«..Η
ΠΟΛΙΣ ΗΤΟΝ ΤΟ ΣΠΑΘΙΝ, Η ΠΟΛΙΣ ΤΟ ΚΟΝΤΑΡΙΝ, Η ΠΟΛΙΣ ΗΤΟΝ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙΝ ΤΗΣ ΡΩΜΑΝΙΑΣ
ΟΛΗΣ…»1
ΜΕΡΟΣ 3ο
2. ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΛΩΣΕΩΣ (Συνέχεια 2ου
μέρους)
α. Αίτια (Συνέχεια 2ου μέρους)
7/. Η συντριπτική στρατιωτική υπεροχή των Τούρκων και η κυριαρχία τους
στην θάλασσα
Ο στρατός του Μωάμεθ Β΄ ήταν τουλάχιστον
150.000 άνδρες. Σύμφωνα με νεώτερους ιστορικούς, τα τακτικά στρατεύματα αριθμούσαν
περί τους 100.000 στρατιώτες, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν από τις ευρωπαϊκές και
ασιατικές επαρχίες.2 Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονταν το επίλεκτο σώμα 12.000 γενιτσάρων και αρκετοί χριστιανοί υποτελείς των Οθωμανών.3
Να σημειωθεί ότι, ουκ ολίγοι στρατηγοί, ναύαρχοι και βεζύρηδες των οθωμανών, ήταν
Χριστιανοί εξωμότες (Έλληνες και αλλοεθνείς).
Το στράτευμα των Οθωμανών συνίστατο
σε πεζικό, ιππικό, πυροβολικό. Επίσης υπήρχαν ελαφρά σώματα από τοξότες,
σφενδονιστές και ακοντιστές. Όλοι οι πολεμιστές ήταν πολύ καλά εξοπλισμένοι με
κάθε είδους όπλο, αμυντικό ή επιθετικό και έφεραν ασπίδες (επενδεδυμένες με
σίδερο), κράνη, τόξα και βέλη, ξίφη και ο,τιδήποτε άλλο εθεωρείτο κατάλληλο για
τειχομαχία. Ο στρατός ήταν πολύ καλά εκπαιδευμένος και οργανωμένος και
επικρατούσε μεγάλος ενθουσιασμός.
Ο οθωμανικός στρατός ήταν πολύ μεγαλύτερος
αριθμητικώς, διότι τον ακολουθούσε μεγάλος και άγνωστος αριθμός από επικουρικό
προσωπικό. Επί πλέον είχαν συγκεντρωθεί
ατελείωτα πλήθη ατάκτων, που τους προσέλκυσε η προοπτική της λεηλασίας.4
Τέλος, πολυάριθμοι
φανατικοί μουσουλμάνοι μοναχοί (δερβίσηδες) και μουλάδες, περιεφέροντο ανάμεσα
στους στρατιώτες και με κηρύγματα τόνωναν το ηθικόν και ενίσχυαν την πολεμική διάθεσή
τους.
Ο Μωάμεθ, γνώριζε ότι χωρίς τον έλεγχον της
θαλάσσιας περιοχής της Πόλης, πολύ δύσκολα θα κατάφερνε την άλωσή της μόνον από
την ξηρά. Γι’ αυτό αποφάσισε να δημιουργήσει έναν ισχυρό στόλο, με ναυτικό πλήρωμα
κυρίως Έλληνες από την Καλλίπολη, που αποτελείτο από 6 τριήρεις (οι οποίες αντί
για τρεις παράλληλες σειρές κωπήλατων που είχαν οι αρχαίες, αυτές είχαν μία με
τρεις κωπηλάτες), 10 διήρεις, περίπου 15 γαλέρες (γαλέρα: Παλιό πολεμικό
ιστιοφόρο με κουπιά), περίπου 70 φούστες5,
20 παραντάρια6 και έναν άγνωστο αριθμό από καΐκια και κότερα.7
Mehmed
built a fleet to besiege the city from the sea (partially manned by Greek
sailors from Gallipoli).8
Τον Μάρτιο του 1453
συγκεντρώθηκαν στην Καλλίπολη γύρω στα 150 πλήρως εξοπλισμένα πολεμικά πλοία,
εκτός από τα καΐκια που χρησίμευαν για την μεταφορά μηνυμάτων,9 με ναύαρχο τον βούλγαρο εξωμότη Σουλεϊμάν Μπαλτόγλου.10
Εκτιμήσεις σύγχρονων ιστορικών για την δύναμη
του Οθωμανικού στόλου.
Contemporary
estimates of the strength of the Ottoman fleet span between about 100 ships
(Tedaldi), 145 (Barbaro), 160 (Ubertino Pusculo), 200–250 (Isidore of Kiev,
Leonardo di Chio) to 430 (Sphrantzes). A more realistic modern estimate
predicts a fleet strength of 126 ships, specifically composed of 6 large
galleys, 10 ordinary galleys, 15 smaller galleys, 75 large rowing boats, and 20
horse-transports.11
Πυροβολικό
των Οθωμανών
Όμως εκεί πού ο
σουλτάνος έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα, ήταν στην κατασκευή πυροβόλων που θα
μπορούσαν να καταστρέψουν τα ισχυρά τείχη που προστάτευαν την Κωνσταντινούπολη.
Ο Μωάμεθ Β΄, υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός ηγέτης που είχε στην διάθεσή του
πραγματικά οργανωμένο πυροβολικό. Ο άνθρωπος που το αναβάθμισε και το έκανε το
καλύτερο της εποχής του, ήταν ένας επιδέξιος τεχνίτης, ο Ουρβανός, ουγγρικής
(ΣΣ: πιθανώς ουγγροεβραϊκής) ή σαξονικής καταγωγής.12
Το μεγαλύτερο πυροβόλο
που έφτιαξε ο Ουρβανός,
είχε μήκος 8 μέτρα και εκτόξευε πέτρινα βλήματα βάρους περίπου 400 κιλών.
Συνολικά το οθωμανικό πυροβολικό είχε 70 πυροβόλα από τα οποία τα 11 εκτόξευαν
βλήματα 250 κιλών και πάνω από 50 χρησιμοποιούσαν βλήματα 100 κιλών. Με αυτά ο
Μωάμεθ σχημάτισε 14 πυροβολαρχίες, 9 από τις οποίες περιλάμβαναν μικρότερου
διαμετρήματος πυροβόλα και 5 που περιλάμβαναν τα μεγαλύτερα πυροβόλα.13
Ο ιστορικός Κριτόβουλος χαρακτηριστικά αναφέρει
ότι οι υπόνομοι και οι υπόγειοι διάδρομοι που άνοιγαν οι Τούρκοι κάτω από τα
τείχη αποδείχθηκαν εντελώς περιττοί, καθώς τα κανόνια έδωσαν την λύση στο πρόβλημα.
Ακόμη και μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν ορατά σε πολλά σημεία της Πόλης,
τα τεράστια βλήματα που βρίσκονταν στην ίδια θέση που είχαν πέσει το 1453.14
Οι υπερασπιστές της Κωνσταντινουπόλεως
Σχετικά με τον στρατό των αμυνόμενων, κατά την
αναφορά του Σφραντζή, ο οποίος ανέλαβε την καταμέτρηση των δυνάμεων κατ’ εντολή
του αυτοκράτορος, αναφέρονται 4.937 Ρωμηοί και
περίπου 2.000 αλλόδοξοι και αλλοεθνείς.15
Ο Σέρβος πολιτικός, ιστορικός, συγγραφέας
και διπλωμάτης Τσέντομιλ Μιγιάτιοβιτς (1842-1932), στο βιβλίο του «Κωνσταντίνος
Παλαιολόγος: Η τελευταία νύχτα της Πόλης», εκτιμά πως ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος,
συγκέντρωσε εσπευσμένως, μια δύναμη, 7.000-9.000
ανδρών, με την οποίαν έπρεπε να υπερασπιστεί την Πόλη εναντίον ενός
πολλαπλάσιου στρατού, με βαρύ πυροβολικό. «Ο Τετάλντι αναφέρει ότι υπήρχαν στην
Πόλη, 25.000 με 30.000 άνδρες ικανοί να φέρουν όπλα, όμως μόλις 6.000 με 7.000 μαχητές»[ΣΣ: Tetaldi, Jacobo (Edaldy,
Jacques)].
Κάποιοι ήλπιζαν σε βοήθεια
από την Δύση, όμως ο Πάπας, εκμεταλλευόμενος την αδυναμία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου,
αξίωσε να υπογράψει την ένωση των δύο εκκλησιών, με τον ίδιον τον πάπα φυσικά, Θρησκευτικό
ηγέτη, για να στείλει βοήθεια. Ο Παλαιολόγος δυστυχώς υπέκυψε στο ιταμό παπικό
τελεσίγραφο και αναγκάστηκε να υπογράψει.
Ο Πάπας όμως, αντί για ουσιαστική βοήθεια, του έστειλε
…150 στρατιώτες Έλληνες, από την παποκρατούμενη, τότε, Χίο !!!
Από τους υπερασπιστές της Πόλης, 3.000 από τους οποίους 500 Γενουάτες
μαζί με τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, τοποθετήθηκαν στην πύλη του Ρωμανού που
ήταν και το πιο επικίνδυνο σημείο, επειδή βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το
στρατηγείο του Μωάμεθ. Στην Χρυσή πύλη, τοποθετήθηκε ο Θεόδωρος Καρυστινός
γενναίος άνδρας και ικανότατος τοξότης.
[Η Χρυσή Πύλη
είναι η δεύτερη κατά σειρά είσοδος στα διπλά Θεοδοσιανά χερσαία τείχη, στα
βόρεια της θάλασσας του Μαρμαρά, με τους δύο
πλευρικούς πυλώνες της να αντιπροσωπεύουν τον ένατο και το δέκατο πύργο των
τειχών. Λίγο πιο μακριά από τον ενδέκατο πύργο βρίσκεται η τρίτη πύλη, στην
οποία αποδόθηκε αργότερα, κατά σύμβαση, το όνομα Χρυσή Πύλη].
Την επόμενη πύλη, Πολύανδρον, κατείχαν οι αδερφοί
Παύλος και Αντώνιος Τρωΐλος.
Το παλάτι του Εβδόμου και τα γειτονικά
οχυρώματα, δόθηκαν στον Ενετό Ιερώνυμο
Μινότο. Ο τοίχος του περίβολου που ήταν κοντά στην Πόλη και μπορούσε να προσβληθεί
από τους γειτονικούς λόφους ανατέθηκε στον Γερμανό μηχανικό Ιωάννη Γκράντ. Στο βόρειο τμήμα στην
εκκλησία του Αγίου Δημητρίου στα Βλαχερνά, βρίσκονταν 300-350 Λατίνοι και Ρωμηοί Χιώτες, με επικεφαλής τον καρδινάλιον
Ισίδωρο. Την βορειότερη πύλη κοντά στον Κεράτιο, φύλασσαν οι Ιερώνυμος και
Λεονάρδος, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του Κεράτιου από την πύλη του Πετρίου μέχρι
την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας, ανατέθηκε στον δούκα Λουκά Νοταρά με 100 ιππείς
και 500 τοξότες.
Το μέρος του τείχους από την ακρόπολη ως το Επταπύργιο,
ανέλαβε ο Τούρκος Ουρχάν, ο Ισπανός Πέτρος Ιουλιάνος και ο Ενετός Ιάκωβος
Κονταρίνης, αλλά ήταν τόσο αραιή η παράταξη λόγω της ελλείψεως ανδρών που σε κάθε έπαλξη βρισκόταν μόνο ένας τοξότης.
Η γειτονική πύλη ανατέθηκε στον επίσης Ενετό
Φαβρίκιο Κορνέρο και η τελευταία στους Θεόφιλος Παλαιολόγο, Γενουάτη Μαυρίκιο
Καταναίον και Ενετό Νικόλαο Μοσενίγο.
Στην πόλη πίσω από τα τειχίσματα βρισκόταν ο
επίσης Ενετός Δολφίνος, στο κέντρο στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων σαν εφεδρεία
τοποθετήθηκε ο Δημήτριος Κατακουζηνός και τέλος ο Νικηφόρος Παλαιολόγος με 700
άνδρες οι
περισσότεροι των οποίων (400-450) ήταν μοναχοί [Ακριβής θέση Ελλήνων μοναχών (Moines Grecs), όπως στο σχεδιάγραμμα της διατάξεως των υπερασπιστών της Πόλης].16 Τέλος ο πύργος
που έφρασσε την είσοδο του λιμανιού ανατέθηκε στον Γαβριήλ Τρεβιζάνο με 50
άνδρες.
Προς βοήθειά του αυτοκράτορος
είχε έλθει ένας Γενοβέζος ευγενής, ο Ιωάννης Ιουστινιάνης Λόνγκο, τον
οποίον ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ονόμασε πρωτοστάτορα (=αρχιστράτηγο),
και ο οποίος συνοδευόταν από 700 (κατ’ άλλους 400) θωρακοφόρους πολεμιστές.
Ακολούθησαν διαδοχικές επιθέσεις και ανηλεής βομβαρδισμός των τειχών,
κακές καιρικές συνθήκες και δυσοίωνοι οιωνοί.17
Όταν οι γενίτσαροι εισέβαλαν
στην Πόλη,
Τούρκικο
βόλι χτυπάει τον Ιουστινιάνη στην μασχάλη. Μην λαμβάνοντας υπόψη τις
παρακλήσεις του Κωνσταντίνου, διατάσσει να τον μεταφέρουν στο πλοίο του, με προορισμό την Χίο όπου εκεί θα πεθάνει άδοξα μετά τρεις
μέρες. Φυσικά, μαζί του έφυγαν και οι πολεμιστές του, εγκαταλείψαντες τον
αυτοκράτορα.
Παρόμοια λιποταξίαν, σε ώρα μάχης, διέπραξε και ο
εξωμότης καρδινάλιος Ισίδωρος.18
Σε κάθε περίπτωση ο συνολικός αριθμός των
υπερασπιστών της Πόλης, δεν πρέπει να υπερέβαινε τους 8.500.19
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι, με τέτοιο ανόμοιο μίγμα ταυτότητος
υπερασπιστών της Ορθόδοξης Βασιλίδος [Ρωμηών (μαχητών αποφασισμένων να
αποθάνουν, φοβισμένων, απελπισμένων, κλπ.) και αλλογενών-αλλοθρήσκων (Λατίνοι, Καταλανοί,
Γενουάτες, Γερμανοί, Τούρκοι, Ιουδαίοι
(5η φάλαγγα), κλπ.], ήταν βεβαία η τραγική κατάληξη της πολιορκίας, δηλαδή η
Άλωση της Πόλης μας!!!
Οι υπερασπιστές της Πόλης διέθεταν και
πυροβολικό, μικρότερο σε μέγεθος διαμετρημάτων σε σχέση με το οθωμανικό.
Χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις πρώτες μέρες τις πολιορκίας και μετά σίγησε λόγω
της ελάχιστης ποσότητας πυρίτιδας και βλημάτων, αλλά και τις διαφωνίας στον
τρόπο χρήσης αυτών των όπλων.20
Στην αρχή τις
πολιορκίας υπήρχαν στον Κεράτιο κόλπο 26 πλοία πολεμικά. Από αυτά 10 ανήκαν στην
Αυτοκρατορία, 5 ήταν βενετικά, 5 γενοβέζικα, 3 κρητικά, 1 από την Ανγκόνα, 1
από την Καταλωνία και 1 από την Προβηγκία. Υπήρχαν επίσης μικρότερα σκάφη και
εμπορικά πλοία των Γενοβέζων που ήταν ελλιμενισμένα στο Πέραν.21
Ανεπαρκής εξοπλισμός στρατού
και στόλου:
Ο οικονομικός μαρασμός
είχε επιπτώσεις και στην αριθμητική και ποιοτική μείωση του Στρατού και του
Ναυτικού. Αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης ήταν φυσικά και η αδυναμία συγκεντρώσεως
πόρων για την επαρκή ενδυνάμωση στρατού και στόλου προς υπεράσπιση της Πόλης. Η
τρομερή δυσαναλογία των στρατιωτικών δυνάμεων ήταν εμφανέστατη.
Οι 7.000 υπερασπιστές
της Πόλης, έπρεπε να αντιμετωπίσουν τις πολλαπλάσιες δυνάμεις του Μωάμεθ. Εκτός
αυτού, ο τουρκικός στρατός είχε ένα επιπλέον πλεονέκτημα: Το νέο όπλο, το
τηλεβόλο, με τον κρότο του οποίου προκαλούσε και ψυχολογικά προβλήματα στους
πολιορκούμενους, πέραν από τις υλικές ζημιές. Λέγεται ότι, το τηλεβόλο είχε
προταθεί και στον αυτοκράτορα για αγορά, αλλά λόγω της ελλείψεως των σχετικών
κεφαλαίων, ήταν αδύνατη η απόκτησή του.
8/ Ο
προδοτικός ρόλος του γενιτσάρου Ζαγανού ή Ζογανού Πασά.
Στο βιβλίο του «Κωνσταντινούπολις, Η τελευταία μεγάλη
πολιορκία 1453», ο Roger Crowley, καθηγητής του Πανεπιστημίου Cambridge
αναφέρει πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για
την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453. Περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια και
αντικειμενικότητα την πολιορκία και την άλωση της Πόλης. Αναφέρει, μεταξύ των
άλλων, έναν στρατηγό του Μωάμεθ, τον Ζαγανό πασά, ο οποίος αποδείχθηκε
σημαντικός παράγων για την νίκη και κατάληψη της Πόλης από τους Τούρκους.
Ο
Ζαγανός πασάς δεν ήταν τούρκος αλλά Έλληνας Χριστιανός, που ηγείτο εξισλαμισθέντων χριστιανών
στρατιωτών και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στους τούρκους με το αζημίωτο φυσικά
και δικαιώματα στο πλιάτσικο που θα ακολουθούσε….Ο Μεχμέτ τον είχε κάνει
στρατηγό και τον επέλεξε να προετοιμάσει τα σχέδια τροφοδοσίας/επικοινωνίας,
γύρω από τον Κεράτιο κόλπο, όταν άρχιζε η πολιορκία.. Είχε μεγάλη επιρροή και
εκτελούσε καθήκοντα συμβούλου στον νεαρό σουλτάνο Μεχμέτ (σ. 41). Ο άλλος
σύμβουλος ήταν ο ευνούχος Σιχαμπετίν Πασάς.
Ο
Ζαγανός πασάς ήταν ισχυρός χαρακτήρας.Υποστήριζε και ενθάρρυνε τον Μεχμέτ να
κατακτήσει την Πόλη. Τα σχέδια
και οι προετοιμασίες για την κατάληψη άρχισαν το 1445! Όταν η πολιορκία και
κατάληψη της Πόλης ήταν αναποτελεσματική και με τεράστιες απώλειες σε άνδρες
και υλικό, ο Μεχμέτ ήταν έτοιμος να αποσυρθεί, δηλαδή να διαπραγματευτεί, να διακόψει
την πολιορκία και να ξαναδοκιμάσει πάλι στο μέλλον. Αν γινόταν αυτό φυσικά θα
δινόταν ευκαιρία στους Έλληνες να ανασυγκροτηθούν, να ενδυναμώσουν τα τείχη,
ώστε όποια μελλοντική κατάκτηση της Πόλης να ήταν αδύνατη.
Όλοι οι στρατηγοί του Μεχμέτ συμφώνησαν με αυτή την
επιλογή εκτός από έναν: Τον ισχυρόν και επιβλητικόν, Χριστιανό Έλληνα εξωμότη, Ζαγανόν πασά (σ. 142).
Ο
Ζάγανος πασάς με τους Γενίτσαρους του, επέμενε να συνεχιστεί η πολιορκία μέχρι
τέλος και κατάφερε να πείσει τον Μεχμέτ για μία τελευταία προσπάθεια να ρίξει
τα τείχη της Πόλης. Όλες του οι
προσπάθειες απέτυχαν, η μία μετά την άλλη, κύμα μετά από κύμα από μανιασμένους
γενίτσαρους, αμέτρητα χτυπήματα από τα μεγαλύτερα κανόνια που είχαν
κατασκευαστεί ποτέ, δεν μπόρεσαν να πάρουν την Πόλη. Αλλά σ’ αυτήν την
τελευταία προσπάθεια οι βάρβαροι ανακάλυψαν την κερκόπορτα! Τα υπόλοιπα τα γνωρίζουμε.
Ένας Χριστιανός Έλληνας εξωμότης με τους γενίτσαρους
του, ήταν το μοιραίο άτομο για την πτώση της Πόλης.22
9/. Η Πευματική Ανομία των Ρωμηών (αποστασία αρχόντων,
κλήρου και λαού, από την Ορθόδοξη Πίστη).
Οι θρησκευτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές αντιθέσεις
προκάλεσαν βαθειά σύγχυση, που λειτούργησε διαλυτικά στο σώμα της
αυτοκρατορίας. Ιδιαίτερα οι δυτικές επιρροές και οι συνεχείς υποχωρήσεις των
πολιτικών και εκκλησιαστικών ταγών στις δυτικές (παπικές) απαιτήσεις, για την
αναμενόμενη στρατιωτική βοήθεια, οδήγησαν στην πνευματική αλλοίωση της
αυτοκρατορίας, με ορατόν τον κίνδυνο απώλειας της πνευματικής και πολιτιστικής
ταυτότητάς της.
Εάν η αυτοκρατορία μας, έπαυε να διατηρεί την
πνευματική και πολιτισμική ιδιαιτερότητά της, ακόμη και αν δεν έπεφτε στα χέρια
των Τούρκων, θα κατελύετο εσωτερικώς, μεταβαλλόμενη σε πνευματικό προτεκτοράτο
της Φραγκιάς, υπό τον αιμοδιψή αρχιαιρεσιάρχη πάπα.
Ο Ιωσήφ Βρυέννιος, μεγάλος
λόγιος αλλά και διδάσκαλος του προμάχου της Ορθοδοξίας Αγίου Μάρκου
του Ευγενικού, αλλά και του μετέπειτα Γενναδίου, πρώτου Πατριάρχου μετά την
Άλωση, σε
επιστολές και ομιλίες, διεκτραγωδεί την διαφθορά που είχε ενσκήψει πριν
από την άλωση.23
Την Μεγάλη Παρασκευή (14
Απριλίου) του έτους 1419, τριάντα τέσσερα (34) χρόνια πριν την άλωση της
Κωνσταντινουπόλεως, εξεφώνησε ένα λόγο στο Παλάτι «επί παρουσία βασιλέων, και
των εν τέλει, και συνελεύσει των εξαιρέτων του γένους ημών, και της βασιλίδος
ταύτης των πόλεων», όπως χαρακτηριστικά γράφεται στην επικεφαλίδα.
Στον λόγο του αυτόν, ομιλώντας μπροστά στους
επισήμους άρχοντες της Κωνσταντινουπόλεως, εξέθεσε ανάγλυφα και
παραστατικά τα πνευματικά αίτια της
επερχομένης πτώσεως της Βασιλευούσης. Και είναι σημαντική αυτή η
μαρτυρία γιατί προέρχεται από έναν λόγιο μοναχό και ασκητή, με ήθος,
παιδεία και πατερικό φρόνημα, τον οποίον σέβονταν οι πάντες την εποχή εκείνη
και ο οποίος έζησε στα χρόνια εκείνα που οι κάτοικοι έβλεπαν τον
επερχόμενο όλεθρο.
Το περιεχόμενο του
λόγου αυτού αναλύεται στην επικεφαλίδα:
«δια το πωλείσθαι καθ’ εκάστην το του Χριστού σώμα και αίμα παρά των
ούτω λεγομένων πνευματικών, και αγοράζεσθαι παρ’ ημών, οίμοι! το ημέτερον γένος
αφανισμώ παραδίδοται και Ισμαηλίταις περιπίπτει».24
Δηλαδή, το
γένος αφανίζεται και πέφτει στους Ισμαηλίτες – Μωαμεθανούς, διότι πωλείται
το σώμα και το αίμα του Χριστού από τους λεγομένους πνευματικούς, και
αγοράζεται από τους Χριστιανούς.
Στην αρχή του λόγου του ο Ιωσήφ Βρυέννιος εκφράζει την
οδύνη του, αφού το γένος περιστοιχίζεται από δεινά, τα οποία, όπως λέγει,
«δάκνει μου την καρδίαν, συγχεί τον νουν και οδυνά την ψυχήν».
Κάνει λόγο για την «ολόσωμον πληγήν» και την «νόσον καθολικήν». Το γένος
έχει περιπέσει σε ποικίλα πάθη και αμαρτίες. Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν
«υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς,
λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι». Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί
ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι
νεώτεροι ακόλαστοι, οι γηράσαντες μεθυσμένοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι
χωρικοί άλαλοι, «και οι πάντες αχρείοι».
Συγχρόνως με
την γενική κατάπτωση των ανθρώπων χάθηκε «ευλαβής από της γης, εξέλιπε
στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον
επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την
αυτοκρατορία.
Στην συνέχεια αναφέρεται στο μεγαλύτερο αμάρτημα που
έγινε στην ιστορία, δηλαδή την προδοσία του Ιούδα, η οποία συνίσταται στο
«πωληθήναι τιμής και αγορασθήναι τον Κύριον», δηλαδή ο Ιούδας επώλησε τον Κύριο, τον
Οποίον αγόρασαν οι Εβραίοι. Αυτό το ανοσιούργημα, όπως λέγει,
γίνεται στις ημέρες μας, αφού οι πολλοί από τους
λεγομένους πνευματικούς πωλούν τον Κύριο και «αγοράζει δε πας ο έχων
αργύριον και βουλόμενος». Αλλά και πολλοί από τους ιερείς ασελγούν εν επιγνώσει,
αφού και αυτοί διακατέχονται από αυτά τα πάθη και προσέρχονται
να λειτουργούν στην σεβασμία Τράπεζα αναιδώς.
Προφανώς
πρόκειται για το ότι οι λεγόμενοι πνευματικοί πατέρες (ιερείς, αρχιερείς),
χορηγούσαν άφεση αμαρτιών με την λήψη χρημάτων (όπως έκαναν οι παπικοί
στην Δύση).
Αναφέρεται διεξοδικώς στην κατάπτωση της Εκκλησίας,
αφού οι ποιμένες έχουν απομακρυνθή από την διδασκαλία και τα όρια που
είχαν θέσει οι Πατέρες.
«Το ιερατείο πρώτον είχε διαφθαρεί.
Οι περισσότεροι από τους κληρικούς χειροτονούνταν με σκοπό τα χρήματα. Κλήρος
σιμωνιακός (=που αγαπάει το χρήμα) εθνική συμφορά, «ἅλας μωρόν»
(=άνοστο αλάτι)! Τα μυστήρια ξεπουλιόνταν από τους ανάξιους αυτούς κληρικούς. Με
πληρωμή, με δωροδοκίες δινόταν η άφεση των αμαρτιών και μεταδιδόταν το Σώμα και
το Αίμα του Κυρίου…. Η φιλαυτία βασίλευε, εξυπηρετούνταν τα
προσωπικά συμφέροντα του καθενός. Τα τείχη της πόλεως παρουσίαζαν φθορές
και χρειάζονταν σύντομα επισκευή, αλλά όσοι είχαν υλικούς θησαυρούς προτιμούσαν
να κτίζουν τριώροφες κατοικίες παρά να διαθέτουν τα χρήματά τους για την κοινή
ασφάλεια ».
Αλλά και οι μοναχοί έχουν χάσει τον προορισμό τους και
ασχολούνται με άλλα ζητήματα, αφού υπάρχουν μοναχοί «και τρία και πέντε, και επτά έχοντες αδελφάτα εκ διαφόρων αυτοίς
αφεθέντα προσώπων».
Ο όρος «αδελφάτο» σημαίνει «επιτροπεία διευθύνουσα
αγαθοεργόν κατάστημα» (Λεξ. Δημητράκου) που ανήκει στους Δήμους. Με γενική
έννοια αδελφάτο είναι «σύλλογος, σωματείο με ιδιαίτερα στενούς δεσμούς
μεταξύ των μελών του» ή ακόμη «επιτροπή με διαχειριστικά καθήκοντα σε
φιλανθρωπικά ιδρύματα, ναούς, νοσοκομεία» (Λεξ. Μπαμπινιώτη).
Στην περίπτωση αυτή με τον όρο αδελφάτα, μάλλον
εννοούνται μερίδια της Μονής που παραλαμβάνουν και κατέχουν και
οι εκτός της Μονής ζώντες μοναχοί που τα εκμεταλλεύονται, οπότε ένας
τέτοιος μοναχός μάλλον πρέπει να καλήται «ληστής» και η ενέργεια αυτή «τόκος εστίν, και τόκου χείρον, ιεροκαπηλία
λεγόμενον», διότι κρατεί τα αδελφάτα των πτωχευόντων μοναστηρίων,
ενέχυρα για τόκο.
Πρόκειται για αλλοίωση του Ορθόδοξου πνεύματος του μοναχισμού,
ο οποίος έχασε την ησυχαστική παράδοση και μεταβλήθηκε σε υλική
εκμετάλλευση των μοναστηριών. Και αφού ο Βρυέννιος κάνει μεγάλη ανάλυση αυτής
της καταστάσεως που παρατηρείται στους άρχοντες και τον λαό, τους κληρικούς
και τους μοναχούς, τους αστούς και τους χωρικούς, καταλήγει στον υπέροχο
αυτόν και σημαντικό του λόγο σε μια ανακεφαλαίωση, στην οποία δίνει τις
κατάλληλες συμβουλές για να αποφύγουν το κακό, το οποίο βλέπει καθαρά να
έρχεται στο εγγύς μέλλον.
Λέγει ότι, βλέποντας πριν σαράντα χρόνια να
ερημώνωνται οι πόλεις, να αφανίζωνται οι χώρες, να καίγωνται οι Εκκλησίες,
να βεβηλώνωνται τα άγια και να δίδωνται τα ιερά σκεύη στα σκυλιά και «παν
το ημέτερον γένος, δουλεία παραδιδόμενον και μαχαίρα», προσευχόταν στον
Θεό να του αποκαλύψει για το που οφείλεται αυτή η εγκατάλειψη
του λαού και «η τοσαύτη του Θεού αγανάκτησις καθ’ ημών».
Και μετά από πολλές προσευχές βρήκε ποιο είναι το
αίτιο και θέλει να το αποκαλύψει, την ημέρα αυτή, ενώπιον
των Βασιλέων και των αρχόντων και όλου του λαού, γιατί φοβάται, μήπως
τιμωρηθεί αν σιωπήσει. Και η αιτία της οργής του Θεού και της δικαίας Του
αγανακτήσεως κατά των Ρωμαίων είναι:
«το
πωλείσθαι καθ’ εκάστην το του Χριστού σώμα και αίμα, παρά των
λεγομένων πνευματικών και αγοράζεσθαι προς υμών των χριστιανών».
Διαμαρτύρεται για το γεγονός αυτό, και επικαλείται ως
μάρτυρες τον χορό των αγίων και των αγγέλων. Ζητά από τους άρχοντες τον κλήρο
και τον λαό να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στον Θεό για να γίνει «η του
γένους ανάκλησις» και να είναι μαζί τους ο Θεός, γιατί διαφορετικά θα πάθουν
χειρότερα από εκείνα που έπαθεν η παλαιά Ιερουσαλήμ, που κυριεύθηκε
από τους εχθρούς.
Σαφώς εδώ αναφέρεται στην πτώση
της Κωνσταντινουπόλεως, της νέας Ιερουσαλήμ. Ζητά από τους κατοίκους
να μετανοήσουν, γιατί αν δεν γίνει αυτό, η καταστροφή θα είναι τόσο μεγάλη που
όλα τα έθνη και οι μέλλουσες γενεές θα λένε σε παρόμοιες περιπτώσεις: «μη πάθοιμεν α οι Ρωμαίοι πεπόνθασιν».25
Δεν αρκείται, όμως, ο Ιωσήφ Βρυέννιος σε γενικές
προτροπές για μετάνοια, αλλά την συγκεκριμενοποιεί και με αυτόν τον τρόπο
αναλύει στην πραγματικότητα τι θα πει να πωλούν το σώμα και το αίμα του
Χριστού, δηλαδή αναφέρεται στην ανάξια μετάληψη του σώματος και του αίματος του
Χριστού, την τέλεση διαφόρων αμαρτιών από κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς,
τις οποίες δεν εξομολογούνται και την προδοσία της πίστεως. Με αυτούς τους
τρόπους γίνεται ασέβεια στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία.
Δίνει τέσσερεις συμβουλές και κατευθύνσεις μετανοίας.
Η πρώτη είναι οι πνευματικοί να μη λαμβάνουν χρήματα
από τους εξομολογουμένους.
Η δεύτερη είναι να μη κρατούν οι Ιερείς
ενέχυρα για τόκους, να μη λαμβάνει κάποιος μοναχός ή μονάστρια τόκους,
ούτε οι εκτός της Μονής να κρατούν αδελφάτα πάνω από δύο ο καθένας και
μετά παρέλευση δέκα χρόνων, και να μη κοινωνεί κανείς των αχράντων
μυστηρίων από εκείνους που είναι τελώνες και άδικοι, αν δεν αποκαταστήσει και επιστρέψει το
αδίκημα.
Η τρίτη είναι να μη κοινωνεί κανείς
από του σώματος και του αίματος του Χριστού, «της αμαρτίας έτι ενεργουμένης»
–αν δεν έχει μετανοήσει και δεν ελευθερώθηκε από την αμαρτία– εκτός
και εάν μετά την εξομολόγηση είναι βαριά ασθενής προς θάνατον.
Και η
τέταρτη συμβουλή
είναι «μηδείς ιερέων τοις δυσσεβούσιν ιερεύσι συλλειτουργή (εννοεί τους
λατίνους και λατινόφρονας) μηδέ τις των κοσμικών αυτούς εκδική».26
Είναι σημαντικός αυτός ο λόγος του μεγάλου διδασκάλου
του γένους μας πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, που δείχνει ποια είναι τα
πνευματικά αίτια της πτώσεως της Βασιλευούσης των πόλεων και ποια πρέπει να
είναι η αληθινή ζωή των Κληρικών και Χριστιανών που θέλουν να είναι και
να λέγωνται ορθόδοξοι Χριστιανοί.27
Η χιλιόχρονη Ρωμαϊκή/Ελληνική (Βυζαντινή)
Αυτοκρατορία διατηρήθηκε τόσα χρόνια, γιατί βίωνε την ορθόδοξη πίστη,
αφού το πρότυπό της, κατά βάση, ήταν ο αγιασμός και η συμμετοχή στην
δόξα του Θεού.
Ο προφητικός λόγος του διδασκάλου του γένους μας Ιωσήφ Βρυεννίου,
είναι ιδιαιτέρως επίκαιρος στις ημέρες μας καθ’ όσον, τα πνευματικά αίτια της
Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, είναι ακριβώς τα ίδια που μας οδήγησαν στην
σημερινή πολιτικο-οικονομική επιτροπεία-κατοχή από τους Ιουδαιοταλμουδιστές
τραπεζίτες και δανειστές.
Συνεπώς, εάν ΔΕΝ ακολουθήσουμε (πολιτικοί άρχοντες, κλήρος και λαός)
τις σοφές οδηγίες μετανοίας που μας κατέλιπεν ο Ιωσήφ Βρυέννιος, τότε η
ολοκληρωτική άλωση της Ελλάδος και αλλοτρίωση των Ορθοδόξων Ελλήνων, είναι
ΕΓΓΥΣ!!!
β. Συνέπειες της αλώσεως
Απώλειες αντιπάλων-Λεηλασία της Πόλης
Ottoman casualties are unknown but they are believed by most historians
to be very heavy due to several unsuccessful Ottoman attacks made during the
siege and final assault. Barbaro described blood flowing in the city "like rainwater
in the gutters after a sudden storm", and bodies of the Turks and
Christians floating in the sea "like melons along a canal".[28]
Mehmed II had promised to his soldiers three days to plunder the city,
to which they were entitled. Soldiers fought over the possession of some of the
spoils of war. According to the Venetian surgeon Nicolò Barbaro "all
through the day the Turks made a great slaughter of Christians through the
city". According to Philip Mansel, widespread persecution of the city's
civilian inhabitants took place, resulting in thousands of murders and rapes
and 30,000 civilians being enslaved
or forcibly deported.
The looting was extremely thorough in certain parts of the city. Weeks
later on 2 June, the Sultan would find the city largely deserted and half in
ruins; churches had been desecrated and stripped, houses were no longer
habitable and stores and shops were emptied. He is famously reported to have
been moved to tears by this, speaking "What a city we have given over to
plunder and destruction."29
On
the third day of the conquest, Mehmed II ordered all looting to
stop and sent his troops back outside the city walls.30
Συνέπειες
1η/ Το γεγονός της αλώσεως είχε
τεράστια σημασία πρώτα για τον Ελληνισμό και την μετέπειτα πορεία του. Για τους Έλληνες, η άλωση υπήρξε
μια κρισιμότατη στιγμή στην ιστορία τους, αφού άρχισε γι’ αυτούς μια περίοδος
μακράς δοκιμασίας με μειωμένες οικονομικά και πολιτικά τις δυνάμεις τους. Αν οι
ψυχικές και πνευματικές δυνάμεις τους δεν ήσαν ακμαίες, είναι αμφίβολο, αν θα
μπορούσε το Γένος να ξεπεράσει τις συνέπειες της πτώσεως, όπως συνέβη με άλλους
λαούς στην ιστορία. Η εμμονή όμως στην ορθόδοξη παράδοση, και μέσω αυτής και
στην ελληνικότητα, κρατούσε δεμένο το Γένος με τις ζωτικές πηγές του.
Η απώλεια ειδικά της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε
σημαντικότατο γεγονός. Η Πόλη ήταν η συνισταμένη όλων των ελπίδων των Ρωμηών. Η
διατήρηση της ελευθερίας της, παρά την τρομακτική συρρίκνωση της αυτοκρατορίας,
έτρεφε την αυτοπεποίθησή τους και συντηρούσε τον ψυχισμό τους. Όπως υπογράμμιζε
πριν από την άλωση ο λόγιος μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος: «Ταύτης της πόλεως
ισταμένης, συνίσταταί πως αυτή και η πίστις ακράδαντος· εδαφισθείσης δε η
αλούσης, άπερ, Χριστέ μου, μη γένοιτο, ποία έσται ψυχή κατά πίστιν ακλόνητος;»
[δηλαδή: Όσο στέκεται όρθια αυτή η πόλη, μένει μαζί
της ακλόνητη και η πίστη. Αν όμως κατεδαφιστεί η αλωθεί, που να μη γίνει,
Χριστέ μου, ποια ψυχή θα κρατήσει την πίστη της ασάλευτη;].
2α/ Έπαυσε να υφίσταται ο
ελληνισμός ως διοικητική και κρατική οντότης. Οι Έλληνες πληθυσμιακώς μειώθηκαν
σημαντικώς, λόγω των βιαίων εξισλαμισμών, του παιδομαζώματος, των σφαγών και
της τρομοκρατίας του Τούρκου κατακτητού. Μετά την πτώση της Πόλης, η δύναμη
αντιστάσεως των Ρωμηών μειώθηκε σημαντικά, όπως δείχνουν οι αλλαξοπιστίες και η
μοιρολατρική στάση πολλών από τον κλήρο και τον λαό. Το Γένος χρειαζόταν κάποια
δύναμη, που θα εμπόδιζε την αλλοτρίωσή του και, θα εξασφάλιζε την επιβίωση και
ανάκαμψή του. Αυτή την δυσκολότατη, αλλά και αναγκαιότατη αποστολή, ανέλαβε η
Εκκλησία, ως Εθναρχία.
3η/ Η Αυτοκρατορία, η
Ρωμανία (το Βυζάντιο) έπαυσε να αποτελεί ανάχωμα και ασπίδα από τις επιθέσεις
αλλοφύλλων και αλλοθρήσκων που είχαν απάνθρωπες απόψεις για την ζωή και
αντίθετες τοιαύτες για τον γνήσιο πολιτισμό και τον αληθινό ανθρωπισμό
(Θεανθρωπισμό).
4η/ Διεκόπη αποτόμως η
πολιτιστική και πνευματική πορεία της καθ’ ημάς Ανατολής και επικράτησε η
βαρβαρότης, ο πνευματικός σκοταδισμός, η ακαλαισθησία και η αμάθεια.
5η/ Μεγάλες Ελληνικές
πνευματικές μορφές που ζούσαν στην Πόλη και τον ευρύτερο Ελλαδικό χώρο, μετά την
πτώση της Πόλεως, κατέφυγαν στην Δύση και μετέφεραν γνώσεις και ελληνικό
πολιτισμό.
Αυτός ο πολιτισμός αφύπνισε τους Ευρωπαίους.
Δυστυχώς οι Ευρωπαίοι νεωτεριστές (οπαδοί του Φραγκοπαπισμού) μετάλλαξαν την
προσωρινή «Αναγέννηση» της Δύσεως σε Σκοταδιστική Δυτική Θολοκουλτούρα.
6η/ Η Ορθόδοξη
Ρωμαίϊκη/Ελληνική (Βυζαντινή) Αυτοκρατορία, έπαψε πια να υφίσταται και στην
θέση της ιδρύθηκε και αναπτύχθηκε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, της οποίας η
πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από την Αδριανούπολη στην Κωνσταντινούπολη όπου και
μετονομάστηκε από τους Τούρκους Ισταμπούλ31 (από την
φράση εις την πόλιν) και παρέμεινε έδρα της Αυτοκρατορίας ως την οριστική
κατάλυσή της, το 1922. Αντίθετα το Πατριαρχείον Κωνσταντινουπόλεως, έλαμψε με
την ανάδειξη σε πατριάρχη του ανθενωτικού Γενναδίου Σχολαρίου, καθ’ υπόδειξη
του Μωάμεθ, λαμβάνοντας από τον ίδιο και διάφορα πρόσθετα προνόμια μέχρι ακόμα
και οθωμανική φρουρά.
7η/ Η καθιέρωση της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως μεγάλης δυνάμεως στο διεθνές στρατιωτικό
περιβάλλον που από τότε θα αποτελούσε πληγή και απειλή για την Ευρώπη.
Με την άλωση της Πόλης, νομιμοποιήθηκε η νίκη τους
πάνω στην Ελληνική αυτοκρατορία, η οποία έγινε και τυπικά Οθωμανική. Η
κατάκτηση των υπόλοιπων ρωμαίϊκων εδαφών (Τραπεζούντας, κυρίως Ελλάδας, κλπ.)
δεν ήταν παρά η ολοκλήρωση της υποκαταστάσεως των Ελλήνων από τους Οθωμανούς,
στην αυτοκρατορία τους.
Το σπουδαίο όμως είναι, ότι το άλλοτε βάρβαρο τουρκικό
φύλο των Οθωμανών μέσα σε σύντομο χρόνο μπόρεσε να συγκροτηθεί σε μια πανίσχυρη
αυτοκρατορία και να ενταχθεί στο σύστημα των Ευρωπαικών κρατών. Μέσα στα όρια
της Οθωμανικής αυτοκρατορίας θα αγωνιστεί στο εξής ο Ελληνισμός, μαζί με όλη
την Ρωμηοσύνη, να βρει το δρόμο του στη νέα γι’ αυτόν πραγματικότητα.
8η/ Το κέντρο του Ισλάμ
μεταφέρθηκε στην Ευρώπη και ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός αμαυρωμένος ήδη από τον
παπισμό και τον δυτικό σκοταδισμό, «μολύνθηκε» ανεπανόρθωτα από τον Τουρκικό
βαρβαρισμό. Παραλλήλως, ένας αλλόδοξος ασιατικός λαός (Οθωμανικός) αισθάνθηκε
ότι απέκτησε το δικαίωμα να ανήκει στην Ευρώπη, ενώ ουσιαστικώς ήταν και είναι
ξένο σώμα. Τις επιπτώσεις αυτής της μοιχεπιβασίας, τις νοιώθουν εντονώτερον
σήμερον οι λαοί της Ευρώπης.
9η/ Η Ελληνική/Ρωμαίϊκη Αυτοκρατορία
μας (Βυζάντιο) άφησε μία ένδοξη κληρονομιά στα γράμματα, τις τέχνες αλλά και
την ιστορία του Έθνους. Αυτή η κληρονομιά με την εναπομείνασα οργανωμένη δύναμη
της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Εθναρχούσα Εκκλησία), επιβίωσε στην διάρκεια των 400
χρόνων δουλείας και εμπόδισε την αλλοτρίωση των Ελλήνων. Έτσι δημιουργήθηκε
τέσσαρες αιώνες αργότερα, το θαύμα της αναστάσεως του Γένους. Η Εθνική Επανάσταση του 1821.
Συνεχίζεται
1 Όπως υποσ. 1 του 1ου μέρους
2 Νίκος Νικολούδης,
"Η άλωση της Κωνσταντινούπολης", στον συλλογικό τόμο Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, εκδ.
Περισκόπιο 2001, σελ. 28. Ράνσιμαν (2002), 129
3 Στίβεν Ράνσιμαν, Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης 1453 ,
εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 2002, σ. 129, 137.
4 Σοφία Φοίβα, 1453 Η Άλωση της
Κωνσταντινούπολης σύμφωνα με τις Βυζαντινές και Λατινικές πηγές, Θεσσαλονίκη 2010, σελ.78-80
5 Η Φούστα (fusta ή fuste) ήταν ένα στενό,
ελαφρύ, επίπεδο και ευκίνητο πλοίο κινούμενο τόσο με κουπιά όσο και με πανί
(λατίνι). Οι ερέτες που το κινούσαν ήσαν 12 μέχρι 18 σε κάθε της πλευρά. Τον
οπλισμό της αποτελούσαν δύο ή και τρία κανόνια. Οι Φούστες μπορούσαν να
μεταφέρουν έως 300 τόννους και προορίζονταν τόσο τις για πολεμικές επιχειρήσεις,
όσο και για το εμπόριο.
6 Παραντάρια: Πλοιάρια εφόδου, χρησιμοποιούμενα
προς αποβίβαση ανδρών σε εχθρικά πλοία και κατάληψή τους.
7 Ράνσιμαν, (2002),σ.126-128.
8 Nicolle David (2000). Constantinople 1453: The end of
Byzantium. Osprey Publishing
9 Νικολούδης, (2001),σ. 28
10 Ράνσιμαν, (2002), σ.129.
-Nicolò Barbaro, Giornale dell'Assedio di Costantinopoli,
1453. The autograph copy is conserved in the Biblioteca Marciana in Venice. Barbaro's diary has been translated into English by John
Melville-Jones (New York:Exposition Press, 1969), part of which is available on
deremilitare.org
-(French) Concasty, M.-L., Les
«Informations» de Jacques Tedaldi
sur le siège et la prise de Constantinople.
-(Latin) Epistola reverendissimi patris domini
Isidori cardinalis Ruteni scripta ad reverendissimum dominum Bisarionem
episcopum Tusculanum ac cardinalem Nicenum Bononiaeque legatum (letter
of Cardinal Isidore to Cardinal Basilios Bessarion), dated 6 July 1453
-(Latin) Leonardo di Chio, Letter to Pope
Nicholas V, dated 16 August 1453,
edited by J.-P. Migne, Patrologia
Graeca, 159, 923A–944B, 927B, 930C.
-Ubertino Pusculo, Constantinopolis, 1464.
12 Νίκος Βασιλάτος, «Ο Μωάμεθ
Β΄ ο ..πυροβολητής», στον τόμο: Η
Άλωση της Πόλης. Μαρτυρίες εντός και εκτός των τειχών, εκδ. Χ. Κ
Τεγόπουλος-εφ. Ελευθεροτυπία, Αθήνα 2008, σελ. 112
13 Σπύρος Κάπαρης , «Το
τέλος των Θεοφύλακτων τειχών της Βασιλεύουσας», στο «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης» , (2001)
-ό.π.,
σελ.50.
14 Βασίλιεφ, (1971), Β΄,
363-4
15 Γεώργιος Φραντζής, «Το
χρονικό της πολιορκία και της άλωσης της Κωνσταντινούπολης».
-Νικολό Μπάρμπαρο, Η Πόλις εάλω.Το χρονικό της πολιορκίας και
της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, Μετάφραση: Κουσουνέλος, Γιώργος, εκδ.
Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 1993, σελ. 26.
16 Στο έργο του, ο Peter Charanis, «The Monk as an Element of Byzantine Society», Dumbarton Oaks Papers, Vol. 25 (1971), σ. 72-73), αναφέρει την παρουσία 540 μοναχών από 18 μοναστήρια. Εκτιμάται
όμως, ότι απ’ αυτούς, κατάλληλοι ως μαχητές-υπερασπιστές της Πόλης ήσαν μόνον
οι 8 στους 10.
17 Νικολούδης, (2001) σ.27
18 Ο Αρχιεπίσκοπος Κιέβου Καρδινάλιος Ισίδωρος,
γνωστός στην Ρωσία και ως Ισίδωρος ο
Αποστάτης, (- 1463), Έλλην στην καταγωγή, Μητροπολίτης Κιέβου και
Μόσχας, Καρδινάλιος, Λατίνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και λόγιος του 15ου
αιώνα, γεννήθηκε το 1385 (;)
στην Πελοπόννησο και σπούδασε στην Θεσσαλονίκη. Περί το 1435 πήγε στην Ρώμη
όπου τον υποδέχτηκε ευμενώς ο Πάπας Ευγένιος Δ΄.
Ο Πάπας σύστησε τον
Ισίδωρο στον αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο και τον Πατριάρχη
Κωνσταντινουπόλεως Ιωσήφ. Χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος Κιέβου, και μητροπολίτης
της Ρωσικής εκκλησίας. Μεταστραφείς, ασπάστηκε την αίρεση του Παπισμού το 1439
και έλαβε τον πίλον του καρδιναλίου και τον τίτλον του λεγάτου (αντιπροσώπου)
του πάπα. Κατά την πολιορκίαν της Πόλης, προσεπάθησε να λιποτακτήσει
μεταμφιεσμένος ως αγνώριστος ζητιάνος, αλλά συνελήφθη αιχμάλωτος από τους
Τούρκους και πουλήθηκε ως σκλάβος για το αντίτιμο πενήντα δουκάτων. Ξαναγύρισε
με μια τουρκική γαλέρα προσποιούμενος ότι αναζητούσε κάποια μέλη της
οικογένειάς του που δήθεν είχαν χαθεί στην άλωση, και από εκεί κατόρθωσε να
περάσει στην Χίο, Πελοπόννησο και Κρήτη, από όπου έφτασε σώος στην Ρώμη. Πέθανε
από αποπληξία το 1463 στην Ρώμη και θάφτηκε στον ναό του Αγίου Πέτρου.
19 David Nicolle, Constantinople
1453: The End of Byzantium, Osprey 2000, σ. 33.
20 Σπύρος Κάπαρης , "Το τέλος των Θεοφύλακτων τειχών
της Βασιλεύουσας", στο Η Άλωση
της Κωνσταντινούπολης , (2001), σ. 48
21 Ράνσιμαν, (2002) 141
22 Δυστυχώς
στην υπερτρισχιλιετή ιστορία μας, έχουμε «αναδείξει» πολλούς προδότες. Ο
Εφιάλτης στις Θερμοπύλες, ο Πήλιος Γούσης, και οι σλαβόφωνοι κομιτατζήδες που
ήθελαν να πουλήσουν την Μακεδονία στους Βούλγαρους, είναι αντιπροσωπευτικά
δείγματα, της γενιάς των διαχρονικών «Ελλαδιτών προδοτών». Σήμερα έχουμε, το
δίδυμο των εθνομηδενιστριών Ρεπούση-Δραγώνα και την νεογενιτσαρική τους ομάδα,
τους νεομπολσεβίκους του ΣΥΡΙΖΑ, τους νεοσταλινικούς του ΚΚΕ, τους νεοεποχίτες-ευρωλάγνους
της Ν.Δ., τους νεοναζιστές της Χ.Α., τους ευρωδούλους/σοσια-ληστές του ΠΑΣΟΚ,
τους Γερμανόπληκτους της Ένωσης Κεντρώων/Κερδώων, τους Μερκελιστές του
Ποταμιού, τους πατριδοκάπηλους των ΑΝΕΛ.
Τους
ακολουθούν, κατά πόδας, «νέας κοπής» εθνοδιαλύτες και εθνομηδενιστές, που
παριστάνουν τους αρχηγούς νέων πολιτικών κομμάτων και εν αναμονή για την
είσοδόν τους στο Κυνοβούλιον, γκρουπούσκουλων, μεταμφιεσμένοι σε «πατριώτες»
και «αντιμνημονιακούς σωτήρες».
Όλοι αυτοί
αδημονούν και «ξύνονται» για την ημέρα που θα συνεχίσουν το πλιάτσικο στην
πατρίδα μας, στα σπίτια μας, στις εκκλησιές μας, στις ψυχές μας, σαν τον
εξωμότη Ζαγανό Πασά.
23 Διδαχές του Ιωσήφ Βρυέννιου που εκδόθηκαν από τον Ευγένιο
Βούλγαρη,1768– 94.
24 Όπως λέγει σε άλλα κείμενά του, στην Κωνσταντινούπολη
την εποχή εκείνη ζούσαν περίπου 70.000 κάτοικοι και μάλιστα ο ίδιος έκανε
έκκληση στους Κωνσταντινουπολίτας, χωρίς να υπάρχει ανταπόκριση, να
συντελέσουν στην ανοικοδόμηση των τειχών της, εν όψει του μεγάλου κινδύνου.
Όμως οι κάτοικοι, ιδιαιτέρως οι πλούσιοι, ασχολούμενοι με την αύξηση
των ατομικών τους εσόδων, αδιαφορούσαν, με αποτέλεσμα η πόλη να ομοιάζει,
όπως λέγει, με «σεσαθρωμένον» πλοίον που ήταν έτοιμο να βυθισθεί.
Όπως γράφει
ο Αρχιμ. Ειρηναίος Δεληδήμος, στην εισαγωγή των έργων του που εξεδόθησαν
από τον εκδοτικό οίκο Βασιλείου Ρηγόπουλου, «ο Ιωσήφ Βρυέννιος κατά
τα έτη 1401-1431 ανεγνωρίζετο ως ο κορυφαίος λόγιος εν Κωνσταντινουπόλει». Ο Ιωσήφ Βρυέννιος, διδάσκαλος του
αγίου Μάρκου του Ευγενικού, σύμφωνα με μελέτη του αειμνήστου Καθηγητού του
Πανεπιστημίου Αθηνών Νικολάου Τωμαδάκη, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το
1350 μ.Χ., εκάρη μοναχός στην Μονή Στουδίου, υπήρξε ασκητής με πατερικό
φρόνημα, ανεδείχθηκε μεγάλος λόγιος και διδάσκαλος του γένους, τον
οποίον συμβουλεύονταν οι Αυτοκράτορες και οι Πατριάρχες, και αποστελλόταν από
τον Αυτοκράτορα σε διάφορες κρίσιμες αποστολές, όπως την Κύπρο και την
Κρήτη, ομιλούσε κατά τις επίσημες ημέρες στο Παλάτι, συμμετείχε στις
προετοιμασίες για την συζήτηση των Ορθοδόξων με τους Λατίνους, για την
«ένωση των Εκκλησιών» και κοιμήθηκε περί το 1431, περίπου είκοσι δύο (22)
χρόνια πριν την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.
25 Εδώ πρέπει να επισημάνουμε για
μία ακόμη φορά, ότι παραμονές της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως και της
Αυτοκρατορίας, οι κάτοικοί της δεν λέγονταν Βυζαντινοί αλλά Ρωμαίοι. Οι
όροι Βυζαντινοί-Βυζάντιον, χρησιμοποιήθηκαν, όπως έχουμε εξηγήσει κατά το
παρελθόν, ανιστορήτως και ακρίτως, τον 16ον αιώνα, από τους παπικούς Φράγκους
που σφετερίσθηκαν την διαδοχήν της παλαιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ουδέποτε
κατάλαβαν πως η καθ’ ημάς Ανατολή της Νέας Ρώμης είχε πάψει προ πολλών αιώνων,
να έχει σχέση με την παλαιάν Ρώμη.
26 Και επειδή μερικοί ισχυρίζονταν ότι
πριν αποθάνη κανείς θα έπρεπε να κοινωνήσει χωρίς τις αναγκαίες προϋποθέσεις, ο
Ιωσήφ Βρυέννιος λέγει ότι κανένας δεν πήγε στην Κόλαση, επειδή δεν
πρόλαβε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων, την τελευταία στιγμή
–εννοείται αφού ζούσε σε μετάνοια μέσα στην Εκκλησία– αλλά μύριοι
κολάσθηκαν «δια το αναξίως μεταλαβείν». Γι’ αυτό συνιστά στους Χριστιανούς,
να εξομολογούνται και να τηρούν τον χρόνο αποχής από την θεία Κοινωνία που
θα επιβληθεί από τον πνευματικό για την θεραπεία κάθε αμαρτήματος. Επίσης, μετά
βεβαιότητος λέγει: «κρείσσων γαρ η αποχή τούτου μετ’ ευλαβείας και φόβου, ήπερ
η μετάληψις μετά τόλμης και αναξιότητος, πίστευσον».
27 Αυτοί οι λόγοι του Ιωσήφ Βρυεννίου αναφέρονται και σε μας,
αφού τόσο στην εθνική, όσο και στην οικογενειακή και προσωπική μας ζωή,
πρέπει να στηριζόμαστε σε πνευματικά θεμέλια. Τα χωρία «μακάριος ο λαός ου
εστί βοηθός Κύριος ο Θεός αυτού» και «μακάριοι πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον»
έχουν πνευματική εφαρμογή και συνιστούν τον λεγόμενο πνευματικό νόμο. Εάν
ζούμε απρεπώς, τότε ο Θεός προς παιδαγωγία και από αγάπη επιτρέπει διάφορα
δεινά για να μετανοήσουμε.
28 Nicolò
Barbaro, Giornale dell'Assedio di Costantinopoli, 1453. The autograph copy is
conserved in the Biblioteca Marciana in Venice. Barbaro's diary has been translated into English by
John Melville-Jones (New York:Exposition Press, 1969).
29 -Runciman, Steven (2012). The
fall of constantinople 1453. Cambridge: CAMBRIDGE University Press.
p. 145, 152.
-Smith,
Michael Llewellyn, The Fall of
Constantinople, History Makers magazine No. 5
-Marshall
Cavendish, Sidgwick & Jackson (London).
-Reinert, Stephen (2002).
The Oxford History of Byzantium. New York: Oxford UP. p. 283. ..."the conquering sultan would quickly turn his
attention to the more difficult task of rebuilding, repopulating and
revitalizing the city."
-Mansel, Philip (1995). Constantinople: City of the
World's Desire. Hachette UK. p. 79.
30 Nicolle, David (2007). The
Fall of Constantinople: The Ottoman Conquest of Byzantium. New York: Osprey Publishing. pp. 237, 238
31 Ο Άραβας γεωγράφος του
10ου αιώνα al-Masudi, αναφέρει ότι οι Έλληνες, στην εποχή του, ονόμαζαν την
πρωτεύουσά Πόλιν, και αναφερόμενοι σε αυτήν συνήθιζαν να λένε εις την Πόλιν, και δεν χρησιμοποιούσαν
το όνομα Κωνσταντινούπολη. G. Le Strange, The Lands of Eastern Caliphate, σ.
138. Έτσι, το Ισταμπούλ είναι το
ελληνικό εις την Πόλιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου