηρέτησε ως ο πρώτος εισαγγελέας του
νεοσύστατου ελληνικού κρατιδίου. Κατά τα τελευταία έτη του Αγώνα, διετέλεσε
γραμματέας του διοικητού του ελληνικού επαναστατικού στόλου («Ελληνική
Στολαρχία»), λόρδου Κόχραν.
Κατά την
συμβατική ιστορία, κατόρθωσε εντός τεσσάρων μηνών να μάθει τέλεια την ελληνική
γλώσσα (ομιλία-γραφή) !!! (ΣΣ: Φρονούμεν ότι αυτό είναι αδύνατο με τα
μέσα της εποχής εκείνης. Το πιθανώτερον καθ’ ημάς, σε συνδυασμό με τις δημόσιες
θέσεις που κατάλαβε κατά την παραμονήν του στην Ελλάδα είναι ότι, ο Σκώτος
πράκτωρ προετοιμάζετο από ετών, για συγκεκριμένη αποστολή στην Ελλάδα). Έτσι,
διορίσθηκε καθηγητής φιλοσοφίας, πολιτικής οικονομίας και…θεολογίας στο
«Αλληλοδιδακτικό Σχολείο» του Ναυπλίου. Συνεργάσθηκε στενώς, με τον
προτεσταντίζοντα Θεόκλητο Φαρμακίδη, πολέμιο της Ορθοδοξίας.
Μετά την
άφιξη του Ιωάννου Καποδίστρια, ο Μέϊσον τοποθετήθηκε ως μέλος του «Θαλασσίου
Δικαστηρίου» και εν συνεχεία εργάσθηκε ως δικηγόρος. Επί Αντιβασιλείας πριν την
ενηλικίωση του Όθωνα, ο Μέϊσον προήχθη σε γενικό εισαγγελέα(!!!) και
κλήθηκε να οργανώσει την νεότευκτη αυτή δικαστική υπηρεσία. Ήταν ο δημόσιος
κατήγορος στην δίκη των αγωνιστών Θεοδ. Κολοκοτρώνη και Δημ. Πλαπούτα, ζητώντας
την θανατική τους καταδίκη για έσχατη προδοσία.
Στις 18 Δεκ.
1840 προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στο ακροατήριο με τις αλλοπρόσαλλες αγορεύσεις
του και λόγω της γενικής κατακραυγής που ξεσηκώθηκε σε βάρος του, φυγαδεύτηκε
αφού πρώτα ένας φοιτητής της Νομικής ονόματι Κίμων Δάλας, πυροβόλησε δυο φορές εναντίον του χωρίς να τον
τραυματίσει.
Επέστρεψε
στην Ελλάδα το 1865 και εξέδωσε το περιοδικό «Μνήμων», για να πεθάνει τελικά
στην αφάνεια, οκτώ χρόνια αργότερα και σε ηλικία 74 ετών. Η κόρη του Μπέτυ
Μέϊσον υπήρξε διευθύντρια του Παρθεναγωγείου της Πλάκας, ιδιοκτησίας της θείας
της, Κ. Χιλλ.
4 Ένας άγγλος στρατιωτικός ιατρός, πράκτορας της Intelligence Service,
προθυμοποιήθηκε να προβεί σε εμβολιασμόν του Εθνικού ηγέτη του «ΟΧΙ»,
ισχυριζόμενος ότι με το φάρμακόν του θα εθεράπευε τις στομαχικές διαταραχές του
Εθνικού κυβερνήτου. Το αποτέλεσμα ήταν να «διαλυθούν» τα εσωτερικά όργανά
του και ο Ι. Μεταξάς να αποθάνει!!!).