Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ: ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΝΩΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ (1974). ΠΟΙΟΙ ΟΙ ΕΘΝΙΚΟΙ ΜΕΙΟΔΟΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ;
 

ΜΕΡΟΣ 9ο
β. Διεργασίες επιλύσεως του Κυπριακού στα πλαίσια του ΟΗΕ (Συνέχεια του 8ου μέρους)
Την πλήρη αδυναμία των ελληνικών κυβερνήσεων να βοηθήσουν την Κύπρο εκφράζει το γεγονός ότι ακόμη και τους τόμους του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950 δεν βρέθηκε κανένας ελλαδίτης κυβερνητικός επίσημος στην Αθήνα για να τους παραλάβει από την κυπριακή πρεσβεία, από φόβο παρεξηγήσεως από τους Βρετανούς, με αποτέλεσμα οι τόμοι να κατατεθούν στην Βουλή των Ελλήνων!!!!!
Απίστευτη και κατάπτυστη ενέργεια από την τότε Πολιτειακή Αρχή και την Ελλαδική κυβέρνηση αλλά εξ ίσου απαράδεκτη και η στάση σιωπής και αδρανείας του τότε πολιτικού κόσμου!
Ο Ραγιαδισμός, ο Νενεκισμός και η υποτέλεια των Ελληνόφωνων εξουσιαστών  και αυτοαποκαλουμένων «εκπροσώπων του Ελληνικού λαού» στο αποκορύφωμά τους!
Έτσι, ο Μακάριος είχε επανειλημμένως έντονες αντιπαραθέσεις με τις ελληνικές κυβερνήσεις και τον πολιτικό κόσμο, για να αναγκάσει δε την Αθήνα να προωθήσει το Κυπριακό ζήτημα, στράφηκε και ξεσήκωσε τον ελληνικό λαό τα συνδικάτα και την Εκκλησία της Ελλάδος. Ακόμη, δεν δίστασε να καταγγείλει δημόσια (από το ελληνικό ραδιόφωνο) τον Ιούλιο του 1952, ολόκληρη την ελληνική πολιτική ηγεσία ότι στην πανελλήνια αξίωση προωθήσεως του Κυπριακού, απήντησαν με δισταγμόν και νυσταγμόν, ότι παρακολουθούν το ζήτημα αγρύπνως και ότι εμπαίζει τον Ελληνικόν λαόν και τους δυστυχείς Κυπρίους. Κατήγγειλε ακόμη ότι κυβέρνησις και αντιπολίτευσις δεν ήρθησαν εις το ύψος των περιστάσεων, δεν έδειξαν ούτε τόλμην ούτε θάρρος.
Στο μεταξύ ο ελληνικός λαός είχε κινητοποιηθεί και συνεχώς προέβαινε σε τοπικές αλλά και σε πανελλήνιες εκδηλώσεις υπέρ του κυπριακού αγώνος.
Στις 7.3.1953, όταν ο Μακάριος βρισκόταν για μια ακόμη φορά στην ελληνική πρωτεύουσα, δόθηκε εκεί από τον ίδιο και τα μέλη της προπαρασκευαστικής επιτροπής, ο όρκος για την απελευθέρωση της Κύπρου. Ήδη ο συνταγματάρχης Γεώργιος Γρίβας και οι συνεργάτες του εργάζονταν από το 1951 στον τομέα της στρατιωτικής προπαρασκευής του αγώνα, πάντοτε με την έγκριση και χρηματοδότηση του Μακαρίου (ο Γρίβας είχε έρθει στην Κύπρο για μια πρώτη επιτόπια αναγνώριση το καλοκαίρι του 1951).
Το Κυπριακό τέθηκε για πρώτη φορά προς συζήτηση στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το 1954 από την ελληνική κυβέρνηση του στρατάρχη Αλεξάνδρου Παπάγου, και αφού προηγουμένως είχαν γίνει ανεπιτυχείς προσπάθειες από την κυβέρνηση να το συζητήσει "φιλικά" με τους Βρετανούς, ενώ είχαν προηγηθεί και αιτήσεις του ίδιου του Μακαρίου προς τον Ο. Η. Ε. όπου, κατά τα δύο προηγούμενα χρόνια, το "ανύπαρκτο" για τους Βρετανούς ζήτημα είχε θιγεί μόνο, χωρίς να συζητηθεί.
Ενισχύοντας την αίτηση του Παπάγου, ο Μακάριος απέστειλε στις 22.8.1954 επιστολή στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, συνοδευόμενη από επεξηγηματικό του προβλήματος υπόμνημα. Κατά τα τέλη του 1954 επρόκειτο να συζητηθεί το Κυπριακό και στις 29.9.1954 ο Μακάριος αναχώρησε για την Νέα Υόρκη, μέσω Αθηνών, ώστε να παραβρεθεί στις συζητήσεις στην έδρα του ΟΗΕ . Στο μεταξύ ο Γεώργιος Γρίβας ήρθε μυστικά στην Κύπρο και εργαζόταν προετοιμάζοντας επί τόπου την έναρξη του αγώνα.
Είχε κριθεί πως θα μπορούσε να υποβοηθηθεί η κατάδειξη του προβλήματος στην έδρα του ΟΗΕ αν άρχιζε στην Κύπρο στρατιωτική δράση ενώ το πρόβλημα θα συνεζητείτο. Έτσι, ο Γρίβας έκανε στο νησί τις τελευταίες του ετοιμασίες και εκπαίδευε τους μυημένους νέους, αναμένοντας το σύνθημα του Μακαρίου από την Νέα Υόρκη. Το σύνθημα για έναρξη της δράσεως της ΕΟΚΑ (=Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) στην Κύπρο θα έδινε ο Μακάριος από την έδρα του ΟΗΕ, όταν θα στάθμιζε επί τόπου την κατάσταση.
Δυστυχώς, η πρώτη αυτή προσφυγή της Κύπρου (μέσω Ελλάδας, επειδή μόνη της η Κύπρος δεν είχε δικαίωμα προσφυγής αφού δεν ήταν ανεξάρτητο κράτος) δεν αποκόμισε οποιαδήποτε κέρδη. Η Μεγάλη Βρετανία, χρησιμοποιώντας την τεράστια επιρροή που διέθετε, μπόρεσε εύκολα να "πνίξει" το ζήτημα (με υποβολή ενός ψηφίσματος που δεν έλεγε τίποτα και που υποστήριζε να μη γίνει άλλη συζήτηση για το Κυπριακό, ψήφισμα που έθεσε η Νέα Ζηλανδία στην Πολιτική Επιτροπή του ΟΗΕ, όπου έγινε αποδεκτό).
Στην Αθήνα οργανώθηκε στις 14.12.1954, ως αντίδραση στην εξέλιξη αυτή, τεράστια αντιβρετανική και αντιαμερικανική διαδήλωση. Παρόμοια λαϊκή αντίδραση σημειώθηκε και στην Κύπρο στις 18.12.1954, που δεν διαλύθηκε ούτε με τους πυροβολισμούς από την πλευρά των Άγγλων, οι οποίοι τραυμάτισαν 3 άτομα. Επιστρέφοντας στην Κύπρο μετά την πρώτη αυτή ανεπιτυχή προσπάθεια, ο Μακάριος δήλωσε στην Αθήνα το Ιανουάριο του 1955 ότι η μάχη της Κύπρου δεν ετελείωσε. . . η μάχη συνεχίζεται. . .
Στις 10.1.1955 επέστρεψε στην Λευκωσία όπου τον υποδέχτηκε ένα τεράστιο πλήθος, το οποίο ο Μακάριος κάλεσε «να κρατεί υψηλά τας σημαίας διότι ο αγών συνεχίζεται». Και πρόσθεσε:
«Καλούμεθα πάντες να επανδρώσωμεν τας αγωνιστικάς μας επάλξεις. Ουδείς ας ορρωδήση. Η ηρωική παράδοσις της Φυλής, μας υπαγορεύει την στιγμήν αυτήν το ύψιστον καθήκον: πιστοί μέχρι τέλους εις την ιεράν μας υπόθεσιν. Πιστοί έως θανάτου.»
Λίγες μέρες αργότερα, επέτειο του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950, ο Μακάριος μιλώντας σε ένα ενθουσιώδες πλήθος στην εκκλησία της Φανερωμένης στην Λευκωσία ήταν κάπως περισσότερο σαφής, διαλαλώντας ότι ο αγών θα διεξαχθή κυρίως εις το εσωτερικόν.
Τρεις περίπου μήνες αργότερα, την 1.4.1955, άρχισε ο ένοπλος απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ

γ. Η Εθναρχία εγκαταλείπει το αίτημα της Ενώσεως

Στις 30 Οκτωβρίου 1955 αφίχθη στην Κύπρο ως Κυβερνήτης ο σερ Τζων Χάρτινγκ και συναντήθηκε με τον Μακάριο. Πρότεινε το ίδιο σχέδιο αυτοκυβερνήσεως που είχε παρουσιάσει ο Μακμίλαν (Harold Macmillan) και προνοούσε την νομοθετική εξουσία να την ασκούσε Νομοθετική Συνέλευση με «αιρετή πλειοψηφία» με την συμμετοχή και των Τουρκοκυπρίων. Οι εξωτερικές υποθέσεις, η άμυνα και η εσωτερική ασφάλεια θα άνηκαν ασφαλώς στην αποκλειστική δικαιοδοσία του κηδεμόνα της Κύπρου, Άγγλου Κυβερνήτη.
Ο Μακάριος για πρώτη φορά, εγκατέλειπε το αίτημα της άμεσης Ενώσεως και δεχόταν να συνεργαστεί με την Βρετανική Κυβέρνηση σε ένα μεταβατικό σύνταγμα αυτοκυβερνήσεως μέχρι την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιαθέσεως. 
Τι εμεσολάβησε και άλλαξε την μεθ’ όρκου Ενωτική θέση του ο Μακάριος; Ουδείς γνωρίζει αλλά πάντες μπορούμε να υποθέσουμε από τα ακολουθήσαντα γεγονότα…
Ο Μακάριος αντιπρότεινε στον Χάρτιγκ τα εξής: «Αναγνώριση από την Βρετανία του δικαιώματος του Κυπριακού λαού για αυτοδιάθεση, και συνεργασία με την Βρετανική Κυβέρνηση για εκπόνηση και άμεση εφαρμογή Συντάγματος προσωρινής αυτοκυβερνήσεως». Ακολούθησαν τρεις άλλες συναντήσεις του Μακαρίου με τον Χάρτιγκ και μετά από διαβουλεύσεις του Χάρντιγκ με την Αγγλική Κυβέρνηση και του Μακαρίου με την νέα Ελληνική Κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή (που σχηματίστηκε στις 6/10/1955 μετά το θάνατο του Αλέξανδρου Παπάγου) για πρώτη φορά αναγνωριζόταν, έστω και με δύο αρνήσεις, το δικαίωμα του Κυπριακού Λαού για αυτοδιάθεση. Συγκεκριμένα αναφερόταν:
«Δεν είναι, όθεν, θέσις της Βρετανικής Κυβερνήσεως το ότι η αρχή της αυτοδιαθέσεως ουδέποτε δύναται να εφαρμοσθή εις την Κύπρον».
Με τις παραπάνω υποκριτικές και ψευδείς δηλώσεις τους, οι Βρετανοί για μία ακόμη φορά, όπως επιβεβαιώθηκε από τα επακολουθήσαντα γεγονότα, απεδείχθησαν Ψεύτες, Φαρισαίοι και πανούργοι ως ο όφις!
Σύμφωνα με το έγγραφο που παρουσίασε ο Χάρντιγκ, μία τελική λύση, θα έπρεπε να εξασφαλίζει τα στρατηγικά συμφέροντα όχι μόνο της Βρετανίας, αλλά και των συμμάχων της.
Όμως σημαντικότερος σύμμαχος της Αγγλίας στην περιοχή αυτή ήταν η Τουρκία, η οποία υποστήριζε πλέον ότι η Κύπρος ήταν ζωτικής σημασίας και για τα δικά της στρατηγικά συμφέροντα, γι´αυτό και απέρριπτε ασυζητητί την εφαρμογή της αυτοδιάθεσης στην Κύπρο, επειδή κατά τους ισχυρισμούς της θα οδηγούσε στην Ένωση.
Με αυτό τον τρόπον, η Αγγλία επανειλημμένως επανέφερε στο προσκήνιο τις Τουρκικές βλέψεις στην Κύπρο πάντοτε με σκοπό την δική της κηδεμονία στο νησί. Εξαρτούσε δηλαδή την τελική λύση και από την Τουρκία, η οποία ήταν σύμμαχός της στο ΝΑΤΟ και το Σύμφωνο της Βαγδάτης1.
Η τρίτη ελληνική προσφυγή κατατίθεται στον ΟΗΕ στις 13 Μαρτίου 1956, ενώ στις 12 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους η Βρετανία προχωρεί σε υποβολή αιτήσεως στον Οργανισμό εναντίον της Ελλάδας με θέμα «Η υπό της Ελλάδας υποστήριξη της τρομοκρατίας στην Κύπρο». Στις 14 Νοεμβρίου η επιτροπή δικαιοδοσίας του ΟΗΕ αποφασίζει να εγγράψει το θέμα της Κύπρου στην Γενική Συνέλευση. Στις 26 Φεβρουαρίου 1957, και ενώ οι συγκρούσεις στην Κύπρο εντείνονται, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ εγκρίνει με 76 ψήφους υπέρ και δύο αποχές ψήφισμα με το οποίο εκφράζεται η επιθυμία εξευρέσεως ειρηνικής, δημοκρατικής και δίκαιης λύσης του Κυπριακού, σύμφωνα με τις αρχές και τους σκοπούς του ΟΗΕ, και η ελπίδα επανενάρξεως των διαπραγματεύσεων.
Η απόφαση αυτή, καίτοι τυπικώς θετική για τις ελληνικές θέσεις, απέδειξε ταυτόχρονα:
1/ Την αδυναμία του ΟΗΕ να αντιμετωπίσει ουσιαστικώς και αποτελεσματικώς τα ισχυρά συμφέροντα και
2/ Τον περιορισμό του ρόλου του σε έκφραση ευχολογίων, όπως έγινε και με τις αποφάσεις του μετά την Τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου το 1974.
Δύο ακόμη ελληνικές προσφυγές τον Δεκέμβριο του 1957 και του 1958 δεν απέφεραν ουσιαστικά οφέλη, παρ’ ότι η προσφυγή τού 1957 θεωρήθηκε η πλέον θετική, δεδομένου ότι το ελληνικό σχέδιο ψηφίσματος για την αυτοδιάθεση συγκέντρωσε 31 ψήφους υπέρ, 23 εναντίον και 24 αποχές, πλην όμως δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία των δύο τρίτων.
Εν κατακλείδι, η περίπτωση της αντιμετωπίσεως του Κυπριακού από τον διεθνή Οργανισμό, επιβεβαίωσε μία από της βασικές αρχές της συστημικής Realpolitik, τουτέστιν: Την υποβάθμιση του «δικαίου» και της «ηθικής» σε σχέση με την «ανάγκη επιβιώσεως και εξυπηρετήσεως μεγάλων συμφερόντων».
Επιβεβαίωσε ακόμη με τον πλέον σαφή τρόπο ότι ο ΟΗΕ, όπως και παλαιότερα η Κοινωνία των Εθνών την οποία διαδέχτηκε, είναι δυστυχώς το καταφύγιο στο οποίο προσφεύγουν οι απελπισμένοι, αδικημένοι και  αδύνατοι και όπου ανταγωνίζονται και υπερισχύουν μόνον ισχυροί.
δ. Η Τριμερής Διάσκεψη του Λονδίνου (Αγγλία-Ελλάδα-Τουρκία)
 Λίγο μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνος (1η Απριλίου 1955) έκλεισαν οι τεκτονικές στοές στην Κύπρο για να μην αφήσουν καμμία υποψία, περί συμμετοχής τους στον αγώνα της ΕΟΚΑ2.
Προς τι η ενέργεια αυτή μετά τόσης σπουδής; Μέχρι τώρα δεν έχει δοθεί απάντηση από τους σημερινούς «διδασκάλους» των Τεκτονικών στοών της Κύπρου που τηρούν τα αρχεία των περιόδων εκείνων. Εάν δεν δοθεί απάντηση, έστω και μετά παρέλευση 60 ετών, δικαιούμεθα να ομιλούμε για εθνική μειοδοσία αν όχι για εθνική προδοσία από τους τότε Κυπρίους «ιεράρχες» και λειτουργούς του Εωσφόρου-Μεγάλου Αρχιτέκτονος του Σύμπαντος (ΜΑΤΣ).
