Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

ΤA ΓEΓONOTA ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ 1821 ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΠΑΤΡΩΝ.

(ΕΙΔΙΚΟΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ1821 ΚΑΙ TΩN ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ, ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ ΠΡΟΣ ΑΠΟΤΙΝΑΞΗ ΤΟΥ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟΥ ΖΥΓΟΥ)


ΜΕΡΟΣ 7oν

6. Η ΤΕΛΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΚΑΙ Η ΑΜΑΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ, ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΝΙΚΗΦΟΡΟΝ ΠΕΡΙΟΔΟΝ (ΜΑΡΤΙΟΣ 1821-ΙΟΥΛΙΟΣ 1822) [Αίτια-Ένοχοι-Συνέπειες] {Συνέχεια 6ου μέρους}.
β. Οι κύριοι ένοχοι της επαναστατικής τελματώσεως και αμαυρώσεως των Εθνικών αγώνων.
1/. Το ιστορικόν-αιτιολογικόν του κατηγορητηρίου.
Οι κύριοι υπεύθυνοι για την τελμάτωση της Επαναστάσεως του 1821, μετά τους Ελληνικούς θριάμβους, κατά την νικηφόρον περίοδον (Μάρτιος 1821-Ιούλιος 1822), δυστυχώς είναι Έλληνες (πασίγνωστοι, γνωστοί, ολιγώτερον γνωστοί και άγνωστοι), ανήκοντες σε όλες τις κοινωνικές τάξεις [πολιτικοί, οπλαρχηγοί, καραβοκυραίοι (εφοπλιστές της εποχής εκείνης), λόγιοι, κλπ].
Οι παραπάνω     ΔΕΝ είναι απλώς υπεύθυνοι, αλλά  έχουν ήδη κριθεί από την Ιστορία και έχουν καταδικασθεί στην συνείδηση του Ελληνικού Έθνους, με βάση όσα εγγράφως κατέλιπαν ή προφορικώς διετύπωσαν και δι’ όσα έπραξαν, διαρκούσης της επαναστάσεως, σε βάρος του Ελληνικού λαού και του Έθνους, πολλά από τα οποία εξικνούνται σε εθνομειοδοτικές και προδοτικές ενέργειες.
Επειδή υπάρχει πλήθος ΕΝΟΧΩΝ, θα παρουσιάσουμε τους καθ’ ημάς βασικώτερους απ’ αυτούς, οι οποίοι, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν καταγραφεί στην Ελληνική και ξένη γραμματεία, υπήρξαν οι «αρνητικοί πρωταγωνιστές» της Εθνικής τραγωδίας που ακολούθησε την νικηφόρον περίοδον της Επαναστάσεως.
Βεβαίως, το Σύστημα εφρόντισε όλους αυτούς τους ΕΝΟΧΟΥΣ, να τους παρουσιάζει στα σχολικά και πανεπιστημιακά εγχειρίδια, και να τους εκθειάζει όποτε βρίσκει ευκαιρία, ως πατριώτες, αγωνιστές με φιλελεύθερο πρόσωπο, «φωτισμένους», δημοκράτες, ευρωπαϊστές, κλπ.,  αποκρύπτοντας από τις νεώτερες γενεές, όλες τις ενοχοποιητικές πράξεις τους ή ωραιοποιώντας και δικαιολογώντας τες, με ανιστόρητα ψεύδη, παραποιημένα γεγονότα και αβάσιμα επιχειρήματα.
Οι προμνησθέντες, κατεγράφησαν στην νεώτερη ιστορίαν των Ελλήνων, ως ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΙ από την συνείδηση του Ελληνικού Έθνους, για διάπραξη εγκλημάτων κατά της Επαναστάσεως και της Πατρίδος γενικώτερον, διότι διαρκούσης της Επαναστατικής προσπαθείας του Έθνους, προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, από όλα τα κατεχόμενα Ελληνικά εδάφη και αρχομένης της Αναγεννητικής προσπαθείας για δημιουργία Ελληνικού κράτους (1822):  
α/. Επέδειξαν καιροσκοπισμόν, τυχοδιωκτισμόν και υστεροβουλίαν και ενήργησαν από ιδιοτέλεια και προσωπικήν φιλοδοξίαν και ΟΧΙ από αγνόν και ανιδιοτελή πατριωτισμόν, ασίγαστο πόθο για Εθνική Ελευθερία, και εδραίαν πίστη στο δίκαιον του Αγώνος, ως ώφειλαν και είχαν ορκισθεί προς τούτο, όπως έπραξαν οι ήρωες και εθνομάρτυρες, επώνυμοι και μη.  Ενός αγώνος που είχε ως στρατηγικόν στόχον τον προαιώνιον μύχιον πόθον και το όνειρο του Γένους μας, να πάρουμε πίσω την Αυτοκρατορία μας.1
β/.  Πολέμησαν, όχι επειδή ήθελαν την ελευθερία και την εκδίωξη των Οθωμανών (Μερικοί από αυτούς, αρχικώς, επιθυμούσαν όντως την απαλλαγήν τους από τους Οθωμανούς), αλλά αναγκάστηκαν να συμμετάσχουν στον αγώνα, λόγω της διαφαινομένης επικρατήσεως του επαναστατικού ρεύματος, σκεπτόμενοι υστεροβούλως, δηλαδή:
Με την συμμετοχή τους, θα εξασφάλιζαν ότι η επόμενη μέρα θα τους έβρισκε πάλι προύχοντες και προνομιούχους, διατηρούντες τα «κεκτημένα» που είχαν και απολάμβαναν, επί Οθωμανοκρατίας.
Όταν η φλόγα έγινε τεράστια λάβα και η επανάσταση απλώθηκε παντού, εντάχθηκαν σε επαναστατικά σώματα, και σε μερικές περιπτώσεις ηγήθηκαν, από υστεροβουλία, και όχι από αγωνιστική διάθεση και πίστη στο δίκαιον του αγώνος.  Όπως έγραψε και ο Γάλλος Πρόξενος στα Ιωάννινα, Πουκεβίλ:
«Όταν οι κοτζαμπάσηδες μιλάνε για ελευθερίες δεν είναι για να καλυτερέψει η θέση του λαού, αλλά για να μπουν οι ίδιοι στη θέση των Τούρκων»….2
γ/. Συμπεριεφέρθησαν σκαιώς και τυραννικώς, προς τους απλούς, πενομένους, αγράμματους, και βασανιζόμενους  Έλληνες ραγιάδες, ιδιαιτέρως στις χήρες και τα ορφανά των πεσόντων αγωνιστών, τόσον κατά την διάρκειαν της Οθωμανοκρατίας, όσον και μετά την Επανάσταση του 1821, αναγκάζοντάς τους να κατεφεύγουν πολλάκις στους Οθωμανους τοπάρχες, προκειμένου να ζητήσουν προστασία από τους κοτζαμπάσηδες.3
δ/.  Επηρέασαν και στην συνέχεια υπονόμευσαν την εξέλιξη της Επαναστάσεως (Άκαπνοι όντες οι περισσότεροι, μεταξύ αυτών, λόγιοι και μερικοί ρασοφόροι), δια της διασποράς και προπαγάνδας ευρωπαϊκών ιδεών και αρχών, ξενόφερτων, αγνώστων, ασύμβατων με την ψυχοσύνθεση του Έλληνος, και άλλων εύηχων αλλά παραπλανητικών (Διαφωτισμός,4 Σύνταγμα, αντικληρικαλισμός, πολιτική ισότης, θεοποίηση της επιστήμης, ορθολογισμός, πνευματική ελευθερία, λαϊκή κυριαρχία, ανεξιθρησκεία,  απόρριψη  της  αυθεντίας,  κλπ), ενώ ακόμη δεν είχαν τεθεί καν τα θεμέλια κράτους,  οι οποίες (αρχές και ιδέες) αποσκοπούσαν:
.Στην αλλοίωση του Επαναστατικού πνεύματος και τον αποπροσανατολισμόν των Επαναστατημένων Ελλήνων από τους αληθινούς σκοπούς της Επαναστάσεως…
.Στην παγίδευση των άδολων και την ποδηγέτηση των μωροφιλόδοξων και αρχομανών  Ελλήνων.
.Στην απόκτηση «πολιτικού άλλοθι», δια των προπαγανδιζομένων «Συνταγματικών» ελευθεριών,  από τους πάσης φύσεως προύχοντες επί Οθωμανοκρατίας, ώστε να διατηρήσουν την επικυριαρχίαν τους στον Ελληνικό λαό, και μετεπαναστατικώς.
.Στον απογαλακτισμό τους από τις Ελληνικές παραδόσεις και την Ορθόδοξη Πίστη.
.Στον μετασχηματισμό της Εθνικής ταυτότητος των Ελλήνων (Ρωμαίϊκη/Ελληνική) σε Ευρωπαϊκή, Γραικική και Οικουμενιστική.
Έτσι, αφού με την προπαγάνδα τους προκάλεσαν σύγχυση στις λαϊκές μάζες και φυσίωσαν τα μυαλά των πλουσίων (κοτζαμπάσηδων, καραβοκυραίων, κλπ) και άλλων αρχομανών και τυχοδιωκτών, εκμεταλλευόμενοι την δεινή οικονομική κατάσταση του λαού, συνέβαλλαν:
.Στην ρήξη των αρμών της κοινωνικής συνοχής του Ελληνικού λαού και την διάσπαση της πολιτικής ενότητος των αγωνιστών της Επαναστάσεως.
.Στην διευκόλυνση των σχεδίων, τόσον των εγχωρίων επίδοξων προεστών και τινων οπλαρχηγών, προς επιβολή μιας πολιτικής κομματοκρατίας/δικτατορίας, με άλλοθι τον Συνταγματικόν μανδύα, των δε ξένων προς εξυπηρέτηση των γεωστρατηγικών-γεωπολιτικών σχεδίων τους, ήτοι να καταστήσουν την Ελλάδα, ένα κρατίδιον οιονεί όμηρόν τους, πολιτικώς και οικονομικώς..
ε/. Κατηγόρησαν αδίκως και συκοφάντησαν σκοπίμως και χυδαίως, αγνούς αγωνιστές, τους οποίους παντοιοτρόπως επεχείρησαν να  θέσουν στο πολιτικόν και στρατιωτικόν περιθώριον, προκειμένου να καρπωθούν αυτοί και μόνον αυτοί την εξουσία, την οποίαν θεωρούσαν «κεκτημένον» τους.. Όποιον δεν υπάκουε απόλυτα στις διαταγές τους, τον χαρακτήριζαν «άνανδρον» και τον κήρυσσαν «προδότη» της πατρίδας, προκειμένου να επιτύχουν τους ιδιοτελείς σκοπούς τους.
Έτσι, παγίδευσαν τους συκοφαντηθέντας οπλαρχηγούς και άλλους μεν οδήγησαν στα δικαστήρια και εφυλάκισαν με καταθέσεις εγκάθετων ψευδομαρτύρων του υποκόσμου, άλλους δε εδολοφόνησαν (π.χ. Θ. Κολοκοτρώνη, Πλαπούτα, Οδ. Ανδρούτσον. Γ. Καραϊσκάκη, κ.α.).
στ/. Έσπειραν τα ζιζάνια των προσωπικών αντιζηλιών και των πολιτικών αντιπαραθέσεων, τόσον εντόνως, ώστε στις αρχές Ιανουαρίου 1823 οι πληρεξούσιοι που επηρεάζονταν από τους οπλαρχηγούς και την Πελοποννησιακή Γερουσία, βρίσκονταν στο Ναύπλιο και οι υπόλοιποι των προκρίτων και των νησιωτών στο Άστρος, αρνούμενοι να προσέλθουν στο Ναύπλιο που βρισκόταν υπό την στρατιωτική επιρροή του Κολοκοτρώνη.
Τελικώς η Συνέλευση έγινε στο Άστρος Κυνουρίας στις αρχές Μαρτίου του 1823 με τις δύο παρατάξεις, στην κρίσιμη καμπή της Επαναστάσεως, ένοπλες σαν έτοιμες για πόλεμο, να έχουν στρατοπεδεύσει εναντίον αλλήλων στις γύρω τοποθεσίες από το Άστρος και με ένα τότε μικρό ρυάκι, το σημερινό ποταμό Τάνο, να τις χωρίζει. 
ζ/. Μοιράστηκαν τα εξοντωτικά δάνεια που έλαβαν από την Αγγλία, μεταξύ των «ημετέρων» του Κουντουριώτη (το πρώτον) στην πρώτη εμφύλια διαμάχη και των φίλων του Μαυροκορδάτου, αντί να τα χρησιμοποιήσουν για τις ανάγκες του αγώνος. Για παράδειγμα, ένας δικός τους οπλαρχηγός πληρωνόταν – αποζημιωνόταν για τους 700 άνδρες που υποτίθεται ότι είχε υπό τας διαταγάς του, ενώ στην πραγματικότητα δεν διέθετε παραπάνω από είκοσι (20). Φυσικά από το δάνειο πληρώθηκαν για τα έξοδά τους, όλοι οι νησιώτες προύχοντες της Ύδρας και των Σπετσών (καραβοκύρηδες/εφοπλιστές της εποχής εκείνης). Κάτι ανάλογο έγινε και με το δεύτερο αγγλικό δάνειο, το οποίον κατεσπαταλήθη  στην δεύτερη εμφύλια διαμάχη.
Από το δάνειο, οι λεγόμενοι «κυβερνητικοί» έδωσαν στους Ρουμελιώτες καπετάνιους και στρατιώτες μεγάλα δώρα, προκειμένου να κτυπήσουν τους συμπατριώτες «αντικυβερνητικούς» αγωνιστές. Όχι ευκαταφρόνητο ποσό μοιράστηκε μεταξύ των μελών του νομοθετικού σώματος, και μεγάλου αριθμού άχρηστων κομματικών φίλων, που ονομάζονταν «δημόσιοι υπάλληλοι».
η/. Κυριευμένοι από τα πάθη της αρχομανίας, χρηματοθηρίας, απληστίας, και τυφλωμένοι από την κατεχομένη εξουσίαν, οδήγησαν εκ προθέσεως, την επαναστατημένη πατρίδα, σε ένα εμφύλιον πόλεμον (1823-1825), που εστοίχισε μεταξύ των άλλων στην τελμάτωση  της Επαναστατικής πορείας του Έθνους, παρ’ ολίγον να στοιχίσει στην απώλεια των Εθνικών «κεκτημένων» της νικηφόρου περιόδου (Μάρτιος 1821-Ιούλιος 1822) και κατέληξε στον αιματηρόν απολογισμόν της απωλείας περίπου του ¼ του πληθυσμού, του τότε απελευθερωμένου τμήματος της Ελλάδος.
Κατά την διάρκειαν του εμφύλιου σπαραγμού διεπράχθησαν από τους ιδίους ή ομόφρονες και συνεργάτες τους:
.Φρικτά εγκλήματα και ωμότητες, όπως αυτά των δολοφονιών, βιασμών, βασανισμών και καταστροφές οικιών και περιουσιών. Στην ιστορία έμεινε παροιμιώδης η φράση ενός στρατιώτη που φώναζε ότι: «πωλείται το φουστάνι της Ζαΐμενας».5
.Λεηλασίες και εκβιασμοί απαντώμενοι μόνον σε (υπ) ανθρώπους του υποκόσμου, όπως οι λεηλασίες που πραγματοποιήθηκαν στην έδρα των Νοταράδων, στα Τρίκαλα Κορινθίας, και η περίπτωση του Σωτηράκη Νοταρά που αναγκάστηκε με την βία και υπό την απειλή σφαγής του, να καταστήσει γενικό κληρονόμο της περιουσίας του, τον ιατρό Σοφιανόπουλο, συνεργάτη του οπλαρχηγού Γκούρα.6
θ/. Κατά την κρίσιμη περίοδο της προελάσεως της στρατιάς του Δράμαλη, συγκροτούντες την τότε ελλαδικήν κυβέρνηση, αντί να πρωτοστατήσουν μαζί με τον αρχιστράτηγον Κολοκοτρώνη και να ενθαρρύνουν τους αγωνιζομένους στον υπέρ πάντων αγώνα, δειλιάσαντες, κατέφυγαν τρεμάμενοι σε μίαν μονήν παρά το Άστρος, έτοιμοι να διαφύγουν στα νησιά και αποκεί στο εξωτερικό ή δεν γνωρίζουμε που αλλού, σε περίπτωση δυσμενούς εξελίξεως των μαχών.
Για τον λόγον αυτόν, μετά την καταστροφή του Δράμαλη, η μεν γερουσία στην Τρίπολη εχαιρέτιζε τον Κολοκοτρώνη ως σωτήρα της Πατρίδος, από δε τον λαόν ουδείς εσέβετο πλέον, την δειλιάσασα προ του εχθρού και αναξία κυβέρνηση.
ι/. Μετά την καταστροφή του Δράμαλη, τα μέλη της δειλής και ανίσχυρης κυβερνήσεως καθώς και πολλοί προύχοντες, αντί να τιμήσουν και να ευγνωμονούν τον αρχιστράτηγον της νίκης:
.Άρχισαν να κατηγορούν τον Κολοκοτρώνη, ως αυθαιρετούντα, επικίνδυνον και επιδιώκοντα να επιβάλλειστρατιωτικήν ολιγαρχίαν.
.Ειργάζοντο κατ’ αυτού, ραδιουργούντα την Γερουσίαν και κινούντα τις φιλοδοξίες άλλων στρατιωτικών παραγόντων, προς τους οποίους υπέσχοντο πολλά και σπουδαία.
.Διήγειρον τους οπλαρχηγούς κατ’ αλλήλων και σε συνδυασμό με τις φιλονικείες περί φόρων και λαφύρων, απειλείτο πανταχόθεν εμφύλιος πόλεμος. Εμφανιζομένου δε του εσωτερικού διχασμού, ενεφανίζετο και πάλιν η απειλή του εξωτερικού κινδύνου…
Αποτέλεσμα της δολίας και αντεπαναστατικής στάσεως των μελών της κυβερνήσεως, ήταν οι τρείς κολοσσιαίες καταστροφές, ως της Χίου, των Ψαρών και του Μεσολογγίου, να μην οφείλονται ούτε στην δύναμη ή την υπεροχήν των Οθωμανικών όπλων, αλλά στις διχόνοιες και έριδες που έσπειραν τα ανάξια μέλη της τότε κυβερνήσεως, μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών αρχηγών της επαναστατημένης Ελλάδος.
ια/. Οι καραβοκυραίοι των τριών νήσων, την κρίσιμη εκείνη περίοδον, μη λαβόντες υπόψη την δεινή οικονομική κατάσταση της πατρίδος μας:
.Προέβαλλαν υπερβολικές χρηματικές αξιώσεις, καίτοι είχαν λάβει ήδη ικανά προς εξόφληση χρήματα, μεταξύ των οποίων και τα τρία πέμπτα του ποσού των 80.000 ταλλήρων, των λύτρων της οικογενείας Χουρσίτ πασά.
.Ήκουαν με ευμενή προσοχήν τις κατηγορίες των πολιτικών κατά των στρατευμάτων του Κολοκοτρώνη, τον οποίον αδικαιολογήτως άρχισαν να κατηγορούν και να θεωρούν ως εχθρόν των συμφερόντων τους.
ιβ/. Την κρίσιμη εκείνη περίοδο της επαναστάσεως, αντί να ομονοήσουν και να συμφωνήσουν για την ανάληψη της εξουσίας από ένα πρόσωπο, κοινής αποδοχής, προς καταλλαγή των οξυμένων πνευμάτων και κατευνασμόν των παθών, εδημιούργησαν κόμματα (Των νήσων, του Μαυροκορδάτου και των προυχόντων), πριν ακόμη δημιουργηθεί κράτος και αναγνωρισθεί επισήμως, τα οποία εδίχασαν τον πενόμενον λαόν. Παραλλήλως απαίτησαν από το εις το Άργος εδρεύον μέρος του Βουλευτικού Σώματος, λογοδοσίαν της χρηματικής διαχειρίσεως παρά του Εκτελεστικού, με επιχειρήματα η κάθε μια παράταξη, για τα συμφέροντά της και μόνον. Αποτέλεσμα:
.Η επικράτηση της αναρχίας και των αιματηρών βιαιοτήτων και η καταφυγή των μελών του Βουλευτικού στο Κρανίδιον.
.Κάθε κόμμα μπολιασμένο ήδη από τους προπαγανδιστές πράκτορες του λεγομένου δυτικού διαφωτισμού, που εκόπτοντο δήθεν για πολιτική ελευθερία, ατομικά δικαιώματα και Σύνταγμα, ειργάζετο «πεπεισμένον ότι ο λαός οφείλει να εκβλαστήσει αφ’εαυτού και ουσιατικώς να κατακλίνεται επί της στρωμνής των εκδιωχθέντων Τούρκων και να πράττει από διοικητικής και κρατικής απόψεως, ό,τι έπραττον και εκείνοι…».
.Η επαναστατημένη Ελλάς ευρέθη διηρημένη και στην Πελοπόννησο και στην Στερεά, αποκεχωρισμένη πολιτικώς των νήσων επί των οποίων κυριαρχούσαν οι προύχοντες και καραβοκυραίοι της Ύδρας.  
ιγ/. Επέδειξαν ασυγχώρητον «προθυμίαν» συνδιαλλαγής με τους ξένους δυνάστες (Οθωμανούς και Ευρωπαίους), προκειμένου να διαφυλάξουν τα κατ’ αυτούς «κεκτημένα προνόμια», από την περίοδον της Οθωμανοκρατίας, με αποτέλεσμα:
.Περί το 1825-26, άρχισε να διαμορφώνεται το Ρωσικό κόμμα με αρχηγό τον Ανδρέα Μεταξά, συγχρόνως περίπου με τα άλλα δύο κόμματα, το Γαλλικό υπό τον Ιωάννη Κωλέττη και το Αγγλικό υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Όπως φαίνεται και από την ονομασία, η κάθε παράταξη «συνδιαλλέγετο» με την αντίστοιχη μεγάλη Δύναμη, προσβλέπουσα κυρίως για να επιβάλει την κυριαρχία της στην Ελλάδα, παρά να επιτύχει ουσιαστική βοήθεια σε εθνικό επίπεδο.
.Από το 1829, άρχισαν να λειτουργούν υποτυπωδώς στο Ναύπλιο, τα πρώτα κόμματα. Το ρωσόφιλο, οι οπαδοί του οποίου ονομάζονταν Ναπαίοι (από κάποιον Νάπα, Ναυπλιώτη φανατικό ρωσόφιλο), το αγγλόφιλο, οι οπαδοί του οποίου ονομάζονταν Μπαρλαίοι (από τον Βασίλη Μπάρλα, φανατικό οπαδό και κάποτε πληρεξούσιο του Μαυροκορδάτου) και το γαλλικό, με τους μοσχόμαγκες (από την τάπια, το οχύρωμα, του Μόσχου, όπου σύχναζαν οι... αλάνηδες του Ναυπλίου).7
ιδ/. Στις κρίσιμες στιγμές του Έθνους, εκτελούντες εντολές των προστατών και εντολοδοτών τους, εμπόδισαν παντοιοτρόπως ή απαγόρευσαν στους οπλαρχηγούς να συνεχίσουν τον απελευθερωτικό αγώνα τους. Παράλληλα  απαίτησαν να αναλάβουν αυτοί χωρίς όρους, ακόμη και την στρατιωτικήν ηγεσίαν του αγώνος. Χαρακτηριστικώτερον παράδειγμα η μάχη του Πέτα (4 Ιουλίου 1822), όπου ο Μαυροκορδάτος εξετέλεσε χρέη….αρχιστρατήγου, με καταστροφικά για τους Έλληνες αποτελέσματα
ιε/. Συνεργάστηκαν κρυφίως με τους προξένους των ξένων δυνάμεων, οι οποίες αντιτίθεντο στην Επανάσταση και συμπεριεφέροντο ως «εχθροί των Ελλήνων», ενεργούντες ως ωτακουστές, υποτελείς και «πιστά κυνάριά» τους. Έδρασαν με αποκλειστικόν γνώμονα τα συμφέροντα των ξένων και όχι της Ελλάδος. Αποτέλεσμα της ανίερης συνεργασίας, ήταν να ακολουθούν μίαν κατά τις οδηγίες των ξένων δυναστών εξωτερική πολιτικήν, αποσκοπούσα στον διαχωρισμόν των δυνάμεων της αναγεννωμένης Ελλάδος και αποκατάσταση κρατιδίου, αναιμικού και αθλίου.
ιστ/. Κατά τις συνεδριάσεις και εργασίες της Εθνοσυνελεύσεως, επέτρεπαν την απρόσκλητον και αναρμόδια προσέλευση και συμμετοχή των προξένων ή αντιπροσώπων τους, καθώς και πολιτών και αξιωματικών της φρουράς, οι οποίοι παρενοχλούσαν και ασκούσαν ψυχολογική πίεση στους αντιπροσώπους, με αποτέλεσμα οι εκδιδόμενες αποφάσεις να είναι μεροληπτικές, προϊόν ψυχολογικής βίας, σε βάρος του Ελληνικού λαού και των συμφερόντων του Ελληνικού Έθνους.
ιζ/. Έλληνες πολίτες όντες των νησιών του Αιγαίου,  φραγκοπαπικού δόγματος [αφορά στις κοινοτικές και θρησκευτικές αρχές των φραγκοπαπικών («καθολικών») στα νησιά του Αιγαίου], συνεπικουρούμενοι από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους των Μεγάλων Δυνάμεων (Αγγλίας, Γαλλίας, Αυστρίας) :
.Αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στον επαναστατικόν αγώνα των Ελλήνων προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού, εκτελούντες εντολές των κατά τόπους πνευματικών  τους ηγετών, προερχόμενες από το Βατικανόν, ζητήσαντες προς κατοχύρωση της ανωτέρω προδοτικής αποφάσεώς τους, την προστασίαν των προξένων των Μεγάλων δυνάμεων και υψώσαντες σε αρκετές περιπτώσεις, σημαίες των προστάτιδων δυνάμεων, αντί της Ελληνικής.
.Αρνήθηκαν να εκπληρώσουν τις φορολογικές και άλλες νόμιμες υποχρεώσεις τους, οι οποίες απέρρεον από την ιδιότητά τους ως πολιτών της αρτισύστατης Ελληνικής Επαναστατικής Διοικήσεως ή αργότερον του διεθνώς ανεγνωρισμένου Ελληνικού κράτους.
.Απέδειξαν δια λόγων και πράξεων, ότι διακατείχοντο από μισαλλοδοξίαν προς τους Έλληνες Ορθοδόξους, προς τους οποίους συμπεριεφέροντο σκαιώς, περιφρονητικώς και βαναύσως, προτιμούντες παντοιοτρόπως, την «συνεργασία» με τους Οθωμανούς κατακτητές, ουσιαστικώς την υποταγήν τους, είτε ενεργούντες ως ωτακουστές-κατάσκοποι είτε τροφοδοτούντες (με πάσης φύσεως εφόδια διοικητικής μερίμνης), τα οθωμανικά στρατεύματα, είτε καταβάλλοντες, ως μη ώφειλαν, φόρους στον Σουλτάνο.
.Συνέβαλλαν στην τελμάτωση της Επαναστάσεως, αφού η Ελληνική Διοίκηση στα προβλήματα που ήδη αντιμετώπιζε (εσωτερικά, πολεμικά κατά των Οθωμανών, αντεπαναστατική στάση των Μεγάλων δυνάμεων), προσετέθη και το δυσεπίλυτο εκείνο της εχθρικής στάσεως των Ελλήνων παπικών του Αιγαίου. Ειδικώτερα, παρεμπόδιζαν εσκεμμένως τους Έλληνες στις θαλάσσιες επαναστατικές επιχειρήσεις τους κατά των Οθωμανών, οι οποίες υπό διαφορετικές προϋποθέσεις, θα μπορούσαν να είχαν συμβάλλει:
-Στην ισχυρή-υπολογίσιμη παρουσία και ναυτική υπεροχή του Ελληνικού Ναυτικού στο Αιγαίον.
-Στον περιορισμόν της δράσεως του Οθωμανικού στόλου, με συνέπεια την συνέχιση-επιτάχυνση της νικηφόρου πορείας της Επαναστάσεως, και
-Στον εξαναγκασμό των Μεγάλων Δυνάμεων, σε αλλαγή της στάσεώς τους, απέναντι στην Επανάσταση του 1821.
ιη/. Συνωμότησαν και ίδρυσαν μυστική οργάνωση με την κωδικήν ονομασία «Ηρακλής», υπό την καθοδήγηση των Αγγλογάλλων, προκειμένου να ανακοπεί εν τη γενέσει της, η μεγάλη προσπάθεια αναγεννήσεως της Ελλάδος, την οποίαν είχε αναλάβει ο Εθνικός κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Επειδή ο Καποδίστριας δεν υπετάσσετο στους εκβιασμούς και απειλές των δολιοφθορέων του Έθνους, Γάλλων και Άγγλων, οι οποίοι τον επίεζαν να νομοθετήσει καθεστώς κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ενώ ακόμη δεν είχαν καν τεθεί τα θεμέλια και δεν υφίσταντο οι προϋποθέσεις λειτουργίας της Διοικήσεως ως υποτυπώδους κράτους, προέβησαν στο ανοσιούργημα, στο ασυγχώρητο εθνικόν έγκλημα, την δολοφονίαν του!!!
Τα αρχεία του Foreign Office και του Colonial Office (στο Kew Gardens του Λονδίνου) προσφέρουν πληθώρα στοιχείων, που αποκαλύπτουν την κίνηση των νημάτων της αντικαποδιστριακής δημαγωγίας από τα Αγγλοκρατούμενα Επτάνησα.8
ιθ/. Σε μία από τις συνωμοτικές συσκέψεις που έκαναν στις οικίες των ξένων προξένων (περίφημη σύσκεψη Κωλέττη-Μαυροκορδάτου-Καλλέργη στο σπίτι του Άγγλου πρέσβεως Λάϊονς, υψηλόβαθμου μασώνου), συναποφάσισαν το πραξικόπημα  του 1843 και δρομολόγησαν διαδικασίες, ώστε να παρουσιασθεί ως «Λαϊκή εξέγερσις» κατά του Όθωνος (Για όλη αυτή την περίοδο, μας δίδουν ανεκτίμητες πληροφορίες οι Παπαρρηγόπουλος, Μαρκεζίνης, Δασκαλάκης, Φωτιάδης, Βερναρδάκης, Καλλέργης και άλλοι, στα «Απομνημονεύματα»).9
κ/. Οδήγησαν εσκεμμένως και σε συνεννόηση με τους προξένους των τριών μεγάλων δυνάμεων την πάμπτωχη Ελλάδα των 850-900 χιλιάδων πενομένων κατοίκων, σε σκληρή λιτότητα σε μια δύσκολη χρονιά με σεισμούς και πλημμύρες, και προκάλεσαν τρόμον και χάος με την υπογραφή ενός εξοντωτικού «πρωτοκόλλου-μνημονίου» που συνέταξαν οι τρεις πρεσβευτές, ως υπερκυβερνήτες πια, στις 2 Σεπτεμβρίου 1843.10 Την επομένην έκαναν το πραξικόπημα, η συμφωνία ακυρώθηκε στην πράξη, και κηρύχθηκε νέα στάση πληρωμών (η δεύτερη νεοελληνική πτώχευση μετά το 1827).
Αποτέλεσμα: Oι πρεσβευτές τους στην Αθήνα αναλαμβάνουν την διαχείριση των οικονομικών και εκτέλεση των πολιτικών αποφάσεων, καθορίζοντας αποικιοκρατικού τύπου μέσα, για την είσπραξη των τοκοχρεολυσίων, ενώ η Ελλάδα παρέλυσε οικονομικώς. 
κα/. Συμμετείχαν στο ανθελληνικό πραξικόπημα της 3ης Σεπτ. 1843,11 το οποίον οργανώθηκε από τους Αγγλογάλους και εκτελέστηκε νύκτα, από πράκτορες του Συστήματος,  με συμμετοχή ανθρώπων του υποκόσμου των Αθηνών  και ποινικών καταδίκων, ερήμην της παμψηφίας σχεδόν του Ελληνικού λαού, και το οποίον οι αδίστακτοι πραξικοπηματίες χαρακτήρισαν «επανάσταση», προκειμένου να επιβάλλουν όπως και έκαναν, την ξενόδουλη κομματοκρατία και το λεγόμενο δημοκρατικό Σύνταγμα, εκβιάζοντες και απειλούντες τον Βασιλέα Όθωνα.
κβ/. Μετά την βιαίαν επικράτηση του πραξικοπήματος,  της 3ης Σεπτεμβρίου, ενεργοποίησαν πλήρως και επισήμως πλέον, την λειτουργία των κομμάτων, στα οποία επάλαιον οι Έλληνες καθ’ Ελλήνων, αλλά οι σημαίες τους δεν ήσαν Ελληνικές. Όπισθεν του Κωλέττη και του Μαυροκορδάτου, ευρίσκοντο ο μισέλληνες πρεσβευτές Πισκατόρι και ο Λάϋονς, οι οποίοι είχαν κατέλθει αναφανδόν εις την πολιτικήν κονίστραν και ενεργούσαν ως αντιμαχόμενοι κομματάρχες, υπό τας εμπνεύσεις των οποίων επάλαιον οι Έλληνες, φθείροντες τις δυνάμεις τους, παραλύοντες το νεοσύστατον κράτος και παρέχοντες οικτρόν θέαμα πολιτικής αθλιότητος.
Η «τρόϊκα» των πρέσβεων μετείχε ακόμα και σε υπουργικά συμβούλια, έχοντας λόγο για τα πάντα (εφ. «Αθηνά» 25.5.1843).
Μοιραίως άρχισε νέος γύρος εμφύλιας τραγωδίας στα Ελληνικά πολιτικά δρώμενα.
«Αφού η κυβέρνηση του Μαυροκορδάτου δυνάμωνε παντού εις το κράτος το κόμμα της με χρήματα, άρχισε εις την Σπάρτη (Σημ. Σαρ. Καργάκου: Εννοεί Μάνη) ο εμφύλιος πόλεμος και εις την Μεσσηνίαν σκοτώθηκαν περίπου από πεντακόσιοι. Άρχισε το ίδιο και στη Ρούμελη. Τότε ο Μεταξάς και η κομπανία μιλούν με τον Γρίβα να πάγη εις το Ξερόμερον να κάμη τις βουλευτικές εκλογές και ν’ ανοίξη εμφύλιον πόλεμον …».12
κγ/. Εκακοποιούσαν το…ελεύθερον πολίτευμα. Οργάνωναν και διεξήγαγον εκλογές παρωδίας, βίας, αίματος και νοθείας. Στις περισσότερες επαρχίες ο λαός δεν εξέφερε γνώμην ή η γνώμη του ενοθεύετο και η ελευθέρα βούλησή του εκακοποιείτο. Αλλαχού οι καπεταναίοι, αλλαχού οι χωροφύλακες, αλλαχού οι αρχές εξέλεγαν όσους αυτοί εβούλοντο και εκείνους τους οποίους είχαν συμφέρον να προκρίνουν.
Ακόμη και από τους πρώτους μήνες της Επαναστάσεως, οι κοτζαμπάσηδες της Πελοποννήσου είχαν εκδηλώσει τις προθέσεις τους για το πώς εννοούσαν τις εκλογές των αντιπροσώπων τους.  Ο υπασπιστής του Δημ. Υψηλάντη και φιλέλληνας αξιωματικός Chevalier, έγραφε σε γράμμα του από την Καλαμάτα (21/7/1821) τα εξής:
«Μόλις εφτάσαμε στο Μωριά εβρήκαμε θρονιασμένη μια ανωτάτη γερουσία, που αποτελείται από οκτώ άτομα. Πιστεύεις πως γενίκανε εκλογές; Κάθε άλλο φίλε μου! Αυτοί οι κύριοι έχουν μιμηθεί εκείνον τον Καρδινάλιο, που στις εκλογές για τον Ποντίφικα ανέκραξε: “εγώ είμαι ο Πάπας!” Αυτοί είναι οι τύραννοι, που θέλουν να καταπιέζουν τον λαό, που πήραν δύναμη από τα πλούτη των Τούρκων, που κάνουν τους πολιορκητές να λιμοκτονούν, με λίγα λόγια, κτήνη…».13
κδ/. Ενώ οι κοτζαμπάσηδες και οι «ημέτεροί» τους, διήγον βίον τρυφηλόν, οι καπεταναίοι και άλλοι αγωνιστές, αδικούντο κατάφορα. Πλείστοι από αυτούς επένοντο, άλλοι ελιμοκτόνουν (χαρακτηριστική η περίπτωση του «Τουρκοφάγου» Νικηταρά που κατήντησε ζητιάνος) και άλλοι αυτοκτονούσαν ή εξ απογνώσεως ή εκ πιέσεων των δανειστών τους. Παρείχον εξευτελιστικές συντάξεις σε χήρες ή μητέρες ηρώων, όπως η του Διάκου. Ναυμάχοι, όπως ο Τσαμαδός, είχαν αυτοκτονήσει από στερήσεις, Η χήρα του αγωνιστού Ζαρμάλου, ευρέθη νεκρά από ασιτία σε πτωχική καλύβα, και ο Μαυρομάτης απέθανε εκ πείνης.
κε/. Απέκλεισαν από την διεκδίκηση δημοσίων θέσεων, τους Έλληνες καταγομένους και προερχομένους από τα κατεχόμενα υπό Οθωμανών, ακόμη μέρη, διαχωρίζοντάς τους σε ιθαγενείς και μη, και όπως εχαρακτηρίσθησαν από τους συγχρόνους, σε αυτόχθονες και ετερόχθονες.  Δια της ενεργείας αυτής, επλήγη ο Ελληνισμός στην εθνική ενότητα αυτού ως φυλής, και εδημιουργήθη αναποφεύκτως εχθρότης αναπόδραστος μεταξύ του ελευθέρου και υπόδουλου Ελληνισμού.
κστ/. Με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο και μέσο, επεχείρησαν:
.Την αλλαγή της Εθνικής ταυτότητος των Ελλήνων, των Ρωμηών (Ελλήνων Ορθοδόξων Χριστιανών), και την αντικατάσταση του ονόματος με εκείνο του «Γραικού/ών», την επιβολήν της θρησκείας των δυτικών στην θέση της Ορθοδοξίας, μέσα από τα παγιδοφόρα θρησκευτικά δόγματα του φραγκοπαπισμού και του προτεσταντισμού.
.Την κατάργηση των διαχρονικών παραδόσεων του Έθνους, την απάλειψη από την μνήμη των Ελλήνων της Μεγάλης Ιδέας του Γένους για την ανασύσταση της Ελληνικής Αυτοκρατορίας (Ρωμανίας) και της επιβολή στην θέση τους, της φραγκοπαπικής θεωρίας περί Βυζαντίου και Βυζαντινών/απογόνων των αρχαίων Ελλήνων υποδουλωμένοι στους Ρωμαίους !!!
.Με την δημιουργία ενός …συνταγματικώς λειτουργούντος κρατιδίου, μη υπερβαίνοντος τα όρια της Θεσσαλίας, να εισάγουν ταυτόχρονα ξενόφερτες αρχές  διοικήσεως (Δυτικού Διαφωτισμού) και Ευρωπαϊκού «πολιτισμού», πρωτόγνωρες για την ψυχοσύνθεση των Ελλήνων, τις οποίες επροπαγάνδιζαν ως δήθεν φιλελεύθερες, δημοκρατικές και ανθρωπιστικές.
.Την παγίωση μιας φραγκοφορεμένης Ελλαδίτσας-χρεωδουλοπαροικίας που δεν θα διεκδικούσε τίποτε, ούτε από τα διαχρονικώς και κατ’απόλυτη κυριότητα (ιστορική, γεωγραφική, εθνολογική, αρχαιολογική), ανήκοντα σ’ αυτήν.
2/.  Το αποφαντικόν για την ΕΝΟΧΗΝ των ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ.
Για τους παραπάνω συνοπτικώς εκτεθέντας λόγους και άλλους συναφείς και εξ ίσου σοβαρούς, ΟΣΟΙ συμμετείχαν ενσυνειδήτως (Αυτουργοί, συναυτουργοί, ηθικοί αυτουργοί, αναγκαίοι συνεργοί), στα περιγραφέντα ατοπήματα και εγκλήματα κατά του λαού και του Έθνους και άλλα, μη καταγραφέντα στο προμνησθέν ιστορικόν-αιτιολογικόν του κατηγορητηρίου, κρίνονται ΕΝΟΧΟΙ αμετακλήτως, στην συνείδηση του Ελληνικού Έθνους και καταγράφονται ως τοιούτοι στις δέλτους της Ελληνικής Ιστορίας, καθ’όσον:
Εάν δεν τα είχαν διαπράξει και επεδείκνυαν πνεύμα αγνής και ανιδιοτελούς φιλοπατρίας, ανεκτικότητος, ομονοίας, σωφροσύνης, λιτότητος, δικαιοσύνης, Εθνικής ενότητος, αλληλεγγύης, ασίγαστης οργής και εκδικήσεως, για τα δεινά και εγκλήματα που διέπραξαν οι Οθωμανοί κατακτητές επί τέσσαρες (4) αιώνες σε βάρος των Ελλήνων, άμεσης τιμωρίας κατά παντός επιβουλευομένου την Ελληνική πατρίδα, άσβεστον πόθον για την ελευθερίαν της πατρίδος και αποφασιστικότητα για την τελική νίκη άχρι θανάτου:
.Η Ελλάς όχι μόνον θα συνέχιζε την θριαμβευτική πορείαν της αλλά σε μικρόν σχετικώς χρονικόν διάστημα (καθ’ ημάς σε μερικά έτη), θα απελευθέρωνε, τουλάχιστον το μέχρι το 1947, μεγάλο τμήμα της πάλαι ποτέ ένδοξης Ελληνικής Αυτοκρατορίας μας, για το οποίον απαιτήθησαν ασταμάτητοι κρουνοί αίματος και απίστευτη διάρκεια… 126 ετών !!!
.Η Ευρώπη θα ηναγκάζετο εκ των πραγμάτων να αποδεχθεί το δίκαιον του αγώνος και να αναγνωρίσει, αργά ή γρήγορα, την απελευθέρωση ενός ένδοξου λαού, αποφασισμένου για ΟΛΑ και ενός αυτοδύναμου κράτους, με οικονομική αυτάρκεια, του οποίου η ιστορία ήταν καταγεγραμμένη στις δέλτους της, για τουλάχιστον 3.000 χρόνια!!!
Δυστυχώς δεν συνέβη κάτι τέτοιο, με αποκλειστική ευθύνη όλων εκείνων που η μεν ιστορία κατέγραψε ως ενσυνείδητους μειοδότες, ξενόδουλους, αρχομανείς, ολετήρες και προδότες, το δε ΣΥΣΤΗΜΑ αποκρύπτοντας τα αληθή γεγονότα εχαρακτήρισε ως «διαφωτιστές», εθνάρχες, προοδευτικούς, φιλελεύθερους, δημοκράτες, συνταγματικούς, ανθρωπιστές, προσωπικότητες κύρους, κλπ.
Η Ελλάς το επλήρωσε με την ακατάσχετη αιμορραγία εμφυλίων πολέμων, ατελείωτων περιόδων διχασμού, την ανίερη δολοφονία αγνών αγωνιστών με αποκορύφωμα την δολοφονία του Εθνάρχου Ιωάννου Καποδίστρια και την παγίωση μιας καταστάσεως πολιτικο-οικονομικής υποτελείας, χρεωδουλοπαροικίας, που μας οδήγησαν οι προμνησθέντες ΕΝΟΧΟΙ, και στην οποίαν εξακολουθούμε να ευρισκόμεθα από τότε μέχρι σήμερον, με αποκλειστικήν ευθύνη, των βιολογικών ή πνευματικών και ιδεολογικών απογόνων εκείνων των ΕΝΟΧΩΝ, με διαφορετική μορφή και διαφορετικούς…δημοκράτες και ….ανθρωπιστές εντολοδότες / «προστάτες»!!!


Συνεχίζεται









Αφηγούμενος τα της Επαναστάσεως του 1821 διηγείτο ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συμβάντα και γεγονότα και ανάμεσα σ’ αυτά και ένα περιστατικό με τον Άγγλο ναύαρχο: «Μία φοράν, όταν επήραμε το Ναύπλιο, ήλθεν ο Άμιλτον να με ιδεί. Μου είπε ότι: «Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν συμβιβασμό, και η Αγγλία να μεσιτεύσει». Εγώ του αποκρίθηκα, ότι: «Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ελευθερία ή θάνατος. Εμείς, καπιτάν Άμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους. ‘Αλλους έκοψε, άλλους σκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς ημείς, εζούσαμε ελεύθεροι από γενεά εις γενεά. Ο βασιλεύς μας εσκοτώθη, καμμία συνθήκη δεν έκαμε, η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήτον πάντοτε ανυπότακτα». (Ἅπαντα Τσερτσέτη , τομ. Γ΄, σελ. 150).
«…Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα. Άλλά δεν εβάσταξε!» Απόσπασμα από την ομιλία του Θ. Κολοκοτρώνη προς τους Έλληνες μαθητές στην Πνύκα, 7 Οκτ. 1838).
Πολλοί Κοτζαμπάσηδες δεν ήταν απλά συνεργάτες των Οθωμανών, αλλά έγιναν δυνάστες των Ελλήνων. Ντύνονταν με Οθωμανικές γούνες, φέρονταν σαν Οθωμανοί για να τονίζουν την εξουσία τους και έβλεπαν υποτιμητικά τον λαό, που οργισμένος τους αποκαλούσε “Χριστιανούς Τούρκους”, για να τους προσβάλει. Δουλειά τους ήταν να εισπράττουν φόρους και να επιβάλουν την τάξη, με όποιο τρόπο έκριναν σκόπιμο. Σε ορισμένες περιπτώσεις η κατάχρηση εξουσίας ανάγκαζε τους Έλληνες να ζητάνε απ’ τον Οθωμανό άρχοντα να τους προστατέψει από την άγρια εκμετάλλευση και την κακομεταχείριση του Έλληνα προεστού, που η απληστία του είχε εξουθενώσει τους χριστιανούς! Χαρακτηριστικά παραδείγματα, η προσφυγή των κατοίκων της Σκύρου, το 1809, στον Καπουδάν Πασά και των κατοίκων της Άνδρου το 1816, στον Γιουσούφ Εφέντη.
Στην πρώτη περίπτωση, απευθυνόμενοι στον Καπουδάν Πασά, τον εκλιπαρούσαν: «Βλέποντες την αθλίαν κατάστασιν της κοινότητας και δοκιμάζοντες τα μύρια κακά και ζουλούμια, όπου μας έχουν πουλημένους αυτοί οι διοικηταί κοτζαμπάσηδες και μας κατήντησαν από τα βαρύτατα δοσίματα και ζημίες δια να κατασκορπιστούμε από την νήσον μας ρίχνοντας μας τεφτέρι ανυπόφερτο έξω από τις δυνάμεις μας».
Στην δεύτερη περίπτωση, οι κάτοικοι της Άνδρου ζήτησαν τη βοήθεια του Τούρκου, Γιουσούφ Εφέντη: «Η χρεία και η ανάγκη μας παρακινούν ελπίζοντες στην ευσπλαχνία σου (…) στο να σου φανερώσωμεν και εγγράφως τα όσο αδίκως και παραλόγως μας έχει παρμένα ο Γραμματικός Αντωνάκης Καμπάνης στο τεφτέρι του Γραμματιλικίου του (…) επειδή δια να στρωθεί τεφτέρι, δεν κάνει σύναξην παρά την παλαιάν συνήθειαν του χωριού μας, αλλά συνάζει κάποιους λωλούς οι οποίοι όντας μεθυσμένοι απ’ αυτόν, δεν μας αφήνουν να ομιλήσουμε εκείνο το οποίο ήτο παλαιά συνήθεια και τα δίκαιον»....
4 Ο όρος Διαφωτισμός αποτελεί νεολογισμό που εισήχθη στην ελληνική  γλώσσα στα  μέσα του 19ου αιώνος, κατ’αναλογίαν με τους αντίστοιχους όρους, Enlightenment,  Aufklärung, Illuminismo (Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά).[Κ.Θ Δημαράς, 1993)].
Κωστής Παπαγιώργης (2001), Κανέλλος Δεληγιάννης, Αθήνα: Καστανιώτης, σ. 258.
Κωστής Παπαγιώργης (2001),ο.α., σ. 255.
7 Μετά την δολοφονία του Καποδίστρια το 1831, τα κόμματα πήραν οριστική μορφή. [Πηγές:  Ν. Βλάχος, Η γένεσις του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος εν Ελλάδι, σ. 8 και 17 και Σπύρος Μαρκεζίνης Πολιτική Ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος, Πάπυρος, 1966, τ. Α΄ σ. 79].
π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός. Πρωτοπρεσβύτερος, «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ», Τεύχος Αυγούστου-Σεπτεμβρίου, Αριθμ. Τεύχους 110-111.
Ελληνισμός-Σιωνισμός, Ανδρέας Δενδρινός, Αθήναι, 1981, σ.87-88.
10 Οι τρεις Δυνάμεις απεφάσισαν στο Λονδίνο (Μάϊος-Ιούλιος 1843), να καταβάλει ετησίως η Ελλάδα για το χρέος της το αστρονομικό ποσόν 3,7 εκ. γαλλικών φράγκων. Αφορούσε στην αποπληρωμή του τριμερούς δανείου που είχαν παραχωρήσει ως εγγυήτριες το 1832, με την έλευση του Όθωνος. Tο ποσό ήταν «αστρονομικό» (25%-30% των κρατικών εσόδων).
Το εξοντωτικό πρωτόκολλο «διέρρευσε» στον Τύπο (Αύγουστος 1843) και προεκλήθη σάλος (ΣΣ: Πιθανώτατα υπήρξε «βρετανικός δάκτυλος» για να υπονομευθεί ακόμη περισσότερο, ο Oθων και η μοναρχία).
11 Λεπτομέρειες ανεφέρθησαν κατά την ανάλυση του θέματος: «Ο ΜΥΘΟΣ ΤΗΣ «ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ» ΤΗΣ 3ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1843» ( 26-31 Αυγ. 2019).
12 Ι. Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα». Έκδοση Βλαχογιάννη, Αθήνα 1907, τόμος Β΄, σελ. 176).
13 Α. Ε. Βακαλόπουλος, Επίλεκτες Βασικές Πηγές της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Α, Θεσσαλονίκη: Βάνιας, 2000, σ. 235.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου