Πέμπτη 30 Ιουνίου 2016

ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1
  



«… Κι απ’ τη Χρυσή την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης, ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε μεσ’ την Πόλη, στην Αγιά Σοφιά. 2
Και χύνεται ο ήλιος της κορώνας του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη σαν τα λούλουδα και χάνεται ο Φράγκος σαν την καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)

ΜΕΡΟΣ 23ο


Ι. ΡΩΜΑΙΟΙ/ΡΩΜΗΟΙ- ΕΛΛΗΝΕΣ-ΓΡΑΙΚΟΙ (Συνέχεια 22ου μέρους)
4.  Η Ρωμαίϊκη Εθνική συνείδηση
Πέντε ήσαν οι βασικές συνιστώσες που διαμόρφωσαν σταδιακώς την Ρωμαϊκή/Ρωμαίϊκη Εθνική Συνείδηση:
1η/ Ο υπερεθνικός χαρακτήρας του Ρωμαίϊκού κράτους.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν ο ισχυρότερος πολιτικός οργανισμός στην ως τότε Ιστορία της ανθρωπότητας και, επιπλέον, μετά την ενσωμάτωση της Ελλάδας και την σταδιακή δημιουργία του λεγομένου ελληνορωμαϊκού (στην ουσία Ελληνικού) πολιτισμού, ο αποκλειστικός φορέας πολιτισμού στην Ευρώπη και την Μεσόγειο. Σ’ όλη αυτή την τεράστια έκταση δεν υπήρχε άλλο πολιτισμένο κράτος. Μέσα στην αυτοκρατορία υπήρχαν πολλά έθνη, διάφορες γλώσσες και διάφορες θρησκείες, όμως όλα αυτά ήταν ασήμαντα μπροστά στην διαφορά Ρωμαίου και βαρβάρου, την διαφορά πολιτισμού και πρωτογονισμού. (Μέχρι τα μέσα του 4ου αιώνα κανένας βαρβαρικός λαός της Δύσεως δεν είχε καν ανακαλύψει την γραφή. Οι Γότθοι ήταν οι πρώτοι που απέκτησαν αλφάβητο τότε).
Σ’ αυτό το πολυεθνικό κράτος οι πολίτες του (και όσοι κάτοικοι δεν είχαν γίνει πολίτες ως το 212 μ.Χ. έγιναν τότε) ήταν περήφανοι για την Ρωμαϊκότητά τους και για την Ελληνική παιδεία τους. Η φυλετική και εθνική καταγωγή σταδιακά έπαψαν να είναι αποφασιστικοί παράγοντες για να σχηματισθεί σταδιακώς η συλλογική αυτοκρατορική/Ρωμαίϊκη συνείδηση, η δε ρωμαϊκότητα περιβλήθηκε – όπως συμβαίνει συχνά σ’ αυτές τις περιπτώσεις – μεταφυσικό ένδυμα. Η Ρώμη απεκαλείτο «αιωνία πόλη» και η πίστη στην αιωνιότητά της ήταν βαθύτατη και ακλόνητη.
2η/ Το Ρωμαϊκό Δίκαιο.
Ο 6ος αιώνας σφραγίζεται από την βασιλεία του Ιουστινιανού. Ένα τιτάνιο, χωρίς προηγούμενο, νομοθετικό έργο ολοκληρώνεται σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα. Πρόκειται για την συστηματική κωδικοποίηση του λεγομένου ρωμαϊκού δικαίου σε ένα «σώμα», το περίφημο Corpus Iuris Civilis, όπως μετονομάστηκε.
Το κράτος θα χρησιμοποιήσει το απαράμιλλο αυτό εργαλείο για την απονομή δικαιοσύνης σε όλη την διάρκεια της ζωής του και θα το μεταβιβάσει ως ανεκτίμητη κληρονομιά για την νομική επιστήμη στην Ευρώπη των νεότερων χρόνων.
Τα Βασιλικά υπήρξαν η τελευταία επίσημη κωδικοποίηση του δικαίου της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που έγινε επί της δυναστείας των Μακεδόνων αυτοκρατόρων (9ος-10ος αιώνας). Τα Βασιλικά είχαν μεγάλη απήχηση στην εξέλιξη της νομικής επιστήμης, ιδιαίτερα στον ελλαδικό χώρο, όπου αποτέλεσαν ισχύον αστικό δίκαιο στο σύγχρονο ελληνικό κράτος, μέχρι την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα το 1946. Η πρώτη έντυπη έκδοσή του έγινε στο Παρίσι το 1540.
Αυτό έγινε μέσω της Εξαβίβλου, μιας συστηματικής συλλογής νόμων «βυζαντινού» δικαίου, που έγινε από τον δικαστή της Θεσσαλονίκης Κων. Αρμενόπουλο γύρω στο 1345 για χρηστικούς σκοπούς και έμελλε να έχει εντυπωσιακή σταδιοδρομία στην συνέχεια. Η Εξάβιβλος εισήχθη ως νόμος του σύγχρονου ελληνικού κράτους με το βασιλικό διάταγμα «περί πολιτικού νόμου» της 23 Φεβρουαρίου/7 Μαρτίου 1835:
«Οι πολιτικοί νόμοι των βυζαντινών αυτοκρατόρων οι περιλαμβανόμενοι εις την Εξάβιβλον του Αρμενοπούλου, θέλουν ισχύσει μεχρις ού δημοσιευθή ο πολιτικός κώδιξ του οποίου την σύνταξιν διετάξαμεν ήδη…».



Αν και διαθέτουμε ελάχιστα στοιχεία για την κατάσταση των βαρβάρων της Δύσεως εκείνη την περίοδο, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η απόσταση Ρωμαίων και βαρβάρων διατηρήθηκε μέσα σ’ αυτό το καθεστώς βαρβαρικής κατοχής και οι βάρβαροι λαοί, διατηρήθηκαν στην κατάσταση πολιτιστικής ερημώσεως και βαρβαρότητος.
Υπήρχαν τρεις σημαντικοί λόγοι γι’ αυτό.
-Ένας πολύ σημαντικός λόγος για τον οποίο δεν αφομοιώθηκαν οι βάρβαροι ήταν ότι τις όποιες διαφορές, στεγανοποιούσε και η διαφορετική νομική παράδοση. Οι νόμοι των φραγκικών/γερμανικών φυλών (Λογγοβάρδων, Φράγκων, Γότθων, Βησιγότθων, κλπ) ήταν προσωπικοί ενώ οι ρωμαϊκοί ήταν γεωγραφικοί. Αυτό σήμαινε ότι, για παράδειγμα, ένας Λογγοβάρδος κρινόταν με βάση το λογγοβαρδικό νόμο, ανεξάρτητα από το που ζούσε. Αντίθετα, στο ρωμαϊκό δίκαιο, όλοι οι κάτοικοι στο έδαφος της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ανεξάρτητα από εθνικότητα, κρίνονταν με βάση το ρωμαϊκό δίκαιο, πράγμα που βοηθούσε στην εξάλειψη των εθνικών και άλλων συναφών διαφορών.
-Δεύτερος λόγος ήταν, η ανάπτυξη της «ου κατ’ επίγνωση» ζηλωτικής «εθνοφυλετικής συνειδήσεως» στους βαρβαρικούς λαούς. Η γερμανική νομοθεσία έπαιξε έτσι σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή της, αφού ξεχώριζε αυστηρά τους διάφορους λαούς. Η νομική παράδοση συντέλεσε μ’ αυτό τον τρόπο στην αποδυνάμωση ή εξαφάνιση της Οικουμενικής Ρωμαϊκής συνειδήσεως στην Δύση και στην εμφάνιση του συστημικού και ζηλωτικού εθνικισμού (εθνοφυλετισμού) και, κυρίως, του ρατσισμού, ο οποίος δεν έπαψε από τότε να αποτελεί μόνιμο, εγγενές στοιχείο στις δυτικές κοινωνίες.3
-Ο τρίτος και ίσως σοβαρώτερος λόγος για τον οποίον οι βάρβαροι κατακτητές των Ρωμηών, έμειναν στην κατάσταση της πολιτιστικής ερημώσεως, ήταν ότι ουδέποτε απαρνήθηκαν τις παγανιστικές τους παραδόσεις, ούτε όταν ασπάστηκαν, υποτίθεται, τον Χριστιανισμό, ούτε όταν ασχολήθηκαν με τα κείμενα της ελληνικής φιλοσοφίας, από την οποίαν εδέχθησαν σχεδόν αποκλειστικώς, τα παγανιστικά/αποκρυφιστικά/μεταφυσικά στοιχεία της.
Οι κατακτημένοι Ρωμαίοι προσπάθησαν απεγνωσμένα να διατηρήσουν ό,τι μπορούσαν από τον πολιτισμό τους σ’ αυτό το καθεστώς βαρβαρικής κατοχής. Στην προσπάθεια αυτή, είχαν πάντα συμπαράσταση από τις ελεύθερες περιοχές της αυτοκρατορίας. Στην Ιταλία ελεύθερες παρέμεναν η Ραβέννα με την γύρω περιοχή, η Ρώμη και το μεγαλύτερο τμήμα της Νότιας Ιταλίας. Την εξουσία του αυτοκράτορα αντιπροσώπευε εκεί ο έξαρχος της Ραβέννας.
3η/ Η Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη.
Μετά το 300 μ.Χ. ο σταδιακός εκχριστιανισμός προσέδωσε νέο χαρακτήρα και σκοπό στην αυτοκρατορία. Ο συγκερασμός Χριστιανισμού και «Ρωμαϊκότητας», δεν άργησε να παραγάγει μια νέα πολιτική ιδεολογία η οποία και κυριάρχησε για πολλούς αιώνες στο ελεύθερο (ανατολικό) τμήμα της αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με αυτή την ιδεολογία, η Ορθόδοξη Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, είχε ως όραμα την επίγεια πραγμάτωση της Βασιλείας του Θεού.
Η ταύτιση Ρωμαίων και Χριστιανών, με την έννοια της συναλληλίας4 γίνεται οριστική στην επίσημη ιδεολογία, την εποχή του Ιουστινιανού, στα μέσα του 6ου αιώνα: Στο χρυσό νόμισμα (solidus) απεικονίζεται ο αυτοκράτορας να κρατάει στο ένα χέρι τη σφαίρα με το σταυρό, σύμβολο της οικουμενικότητας, και στο άλλο το λάβαρο ή το σταυρόσχημο σκήπτρο, σύμβολο της ρωμαϊκής και χριστιανικής εξουσίας στον κόσμο.
4η/ Η Ελληνικότητα στην γλώσσα, την Παιδεία και τον Πολιτισμό.
Η ελληνικότητα, ως γλώσσα, παιδεία και πολιτισμός, ήταν η καρδιά της αυτοκρατορίας. Προσδιόριζε όμως και την ταυτότητα του κράτους της Ρώμης, Παλαιάς και Νέας. Η Παλαιά Ρώμη ήδη τον 4ο αι. π. Χ. χαρακτηριζόταν από τον μαθητή του Πλάτωνα Ηρακλείδη τον Ποντικό (Πόντιο), «πόλις ελληνίς», διότι εκτός των άλλων ελληνική ήταν και η καταγωγή της.
Ο Ελληνικός χαρακτήρας του πολιτισμού της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την προχριστιανική περίοδο μέχρι την άλωση (29 Μαΐου 1453), αποτελεί ταυτόχρονα και ισχυρή απόδειξη της συνεχείας του Ελληνισμού από την αρχαιότητα μέχρι την Άλωση και των ημερών μας.
5η/ Ο Αλυτρωτισμός (Πόθος για απελευθέρωση Εθνικών εδαφών) / Ο καημός της Ρωμηοσύνης.
Η   αντίσταση ενάντια σε κάθε λογής βαρβάρους αποτέλεσε βασικό εθνικό χαρακτηριστικό που σφράγισε την συνείδηση των Ρωμηών σε όλη την διάρκεια του Μεσαίωνα. Δεν είναι εύκολο να αποδείξει κανείς ιστορικά ότι ο κύριος εθνικός σκοπός της αυτοκρατορίας μετά το 400 μ.Χ. ήταν η άμυνα, η υπεράσπιση του πολιτισμού απέναντι σε αλλεπάλληλες βαρβαρικές επιδρομές.
Ο μόνος πόλεμος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί επιθετικός στα 1100 χρόνια της χριστιανικής Ρωμανίας ήταν ο πόλεμος του Ηρακλείου κατά των Περσών (Επιθετικός που έγινε για προληπτικούς λόγους, προκειμένου να ανακοπεί η Περσική προέλαση στα εδάφη της Αυτοκρατορίας). Μόνον τότε προχώρησε η αυτοκρατορία πέρα από τα όρια που είχε κληρονομήσει από την ειδωλολατρική Ρώμη και αρχαία Ελλάδα. Όλοι οι άλλοι πόλεμοι έγιναν για να ανακτηθούν ρωμαϊκά εδάφη και να απελευθερωθούν υπόδουλοι Ρωμαίοι, στην Ιταλία, στην Β. Αφρική, στην Μέση Ανατολή, στην Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια). Με το πέρασμα του χρόνου έγινε φανερό πως η απελευθέρωση όλων των Ρωμηών είχε καταστεί αδύνατη.
Σ’ αυτή την πικρή συνειδητοποίηση πρέπει να αναζητηθούν τα σπέρματα του αλυτρωτισμού, του «καημού της Ρωμηοσύνης», της ιδεολογίας του αλυτρωτισμού και της αισθήσεως «αδικίας» αλλά και αδυναμίας απέναντι στις επιδιώξεις των ξένων, που καθόρισαν έναν νέον Συστημικό, ελεγχόμενο και υποτεταγμένο Ελληνισμό/Εθνικισμό, από τον 19ον αιώνα μέχρι και σήμερον...
*
Δυστυχώς οι βασικές συνιστώσες της "ρωμαίϊκης εθνικής συνειδήσεως" η οποία, κατά μεγάλο μέρος, χάθηκε στην διάρκεια 180 χρόνων «ελεύθερου» βίου, έχουν αδρανοποιηθεί, αποστεοποιηθεί ή εξαφανισθεί . Τους τελευταίους δύο αιώνες δόθηκε σκληρός αγώνας από δυτικοθρεμμένους «διαφωτιστές»-σκοταδιστές λόγιους, τύπου Κοραή, και πολιτικούς γόνους των τριών γνωστών οικογενειών (τροφίμους γνωστών στοών και λεσχών) που κυβερνούν την Ελλάδα μέχρι σήμερα, για την εξαφάνιση της ρωμαίϊκης συνειδήσεως και, παρά τις αντιδράσεις, το όνομα "Ρωμηοί" συκοφαντήθηκε, αγνοήθηκε και  τελικά παραμερίστηκε.
Η σύγκρουση των δύο ρευμάτων κατέληξε σε μια σύνθεση, τα θεμέλια της οποίας έθεσε ο Κων. Παπαρρηγόπουλος με την "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους". Εκεί η «βυζαντινή» περίοδος ενσωματώθηκε στην διαχρονική πορεία του ελληνικού έθνους και δημιουργήθηκε η νεοελληνική εθνική ιδεολογία της αδιάσπαστης συνέχειας της φυλής. Ωστόσο, το κομπλεξικό αναμάσημα δυτικών ιδεών των σκοταδιστών του λεγομένου Διαφωτισμού συνεχίστηκε από πολλούς λόγιους και σχεδόν ΟΛΟΥΣ τους πολιτικούς μας, με αποτέλεσμα την κατασυκοφάντηση, παραποίηση και  πλαστογράφηση της μεσαιωνικής μας Ιστορίας.
Επηρεασμένο από παλαιές και σύγχρονες φράγκικες ιδέες, μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού, πρωτοστατούντων των μελών της «πλατινένιας εφεδρείας» του Συστήματος Νεοπαγανιστών/Εθνοκαπήλων, σήμερα αγνοεί ή αρνείται την φυσική του συνέχεια από το λεγόμενο "Βυζάντιο" και εξακολουθεί να συγχέει τον σκοταδιστικό δυτικό μεσαίωνα με την ελληνορθόδοξη Ρωμανία. Δεν υπάρχουν απλώς θεμελιώδεις διαφορές μεταξύ  "Βυζαντίου" και Φραγκοκρατούμενης Δύσεως κατά την μεσαιωνική περίοδο, αλλά χαοτική διαφορά, ομοία εκείνης μεταξύ αρχαίου Ελληνισμού και βαρβαρισμού.
Άλλωστε, αν και η επίσημη Ιστορία μας ενσωματώνει την λεγομένη βυζαντινή περίοδο, η εθνική μας ζωή κυριαρχείται επί δύο αιώνες, από μια ακατάσχετη αρχαιολατρία, λειχοφραγκία, ευρωλαγνεία, πολύπλευρη εθνοκαπηλία, παρανοϊκή δημοκρατουρίαση και «ανθρωπιστική» υστερία,  τα οποία φαντάζουν άλλοτε κωμικά, άλλοτε προδοτικά και άλλοτε τραγελαφικά, ακόμη και στα μάτια των όποιων «φίλων» και συμμάχων μας στην Δύση. Όλοι αυτοί οι υποτιθέμενοι φίλοι και σύμμαχοι, τρίβουν συνεχώς τα χέρια τους, αφού με όλα τα παραπάνω και άλλα, ελέγχουν πλήρως την πολιτικο-κοινωνικο-οικονομική κατάσταση, ακόμη και μέγα μέρος της θρησκευτικής ιεραρχίας της διοικούσης εκκλησίας, καταδυναστεύοντας έτσι την πατρίδα μας.
Όταν οι νεοέλληνες, παρασυρμένοι από την αρχαιολατρία τους, τον εθνικιστικόν/αντιχριστιανικόν ζηλωτισμόν τους, την θεοποιημένη κοινοβουλευτική Δημ(ι)οκρατία, πιστεύουν ότι μπορούν να υπερασπιστούν τα εθνικά τους δίκαια μόνο με επιχειρήματα από την εποχή του Περικλέους και του Μεγαλέξανδρου, και μάλιστα μέσα από τις λεγόμενες ….δημοκρατικές διαδικασίες του Συστήματος, το αποτέλεσμα εγγίζει τα όρια του εθνικώς επικίνδυνου εάν όχι της εθνικής προδοσίας!!!
5.  Έξωθεν η επιβολή του ονόματος «Έλληνες»
Εκείνος που άρχισε τον πόλεμον κατά της Ρωμηοσύνης ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής. Ως εθνικά ονόματα υπεστήριξεν ή το Γραικός ή το Έλλην. Γράφει ότι: «Έν από τα δύο λοιπόν ταύτα είναι το αληθινόν του έθνους όνομα. Επρόκρινα το Γραικός, επειδή ούτω μας ονομάζουσι και όλα τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης».
Δια να καταλάβουμε την προτίμηση αυτήν του Κοραή πρέπει να δούμε το θέμα μέσα στα ιστορικά του πλαίσια. Εκτός από την Ευρώπην του προτεσταντοαναθρεμμένου και τέκτονα Κοραή, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ως κριτήριον πρωτίστως και ασφαλώς τον εαυτόν μας, δηλαδή την ιδικήν μας εσωτερικήν εθνικήν παράδοση, ως κάμνει ο Παλαμάς, και κατά δεύτερον λόγον την παράδοση όλων των εθνών της Ευρώπης, ως και των εθνών εκτός της Ευρώπης.
Οι Άραβες και οι Τούρκοι μας ονομάζουν μέχρι σήμερον Ρωμαίους εις τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων. Οι Πατριάρχαι μας εις τα μέρη αυτά λέγονται Πατριάρχαι των Ρωμαίων. Και πριν οι Φράγκοι αρπάξουν δια της βίας το Πατριαρχείον της Πρεσβυτέρας Ρώμης, ο Ρωμαίος τότε Πάπας ήτο και αυτός ένας από τους Πατριάρχας των Ρωμαίων. Όταν το 1009 οι Φράγκοι οριστικώς πλέον έδιωξαν τους Ρωμαίους από το Πατριαρχείο της Πρεσβυτέρας Ρώμης, ο Πάπας από τότε δι' ημάς τους Ρωμαίους είναι και λέγεται όχι Ρωμαίος αλλά Λατίνος και Φράγκος και η εκκλησία του όχι των Ρωμαίων ή «Ρωμαιοκαθολική», όπως δυστυχώς την αποκαλούν σήμερα οι αγράμματοι φραγκολάγνοι Ελλαδίτες οικουμενιστές και πολλοί ανόητοι ή πλανεμένοι Ορθόδοξοι, αλλά των Λατίνων και Φράγκων.
Προ της Νορμανδικής κατακτήσεως της Αγγλίας το 1066, οι εκεί Κέλτες και Σάξωνες μας ονομάζουν Ρωμαίους. Μέχρι της αλώσεως οι Σκανδιναυοί και οι ελεύθερες ιταλικές πόλεις μας ονομάζουν και αυτοί Ρωμαίους. Οι Συρόφωνοι του μεσαίωνος και οι Αιθίοπες μας ονομάζουν πάντοτε Ρωμαίους. Οι Οθωμανοί μας αποκαλούν Ρωμαίους και αναγνωρίζουν μέχρι σήμερα τους εναπομείναντες κατοίκους της Κωνσταντινουπόλεως ως Ρωμαίους/Ρωμηούς. Και οι Ρώσοι προ της αλώσεως μας ονομάζουν Ρωμαίους.
ΟΛΟΙ μας αποκαλούσαν Ρωμηούς. Και ως δια μαγείας μέσα σε μια νύκτα (ή μετά διεργασίες πολλών νυκτών σε ..σκοτεινές στοές) μας ξαναβάπτισαν συνταγματικώς  Έλληνες, αλλά μας αποκάλεσαν και μας αποκαλούν Γραικούς (Greeks).
Ο Παλαμάς μας απεκάλυψε,  όταν δήλωσε την συμφωνία του με τον Κρουμπάχερ.  ότι το όνομα «Έλληνες» εισήχθη "δια της Κυβερνήσεως και του σχολείου τεχνικώς". Αλλά και την έξωθεν επιβολή του ονόματος τούτου αποκαλύπτει ο Παλαμάς με την εξής συνέχεια:
«Κ' έτσι, σε νέο μαρτύρεμα, ο Ρωμηός φορτώθηκε στη ράχη του τις ξένες αμαρτίες των συνταγματικών Ελλήνων. Κ' έτσι έγινε ο εξευτελισμένος Ρωμηός των φωνακλάδων των καφενείων, ο φασουλής Ρωμηός των σατυρογράφων, ο ασυνείδητος Ρωμηός μέσα στο ψευτοβασίλειο που Ρωμαίικο το λένε". Και έτσι καταλαβαίνει κανείς τι θέλει να πει ο Παλαμάς με τα ανωτέρω, "Έλληνες, για να ρίχνουμε στάχτη στα μάτια του κόσμου, πραγματικά, Ρωμηοί».
Ο Κωστής Παλαμάς γράφει: “Ρωμιός και Ρωμιοσύνη δεν είναι και τα δύο παρά τα νέα ονόματα του Έλληνος και του Ελληνισμού”. Η Ρωμιοσύνη, κατά τον Κωστή Παλαμά ήταν η μητέρα που ανέστησε τον νέο Ελληνισμό.
Ο φημισμένος Γερμανός καθηγητής Karl Krumbacher, στην εισαγωγή του τρίτομου έργου του «Ιστορία της Βυζαντινής λογοτεχνίας» (1897) έγραφε: «Το όνομα τούτο (δηλ. Ρωμαίος) διετηρήθη δια των φρικτών χρόνων της Τουρκοκρατίας μέχρι σήμερον, ως η πραγματική και μάλιστα διαδεδομένη επίκλησις του ελληνικού (greek) λαού, απέναντι της οποίας η μεν σποραδικώς απαντώσα Γραικοί μικράν ιστορικήν σημασίαν έχει, η δε δια της Κυβερνήσεως και σχολείου τεχνικώς εισαχθείσα Έλληνες, ουδεμίαν».
Ορμώμενος από τα λόγια αυτά του Κρουμπάχερ ως και από την καθημερινή εμπειρία του λαού και την πρόσφατη ιστορία του έθνους, ο Παλαμάς τονίζει ότι όχι μόνον το Ρωμηός, αλλά και το Έλλην χρησιμοποιείται κάποτε με όχι καλή σημασία.
Γράφει ως εξής, "Ακόμη και τα ονόματα Έλλην, Έλληνες, ελληνικά πράγματα κ.τ.λ κάθε που παρουσιάζονται στη ζωή, οπωσδήποτε βαλμένα, με όλο τους τον κλασσικό φωτοστέφανο, χρησιμοποιούνται κ' εκείνα, κατά την περίσταση, ειρωνικώτατα και καταφρονετικώτατα. Όμως για τούτο, κανενός δεν πέρασε από το νού να τα στείλη στο λοιμοκαθαρτήριο".
"Ανάλογη, λογική, συνεχίζει ο Παλαμάς, ακολουθούμε και στην χρήση των όρων Ρωμηός και Ρωμηοσύνη. Η μόνη διαφορά είναι πώς και τα δύο τούτα λόγια, επειδή δεν μας έρχονται, ίσα ολόϊσα, από την εποχή του Περικλή, παραμερίστηκαν αγάλια, αγάλια, από την επίσημη γλώσσα, καθώς κι' όλα τα λόγια τα δυσκολομέτρητα της ζωής και της αλήθειας. Έλληνες, για να ρίχνουμε στάχτη στα μάτια του κόσμου, πραγματικά, Ρωμηοί.
Παρ’ όλα αυτά, όπως προείπαμε, όταν δημιουργήθηκε το ανεξάρτητο κράτος των επαναστατημένων Ρωμηών, απολειφάδι της ένδοξης Ελληνικής Ρωμανίας, εχθροί και εγχώριοι ή εισαχθέντες ελλαδίτες πολιτικοί, το ονόμασαν ελληνική Πολιτεία ή Μοναρχικόν κράτος της Ελλάδος (1828-1832).
Γιατί έσπευσαν δυτικοί και εγχώριοι ή εισαγόμενοι υποτακτικοί τους πολιτικοί, να ονομάσουν το κράτος των απελευθερωθέντων Ρωμηών, Ελληνικόν και τους πολίτες Έλληνες;
Οι Φράγκοι εφρόντισαν να εγκαταστήσουν ως κυβερνήτες του νεοσύστατου Ελλαδικού κράτους, δικούς τους ανθρώπους φραγκοαναθρεμμένους και φραγκολάγνους Εφιάλτες και Νενέκους (με εξαίρεση τον δολοφονηθέντα εθνάρχη Ιω. Καποδίστρια) και να δώσουν στο κράτος όνομα (ελληνικόν κράτος), προκειμένου:
-  Να μην θυμίζει τίποτε από την Αυτοκρατορία των Ρωμαίων/Ρωμηών.
-  Να αποσυνδεθεί η Χιλιετία της Αυτοκρατορίας από τον βίον των Ελλήνων (διάσπαση της Ελληνικής συνεχείας) και να θεωρηθεί δήθεν, ως περίοδος δουλείας των Ελλήνων από τους Ρωμαίους κατακτητές της Δύσεως.
-  Να αφαιρεθεί κάθε νομικόν, ιστορικόν, εθνολογικόν και αρχαιολογικόν δικαίωμα από το νεοσύστατον κράτος, εάν στο μέλλον απεφάσιζε να διεκδικήσει έστω και κάτι, από την ένδοξη προγονικήν και κατά πλήρη κυριότητα, Ελληνικήν/Ρωμαϊκήν Αυτοκρατορία!!!
Αυτή είναι η αποκρυπτομένη αλήθεια και όλα τα άλλα είναι παραμύθια!           
*
Οι Νεοπαγανιστές πολεμούν με μανία το όνομα «Ρωμηός» και την ιστορική του χρήση αλλά και εμάς τους Ορθοδόξους που χρησιμοποιούμε το όνομα αυτό.. Το πολεμούν δε, ακριβώς, διότι συνδέεται με την Ορθοδοξο-πατερική παράδοσή μας και χαρακτηρίζει τους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Σε ένα σημείωμα του νεοπαγανιστικού/ανθελληνικού Δαυλού (αρ. 157, Ιανουάριος 1995, σ. 9308), υπογραφόμενο «Ο Μεταπολιτικός», ο συντάκτης του άρθρου τονίζει με πάθος την κατ' αυτόν «αντίθεση» των όρων Έλλην και Ρωμιός. («Έλληνας σημαίνει ελεύθερος [… ] από κάθε είδους δογματισμό, θρησκευτικό ή πολιτικό» — «Ρωμιός είναι ο ελληνόφωνος Χριστιανός του Ρωμαϊκού κράτους», (που) «πιστεύει, ότι ο ένας Θεός εκφράζεται από μία μόνο έννοια στη ζωή, την εβραϊκή» (και που) «έκαιγε στον Ιππόδρομο της Νέας Ρώμης Κωνσταντινούπολης τους αντιφρονούντες, τους αιρετικούς»).
Βέβαια, αν αυτή είναι η ιστορική αλήθεια δεν ενδιαφέρει τον «Μεταπολιτικό», που τροφοδοτεί με «σκύβαλα» (ΦΙΛΙΠΠ:3/8) τους αναγνώστες του.
Η λέξη "Έλλην", που ως προελέχθη, επανήλθε ως εθνική μας ονομασία τον 19ο αιώνα, είναι δημιούργημα της εποχής του λεγομένου «Διαφωτισμού» και της αναπτύξεως των συστημικών και ζηλωτικών εθνικισμών στην Ευρώπη. Αντίθετα, οι Ρωμηοί ήταν περήφανοι πολίτες ενός υπερεθνικού κράτους που ενσωμάτωνε διάφορα έθνη διαμέσου του ελληνικού πολιτισμού και επεκτεινόταν πολύ πέρα από τα όρια της αρχαίας ή της νεώτερης Ελλάδας. Επεκτεινόταν όχι ως κατακτητής, αλλά ως φορέας της μιας Οικουμενικής Χριστιανικής Αυτοκρατορίας πάνω στη γη.
Βεβαίως ποτέ δεν έπαψαν οι Ρωμηοί στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία να χρησιμοποιούν ή να αναφέρονται και στον όρο «Έλληνες», ως απόδειξη της συνεχείας του Ελληνικού Έθνους. Αυτό επετεύχθη ΜΟΝΟΝ χάρη στην Ρωμηοσύνη.
Η Ιστορία των Πολιτισμών, όμως, πέρα από την γλωσσική ενότητα, απαιτεί την ακρίβεια των όρων και ορισμών των ονομάτων. Με το όνομα Έλληνες είμαστε ελεύθεροι σε ένα μέρος τής Ιστορίας μας, με περιορισμό όμως στην έκταση του ονόματος αυτού. Με τα ονόματα Ρωμαίος/ Ρωμηός, Ρωμανία, Ρωμηοσύνη, είμαστε απολύτως ελεύθεροι και ανεξάρτητοι, καταδεικνύοντας το κράτος των προγόνων μας, οι οποίοι είχαν ως σύνθημα «Η Ρωμανία νικά».
Σήμερα «Καταβάλλεται μονόδρομη προσπάθεια να τονιστεί το όνομα Έλληνας, για ν’ ατονήσει ή και ακόμη να εξαφανισθεί το Ρωμαίος/Ρωμηός. Γιατί όμως; Η διατήρηση του ονόματος Ρωμαίος δεν αμφισβητεί ούτε στο ελάχιστο την εθνική ονομασία Έλληνας. Το όνομα Ρωμαίος πoτέ δεν έπαψε από την πρώτη επίσημη καθιέρωσή του (212μ.Χ.) μέχρι σήμερα να χρησιμοποιείται. Η συνείδηση της ελληνικής ταυτότητας ποτέ δεν έσβησε και δεν είναι ανάγκη γι’ αυτό να προστρέξουμε στον Πλήθωνα το Γεμιστό. Ολόκληρη η πολεμική των ελληνικών έργων από τους έλληνες ορθόδοξους, αποτελεί ισχυρή απόδειξη της έντονης εθνικής συνειδήσεως και συγγένειας που είχαν προς αυτά».5
6. Ποια  η ιστορική σχέση και χρήση των ονομάτων Έλλην, Γραικός και Ρωμηός;
α. Ρωμηός ή Ρωμιός;
Για την γραφή του ονόματος Ρώμη(ι)ος, επεκράτησε μεν σήμερα η γραφή Ρωμιός, υποστηριζόμενη από γλωσσολόγους, αλλά ευσταθεί και η μορφή Ρωμηός, διότι το Ρωμηός προέκυψε από πτώση του τόνου στην «Βυζαντινή» δημοτική ποίηση (Ρωμαίοι - Ρωμηοί) χάριν του μέτρου. Αυτή δε την μορφή γνωρίζει και ο ποιητής Γ. Σουρής (Ρωμηός, 29. 12. 1901). Για παράδειγμα γράφει:
«κι είπεν ο χρόνος ο παληός,
έλα, καινούριε χρόνε,
να παραλαβής τους Ρωμηούς,
που τους Ρωμηούς των τρώνε.
[… ]
αθάνατο Ρωμαίϊκο να ζήσης χίλια χρόνια…»
β. Τα ονόματα Έλλην - Γραικός - Ρωμαίος (Ρωμηός)
Έλλην-Ελλάς
Η έννοια του ονόματος «Έλλην» ποικίλλει κατά περιόδους. Αρχικώς υπήρξε καθαρώς θρησκευτική. Αργότερα έγινε φυλετική, μετά πνευματική και άλλοτε εθνική ή πολιτιστική ή θρησκευτική, στους τελευταίους δε αιώνες και πάλιν εθνική. Κάποιοι μάλιστα της δίδουν και εθνικιστική/Εθνοφυλετική σημασία.
Οι λέξεις “ΕΛΛΗΝ” ΚΑΙ “ΕΛΛΑΔΑ”, όμως, κάποτε είχαν φθάσει  σε σημείο να είναι περιγραφικές της εθνότητας ΟΛΩΝ των κατοίκων της Χερσονήσου του Αίμου (των Βαλκανίων)! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν ελληνιστικό υπόβαθρο, αλλά εμείς, με την εμμονή σ’ ένα συστημικό και ενίοτε ζηλωτικό εθνικισμό [λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ελληνικής/Ρωμαίϊκης Αυτοκρατορίας (Ρωμανίας)], αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα, την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων.
Το όνομα Ελλάδα στην αρχή της επαναστάσεως του 1821 βεβαίως ουδεμία σχέση είχε με τις φαντασιώσεις των σημερινών “αρχαιόπληκτων” και αρχαιολατρών «ψευτοελληναράδων». Ελλάδα σήμαινε την Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια). «Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, εν ενί λόγω «η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον βαρύν ζυγόν των βαρβάρων», λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24-2-1821) ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι δηλώνουν «Έλληνες». Το ίδιο λέει κι ο Θ. Νέγρης στο “Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου” στα 1824».6
Γραικός
Είναι όμως γεγονός, ότι (κατά τον Αριστοτέλη) αρχαιότερο είναι το όνομα Γραικός για το έθνος μας και με αυτό μας ονόμαζαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι. Από τον 8ο όμως αιώνα (Καρλομάγνος και το περιβάλλον του) το ανατολικό μέρος της αυτοκρατορίας («Βυζάντιο») ονομαζόταν Γραικία και οι κάτοικοί της Γραικοί, αλλά με μειωτική έννοια (αιρετικοί, απατεώνες και κίβδηλοι). Το υβριστικό αυτό υπόβαθρο διατήρησε και εξακολουθεί να διατηρείται το όνομα αυτό στα χείλη των δυτικών, ως τον αιώνα μας. Ενώ, λοιπόν, καυχώμεθα και για το όνομα μας αυτό (Γραικοί), όταν χρησιμοποιείται σε δυτικά κείμενα (παλαιότερα), έχει λίαν ταπεινωτική σημασία, την οποίαν έχουμε ήδη αιτιολογήσει επαρκώς.
Το όνομα Γραικός στην Δύση, από τον 8ο αιώνα, δηλώνει τον μη γνήσιο Ρωμαίο, διότι το όνομα Ρωμαίος διεκδικούσε ο φραγκολατινικός κόσμος. Το 962 ιδρύθηκε από τους απογόνους του Καρλομάγνου, του μεγαλύτερου εχθρού της Ρωμηοσύνης/του Ελληνισμού, η «Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους», υποκαθιστώντας (θεωρητικά) την Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης Κωνσταντινουπόλεως.
Οι Έλληνες, δηλαδή, μαζί με όλους τους Ορθοδόξους της Εθναρχίας (που ήταν συνέχεια της «Βυζαντινής» Αυτοκρατορίας) ονομάζονται εδώ Γραικοί, διότι έτσι μας ονόμαζαν από τον 8ο αιώνα οι Ευρωπαίοι (Grec, Grieche, Greco) και Νεορωμαίοι, ως πολίτες και πνευματικά τέκνα της Νέας Ρώμης.
Γιατί ονόμασαν οι Φράγκοι την Ρωμανία μας, Αυτοκρατορία των Γραικών;
Αρχικώς για τον σφετερισμόν της ιστορίας, της δόξης και του πολιτισμού των προγόνων μας και μεταγενεστέρως για την καθυπόταξη των λαών της Ευρώπης υπό την ηγεσία τους..
Η σημερινή Ενωμένη Ευρώπη, υπό την (πραγματική) ηγεσία της Γαλλίας (Φραγκίας/France) και της Γερμανίας (Τευτονίας), δηλαδή των φραγκολατινικών εθνοτήτων (οι σημερινοί Άγγλοι είναι οι Νορμανδοφράγκοι και Γερμανοσάξονες και οι λαοί της Κεντρικής Ευρώπης Λομβαρδοφράγκοι), δεν μπορούσε να πραγματοποιηθεί, χωρίς την διάλυση της Αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης - Ρωμανίας.
Ρωμηός
Για το όνομα Ρωμηός (= Ρωμαίος) υπάρχει μεγάλη σύγχυση, σ' εκείνους φυσικά που ασχολούνται ερασιτεχνικά με την ιστορία, ενώ όσοι έχουν τις επιστημονικές προϋποθέσεις μπορούν να κατανοήσουν την έννοια και ιστορική σημασία των εθνικών μας ονομάτων.
Η ονομασία Ρωμιός ή Ρωμηός είναι δημώδης έκφραση/ παραφθορά του όρου «Ρωμαίος» Αρχικά ο όρος Ρωμιός σήμαινε οποιονδήποτε ελεύθερο πολίτη κατοικούσε στα όρια της Ανατολικής Αυτοκρατορίας ,ανεξαρτήτως εθνικής προελεύσεως και θρησκεύματος. Αργότερα ο όρος ταυτίστηκε με το κυρίαρχο στοιχείο της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, τους Ορθοδόξους χριστιανούς.
Δηλαδή Ρωμαίος/Ρωμηός είναι ο κάτοικος της Ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, μέχρι το οριστικό Σχίσμα (1054), και της Ρωμανίας/ Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, δηλαδή αυτού που μας επέβαλλε το Σύστημα και σήμερα γνωρίζουμε σαν «Βυζαντινή» αυτοκρατορία, η οποία δημιουργήθηκε ως συνέχεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από εξελληνισμένους Ρωμαίους, άγνωστος αριθμός των οποίων ήσαν προϊστορικής ελληνικής καταγωγής, με πρωτεύουσα την Νέα Ρώμη  την Κωνσταντινούπολη.
Το όνομα Ρωμαίος γενικεύθηκε στην (αρχαία) Ρωμαϊκή αυτοκρατορία το 212 (Constitutio Antoniniana του Καρακάλλα). Από το 330 όμως (εγκαίνια Νέας Ρώμης), η αυτοκρατορία γίνεται Χριστιανική και ελληνική (πλήρης εξελληνισμός από τον Ιουστινιανό ως τον Ηράκλειο, 6-7ος αι. 
Μη λησμονούμε, ότι και η Παλαιά Ρώμη (της Ιταλίας) έλαβε ελληνικό όνομα (Ρώμη), τον 4ο δε αιώνα π. Χ. ονομαζόταν «πόλις ελληνίς» (Ηρακλείδης ο Ποντικός). Το 330 η νέα πρωτεύουσα της νέας Χριστιανικής αυτοκρατορίας (Μ. Κωνσταντίνος) ονομάσθηκε (όχι Κωνσταντινούπολη, αλλά) Νέα Ρώμη, διότι η Παλαιά Ρώμη μεταφέρθηκε ολόκληρη στην ελληνική Ανατολή (Translatio Urbis).
Το όνομα Ρωμαίος, συνεπώς, αν μέχρι το 330 μπορεί να θεωρηθεί κατά κάποιο τρόπο, όνομα πολιτικής δουλείας, μόνον και υποταγής, από το έτος εκείνο είναι για τους Έλληνες όνομα τιμής και δόξας, αφού μόνο αυτό (και όχι το ανύπαρκτο ως κρατικό, μέχρι το 1562, Βυζάντιο) χαρακτηρίζει την αυτοκρατορία μας και την θέση μας σ’ αυτήν.
Ρωμηά ήταν η Αθηναία Βασίλισσα Ευδοκία (5ος αι. ), Ρωμηά και η (κυβερνώσα) αυτοκράτειρα Ειρήνη, πάλι Αθηναία, τον 8ο αι. Στην Αθήνα ήλθε και ο Ρωμαίος, αλλά Έλληνας Μακεδόνας, Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος, για να προσκυνήσει την Παναγία την Αθηνιώτισσα στον Παρθενώνα.
Το όνομα Ρωμαίος όμως, φανερώνει την συμπόρευση αν όχι την ταύτιση Ελληνισμού και Ορθοδοξίας. Ρωμαίος σημαίνει τελικά Ορθόδοξος Χριστιανός, ενώ το Έλλην, από την Γαλλική Επανάσταση και μετά, μπορεί να σημαίνει μόνο τον αρχαιολάτρη τύπου Γεμιστού Πλήθωνος ή και τον εκδυτικισμένο Τέκτονα και φραγκόφιλο.
Είναι τραγικό, αλήθεια, αυτό που λειτούργησε ιστορικά ως σύνθεση ευεργετική για το Έθνος - Γένος μας, εμείς οι δυτικοθρεμμένοι Νεοέλληνες να το εκλαμβάνουμε ως αντίθεση.
Συνεπώς, όταν απορρίπτεται ή και πολεμείται το όνομα Ρωμαίος/ Ρωμηός, πρέπει να ερευνάται και η αιτία, η προέλευση δηλαδή της πολεμικής.
Η Αυτοκρατορία της Νέας ρώμης ήταν μία και αδιαίρετη. Ακόμη και όταν χωρίστηκε στα δύο, σε Ανατολική και Δυτική. Συνεπώς οι όροι Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, και Βυζαντινή Αυτοκρατορία, είναι ανιστόρητοι και αβάσιμοι, εφ’ όσον νομίμως ποτέ δεν υπήρξε άλλη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από αυτήν των Ελληνορθόδοξων.
γ. Υπήρξε επιλεκτική χρησιμοποίηση των ονομάτων Έλλην, Γραικός, Ρωμηός, τόσον από τους πολίτες της Αυτοκρατορίς όσον κι από σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες;
Αποτελεί ιστορική ανακρίβεια η άποψη ότι οι συντηρητικοί χρησιμοποιούν τον όρο ρωμαίος, ρωμιοσύνη, ενώ οι προοδευτικοί και «διαφωτιστές» τον όρο Έλληνας η Γραικός. Με μεγάλη ευχέρεια π.χ. γράφει ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος: «ημείς Έλληνες όντες» και μάλιστα σε ένα καθαρά δογματικό κείμενο . Στο ίδιο έργο χρησιμοποιεί τον όρο Γραικοί και με την ίδια ευχέρεια σε άλλο έργο του αναφέρει Ρωμαίους και γη των Ρωμαίων :
Είναι άπειρο πλήθος οι αναφορές σε Ρωμαίους και Ρωμιοσύνη, παράλληλα με την αβίαστη χρήση των όρων Ελλάδα και Έλληνες, σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, αλλά και στην σύγχρονη Ελλάδα. Ο Κ. Κούμας, σε έργο του, γράφει για βιβλία: «εις την των Ρωμαίων ερμηνευθέντα φωνήν», «υπό διαφόρων [εκδοθέντα] Ρωμαιστί άμα και Ελληνιστί» και το αφιερώνει στους Ζωσιμάδες «ότι την ΕΛΛΑΔΑ διατελούσιν ευεργετούντες» .
Ο Κύπριος Καγγελάριος της Τεργέστης Χριστόφορος Κόνιαλης (1806) θα γράψει Υποθήκες για το γένος των Γραικών της Τεργέστης. Σε χειρόγραφα της Αγίας Τριάδος Χάλκης, διαβάζουμε: «Διήγησης ψυχωφελής μετενεχθείσα υπό της των Αιθιόπων εσωτέρας χώρας εις την ρ ω μ α ί ω ν  γ η ν, και μεταβληθείσα υπό της Αιθιόπων διαλέκτου επί την Ελληνικήν γλώσσαν, παρά Ιωάννου μοναχού του Δαμασκηνού».
Βέβαια η λέξη Ελλάς αρχίζει να χρησιμοποιείται, μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από τους Φράγκους, χωρίς να σημαίνει ειδωλολατρία, αφού ο Θεόδωρος Β΄Λάσκαρις ονομάζει τις ανατολικές επαρχίες του κράτους του, Ελληνικόν η Ελλάς, αλλά και ο όρος Ρωμαίος εξακολουθεί να έχει ευρύτερο περιεχόμενο, συνδεόμενο περισσότερο με την πολιτική παρά την πολιτιστική ιδέα.
Οι Έλληνες - Ρωμιοί, εν τούτοις, συνέχισαν την αυτογνωσία τους, αδιαφορώντας για τις αυθαίρετες μισελληνικές, μισορωμαϊκές θεωρίες και αντ' αυτών μνημόνευαν ακόμη και το περίφημο Πάριο μάρμαρο, που βρέθηκε στην Πάρο το 1627, στο οποίο γίνεται λόγος για: Έλληνες, το πρότερον Γραικοί καλούμενοι.
Στην Τουρκοκρατία μεταφέρονται ονομασίες και θεσμοί από το Βυζάντιο και μάλιστα αυτοί που θεμελιώνονται μετά την Φραγκοκρατία (1204-1261), όπως ο θεσμός των «καθολικών» κριτών των Ρωμαίων, όπου το δίκαιον είναι και υπόθεση της Εκκλησίας.
Σε όλη την Τουρκοκρατία συναντούμε συγγραφείς, που προκειμένου να ερμηνεύσουν την επωνυμία Ρωμαίος ανατρέχουν στη «βυζαντινή» ιστορία,  όπως ο Π. Κοδρικάς που γράφει:
«διά της μεταθέσεως του αυτοκρατορικού θρόνου των Ρωμαίων εις Κωνσταντινούπολιν, Ρ ω μ α ί ο ι οι Έλληνες μετωνομάσθησαν και όλοι οι Ρωμαίοι εν γένει Χριστιανοί ανεκηρύχθησαν. Οι εις αυτήν την εθνικήν επωνυμίαν συμπεριλαμβανόμενοι Έλληνες, αν ως Ρωμαίοι έχασαν την πολιτικήν βασιλείαν, ως Χριστιανοί όμως εφύλαξαν την εθνικήν των ολοκληρίαν.
Όθεν τo Ελληνικόν Γένος, διά της Χριστιανικής Πίστεως διεσώθη ακέραιον. Ἡ πολιτική του κατάσταση άλλαξε».
 Ο Μανώλης Τριανταφυλλίδης γράφει ότι τον ε ξ ε λ λ η ν ι σ μ όν του ρωμαϊκού κράτους «συμπαρακολουθεί και η ελληνική ονομασία Ρωμαίος – Ρωμιός». Έτσι, η παλιά λατινική λέξη, που από εθνική είχε πάρει πολιτική σημασία, ξαναπήρε στα ελληνικά εθνογραφική σημασία και σήμανε τον Έλληνα. 
Όταν οι πατέρες μας στην διάρκεια της δουλείας έλεγαν για κάποιον Έλληνα: Ετούρκευσε ή εφράγκευσε, σήμαινε: Χάνοντας την Ορθόδοξη πίστη του, έπαυσε να είναι και Έλληνας. Αυτά βέβαια ως τον 19ο αιώνα. Στο σύγχρονο Ελληνικό Κράτος, όπως άλλωστε και στο «Βυζάντιο», νομικά, Έλληνας μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, ανεξάρτητα από την καταγωγή του, ως πολίτης του κράτους, προστατευόμενος συνταγματικά — και πολύ ορθά — από τους νόμους.
Ας εστιάσουμε λοιπόν την προσοχή μας στο τι πίστευαν για τους αρχαίους Έλληνες όλους αυτούς τους αιώνες τα πλατιά στρώματα του απλού λαού, που ονόμαζαν τους εαυτούς τους Ρωμιούς και μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα άκουγαν από τους ιερείς και τους επισκόπους, λόγια όπως αυτά του Κοσμά του Αιτωλού:
«Αδελφοί μου, έμαθα πως με την χάριν του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού δεν είσθε Έλληνες, δεν είσθε ασεβείς, αιρετικοί, άθεοι, αλλ’ είσθε ορθόδοξοι Χριστιανοί…» [Κοσμά Αιτωλού, Διδαχαί, βίοι, ακολουθίαι – 1959, σελ. 59].
Φρονούμεν, λοιπόν, ότι αδικαιολογήτως ο Κωνσταντίνος Αμάντος, όπως ο Γεώργιος Χατζιδάκις, ισχυρίζεται ότι «Εις νεοτέρους χρόνους επεζητήθη, κακώς, η επίσημος αντικατάστασις του ονόματος Έλληνες και Ελλάς διά του Ρωμιός και Ρωμιοσύνη. Το όνομα Ρωμιός δεν εδόθη, διότι οι Έλληνες ήλλαξαν εθνολογικώς και έγιναν Ρωμαίοι».
Αντίθετα, ο Ελληνολάτρης ποιητής Κωστής Παλαμάς βρίσκεται, όπως μας βεβαιώνει, μέσα στη Ρωμιοσύνη, είναι σπλάχνο της και γράφει και το άρθρο Ρωμιός και Ρωμιοσύνη (Άπαντα 6, σ. 273) υποστηρίζοντας ότι Ρωμιός και Ρωμιοσύνη και Έλλην και Ελληνισμός είναι ονόματα εθνικά καταξιωμένα από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι και των Αρχαίων Ελλήνων και των Ρωμηών της Αυτοκρατορίας μας.
Συμπερασματικώς, οι «Βυζαντινοί» αυτοπροσδιορίζονται ως Ρωμαίοι αλλά και Γραικοί και Έλληνες, Ρωμαίοι πολίτες αλλά Γραικοί ή Έλληνες στην συνείδηση, την γλώσσα, παιδεία, πολιτιστική παράδοση. Αλλά γειτονικοί λαοί από την Δύση, Βορρά, Νότο και Ανατολή,  γνώριζαν την λεγομένη «βυζαντινή» αυτοκρατορία, βιαίως επικρατήσαντα όρον μέχρι σήμερα, ως Γραικία, Γιαβάν ή Ιωνία, ενίοτε ως Ρουμ και Ρωμανία και τους κατοίκους της ως Ρωμηούς, Γραικούς και Γιουνάνι ή Ίωνες.
δ. Ποία η διαφορά στην σημασία των ιστορικώς καταγεγραμμένων ονομάτων, με τα οποία απεκαλούντο  οι πολίτες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας;
· Όταν τους αποκαλούσαν Γιουνανί  ή Ιαβανούς εννοούσαν εκείνους τους πολίτες της Αυτοκρατορίας, που ήσαν φυλετικοί απόγονοι των πανάρχαιων Ιώνων με το όνομα των οποίων τους είχαν συναντήσει, είχαν συναναστραφεί και αντιμετωπίσει, οι ίδιοι και οι δικοί τους αρχαίοι πρόγονοι. Μέχρι σήμερα όλοι οι γειτονικοί Αφρο-ασιατικοί λαοί με αρχαίο και ιστορικώς υπαρκτό όνομα και παρελθόν, και όχι μόνον, μας αποκαλούν Γιουνανί και την χώρα μας Γιουνανιστάν.
· Όταν τους αποκαλούσαν Έλληνες, εννοούσαν:
-Τους απογόνους των αρχαίων Ιώνων και μόνον, λόγω του εθνικού χαρακτήρος που είχε λάβει από καιρό, το θρησκευτικό όνομα Έλληνες.
-Τους ειδωλολάτρες κατοίκους της ενιαίας αυτοκρατορίας ή απογόνους των ειδωλολατρών προγόνων μας,
-Τους ομιλούντας την Ελληνικήν γλώσσα, έχοντας ελληνικήν παιδείαν, Ελληνική Εθνική συνείδηση ή και αμφότερα. 
-Την εθνότητα ΟΛΩΝ των κατοίκων της Χερσονήσου του Αίμου (των Βαλκανίων)! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν ελληνιστικό υπόβαθρο, αλλά εμείς, με την εμμονή σ’ένα συστημικό, εθνοφυλετικό εθνικισμό (λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ρωμανίας), αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα, την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων.
· Όταν τους αποκαλούσαν Γραικούς εννοούσαν:
-Τους κατ’ αυτούς αιρετικούς (μη Ορθοδόξους) Χριστιανούς της Ανατολικής μόνον, Αυτοκρατορίας. Το μεταλλαγμένο όνομα Ρωμηός σε Γραικός, επινοήθηκε από τους Φράγκους για τους λόγους που προαναφέραμε.  Το όνομα Γραικός στην Δύση, από τον 8ο αιώνα, δηλώνει τον μη γνήσιο Ρωμαίο, διότι το όνομα Ρωμαίος διεκδίκησε, σφετερίστηκε  και τελικώς το κατάφερε ο φραγκολατινικός επιλεγόμενος δυτικός κόσμος.7
-Τους ομιλούντας την ελληνικήν γλώσσαν και τηρούντας τις Ελληνικές παραδόσεις στην ενιαίαν Αυτοκρατορίαν, θεωρώντας τα δύο ονόματα Έλληνες και Γραικοί ταυτόσημα.
-Τους αυτόχθονες και παλαίχθονες (παλαιότερους) κατοίκους του ελλαδικού τμήματος της Ενιαίας Αυτοκρατορίας. Το όνομα Γραικός επιστημονικώς ερμηνευόμενον  σημαίνει την αυτοχθονία και παλαιχθονία των αρχαίων ελλήνων. 
·Όταν τους αποκαλούσαν Ρωμαίους/Ρωμηούς, εννοούσαν ΟΛΟΥΣ τους Χριστιανούς (Ορθοδόξους) κατοίκους της Ενιαίας Αυτοκρατορίας (Ανατολικής και Δυτικής), ανεξαρτήτως εθνότητος, φυλής και γλώσσας, ομιλούντας ή κατανοούντας, την Ελληνικήν ή και την Εληνικήν, μαζί με την δική τους εθνική γλώσσα. Τρία είναι τα βασικά στοιχεία που προσδιορίζουν το όνομα Ρωμαίος/Ρωμηός:
1ο/ Η Ορθόδοξη Πίστη.
2ο/ Η Ελληνική Παιδεία.
3ο/ Η αποδοχή από τους αλλοεθνείς και αλλοδόξους, ότι οι Έλληνες  είναι οι πρωτότοκοι του Νέου Ισραήλ της Χάριτος του Θεού.
Σε κάθε περίπτωση, η χρήση των διαφορετικών ονομάτων με κυρίαρχο το Ρωμαίος/Ρωμηός, αποδεικνύει την διαχρονική συνέχεια του ελληνισμού και την Ελληνικότητα της Ενιαίας Αυτοκρατορίας, την ελληνικότητα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας (μετά το πρώτο σχίσμα) μέχρι την Άλωση της Πόλης και την συνέχεια του Ελληνισμού μέχρι των ημερών μας.
Πάντα ταύτα χάρη στην θεϊκή συνεκτική δύναμη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ .  
Η αλήθεια είναι πως το όνομα Έλληνες δεν είχε ξεχαστεί ποτέ από τον λαό, μόνο που είχε πάρει άλλο νόημα.
ε. Που οφείλεται αυτή η διαφοροποίηση στην χρήση της τριπλής ονοματολογίας για την Αυτοκρατορία και τους πολίτες της, στην παγκόσμια γραμματεία;
Η διαφορά στην χρήση της ονοματολογίας εξαρτάται κυρίως από την γλωσσομάθεια και ιστορική κατάρτιση των μεταφραστών. Οι μεταφραστές των πρώτων πηγών που χρησιμοποιούν τους όρους «Γραικός-Έλλην» και «Ρωμηός», αναφέρονται στην τριπλή ονομασία εναλλακτικώς και ως συνώνυμα ανάλογα με την πηγή που χρησιμοποιούν.
Άλλη αιτία είναι η πολιτική σκοπιμότητα του συγγραφέως που επιλέγει κάποιο από τα τρία ονόματα και του αποδίδει την δική του ή την κατ’ εντολήν ερμηνεία και σημειολογία.
Οφείλουμε να προσθέσουμε ότι και κατά την «μεταβυζαντινή» περίοδο συνεχίζεται η αυτή με την μεσαιωνική ονοματολογία για τους Έλληνες. Οι έξω της Οθωμανικής δυτικοευρωπαίοι συνεχίζουν να ονομάζουν τους Έλληνες «Γραικούς», επηρεασμένοι από τους Λατινοφράγκους και οι ανατολικοί και σημιτικοί λαοί, «Γιοβάνι», ενώ οι ίδιοι οι Έλληνες εντός της  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χρησιμοποιούσαν και τα τρία ονόματα δηλαδή, Ρωμιοί, Έλληνες και Γραικοί.
Αντλούμε ένα παράδειγμα από το Χρονικό περί της των Τούρκων Βασιλείας του 16ου αιώνα που αποδίδεται σε κάποιον υπό το όνομα Ιέραξ. Ό Ιέρακας έγραψε το χρονικό του σε στίχους και για το λόγο ότι ζήτησαν μερικοί να μάθουν «τα εν εσχάτοις της Ρωμαΐδος και Γραικών πτώσιν». Έτσι αρχίζει ο Ιέρακας και προχωρεί να διηγηθεί «της Κωνσταντινουπόλεως το γόνυ καμψαμένης... και των Ρωμαίων της αρχής καταστρεψάσης πάντα, μέρους Ελλήνων των Γραικών όντος εν τη Ασία».
Στη διήγηση για τις άλλες κατακτήσεις των Τούρκων, ο Ιέρακας γράφει και για τις επιτυχίες των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων: «Ο βασιλεύς της πόλεως Ρωμαίων, ο αυτάναξ εξεστράτευσε εναντίον των Βουλγάρων και εφάνη μέγας αριστεύς, ως Έλλην των Ελλήνων». Εν τω μεταξύ ο Τούρκος Μουράτ γράφει «τω βασιλεί των Γραικών» ότι «ολέσω... τάχιστα τους εναντίους πάντας...»8
Πάντως, κατά την Τουρκοκρατία, όπως και σήμερα, είναι ισάξια τα ονόματα Έλλην, Ρωμαίος, Γραικός, με διαφορετική σημειολογία το καθένα, όπως συνοπτικώς παρουσιάσαμε. Κατά τον 17ο αιώνα, γύρω στο 1620, ο Μητροπολίτης Μυρέων Ματθαίος θρηνεί την πτώση του Ελληνισμού και χρησιμοποιεί τα τρία γνωστά ονόματα των Ελλήνων ως συναφή αλλά όχι ταυτόσημα:
«Αλλοίμονον, αλλοίμονον εις το γένος των Ρωμαίων, ω, πώς εκαταστάθηκε το γένος των Ελλήνων σ' εμάς, εις όλους τους Γραικούς να έλθη τούτην την ώρα».9
                                                                                                 

Συνεχίζεται




1 α. Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν τα στοιχεία της παρούσης μελέτης, πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον, Βυζαντινός/ Βυζαντινοί, Βυζαντινός πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’ οικονομίαν, αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς αβάσιμοι.
Όπως σημειώνει ο Ακαδημαϊκός Δ.Α. Ζακυνθηνός, «τα ονόματα Βυζάντιον, Βυζάντιος, Βυζαντινός, Βυζαντιακός, ουδέποτε εχρησιμοποιήθησαν υπό την Ελλήνων των μέσων αιώνων εν τη σημασιά, ην έχουν σήμερον. Κατ' αυτούς Βυζάντιον, Βυζαντίς, Βυζαντιών πόλις ήτο η Κωνσταντινούπολις, Βυζάντιος δε ο κάτοικος αυτής... Ο όρος ούτος εν τη κατά τους νεωτέρους χρόνους κατισχυσάση ευρεία εννοία εμφανίζεται το πρώτον εν τη Λατινική, μετά δε την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων δηλοί κυρίως τους εις την Ιταλίαν καταφυγόντας Έλληνας λογίους, ως όρος επιστημονικός χρησιμοποιείται κατά τον δέκατον έκτον αιώνα».
Ειδικώς για τους όρους «Βαλκάνια» και «Βαλκανική», σημειώνουμε τα εξής:
Ο Αίμος είναι οροσειρά στα βορειανατολικά της Ελληνικής χερσονήσου, από την οποία ονομάστηκε Χερσόνησος του Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα (επίσημες αλληλογραφίες, περιεχόμενο διμερών ή διεθνών συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα, κλπ) η περιοχή των σημερινών Βαλκανίων, ανεφέρετο ως «Χερσόνησος του Αίμου».
Οι Συστημικοί ανθέλληνες και οι Ιουδαιοταλμουδιστές νεότουρκοι, την ονόμασαν Βαλκανική χερσόνησο και  Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως, επικράτησε διεθνώς η ανιστόρητη αυτή ονομασία.
Με την ονομασία Βαλκάνια [από την τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan = όρος, ή υψηλή δασώδης οροσειρά), (αρχ. ελλ. Χερσόνησος του Αίμου)], και Βαλκανική χερσόνησος, καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται, περισσότερο ως πολιτικός όρος παρά γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα η τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια χερσόνησος της Ευρώπης και αφετέρου συλλήβδην και χώρες γειτονικές που βρίσκονται εκτός των φυσικών γεωγραφικών ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το μακρινό παρελθόν λειτούργησε και λειτουργεί ως σταυροδρόμι, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής ηπείρου.
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα του στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα, τον οποίο πλήγωσε ο Δίας όταν εξαπέλυσε κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά της Θράκης.
2 Μετά την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας που ήταν υποδουλωμένη στους άπιστους εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους και Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, εισέρχεται θριαμβευτικώς στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Οι υπόδουλοι Ρωμαίοι αντιστάθηκαν σ’ αυτή την πολιτιστική οπισθοδρόμηση. Από τα τμήματα του λογγοβαρδικού δικαίου που έχουν διασωθεί (παράδειγμα η νομοθεσία του Λιουτπράνδου, βασιλιά των Λογγοβάρδων 712-744) φαίνεται ότι οι Ρωμαίοι εξακολουθούσαν, 150 χρόνια μετά την υποταγή τους στους Λογγοβάρδους, να υπόκεινται στο δικό τους δίκαιο.
Για παράδειγμα, ένας νόμος ορίζει ότι αυτοί που γράφουν συμβόλαια, είτε σύμφωνα με τους νόμους των Λογγοβάρδων, είτε σύμφωνα με τους νόμους των Ρωμαίων, δεν πρέπει να τα γράφουν σε αντίθεση με αυτούς τους νόμους. Επίσης, σύμφωνα με το ίδιο δίκαιο, αν μια Λογγοβάρδα παντρευόταν Ρωμαίο έχανε τα δικαιώματά της, και τα παιδιά αυτού του γάμου θεωρούνταν Ρωμαίοι και υπόκεινταν πλέον στους ρωμαϊκούς νόμους.
Η τελευταία διάταξη της νομοθεσίας του Λιουτπράνδου δηλώνει ξεκάθαρα ότι οι δύο λαοί παρέμεναν χωρισμένοι, σε μια αυστηρή σχέση κατακτητή-κατακτημένου. Μάλιστα ένας Ρωμαίος δεν μπορούσε καν να ανέβει στην τάξη των «κυρίων» μέσω γάμου (ενώ στο Ρωμαϊκό κράτος ένας βάρβαρος μπορούσε άνετα να ανελιχθεί με γάμο ή άλλο τρόπο). Αυτό σήμαινε ότι, για παράδειγμα, ένας Λογγοβάρδος κρινόταν με βάση το λογγοβαρδικό νόμο, ανεξάρτητα από το που ζούσε.
Αντίθετα η σύζυγός τους εάν παντρευόταν Ρωμαίο, έχανε τα δικαιώματα της και «έπεφτε» στις τάξεις των (πιθανότατα δουλοπάροικων) Ρωμαίων. Αξίζει εδώ να σημειώσουμε ότι οι Λογγοβάρδοι, ακολουθώντας μια παλιά γερμανική παράδοση, είχαν θεσπίσει μια σταθερή τιμή («wergild») για την ζωή κάθε ανθρώπου. Την τιμή αυτή πλήρωνε όποιος σκότωνε ή τραυμάτιζε κάποιον. Είναι χαρακτηριστικό ότι η ζωή ενός ελεύθερου γαιοκτήμονα (Λογγοβάρδου) απετιμάτο 300 solidi (το ρωμαϊκό χρυσό νόμισμα) ενός ελεύθερου ακτήμονα 150 solidi, ενώ του ημιελεύθερου aldius (στην κατηγορία αυτή ανήκαν οι περισσότεροι υπόδουλοι Ρωμαίοι) μόλις 60 solidi.
4 Συναλληλία: Η Συναλληλία ή Συμφωνία, είναι η συνειδητοποίηση του Κράτους ως διακόνου του Θεού προς χάριν της Εκκλησίας Του [δηλ. του Σώματος του Κυρίου Ιησού Χριστού και Λόγου του Θεού].
Είναι η εκδήλωση των θείων ενεργειών, τόσον στην Πολιτεία όσον και στην Διοίκηση της Εκκλησίας, των οποίων οι αρμοδιότητες και ενέργειες διαχωρίζονται μεν, αλλά γίνονται από αμφοτέρους κατά τους Νόμους του Θεού και αποσκοπούν τόσον στην πραγμάτωση της επίγειας Βασιλείας του Θεού, όσον κι στην σωτηρία των πολιτών (θέωση) προκειμένου να εισέλθουν στην μελλουσα επουράνιον βασιλεία. Η Συναλληλία ουδεμία σχέση έχει με αυτό που βλέπουμε σήμερα, κυρίως στα ισλαμικά καθεστώτα και οι «ανθρωπιστές» της δύσεως ονομάζουν «θεοκρατία». Όπως η δομή του ναού προστατεύει τους πιστούς από τα άγρια στοιχεία της γήϊνης φύσεως, έτσι και το χριστιανικό Ρωμαϊκό κράτος σχηματίζει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τους πιστούς, και τους προστατεύει από τα άγρια στοιχεία της ανθρώπινης εσωτερικής φύσεως και τις συνεχείς πολιτικο-κοινωνικές προκλήσεις.
5 Α. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Α΄. Αρχές και διαμόρφωσή του, Θεσσαλονίκη 1961.
6 Ρωμανού Ξενοφάνουc Ανδρούτσου, ΦΡΑΓΚΟCΥΝΗ ← «ΜΝΗΜΟΝΙΟ» → ΡΩΜΗΟCΥΝΗ, http://www. enromiosini.gr 
7 Το 962 ιδρύθηκε από τους απογόνους του Καρλομάγνου, του μεγαλύτερου εχθρού του Ελληνισμού, η «Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους», υποκαθιστώντας (θεωρητικά) την Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης Κωνσταντινουπόλεως.
8 Ιέρακος, «Χρονικόν περί της των Τούρκων Βασιλείας», εκδ. Κ. Ν. Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμ. l (Hidesheim New York 1972).
9 -Ε. Legrand; Bibliothèque grecque vulgaire, (Paris 1881) vol. 2, 231-333, στ. 2359,2361,2454.