Πέμπτη 13 Ιουνίου 2024

 
OI ΤΕΛΕΥΤΑΙEΣ ΙΑΧΕΣ ΜΑΣ ΠΡΟΣ  ΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ- «ΔΕΣΜΩΤΕΣ» ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ  ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΚΦΥΛΩΝ ΕΧΘΡΩΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ.

[OUR  LAST  RALLYING CRIES TO AWAKE THE FREE-PRISONERS OF THE SYSTEM AND AGAINST THOSE OF CAINITE  BIOLOGICAL RACE, ENEMIES OF THE HUMANITY].

ΑΝΑΜΕΝΟΝΤΕΣ ΚΑΡΤΕΡΙΚΩΣ AΦΥΠΝΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΝ.

(WAITING PATIENTLY THE CONSCIENCES’ AWAKENING)

Μέρος 31ον

Ζ. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΑΠΟ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ 1821 ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ)

7. Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΡΩΜΥΛΙΑΣ


Σημαία                                                    Εθνόσημο

α. Γενικά

1/. Στην Χερσόνησο του Αίμου, το όνομα Βούλγαροι με την αυτήν γραφή ή διαφορετική (Βουργάριοι/ Βουλγάριοι), προϋπήρχε της ελεύσεως των ουραλοαλταϊκών/Τουρανικών φύλων που αργότερα ονομάστηκαν Βούλγαροι.

Ο Κων. Πορφυρογέννητος, αναφέρει:

«….ἐγένετο δὲ ἡ τῶν βαρβάρων περαίωσις ἐπί τὸν Ἴστρον ποταμὸν εἰς τὰ τέλη τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Πωγωνάτου (668-685), ὅτε καὶ τὸ ὄνομα αὐτῶν φανερὸν ἐγένετο. Πρότερον γὰρ Ὀνογουνδούρους αὐτοὺς ἐκάλουν».1

Ο Πορφυρογέννητος δηλαδή μας λέει ότι, οι Βούλγαροι έλαβαν το όνομά τους μετά την διάβαση του Ίστρου (αρχαία ονομασία του Δουνάβεως) και ότι πριν ονομάζονταν Ονογούνδουροι. Άρα οι μογγολοτάταροι Βούλγαροι ΔΕΝ ονομάζονταν εξ αρχής Βούλγαροι, αλλά πήραν το όνομά τους όταν ήλθαν στην χερσόνησο του Αίμου («Βαλκάνια»). Αυτό σημαίνει ότι, το όνομα «Βούλγαροι» δεν προέρχεται από τον Βόλγα ποταμό, όπως ισχυρίζονται σήμερα κάποιοι απ’αυτούς, αλλά ότι υπήρχε πριν την έλευση των μογγολοτάταρων της ουραλοαλταϊκής ομοεθνίας, στα Βαλκάνια.

2/. Ποια είναι η προέλευση και πως καθιερώθηκε η ονομασία Βούλγαροι στον λαόν της γνωστής και ονομαζομένης σήμερα, Βουλγαρίας;

Την απάντηση σε αυτό μας την δίνει μια επιγραφή που βρέθηκε στο Τσακαρλάρ της Βουλγαρίας, μεταξύ Φιλιππουπόλεως και Τατάρ Παζαρτζίκ και βρίσκεται στο μουσείο της Σόφιας.

Η επιγραφή αυτή χρονολογείται τον 3ον αιώνα μ.Χ. και είναι γραμμένη στην δημώδη Ελληνική. Από αυτή την επιγραφή μαθαίνουμε ότι ορισμένη κατηγορία στρατιωτών, εκτελούσαν καθήκοντα οροφυλάκων σε φρούρια [Burgus = Πύργος, μικρό φρούριο, εξ ου Burgarius (Βουργάριος/Βούργαρος/ Βούλγαρος) = Πυργοφύλακας, οριοφύλακας των συνόρων και των οχυρωμένων σταθμών του εσωτερικού).

Δηλαδή εκ του Βουργάριοι και Βούργαροι, ονομάζονταν Βούλγαροι κατά την εναλλαγή των υγρών συμφώνων λ και ρ (πρβλ. αδερφός, αδελφός)].

Διά της επιγραφής αυτής το 202 μ.Χ. (επί Σεπτημίου Σεβήρου και Καρακάλα), καλούνταν οι περίοικοι να προσέλθουν ως μέτοικοι προς ίδρυση εμπορικού σταθμού, με υπόσχεση προς τους προσερχομένους, ότι θα έχουν «μεγάλας δωρεάς, τουτέστιν πολειτικοῦ σείτου ἀνεισφορίαν, καὶ συντηρείας Βουργαρίων και φρουρῶν καὶ ἀγγαρειῶν ἄνεσιν». Εκ τούτου προκύπτει ότι υπήρχε κατηγορία στρατιωτών, καλουμένων Βουργαρίων (οροφυλάκων/οριοφυλάκων), τους οποίους υποχρεούνταν οι περίοικοι να συντηρούν και να εξυπηρετούν στο έργο τους..

Επί Ρωμαίων και αργότερα επί Ρωμηών / Ελλήνων / «Βυζαντινών», υπήρχαν  σύνορα και σ’ αυτά φρούρια/πύργοι (Burgi) σε διάφορες περιοχές όπως, στον Καύκασο, στην Τρανσυλβανία, στην Ραβέννα, στην Αφρική και αλλού. Σε όλα αυτά τα μέρη υπήρχαν Βουργάριοι (οριοφύλακες / οροφύλακες ή πυργοφύλακες), αλλά και στο εσωτερικό, όπως μαρτυρεί η επιγραφή του Τσακαρλάρ. Συνεπώς, οπουδήποτε γίνεται μνεία περί Βουλγάρων για τους προ του Ασπαρούχ χρόνους, ΔΕΝ επρόκειτο περί συγγενών εθνικών Βουλγαρικών ομάδων, αλλά περί Βουργαρίων (Βουλγάρων) οροφυλάκων/ πυργοφυλάκων.

3/. Οι Βουργάριοι (Βουλγάριοι και Βούλγαροι) είτε προέρχονταν από αυτόχθονες Ρωμαίους/Ρωμηούς/Έλληνες είτε από μισθοφόρους βαρβάρους, πολλές φορές παρασύρονταν από επιδρομείς και ενεργούσαν κατά του κράτους της Αυτικρατορίας των Ρωμηών/Ελλήνων (Ρωμανίας). Άλλοτε, αν δεν πληρώνονταν, αποστατούσαν και προέβαιναν σε λεηλασίες.

Συμπερασματικώς, ΔΕΝ πρέπει να προβληματιζόμαστε, αν κάποιοι «Βυζαντινοί» χρονογράφοι του 6ου αιώνος προγενέστεροι ή και μεταγενέστεροι, αναφερόμενοι σε παλαιότερους χρόνους, μιλάνε περί Βουλγάρων και παρουσιάζουν τους Βούλγαρους (Βουργάριους) αυτούς να ενεργούν άλλοτε υπέρ του κράτους και άλλοτε κατά αυτού.2  

Πολλοί από τους Βουργαρίους, αν μάλιστα κατάγονταν από την περιοχή στην οποία υπηρετούσαν, απολυόμενοι μετά 20 ώς 25 έτη υπηρεσίας, εγκαθίσταντο επί τόπου σε γαίες χορηγούμενες σε αυτούς από το κράτος. Όπου συνέπιπτε να εγκατασταθούν πολλοί τέτοιοι απόστρατοι Βουργάριοι, ήταν φυσιολογικόν να αποδοθεί σε αυτούς και στους απογόνους τους, το όνομα του Βουργαρίου-Βουλγάρου.3

β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ-ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΡΩΜΥΛΙΑ

1/. Η πρώτη ιστορική παρουσία των προγόνων των νυν Βουλγάρων

Τον 7ον μ. Χ. αιώνα διάφορα φύλα, ουραλοαλταϊκής προελεύσεως, μετανάστευσαν στην περιοχή του κάτω ρου των ποταμών Δούναβη, Δνείστερου και Δνείπερου, υπό την ηγεσία του Ασπαρούχ. Mετά το 670, πέρασαν από τον Δούναβη στην Χερσόνησο του Αίμου, ορδές  πρωτοβουλγάρων και το 680 απέσπασαν την Μικρή Σκυθία από την Αυτοκρατορία μας. Στην συνέχεια συνήψαν συνθήκη ειρήνης με το Βυζάντιο και ίδρυσαν μόνιμη πρωτεύουσα στην Πλίσκα, νοτίως του Δουνάβεως. Οι Βούλγαροι αναμείχθηκαν σταδιακως με τον εντόπιο πληθυσμό, υιοθετώντας κοινή γλώσσα στην βάση της Σλαβονικής.

Οι πρωτοβούλγαροι θεωρούνται τουρανικό φύλο που κατά τον 2ον-3ον μ.Χ. αιώνα ξεκίνησε από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας και εγκαταστάθηκε στην περιοχή  μεταξύ Εύξεινου Πόντου και Κασπίας Θάλασσας. Στην συνέχεια άρχισαν να μεταναστεύουν προς την Δύση και το 679 μ.Χ υπό τον Ασπαρούχ, διέβησαν τον Δούναβη και εισήλθαν στον χώρο που πολύ αργότερα θα πάρει το όνομα Βουλγαρία.

Οι άνθρωποι του Ασπαρούχ διαβαίνοντας τον Ίστρο και όντας ολιγάριθμοι (2 ώς 3 χιλιάδες το πολύ), συνενώθηκαν και αναμίχθηκαν με τις σλαβικές ομάδες που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή νωρίτερα, αλλά και με τους γηγενείς Έλληνες της Μεγάλης και Ενιαίας (τότε) Θράκης και πολίτες της Ελληνικής Αυτοκρατορίας μας (Ρωμανίας)

Αρχικά συμπεράσματα

Πρώτον: Οι Πρωτοβούλγαροι όταν πρωτοεμφανίστηκαν στις βόρειες περιοχές της Ρωμανίας, αναμείχτηκαν με Σλάβους που ήσαν ήδη εγκατεστημένοι σ’ εκείνες τις περιοχές και έτσι διεμορφώθη ο τύπος του Βουλγάρου που γνωρίζουμε.

Δεύτερον:

Οι αγνώστου αρχικής φυλετικής ταυτότητος πρωτοβούλγαροι και αργότερον καθιερωθέντες ως Βούλγαροι, ΔΕΝ ήσαν Σλάβοι. Ήσαν τουρανικά φύλα που ανήκαν στην Ουραλοαλταϊκή Ομοεθνία!!!

Τρίτον: Από την παραπάνω περιγραφή των πρωτοβουλγάρων, προκύπτει ότι επρόκειτο περί αιμοσταγών αλλοεθνών και αλλοδόξων (τότε) βαρβαρικών φύλων, τα οποία το Ρωμαίϊκον/Ελληνικόν («Βυζαντινόν») κράτος, υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει ως Βουλγαρικόν Βασίλειον σε εδάφη της Ρωμαίϊκης/ Ελληνικής Αυτοκρατορίας, υπό τον χαγάνο Ασπαρούχ.

Η αναγνώριση του κράτους αυτού (681), που είχε δημιουργηθεί στον χώρο μεταξύ του Δουνάβεως και της οροσειράς του Αίμου, με πρωτεύουσα την Πλίσκα, συνεπαγόταν συμμαχικές δεσμεύσεις από την πλευρά των Βουλγάρων, τις οποίες όμως δεν τις τήρησαν. Οι επανειλημμένες επιθέσεις των Βουλγάρων ηγεμόνων (κυρίως επί Κρούμου) τον 8ον αι. παρενοχλούσαν τους πληθυσμούς στις βόρειες επαρχίες της «Βυζαντινής» αυτοκρατορίας μας.

Το 811 μ.Χ. έχουμε σύγκρουση «βυζαντινών» στρατευμάτων και Βουλγάρων, στην μάχη της Πλίσκας. Σημαντικές πληροφορίες ιστορικού ενδιαφέροντος δίδονται από ανάγνωση της Στήλης της Πλίσκας, της πρώτης πρωτεύουσας των Βουλγάρων.  Η στήλη αυτή (ύψους 6,15 μ. και πλάτους 75 έως 54εκ) που είναι χαραγμένη στα ελληνικά το 822μ.Χ, αποδίδεται στον πρωτοβούλγαρο ηγεμόνα «Μέγα Χαν των Βουλγάρων» Ομουρτάγ, γιο του Κρούμου, απόγονου του Ασπαρούχ.

Στην στήλη αυτή αναφέρονται τρεις εθνικές ομάδες στην περιοχή του πρώϊμου αυτού βουλγαρικού βασιλείου: Οι Έλληνες (ως Γραικοί), οι Σλάβοι και οι Βούλγαροι (Βουργάριοι/οροφύλακες).

 

Τέταρτον:

Στις αρχές του 9ου αιώνος, η ιστορία καταγράφει τους Βούλγαρους εισβολείς να κατοικούν στις ακρότατες περιοχές των σημερινών βορείων γεωγραφικών και διπλωματικών ορίων της.

Και όμως! Οι πανσλαβιστές με την βοήθεια των τότε Μεγάλων Ευρωπαϊκών κρατών που ηλέγχοντο από τους Ιλλουμινάτους, αφού υφάρπαξαν ελληνικά εδάφη (Ανατολική Ρωμυλία και τμήμα της Μακεδονίας μας), κατεσκεύασαν ένα νέο κράτος, στηριχθέν πάνω στον μύθο ότι, οι Βούλγαροι ήσαν Σλάβοι!!!

2/. Δια της επαίσχυντης Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου Κωνσταντινουπόλεως, 3 Μαρτίου 1878, την οποίαν προσυπέγραψε και η Γερμανία, η Βουλγαρία ανακηρύσσεται σε μεγάλη αυτόνομη ηγεμονία περιλαμβάνουσα τις περιοχές από του Δουνάβεως μέχρι του Αιγαίου!!!

Οι συνομολογήσαντες την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, από αριστερά: Σαντουλάχ πασάς, Σαφβέτ Πασάς, Νικολάϊ Ιγνάτιεφ που υπογράφει και ο βοηθός, διπλωμάτης Νεντίλοφ.

Η εν λόγω συνθήκη είναι έργο του πανσλαβιστικού κομιτάτου της Χερσονήσου Αίμου, του οποίου προΐστατο  ο μισέλλην στρατηγός Ιγνάτιεφ, Ρώσος πρέσβης στην Κωνσταντινούπολη και απέβλεπε στην εξυπηρέτηση των πολιτικών επιδιώξεων της Ρωσίας και στον βίαιον εκβουλγαρισμόν εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χερσονήσου του Αίμου. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την διάρκεια της Οθωμανοκρατίας, δεν υπήρχε ούτε είχε εκδηλωθεί  Βουλγαρική Εθνική συνείδηση, διότι τότε εδέσποζε η ενότητα όλων των λαών της Χερσονήσου του Αίμου, κάτω από την κοινή σκέπη της Μητέρας Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ως πνευματικά τέκνα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

γ. Η «αφύπνιση» του Βουλγαρικού Εθνοφυλετισμού και ο ρόλος του μισέλληνος Ιγνάτιεφ.

1/. Οι δυνάμεις του Συστήματος, επεχείρησαν να αφυπνίσουν τους Βουλγάρους δια της εμφυτεύσεως ενός τεχνητού «Βουλγαρικού εθνοφυλετισμού», άρχικώς με τους εξής «αφυπνιστές»:

-Τον αγιορείτη Μοναχό Παϊσιο Βελιτκόφσκυ (1722-1789), που συνέγραψε το βιβλίο «Ιστορία Σλαβοβουλγαρική του λαού των Βουλγάρων, των Τσάρων και των Αγίων» – το οποίον τυπώθηκε και διαδόθηκε το 1844, με αρκετές μεταγενέστερες προσθαφαιρέσεις, με σκοπό να προσδώσει στους Βούλγαρους «Εθνική Συνείδηση».4

Την δεκαετία το 1980 το χειρόγραφο της «Σλαβοβουλγαρικής ιστορίας» εκλάπη από την Ιερά Μονή Ζωγράφου, όπου εφυλάσσετο και επεστράφη τον Ιανουάριο του 1998.  

Το χειρόγραφο του Παϊσίου, όμως, δεν εκλάπη από τις μυστικές υπηρεσίες της Βουλγαρίας, για «εθνική εκμετάλλευση», όπως ισχυρίστηκαν οι Βούλγαροι, αλλά για να το συγκρίνουν με τα αρχαιότερα αντίγραφα που είχαν στην διάθεσή τους προκειμένου να πληροφορηθούν:

.Εάν όντως ήταν το πρωτότυπο του μοναχού Παϊσίου. και

.Ποιες είναι οι τυχόν «διαφορές» με τα αρχαιότερα αντίγραφα που είχαν στην διάθεσή τους. Και εάν υπήρχαν «διαφορές», να τις «τακτοποιήσουν» για να «αποκατασταθεί» η…ιστορική αλήθεια…

Οι Βούλγαροι εγνώριζαν/γνωρίζουν ότι είχε χαλκευθεί και πλαστογραφηθεί μέρος του πρωτοτύπου κειμένου, με σκοπό να παρουσιασθούν οι Βούλγαροι ως δήθεν Σλάβοι και να αφυπνισθεί η υποτιθέμενη Σλαβική συνείδησή τους. Εκτιμάται ότι η δημοσιευθείσα ιστορία του Παϊσίου το 1844, ήτοι 55 έτη μετά τον θάνατόν του και 82 έτη από του πέρατος συγγραφής της, περιέχει γεγονότα και απόψεις που ΔΕΝ προέρχονται από την γραφίδα του Παϊσίου.

Όμως θεωρείται απίθανο εάν όχι αδιανόητο, ο γέρων Παϊσιος που είχε στην διάθεσή του όλη την γραμματεία της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας και ήταν ενσυνείδητος Ορθόδοξος, να έγραψε κάτι εσκεμμένως, κατά των Ελλήνων, με σκοπό να προωθήσει τις πανσλαβιστικές ιδέες των Τσάρων!

-Τον Ρώσο πράκτορα και υπερεθνικιστή Γιούρι Βένελιν (Yuri Venelin) που προετοίμαζε το βιβλίο του, «Αρχαίοι και σύγχρονοι Βούλγαροι και οι πολιτικές, εθνογραφικές, ιστορικές και θρησκευτικές σχέσεις με την Ρωσία. Οι Βούλγαροι στην βαλκανική χερσόνησο, οι εγκαταστάσεις τους, ο αριθμός και η γεωγραφική τους κατανομή» (1829).  

-Τον Ρώσο πανσλαβιστή Γεώργιο Ιβάνοβιτς, με την «Ιστορία των παλαιών και νέων Βουλγάρων», την οποία εξέδωσε το 1846. Στο έργο εξήρε την…σλαβική καταγωγή των Βουλγάρων, γενάρχες των οποίων ορίζονταν αυθαίρετα οι Όμηρος, Θουκυδίδης και Αλέξανδρος !!! Όπως ήταν φυσικό, η προπαγάνδα αυτή βρήκε πρόσφορο έδαφος μεταξύ του βουλγαρικού λαού, που ήταν χαμηλού πνευματικού επιπέδου και φθονούσαν το γειτονικό -ή και σύνοικο σε πολλές περιπτώσεις — ελληνικό στοιχείο.

-Τους Έλληνες γενίτσαρους και πράκτορες των Ρώσων, αδελφούς Δημήτριο και Κωνσταντίνο Μιλαδίνη ή Μιλαντίνωφ.

Ο σλαβολόγος καθηγητής Αιμ.Ταχιάος, βρήκε στα αυτοκρατορικά αρχεία της Αγίας Πετρούπολης και δημοσίευσε, επιστολή του Ρώσου πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη Ιγνάτιεφ, ο οποίος ζητούσε να καταβληθεί οικονομική ενίσχυση στην χήρα του Δημητρίου Μιλαντίνοφ, «διότι αυτός απέθανε στην υπηρεσία του αυτοκράτορα».

Οι εγκάθετοι ιστορικοί των Σκοπίων, σφετερισθέντες την ιστορία των γενιτσάρων-πρακτόρων αδελφών Μιλαντίνοφ, τους κατέγραψαν στην  ιστορία των Σκοπίων, ως αρχηγέτες της «Μακεδονικής» εθνικής συνειδήσεως και παιδείας, παρά το γεγονός ότι, έγραψαν στην «βουλγαρική γλώσσα», και θεωρούσαν τους εαυτούς τους «Βούλγαρους».

Αυτοί είναι οι Σκοπιανοί ψευτομακεδόνες, αδίστακτοι πλαστογράφοι της Ιστορίας!

2/. Το 1867 πραγματοποιήθηκε στην Μόσχα με ρωσική πρωτοβουλία ένα πανσλαβιστικό συνέδριο υπό τον τίτλο «εθνογραφικό σλαβικό συνέδριο». Σ’  αυτό συμμετείχαν εκατοντάδες αντιπρόσωποι και κατά την διάρκειά του, κυριάρχησε η μορφή του μεγάλου θεωρητικού του πανσλαβισμού, Νικολάου Ιγνάτιεφ.

Ο νικηφόρος για την Ρωσία πόλεμος του 1877 εκτόξευσε τις προσδοκίες των απανταχού Σλάβων στα ύψη. Ο Μιχαήλ Ντοστογιέφσκι, επίσης σκληρός πανσλαβιστής, σημείωσε τότε:

«Κωνσταντινούπολη και Κεράτιος θα γίνουν πλέον δικά μας. Κέντρο της πανσλαβιστικής μας αυτοκρατορίας θα είναι η Κωνσταντινούπολη».

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο σλαβολογικό συνέδριο της Μόσχας, η Κωνσταντινούπολη ανακηρύχθηκε «σλαβική πόλη», την οποία στο εξής όλοι οι Σλάβοι θα όφειλαν να αποκαλούν «Τσάριγκραντ».

Πολλοί συνέδεσαν — όχι άδικα — την απόσχιση της Βουλγαρικής Εκκλησίας και εν συνεχεία την πραξικοπηματική προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας, με το συνέδριο της Μόσχας, εκλαμβάνοντας τις ενέργειες αυτές, ως συνέπεια της ραγδαίας ανόδου των  σκοπίμως κατασκευασθέντων, και φανερώς, αθεμίτως και παντοιοτρόπως προβληθέντων  λεγομένων «πανσλαβιστικών ιδεωδών».

Οι Ρώσοι εμπνευστές της εκκλησιαστικής Εξαρχίας, αφού απέκοψαν πνευματικά τους Βούλγαρους από το Οικουμενικόν Πατριαρχείον της Κωνσταντινουπόλεως και το ενέταξαν στο Ρωσικόν, τους προσέδεσαν φυλετικώς με τους Σλάβους, ενώ η Ιστορία, Εθνολογία και αρχαιολογία, βοούσε ότι

Οι Βούλγαροι είναι λαός Τουρανικής/Μογγολικής καταγωγής, συγγενείς των Ούννων. Όμως οι πολιτικές σκοπιμότητες και τα πολιτικά συμφέροντα, επεσκίασαν για μία ακόμη φορά την ιστορική αλήθεια!

Έκτοτε οι Βούλγαροι, υπό την επιρροήν των Ρώσων, πριν ή κατασκευασθεί το κράτος της Βουλγαρίας, αργότερα με την εύνοιαν των Γερμανών Ιλλουμινάτι, μεταπολεμικώς των Ιουδαιομπολσεβίκων και Ιουδαιοσταλινικών, και σήμερον υπό την καθοδήγηση των Ιουδαιοκρατούμενων ΗΠΑ, μπολιάστηκαν με το τεχνητόν εθνοφυλετικόν δηλητήριον της Μεγάλης Βουλγαρίας, από τους ίδιους που ενέπνευσαν και ενίσχυσαν/ενισχύουν στους Σκιπετάρους/Αλβανούς, με την ιδέα της Μεγάλης Αλβανίας και υποκινούν-χρηματοδοτούν τους Σκοπιανούς, για την «Μεγάλη Μακεδονία».

Ο Ιγνάτιεφ με τις ψευδείς αναφορές του και διαβάλλοντας τους Έλληνες, γενικά είχε παρασύρει και αυτόν ακόμα τον Τσάρο ώστε να του τηλεγραφεί προσωπικώς σε μορφή διαταγής: «Ουδεμίαν σπιθαμήν (γης) υπέρ του Βασιλείου της Ελλάδος».

Ο ίδιος ο Ιγνάντιεφ, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα του Λονδίνου "Ημερήσια Νέα", τον Μάϊο του 1878, σε ερώτηση δημοσιογράφου γιατί παραγκωνίζεται τόσο πολύ το ελληνικό στοιχείο της περιοχής, απάντησε με χαρακτηριστική δόση κυνισμού και ιταμότητας:

«Επιχειρήσαμεν τον πόλεμον ουχί υπέρ των Ελλήνων, αλλά υπέρ των Βουλγάρων. Δεν είναι δυνατόν να χάνω πολύτιμον χρόνον εργαζόμενος υπέρ των Ελλήνων».

3/. Στην διαμορφούμενη τότε ρωσική πολιτική με την έξαρση του Πανσλαβισμού, η τυχόν επέκταση του Βασιλείου της Ελλάδος, που τότε εκτεινόταν από το Ταίναρο μέχρι τον Σπερχειό ποταμό, φάνταζε ως ο επαπειλούμενος βρόχος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όπως αυτό διαφάνηκε από τους λόγους του Τσάρου Αλέξανδρου Β΄ προς τον Άγγλο-ιουδαίο πρέσβη Σεϋμόρ, στην Αγία Πετρούπολη το 1878 όπου δήλωνε μεταξύ άλλων:

«Δεν συμφέρει εις την Αυτοκρατορίαν (Ρωσία) να γίνει η Ελλάς ισχυρό κράτος. Ελληνικό Βασίλειο ισχυρό θα αποτελούσε σιδηρούν μοχλόν επί των μεσημβρινών πυλών της Ρωσίας. Η προέκτασις των ελληνικών ορίων, αν όχι μέχρι του Ευξείνου, τουλάχιστον μέχρι του Ελλησπόντου, αφαιρεί από την Ρωσίαν την ναυτικήν επικράτησιν και επ' αυτού ακόμη του Ευξείνου, και κατακλείει εντός της Μαύρης Θαλάσσης πάσαν προς την μεσημβρίαν τάσιν της Ρωσίας».

Συνέπεια αυτών ήταν η Συμφωνία Λονδίνου (1878), η σύγκλιση του Συνεδρίου του Βερολίνου (1878), η Συνθήκη Κωνσταντινουπόλεως (1878) και βέβαια η Συνθήκη του Βερολίνου (1878) που ακολούθησαν. Σημειώνεται ότι μετά την συνομολόγηση της τελευταίας ο Τσάρος έθεσε υπό δυσμένεια τον Ν. Ιγνάντιεφ. 

δ. Ανατολική Ρωμυλία: Αυτόνομη Επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας5 

1/. Με το όνομα Ανατολική Ρωμυλία ή Ρουμυλία ονομάστηκε επίσημα η περιοχή της Ελληνικής Βόρειας Θράκης, δια της Συνθήκης του Βερολίνου (1878), με την οποία και μετετράπη η αρχαιόθεν Ελληνική αυτή περιοχή σε αυτόνομη επαρχία, υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Σήμερα η Ανατολική Ρωμυλία, ευρίσκεται υπό Βουλγαρική κατοχή, αφού οι τότε ισχυροί της Ευρώπης, την απέσπασαν βιαίως, από την έχουσα την ιστορική-αρχαιολογική, γεωγραφική και εθνολογική κυριότητα, την Ελλάδα, και την εδώρησαν στην Βουλγαρία. Εκτείνεται από την Φιλιππούπολη ως τις ακτές του Εύξεινου πόντου.

Με ξεχωριστή συμφωνία, η Ιουδαιοκρατούμενη Αγγλία, απαίτησε και πήρε από την Οθωμανική αυτοκρατορία την Κύπρο, ως αντάλλαγμα των υπηρεσιών της προς αυτή (την Πύλη!)…συμφωνώντας με την απαίτηση της Ρωσίας, να αποδοθεί η Ανατολική Ρωμυλία στους Βουλγάρους..

Στην βιαία προσάρτηση της Ελληνικώτατης Ανατολικής Ρωμυλίας, σκοτεινός και φιλοβουλγαρικός υπήρξε ο ρόλος του Ιουδαιόφρονος Ιωακείμ Γ΄, του πρώτου μασόνου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (1878-1884 και 1901-1912).

 

Ο μασόνος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ (1878-1884 και 1901-1912).

Ανατολική Ρωμυλία [Ελληνική Βόρεια (κατεχομένη) Θράκη]...

2/.  Όταν η Ρωσία και οι Μεγάλες τότε, Δυνάμεις αποσπούσαν βιαίως, ετσιθελικώς, την Ανατολική Ρωμυλία (Βόρεια Θράκη), και την παρέδιδαν, την εδώριζαν κυριολεκτικώς, στους Βουλγάρους, εγνώριζαν ότι παρέδιδαν ένα κομμάτι ελληνικής γης, αφού αθέτησαν στο συνέδριο του Βερολίνου ακόμη και την ονομασία Ανατολική Ρωμυλία, προφανώς για να μην θυμίζει την Ελληνικότητά της.

Ρωσία, Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία και Αυστροουγγαρία, έπρεπε να κατασπαράξουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην περιοχή της Χερσοννήσου του Αίμου» (των «Βαλκανίων») και ο καθένας τους να πάρει το μερίδιό του. Έτσι λοιπόν άρχισε η μοιρασιά.

Η Ρωσία με την συνθήκη του Αγίου Στεφάνου Κωνσταντινουπόλεως (3 Μαρτίου 1878), μεταξύ της ιδίας και της Τουρκίας, την οποίαν προσυπέγραψε και η Γερμανία, κατασκεύασε μια Βουλγαρία-τέρας.

Οι Δυτικές Δυνάμεις προσβλέπουσες σε άλλα συμφέροντα, προσέβαλλαν την συνθήκη εκείνη, κάνοντας άλλο συνέδριο στο Βερολίνο το 18786 και στο οποίον έγινε εκ νέου η μοιρασιά των Βαλκανίων, και πάλιν μονομερώς σε βάρος της Ελλάδος. Η Βόρεια Θράκη, ονομάζεται Ανατολική Ρωμυλία και κηρύσσεται αυτόνομη.

Η συνθήκη προέβλεπε χριστιανό κυβερνήτη, που θα οριζόταν με σύμ­φωνη γνώμη των Οθωμανών και των Μεγάλων δυνάμεων. Την εσωτερική τάξη θα διασφάλιζε τοπική εθνοφρουρά, που θα σχηματιζόταν από ντόπι­ους πολίτες.

Η πρωτεύουσα της επαρχίας ήταν το Πλόβντιβ (γνωστό και ως Φιλιππούπολη). Τελικώς κυβερνήτης ορίστηκε ο πρίγκηπας Αλέξανδρος Βάττενμπεργκ ως Αλέξανδρος της Βουλγαρίας, που ανήκε στον γερμανικόν αυτοκρατορικόν οίκον των πρυπτο-ιουδαίων ιλλουμινάτων, Saxe-Coburg and Gotha (House of Saxe-Coburg and Gotha).

BulgarianRoyalty House of Saxe-Coburg and Gotha 

Στο σημείο αυτό, υπενθυμίζεται ότι ο δούκας Ερνέστος ΙΙ [Duke Ernest II (1745–1804)] του οίκου Saxe-Gotha-Altenburg, από τον οποίον προέρχονται οι εγκάθετοι ηγεμόνες της Βουλγαρίας και της βιαίως προσαρτηθείσης Αν. Ρωμυλίας, Αλέξανδρος Βάττενμπεργκ, Φερδινάνδος και Συμεών ΙΙ, είναι ένας από τους συνιδρυτές του αποκρυφιστικού «Τάγματος των τελειοποιούμενων» ("Order of Perfectibilists").

Είναι ξεκάθαρο λοιπόν, ότι οι ηθικοί αυτουργοί και υποκινητές που εκρύπτοντο όπισθεν της αρπαγής της Αν. Ρωμυλιας από τις αγκάλες της Μητρός Ελλάδος, των σφαγών, λεηλασιών, βιασμών, πυρπολήσεων ελληνικών εκκλησιών-περιουσιών και ξερριζωμών (γενοκτονίας) των Ελλήνων Ανατορωμυλιωτών, από τις προγονικές εστίες πάνω από 2.000 ετών, ήσαν οι Ιουδαιοταλμουδιστές Ιλλουμινάτι.. Οι αιμοσταγείς Βουργάριοι/ Βούλγαροι, ήσαν τα εκτελεστικά τους όργανα!!!

ε. Ο νέος ηγεμόνας της Αν. Ρωμυλίας και η πραξικοπηματική προσάρτησή της στην Βουλγαρία.

1/. Το 1884, ορίζεται ως νέος ηγεμόνας της Ανατολικής Ρωμυλίας ο φαναριώτης Γαβριήλ Κρέστοβιτς, ανελθών στα υψηλότερα αξιώματα του κρατικού μηχανισμού της βουλγαρικής εθνοφυλακής. Μία από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να διώξει τον τότε μητροπολίτη Αγχιάλου Βασίλειο Γ΄,  από την έδρα του, ο οποίος αναγκάζεται να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και να διδάσκει στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Επιστρέφει και πάλιν για λίγο στην Αγχίαλο, αλλά οι αντιδράσεις των Βουλγάρων, ανάγκασαν το πατριαρχείο να τον ανακαλέσει και πάλιν στην Κωνσταντινούπολη.7

Και «ξαφνικά», Στις 6 Σεπτεμβρίου 1885, με την σύμφωνη γνώμη του Βάττενμπεργκ, οι Βούλγαροι της Ανατολικής Ρωμυλίας …επαναστάτησαν εναντίον του σουλτάνου και κήρυξαν την ένωσή τους με την «μητέρα Βουλγαρία». Ο Βάντεμπεργκ, συνοδευόμενος από τον πρωθυπουργό του, έσπευσε στην Φιλιππούπολη, όπου ανακηρύχθηκε «ηγεμόνας των Δύο Βουλγαριών» (18 Σεπτεμβρίου του 1885).

Στην Ελλάδα ξέσπασαν διαδηλώσεις, ο σουλτάνος απειλούσε να στείλει στρατεύματα «στις Ρωμυλίες» (απόδειξη της κυριαρχίας των Ρωμηών/ Ελλήνων και στις δύο «Βουλγαρίες»/Ρωμυλίες). Η Ρωσία και Αγγλία εξέφρασαν την αντίθεσή τους στο πραξικόπημα, αλλά μάλλον χλιαρώς (Ρωσία) και υποκριτικώς (Αγγλία).

Η απόφαση για το πραξικόπημα και την σφαγή των Ελλήνων της Αν. Ρωμυλίας, είχε ληφθεί από την «υπερκειμένη Αρχή».

Οι Βούλγαροι προχώρησαν στην πρακτική υλοποίηση της Ενώσεως. Στις 14 του μηνός, η Σερβία κήρυξε τον πόλεμο στην αυτόνομη Βουλγαρία. Η μεγάλη μάχη έγινε στις 18 Νοεμβρίου, οι Βούλγαροι νίκησαν κι άρχισαν να προελαύνουν μέσα στο σερβικό έδαφος, για να σταματήσουν, μόνον όταν η Αυστρία τους έστειλε τελεσίγραφο πως, αν δεν γυρίσουν πίσω, θα συναντήσουν τον στρατό της.

Η συνθήκη ειρήνης βράδυνε να κυρωθεί, επειδή υπήρχε πρόβλημα στο ποιος θα την υπέγραφε. Τελικά, η Σερβία συνυπέγραψε με την Οθωμανική αυτοκρατορία ως επικυρίαρχο της Βουλγαρίας, στην οποία ανατέθηκε η διοίκηση της Ανατολικής Ρωμυλίας (3 Μαρτίου του 1886).

Η Διοίκηση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στο κέντρο καθιστός, ο Φαναριώτης Αλέξανδρος Βογορίδης.

Ο πρώτος γενικός διοικητής της Ανατολικής Ρουμελίας, υπήρξε ο Αλέξανδρος Βογορίδης και διάδοχός του (1883) ο Γαβριήλ Κρέστοβιτς, ο οποίος παρέμεινε μέχρι την πραξικοπηματική προσάρτηση της επαρχίας στην Βουλγαρία (1885). Κύριες γλώσσες ορίσθηκαν η τουρκική, η ελληνική και η βουλγαρική.

Οι εσωτερικοί πολιτικοί αγώνες συνεχίζονταν και την νύχτα της 21ης Αυγούστου του 1886 ξέσπασε ένα πραξικόπημα, που οργανώθηκε από το ρωσόφιλο κόμμα. Ο Βάντεμπεργκ ελιποτάκτησε (ή διετάχθη να εγκαταλείψει την εξουσίαν;) και διέφυγε στο εξωτερικό.

2/. Η βουλγαρική εθνοσυνέλευση «εξέλεξε» ως ηγεμόνα τον Ιλλουμινάτο πρίγκιπα Φερδινάνδο του Σαξ - Κομβούργου. Ο Φερδινάνδος ανακήρυξε την Βουλγαρία ανεξάρτητο Βουλγαρικό Βασίλειο το 1908. Η κήρυξη της Ανεξαρτησίας έγινε στην παλιά πόλη Τάρνοβο με ένα μανιφέστο που έγραψε ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ Μαλίνοφ και εκφώνησε ο Φερδινάνδος κάτω από την αψίδα της εκκλησίας «Άγιοι Σαράντα μάρτυρες».

Στην συνέχεια, το μανιφέστο διαβάστηκε ξανά από τον Αλεξάντερ Μαλίνοφ μπροστά στον λαό. Αυτή η πράξη απέρριψε ουσιαστικά τους τελευταίους δεσμούς με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Μετά από πολύπλοκες διαπραγματεύσεις, στις 6 Απριλίου του 1909, η «κατασκευή» του σημερινού κράτους της Βουλγαρίας οριστικοποιείται με την επίσημη αναγνώριση της ανεξαρτησίας της από την Υψηλή Πύλη !!!.

Ξεκομμένη από τον κύριο κορμό της Ελλάδας, ανήμπορη η Ελληνική πολιτική να παίξει ουσιαστικό ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της περιοχής, η Ανατολική Ρωμυλία μετατρέπεται σε εύκολη λεία για τους επιβουλείς.

Κάπως έτσι άρχισε ο μεγάλος Γολγοθάς για τους Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας μας 

Η σημαία της αυτόνομης Ανατολικής Ρωμυλίας

Στα γραμματόσημα των σχεδίων 1881 και 1884 αναγράφεται το όνομα της επαρχίας με Λατινικούς , Ελληνικούς και Κυριλλικούς χαρακτήρες.


*

Από την εποχή εκείνη, άρχισε να «φουντώνει» ο (υπό των Μεγάλων Δυνάμεων) υποστηριζόμενος βουλγαρικός υπερεθνικισμός και να στρέφεται ενεργώς εναντίον των Ελλήνων της Μακεδονίας και του ελευθέρου τμήματος της, καθώς  θεωρούσε πως ο Ελληνισμός, ήταν ο κυριώτερος ανταγωνιστής στην διαδοχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Αυτά κατάφεραν οι φίλοι και σύμμαχοί μας (;) «κατασκευαστές» του Βουλγαρικού κράτους, το οποίον σήμερα «κομπορυμονεί» ανενοχλήτως και διεκδικεί όχι μόνον την πολυφυλετικήν Βαρντάσκα (Σκόπια), την οποίαν αποκαλεί δημοσίως ως «Μακεδονία», τμήμα του Βουλγαρικού Έθνους, αλλά και την κάθοδόν της στο Αιγαίον (Διακαής πόθος διακηρυχθείς από την περίοδον της προσκολλήσεως στην Βουλγαρία, της ανιστόρητης/ανύπαρκτης Σλαβικής ταυτότητός της, από την Τσαρική Ρωσία)!!

 

Συνεχίζεται






1Το όνομα Onoğur πιθανώτατα προέρχεται από την λ. On-Oğur που σημαίνει «δέκα φυλές» ["ten Oğurs (tribes)"]. Νεώτεροι ερευνητές θεωρούν ότι οι μογγολογενείς όροι για την «φυλή» (oğuz και oğur) προέρχονται από την ρίζα *og/uq, που σημαίνει «συγγένεια» ή «συγγενεύω με» ("kinship or being akin to").

Οι όροι αρχικώς δεν είχαν την ίδια σημασία καθώς η λ.oq/ogsiz σήμαινε «βέλος» ("arrow"),ενώ η λ. oğul σήμαινε απόγονος, βλαστός, παιδί, υιός ("offspring, child, son"), η λ. oğuš/uğuš σήμαινε φυλή ("tribe, clan"), και το ρήμα oğša-/oqša σήμαινε ομοιάζω ("to be like, resemble"). Σημειώνεται πως το σύγχρονο όνομα Ουγγαρία ("Hungary") συνήθως πιστεύεται ότι προέρχεται από την λ. Ονοούγκαρος [On-Oğur (> (H)Ungari)].  

2 Ο Βυζαντινός χρονογράφος Μαλάλας, ο οποίος άκμασε στα τέλη του 6ου αιώνα γράφει (Βόννης, σελ. 97): «ἀπῆλθε μετὰ τῶν Ἀτρειδῶν ὁ αὐτὸς Ἀχιλλεὺς ἔχων ἴδιον στρατὸν τῶν λεγομένων Μυρμιδόνων τότε, νυνὶ δὲ λεγομένων Βουλγάρων» (= απήλθε με τους Ατρείδες ο ίδιος ο Αχιλλέας έχοντας ίδιον στρατό των λεγομένων τότε Μυρμιδόνων, τώρα λεγομένων Βουλγάρων). Αυτό το απόσπασμα δεν μπορεί να έχει νόημα, παρά μόνο αν θεωρήσουμε ότι διά των Βουλγάρων ο Μαλάλας εννοεί τους Βουργάριους.

Επομένως γίνεται φανερό, ότι επρόκειτο περί εξ αυτοχθόνων Βουργαρίων του εσωτερικού, στην χώρα των παλαιών Μυρμηδόνων (Νοτιοανατολική Θεσσαλία) και ότι από τότε οι Βουργάριοι αυτοί ονομάζονταν και Βούλγαροι. Το γεγονός ότι στην περιοχή αυτή υπήρχαν φρούρια και φρουροί (Βουργάριοι) επιβεβαιώνεται από τον Προκόπιο (Β/Δ κστ΄), ο οποίος γράφει:

«Βασιλεὺς…ἐκέλευσε τοὺς ἐν Θερμοπύλαις φρουροὺς ἔς τε τὴν Ἰταλίαν πλεῖν κατὰ τάχος» (= Ο Βασιλιάς διέταξε τους φρουρούς στις Θερμοπύλες να πλεύσουν στην Ιταλία γρήγορα). Από αυτούς τους φρουρούς είχαν προφανώς προέλθει οι κατά τον Μαλάλα, Βούλγαροι (Βουργάριοι) της χώρας των Μυρμιδόνων.

3 Η έννοια του Βουλγάρου = Βουργαρίου (ως οροφύλακα), διαφαίνεται και μεταγενεστέρως. Ο Μιχαήλ Ατταλειάτης, αναφερόμενος στην εισβολή των Ούζων κατά τον 11ον αιώνα, που διέβησαν τον Ίστρο, και εν γνώσει συνεπώς των γηγενών Βουλγάρων και των «Βουλγάρων» του Ασπαρούχ, μιλά (εν Βόννη, σελ. 83) δια «τοὺς διακωλύοντας τὴν τούτων περαίωσιν Βουλγάρους καὶ λοιποὺς στρατιώτας».

Μας λέει δηλαδή ο Ατταλειάτης ότι οι Βούλγαροι και οι υπόλοιποι στρατιώτες εμπόδιζαν τους Ούζους να περάσουν. Υπονοεί λοιπόν ως Βουλγάρους κατηγορία στρατιωτών στα σύνορα, τους Βουργαρίους (οροφύλακες) και όχι τους μογγολοτάταρους Βουλγάρους.

Το Βουλγαρικό κράτος την εποχή του Ασπαρούχ, αποτελούσε την οροφυλακή επί του Δουνάβεως. Υπό την ιδιότητα και το καθήκον του οροφύλακα-βουλγάρου των συνόρων του κάτω Δουνάβεως, αναγνωρίσθηκε ο Ασπαρούχ υπό των Ρωμηών/«Βυζαντινών» και υπό την έννοια της προς το «Βυζάντιον» υποτέλειάς του, υφίστατο το «Βουλγαρικό» κράτος μέχρι της υπό του Τσιμισκή καταλύσεώς του.

Αυτό αποδεικνύεται από την επιστολή (Κεδρηνός, Βόννης 2, σελ. 372) του Νικηφόρου Φωκά (963-969), ο οποίος «ἔγραψε Πέτρω τω Βουλγαρίας ἄρχοντι μὴ ἐᾶν τοὺς Τούρκους (ΣΣ: Εννοεί τους Ούγγρους που ανήκαν και αυτοί, όπως και οι Φινλανδοί στην Ουραλοαλαταϊκή/Τουρανική ομοοεθνία) διαπερᾶν τὸν Ἴστρον καὶ τὰ Ρωμαίων λυμαίνεσθαι» (= έγραψε στον Πέτρο τον άρχοντα της Βουλγαρίας να μην αφήσει τους Ούγγρους να διαπεράσουν τον Ίστρο και να καταστρέψουν τα των Ρωμαίων), τον προσκαλούσε δηλαδή να συμμορφωθεί προς το καθήκον τού οροφύλακα.

Ο Ζωναράς (Βόννης 3, σελ. 523) γράφει ότι μετά την δολοφονία του Νικηφόρου, ο διεκδικών τον θρόνο Καλόκυρος υποσχέθηκε προς τους κατέχοντες ήδη την Βουλγαρία Ρώσους του Σβιατοσλάβου, ότι «εἰ γὰρ βασιλεὺς Ρωμαίων ἀναρρηθήσομαι παρ’ ὑμῶν τῆς τε Βουλγάρων χώρας παραχωρήσω ὑμῖν» (= Εάν γίνω βασιλιάς των Ρωμαίων θα σας παραχωρήσω την χώρα των Βουλγάρων), πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η Βουλγαρία θεωρείτο τιμάριο που ανήκε στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.

Το γεγονός ότι το Βουλγαρικό κράτος ήταν περιοχή οροφυλάκων και ανήκε στον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, επιβεβαιώνεται και από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο (Βόννης 3, σελ. 154), ο οποίος γράφει:

«καὶ μέχρις αὐτοῦ τοῦ Βλαστημέρου μετὰ τῶν Σέρβων εἰρηνικῶς διετέλουν οἱ Βούλγαροι…ἔχοντες δὲ δούλωσιν καὶ ὑποταγὴν εἰς τοὺς βασιλεῖς τῶν Ρωμαίων καὶεὐεργετούμενοι παρ’ αὐτῶν».  Οι Βούλγαροι δηλαδή ήταν στην υπηρεσία και είχαν υποταγεί στους αυτοκράτορες του «Βυζαντίου» και ευεργετούντο από αυτούς, για τις περί την οροφυλακή υπηρεσίες τους.

4 Τότε τα ειδησεογραφικά πρακτορεία της Βουλγαρίας μετέδωσαν την είδηση ως εξής:

«ΟΙ ΒΟΥΛΓΑΡΙΚΕΣ ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΥΘΥΝΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΟΠΗ ΤΗΣ "ΙΣΤΟΡΙΑΣ" ΤΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ».

Την ευθύνη της παραδόσεως της "Ιστορίας" του Παϊσίου στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Σόφιας, το 1996, ανέλαβε ο πρώην αρχηγός των βουλγαρικών μυστικών υπηρεσιών, Μπρίγκο Ασπαρούχωφ, την 12/1/1998, στην εκπομπή «Εκιπ 4», της βουλγαρικής κρατικής τηλεοράσεως.

Υπενθυμίζεται ότι το σκάνδαλο με την "Ιστορία" του Παϊσίου ξέσπασε το 1991, όταν ο πρώην διευθυντής της εφορίας "Ζωγράφου", Πέταρ Μιτάνοφ, δήλωσε ότι το χειρόγραφο βρίσκεται στην Βουλγαρία. Το 1996 ανώνυμος άνδρας, άφησε το χειρόγραφο, τυλιγμένο σε μια εφημερίδα, στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Σόφιας.

Από την γνωμάτευση εμπειρογνωμόνων, προέκυψε ότι πρόκειται για πρωτότυπο της "Ιστορίας".

Κατά την εφημερίδα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η "Ιστορία" του Παϊσίου εκλάπη από τις βουλγαρικές μυστικές υπηρεσίες την δεκαετία του ΄80 και αργότερα μεταφέρθηκε στην Βουλγαρία για «εθνική εκμετάλλευση».

5 Η ονομασία Ανατολική Ρωμυλία, δόθηκε κατά το συνέδριο του Βερολίνου (Ιούλιος 1878). Η έκτασή της έφτανε τα 36.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα περίπου. Σύνορά της αποτελούσαν από Βορρά η οροσειρά του Αίμου, από Νότο η οροσειρά της Ροδόπης, από Δυσμάς ο Όρβηλος και από Ανατολάς, ο Εύξεινος Πόντος.

Την Ελληνικότητα της Ανατολικής Ρωμυλίας, κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει. Μαρτυρούν άλλωστε για αυτό, οι 600.000 ελληνικός πληθυσμός, οι 5 μητροπόλεις, οι 113 κεντρικές εκκλησίες, τα 100 παρεκκλήσια, τα 10 μοναστήρια, τα 66 σχολεία με 8.000 περίπου μαθητές και 186 δασκάλους και τα ανώτερης παιδείας Ζαρίφειο διδασκαλείο, Ελληνικό Παρθεναγωγείο και Μαράσλειος Σχολή. Πλούσια ήταν η συμβολή της στα Γράμματα, στις Τέχνες στον Πολιτισμό. Ήθη και Έθιμα πανάρχαια Θρακικά και Ελληνικά, διασώζονται μέχρι τις μέρες μας...

Η Ελληνικότητα της Ρωμυλίας αποδεικνύεται και από το όνομα Ρωμυλία. Ο όρος Ρουμ-υλία  ή Ρωμ-υλία, είναι Οθωμανικός/ τουρκικός, Ρουμ/Ρωμ-Ιλί=Η γη των Ρωμηών/Ελλήνων.

6 Το Συνέδριον του Βερολίνου (13 Ιουνίου-13 Ιουλίου 1878), πραγματοποιήθηκε μεταξύ Αγγλίας, Αυστρίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ρωσίας και Τουρκίας, υπό την προεδρίαν του μυημένου στους Ιλλουμινάτι, Βίσμαρκ. Το Συνέδριον διετύπωσε τις αποφάσεις του εις την Βερολίνειον συνθήκην (13 Ιουλίου 1878) και σε μία σειρά πρωτοκόλλων, σπουδαιότερες των οποίων ήσαν οι εξής:

.Αναθεωρείται η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και συνεπώς δεν επιτυγχάνεται η ίδρυση της Μεγάλης Βουλγαρίας, σε βάρος της Ελλάδος.

.Η Βουλγαρία περιορίζεται εκείθεν του Αιγαίου και διαιρείται σε δύο τμήματα, εκ των οποίων το μεν Βόρειον θα απολαύει πλήρους ανεξαρτησίας, το δε νότιον (Αν. Ρωμυλία) απλώς αυτονομίας.

.Κατά την διάρκειαν του συνεδρίου, και αυτή Σόφια, δεν περιελήφθη στην νέαν Βουλγαρίαν. Τελικώς περιελήφθη ως αντάλλαγμα της αποκοπής ωρισμένων μακεδονικών περιοχών από την Ανατολικήν Ρωμυλίαν.

7 Ο Βασίλειος Γ΄ (κατά κόσμον Βασίλειος Γεωργιάδης, 1846 - 29 Σεπτεμβρίου 1929) ήταν Οικουμενικός Πατριάρχης από το 1925 ως το 1929. Το 1884, ανακηρύχθηκε διδάκτορας φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Το 1889 εξελέγη Μητροπολίτης Αγχιάλου.

Το 1909 εξελέγη Μητροπολίτης Πελαγονίας και το 1910 μετατέθηκε στην Μητρόπολη Νίκαιας.Μετά την παραίτηση του Πατριάρχη Κωνσταντίνου, η ενδημούσα Σύνοδος εξέλεξε τον Βασίλειο διάδοχό του, στις 13 Ιουλίου 1925, σε ηλικία 79 ετών.

Ο Βασίλειος Γ΄ πέθανε στις 29 Σεπτεμβρίου 1929, σε βαθιά γεράματα. Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, υπήρξε και αυτός μέλος μασονικής στοάς.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου