Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Η ΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ
(The Heresy of Franco-Papacy)
ΜΕΡΟΣ 10ο

ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΦΡΑΓΚΟΠΑΠΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ  ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
(Dogmatic and other Disparities between Franco-Papacy and OrthodoxChristianity)

2. Το Αλάθητον του Πάπα (Papal infallibility)
Ορθοδοξία (Συνέχεια 9ου μέρους)
κδ. Η θεωρία περί αλαθήτου της παπικής καθέδρας είναι ανιστόρητη, αποκρουστική, δαιμονική, αποτέλεσμα της παπικής εωσφορικής αλαζονείας, και προϊόν δόλου, βίας, εκβιασμών και απάτης  διότι26:
-Ο υποτιθέμενος διάδοχος του Πέτρου, εξησφάλισε δια μιας ληστρικής συνοδικής αποφάσεως, υποκλαπείσης δια βίας, τρομοκρατίας και σιμωνίας, της συνόδου ομοιαζούσης με Φαρισαϊκή συναγωγή, το αλάθητον πάντων των αφορώντων στην Χριστιανική διδασκαλία και την ηθικήν.
-Ο πάπας ανακηρύξας εαυτόν αλάθητον , παρά πάντα θείον και ανθρώπινον νόμον, υπέπεσε στην μεγαλύτερη πλάνη και αίρεση και απέδειξε ότι δεν ορθοτομεί τον λόγον της Χριστιανικής αληθείας. Το κακόν είναι ότι Α΄ Βατικάνεια σύνοδος συγκληθείσα ως Οικουμενική υπό του πάπα Πίου Θ΄, εξεβιάσθη πρώτον υπ’ αυτού να ανακηρύξει ως δόγμα το παπικόν αλάθητον και στην συνέχεια εξεμηδένισε τον θείον θεσμόν της Οικουμενικής Συνόδου καταστήσασαν αυτήν υποχειρίαν του πάπα.
-Στα  πρώτα 800 χρόνια της εκκλησιαστικής ιστορίας του Χριστιανισμού δεν βρίσκεται καμιά τέτοια μαρτυρία περί αλαθήτου. Μόνο από τον μεσαίωνα εμφανίζεται μια σχετική διδασκαλία, που όμως μέχρι τον 16ο αι. κανείς πάπας δεν την έκαμε δεκτή.
Υπάρχουν, όμως, αρκετά ιστορικά παραδείγματα, που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Π.χ. στην έριδα για το βάπτισμα των αιρετικών μεταξύ πάπα Στεφάνου Α’ (254-57) και Κυπριανού Καρχηδόνος (†258) υπερίσχυσε η (ορθόδοξη) άποψη του Κυπριανού (ότι το βάπτισμα των αιρετικών δεν είναι ισχυρό). Εξ άλλου ο πάπας Ονώριος (625-638) καταδικάσθηκε ως αιρετικός. Ως αιρετικός επίσης αναφέρεται στην ιστορία και ο πάπας Λιβέριος (352-366) και ο Βιργίλιος (537-555). Τα ιστορικά επιχειρήματα των τότε αντιπάλων του αλαθήτου, δείχνουν την απουσία ιστορικής συνειδήσεως στους οπαδούς του αλαθήτου.
Οι σημερινές ιστορικές έρευνες δικαιώνουν απόλυτα την μειοψηφία κατά την Α΄ Βατικάνεια σύνοδο. Στην περίπτωση μάλιστα της διενέξεως μεταξύ Στεφάνου και  Κυπριανού αποδεικνύεται, ότι ο δεύτερος όχι μόνο το αλάθητο, αλλά και αυτό το «πρωτείον» του πάπα Ρώμης είχε απορρίψει.
-Μόνο η αρχαιότητα, κατά τους αλαθητολάγνους, έχει σημασία, όχι όμως η καθολικότητα και η κοινή συμφωνία. Οι αντίπαλοι του αλαθήτου χρησιμοποίησαν την γνωστή θέση του Αγίου Βικεντίου Λειρίνου (450) ότι: «καθολικόν» είναι «ό,τι πανταχού, πάντοτε και υπό πάντων επιστεύθη». Οι υποστηρικτές όμως απαντούσαν ανοήτως, ότι αν για κάθε δόγμα έπρεπε να ισχύουν και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις, τότε δεν θα υπήρχε κανένα δόγμα σχεδόν.  
-Ως προς τους ισχυρισμούς των υποστηρικτών του αλαθήτου περί των αποφάσεων των  συνόδων της Κωνσταντινουπόλεως του 869-70 (κατά του Φωτίου), της Β΄ της Λυών (1284) και  της Φερράρας-Φλωρεντίας (1439), ακριβώς το αντίθετο ίσχυε.
   Συγκεκριμένως:
---Σύμφωνα με τους παπικούς, η Οικουμενική Σύνοδος που έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη το 869/870 – επίσης γνωστή ως «Σύνοδος του Ιγνατίου» επανέφερε τον Ιγνάτιο στον Πατριαρχικό θρόνο – και η οποία, μεταξύ άλλων, εξασφάλισε την καταδίκη του Οικουμενικού Πατριάρχου Φωτίου.
Όμως, έχει επιβεβαιωθεί περίτρανα και από νεώτερους ακαδημαϊκούς πως αυτή η σύνοδος του Ιγνατίου απερρίφθη από μια άλλη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης, η οποία έλαβε χώρα ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα, το 879/880 με την συμμετοχή εκπροσώπων και του πάπα της Ρώμης. Η Σύνοδος αυτή είναι επίσης γνωστή, ως η όντως 8η Οικουμενική Σύνοδος, επειδή ακύρωσε την σύνοδο του παπίζοντος Ιγνατίου, αθώωσε και επανέφερε στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον Άγιο Φώτιο και τους συν-Ιεράρχες του, και η οποία υπεγράφη από τους Ανατολικούς και τους Δυτικούς.27  
---Για τις συνόδους της Λυών και της Φερράρας- Φλωρεντίας δεν μπορεί να γίνει κανένας λόγος, αφού για τους Ορθοδόξους ισχύουν ως ληστρικές ψευδοσύνοδοι, παρ’ όλο που και καμμιά τους δεν διακήρυξε το αλάθητο του πάπα.
  -Η απόφαση της Συνόδου βάρυνε στην αρχαία εκκλησία και όχι η αυθεντία του πάπα. Άλλωστε απουσίαζε κάθε μαρτυρία για το αλάθητο των παπών. Οι επίσκοποι της Ρώμης ζητούσαν από την Σύνοδο να εγκρίνει τις αποφάσεις τους, δεν δίστασαν δε διάφορες Σύνοδοι να απορρίψουν παπικές απόψεις.
 -Οι επικλήσεις περί της Κωνσταντινείου δωρεάς και Ισιδωρείων διατάξεων είναι αστείες αφού είναι πλέον αποδεδειγμένον ότι πρόκειται πρόκειται  για πλαστογράφηση της ιστορίας.
Η δήθεν δωρεά του Μ. Κωνσταντίνου προς τον πάπα Σίλβεστρο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά, ως δήθεν αληθινή, από τον πάπα Ανδριανό στην επιστολή που έστειλε προς τον Κάρολο Α΄ (Καρλομάγνο), στα τέλη του 8ου αιώνος, ώστε να αναγνωρίσει και αποδώσει στο πρόσωπό του όλα τα προνόμια και τα δικαιώματα που περιλαμβάνονταν σ’ αυτήν. Από την εποχή εκείνη, και για 800 και περισσότερα χρόνια η «δωρεά» αυτή προβαλλόταν από τους παπικούς ως αληθινή, παρά τα καταφανή ψεύδη, που περιλαμβάνονταν σ’ αυτήν, μέχρις ότου απεδείχθη και από δυτικούς ερευνητές, η νόθευση και η πλαστογράφησή τους28.
 -Ως ψευτο-Ισιδώρειοι διατάξεις χαρακτηρίστηκε η συλλογή των νόθων παπικών δεκρεταλίων (διατάξεων), των οποίων η κατάρτιση αποδόθηκε στον Ισπανό Ισίδωρο τον Μερκάτορα. Το όνομα αυτό προέκυψε από την ένωση των ονομάτων δύο συγγραφέων, από τον Ισίδωρο της Σεβίλλης και από τον συγγραφέα μεταφράσεων εκκλησιαστικών αποφάσεων Μάριο Μερκάτορα. Με το όνομα του Ισιδώρου της Σεβίλλης υπήρχε παλαιότερον συλλογή γνησίων κανόνων και παπικών διατάξεων. Στην συλλογή εκείνη, στα μέσα του 9ου αιώνος αναμίχθηκαν με τρόπο σατανικό, τα αληθινά με 94 ψεύτικα δεκρετάλια, ώστε να ενισχυθεί η παπική εξουσία έναντι των αυτοκρατόρων και των ηγετών των άλλων εκκλησιών. Από τις έρευνες και μελέτες ανατολικών και δυτικών μελετητών προέκυψε ότι:  «Ουδεμία άλλη νοθεία εν τη παγκοσμίω ιστορία συνετελέσθη μετά τόσης τέχνης και ουδεμία άλλη είχε τόσον μεγάλα αποτελέσματα»29.  
         Να σημειωθεί ότι την νοθεία των διατάξεων αυτών απέδειξαν στα νεώτερα χρόνια για πρώτη φορά  οι Λουθηριανοί συγγραφείς των Μαγδεβουργικών εκατονταετηρίδων Φλάκιος και οι λοιποί του 16ου μ.Χ. αι.30 
 -Ως προς τις γνώμες δυτικών θεολόγων που δηθεν υπεστήριζαν το αλάθητον, τονίζονται τα εξής: Ο Ακινάτος, μολονότι στηριζόμενος στις ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις αποδέχθηκε το παπικό πρωτείο, δεν μπορεί να θεωρηθεί κήρυκας του αλαθήτου. Το πρόβλημα αυτό δεν είναι κεντρικό θέμα της διδασκαλίας του.
 -Στην απαίτηση των υποστηρικτών του νέου δόγματος να θεσμοποιηθεί το αλάθητο, διότι είναι «καθολική διδασκαλία» της Εκκλησίας, τονίζεται ότι η περί αλαθήτου διδασκαλία μπορεί να γίνει δεκτή ως γνώμη μιας σχολής, όχι όμως και να ισχύσει ως δόγμα.
 -Ως προς τον ισχυρισμό ότι ο πάπας είναι αλάθητος αφού έχει και το παγκόσμιο πρωτείο της δικαιοδοσίας, τότε εάν ο πάπας είναι αλάθητος ανεξάρτητα από την συμφωνία του επισκοπάτου, ποιος θα είχε το δικαίωμα να τον κρίνει, αν έπεφτε σε αίρεση;
Πολύ ορθά παρατήρησε ο Κοσμήτωρ της Σορβόννης επίσκοπος Αρνύ Μαρέ στις 3 Ιουν. 1870, ότι, η Βατικάνεια σύνοδος αποδεικνυόταν de facto ανώτερη του πάπα, αφού έπρεπε να αποφασίσει για την δογματοποίηση του αλαθήτου του!!! Η αντίδραση στην θέση αυτή ήταν ισχυρότατη. Ο καρδινάλιος Μπίλιο κατηγόρησε τον Μαρέ ανοικτά, ότι αδικεί την Αγίαν Έδρα. Κατ’ αυτόν η Σύνοδος δεν έδιδε στον πάπα δικαιώματα.
-Όταν εψηφίσθη το δόγμα του αλαθήτου, απερρίφθη από την Ιταλία, Ισπανία, Ουγγαρία, Αγγλία, Ηνωμένες Πολιτείες, Καναδά και Πορτογαλία επίσης. Η μεγαλύτερη όμως επίθεση κατά του νέου δόγματος προερχόταν από την Ιρλανδία, την Γαλλία και την Γερμανία.
-Είναι αδιανόητο και λογικώς να έχει η Εκκλησία ένα διπλά αλάθητο: Στο αναμφισβήτητο αλάθητο της Εκκλησίας να προσετίθετο και το ατομικό αλάθητο του πάπα!
-Μέχρι το 1414 όλοι οι Δυτικοί επίσκοποι θεωρούσαν τις Οικουμενικές Συνόδους ιστάμενες υπεράνω του παπικού αξιώματος και τώρα ζητούν να μας πείσουν ότι ο πάπας είναι ανώτερος αυτών και των αποφάσεών τους.
-Εστηρίχθη όντως, μόνον στον δόλον και την βίαν.
«…Δι’ εμέ το όλον οικοδόμημα της παπικής παντοδυναμίας και αναμαρτησίας στηρίζεται εις τον δόλον και εις την απάτην, εις βιαιοπραγίαν και καταναγκασμόν και ότι η παντοδυναμία αυτή έχει ως θεμέλιον ατελειωτήτους κιβδηλίας και επινοήματα»31.
«Εις την Σύνοδον του Βατικανού δεν  είχομεν την απαραίτητον ελευθερίαν του λόγου και της κρίσεως ένεκα τούτου δεν δύναται αύτη να ονομασθεί αληθής σύνοδος και να έχει δικαίωμα να συνθέτει διατάγματα, άτινα ήσαν δυνατά να υποτάξουν τας συνειδήσεις ολόκληρου του καθολικού κόσμου…η σύνοδος αύτη απετέλεσε την πλέον σκανδαλώδη δημοσία παραβίαση του αρχαίου εκκλησιαστικού ρητού:
Quod semper, quod ubique, quod ab omnibus creditum est (=Ό,τι πάντοτε, ό,τι πανταχού, ό,τι υπό πάντων επιστεύθη). Εν μια λέξει, η πλέον πρόδηλος και αηδής άσκησις του παπικού αλαθήτου υπήρξε αναγκαία πριν αυτό τούτο το αλάθητο κηρυχθεί ως δόγμα….Η Σύνοδος δεν συνήλθε νομίμως…ότι οι βικάριοι εδαμάσθησαν από την πλέον σκανδαλώδη προπαγάνδαν και ότι όλος ο μηχανισμός της παπικής εξουσίας, την οποίαν εξήσκει εκείνη την στιγμήν ο πάπας της Ρώμης, συνετέλεσε εις το να εκφοβηθή και να ανασταλή πάσα ελευθερία εκφράσεως32…».  
-Δια της επινοήσεως του δόγματος του αλαθήτου επεδιώχθη η ενίσχυση του μοναρχικού πρωτείου στην πραγματικότητα όμως τούτο διεστράφη τελείως. Το πρωτείον ωδήγησε στο αλάθητον και αντιστρόφως το αλάθητον απετέλεσεν το αδιάσειστον βάθρον του πρωτείου.. Μετά την Α΄ Βατικανήν Σύνοδον τα δύο δόγματα  πρωτείου και αλαθήτου αποτελούν την μόνην αδιάσπαστον, αλλά και ανίερον συζυγίαν, την οποίαν εγνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Η αποκρουστική αυτή συζυγία καταργεί την επισκοπικήν διάρθρωση της εκκλησίας, εκμηδενίζει το αρχαίον συνοδικόν σύστημα, υποκαθιστά την Οικουμενική σύνοδον δια του εξωφρενικού αλαθήτου ενός προσώπου, του πάπα!!!
                                                                                                   

                                                                                                                     Συνεχίζεται       


26 ο.α. σ. 280-288.
27 Η καταδίκη της Παπικής/Ρωμαιοκαθολικής Ογδόης Συνόδου (η αντι-Φωτική Σύνοδος του 869/870 στην Κων/πολη) από τον Πάπα Ιωάννη Η’ πρωτοδιατυπώνεται στην επιστολή αυτού του Πάπα, «Επιστολή προς τους Αυτοκράτορες Βασίλειο, Λέοντα και Αλέξανδρο». Στην επιστολή αυτή, η οποία αναγνώσθηκε στην δεύτερη συνεδρία της Συνόδου του Φωτίου στην Κωνσταντινούπολη το 879/880 και συμπεριλαμβάνεται στην δεύτερη Πράξη των Πρακτικών, ο Πάπας Ιωάννης Η’ γράφει:
* «κατά πρώτον, ας παραλάβομεν τον Φώτιο, τον εξοχώτατο και ιερώτατο Αρχιερέα του Θεού και Πατριάρχη, αδελφό και συλλειτουργό μας, ο οποίος είναι συνδικαιούχος, συμμέτοχος και κληρονόμος της κοινωνίας η οποία υπάρχει εις την Αγία Εκκλησία των Ρωμαίων… παραλάβετε τον άνδρα αυτό απροσποίητα. Ουδείς να συμπεριφέρεται προσποιητά εξ αιτίας των αδίκων συνόδων που συστάθηκαν εναντίον του. Ουδείς, καθώς μπορεί να κρίνεται ορθόν από πολλούς που συμπεριφέρονται ως αγέλη, να κάνει χρήση των αρνητικών ψήφων των μακαριστών Ιεραρχών που προηγήθηκαν ημών. Αναφέρομαι στον Νικόλαο και τον Αδριανό, ως δικαιολογία (να εναντιωθούν σ’ αυτόν), καθ’ ότι εκείνοι δεν απέδειξαν τι είχε πονηρά κατασκευασθεί εναντίον του… Κάθε πράγμα που είχε γίνει εναντίον του έχει πλέον τελειώσει και έχει εξορισθεί…» (Το Λατινικό κείμενο είναι ως εξής: Ac primum quidem a nobis suscipi Photium praetantissimum ac reverentissimum Dei Pontificem et Patriarcham, in fratrem nostrum et comministrum, eundemque communionis cum sancta Romana ecclesia participem, consortem, et haeredem... Suscipite virum sine aliqua exrusatione. Nemo praetexat eas quae contra ipsum factae sunt innjustas synodos. Nemo, ut plerisque videtur imperitis ac rudibis, decessorum nostrorum beatorum Pontificum, Nicolai inquam, et Hadriani, decreta culpet... Finita sunt enim omnia, repudiata omnia, quae adversus cum gesta sunt, infirma irritaquae reddita...) Mansi τόμος 17, cls. 400D & 401BC.
*Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος, op. cit. p. 281f.
Μια παρόμοια καταδίκη βρίσκεται στην επιστολή του Πάπα Ιωάννη Η’, «Επιστολή προς Φώτιον», όπου γράφει: «Όσο για την Σύνοδο που συγκλήθηκε εναντίον της Σεβασμιότητάς σας, πράγματι την έχουμε ανακαλέσει και εντελώς καταδικάσει και αποβάλλει (από τα αρχεία μας): και λόγω άλλων αιτιών, και επειδή ο μακαριώτατος προκάτοχός μας ο Πάπας Αδριανός δεν την είχε προσυπογράψει…» (Λατινικό κείμενο: Synodum vero, quae contra tuam reverentiam ibidem est habita, rescidimus, damnavimus omnino, et abjecimus: tum ob alias causas, tum quo decessor noster beatus Papa Hadrianus in ea non subscripsit..." Mansi τόμος 17. 416E.
* Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος op. cit. p. 292.
Τέλος, στο υπόμνημα του Πάπα Ιωάννη Η’ Commonitorium ή Mandatum κεφ. 10, το οποίο αναγνώσθηκε από τους παπικούς εκπροσώπους στην Τρίτη Συνεδρία της ιδίας Συνόδου, βρίσκουμε τα ακόλουθα: «Ημείς [ο Πάπας Ιωάννης Η’] επιθυμούμε να δηλωθεί ενώπιον της Συνόδου, ότι η Σύνοδος που έλαβε χώρα εναντίον του προαναφερόμενου Πατριάρχου Φωτίου κατά την εποχή του Αδριανού, του Παναγιώτατου Πάπα στην Ρώμη, και η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως [869/70] πρέπει να εξοστρακισθούν από αυτής της στιγμής και να θεωρηθούν άκυρες και αβάσιμες, και να μην συναριθμηθούν με καμία από τις άλλες άγιες Συνόδους.» Τα Πρακτικά στο σημείο αυτό προσθέτουν: «Η Αγία Σύνοδος ανταποκρίθηκε, λέγοντας: Έχομεν αποκηρύξει αυτήν με τις ενέργειές μας, και την απορρίπτουμε από τα αρχεία μας και αναθεματίζουμε την εν λόγω (Ογδόη) Σύνοδο, όντες ενωμένοι με τον Φώτιο, τον Παναγιώτατο Πατριάρχη μας. Επίσης αναθεματίζουμε εκείνους που θα παραλείψουν να απορρίψουν ότι εγράφη ή ειπώθηκε εναντίον του από την λεγόμενη (Ογδόη) σύνοδο.
(Λατινικό κείμενο: Caput 10. Volumus coram praesente synodo promulgari ut synodus quae facta est contra praedictum patriarcham Photium sub Hadriano sanctissimo Papa in urbe Roma et Constantinopoli ex nunc sit rejecta, irrita, et sine robore; neque connumeretur cum altera sancta synodo. Sancta Synodus respondit: Nos rebus ispsis condemnavimus et abjecimus et anathematizavimus dictam a vobis synodum, uniti Photio sanctissimo nostro Patriarchae: et eos qui non rejiciunt scripta dictave nostra cum in hac dicta a vobis synodo, anathematizamus.) Mansi τόμος 17, cl. 472AB. Επίσης παρ. 489/490E όπου επαναλαμβάνονται αυτά τα σημεία ως αποδεκτά από την Σύνοδο. * Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος op. cit.σελ. 345 και σελ. 361). Βλέπε επίσης, A Successful Council of Union: a theological analysis of the Photian Synod of 879-880, Θεσσαλονίκη 1975, σελ.71.
28 Livre quaranfe quartieme C.XXII, Vol. III,p. 157---Dollinger, Οι περί του παπισμού μύθοι των μέσων αιώνων,1863.
29 Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήναι 1959,σ.299-300.
30 Άγιος Νεκτάριος, Μελέτη ιστορική….τ. Α΄, Αθήναι 1998, σ.190-191.
31 Φ. Κόντογλου, Τι είναι Ορθοδοξία και τι είναι παπισμός, εκδ. Β΄, σ. 30, Αθήναι, 1964.
32 Paul Ballester Convalier, σ. 55,56,57, Η μεταστροφή μου στην Ορθοδοξία, εκ των δηλώσεων του Strossmayer, δημοσιευθεισών στην εφημρίδα   KolnischeZeitung, 13 Ιουλίου 1881. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου