Πέμπτη 12 Μαΐου 2016

ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ:
Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ 1


 «… Κι απ’ τη Χρυσή την Πύλη, σαν αρχάγγελος, τρανός αφέντης, ρήγας, αυτοκράτορας, εμπήκε μεσ’ την Πόλη, στην Αγιά Σοφιά.  2
Και χύνεται ο ήλιος της κορώνας του κι ανθίζει η Ρωμιοσύνη σαν τα λούλουδα και χάνεται ο Φράγκος σαν την καταχνιά!» (Κ. Παλαμάς)

ΜΕΡΟΣ 4ο

Δ.  Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΡΩΜΗΣ
 1.   Μυθολογία-ιστορία 3
Σήμερα, οι πάσης φύσεως αντιχριστιανοί-αλλόδοξοι, συμμαχούντες με  πατριδοκάπηλους / ψευτοεθνικιστές, ψευτοελληναράδες, πρωτοστατούντων των Νεοπαγανιστών, προκειμένου να αποσείσουν από τους εαυτούς τους, κάθε ευθύνη για τους διωγμούς και τις σφαγές τών Χριστιανών από τους Ρωμαίους ομοθρήσκους τους, και να αποσιωπήσουν τις περιόδους της κυριαρχίας της ειδωλολατρείας-σαρκολατρείας και σοδομισμού, της θεοποιήσεως αυτοκρατόρων από τους ιδίους, καθώς και την παραδοχή της συνέχειας τού Ελληνισμού μέσα από την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία της παλαιάς Ρώμης, που συνεχίστηκε με τους Ορθοδόξους Χριστιανούς,  αρνούνται την Ελληνικότητα τής Παλαιάς Ρώμης!
Όμως, όλα τα στοιχεία (μυθολογικά και ιστορικά), τους διαψεύδουν!!
Η παράδοση ότι η Ρώμη ήταν Αρκαδική Πελασγική αποικία, είχε ευρεία διάδοση στην αρχαιότητα, ιδίως ανάμεσα στους Ρωμαίους και Λατίνους ιστορικούς και ποιητές. Ο κυριώτερος και κεντρικώτερος από τους λόφους, όπου ήταν κτισμένη η πόλη (mons Palatinus  ή Palatium) πήρε το όνομά του από το Αρκαδικό Παλλάντιο. 4
Εξήντα χρόνια πριν από τα Τρωϊκά, όταν στην Αρκαδία βασίλευε ο Αγαμήδης (γιος του Στύμφαλου κατά την μυθολογία), ο Εύανδρος (γιος του Ερμή και της Θέμιδας) που ζούσε στην περιοχή του Παλλαντίου (στα όρια της σημερινής Τριπόλεως), με δύο πλοία κατέπλευσε ως μετανάστης στην Ιταλία. Οι Αβοριγίνες Αρκάδες, κατοίκησαν σε μερικούς από τους λόφους, στους οποίους αργότερα κτίστηκε η Ρώμη.
Στους εκεί Αβοριγίνες Αρκάδες, βασίλευε ο Φαύνος (συνώνυμος του Ρωμαϊκού θεού των δασών και των κοπαδιών, που ταυτίζεται με τον Αρκαδικό Πάνα). Ο βασιλιάς Φαύνος επέτρεψε στους νεοφερμένους συμπατριώτες του να κατοικήσουν σε έναν από τους λόφους. Ο Εύανδρος τον οχύρωσε και τον ονόμασε Παλλαντίνο είτε σε ανάμνηση της μητροπόλεως απ’ όπου ξεκίνησαν, είτε από το όνομα του γιου του, Πάλλαντα. Πιθανώτατα είναι ο Παλλαντίνος λόφος, ο κεντρικός, από τους 7 λόφους της Ρώμης.
Η μητέρα του Ευάνδρου, που λεγόταν Νικοστράτη, ονομάστηκε από τους Ρωμαίους Carmentis ή Carmenta (Πλούταρχος. Ρωμύλος, 21), και απελάμβανε εξαιρετικών τιμών από τους μεταγενέστερους Ρωμαίους, γιατί είχε προφητικό χάρισμα. H ονομαστή porta Camentalis του τείχους της Ρώμης, ώφειλε το όνομά της, σε παρακείμενο βωμό, αφιερωμένο στην μητέρα του Ευάνδρου.

Ο Ρωμαίος Οβίδιος (43 π.Χ.-17 μ.Χ.) μας λέει, πώς στην θέση που ήταν επί των ήμερων του η Ρώμη, η πρωτεύουσα του κόσμου, υπήρχαν χόρτα μόνον και λίγα βόσκοντα πρόβατα, αραιά δέντρα και αραιότερες καλύβες, όταν έφτασε εξόριστος από την Αρκαδία ο Εύανδρος, φέρνοντας μαζί του τους πατρώους θεούς. Όταν ο Εύανδρος και η ακολουθία του έφθασαν εκεί, τους σταμάτησε η προφήτισσα μητέρα του λέγοντας:«Σταθείτε, ο τόπος αυτός είναι προορισμένος να γίνει το κέντρο μιας αυτοκρατορίας».
Και συνεχίζει την γραφή του ο Οβίδιος: «Ο Νωνάκριος ήρωας άκουσε την θεόπνευστη μητέρα του και έμεινε εκεί, δίδαξε τους ντόπιους τις ιερουργίες του τόπου του, ιδίως τους έμαθε να τιμούν τον Πάνα και τον φτεροπόδαρο θεό Ερμή» [Fasti (Εορταστικόν Ημερολόγιον) 5, 91 κ.π.].
Στο σημείο αυτό, παραθέτουμε αποσπάσματα γνωστών αρχαίων συγγραφέων και ιστορικώς καταγεγραμμένα γεγονότα, τα όποια επιβεβαιώνουν την Ελληνοπελασγική καταγωγή των Ρωμαίων, και αποδεικνύουν την Ελληνικότητα των «θεμελίων» της αρχαίας Ρώμης:
«Στην συνέχεια του έργου μου οφείλω να ασχοληθώ με το Παλλάντιο, για ό,τι αξιομνημόνευτο υπάρχει εκεί, και για ποιο λόγο ο αυτοκράτορας Αντωνίνος ο παλαιότερος, έκανε το Παλάντιο πόλη αντί κώμης και παραχώρησε στους κατοίκους του ελευθερία και το απάλλαξε από τους φόρους. Λένε, λοιπόν, πώς ένας Εύανδρος ξεπερνούσε όλους τους Αρκάδες στην σύνεση και στην πολεμική ικανότητα. Ήταν γιος μιας νύμφης, κόρης του Λάδωνα και του Ερμή. Αυτός στάλθηκε σε αποικία με ομάδα Αρκάδων από το Παλλάντιο και ιδρυσε πόλη, παρά τον Τίβερη ποταμό. Ένα μέρος της σύγχρονής μας πόλης της Ρώμης, εκείνο που είχε εγκατασταθεί ο Εύανδρος με τους Αρκάδες του, ονομάστηκε Παλλάντιο, σ’ ανάμνηση της αρκαδικής πόλεως. Γι’ αυτούς τους λόγους έγιναν οι τιμητικές παραχωρήσεις εκ μέρους του αυτοκράτορα στους Παλλαντιείς».[ Παυσανίας, Αρκαδικά 43, 1-3.]
«…Ή Ρώμη υπήρξε Αρκαδική αποικία υπό τον Εύανδρο. Αυτός φιλοξένησε τον Ηρακλή, τότε που πήγαινε για τα βόδια του Γηρυόνη. Ο Εύανδρος έμαθε από την μάνα του, την Νικοστράτη, που ήταν έμπειρη στα μαντικά, ότι ήταν πεπρωμένο του Ηρακλή να γίνει θεός, όταν θα τελείωνε τους άθλους του. Το ομολόγησε στον Ηρακλή, καθόρισε έναν ναό και έκανε θυσία προς τιμήν του, συμφώνα με το ελληνικό έθιμο - μία θυσία πού γίνεται ακόμη και σήμερα. Ακόμη και ο ιστορικός των Ρωμαίων, Κοίλιος, θεωρεί αυτή την θυσία απόδειξη, ότι η Ρώμη είναι ελληνικό κτίσμα, αφού πρόκειται για πατρογονική θυσία, ελληνική, στον Ηρακλή. Οι Ρωμαίοι τιμούν και την μητέρα του Ευάνδρου. Την ονόμασαν Καρμέντη και την θεωρούν μία από τις νύμφες.» [Στράβων, «Γεωγραφικά», Ε' 111,3].
«Ο Δημάρατος πάλι, ένας από αυτούς που κυβέρνησαν την Κόρινθο, δραπετεύοντας, μετά από στασιασμούς, κουβάλησε μαζί του τόσο πλούτο από την πατρίδα του στην Τυρρηνία, ώστε αυτός κυβέρνησε την πόλη που τον υποδέχτηκε. Ο γιος του έγινε βασιλιάς των Ρωμαίων».[Στράβων, «Γεωγραφικά» Η' VI,20].
Πολύ πριν την κατάκτηση (195 π.Χ.) της υπόλοιπης Ελλάδας από την Ρώμη, υπήρχε στις Αθήνες ναός της "θεάς Ρώμης" [Περισσότερα: Mellor, R., «THEA ROMA: The Worship of the Goddess Rome in the Greek World» , Gottingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1975].
Ο Αρχαίος Έλληνας συγγραφέας, Ηρακλείδης ο Ποντικός, μαθητής του Πλάτωνα, τον 4ον π. Χ. αιώνα, αποκαλεί την Ρώμη "πόλιν Ελληνίδα" 5
Η Ρώμη είχε από πολύ παλιά - το 228 π.Χ. - δικαίωμα συμμετοχής στους Ολυμπιακούς αγώνες, δικαίωμα που δινόταν μόνο σε Έλληνες το γένος. Οι Ρωμαίοι ενεφανίσθησαν στην Ολυμπία σαν ειρηνευτές του σπαρασσόμενου, τότε, ελληνικού κόσμου και για να δικαιολογήσουν την ανάμειξή τους, στα ελληνικά πράγματα, ζήτησαν και έλαβαν την άδεια να συμμετάσχουν στους αγώνες της Ολυμπίας, αφού προηγουμένως επικαλούμενοι τους σχετικούς Ελληνικούς μύθους, μπόρεσαν να αποδείξουν πως και αυτοί είναι ελληνικής καταγωγής και άρα Έλληνες.
Αρκετοί Ρωμαίοι Αυτοκράτορες, όπως ο Νέρων, ο Τιβέριος και ο θετός του γιος Καίσαρας Γερμανικός, έλαβαν μέρος στους αγώνες παρακινούμενοι από την ακτινοβολία τους, αφού ενωρίτερα, ο Ρωμαίος ομοφυλόφιλος Σύλλας, είχε λεηλατήσει το ιερό της Ολυμπίας και είχε αποπειραθεί να μεταφέρει τους Ολυμπιακούς αγώνες στην Ρώμη.6
Το όραμα ενός Οικουμενικού Ελληνιστικού κράτους, του οποίου τις βάσεις έθεσε ο Μέγας Αλέξανδρος, άνθισε υπό την εποπτεία της Ελληνικώτατης Ρώμης. Συνέχεια εκείνου του οράματος, υπήρξε η Οικουμενική Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης. Σήμερα, η Ελλαδική πνευματική ηγεσία σιωπά, και όλα τα κόμματα της Ελλαδικής Βουλής, σιγούν ή πλειοδοτούν στους εκπλειστηριασμούς ελληνικών εδαφών, ελληνικού πλούτου και αποσιωπούν ή αρνούνται την ελληνικότητα, τόσον της αρχαίας Ρώμης όσον και του Ρωμαϊκού πολιτισμού, τον οποίον ακρίτως αποκαλούν ελληνορωμαϊκόν ή εξελληνισθέντα.
2. Λοιπές αποδείξεις για την Ελληνικότητα της αρχαίας Ρώμης. 7
Ο Βιργίλιος, αναφέροντας την ίδρυση της πρώτης πόλεως, από τον βασιλέα Εύανδρο, ανάμεσα στους παρά τον Τίβερη λόφους, προσθέτει πώς είχε δοθεί σ' αυτήν το όνομα της μητροπόλεώς του «Παλλάντιον» και πώς οι Αρκάδες, που εγκαταστάθηκαν εκεί μαζί με τον Εύανδρο, κατάγονται από την Παλλάδα. ( Αινειάδα, 8, 51 κπ).
Τιμώντας την Αρκαδική καταγωγή της ονομασίας του λόφου, ο αυτοκράτορας των Ρωμαίων Αντωνίνος (138-161 μ.Χ. όταν η Ελλάς τελούσε υπό ρωμαϊκή κατοχή), επισκέφθηκε το Παλλάντιο της Αρκαδίας και τον εκεί οικισμό τον μετέτρεψε σε πόλη, την οποίαν απήλλαξε από κάθε φόρο, αναγνωρίζοντας ότι από εκεί είχαν έλθει οικιστές στον λόφο Παλλατίνον της Ρώμης (Παυσανίας, Αρκαδικά, 43).
Άλλο στοιχείο που αποδεικνύει την Αρκαδική καταγωγή των Ρωμαίων, είναι οι κοινές εορτές. Μία από τις δημοφιλέστερες Ρωμαϊκές εορτές ήταν τα «Λουπερκάλια» (Lupus= λύκος), τα οποία δεν ήταν παρά μεταφύτευση της εορτής των «Λυκαίων» από την Αρκαδία στην Ρώμη.
Ο Πλούταρχος γράφει ότι  στην Ρώμη είχαν εορτές για την Καρμέντα, σύζυγο του εποικιστού της Ρώμης, Ευάνδρου, από την Αρκαδία και για τον Λύκιο Απόλλωνα της Αρκαδίας (Ρωμύλος, 13).
Ο Στράβων, αναφέρει και την Ραουέννα (Ραβένα, C, 124) ως κτίσμα των Ελλήνων. Στην περιοχή της Αδριατικής είχε δράσει ο Έλλην Διομήδης, για τον οποίο είχαν στήσει Ιερόν «τω μυχώ τον Αδρίου» ενώ, οι νυν Τρέμιτι νήσοι, ελέγοντο «Διομήδειοι νήσοι» (C, 215).
Οι Σαβίνοι, φαίνεται ότι ήσαν απόγονοι Λακεδαιμονίων «Οι δε Σαβίνοι... κώμας  ώκουν ατειχίστους ως προσήκον αυτους μέγα φρονείν και μη φοβείσθαι Λακεδαιμονίων αποίκους ούσιν» (Πλούταρχος. Ρωμύλος, 16). Σαβίνος ήταν και ο βασιλέας-νομοθέτης των Ρωμαίων, Νουμάς (Πλούταρχος. Νουμάς, 1).
Το 22 π.Χ. ο Οκτάβιος ρύθμισε την σχέσεις με την Σπάρτη με φιλικώτερο τρόπο προς την τελευταία. Της παραχώρησε την Καρδαμύλη, τις πόλεις των Μεσσηνίων Φαράς και Θουρία καθώς και την Δενθηλιάτη. Ο Τιβέριος αργότερα όρισε ως όρια Λακωνικής και Μεσσηνίας, την Χοίρειον Νάπην-ποταμό Σάνταβα. Ευγνωμονούντες οι Σπαρτιάτες για τις δωρεές των Ρωμαίων αυτοκρατόρων τους έφτιαξαν ναούς για τον Οκταβιανό και τον Καίσαρα, οι οποίοι και λατρεύονταν ως θεοί. ( Παυσ. ΙΙΙ, 11,4).
Οι Έλληνες αποκαλούσαν τον αυτοκράτορα Αδριανό μεταξύ άλλων «νέον Διόνυσον» και «Πανελλήνιον αρχηγέτην».8
Το 52-1 π.Χ. γραμματέας της Αθηναϊκής βουλής και του δήμου, υπήρξε κάποιος Ρωμαίος, Γάϊος Γαϊου Αλαιεύς.9
Συνέβαινε δε και το αντίθετο:  Ο περίφημος Ηρώδης ο Αττικός, ήταν Αθηναίος, και υπήρξε  «ύπατος» της Ρώμης. Ενώ σώζεται και το όνομα του Τιβέριου Ιουλίου Κέλσου, Έλληνα από την Έφεσο, που επίσης έγινε ύπατος. 10
Πολλές τέτοιες περιπτώσεις, αποδεικνύουν τους δεσμούς αίματος, ανάμεσα σε Ρωμαίους και τους Έλληνες της υπόλοιπης Ελλάδας. Υπενθυμίζουμε (και πάλι!) πως η λεγόμενη «Magna Grecia», η «Μεγάλη Ελλάδα», ήταν ένα μεγάλο και ελληνικώτατο τμήμα της Ιταλίας, του οποίου οι κάτοικοι είχαν αποκτήσει δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη, ήδη από τον 1ο μ.Χ. αιώνα!
Oι Έλληνες, μετά το 60 π.Χ, δεν έκαναν καμία εξέγερση εναντίον των Ρωμαίων, ενώ οι Χριστιανοί Έλληνες μετά το 1453 έκαναν πάνω από 70 εξεγέρσεις κατά των Τούρκων. Η «Ρωμαιοκρατία», με έννοια ανάλογη της «Τουρκοκρατίας» υπήρξε μόνο στα μυαλά των φραγκοπαπικών (δυτικών) ιστορικών, οι οποίοι προσπάθησαν να σφετερισθούν τον ελληνικό/ Ρωμαϊκό πολιτισμό. Οι Έλληνες ένοιωθαν αναπαυμένοι στο ελληνιστικό περιβάλλον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας της παλαιάς Ρώμης, το οποίο τους έδινε πάμπολλες ευκαιρίες αναπτύξεως. Και γι’ αυτό, πολύ γρήγορα, ολόκληρη η πολιτικοοικονομική και μορφωτική ηγετική τάξη της υπόλοιπης Ελλάδος είχε αποκτήσει και τα πολιτικά δικαιώματα του Ρωμαίου πολίτη, και μάλιστα αρκετά πριν από το 212 μ.Χ.
Tο 11 μ.Χ. ο Αύγουστος, ενοχλημένος από τις υπερβολικές εκδηλώσεις αγάπης των υπόλοιπων Ελλήνων προς τους Ρωμαίους διοικητές, αναγκάζεται να απαγορεύσει (!) την θέσπιση λατρείας για τους επαρχιακούς διοικητές. Επίσης περιόρισε την χρήση υπερβολικά τιμητικών επιθέτων, και όρισε  πως θα έπρεπε να περιοριστούν στην απόδοση του ονόματος «ευεργέτης».11
Οι πρόγονοί μας, όχι μόνον δεν επαναστατούσαν ουσιαστικώς, εναντίον της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αλλά και κληροδοτούσαν τα ελληνικά κράτη τους στην Ρώμη! (133 π.Χ. ο Ατταλος Γ΄ την Πέργαμο, το 75 π.Χ., ο Νικομήδης Δ΄ την Βιθυνία, ο Πτολεμαίος Απίων την Κυρρήνη και ο Αλέξανδρος Β΄ της Αιγύπτου, κατέλειπαν τα βασίλεια τους στους Ρωμαίους).12
Πολλοί από τους συγχρόνους ιστορικούς, θεωρούν το φαινόμενο αυτό μοναδικό και για να το ερμηνεύσουν κάνουν ένα σωρό σοφιστικούς συλλογισμούς και προβαίνουν σε «ερμηνευτικούς ακροβατισμούς», προκειμένου να δικαιολογήσουν τέτοιες κινήσεις, χωρίς όμως να μπορούν να κρύψουν το αυτονόητο, δηλαδή ότι:
Οι άνθρωποι αυτοί κληροδότησαν τα κράτη τους, για να τα «προφυλάξουν», για να τα διασώσουν, κάτι που ΟΥΔΕΠΟΤΕ θα γινόταν, είτε επί Τουρκοκρατίας, είτε αν πίστευαν πως οι Ρωμαίοι δεν ήταν «δικοί τους» άνθρωποι.
Το «ερμηνευτικό κλειδί» της ιστορίας, είναι το εξής: Οι υπόλοιποι Έλληνες αναγνώριζαν τους Ρωμαίους όχι μόνον ως πολιτισμικούς συγγενείς τους, αλλά και ως φυλετικά αδέλφια τους! Μόνον έτσι εξηγείται αυτό το φαινόμενο. Είχαν πεισθεί πως με αυτό τον τρόπο, συνέβαλλαν στην οικουμενική ελληνιστική ενοποίηση. Αυτή είναι η λογικώτερη εξήγηση του πρωτοφανούς φαινομένου, εκτός και αν θέλουν να πιστέψουμε πως εντελώς ξαφνικά, οι προγονοί μας, παρανόησαν ομαδικώς!
Στις εορτές των Ισθμίων του 196 π.Χ. οι Έλληνες χειροκροτούσαν όταν, ο Τίτος Κόϊντος Φλαμινίνος, ανακήρυξε την ελευθερία της Ελλάδας!!! 13
Κάποιοι, ισχυρίζονται πως η συμπεριφορά των κατακτημένων Ελλήνων και οι προσκυνηματικές εκδηλώσεις λατρείας, ήταν απλά δείγμα δουλικότητας απέναντι στους κατακτητές Ρωμαίους. Σε όλους αυτούς υπενθυμίζουμε τα εξής:
-«Οι προσκυνήσεις και οι αλλοιώσεις της ορθίας στάσεως είναι κύριο χαρακτηριστικό των Βαρβάρων» ( Αριστοτέλης)
-ΟΥΚ ΕΙΘΙΣΤΑΙ ΤΟΙΣ ΕΛΛΗΣΙ ΠΡΟΣΚΥΝΕΕΙΝ "Δεν υπάρχει στα ήθη των Ελλήνων το προσκύνημα"
Σαφείς καταδικαστικές αναφορές γύρω από την καθαρώς βαρβαρική «συνήθεια» του προσκυνήματος και της γονυκλισίας, υπάρχουν διάσπαρτες μέσα στα κείμενα όχι μόνον της Αρχαίας αλλά και της Νεωτέρας Γραμματείας μας, καθώς και στις στήλες των διαφόρων Λεξικών της Ελληνικής Γλώσσης. Ο ποιητής Θέογνις ο Μεγαρεύς {ΣΤ΄ αι. π.Χ.} καταδικάζει ακόμη και την απλή κλίσι της κεφαλής, χαρακτηρίζοντάς την ως δουλική συμπεριφορά:
"Ού ποτε δουλική κεφαλή ιθεία πέφυκεν, άλλ' αιεί σκολιή, καυχένα λοξόν έχει " [«Ουδέποτε δουλική κεφαλή γεννήθηκε όρθια, αλλά πάντοτε κυρτή και τον αυχένα λοξόν τον έχει» (Ελεγ. 535)].
Ο ίδιος δέ, ώς Έλλην, δηλώνει κατηγορηματικά:
"Ούποτε... υπό ζυγόν δύσλοφον αυχνένα θήσω, ούδ'εί μοι Τμώλος έπεστι κάρη" "Δεν θα θέσω υπό δύσλοφον ζυγόν τον αυχένα, ακόμα και άν το όρος Τμώλος πέσει επί της κεφαλής μου " {Ελεγ. 985}.
Ο Ηρόδοτος, στο Β-80 της " Ιστορίης του " μας περιγράφει τα ιδιαιτέρως παράξενα ήθη των Αιγυπτίων, αφηγείται έκπληκτος και καταγράφει ώς αξιοθέατον:
"Τόδε μέντοι άλλο {οι Αιγυπτίοι} Ελλήνων ουδαμοίσι συμφέρονται, αντί του προσαγορεύειν αλλήλους έν τήσι οδοίσι, προσκυνέουσι κατιέντες μέχρι τού γούνατος την χείρα! " | " Και σ' αυτό το άλλο οι Αιγύπτιοι δεν ομοιάζουν με τους Έλληνες, αντί να χαιρετηθούν όταν συναντηθούν είς τας οδούς, προσκυνούν κατεβάζοντας μέχρι το γόνατο το χέρι !".
Και ο λεξικογράφος Ησύχιος, είς το λήμμα " αντίχειρες ", παρατηρεί:
«Έννια των βαρβάρων εθνών, τους αντίχειρας υποτιθέντα τοίς γενείοις, και τους δακτύλους εκτείνοντα, προσκυνεί τούς ηγουμένους αυτών».
«Προσκυνείν ώσπερ έν τοίς βαρβάροις»[«Το προσκύνημα αφορά μόνον τους βάρβαρους» ( Δημοσθ. 549.16)].
Επομένως δεν παρεφρόνησαν οι πρόγονοί μας. Απλώς θεωρούσαν τους Ρωμαίους δικούς τους ανθρώπους, Έλληνες και όχι βαρβάρους.
-Στην μάχη στις Κυνός Κεφαλές, μεταξύ Ελλήνων Ρωμαίων και Ελλήνων Μακεδόνων, οι Ρωμαίοι παρέταξαν στρατό 26 χιλιάδων  εκ των οποίων 6000 ήταν Αιτωλοί, 1200 Αθαμάνες (Θεσσαλοί) και 500 Κρήτες (σταλμένοι εκ μέρους της Σπάρτης).14
Ο στρατός των υπολοίπων Ελλήνων είχε ενωθεί με αυτόν της Ρώμης και πολεμούσαν κατά των Μακεδόνων. Τόσο ξένους ή κατακτητές, ένοιωθαν τους Ρωμαίους οι υπόλοιποι Έλληνες! Τα μικρά «κινήματα» ενάντια στους Ρωμαίους, ήταν μηδαμινά, και  θα ήταν περίεργο να μην υπήρχαν και καθόλου!
Ο πόλεμος μεταξύ Ρωμαίων και Μακεδόνων, ήταν ένας ακόμη εμφύλιος σπαραγμός μεταξύ των Ελλήνων!
Οι εμφύλιοι πόλεμοι, μάχες και στάσεις-επαναστάσεις, Ελλήνων εναντίον  άλλων Ελλήνων, όχι μόνον δεν  ήσαν σπάνιες, αλλά ήταν σύνηθες φαινόμενο, στην πολύχρονη Ελληνική ιστορία. 15
Αλλά και ο θεωρούμενος Ετρουσκικής καταγωγής βασιλέας της Ρώμης, Ταρκύνιος ο Πρεσβύτερος (Lucius Tarquinius Priscus), ήταν υιός του εξορίστου Δημαράτου, εκ του ευγενούς γένους των Βακχιαδών της Κορίνθου, ο οποίος τον 7ο π.Χ. αιώνα κυνηγημένος από τον τύραννο Κύψελο, εγκαταστάθηκε στην Ετρουρία και έγινε βασιλέας στην Τυρρηνία / Ετρουρία (Στράβωνος, Γεωγραφικά, 8,6,20, πρβλ. Τίτος Λίβιος, 1,33).
Πολλές, αμέτρητες τέτοιες περιπτώσεις, αποδεικνύουν τους δεσμούς αίματος, ανάμεσα σε Ρωμαίους πολίτες και τους Έλληνες της υπόλοιπης Ελλάδας....
Έχοντες υπ'  όψιν τα προαναφερθέντα και όσα ελέχθησαν προηγουµένως περί της καταγωγής των Ρωμαίων, των αρχαίων λαών της Ιταλίας, και την ελληνική σφραγίδα στην λατινική γλώσσα, πρέπει να χαρακτηρίσωµεν τον ισχυρισµόν ότι, δήθεν, «η ρωµαϊκή αυτοκρατορία έγινεν ελληνική και ως εκ τούτου βυζαντινή», όχι µόνον µύθον, αλλά και απάτην κακοήθη, αφού όταν η παλαιά Ρώμη µετεφέρθη εις την Νέαν Ρώµην, ήταν ήδη εξελληνισμένη!
Εξ άλλου είναι πλάνη ότι εξελληνίσθη η ρωµαϊκή αυτοκρατορία. Ήδη η Ρωµαϊκή Βασιλεία και αργότερον Ρωμαϊκή Δημοκρατία, είχε πλήρως εξελληνισθεί,  πριν γεννηθεί εξ αυτής η Ρωµαϊκή Αυτοκρατορία ή η αργότερον η Ρωµανία.
Ένα από τα πλέον πειστικά αποδεικτικά στοιχεία της Ελληνικής προχριστιανικής Ρώμης, είναι και η αναγραφή επί του Σταυρού του Ιησού Χριστού, του κατά σάρκαν Υιού της Αειπαρθένου Θεοτόκου Μαρίας, εκτός από την Ρωμαϊκήν και στην Ελληνικήν γλώσσα, της φράσεως «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων».  (ΜΑΤΘ: 37/37,ΜΑΡΚ: 15/26, ΛΟΥΚ: 23/38, ΙΩΑΝ: 19/19-20).
Για ποίαν άλλον λόγον οι «κατακτητές» Ρωμαίοι, έγραψαν στην γλώσσα των κατακτημένων Ελλήνων, την παραπάνω φράση, επί του Σταυρού του Ιησού;


<![endif]-->
*
Τελικώς, ο Έλληνας κάτοικος των Αθηνών ονομαζόταν τότε Αθηναίος, ο Έλληνας της Κορίνθου Κορίνθιος, ο Έλληνας της Ρώμης και της Ιταλίας (Μεγ. Ελλάδα) Ρωμαίος. Όλοι μιλούσαν ελληνικά, είχαν την αρχαία ελληνική θρησκεία και ήταν ελληνικές οι ονομασίες των πόλεων τους. Οι Ρωμαίοι (Ρωμηούς θα τους αποκαλούσαμε σήμερον), ήσαν Έλληνες κάτοικοι της παλαιάς Ρώμης!
Αν κυριαρχούσαν σε όλη την ελληνική επικράτεια οι Αθήνες (που το προσπάθησαν) θα ονομαζόμασταν Αθηναίοι. Αν κυριαρχούσε η Μακεδονία, θα λεγόμασταν Μακεδόνες. Τότε ποιός θα έπειθε τους αντιζήλους (ξένους και εγχώριους) ότι οι Μακεδόνες ήσαν Έλληνες;  Μήπως δεν είχαν προσπαθήσει σκληρά και οι Αθηναίοι να κυριαρχήσουν και σε άλλες Ελληνικές πόλεις;
Η διγλωσσία των αρχαίων Ρωμαίων, εμφανίζεται στα πρώτα γραπτά μνημεία της ρωμαϊκής ιστορίας και μαρτυρεί ότι οι Ρωμαίοι πρόγονοί μας, είναι αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού πολιτισμού, πολύ πριν από τον Μέγα Ιουστινιανό και πολύ πριν από τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Κατά τον 4ον αιώνα π. Χ., δηλαδή 700 περίπου χρόνια πριν ο Μέγας Κωνσταντίνος μεταφέρει την Ρώμη στην Ανατολή, ήδη ο μαθητής του Πλάτωνος, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός, αποκαλεί την Ρώμη «πόλιν ελληνίδα Ρώμην».16
Ο «Ρωμαίος» πολίτης απόστολος Παύλος, έγραψε την προς Ρωμαίους επιστολή του στα ελληνικά. Περίτρανη απόδειξη ότι και ο λαός της Ρώμης μιλούσε ελληνικά, αλλά και επισφράγιση της αυθεντίας και αξιοπιστίας της πληροφορίας του Ηρακλείδη του Ποντικού.
Οι πρώτοι Χριστιανοί της Δύσεως και οι επίσκοποι της Ρώμης έγραψαν ελληνικά. Στα ελληνικά γράφτηκε και η επιστολή του αγίου Ιγνατίου προς Ρωμαίους (αρχές 2ου αιώνα). Στα ελληνικά έγραψε και ο Ρωμαίος άγιος Κλήμης, που ήταν επίσκοπος Ρώμης και συγγενής του αυτοκράτορα Δομετιανού.
Περί το τέλος του Α΄ μ. Χ. αιώνα, η Ρώμη ήταν «ελληνική πόλις», γιατί εκτός από τους δούλους το πλήθος των Ελλήνων και των Ελληνόφωνων από την Ανατολή και η ανωτέρα τάξις των Ρωμαίων, μιλούσαν την ελληνική γλώσσα, που την δίδασκαν οι Έλληνες παιδαγωγοί στα παιδιά των ρωμαϊκών οικογενειών.
Η ελληνική γλώσσα ήταν τόσον διαδεδομένη ώστε ο μη εκ Ρωμαίων και εκτός Ρώμης γεννηθείς, Λατίνος σατιριστής Ιουβενάλιος ( 1ος-2ος μ.Χ. αι.) παρακινήθηκε να γράψει, για την Ρώμην "δεν δύναμαι να υποφέρω την Πόλιν γραικικήν." (NON POSUM FERRE ... GRAECAM URBEM).
Ο K. M. Setton, καθηγητής στό Πανεπιστήμιο το Πρίνστον, δέχεται, ότι « Ρώμη πρξε λληνική πό τήν δρυσή της ς τίς ρχές το 3ου α.».17
Η ελληνική γλώσσα ήταν η επικρατούσα σε όλη την περιοχή της Ρώμης, μέχρι τα μέσα του 3ου ή τις αρχές του 4ου αιώνα, οπότε εξασθένησε και επεκράτησε η δημώδης λατινική, γιατί μεταφέρθηκε η Ρώμη στην Ανατολή (μετώκησε σχεδόν ολόκληρη η Πόλη. Μεταφέρθηκε η πόλη της Ρώμης με τους αξιωματούχους του κρατικού μηχανισμού και πολλούς κατοίκους, στην Νέα Ρώμη-Κωνσταντινούπολη).
Το κενό που δημιουργήθηκε στην παλαιά Ρώμη, αναπληρώθηκε, ως επί το πλείστον, από λατινόφωνους Ρωμαίους και για τον λόγο αυτό, εντός 50 ετών υποχρεώθηκε ο πάπας Δάμασος (305-384, πάπας,366-384), να εισαγάγει περισσότερα λατινικά στην λατρεία της Πρεσβυτέρας Ρώμης.
Όσοι υποστηρίζουν λοιπόν, πως η Ρώμη δεν ήταν Ελληνική, ταυτίζονται με την προπαγάνδα διάφορων ξένων, οι οποίοι λένε τα ίδια για ευνόητους λόγους.. Μήπως και για τον Μέγα Αλέξανδρο δεν μας λένε ότι δεν ήταν Έλληνας αλλά Μακεδών; Η παραπληροφόρηση και για τα δύο αυτά ιστορικά θέματα, έχει βαθειές και παλαιές ρίζες.
3. Η ετυμολογία του ονόματος της Ρώμης 
H επιβληθείσα από τους Λατίνους άποψη για την ετυμολογία  του ονόματος της Ρώμης, ταυτίζεται με τον ιδρυτικό μύθο της Ρώμης που επινόησαν οι Λατίνοι και τον υποτιθέμενον ιδρυτή της, τον Ρωμύλο.          
Και όμως! Όλες οι προϊστορικές παραδόσεις, για το όνομα της αρχαίας Ρώμης, καταδεικνύουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπον, την Ελληνικότητα της πόλεως. Συγκεκριμένως (κυριώτερες από τις διασωθείσες παραδόσεις):
.Από την Ρώμη, την θυγατέρα του Τηλέφου, υιού του Ηρακλή και της Λευκαρίας (σ.σ. ετυμολ. εκ των Λευκής + Αρίας), που παντρεύτηκε τον Τρώα (Ίωνα) Αινεία, ή τον υιό του Ασκάνιο.
.Από τον υιό του Οδυσσέως και της Κίρκης, Ρωμανό.
.Από τον Ρώμο, υιό του Ημαθίωνος, τον οποίο απέστειλε ο Διομήδης.
.Από τον Ρωμύλο, υιό του Αινεία και της Δεξιθέας του Φόρβαντος.
.Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι ο Ρωμύλος πήρε το όνομά του από την Ρώμη και η όχι το αντίθετο, όπως υποστηρίζεται στον ιδρυτικό μύθο των Λατίνων.
.Από το αρχαίο όνομα Rumon ή Rumen, του ποτ. Τίβερη, το οποίον με την σειρά του προέρχεται από την ελληνικήν ρίζα ρέω και το μεταγενέστερο λατινικό ρήμα  ruo, που σημαίνει και αυτό ρέω.
.Από την Ρώμη, θυγατέρα της Τρωάδος (Ιωνίδος) Δεξιθέας η οποία παντρεύτηκε τον Λατίνο, υιό του Τηλεμάχου και έτεξε τον Ρωμύλο.
.Από την Αιμιλία, θυγατέρα του Τρώος (Ίωνος) Αινείου και της Λαβινίας η οποία παντρεύτηκε τον Άρη.
.Από τον Αρκάδα Εύανδρο, σύζυγο της φοιβικής μάντισσας Νικοστράτης που αποκλήθηκε «Κάρμεντα», (λέξη η οποία ετυμολογείται εκ του «καρήρε» που σημαίνει στερούμαι και «μέντεμ» που σημαίνει νους, επειδή χρησμοδοτούσε με έμμετρα έπη στερούμενη το νου της από ενθουσιασμό.
Γράφει επί του προκειμένου ο Πλούταρχος, ότι Πελασγοί (δηλ. Ελληνοπελασγοί) ήσαν οι πρώτοι κάτοικοι της Ρώμης και ονόμασαν την πόλη από την δύναμη (ρώμη) των όπλων τους (Πλουτάρχου, «Ρωμύλος», 1).18
The long-held tradition of the origin of the name "Roma" is believed to have come from the city's founder and first king, Romulus. However, it is a possibility that the name Romulus was actually derived from Rome itself. As early as the 4th century, there have been alternate theories proposed on the origin of the name Roma. Several hypotheses have been advanced focusing on its uncertain linguistic roots:19
·  From Rumon or Rumen, archaic name of the Tiber, which in turn has the same root as the Greek verb έω (rhèo) and the Latin verb ruo, which both mean "flow";
·  From the Etruscan word ruma, whose root is *rum- "teat", with possible reference either to the totem wolf that adopted and suckled the cognately named twins Romulus and Remus, or to the shape of the Palatine and Aventine Hills;
Προσφάτως έχουν αναπτυχθεί κι’ άλλες θεωρίες που αναζητούν την γλωσσολογική ρίζα του ονόματος. Μια τέτοια περίπτωση είναι ταυτόσημη με εκείνη του Πλουτάρχου, δηλαδή ότι είναι παράγωγο της Ελληνικής λέξεως «Ρώμη», που σημαίνει "ανδρεία, γενναιότητα". 20
Μια άλλη, ότι προέρχεται από την ρίζα *rum- (σημαίνει «ρώγα»), ως αναφορά στην λύκαινα που υιοθέτησε και θήλασε τα δίδυμα αδέρφια. Ο Βάσκος μελετητής Μανουέλ ντε Λαρραμέντι υποστήριξε πως μπορεί να υπάρχει κάποια συσχέτιση με την βασκική λέξη «orma» (σύγχρονη γλώσσα «horma»), που σημαίνει «τοίχος».
Περισσότερα στοιχεία για τον σφετερισμό του ονόματος της Ελληνικής Ρώμης, από τους Λατίνους, στην προσεχή ανάλυση του ιδρυτικού μύθου της Ρώμης.
4. Συμπεράσματα:
-Από την συνεκτίμηση των καταγεγραμμένων μύθων και ερμηνευτικών απόψεων για την ετυμολογία του ονόματος της Ρώμης προκύπτουν σαφώς, τόσον η ελληνόρριζη ετυμολογική προέλευση του ονόματος όσον και η ελληνικότης της Ρώμης.
-Οι αρχαίοι Ρωµαίοι ουδέποτε επεχείρησαν να εκλατινίσουν και να εκπολιτίσουν τους Έλληνες,  απλούστατα διότι ήσαν οι ίδιοι και αισθάνοντο  Έλληνες και όσοι απ’ αυτούς δεν είχαν ελληνικές ρίζες, είχαν γίνει (εκαλούντο) Έλληνες κατά την γλώσσαν,  την παιδείαν και τον πολιτισµόν, πριν κατακτήσουν τους Έλληνες της κυρίως Ελλάδος.
-Η Ρώμη ήταν Ελληνική, τουλάχιστον 700 περίπου χρόνια πριν ο Μέγας Κωνσταντίνος την μεταφέρει στην Ανατολή, άποψη που δέχονται κατά την μεγίστην πλειοψηφίαν, οι ιστορικοί και μελετητές που αναφέρονται στην γραμματεία (3ος π.Χ.- 3ος μ.Χ.αι.).  
-Σύμφωνα με κάποιους άλλους, «η Ρώμη ήταν Ελληνική, ως Αρκαδική αποικία, από το 1240 π.Χ. και όχι μόνον κατά τον ιστορικό Διονύσιο Αλικαρνασσέα».21  
-Όταν μετεφέρθη η Ελληνική πόλη Ρώμη, στην νέα θέση της (Νέα Ρώμη/ Κωνσταντινούπολις), λεγόμασταν ήδη (τουλάχιστον για 700 περίπου χρόνια!!) Ρωμαίοι και στην συνέχεια για άλλα 1.500 περίπου χρόνια, Ρωμαίοι/Ρωμηοί.
                                                               


Συνεχίζεται



1α. Η βιβλιογραφία από την οποίαν αντλήθηκαν τα στοιχεία της παρούσης μελέτης, πλέον των πηγών που καταγράφονται σε κάθε ανάρτηση, θα παρατεθεί στο τέλος της αναπτύξεως του θέματος.
β. Οσάκις θα αναφερόμαστε στους όρους Βυζάντιον, Βυζαντινός/ Βυζαντινοί, Βυζαντινός πολιτισμός, και Βαλκάνια, Βαλκανική χερσόνησος, θα το πράττουμε κατ’ οικονομίαν, αφού οι παραπάνω όροι είναι τεχνητοί, εμβόλιμοι και ιστορικώς αβάσιμοι. Ειδικώς για τα «Βαλκάνια» σημειώνουμε τα εξής:
Ο Αίμος είναι οροσειρά στα βορειανατολικά της Ελληνικής χερσονήσου, από την οποία ονομάστηκε Χερσόνησος του Αίμου. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνος, στα διεθνή έγγραφα (επίσημες αλληλογραφίες, περιεχόμενο διμερών ή διεθνών συνθηκών, στρατιωτικά έγγραφα, κλπ) η περιοχή των σημερινών Βαλκανίων, ανεφέρετο ως «Χερσόνησος του Αίμου». Οι Συστημικοί ανθέλληνες και οι Ιουδαιοταλμουδιστές νεότουρκοι, την ονόμασαν Βαλκανική χερσόνησο και  Μπαλκάν και έκτοτε παραδόξως, επικράτησε διεθνώς η ανιστόρητη αυτή ονομασία.
Με την ονομασία Βαλκάνια [από την τουρκική λέξη «μπαλκάν» (balkan = όρος, ή υψηλή δασώδης οροσειρά), (αρχ. ελλ. Χερσόνησος του Αίμου)], και Βαλκανική χερσόνησος, καθιερώθηκε εσφαλμένα να χαρακτηρίζεται, περισσότερο ως πολιτικός όρος παρά γεωγραφικός, αφ’ ενός η περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης και συγκεκριμένα η τρίτη από Δυσμών προς Ανατολάς νότια χερσόνησος της Ευρώπης και αφετέρου συλλήβδην και χώρες γειτονικές που βρίσκονται εκτός των φυσικών γεωγραφικών ορίων της χερσονήσου αυτής, που από το μακρινό παρελθόν λειτούργησε και λειτουργεί ως σταυροδρόμι, μεταξύ Ευρωπαϊκής και Ασιατικής ηπείρου.
Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία, ο Αίμος οφείλει το όνομα του στο αίμα του τιτάνα Τυφώνα, τον οποίο πλήγωσε ο Δίας όταν εξαπέλυσε κεραυνό εναντίον του ή από τον Αίμο, μυθικό βασιλιά της Θράκης.
2 Μετά την απελευθέρωση της Βασιλεύουσας που ήταν υποδουλωμένη στους άπιστους εισβολείς και αιμοσταγείς κατακτητές, Λατίνους και Φραγκοπαπικούς, ο αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγος, εισέρχεται θριαμβευτικώς στην Πόλη, από την Χρυσεία Πύλη, στις 15-8-1261.
3 Από το άρθρο "Προϊστορικοί Ελληνες στην Ιταλία", του περιοδικού «Ελληνόραμα», τ. 25o σελ 9-15,--- [Περί καταγωγής της Ρώμης διαβάστε και:  περιοδικό “Πατριδογνωσία” , 21 Σεπτεμβρίου 2003, τεύχος 84, σελ. 3041-3043]---oodegr.co, resalto, Επιμέλεια παρουσιάσεως και παρατηρήσεις Βυζαντινός Αντίλαλος.---- Από το ιστολόγιο www.oodegr.com, με την υπογραφή του π. Γεώργιου Μεταλληνού, ελήφθησαν ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία για ελληνικότητα της Ρώμης.
4 Οι Aρκάδες θεωρούνται οι αρχαιότεροι κάτοικοι της Πελοποννήσου (Ηροδ. Η/73), με πρώτο βασιλιά της χώρας και γενάρχη τον Πελασγό, εξ’ ού και Πελασγοί. Κατά μία παράδοση, ο Πελασγός ήταν υιός του Δία και της Νιόβης. Κατά μία άλλη, ήταν βασιλιάς του Άργους και κατά μια Τρίτη, υιός του Ποσειδώνα, αδελφός του Αχαιού και του Φθίου.
Ο Πελασγός κατά τον Αρκαδικό μύθο που αναφέρει ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, «ανεδύθη από την γη» και έγινε γενάρχης των ανθρώπων «πριν από την εμφάνιση της Σελήνης». Γι' αυτό οι Αρκάδες εθεωρούντο «Προσέληνοι» ή «Προσεληναίοι», δηλαδή πανάρχαιοι κάτοικοι. Για τον λόγο αυτό, οι αρχαίοι Αρκάδες υπερηφανεύοντο ότι δεν ήταν μετανάστες, αλλά αυτόχθονες, απόγονοι του Πελασγού. Η μυθολογία εξάλλου, θέλει τους περισσότερους θεούς της αρχαιότητας να έχουν γεννηθεί στα Αρκαδικά βουνά.
Η Αρκαδία λεγόταν αρχικά Απία και κατόπιν Πελασγία, ονόματα που δόθηκαν σ' ολόκληρη την Πελοπόννησο. Αργότερα ονομάστηκε Αρκαδία, από τον βασιλέα Αρκάδα, γιο του Πελασγού και της νύμφης Καλλιστούς, κόρης του Λυκάονα. 
5 J. Τοynbee, A Study of History, Abridgement by D. C. Somervell, London, 1962, σελ. 408.
Το 86-80 π.Χ, επί Σύλλα, οι Ολυμπιακοί Αγώνες η 175η Ολυμπιάδα, φέρεται να μεταφέρθηκε στην Ρώμη [ΣΣ: Ο Σύλλας αγάπησε δε μέχρι τα βαθειά γεράματα έναν ηθοποιό, το Μητρόβιο, τον έρωτά του προς τον οποίον, δεν δίστασε να παραδεχθεί σε προχωρημένη ηλικία μέσα στην Σύγκλητο. (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Σύλλας, κεφ. 2)].
7 www.hellinon.net/MagnaGreciaHistory.htm
8 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της εκδοτικής Αθηνών τομ. ΣΤ΄, σ. 568.
9 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ. ΣΤ΄ σελ. 576-577.
10 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ. ΣΤ΄ σελ 579.
11 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της εκδοτικής Αθηνών, τομ. ΣΤ΄ σ. 568.
12 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Εκδοτικής Αθηνών Α.Ε., τ. Ε', σ. 181.
13 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ. Ε', σ. 51.
14 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ. Ε', σ. 44.

15 Εμφύλιοι πόλεμοι μεταξύ Ελλήνων/Ελληνικών Πόλεων

Αρχαϊκή περίοδος

·Πρώτος Μεσσηνιακός πόλεμος (743-724 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στους Σπαρτιάτες και τους Μεσσήνιους που είχε ως αποτέλεσμα την προσάρτηση της Μεσσηνίας στην Σπάρτη.
·Ληλάντιος πόλεμος (ανάμεσα στα έτη 710-650 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στις δύο ισχυρότερες πόλεις κράτη της Εύβοιας για την διεκδίκηση του Ληλάντιου πεδίου. Στον πόλεμο αναμίχθηκαν πόλεις της Ιωνίας και οι Θεσσαλοί. Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν να αποδυναμωθούν οι δύο Ευβοϊκές πόλεις που μέχρι τότε ήταν μεγάλες αποικιακές και εμπορικές δυνάμεις.
·Δεύτερος Μεσσηνιακός πόλεμος (685-668 π.Χ. περίπου): Πόλεμος που ξέσπασε μετά την εξέγερση των Μεσσήνιων κατά της Σπάρτης. Στον πόλεμο αυτό αναμίχθηκαν οι περισσότερες πόλεις της Πελοποννήσου. Έληξε με νίκη των Σπαρτιατών και νέα υποταγή των Μεσσήνιων.
·Μελιακός πόλεμος (περίπου 650 π.Χ.): Πόλεμος Ιωνικών πόλεων εναντίον της πόλης Μελίας στην χερσόνησο της Μυκάλης. Οι νικητές του πολέμου ίδρυσαν το κοινό των Ιώνων και το θρησκευτικό τους κέντρο τοποθετήθηκε στην Μυκάλη, στην περιοχή της κατεστραμμένης πόλεως Μελίας.
·Μιλησιακός πόλεμος (624-612/611 π.Χ.): Ο πόλεμος αυτός ήταν αποτέλεσμα της προσπάθειας των Λυδών να καταλάβουν την Μίλητο και έληξε με συμφωνία ειρήνης ανάμεσα στις δύο πλευρές.
·Πρώτος ιερός πόλεμος (595-585 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα σε μέλη της Δελφικής αμφικτυονίας και της πόλεως Κρίσας, με το επίνειό της Κίρρα που κατηγορήθηκαν πως παρενοχλούσαν τους προσκυνητές των Δελφών.

Κλασική περίοδος

·Πρώτος Πελοποννησιακός πόλεμος (460-445 π.Χ.) Πρώτη φάση των συγκρούσεων ανάμεσα στην Πελοποννησιακή και την Αθηναϊκή συμμαχία που τερματίστηκαν με τις Τριακονταετείς Σπονδές.
·Δεύτερος ιερός πόλεμος (449-448 π.Χ.) Διαμάχη Αθηνών και Σπάρτης σχετικά με την ανάθεση του ελέγχου του μαντείου των Δελφών στους Φωκείς.
·Σαμιακός πόλεμος (440-439 π.Χ.) Πόλεμος που ξέσπασε όταν η Αθήνα παρενέβη στην διαμάχη των πόλεων της Σάμου και της Μιλήτου για τον έλεγχο περιοχών που ανήκαν παλαιότερα στην Πριήνη.
·Πελοποννησιακός πόλεμος (431-404 π.Χ.) Ο μεγαλύτερος πόλεμος της αρχαιότητας ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις. Πήρε πανελλήνιες διαστάσεις και μετά από συγκρούσεις που διήρκεσαν 27 χρόνια επικράτησε η Πελοποννησιακή συμμαχία. Ο πόλεμος αυτός περιλάμβανε τρεις φάσεις:
oΑρχιδάμειος πόλεμος (431-421 π.Χ)
oΣικελική εκστρατεία (415-413 π.Χ)
oΔεκελικός πόλεμος (413-404 π.Χ.)
·Κορινθιακός πόλεμος (395-386 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στην Σπάρτη και στον συνασπισμό που συγκροτήθηκε από τους πρώην σύμμαχούς της Σπάρτης, Κορίνθιους και Βοιωτούς καθώς και από τους Αθηναίους και Αργείους. Ο πόλεμος έληξε το 386 π.Χ. με την Ανταλκίδειο ειρήνη.
·Θηβαϊκοί πόλεμοι (371-362 π.Χ.): Σειρά πολέμων που διεξήγαγαν οι Θηβαίοι για να επεκτείνουν την ζώνη επιρροής τους. Η Θηβαϊκή επεκτατικότητα τερματίστηκε με την μάχη της Μαντίνειας το 362 π.Χ.
·Πρώτος Συμμαχικός πόλεμος (357-355 π.Χ.) Πόλεμος που προκλήθηκε όταν αποστάτησαν από την δεύτερη Αθηναϊκή συμμαχία τα νησιά Ρόδος, Κως και Χίος και οδήγησε στην διάλυση της συμμαχίας.
·Τρίτος ιερός πόλεμος (356-346 π.Χ.): Πόλεμος που ξέσπασε μετά την άρνηση των Φωκέων να πληρώσουν το πρόστιμο που τους επέβαλλε το Αμφικτυονικό συνέδρειο. Ο πόλεμος πήρε μεγάλες διαστάσεις και αναμίχθηκαν τα περισσότερα κράτη της κεντρικής Ελλάδας και επιπλέον οι Αθηναίοι και οι Μακεδόνες. Τελικά οι Μακεδόνες έκλεισαν ειρήνη με τους Αθηναίους (Φιλοκράτειος ειρήνη) και υπέταξαν τους Φωκείς.
·Τέταρτος ιερός πόλεμος (339-338 π.Χ.): Πόλεμος που ξέσπασε όταν η πόλη των Λοκρών, Άμφισσα καταπάτησε ιερά κτήματα των Δελφών. Η Ελληνική Δελφική Αμφικτυονία, ανέθεσε την αρχηγία της εκστρατείας στον Έλληνα Μακεδόνα, Φίλιππο που κατέλαβε την Άμφισσα και αργότερα ήρθε αντιμέτωπος με τον συνασπισμό πόλεων της νότιας Ελλάδας που σχηματίστηκε για να τον αντιμετωπίσει. Ο Φίλιππος επικράτησε στην μάχη της Χαιρώνειας και ξεκίνησε η εποχή της Μακεδονικής ηγεμονίας.

Ελληνιστική περίοδος

·Λαμιακός πόλεμος (323-322 π.Χ.): Πόλεμος μεταξύ Μακεδόνων και πόλεων της νότιας Ελλάδας που επαναστάτησαν μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
·Πόλεμοι των Διαδόχων και των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323-περίπου 281 π.Χ.). Διακρίνονται τέσσερις σημαντικές περίοδοι:
oΠρώτος Πόλεμος των Διαδόχων (322-321 π.Χ.): ο Αντίπατρος, ο Αντίγονος, ο Πτολεμαίος και ο Κρατερός, εναντίον του Περδίκκα και του Ευμένη.
oΔεύτερος Πόλεμος των Διαδόχων (318-316 π.Χ.): ο Πολυπέρχων και ο Ευμένης, ενάντια στον Αντίγονο και τον Κάσσανδρο.
oΤρίτος Πόλεμος των Διαδόχων (314-312 π.Χ.): ο Κάσσανδρος, ο Πτολεμαίος και ο Λυσίμαχος, εναντίον του Αντίγονου και του γιου του Δημητρίου.
oΤέταρτος Πόλεμος των Διαδόχων (307-301 π.Χ.): ο Πτολεμαίος και ο Κάσσανδρος ενάντια στον Αντίγονο και το Δημήτριο.
·Εκστρατεία του Πύρρου (280-275 π.Χ.): Επέμβαση του Ηπειρώτη βασιλέα Πύρρου, στους πολέμους των ελληνικών πόλεων της Μεγάλης Ελλάδας με τους Ρωμαίους. Η εκστρατεία του στην Ιταλική χερσόνησο και την Σικελία λήγει μετά την μάχη του Μπενεβέντο.
·Χρεμωνίδειος πόλεμος (267-261 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στο Μακεδονικό βασίλειο του Αντίγονου Γονατά και στην συμμαχία μεταξύ Αθηνών και Σπάρτης που ενισχύονταν από το βασίλειο των Πτολεμαίων της Αιγύπτου.
·Δημητριακός πόλεμος (239-238 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στον νέο Βασιλιά της Μακεδονίας Δημήτριο και τον συνασπισμό Αιτωλικής και Αχαΐκής Συμπολιτείας.
·Κλεομένειος πόλεμος (229/228-222 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στην Αχαϊκή Συμπολιτεία με σύμμαχο την Μακεδονία και την Σπάρτη του Κλεομένη Γ'. Κατάληξη του πολέμου ήταν η Μάχη της Σελλασίας στην οποία η Σπάρτη ηττήθηκε.
·Δεύτερος Συμμαχικός πόλεμος (220-217 π.Χ.): Πόλεμος που κήρυξε η Μακεδονία και η Αχαϊκή Συμπολιτεία εναντίον της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Ο πόλεμος έληξε με την συνθήκη ειρήνης που αποφασίστηκε στο συνέδριο της Ναυπάκτου το 217 π.Χ.
·Πρώτος Μακεδονικός πόλεμος (215-205 π.Χ.): Ο πρώτος από μία σειρά πολέμων ανάμεσα στους Έλληνες Ρωμαίους και Έλληνες Μακεδόνες. Με τον πόλεμο αυτό, η Ρώμη κατέλαβε κάποια εδάφη ανατολικά της Αδριατικής.
·Πρώτος Κρητικός πόλεμος (205-200 π.Χ.): Πόλεμος που διεξήγαγε η Μακεδονία με συμμάχους την Αιτωλική Συμπολιτεία και πόλεις της Κρήτης, κατά της Ρόδου και των συμμάχων της. Οι Μακεδόνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον πόλεμο μετά την εμπλοκή των Ρωμαίων και οι Ρόδιοι επέκτειναν την κυριαρχία τους σε πόλεις της Κρήτης.
·Δεύτερος Μακεδονικός πόλεμος (200-197 π.Χ.): Ο δεύτερος πόλεμος ανάμεσα στους Ρωμαίους και τους Μακεδόνες, κατέληξε σε νίκη των Ρωμαίων στην Μάχη των Κυνός Κεφαλών το 197 π.Χ. και με την συνθήκη που ακολούθησε απαγορεύτηκε στην Μακεδονία να αναμειγνύεται με πολιτικά θέματα εκτός των συνόρων του κράτους του.
·Λακωνικός πόλεμος (195 π.Χ.): Ο πόλεμος στον ο οποίο ο τύραννος της Σπάρτης Νάβις, βρέθηκε ενάντια στις συνασπισμένες δυνάμεις των Ρωμαίων, της Αχαϊκής Συμπολιτείας, των Μακεδόνων, της Περγάμου και των Ροδίων.
·Αιτωλικός πόλεμος (191-189 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα στην Αιτωλική Συμπολιτεία και τους συμμάχους της και την Ρώμη και τους συμμάχους της. Ο πόλεμος έληξε με επικράτηση των Ρωμαίων.
·Τρίτος Μακεδονικός πόλεμος (171-168 π.Χ.): Ο τρίτος πόλεμος ανάμεσα στην Ρώμη και την Μακεδονία που οδήγησε στην κατάλυση του Μακεδονικού βασιλείου.
·Δεύτερος Κρητικός πόλεμος (155-153 π.Χ.): Πόλεμος ανάμεσα σε πόλεις της Κρήτης και τους Ρόδιους.
·Τέταρτος Μακεδονικός πόλεμος (150-148 π.Χ.): Ήταν ο τελευταίος πόλεμος ανάμεσα στους Μακεδόνες, που υποκινούνταν από τον Ανδρίσκο και τους Ρωμαίους. Σύντομα μετά την επικράτηση των Ρωμαίων ιδρύθηκε η ρωμαϊκή επαρχία της Μακεδονίας (146 π.Χ.).
·Πενταστράτειος πόλεμος (150 π.Χ.): Ο Πενταστράτειος , αριστοκράτης της Αλικαρνασσού ξεσήκωσε τους κατοίκους της Αλικαρνασσού , σκοτώνοντας τον έπαρχο Ίβο Γκάδιο . Σύντομα όμως ο Πενταστράτειος σκοτώθηκε και η επανάσταση σταμάτησε.
Πηγές:
Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Κοινό των Ιώνων.
http://1stmuse.com/frames/greek-chronology.html Chronology of Greek History After the Peloponnesian War.
http://users.att.sch.gr/xtsamis/Arxaioi/Polyvios.htm Πολύβιου Ιστορίαι
16 Πηγή: J. Τοynbee, A Study of History, Abridgement by D. C. Somervell, London, 1962, σελ. 408.
17 K. M. Setton, «Τό Βυζαντινό πόβαθρο τς ταλικς ναγεννήσεως», 1989, σελ. 16).
18 Ρώμη= Ισχύς, δύναμις. Παράγωγον εκ του ρήματος ρώννυμι ή ρωννύω που σημαίνει ενδυναμώνω, ενισχύω
19 "Romulus and Remus". Brittanica.com. 25 November 2014.Retrieved 9 March 2015.
Claudio Rendina, Roma ieri, oggi, domani, Newton Compton, Roma, 2007, pg. 17
This hypothesis originates from the Roman Grammarian Maurus Servius Honoratus.
20 Ζαν Ζακ Ρουσσώ, «Κοινωνικό Συμβόλαιο», Βιβλίο 4ο, Κεφάλαιο 4ο, 1762.
21 Ρωμαϊκή Αρχαιολογία Ι, εκδόσεις Κάκτος - Χατζόπουλος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου