Πέμπτη 30 Νοεμβρίου 2017

ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ Ή ΘΕΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ;

Αθεΐας Ορμητήριον
Νερτερίων ιδεολόγημα
Θελξιμβροτών σόφισμα
Ραιστήρ Χριστιανισμού
Ωραιοποιημένη πλάνη
Πατρίδος ολετήρ
Ιθυφάλλων βιοθεωρία
Σοδομιστών καταφύγιον
Μισανθρώπων άλλοθι
Ορθολογισμού Θεοποίησις
Σαγήνη χαλιφρόνων
                 Ή
Θεοσοφιστών Ιάλεμος
Ελλήνων  Ίμερος
Ανθρωπιστών Ταράκτωρ
Νεποτισμού τάφος
Θεηπόλων πυξίς
Ρωμηοσύνης Καύχημα
Ωράνιον (Ουράνιον) δώρον
Παραδείσου Διαπιστευτήρια
Ιάτρευμα (ίασις) ψυχών
Σωτηρίας δόγμα
Μυστηρίων (Ορθοδοξίας) Μέθεξις
Ορθόδοξος Ανθρωπισμός
Σκοταδιστών Όλεθρος1
   *
MEΡΟΣ 11ο

Α΄  Α Ν Θ Ρ Ω Π Ι Σ Μ Ο Σ

4. ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ (17ος – 18ος αιών) [Συνέχεια 10ου μέρους]
στ. Κυριώτεροι από τους λοιπούς Ευρωπαίους «Διαφωτιστές»
1/ Μπαρούχ Σπινόζα (1632-1677)
α/ Ιουδαιο-πορτογαλλο-ολλανδός. Οι οπαδοί του Διαφωτισμού τον θεωρούν ως έναν από τους μεγάλους ορθολογιστές της φιλοσοφίας του 17ου αιώνα. Το έργον του, η «μεταθανάτια Ηθική», με το οποίον αντιτάχθηκε στον δυϊσμό πνεύματος-σώματος του Καρτεσίου,2 του χάρισε την αναγνώριση, στους κύκλους των ανθρωπιστών, ως ενός από τους σημαντικώτερους διανοητές της Δυτικής φιλοσοφίας.
Στον στενό κύκλο των ομοϊδεατών του, περιλαμβανόταν και ο Φραγκίσκος Φαν Ντεν Έντε (Van den Ende), πρώην Ιησουΐτης στην σχολή του οποίου, φοιτούσαν πολλά τέκνα Ιουδαίων (Jews) μαθαίνοντας λατινικά, στοιχεία Καρτεσιανής φιλοσοφίας και επιστήμης (μαθηματικά και φυσική), καθώς και χριστιανοί της αδελφότητος των Κολλεγιανών,3 που αργότερα ενώθηκε με τους Μεννονίτες4
β/ Ο Φρ. Φαν ντεν Έντε, είχε την φήμη όχι μόνον του Καρτεσιανού, αλλά επίσης του ελεύθερου στοχαστή και του άθεου, ακόμη και του πολιτικού ταραχοποιού (εκτελέστηκε στην Γαλλία, το 1674, μετά την εξέγερση του ιππότη ντε Ροάν).5 Εντούτοις, φαίνεται πως ο Φαν ντεν Έντε, παρέμεινε προσκολλημένος σε μια εθελοθρησκευτική μορφή παπισμού, παρ' όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε το θρήσκευμα αυτό στην Ολλανδία, λόγω του αυξανομένου ρεύματος των μεταρρυθμιστών.
γ/  Στις 27 Ιουλίου 1656, η συνέλευση της Συναγωγής (Ταλμούδ Τορά) του Άμστερνταμ, εξέδωσε ένα χερέμ (ένα είδος απαγόρευσης, απομόνωσης, εξοστρακισμού, απέλασης ή αφορισμού), εναντίον του 23χρονου Σπινόζα.6
Η πιο αξιοσημείωτη πτυχή της μομφής εξοστρακισμού του Σπινόζα από την Ιουδαϊκή κοινότητα, ίσως δεν ήταν η έκδοση εντάλματος αποβολής του Σπινόζα, ή η ανυπακοή του, αλλά το γεγονός ότι η αποβολή του Σπινόζα από την Ιουδαϊκή κοινότητα, δεν οδήγησε στον προσηλυτισμό του στον Χριστιανισμό. Ο Σπινόζα κράτησε το Λατινικό όνομα Benedict de Spinoza, διατήρησε στενή σχέση με τους Κολλεγιανούς, μετακόμισε ακόμη σε μια πόλη κοντά στην έδρα των Κολλεγιανών και ετάφη σε Χριστιανικό νεκροταφείο - αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ή υποψία ότι δέχτηκε ποτέ να βαπτιστεί ή συμμετείχε σε Χριστιανική (παπικού ή μεταρρυθμιστικού δόγματος), λειτουργία. Έτσι, από επιλογή του, ο Μπαρούχ ντε Εσπινόζα έγινε ο πρώτος κοσμικός Ιουδαίος της νεώτερης Ευρώπης.
And then, on July 27, 1656, Spinoza was issued the harshest writ of herem, ban or excommunication, ever pronounced by the Sephardic community of Amsterdam; it was never rescinded. We do not know for certain what Spinoza’s “monstrous deeds” and “abominable heresies” were alleged to have been, but an educated guess comes quite easy. No doubt he was giving utterance to just those ideas that would soon appear in his philosophical treatises. In those works, Spinoza denies the immortality of the soul; strongly rejects the notion of a transcendent, providential God—the God of Abraham, Isaac and Jacob; and claims that the Law was neither literally given by God nor any longer binding on Jews. Can there be any mystery as to why one of history’s boldest and most radical thinkers was sanctioned by an orthodox Jewish community?
δ/  Κυριώτερες θέσεις-αρχές της διδασκαλίας του Σπινόζα (Σ):
·Υπάρχει μία ουσία άπειρος και αυτοτελής, ο θεός, ο οποίος είναι η δρώσα φύση και το σύνολο πάντων των όντων.
·Ο θεός ταυτίζεται με το υλικό σύμπαν. «Ο Θεός δεν είναι πρόσωπον, αλλά ουσία που υπάρχει παντού» (Πανθεϊσμός) [Ο Σ. έχει ονομασθεί "προφήτης" και "πρίγκιπας" του πανθεϊσμού].
Εντούτοις, σε μια επιστολή του στον Χάϊνριχ Όλντενμπουργκ, δηλώνει ότι: «ως προς την άποψη ορισμένων ότι ταυτίζω τον Θεό με την φύση (θεωρούμενο ως ένα είδος μάζας ή σωματικής ύλης), κάνουν τελείως λάθος». Για τον Σπινόζα, το Σύμπαν (ο κόσμος μας), είναι ένας τρόπος με δύο χαρακτηριστικά της Σκέψεως και της Εκτάσεως. Ο Θεός έχει απείρως πολλά άλλα χαρακτηριστικά που δεν είναι παρόντα στον κόσμο μας.
Σύμφωνα με το Γερμανό φιλόσοφο Καρλ Γιάσπερς, όταν ο Σπινόζα έγραψε "Deus sive Natura" (Θεός ή Φύση), εννοούσε ότι ο Θεός είναι Natura naturans (Φύση που ενεργεί όπως η φύση) και όχι Natura naturata (Φύση ήδη δημιουργημένη).
·Η Βίβλος (εννοεί κυρίως την Τορά/Πεντάτευχο), είναι «αναγκαία δια την σωτηρίαν εκείνων των ανθρώπων, οι οποίοι δεν είναι προικισμένοι με μεγάλες πνευματικές ικανότητες, και οι οποίοι  αποτελούν και την μεγάλη πλειοψηφία του λαού», Για τους προικισμένους, όμως, με μεγάλες πνευματικές ικανότητες, ΔΕΝ είναι απαραίτητη…(ΣΣ: Η θέση αυτή του Σπινόζα, αφιερώνεται σε όσους εξακολουθούν να επιμένουν ότι η Παλαιά Διαθήκη, είναι το βιβλίο των Εβραίων! Διαβάζοντας την παραπάνω φράση του, αναφώνησα: Ώ Θεέ μου! Τι ανθρωπιστική.... ταπείνωση!!!).
·Η ελεύθερη λειτουργία του νου δεν πρέπει να εμποδίζεται στην αναζήτηση της αληθείας (ΣΣ: Προφανώς εδώ εννοεί σαν εμπόδιο, κυρίως, την δογματική διδασκαλία του Χριστιανισμού).
·Αναδεικνύει τον καθοριστικό ρόλο των μαζών, της multitudo, που εισβάλλει ορμητικά στην αρένα των Νέων Κόσμων, κουβαλώντας το φορτίο των φόβων της, απέναντι στην εξουσία και προκαλώντας τον φόβο της κάθε εξουσίας.7
·Ο καθοριστικός παράγων που δίνει κάθε φορά ιδιαίτερη μορφή στην εξουσία, την potestas, είναι η κίνηση των μαζών, ο φόβος τους (αυτός που κουβαλούν, εκείνος που προκαλούν) και, προπαντός, το δυναμικό τους, η protentia. Ο Σπινόζα ισχυρίζετο ότι το απολυταρχικό κράτος του καιρού του είναι αδύναμο, ότι παραμένει μετέωρο, σε επίφοβη θέση, όσο δεν αφήνει περιθώρια δράσεως και πραγματώσεως στο δυναμικό των μαζών. Είναι η κίνηση των τελευταίων που δημιουργεί το consensus, χάρη στο οποίο στερεώνεται το Κράτος και γίνεται όντως απόλυτο.
Με αφορμή αυτή την άποψη, μερικοί μελετητές των έργων  του Σπινόζα, θεωρούν ότι:
-Χαρακτηρίζει την δημοκρατία ως το κατ’ εξοχήν απόλυτο Κράτος, καθώς η Respublica έχει σκοπό την Ελευθερία.
-Διακηρύσσει, ενάντια στην επικρατούσα αστική πολιτική θεωρία, την πρωταρχικότητα τού ρόλου των μαζών, χωρίς να τις εξιδανικεύει.
·Η «αληθινή θρησκεία» ανάγεται, σε τελευταία ανάλυση, κατά τον Σπινόζα, σε ό,τι η Βίβλος ονομάζει δικαιοσύνη και έλεος, "Μισπάτ βε Ραχαμίν" εβραϊστί, την αγάπη στον πλησίον. Τα άλλα, τα περί υπερφυσικών παρεμβάσεων, θαυμάτων, προφητικών προβλέψεων κλπ. ή και η άκριτη αποδοχή των βιβλικών κειμένων κατά λέξη, ανήκουν στην σφαίρα των δυσειδαιμονιών και προλήψεων.
·Κάθε άνθρωπος αποτελεί μέρος της φύσεως ευρισκόμενος εντός των ορίων της (μέρος εις το πλαίσιον της αναλογίας του συνόλου).. Η θετική γνώση, μας γνωρίζει τους φυσικούς νόμους, αλλά η ενόρασις (έκλαμψη πνευματικής θεωρήσεως), μας γνωρίζει την βαθύτερη ουσία των πραγμάτων.
·Αναγνωρίζει τρία είδη γνώσεως με ιεραρχική δομή:
opinio: Η συγκεχυμένη και ανεπαρκής γνώση, η οποία στηρίζεται στην εμπειρία.
ratio: Η κοινή γνώση βάσει της οποίας γνωρίζουμε τα χαρακτηριστικά, αλλά όχι την ουσία των πραγμάτων.
scientia intuitiva (Ενόραση): Η γνώση των αιτιών των πραγμάτων, δηλαδή η γνώση των ιδιοτήτων ή κατηγορημάτων του Θεού.
ε/ O Μαρτιαλ Γκαρού (Γάλλος φιλόσοφος, 1891-1976), για να περιγράψει την άποψη του Σπινόζα για την σχέση μεταξύ Θεού και κόσμου, πρότεινε τον όρο "Πανενθεϊσμός" μάλλον παρά "Πανθεϊσμός". Ο κόσμος δεν είναι Θεός αλλά, κατά μία έντονη αίσθηση, «μέσα» στο Θεό. Όχι μόνο τα πεπερασμένα πράγματα έχουν τον Θεό ως αιτία τους, αλλά δεν μπορούν να κατανοηθούν χωρίς τον Θεό. Με άλλα λόγια, ο κόσμος είναι ένα υποσύνολο του Θεού.
Εν τούτοις, ο Αμερικανός πανενθεϊστικός φιλόσοφος Τσαρλς Χάρτσχορν (1897-2000), επέμενε στον όρο «Κλασικός Πανθεϊσμός», για να περιγράψει την άποψη του Σπινόζα.
Το 1879 ο πανθεϊσμός του Σπινόζα εγκωμιαζόταν από πολλούς αλλά από μερικούς θεωρείτο ανησυχητικός και επικίνδυνα επιζήμιος.
στ/ Το 1785 ο Φρίντριχ Χάϊνριχ Γιάκομπι (Γερμανός φιλόσοφος),  υποστήριζε ότι το δόγμα του Σπινόζα ήταν καθαρός υλισμός επειδή όλη η Φύση και ο Θεός δεν θεωρούνται τίποτε άλλο παρά εκτεταμένη ουσία. Αυτό, για τον Γιακόμπι, ήταν συνέπεια του ορθολογισμού του Διαφωτισμού και θα κατέληγε τελικά στον απόλυτο αθεϊσμό.
Ο Μόζες Μέντελσον (Γερμανο-ιουδαίος φιλόσοφος, 1729-1786), διαφωνούσε με τον Γιακόμπι, λέγοντας ότι δεν υπάρχει πραγματική διαφορά μεταξύ θεϊσμού (ντεϊσμού) και πανθεϊσμού. Η ελκυστικότητα της φιλοσοφίας του Σπινόζα στους Ευρωπαίους του τέλους του 18ου αιώνα, συνίστατο στο ότι παρείχε μια εναλλακτική του υλισμού, του αθεϊσμού και του ντεϊσμού. Τρεις από τις ιδέες του Σπινόζα τους γοήτευαν έντονα :
-Η ενότητα όλων όσα υπάρχουν.
-Η κανονικότητα όσων συμβαίνουν.
-Η ταυτότητα πνεύματος και φύσεως.
ζ/ Δεν είναι λίγοι οι συγγραφείς που έχουν δεχθεί εμμέσως ή αμέσως, ότι υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ της φιλοσοφίας του Σπινόζα και των Ανατολικών φιλοσοφικών παραδόσεων. Ο Γερμανός Σανσκριτολόγος του 19ου αιώνα Τέοντορ Γκόλντστύκερ, ήταν ένας από τους πρώτους που πρόσεξε τις ομοιότητες μεταξύ των θρησκευτικών αντιλήψεων του Σπινόζα και της Ινδικής παραδόσεως Βεντάντα [Βέντα (Βέδες), είναι τα ιερά κείμενα των Ινδουϊστών. Ο  Ινδουϊσμός βασίζεται στις Βέντα καθώς και στην διδασκαλία των Γκουρού], γράφοντας ότι η σκέψη του Σπινόζα ήταν:
«...ένα δυτικό φιλοσοφικό σύστημα, που καταλαμβάνει εξέχουσα θέση μεταξύ των φιλοσοφιών όλων των εθνών και των εποχών, τόσο ακριβής αναπαράσταση των ιδεών της Βεντάντα που θα μπορούσαμε να υποπτευθούμε ότι ο θεμελιωτής του έχει δανεισθεί τις θεμελιώδεις αρχές του συστήματός του από τους Ινδουϊστές, αλλά η βιογραφία του δεν μας ικανοποιεί, γιατί δεν είχε καμία ενημέρωση για τα δόγματά τους ...».
η/ Τέλος, για τους συγχρόνους του, ο Σπινόζα θεωρούνταν οπαδός του "ελευθεριασμού", καθώς ένας σύγχρονός του - ο Ζαν Μπατίστ Στόππα -, τον παρουσίαζε ως ανυποχώρητο κριτή όλων των θρησκειών, διάσημο σοφό και φιλόσοφο που ακολουθείται από «πολυάριθμους αιρετικούς».
Σχόλια
α/ Για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του Σπινόζα ερίζουν οι κριτικοί, μελετητές και οι θιασώτες του. Κάποιοι τον θεωρούν «πανθεϊστή», μερικοί τον αποκαλούν «πανενθεϊστή», μία μερίδα «υλιστή» και «αθεϊστή», και τέλος άλλοι τον ταυτίζουν με ινδουϊστή, ομόδοξο των ιδεών των ινδουϊστικών Βεντάτα.. Διαλέγετε και παίρνετε….
Η φιλοσοφία του Σπινόζα είναι αντιφατική. Κράμα των πλέον αντιθέτων στοιχείων: Πανθεϊσμού, Ορθολογισμού, μυστικισμού, δογματισμού, θρησκευτικότητος. Έβλεπε εις τον θεόν όλα τα πράγματα και εις όλα τα πράγματα τον Θεόν..
β/ Ορμώμενος από την αντίληψή του περί απολυτοποιήσεως της διανοίας, ζητεί αντί της θεώσεως του ανθρώπου την θεοποίηση του «ανθρώπινου νου». Αντί της «προσωπικής» αθανασίας, περί της οποίας ομιλεί η χριστιανική πίστη, αυτός εισάγει την «αθανασίαν του νου».
Αρνήθηκε τον χαρακτηρισμόν των συγχρόνων του ότι ήταν άθεος. Είτε το εννοούσε είτε όχι, ουδείς εχέφρων κριτικός μπορεί να αρνηθεί τον χαρακτηρισμόν ότι «ήταν αντι-ανθρωπιστής, διότι με τις θεωρίες του απεγύμνωνε την ψυχήν του ανθρώπου και τον απεμόνωνε σε μια σκοτεινή σοφίταν, με άδεια χέρια, με την ψυχήν πεινασμένην, τον πόθον της ευτχίας άσβεστον, και τον άνθρωπον να ζεί με τις φρούδες ελπίδες ενός παγερού πανθεϊσμού» (Χριστιανισμός και Ανθρωπισμός, Νικ. Βασιλειάδη 1986, σ. 171-174). 
Ο βιογράφος του Κολέρους αναφέρει ότι του άρεσε να βλέπει αραχνομαχίες: «Έβρισκε αράχνες και τις έβαζε να μάχονται μεταξύ τους, ή μύγες που τις έριχνε στον ιστό της αράχνης, και ύστερα κοιτούσε τη μάχη με τόση ευχαρίστηση, που ώρες ώρες ξεσπούσε σε γέλια». Και τούτο επειδή κατά τον ίδιον, τα ζώα μας δείχνουν ότι ο θάνατος είναι αναπόφευκτη κακή συνάντηση στην τάξη των φυσικών πραγμάτων.
 Η αραχνομαχία, ή η μάχη αράχνης - μύγας, μπορούσε να συναρπάσει τον Σπινόζα για πολλούς λόγους:
1// Από την άποψη της εξωτερικότητας του αναγκαίου θανάτου.
2// Από την άποψη της συνθέσεως των σχέσεων στην φύση (πως ο ιστός εκφράζει μια σχέση της αράχνης με τον κόσμο, σχέση που ως τέτοια ιδιοποιείται τις σχέσεις της μύγας).
3// Από την άποψη της σχετικότητας των τελειοτήτων [πώς μια κατάσταση που καταδεικνύει μιαν ατέλεια του ανθρώπου, επί παραδείγματι ο πόλεμος, μπορεί αντίθετα να μαρτυρεί μια τελειότητα, αν την συσχετίσουμε με μιαν άλλη ουσία, όπως την ουσία του εντόμου: (πρβ. Επιστολή XIX, στον Μπλέϊενμπερχ)].
Με τις αλλοπρόσαλλες και αντιφατικές ιδέες του, ο Σ. εδημιούργησε μεγάλην ταραχήν και φοβερή σύγχυση στους επιγόνους του.
Με τέτοιες αμπελοφιλοσοφίες και τραγελαφικές δοκησισοφίες, επιχειρούν οι σύγχρονοι διαφωτιστές, να μας «τρικλοποδιάσουν» και να μας παρουσιάσουν τον Σπινόζα ως ένα, δήθεν, μεγάλο διανοούμενο και διαφωτιστή….Ας ξεκαθαρίσουν πρώτα την θρησκευτικήν και φιλοσοφικήν του ταυτότητα και μετά «δεύτε διαλεχθώμεν».
γ/ Ο Σπινόζα ήταν ένας αμετανόητος ιουδαιόφρων, επηρεασθείς από την εφηβικήν ηλικίαν του από  την Ιουδαϊκή Καμπάλα, την οποίαν εδιδάχθη στην συναγωγή της κοινότητος των ομοφύλων του Ιουδαίων (Jews). Φανατικός αντιχριστιανός, που προσήρμοζε τις θρησκευτικές και φιλοσοφικές του ιδέες, αναλόγως της θρησκευτικής ταυτότητος και του επιπέδου παιδείας του ακροατηρίου και των αναγνωστών του και για τον λόγον αυτόν δεν είναι αβάσιμη η άποψη του θέση Ζαν Μπατίστ Στόππα, ότι ακολουθείται από «πολυάριθμους αιρετικούς».
δ/ Ήταν τόσο.. «ανοικτό μυαλό», «δεκτικός» άλλων απόψεων και..ταπεινός ανθρωπιστής, ώστε επέμενε ότι η φιλοσοφία του,  ήταν «η μόνη αληθής φιλοσοφία».
ε/ Το γεγονός ότι εξεδιώχθη από την ιουδαϊκή κοινότητα του Άμστερνταμ, επιδέχεται δύο ερμηνείες:
1// Αηδίασε ή διαφωνούσε, εν μέρει ή εν όλω, με τα λεγόμενα και πραττόμενα από τους ταλμουδιστές  ομοθρήσκους του, εντός της συναγωγής του Άμστερνταμ και ακολούθησε όπως οι περισσότεροι από τους «διαφωτιστές», την οδόν του αυτοφωτισμού και της αυτοθεοποιήσεως, με βασικόν πυρήνα της ιδεολογίας του, το Ταλμούδ και την Καμπάλα...8
2// Διετήρησε κρυφίως την ταλμουδική του ταυτότητα και εξεδιώχθη, δήθεν για τις αντιταλμουδικές απόψεις του, ουσιαστικώς όμως εκτελών αποστολήν προσηλυτισμού των χριστιανών της Δύσεως, διδάσκων αρχές και ιδέες που προσείλκυαν τους απογοητευμένους, αδικουμένους και αμφιταλαντευομένους από την δεσποτική συμπεριφορά του Πάπα κι των παπικών αξιωματούχων, ουσιαστικώς τους απομάκρυναν από τον Χριστιανισμόν, προκαλούσαν σύγχυση για την Παλαιά Διαθήκη και γενικώτερα για την αυθεντικότητα και θεοπνευστία της Αγίας Γραφής, οδηγούσαν σε αιρετικές και μεταφυσικές ατραπούς, και σήμαιναν σε κάθε περίπτωση, απογαλακτισμόν από την ορθήν διδασκαλίσν του Ιησού Χριστού.
Ένεκα τούτου, Ο αμερικανός ακαδημαϊκός και φιλόσοφος Ρίτσαρντ Πόπκιν (Richard Henry Popkin, December 27, 1923 – April 14, 2005), αμφισβήτησε την ιστορική αλήθεια της μομφής (αποπομπή του Σπινόζα από την Ιουδαϊκή κοινότητα), η οποία, όπως υπεστήριζε ο Πόπκιν, αναδείχθηκε σχεδόν 300 χρόνια μετά τον θάνατο του Σπινόζα.
2/ Εμμανουήλ Κάντ (1724-1804)
Γερμανός φιλόσοφος, θεολόγος και φυσικομαθηματικός. Ιδρυτής του λεγομένου Κριτικού Ιδεαλισμού. Από το 1760 αποδέχεται τον δογματικόν ορθολογισμόν. Το έργο του Καντ είχε επίδραση στο κίνημα του Ρομαντισμού και στην φιλοσοφία του Γερμανικού Ιδεαλισμού, αλλά και του Νεοκαντιανισμού του 19ου αιώνος και των αρχών του 20ου αιώνος.
Ο ανθρωπισμός του Κάντ συνίσταται εις τα εξής:
·Η πρόοδος του ανθρωπίνου γένους, από μιας αρχικής φυσικής, εις μίαν κατάστασιν εις την οποίαν ο λόγος καθοδηγεί την ηθικήν αυτοδιάθεσιν του ανθρώπου, είναι βραδεία.
·Η ευδαιμονία μας, δεν είναι καθήκον μας, διότι εκ φυσικής ροπής τείνομεν όπως επιτύχωμεν την τελειότητα.
·Το μόνον όργανον της επιστήμης είναι ο καθαρός λόγος (Διάνοια/νους, γλώσσα/σύνολον λεκτικών σημείων, εκ των οποίων εκφράζεται το σύνολο σκέψεων και κρίσεων).
·Η γνώσις πρέπει να βασίζεται σε κρίσεις apriori, επειδή μόνον όταν οι κρίσεις είναι αποσυνδεδεμένες από τα ενδεχόμενα της εμπειρίας, θα μπορούσαν να είναι αναγκαίες και συνθετικές.
·Στην γνωστική διαδικασία δεν είναι ο νους που προσαρμόζεται προς τα πράγματα, αλλά τα πράγματα που προσαρμόζονται προς τον νουν. Ο νους δίχως την αίσθηση είναι χωλός. Η αίσθηση δίχως τον νου είναι τυφλή.
·Θέσπιση μιας θρησκείας, για όλους τους ανθρώπους, εις την οποίαν όλα τα καθήκοντα είναι θείες επιταγές. (ΣΣ: Μακάρι να εννοούσε τις θείες επιταγές του Υιού και Λόγου του Θεού. Δυστυχώς όμως, δεν εννοούσε αυτό!).
·Λοιπές φιλοσοφικές και άλλες ιδέες του Καντ
Ο Κάντ:
.Επιχειρεί συμβιβασμόν της Εμπειριοκρατίας9 και του Ορθολογισμού. Η εμπειριοκρατία βλέπει τα καθήκοντά μας έναντι της ανθρωπότητος, από την σκοπιά της συμβολής τους εις την ευδαιμονίαν της ανθρωπότητος. Ο ορθολογισμός τα βλέπει από σκοπιάς επιτεύξεως της τελειότητος.
         .Όρισε τον διαφωτισμό (Aufklärung), στο δοκίμιό του Was ist Aufklärung? (Τι είναι Διαφωτισμός;), ως την περίοδο που χαρακτηρίζεται από το γνωμικό στην Λατινική γλώσσα, «Sapere aude!» («τολμήστε να είστε σοφός» ή «τόλμησε να γνωρίζεις») ή στην ερμηνεία που του δίνει ο ίδιος: «έχε το θάρρος, να χρησιμοποιείς το δικό σου νου», την δική σου σκέψη.
Σε ένα έργον του (1775) ο Κάντ, αναπτύσσει τη γένεσιν του κόσμου κατά τους μηχανικούς νόμους. Ήταν μάλιστα τόσον πεπεισμένος περί της μηχανικής γενέσεως του κόσμου, ώστε έλεγε: «Δότε μοι ύλην και εξ αυτής δύναμαι να δημιουργήσω έναν νέον κόσμον».
Κατά τον Κάντ, οι ιδέες οι οποίες διέπουν τον νουν και οι οποίες διήκουν δια μέσου της Ιστορίας της φιλοσοφίας είναι: Η ιδέα της ψυχής, η ιδέα του κόσμου και η ιδέα του Θεού. (ΣΣ: Δηλαδή εδίδασκε ότι ο Θεός είναι ιδέα!!!).
Δια της κριτικής Ιδέας του Θεού, άγεται ο νους εις το να θεωρεί την ιδέαν ταύτην ως απλούν αίτημα, ως δέον το οποίον σχετιζόμενον με το αίτημα της ελευθερίας του ανθρώπου, αποτελεί το αντικείμενο της ηθικής φιλοσοφίας.
Το καρκίνωμα της ανθρωπίνης αλαζονείας, είναι ότι ο άνθρωπος, μπορεί μόνος του να ερμηνεύει τα πάντα, από τον Θεό μέχρι το τελευταίο δημιούργημα. [ΣΣ: Μάλλον βραβείο Νόμπελ Εωσφορικής (θεοποιημένης) αλαζονείας, θα έπρεπε να πάρει ο Καντ και όλοι οι λεγόμενοι διαφωτιστές. Αλλά ποιος να τους το δώσει, αφού κανένας δεν μπορεί να γίνει μέλος της σχετικής επιτροπής απονομής των βραβείων, εάν δεν είναι «ανθρωπιστής», διαφωτιστής, αντίχριστος και Νεοεποχίτης]!
Κρίσεις apriori περί της ουσίας της ψυχής της απολύτου αιτίας του κόσμου και περί της ουσίας του Θεού δεν υπάρχει, διότι δεν υπάρχουν τα αντικείμενα προς τα οποία αναφέρονται οι κρίσεις αυτές.
Η κριτική του πρακτικού λόγου, απαλλάσσουσα τις ιδέες του Θεού και της ελευθερίας, από την οντολογικήν επιβάρυνση, προσδίδει χαρακτήρα δεοντολογικόν και οικοδομεί επ’ αυτών την ηθικήν του ανθρώπου...και γενικώς τον ιστορικό βίο της ανθρωπότητος.
Το ιδεώδες του υψίστου αγαθού προϋποθέτει παγκόσμιον ηθικήν τάξιν, η οποία με την σειράν της προϋποθέτει λογικήν βούλησιν του Δημιουργού.
 Ναι, αλλά ποίος είναι ο δημιουργός κατά τον Καντ;).
Ο Χριστός είναι το ιδεώδες της τελείας ανθρωπότητος και πίστις εις τον Χριστόν, είναι πίστις εις την δύναμιν του ιδεώδους τούτου.
Ισχυρίζετο με «το έτσι θέλω», ο Θεός να εί­ναι η δικαίωση, το «εύρημα» και η δόξα των δι­κών του στοχασμών. Κι ενώ ΔΕΝ δεχόταν, πως είναι δυνατό να υπάρξει λογική απόδειξη, για την ύπαρξη του Θεού, εντού­τοις ο ίδιος προσπάθησε, μέσα από έναν κυκεώνα επιχειρη­μάτων, αξιωμάτων και θεωρημάτων, της... δικής του λογικής (!), να βρει τον Θεό - Δημιουργό παρακάμπτοντας και αποφεύγοντας την ΠΙΣΤΗ!
Γράφει ο Παναγ. Κανελλόπουλος (Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος/ΙΕΠ):
«Λογική απόδειξη... για την ύπαρξη του Θεού αποκλείεται κατά τον Καντ... στην Κριτική τον Καθαρού Λόγου... από την σκό­πιμη και σοφή τάξη, που επικρατεί στον φυσικό κόσμο, συνά­γει την ύπαρξη ενός «αιώνιου και πανσόφου αρχιτέκτονος του Σύμπαντος» (VΙΙ/312).
«O Καντ, που απέρριψε (όπως είπα­με) κάθε λογική απόδειξη για την ύπαρξη τον Θεού, θεώρησε την πίστη στον Θεό ως απόρροια της Ηθικής και όχι ως προϋ­πόθεσή της» (VIΙ/312).
«Εμφανίζει την ύπαρξη του Θεού ως α­πόρροια της ηθικής. “Η Ηθική” γράφει ο Καντ... (“οδηγεί... άφευκτα (unumganglich) στην θρησκεία, και αυτή τη διευρύνει προς την ιδέα ενός κυρίαρχοy ηθικού νομοθέτη (eines machthabenden moralischen Gesetzgebers), που στη βούλησή του τελικός σκοπός (της δημιουργίας του κόσμου) είναι ό,τι μπορεί και οφείλει να είναι ο τελικός σκοπός του ανθρώπου... Έτσι γίνεται... η θρησκεία μια απαί­τηση του ηθικού Νόμου... Δεν στηρίζεται η Ηθική στην Θρη­σκεία, αλλά η Θρησκεία στηρίζεται στην ηθική. Ωστόσο, ζητά­ει (η Ηθική) τη Θρησκεία ως όρο για την τελείωσή της» (VII/317).
Στον πρόλογο του βιβλίου του («Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ»), ο Καντ «αποφαίνεται» ότι «ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη από την ιδέα μιας άλλης ανώτερης ύπαρξης για να δε­χθεί τα καθήκοντά του... Για ν’ ακολουθεί ο άνθρωπος την ηθι­κή δεν έχει την ανάγκη καμμιάς θρησκείας, αλλά, χάρη στον ορθό λόγο, αρκεί ο εαυτός του»!
Ο άνθρωπος δεν  χρειάζεται κάποιον Θεό ούτε κάποια θρησκεία για να σκέφτεται και να συμπεριφέρεται σωστά, γιατί το πώς πρέπει να συμπεριφέρε­ται είναι κάτι, που προκύπτει απ’ τον «ορθό λόγο», δηλαδή απ’ τον κοινό νου, την πρακτική λογική, κι αν θέλει να κατα­λάβει την έννοια του Θεού και να δεχθεί την ύπαρξή του, δεν χρειάζεται η διαμεσολάβηση (μεσιτεία) του ΑΠΟΚΑΛΥΜ­ΜΕΝΟΥ και ΕΝΣΑΡΚΩΘΕΝΤΟΣ Λόγου του Θεού Ιησού Χριστού, αλλά αρκεί ο ΚΡΥΜΜΕΝΟΣ μέσα μας ΟΡΘΟΣ ΛΟΓΟΣ.
Γι’ αυτό κι’ ο θρησκειολόγος Χέλμουθ ντε Γκλάξεναπ (Helmuth de Glasenapp) στο έργο του «Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ» (βλ. Ελληνική μετάφραση του Νικηφόρου Βρεττάκου, σελ. 389), γράφει για τον Καντ:
«Ο Κάντιος... δίδαξε ασφαλώς την ύπαρξη του Θεού και την αθανασία της ψυχής σαν απαιτήσεις της «πρακτικής λογικής», αλλ’ αρνήθηκε την δυνατότητα μιας αποκαλύψεως, την ανάστα­ση της σάρκας, το τέλος των πάντων. Δεν απέδωσεν επίσης στο πρόσωπο του Χριστού μια υπεργήϊνη προέλευση ούτε ρόλο με­γαλύτερο από τον ρόλο άλλων φιλοσόφων στη σωτηριολογία και προσπάθησε να εξηγήσει τα Χριστιανικά δόγματα σαν μυ­στικιστικές επενδύσεις ηθικών ιδεών».
Η επιτίμηση του Βασιλιά της Πρωσσίας, Φρειδερίκου Γουλιέλμου Β'
Ο Καντ «θεωρήθηκε αχαλίνωτος, επι­κίνδυνος, λίγο ή πολύ Ιακωβίνος» για το έργο του «Η θρησκεία μέσα στα όρια του Καθαρού λόγου» («Religion innerhalb der Grenzen der blossen Vernunft»), για το οποίο, όταν δημοσιεύθηκε το 1793 υπέστη μια αυστηρή (έγγραφη) επιτίμηση του Βασιλιά της Πρωσσίας, Φρειδερίκου Γουλιέλμου Β', ότι κάνει κατάχρηση της φιλοσοφίας του, για να παραμορφώνει και να υ­ποτιμά βασικές διδαχές της Αγίας Γραφής και του Χριστιανι­σμού, παραβαίνοντας με ανευθυνότητα και ασυνειδησία τα καθήκοντά του ως διδασκάλου της νεολαίας» (V11/324).
Η έγ­γραφη αυτή επιτίμηση, που υπογραφόταν, εξ ονόματος του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Β', από τον υπουργό «του Κράτους και της Δικαιοσύνης» Γιόχαν Βαίλνερ (Johann Cristoph Wolner, 1732 - 1800) τελείωνε ως εξής: «Απαιτούμε να αποκτήσε­τε τάχιστα ευσυνείδητη ευθύνη και αναμένουμε από σας, για να αποφύγετε την υψίστην δυσμένειαν Ημών, να μη γίνετε στο μέλλον ένοχος παρομοίων πραγμάτων» (VI1/324).
Όταν έλαβε το επιτιμητικό και εξευτελιστικό έγγραφο απ’ τον βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο Β΄ που αναφέραμε παραπά­νω, αντί να εμμείνει στις απόψεις του, αντί να υποστηρίξει δημόσια και φωναχτά τις «φιλοσοφικές» του αρχές, δοξασίες και διδαχές, αντί να δείξει στους αναγνώστες, μαθητές και ο­παδούς του πόσο διατεθειμένος ήταν να φθάσει ακόμη και στον θάνατο, για να υπερασπισθεί τα όσα πίστευε και δίδα­σκε ως αλήθεια, αυτός προτίμησε να βγάλει τον (φιλοσοφικό) σκασμό και ν’ α­παντήσει, στο έγγραφο του βασιλιά, ότι: «Ως πολύ πιστός υπή­κοος» («als getzeuster Unterthan») θα σταματήσει τις παραδό­σεις του (ΣΣ:Στο Πανεπιστήμιο) και την εκτύπωση πραγμα­τειών γύρω στα θέματα της θρησκείας…».
Σε ένα χαρτάκι, που βρέθηκε μετά τον θάνα­τό του,έγραψε:
«Ανάκληση και απάρνηση των εσωτερικοί πε­ποιθήσεων είναι κάτι χυδαίο (ist niedertrachtig), αλλά η σιω­πή (ΣΣ: Προσέξτε, το νόημα του μηνύμα­τος που στέλνει απ’ τον τάφο του ένας «μεγάλος» φιλόσο­φος!), σε μια περίπτωση σαν κι αυτή, είναι καθήκον του υπηκό­ου. Κι’ αν ακόμα, όλα όσα λέει κανένας, είναι χωρίς άλλο η αλή­θεια (wahr sein muss), αυτό δεν επιβάλλει και το καθήκον, να λέει κανένας όλες τις αλήθειες δημόσια» (VII/324-325).
Σχόλια
α/ Αυτός ήταν ο «καθαρός λόγος» του «διαφωτιστή» φιλοσόφου Καντ: Αυτοεξευτελισμός και εθελούσια υποταγή, χωρίς την παραμικρή αντίδραση, στην εντολή του αυτοκράτορα!
Μετά την δήλωση υποταγής στον βασιλιά, προέβη σε μία άλλη απίστευτη, απαράδεκτη και χυδαία, κατά έγγραφη δήλωση του ιδίου, ενέργεια, μη αρμόζουσα σε έναν υποτιθέμενο φιλόσοφο, στην προσπάθειά του να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ήτοι: «Η δήλωση υποταγής στον στρατοκράτη βασιλιά, είναι καθήκον κάθε υπηκόου».
β/ Με κριτήρια άσχετα με την θεολογία, την Δογματική της Εκκλησίας και την Χριστιανική Πίστη, ο Καντ υπήρ­ξε όχι μόνο ένας αντίχριστος ψευδοφιλόσοφος, αλλά κι ένας ψοφοδεής υποκριτής, που ενώ αφιέρωσε τη ζωή του ολόκλη­ρη, για να μιλά και να γράψει, για την «Ηθική» και τον «Καθα­ρό Λόγο», μόνο στις επιταγές της Ηθικής και του Καθαρού Λόγου δεν υπάκουσε, όταν, ΜΙΑ φορά στην ζωή του, χρειάσθηκε, με την δική του συμπεριφορά να αποδείξει πόσο υπελόγιζε την Ηθική και πώς εννοούσε τον... Καθαρό Λόγο.
γ/ Τα κείμενα του Κάντ ταλαιπωρούν και είναι κατανοητά μόνο εφ’ όσον διαβαστούν μέσα από... αναλύσεις άλλων (!) και οδηγούν τον αναγνώστη - μεσ’ από δαιδαλώδεις στοχα­στικές περιπλανήσεις και κοινοτοπικά φραστικά σχήματα και ιδεολογήματα - πολύ μακρυά από τον ενσαρκωμένο Λόγο, του μοναδικού κι αληθινού Θεού, τον Ιησού Χριστό.
Οι απόψεις του  Καντ με τον «καθαρό λόγο» του, έχουν ΤΟΣΗ σχέση με την Αλήθεια, που υπάρχει μέσα στην Διδασκαλία και τις αποκαλύψεις του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, αλλά και μ’ αυτήν ακόμη την αλήθεια, όπως την αντιλαμβά­νεται, ΟΣΗ (σχέση) έ­χουν... το άσπρο γάλα με την μαύρη πίσσα!                      
δ/ Ο Κάντ παρακολούθησε επί αρκετό χρόνο μαθήματα Θεολογίας στο Πανεπιστήμια» - αναζήτησε, στα ώριμα χρόνια του, την «αλή­θεια» και την «σοφία τον κόσμον» Weltweischeit»), μα κι Αυ­τόν τον Ίδιο τον Θεό, μέσα από φιλοσοφικά ιδεολογήματα δι­κής του επινόησης, που τα ονόμασε «Κριτικό Ιδεαλισμό» ή «Κριτική τον καθαρού λόγον». Θέλησε να βρει τον Θεό ΜΟ­ΝΟΣ του και μακρυά απ’ τον Ιησού Χριστό, παρ’ ότι Τον είχε ακούσει (μεσ’ απ’ τα κείμενα της Καινής Διαθή­κης, που μελετούσε όταν σπούδαζε Θεολογία).
Αυτός ήταν ο αντίχριστος, «στοχαστής» ψευτοφιλόσοφος Καντ. Αυτή ήταν η χυδαία (κατά τους δικούς του λόγους) αντίδρασή του, στην αυστηρή επίπληξη του βασιλέως.
Ποιος τολμά να συγκρίνει τον νάνο ψευτοφιλόσοφο Καντ με τους γίγαντες της Ελληνικής φιλοσοφίας, Πλάτωνα, Αριστοτέλη και ΣΩΚΡΑΤΗ;


Συνεχίζεται









1 Θεηπόλος (αντί Θεοπόλος)= Ιερεύς, Υπηρέτης του Θεού.
Θελξίμβροτος (ο, η)= Ο θέλγων, ο απατών δι’ ηδονής, τους ανθρώπους.
Ιάλεμος= Θρήνος, κοπετός.
Ιθύφαλλος (ο)= Ασελγής, κακοήθης, διεφθαρμένος άνθρωπος.
Ίμερος (ο)= Επιθυμία, έρως.
Μισάνθρωπος (ο, η)= Ο μισών τους ανθρώπους.
Νερτέριος,α,ον=Ο ανήκων ή ευρισκόμενος εις τους νερτέρους (τους υπό γην), υποχθόνιος.
Ραιστήρ(ο, η)= Κατασυντρίβων, Συνθλίβων, σφύρα.
Χαλίφρων-ονος (ο, η)= ελαφρόνους, κουφόνους, ενδοτικός.
2 Δυϊσμός (Dualismus): H μεταφυσική θεωρία η οποία εξηγεί την τάξη των πραγμάτων στο Σύμπαν εν γένει, δια της παραδοχής της συνδυασμένης ενεργείας δύο αντιτιθεμένων αρχών, της Ύλης και του Πνεύματος. Ως πρώτος δυϊστής θεωρείται ο Εμπεδοκλής. Κατά τους νεωτέρους χρόνους κυριώτερος εκπρόσωπος είναι ο Καρτέσιος. 
3 Κολλεγιανοί: Μία οργάνωση που ιδρύθηκε το 1619 στην Ολλανδία, μεταξύ των Αρμινιανών και Αναβαπτιστών, τα μέλη της οποίας συναθροίζονταν την πρώτη Κυριακή εκάστου μηνός, με κύριο στόχο να αμβλύνει τις διαφορές Καλβινιστών και λοιπών προτεσταντικών ομάδων. [(the Collegiants) Collegiani; Dutch: Collegianten)], also called Collegians, were an association, founded in 1619 among the Arminians and Anabaptists in Holland. They were so called because of their colleges (meetings) held the first Sunday of each month, at which everyone had the same liberty of expounding the scripture, praying, etc.
4 Μεννονίτες: Οπαδοί του Μέννο Σίμονς (1496-1561), που έχουν ως κανόνα ζωής των την επί του όρους ομιλίαν του Ιησού. Αρνούνται να υπηρετήσουν στο στράτευμα, αρνούνται τα πολιτικά δικαστήρια και βαπτίζουν τα τέκνα τους στο 16ο έτος της ηλικίας τους. Μία ψευδοχριστιανική παραλλαγή των αντιρρησιών συνειδήσεως.
5 Ιππότης ντε Ροάν: Επονομασία του Louis, πρίγκιπα de Rohan (1635-1674). Κυνηγεσιάρχης και κατόπιν αξιωματούχος στην φρουρά του Λουδοβίκου ΙΔ', εναντίον του οποίου συνωμότησε μαζί με τους Ολλανδούς, με συνέπεια να εκτελεστεί.
6 Μετά την μομφή/αποπομπή του, λέγεται ότι ο Σπινόζα απηύθυνε μια «Απολογία» (υπεράσπιση), γραμμένη στα Ισπανικά, στους πρεσβύτερους της συναγωγής, «στην οποία υπερασπιζόταν τις απόψεις του ως ορθόδοξες και κατήγγελλε τους ραββίνους ότι τον κατηγορούσαν για «απαίσιες πρακτικές και άλλες αχρειότητες απλώς και μόνο επειδή είχε αδιαφορήσει για εορταστικές τελετουργίες». Αυτή η «Απολογία» δεν διασώθηκε, αλλά μέρος των περιεχομένων της μπορεί να συμπεριλήφθηκε αργότερα στην Θεολογική - Πολιτική Πραγματεία του.
Για παράδειγμα, στην «απολογια» του, παρέθεσε μια σειρά αινιγματικών δηλώσεων του μεσαιωνικού βιβλικού σχολιαστή Αβραάμ Ιμπν Έζρα, που υπαινίσσεται ότι ορισμένα προφανώς αποσπάσματα της Πεντατεύχου, δεν ήταν Μωσαϊκής προελεύσεως, ως απόδειξη ότι οι δικές του απόψεις είχαν έγκυρο ιστορικό προηγούμενο.
7 Βλ. Ε. Balibar, La Crainte des masses, Γαλιλεε, 1997.
8 Τhe Door of Heaven and Spinoza’s Early Influences
«But in this post, given my personal context, I simply want to post a significant passage on the connection between some of Spinoza’s most elementary ideas, and the thesis that Spinoza was strongly influenced by concepts found in the Kabbalah and the Zohar. Long have I noticed the similarities, and have even come upon other sources outlining them, but it seems that it is a fact/thesis that often get forgotten – some of Spinoza’s most significant contributions to philosophy, not to mention his involute and sometimes sublated Neoplatonism, are best reflected in the ideas found  in this religious thinking. It is good to provide a googable link and easy reference for those who have not thought about it much.
The best Spinoza interpreters continued to link the great philosopher with the doctrines of the authentic Kabbalah, especially those of the Zohar. One of the most important among them was Stanislaus von Dunin-Borkowski, a German Jesuit whose book Der Junge de Spinoza/ is still a classic hardly ever matched by more recent publications. Dunin-Borkowski has a full chapter called “Kabbalistische Wanderfahrten” (Kabbalist travels). A subdivision of it reads (pp. 176-90): “Der Ursprung der Mysticism-Kabbalah und die Urkeime des Spinozismus” (The origin of Mystericism-Kabbalah and the first germs of budding Spinozism).
The author stresses that “a higher form of cognition of all finite things, a cognition of God and the light of eternity in the Kabbalah as well as in De Spinoza appears as the highlight of Ethics“. According to him, there was a highly developed older and intermediary type of Jewish mysticism prevailing beside the Kabbalahin the thirteenth century, and the Talmudists had already conceived the existence of mediators between God and the Universe.
From these mystics, he concludes, an infinitely long and slow but almost straight evolution leads, through the ideas of the (kabbalistic) sephiroth and the neoplatonic emanations, directly to the basic concepts of the natura naturans and the first links of the natura naturata in Spinoza’s system. Dunin-Borkowski, in contrast to Heinrich Grätz, the well-known historian of Jews in Germany, calls the sephiroth in the Sepher Jetzirah (Book of Creation) of the Zohara “highly advanced evolution of the secret philosophy of the Talmud, a groping for a link with secular science, an important transitional work pointing to the speculation of the oldest gaonitic religious philosophers…. (Πηγή: “Spinoza and Kabbalah” by Henry Walter Brann, in Spinoza: Context, sources, and the early writings (2001), edited by Genevieve Lloyd).
If Spinoza had read The Door of Heaven it was likely before the age of 15, but really the Kabbalah was a prevalent conceptual touch-stone at this time due to messianic stirrings in the political realm. In any case, as I see it, Spinoza’s Kabbalistic influence seems likely, and it is noteworthy that Brann reads the Kabbalistic impulse, along with its mathematical preoccupations, as part of the attempt of mysticism to come to grips with the power of science.
In a certain sense Spinoza’s system can be seen as an extremely rigorous, scientific and literal radicalization of both the religious impulse of the Kabbalah, but also its political force (an immanent unity towards a freedom through communication, an offspring of Renaissance revolutionary conceptions of civil transformation).
9 Εμπειριοκρατία [(Ε)- εμπειρισμός]=Γνωσιολογική θεωρία αντίθετος του ορθολογισμού. Κατ’ αυτήν, πηγή αληθούς γνώσεως είναι μόνον οι εμπειρίες εκ των αισθήσεων. Ιδρυτής και θεμελιωτής του εμπειρισμού είναι ο Άγγλος φιλόσοφος Locke. Εις την φιλοσοφικήν μεθοδολογία, Ε. είναι η υπό του Φραγκίσκου Βάκωνος διατυπωθείσα άποψις, όπως κάθε επιστήμμη εκκινεί πάντοτε εκ του πειράματος και της παρατηρήσεως και προχωρεί κατόπιν επαγωγικώς. Άλλοι θεωρητικοί του Ε. είναι ο συγγραφεύς του «Λεβιάθαν» Θωμάς Χομπς (Th. Hobbes), ο Νταίηβιντ Χιούμ, ο Μπέρκλεϋ, κ.α. ειδικώτερη περίπτωση του Ε. είναι η αισθησιοκρατία…