Το 1955 συγκαλείται η Τριμερής Διάσκεψη του Λονδίνου (29 Αυγ.-7 Σεπ.) όπου κλήθηκαν να πάρουν μέρος οι κυβερνήσεις Ελλάδος και Τουρκίας, ενώ ο άμεσα ενδιαφερόμενος κυπριακός λαός αγνοήθηκε. Η τότε κυβέρνηση της Ελλάδος (κυβέρνηση Καραμανλή):
-Αποδέχθηκε την πρόσκληση να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις αλλά απροσδοκήτως, παραλόγως και παρανόμως, κατά το διεθνές δίκαιον, δέχθηκε και την συμμετοχήν της Τουρκίας στις συζητήσεις.
-Δεν έλαβε υπόψη της τις έντονες αντιδράσεις των Κυπρίων που υπεστήριζαν, ορθώς, ότι η Τουρκία δεν εδικαιούτο να παρακαθήσει στην διάσκεψη που αφορούσε στο μέλλον της Κύπρου, καθ’ όσον δια της συνθήκης της Λωζάνης (1923) είχε παραιτηθεί όλων των δικαιωμάτων της επί της Νήσου.
Η Τριμερής Διάσκεψη του Λονδίνου είχε και τρομερές επιπτώσεις στην Ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινουπόλεως. Από τον Αύγουστο του 1954, που κατατέθηκε από την Ελληνική κυβέρνηση προσφυγή στον ΟΗΕ με αίτημα την αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού, επικράτησε στην Τουρκία μεγάλος λαϊκός αναβρασμός. Στον Τύπο γράφονταν εμπρηστικά ανθελληνικά άρθρα και η τουρκική Κυβέρνηση πιεζόταν να αναλάβει δράση για να ματαιώσει την Ένωση.
Η ελληνική κυβέρνηση είχε καταθέσει την 25ην Ιουλίου 1955 στον ΟΗΕ προσφυγή για αυτοδιάθεση του Κυπριακού λαού. Η Ελληνική αντιπροσωπεία είχε μαζί της και μία γνωμοδότηση του διεθνολόγου Γ. Σέλλ, που βεβαίωνε ότι η Τουρκία είχε χάσει κάθε δικαίωμα αναμίξεως στα πράγματα της Κύπρου, από την συνθήκη της Λωζάνης3.
Με υποκίνηση της υπό τον Φαζίλ Κουτσιούκ τουρκοκυπριακής ηγεσίας, ιδρύθηκε στην Τουρκία οργάνωση με την ονομασία «Η Κύπρος είναι Τουρκική», που δεν έπαυε να εξάπτει τον φανατισμό των λαϊκών μαζών. Με υπόδειξη του υπουργού Εξωτερικών Ζορλού οργανώθηκαν από την ίδια την Κυβέρνηση και από στελέχη του κυβερνώντος Δημοκρατικού κόμματος, απίστευτης βαρβαρότητας ταραχές σε βάρος της ελληνικής μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη4.
Οι τουρκικές βιαιότητες απέβλεπαν στο να δοθεί το μήνυμα ότι η Κύπρος συγκλόνιζε τον Τουρκικό Λαό σε βαθμό που η Κυβέρνηση «αδυνατούσε να συγκρατήσει την κοινή γνώμη». Αυτό αποκάλυψε ο Μεντέρες στον δημοσιογράφο και πρόεδρο της οργανώσεως «Η Κύπρος είναι Τουρκική», Χικμέτ Μπιλ5.
Έναυσμα των ταραχών αποτέλεσε είδηση που μεταδόθηκε από τον κρατικό ραδιοσταθμό και τις εφημερίδες ότι στις 5 Σεπτεμβρίου ρίχτηκε στην Θεσσαλονίκη βόμβα εναντίον του σπιτιού όπου, κατά την συμβατική ιστορία και τους μισθοφόρους συστημικούς ιστορικούς, είχε γεννηθεί ο Κεμάλ Ατατούρκ. Τα τουρκικά μέσα ενημερώσεως άφησαν να εννοηθεί ότι ευθύνονταν Έλληνες. Στην πραγματικότητα, την βόμβα την είχε μεταφέρει Τούρκος φοιτητής από την Τουρκία και την τοποθέτησε Τούρκος κλητήρας. Τα δύο αυτά πρόσωπα συνελήφθησαν και ομολόγησαν την πράξη τους.
Στην τριμερή διάσκεψη ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Φατίν Ρουστού Ζορλού, δήλωσε ωμά ότι «το μέλλον της Κύπρου δεν ήταν θέμα ούτε της Ελλάδας ούτε της Κύπρου, αλλά της Βρετανίας και της Τουρκίας»6.
Υπογραμμίζοντας την αντίθεση της Τουρκίας στην Ένωση, χρησιμοποίησε επιχειρήματα, πολλά από τα οποία επαναλαμβάνονται μέχρι σήμερα. Η Κύπρος, είπε, είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Τουρκίας. Όποιος ελέγχει την Κύπρο ελέγχει και τα νότια λιμάνια της Τουρκίας. Υποστήριξε ότι το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως δεν έχει απόλυτη εφαρμογή. Έφερε ως παράδειγμα τα νησιά Ώλαντ, τα οποία είπε, αν και οι κάτοικοί τους κατά 95% είναι Σουηδοί, παραχωρήθηκαν στην Φινλανδία, επειδή είναι πλησιέστερα στην χώρα αυτή παρά στην Σουηδία.
Ο Ζορλού απέρριψε όχι μόνο την αυτοδιάθεση, αλλά και την αυτοκυβέρνηση, υποστηρίζοντας ότι, μέχρις ότου ηρεμήσουν τελείως τα πράγματα, έπρεπε να διατηρηθεί στην Κύπρο το υφιστάμενο καθεστώς. Στην διάσκεψη έγινε ολοφάνερο το χάσμα απόψεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας7.
Ήταν ό,τι ακριβώς επιδίωκε η Αγγλία, αυτό ομολόγησε ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Ivone Kirkpatrick στον δημοσιογράφο Σύριλ Φολς. Ο Macmillan αναφέρει: «Είχε (η Ελλάδα) τουλάχιστον αποδεχτεί ότι η Κύπρος δεν ήταν «αποικιακό πρόβλημα», αλλά ένα μεγάλο διεθνές ζήτημα»8.
 Αυτό ήταν και το μεγάλο εθνικό έγκλημα της κυβερνήσεως Καραμανλή, δηλαδή μετά τις τέτοιου είδους προκλητικές και απαράδεκτες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, αντί να διακόψει κάθε συνομιλία με αυτούς και να δηλώσει ότι το θέμα είναι εθνικό και δεν αφορά την Τουρκία, όχι μόνον άφησε το πεδίο ελεύθερο να αλωνίζουν οι τούρκοι αλλά συνέχισε τις επαφές του με τους Τούρκους, συνωμίλησε μαζί τους στο Λονδίνο και Ζυρίχη, τους αναγνώρισε ως ισότιμους εταίρους (από πού και έως που;) και τελικώς συνυπέγραψε για την παραχώρηση απίστευτων προνομίων στους λεγόμενους Τουρκοκυπρίους και αποδοχή της Τουρκίας ως εγγυητρίας δυνάμεως!!!
Όλα αυτά που αφορούσαν στην διεθνοποίηση του Κυπριακού Ζητήματος, ενώ ήδη οι δημοκρατικές ελλαδικές κυβερνήσεις είχαν απορρίψει τόσον την Ένωση όσον και την αυτοδιάθεση, θέσεις που οδηγούσαν στην ευνοϊκώτερη περίπτωση στην Διχοτόμηση της Νήσου, συνέβησαν 12 χρόνια πριν από την 21η Απριλίου 1967!
Από πού και έως πού καταλογίζονται ευθύνες για την διχοτόμηση της Νήσου στο καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967; Μπορούν να μας αποδείξουν οι «αντιχουντικοί» φωστήρες ότι οι διπλωματικές συζητήσεις, θα κατέληγαν σε καλύτερη λύση από εκείνη της διχοτομήσεως εάν δεν είχε εκδηλωθεί η επαναστατική ενέργεια της 21ης Απριλίου 1967;
Εκτός και εάν εννοούν την λύση που ετοιμάζουν οι Ιουδαιοταλμουδικοί/Νατοϊκοί κύκλοι, σήμερον, με πρόσχημα την δήθεν επανένωση της Κύπρου, που θα αποτελέσει το πρελούδιο της μελλοντικής Τουρκοποιήσεως της Μεγαλονήσου!!!
Από την στιγμή που οι Βρετανοί κατέστησαν την Τουρκία ισότιμο ενδιαφερόμενο μέρος στο Κυπριακό, οι Τούρκοι αποθρασύνθηκαν. Με τρόπο ωμό, βίαιο και έξω από τα διπλωματικά θέσμια πολλές φορές, δεν παρέλειπαν ευκαιρία που να μην καθιστούν σαφές, τόσο προς την Αγγλία, όσο και προς την Ελλάδα και τις ΗΠΑ ότι καμία λύση δεν θα μπορούσε να δοθεί στο Κυπριακό χωρίς την έγκριση της Τουρκίας! Εγαύγιζαν οι γκρίζοι λύκοι, μάλλον τα γκρίζα λυκόπουλα, αλλά όχι αυτοβούλως. Επανελάμβαναν απλώς όσα τους υπαγόρευε το μεγάλο αφεντικό τους, το Αμερικανο-αγγλικό Θηρίο!!!
Και καθώς η Τουρκία εθεωρείτο πολύτιμος και αναντικατάστατος σύμμαχος του ΝΑΤΟ, οι τουρκικές αυτές προειδοποιήσεις λαμβάνονταν σοβαρά υπόψη.
Τελικά, η αγγλική πολιτική στο Κυπριακό κατέστη δέσμια των Τούρκων. Δεν απείχε από την πραγματικότητα αυτό που ο Ρούντολφ Τσώρτσιλ, γιος του Ουΐνστον Τσώρτσιλ, είπε στις 6 Ιουλίου του 1956 στον Αμερικανό δημοσιογράφο Σάϋρους Σουλτσμπέργκερ:
«Το Φόρειν Όφις δεν το διευθύνει πια ούτε ο Ήντεν, ούτε ο Σέλγουϊν, αλλά ο Μεντερές»9.



Συνεχίζεται


1Το σύμφωνο της Βαγδάτης (Οργανισμός του Κεντρικού Συμφώνου - ΣΕΝΤΟ) ιδρύθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 1955, κατά το πρότυπο του ΝΑΤΟ και του Οργανισμού Συμφώνου της Νοτιοανατολικής Ασίας. Αποτέλεσε την προέκταση της δυτικής επιρροής στα νοτιοδυτικά σύνορα της τότε Σοβιετικής Ενώσεως, με σκοπό τον περιορισμό της σοβιετικής επεκτάσεως στην Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό. Το Σύμφωνο περιελάμβανε την Τουρκία, το Ιράκ, το Ιράν και το Πακιστάν με το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες ως συνδεδεμένα μέλη. Επίσης ιδιαίτερος ήταν ο ρόλος της Κύπρου καθώς φιλοξενούσε τις βρετανικές βάσεις και τις συνέδεε επιχειρησιακώς με την Μέση Ανατολή.
2 Διοικητικός απολογισμός Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος, σ. 16.
3 Διεθνείς πολιτικές και στρατιωτικές συνθήκες-συμφωνίες και συμβάσεις, ΔΕΚ/ΓΕΣ,1980, σ.365.
4 Τα Σεπτεμβριανά, εφημερίδα, Η Καθημερινή, 9/3/2014, «...λεηλάτησαν τη νύκτα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου 1955 τα ελληνικά εμπορικά καταστήματα στο κέντρο της Πόλης, κατέστρεψαν ναούς, οικίες και νεκροταφεία, κακοποίησαν και σε κάποιες περιπτώσεις εφόνευσαν Ελληνες...»
5 Νεοκλής Σαρρής, «Η άλλη πλευρά», τ. 2 βιβλίο Α. Γραμμή, Αθήνα 1982 σ. 166, 192-193
6 Κρανιδιώτης Νίκος, «Δύσκολα χρόνια», Εστία, Αθήνα 1981.
7 Λεόντιος Ιεροδιακόνου, «Το κυπριακό πρόβλημα», Παπαζήσης, Αθήνα 1975 σελ 101-123.
8 Δημήτρης Μπίτσιος, «Κρίσιμες ώρες», Εστία, Αθήνα 1975 σελ. 30----Macmillan Harold, «Riding the Storm», Macmillan, London 1971.
9 Εφημερίδα Ελευθερία 18/11/1970, απόσπασμα από το Ημερολόγιο του Σουλτσμπέργκερ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου