Σάββατο 19 Μαΐου 2018

ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ !!!
(THIS IS TURKEY!!!)
ΕΝΑ ΝΕΟΣΥΣΤΑΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΕΝΟΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΩΣ ΕΘΝΟΥΣ, ΙΔΡΥΘΕΝ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΚΡΥΠΤΟΤΑΛΜΟΥΔΙΣΤΗ ΙΟΥΔΑΙΟ/ ΝΤΟΝΜΕ (ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΚΕΜΑΛ) [1923] ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΟΥΜΕΝΟΝ ΣΗΜΕΡΟΝ, ΑΠΟ ΕΝΑ ΓΕΝΙΤΣΑΡΟΝ (ΤΑΓΙΠ ΕΡΝΤΟΓΑΝ)1
 
ΧΑΡΤΗΣ ΜΕ ΤΑ ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΔΑΦΗ (ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ, ΙΩΝΙΑ, ΠΟΝΤΟΣ) ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΠΑΤΟΥΝ ΕΔΩ ΚΑΙ ΑΙΩΝΕΣ, ΟΙ ΑΙΜΟΣΤΑΓΕΙΣ ΑΥΤΟΑΠΟΚΑΛΟΥΜΕΝΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ !!!
ΤΟΥΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΟΥΜΕ: ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ ΜΑΣ!!!
Yunan askerlerimiz Türkiye’ ye geliyorlar!2
                                                                                                                         
ΜΕΡΟΣ 8ον
6. ΠΟΙΟΙ, ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ  ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΑΝ ΤΟ «ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ» - ΤΟ ΣΧΕΔΙΟΝ «ΕΚΤΟΥΡΚΙΣΜΟΥ» ΤΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ3
 α. Γενικά
 Οι Νεότουρκοι, για να «ιστορικοποιήσουν» την ύπαρξη  «Τουρκικού Έθνους» και να κατασκευάσουν «Τουρκική πατρίδα», αρχικώς, πέραν της συγγραφής νέας ιστορίας, έπρεπε να εξοντώσουν, να εκτοπίσουν και ει δυνατόν, να εξαφανίσουν από τις προγονικές τους εστίες, τους Αρμενίους και τους Έλληνες, δύο ιστορικούς κληρονόμους του μεγαλύτερου μέρους της Μικρά Ασίας (Λεπτομέρειες στα οικεία κεφάλαια, περί Νεοτούρκων και γενοκτονίας Ελλήνων και Αρμενίων).
 Οι Κούρδοι της περιοχής αν και πολυπληθείς (προ της Μικρασιατικής εκστρατείας των Ελλήνων, αριθμούσαν περίπου το 20 % του συνολικού πληθυσμού), δεν αποτελούσαν ακόμη σοβαρό πρόβλημα για τους Νεοτούρκους. Αντιθέτως, μερικές κουρδικές φατρίες λόγω της κοινής θρησκευτικής πίστεώς τους και του ληστρικού βίου τους, συνειργάσθηκαν με τους Νεότουρκους, στα διαπραχθέντα εγκλήματα κατά των Ελλήνων και Αρμενίων.
 Είναι ιστορικώς καταγεγραμμένον, ότι ορισμένες φατρίες των Κούρδων από την εποχή του Αβδούλ Χαμίτ, συνεργάστηκαν με το οθωμανικό κράτος και, σε ορισμένες περιπτώσεις, στράφηκαν εναντίον Αρμενίων, Ασσυρίων, ακόμη και ετέρων φυλών Κούρδων που δεν συνεργάζονταν με τους Οθωμανούς.
Ο Μουσταφά Κεμάλ, αφού αποβιβάστηκε στην Αμισό στις 19 Μαΐου 1919, διοργάνωσε δύο συνέδρια, ένα στην Θεοδοσιούπολη (Erzurum), από τις 23 Ιουλίου έως τις 7 Αυγούστου, και ένα στην Σεβάστεια (Sivas), από τις 4 έως τις 11 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους.
Στα συνέδρια αυτά, ο Κεμάλ, προσπάθησε να κερδίσει την υποστήριξη των τοπικών αρχόντων της Ανατολίας -μεταξύ αυτών και οι Κούρδοι- για να οργανώσει τη λεγόμενη «Τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα» και τον νέο τακτικό στρατό, με σκοπό να εκδιώξει από τα εδάφη της Μικράς Ασίας τα ξένα στρατεύματα «κατοχής», όπως τα ονόμαζε - αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά και ελληνικά.
Ορισμένοι Κούρδοι φύλαρχοι, πείσθηκαν από τις υποσχέσεις για παραχώρηση αυτονομίας που τους έδωσε ο Κεμάλ. Εκείνοι που ήταν δύσπιστοι ήταν οι Κούρδοι αλεβίτες των νομών Ντέρσιμ, Μαλάτειας, Ερζινγκιάν και Σεβάστειας, νομών που γειτνιάζουν με τον Πόντο. Οι ηγέτες των φυλών αυτών, από τον Μάρτιο του 1918, είχαν αρχίσει να οργανώνονται για να απαιτήσουν αυτονομία και έβλεπαν με καχυποψία τις κινήσεις του Κεμάλ.
Στις 6 Μαρτίου 1921, και ενώ ήταν σε εξέλιξη η προέλαση του Ελληνικού Στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο -στις 27 Μαρτίου έγινε η ατυχής μάχη του Ινονού με τον Κεμαλικό στρατό-, επαναστάτησε η φατρία των Κότσγκιρι (Κούρδοι αλεβίτες που αποτελούνταν από 16 μεγάλες πατριαρχικές οικογένειες, συνολικού πληθυσμού 40.000 ανθρώπων, οι οποίοι κατοικούσαν σε 135 χωριά και κωμοπόλεις, σε επαρχίες των νομών Σεβάστειας, Ερζινγκιάν και Ντέρσιμ).
Οι επαναστάτες, οι οποίοι διέθεταν δύναμη ενόπλων που ξεπερνούσε τους 6.000 έφιππους άνδρες, πολιόρκησαν και συνέλαβαν την δύναμη ενός συντάγματος που κινήθηκε εναντίον τους, κρέμασαν τον συνταγματάρχη και είτε συνέλαβαν, είτε εξεδίωξαν οποιονδήποτε εκπρόσωπο του -υπό δημιουργία τότε- νέου τουρκικού κράτους από τις περιοχές τους.
Ο Μουσταφά Κεμάλ, που ήταν απασχολημένος με την αντιμετώπιση του Ελληνικού Στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο, έστειλε εκπροσώπους του στους επαναστατημένους Κούρδους για να βρεθεί μια «συμβιβαστική λύση» και, όταν εκείνοι απέρριψαν τις συμβιβαστικές προτάσεις του, έστειλε ένα σώμα στρατού, 6.000 ανδρών εναντίον τους.
Όταν το σώμα στρατού απέτυχε, ο Κεμάλ έδωσε διαταγή στον Τοπάλ Οσμάν, τον σφαγέα των Ελλήνων του Πόντου,4 να κινηθεί εναντίον των επαναστατημένων Κούρδων, με τα 42ο και 46ο Συντάγματα Εθελοντών (Τσέτες),5 που είχε συγκροτήσει στην μαρτυρική Κερασούντα.
Στα τέλη Απριλίου, ο Τοπάλ Οσμάν, κατάφερε να κάμψει την αντίσταση των επαναστατών, οι οποίοι διασκορπίστηκαν σε μικρές ομάδες στα βουνά, για να ακολουθήσουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που ολοκληρώθηκαν στις 17 Ιουνίου 1921. Μάλιστα, ο ίδιος ο Τοπάλ Οσμάν, σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα «Vakit» στις 19/02/1922, είχε δηλώσει: «Κινηθήκαμε εναντίον των επαναστατών του Κότσγκιρι με 2.700 άνδρες».
β. Το Σχέδιον-Σύλληψη της ιδέας περί «Τούρκων» και «Τουρκικού Έθνους» - Κατασκευή του κράτους: «Δημοκρατία της Τουρκίας»
Το σχέδιον για την δημιουργία της «Τουρκίας», εκπονήθηκε από το Σύστημα, με πρωτεργάτες τους Γερμανούς Ιλλουμινάτους, υποστηρικτές και χορηγούς, τις ταλμουδιστο-ιλλουμινατοκρατούμενες κυβερνήσεις των Μπολσεβίκων της Ρωσίας, της Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας και εκτελεστές τους Νεότουρκους με τις εγκληματικές συμμορίες τους (Τσέτες).
Το σχέδιο υλοποιήθηκε με δύο γενοκτονίες. Των Αρμενίων που εξολοθρεύτηκαν το 1915 και των Ελλήνων, που αρχικώς εδιώχθησαν απηνώς (1914-1919) και μετά την μικρασιατική τραγωδία (1922), σφαγιάστηκαν, εκτοπίστηκαν και τ’ απομεινάρια τους ανταλλάχτηκαν, το 1923.  [Λεπτομέρειες και αποδεικτικά στοιχεία, στα οικεία κεφάλαια]
Οι Τσέτες εισέρχονται στην Σμύρνη…Ακολουθούν ο εμπρησμός και οι σφαγές ΟΛΩΝ των Χριστιανών, εκτός από τους «συμμάχους» (Άγγλους, Γάλλους, Ιταλούς, Σοβιετικούς και Αμερικανούς) και Ιουδαίους (την συνοικίαν των οποίων άφησαν άθικτη, ούτε καν.. προσήγγισαν).


Η φωτιά σήμανε το οριστικό (;) τέλος της μακραίωνης παρουσίας του Ελληνισμού στην Μικρά Ασία. Μέχρι την καταστροφή της Σμύρνης στην πόλη ζούσαν 270.000 άνθρωποι εκ των οποίων οι 140.000 ήταν Έλληνες, 80.000 μουσουλμάνοι «Τούρκοι», 20.000 Εβραίοι και 12.000 Αρμένιοι. Η Γκιαούρ Ιζμίρ, η «άπιστη» Σμύρνη, όπως την αποκαλούσαν οι Τούρκοι, χάθηκε στις φλόγες...6
Όμως η νίκη του 1922, δεν αρκούσε στον νέο ηγέτη των Τούρκων Μουσταφά Κεμάλ. «Ο κληρονομικός εχθρός έπρεπε να απωθηθεί και να κατατροπωθεί. Οι Έλληνες έπρεπε να χάσουν κάθε ιστορικό έρεισμα των εθνικών τους διεκδικήσεων και ν’ αποδειχθεί ότι η Ανατολία ήταν τουρκική πολύ πριν την άφιξη των Ελλήνων»!!!! (Étienne Copeaux, Historien spécialiste du monde turc).
Απίστευτο, ανιστόρητο, φρικιαστικό, σατανικό σενάριο, εμπνευσθέν από διαβολικούς εγκεφάλους!!!
Στρατηγικοί στόχοι:
1ος: Η πλαστογράφηση των τίτλων ιδιοκτησίας (γεωγραφικών, αρχαιολογικών, ιστορικών, πολιτιστικών) της αρχαιοτάτης και προϊστορικής Μικράς Ασίας (Βιθυνίας, Τρωάδος, Ιωνίας, Καρίας, κλπ)  και Πόντου, που ανήκαν στους Ρωμηούς/Έλληνες, και η απόδοσή τους στους αιμοσταγείς σφαγείς (Νέο)τουρκους!!!!
2ος: Η ομογενοποίηση/πολτοποίηση (Τουρκοποίηση) των δεκάδων εθνικοτήτων, οι αμέτρητες γενεές των οποίων ζουσαν και ζουν επί αιώνες, στις πάλαι ποτέ Ελληνικές και σήμερον κατεχόμενες από τους Τούρκους, περιοχές της Μικράς Ασίας και του Πόντου..
Το σχέδιο του Συστήματος που επεξεργάστηκαν οι «ειδικοί συνεργάτες» του Κεμάλ,  ήταν να εφεύρει ένα (νέο) έθνος, που να μη θεωρείται παρείσακτο στην Μικρά Ασία και μία νέα ταυτότητα, ενιαία για όλους τους κατεχόμενους πληθυσμούς.
Με την βοήθεια λοιπόν, των παραμυθολόγων/μυθοπλαστών συστημικών συνεργατών του, κατασκευάστηκε τότε, μια νέα τουρκική «ιστορία», σύμφωνα με την οποία,  οι πάντες έπρεπε να πληροφορηθούν, ότι οι Τούρκοι που μέχρι τότε οι πάντες εγνώριζαν ότι προέρχονται από την Κεντρική Ασία, τον 10ον-11ον αι. μ. Χ., αιφνιδίως και ανιστορήτως απέκτησαν προϊστορική καταγωγή, ακόμη αρχαιότερη και από τους μεγάλους πολιτισμούς της Μικρά Ασίας (Χετταίοι και Ίωνες) και της Μεσοποταμίας (Βαβυλώνιοι)!!!
Για τον Κεμάλ, αυτό που είχε σημασία ήταν να διαποτιστεί η νέα τουρκική κοινωνία με την κοσμική έννοια του «έθνους» και ν’ απαλλαγεί από την πνευματική κυριαρχία των τεκκέδων, που «αποβλάκωναν» το λαό. Το δόγμα του τούρκικου υπερεθνικισμού ήταν: Τουρκοποιήστε, εκσυγχρονίστε, δυτικοποιήστε! Όποιος εδήλωνε Τούρκος, ήταν και αισθανόταν Τούρκος! Όποιος ηρνείτο να πράξει ούτως, εδιώκετο,εξοριζόταν ή εξαφανιζόταν!!!
Αργότερα η θεωρία αυτή αντικαταστάθηκε με την λεγόμενη τουρκο-ισλαμική σύνθεση (δόγμα Οζάλ), σύμφωνα με την οποίαν, με την λέξη Τούρκος περιγράφεται ένα δομικό συνθετικό εθνο-θρησκευτικό χαρακτηριστικό της τούρκικης πολιτικής οντότητας, δηλαδή:
Η τουρκικότητα/Ο Τουρκισμός και η ισλαμική παράδοση, σε σύγχρονη μορφή (Εξευρωπαϊσμός).
γ.  Η Σημερινή κατάσταση (Επέτυχε το σχέδιον εκτουρκισμού των ετεροεθνικών πληθυσμών;)
1/. Η βιαία Τουρκοποίηση των λαών της Μικράς Ασίας
Το ζήτημα λοιπόν της εθνικής συνειδήσεως των σημερινών κατοίκων της Τουρκίας παραμένει στην βάση του πολιτικό ζήτημα. Οι ιθύνοντες ισχυρίζονται ότι : «Όποιος ζει μέσα στο πολιτικό πλαίσιο της Τουρκίας είναι Τούρκος»!
Αυτό σημαίνει ότι η τουρκική εθνική ταυτότητα, που οικοδομήθηκε πάνω στις αρχές του Κεμαλισμού και του τουρκικού υπερεθνικισμού (σωβινισμού), αρνείται τις επιμέρους εθνικές και εθνοτικές ιδιαιτερότητες των πληθυσμών που διαβιούν μέσα στα όρια του τουρκικού κράτους και καλλιεργεί συνθήκες βιαίας ομογενοποιήσεώς τους.
Η τουρκοποίηση των λαών της Μικρά Ασίας, είναι μια αργή και συχνά βίαιη διαδικασία, που ξεκίνησε ως εξιλαμισμός και Οθωμανοποίηση τον 11ον μ.Χ. και 14ον αιώνα αντιστοίχως, και συνεχίστηκε ως τις μέρες μας, με την μορφήν τόσον του εξισλαμισμού των αλλοδόξων και αλλοεθνών λαών, όσον και της υποχρεωτικής εκμαθήσεως της τουρκικής γλώσσης.
Όμως, παρά τις γενοκτονίες  των Αρμενίων και των Ελλήνων, η τουρκοποίηση κυρίως των Μικρασιατικών λαών, αλλά και όλων των συμπαγών εθνοτήτων της σημερινής Τουρκίας (κυρίως των Κούρδων που και αυτοί υπέστησαν σφαγές και εκκαθαρίσεις μετά την Μικρασιατικήν καταστροφήν), δεν προχώρησε στον βαθμό που θα ήθελαν οι Τούρκοι υπερεθνικιστές. Και αυτό επειδή, πολλές καταπιεσμένες εθνότητες/ταυτότητες, έχουσες ισχυρές φυλετικές ρίζες, αντέστησαν σθεναρώς και αναδύθηκαν αργότερα, πιο δυνατές.
Η ισλαμική ταυτότητα, που θεωρούνταν οπισθοδρομική και αντίθετη προς τον Κεμαλικό εκσυγχρονισμό, επέστρεψε, στις ημέρες μας, ισχυρότερη και μάλιστα στον πολιτικό στίβο.
Ο Κεμαλισμός, ως ιδεολογία, υποχωρεί σταδιακώς και αντικαθίσταται από τον Ισλαμικό φανατισμό και τον «Τσετισμό» (ληστοσυμμοριτισμό, τρομοκρατία), προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα φαινόμενα της αναδύσεως των μη τουρκικών εθνοτικών ταυτοτήτων, που υπερισχύουν αριθμητικώς της «τουρκικής» τοιαύτης.
Η κουρδική ταυτότητα, που συμβολίζει τον αγώνα των αυτοχθόνων λαών της περιοχής για εθνική ανεξαρτησία, αναδύθηκε προβάλλοντας διεκδικήσεις κι’ απειλώντας με διάλυση το ίδιο το τουρκικό κράτος.
Σήμερα σχεδόν οι πάντες στην Τουρκία, αρχίζουν ν’ αναζητούν τις ρίζες και την ταυτότητα τους.7
Αν παραβλέψει κανείς το ότι η λέξη δημοκρατία, αποτελεί απλά σχήμα λόγου στην Τουρκία, τότε θα πρέπει ν’ αναρωτηθεί κατά πόσο η αποδοχή μιας ταυτότητας, μπορεί να συμβάλει στην δημοκρατία, εφόσον μπορεί κάλλιστα να την απειλήσει σ’ ένα μεταγενέστερο στάδιο. Για παράδειγμα, αν η «Δημοκρατία της Τουρκίας», αποδεχτεί την εθνική ταυτότητα των 25 και πλέον εκατομμυρίων Κούρδων και παραχωρήσει σ’ αυτούς τα βασικά τους δικαιώματα, δεν θ’ απειληθεί μακροπρόθεσμα ακόμη και η ίδια η εδαφική της υπόσταση;
Δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος, υποστηρίζει ο Τούρκος δημοσιογράφος Ερτουγρούλ Οζκιόκ, εφ’ όσον, «η Τουρκία, είτε ως αποτέλεσμα της πολυπολιτισμικής κληρονομιάς των Οθωμανών, είτε ως αποτέλεσμα της βουλήσεως για συνύπαρξη διαφορετικών εθνικών ομάδων, η οποία διαμορφώθηκε την περίοδο της δημοκρατίας, κατάφερε να βγάλει μια δημιουργική πολιτική παράδοση».
Σήμερα λοιπόν, όλα δείχνουν ότι, το μείζον θέμα της Τουρκοποιήσεως των λαών της Τουρκίας, όχι μόνον δεν επέτυχε, τουλάχιστον στον βαθμό που επιθυμούσε το βαθύ κράτος της Αγκύρας, αλλά υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις υποβόσκουσας γενικευμένης αντιδράσεως (με πρωτοπόρους τους Κούρδους),  των συμπαγών μη «τουρκικών» εθνοτήτων, οι οποίες αναμένουν το έναυσμα, για δράση κατά του καθεστώτος.
Αρκετοί ΔΕΝ βλέπουν να έρχεται κάτι τέτοιο, σύντομα. Πολλοί άλλοι, όμως, διαισθάνονται να πλησιάζει η ευλογημένη εκείνη ώρα, της απαλλαγής τους από τους παρείσακτους κατακτητές της γης των προγόνων τους!!!
2/. Οι «εβδομήνταδυόμιση» εθνότητες της Τουρκίας!
Όπως και να ‘χει η πολυεθνικότητα και πολυτισμικότητα της σημερινής Τουρκίας, αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός και ίσως οδηγήσει βραχυπρόθεσμα μεν στην πολιτική αναδιάρθρωση της χώρας, μακροπρόθεσμα δε στην διάλυσή της.
α/. «Τουρκικό έθνος»: Ένα τεχνητό μείγμα, λαών και εθνοτήτων
Σε πείσμα των υπερεθνικιστών, το σημερινό λεγόμενο «τουρκικό έθνος» είναι ένα μείγμα λαών και εθνοτήτων. Ανθρωπολογικώς και φυσιογνωμικώς τουλάχιστον, όπως προείπαμε και αποδείξαμε, οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας, έχουν χαρακτηριστικά που ανήκουν σε όλες τις εθνότητες, που κατοικούσαν στην Μικρά Ασία και γενικότερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Και σίγουρα δεν μοιάζουν, εκτός από μία ελαχίστη μειονότητα, με τους «αδελφούς» Τουρκμένους, Ουζμπέκους, Τατάρους και Καζάκους της Κεντρικής Ασίας.
Οσάκις απλοί κάτοικοι της Τουρκίας, κυρίως έμποροι κι’ επιχειρηματίες, έρχονται σε πρώτη επαφή  με τους «αδελφούς Τούρκους» της Κεντρικής Ασίας, αισθάνονται ψυχρολουσία σκεπτόμενοι όσα εδιδάχθησαν περί της καταγωγής τους!. Ξαφνικά διαπιστώνουν ότι, εκτός από μια κάποια μακρινή γλωσσική συγγένεια, δεν έχουν καμία σχέση με τους Κεντροασιάτες «αδελφούς» τους! Πρόκειται για τελείως διαφορετικούς λαούς!
Αντίθετα με τους γείτονες τους -και ακήρυκτους εχθρούς- Έλληνες, μοιάζουν σε σημείο που να μην μπορεί κανείς να τους ξεχωρίσει. Και πράγματι, οι άνθρωποι που κινούνται στους δρόμους της Κωνσταντινουπόλεως μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό, με τους ανθρώπους που περπατούν στους μποτιλιαρισμένους δρόμους των Αθηνών και σχεδόν καθόλου μ’ εκείνους που βολοδέρνουν στους σκονισμένους δρόμους της Σαμαρκάνδης και της Άλμα-Άτα.
Αν οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας μπουν στον κόπο και κάνουν το λεγόμενο «τεστ του καθρέπτη», δηλαδή αν κοιταχτούν κατάμουτρα στον καθρέπτη, τότε ο μύθος ότι προέρχονται από «τριακόσια λιοντάρια» που ήρθαν από το Τουράν, αυτομάτως θα καταρρεύσει.
Και αυτό επειδή, το λεγόμενο «τουρκικό έθνος», είναι ανύπαρκτον ιστορικώς, προερχόμενον από την βίαιη, αιματοβαμμένη και  σχεδόν πάντοτε αναγκαστική, συγκόλληση διάσπαρτων εθνολογικών στοιχείων της Ανατολικής Μεσογείου και της Χερσονήσου του Αίμου (των Βαλκανίων).
  β/. Τι μαρτυρούν οι εθνικές γιορτές για την Άλωση της Πόλης στην Τουρκία
 Για πάνω από 564 χρόνια, η τουρκοφροσύνη έχει επικαθήσει στο σώμα των ελληνογενών πληθυσμών της Μ. Ασίας και της Ανατολίας, και όχι μόνον, ως ξενιστής, και τα εξουσιάζει χωρίς να έχει καταφέρει ακόμη την πολιτισμική τους αφομοίωση ή πολτοποίηση.
Σύμφωνα με πανεπιστημιακή μελέτη που εκδόθηκε το 1989 στο Βισμπάντεν με τίτλο: Ethnic Group in the Republic of Turkey), στην Τουρκία υπάρχουν σήμερα 52 εθνότητες και εθνικές ομάδες, με ιδιαίτερα πολιτισμικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά (ΣΣ: Οι εθνότητες αυτές, κρατούνται μέχρι σήμερα φυλακισμένες, υπό την σιδηρά μπότα της τουρκικής εξουσίας, χωρίς να μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα).
Αυτά δεν τα λέμε εμείς, αλλά γερμανοί επιστήμονες, παλαιοί και νυν φίλοι των τούρκων, οι οποίοι έχουν μελετήσει το τουρκικό μωσαϊκό καλύτερα από κάθε άλλον.
72 ή 52 ή 25, κατά τον Τ. Οζάλ, εθνότητες, βρίσκονται αυτή την στιγμή στην Τουρκία, και συμπιέζονται στις μυλόπετρες του τουρκικού υπερεθνικισμού, προκειμένου να ομογενοποιηθούν/πολτοποιηθούν βιαίως και να παρουσιαστούν ως …ενιαίο έθνος.
Αυτό ακριβώς μαρτυρούν οι γιορτές περί Αλώσεως της Πόλης, στην Τουρκία.
564 χρόνια τώρα, ο Τουρκισμός και η τουρκοφροσύνη, δεν κατάφεραν να ομογενοποιήσουν όλες αυτές τις αλλογενείς εθνότητες. Και το αποτέλεσμα αυτών των παραστάσεων, είναι να θυμίζουν στην οικουμένη ότι σ’ αυτή την γωνιά της γης, που σήμερα αποτελεί το τουρκικό κρατικό μόρφωμα, διαβιούν λαοί υπό καταδυνάστευση που αναμένουν καρτερικά την λύτρωσή τους.
3/. Μιά Γλωσσική και Εθνο-θρησκευτική Βαβέλ.
«Δεν πιστεύω ότι ο καθένας μας είναι Τούρκος, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Κοίταξέ μας! Είμαστε ένα μείγμα Τούρκων, Αράβων, Ελλήνων, Εβραίων, Περσών, Αρμενίων, Κούρδων …», δήλωσε στον έκπληκτο δημοσιογράφο του National Geographic, ο «Τούρκος» Ουμίτ, που έτρωγε μαζί του σ’ ένα εστιατόριο της Άγκυρας. Αμέσως, ένας-ένας από την παρέα του Ουμίτ, που καθόταν μαζί με τον αμερικανό δημοσιογράφο, άρχισαν να συμπληρώνουν το παζλ της πολυεθνικότητας της Τουρκίας:
«Έχω πολλούς συγγενείς εκτός Τουρκίας», είπε ο ένας. «Η μητέρα μου είναι τουρκάλα, αλλά η μητέρα της ήταν από την Ρουμανία», διέκοψε ένας άλλος. «Η μητέρα μου είναι από την Ελλάδα, αλλά μιλάει τουρκικά. Ο πατέρας μου γεννήθηκε στην Γεωργία…», συμπλήρωσε ένας τρίτος. Όλοι τους προέρχονταν από μη-τουρκικούς λαούς που συνυπήρχαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στην συνέχεια εκτουρκίστηκαν, κυρίως γλωσσικά.
Από κάθε άποψη,  η νεοκατασκευασθείσα τουρκική γλώσσα, παραμένει το μοναδικό κυρίαρχο στοιχείο ορισμού της τουρκικότητας: «Η τουρκική γλώσσα είναι το μοναδικό αποδεκτό κριτήριο για έναν ορισμό σχετικά με τους Τούρκους. Τούρκος είναι αυτός που μιλά την τουρκική γλώσσα. Όλοι οι άλλοι ορισμοί είναι ανεπαρκείς» (Bozkurt Guvenc, Η Τουρκική Ταυτότητα).
«Πατριώτη, μίλα μόνο τουρκικά», ήταν το σύνθημα μιας προπαγανδιστικής  εκστρατείας που εξαπέλυσε το τουρκικό κράτος στην δεκαετία του ’50 με σκοπό να εξαλείψει τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Το επόμενο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε το 1965, όταν η Τουρκία σταμάτησε στις επίσημες απογραφές της ν’ απογράφει τις εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Από τότε η Τουρκία, αποφεύγει ν’ απογράφει τις μειονότητές της, θεωρώντας ότι μ’ αυτό τον τρόπο τις καθιστά επισήμως ανύπαρκτες!
Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world, στον χώρο της σημερινής Τουρκίας, μιλιούνται άλλες 34(!) γλώσσες, εκτός από τα τουρκικά της Ανατολίας.
Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η Kurmanji(κουρδική), που ομιλείται από περίπου 5 εκ. ανθρώπους και η μικρότερη είναι η Hirtevin, που μιλιέται από 250-300 Συρο-Χαλδαίους. Στο μεταξύ ομιλούνται, η Αραβική (1,5 εκ.), η Κιρκασική (περίπου 1 εκ.), η Περσική(700.000), η Αζερική (600.000), η Γκαγκαούζικη (330.000), η Πομακική (300.000), η Καμπαρντιάνικη (210.000), η Λαζική (100.000), η Μιγκρέλικη (100.000), η Αρμενική (70.000), η Σερβοκροάτικη (100.000),η Αρβανίτικη/Αλβανοτοσκική (70.000), η Ελληνική (4.000 στην Κωνσταντινούπολη και 300.000 ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι), κλπ…
Σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της σημερινής Τουρκίας (πάνω από 25 εκ. άνθρωποι), ομιλεί και μια άλλη γλώσσα, εκτός από τα επίσημα τουρκικά. Αυτό είναι πράγματι κάτι το εκπληκτικό, εφ’ όσον αναφερόμαστε σε μια χώρα, όπου η εκμάθηση της τουρκικής, είναι εδώ και τρεις γενιές, υποχρεωτική στην εκπαίδευση, στον στρατό, στην δημόσια διοίκηση και στα ΜΜΕ, ενώ στην λεγόμενη Δημοκρατία της Τουρκίας, απαγορεύεται η δημόσια χρήση κάθε άλλης γλώσσας, άσχετα αν αυτή ομιλείται από εκατομμύρια ανθρώπους (Kurmanji).
Στην Τουρκία δεν υπάρχουν μόνον εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Υπάρχουν κυρίως θρησκευτικές μειονότητες. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στους λιγοστούς εναπομείναντες Ελληνορθόδοξους, Αρμένιους και Εβραίους της χώρας. Σ’ αυτή την χώρα ζουν περίπου 12-15 εκ. Αλεβίδες, μια ισλαμική αίρεση με συμπεριφορά πιο κοσμική και δημοκρατική σε σύγκριση με τους Σουνίτες, η οποία πρόσκειται πολιτικώς στην αριστερή ιδεολογία.
Ένα σημαντικό τμήμα των Αλεβίδων ανήκει και στην κουρδική μειονότητα. Μια Αλεβίδικη ομάδα είναι και οι Ζάζα (περίπου 2 εκ), που μιλάνε μια ιρανική διάλεκτο και είναι Σουνίτες και Σούφι. Στα πλαίσια της κουρδικής μειονότητας, συγκαταλέγονται και περίπου 300.000-500.000 Γιεζιντί (Yezindi), η θρησκεία των οποίων είναι παγανιστική, με στοιχεία χριστιανισμού, ισλαμισμού και σουφισμού.


 4/.  Οι Πρόσφυγες (Muchacir) της Τουρκίας            
Μια άλλη σημαντική συνιστώσα της σημερινής εθνο-γλωσσικής πραγματικότητας της Τουρκίας, αποτελούν και οι λεγόμενοι Muchacir, που είναι πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Τουρκία κατά την διάρκεια των τελευταίων χρόνων της αποσυνθέσεως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και πολύ αργότερα. Οι περισσότεροι προέρχονται από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Χερσονήσου του Αίμου (των Βαλκανίων). Για παράδειγμα, όταν το 1878, η Βοσνία πέρασε στα χέρια της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, δεκάδες χιλιάδες Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, που δεν ήθελαν από αφέντες να γίνουν υπήκοοι και μάλιστα των «απίστων», κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Τουρκία.
Κατά την διαδικασία δημιουργίας κι’ επεκτάσεως των βαλκανικών εθνικών κρατών, όσοι πληθυσμοί είχαν προσχωρήσει στο Ισλάμ, άσχετα αν είχαν εκτουρκιστεί ή όχι, άρχισαν να αισθάνονται άβολα με τη νέα πραγματικότητα και να μεταναστεύουν προς -κυρίως- την Μικρά Ασία, που προοριζόταν να γίνει η νέα πατρίδα των Τούρκων.
Υπολογίζεται ότι ως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασαν στην Τουρκία περί τα 3 εκ. πρόσφυγες από τα Βαλκάνια.
Οι περισσότεροι φυσικά, δεν ήταν τουρκικής καταγωγής, αλλά Σλάβοι, Έλληνες, Πομάκοι και Σκιπετάροι/Αλβανοί Μουσουλμάνοι (τουρκαλβανοί). Υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι ο αριθμός των Muchacir από τα Βαλκάνια, χάρη στην δημογραφική τους αύξηση, φθάνει σήμερα τα 10 εκ. ανθρώπους!!!
Εφ’ όσον λοιπόν, το 1/6 σχεδόν των σημερινών κατοίκων της Τουρκίας, έλκει την καταγωγή του από την Χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια) κι’ από τους εκεί μη τουρκικούς λαούς, δεν είναι καθόλου παράξενο που η Άγκυρα επιδιώκει συνεχώς να «χώνει τη μύτη» της στις βαλκανικές υποθέσεις (Βοζνία-Ερζεγοβίνη, Σκιπερία/Αλβανία, Σκόπια). Με αφορμή αυτούς τους υποτιθέμενους «δεσμούς αίματος», η Τουρκία επιθυμεί να επεμβαίνει και να παίζει σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια, όχι μόνον πολιτικό αλλά και οικονομικό.
Χαρακτηριστική περίπτωση Τούρκου επιχειρηματία από την χερσόνησο του Αίμου, είναι και ο Σαρίκ Τάρα (κατάγεται από Σλάβους μουσουλμάνους των Σκοπίων), ένας ένθερμος υποστηρικτής της ελληνο-τουρκικής προσεγγίσεως και συνεργασίας.
Ανάμεσα στους Muchacir από την χερσόνησο του Αίμου (Βαλκάνια), σημαντική θέση κατέχουν οι ελληνόφωνοι Τουρκοκρήτες και οι Βαλαάδες8. Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι πρόσφυγες από τα Βαλκάνια εγκαταστάθηκαν στην πλειοψηφία τους στην Αν. Θράκη, στην Κωνσταντινούπολη, στην Σμύρνη, στα παράλια της δυτικής Μικράς Ασίας, στα παράλια της Προποντίδας και γύρω από το Εσκί Σεχίρ, περιοχές που κατοικούνταν, αρχαιόθεν, από Έλληνες.
Εκτός από τους Βαλκάνιους Muchacir, υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων που προέρχονται από τον Καύκασο και τη νότια Ρωσία (Κριμαία). Οι περισσότεροι είναι Κιρκάσιοι (Τσερκέζοι), Τσετσένοι, Ινγκούζοι και Οσσέτοι του βόρειου Καύκασου, ενώ υπάρχει κι’ ένας μεγάλος αριθμός από Τάταρους της Κριμαίας που άρχισαν να καταφεύγουν στην Τουρκία μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο(1853-1856).
Υπάρχουν επίσης Τάταροι του Κουμπάν, Καζάκοι, Ουζμπέκοι, Αζέροι και Γεωργιανοί. Αυτή η ομάδα των Muchacir, που κατέφυγε στην Τουρκία από τον Βορρά και την Ανατολή, υπολογίζεται σήμερα σε 3-5 εκ. ανθρώπους: ένα αρκετά ισχυρό «λόμπι» για να πιέζει την Τουρκία ν’ αναμειχθεί στις εθνικιστικές διαμάχες στον Καύκασο.
Υπάρχει τέλος κι ένας αριθμός προσφύγων, που προέρχονται από το νότο, κυρίως από την Συρία, τον Λίβανο και το Ιράκ ακόμη κι από το Σουδάν (μαύροι)! Όλοι αυτοί υπολογίζονται σήμερα σε σχεδόν, 2 εκ. ανθρώπους!


Ο κύριος λόγος που η Τουρκία συγκέντρωσε τόσα πολλά εκατομμύρια προσφύγων (σχεδόν το 1/3 των κατοίκων της κατάγεται από πρόσφυγες), είναι ότι το κράτος αυτό προπαγανδίστηκε ως κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ενώ ΟΥΔΕΜΙΑ σχέση είχε ή έχει με αυτήν.
Όσοι λοιπόν πληθυσμοί είχαν θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και συναισθηματικούς δεσμούς μαζί της και δεν ήθελαν να παραμείνουν κάτω από την εξουσία των «απίστων», κατέφυγαν στην Τουρκία, που έγινε έτσι η θετή τους πατρίδα, η ξενόφερτη και ανιστόρητη μητριά τους!!!.
Όπως όμως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Τούρκοι Muchacir, αισθάνονται νοσταλγία και πόνο για τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, ενώ αντιμετωπίζουν συχνά την θετή τους πατρίδα, με περιφρόνηση και αδιαφορία.
Βέβαια, ο εκτουρκισμός συνεχίζεται σήμερα και με την προσφιλή μέθοδον της αστικοποιήσεως (αστυφιλίας)! Σχεδόν το 65% του πληθυσμού της χώρας κατοικεί στ’ αστικά κέντρα κι’ αν ο ίδιος ρυθμός αστυφιλίας διατηρηθεί, τότε γύρω στο 2020, τουλάχιστον το 80% των Τούρκων θα κατοικεί στις πόλεις. Η γιγάντωση των τουρκικών πόλεων, συμβαίνει σύμφωνα με το λατινοαμερικανικό μοντέλο, με την παράλληλη εκρηκτική ανάπτυξη των τενεκεδομαχαλάδων, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι εξαθλιωμένοι, οι πρόσφυγες και κατά κανόνα οι μειονότητες.
             

5/. Ελληνόφωνοι και Ελληνογενείς Μουσουλμάνοι 


 Ένα πολύ μεγάλο τμήμα των κατοίκων της σημερινής Τουρκίας, προέρχεται από τους ελληνόφωνους χριστιανο-ορθόδοξους πληθυσμούς της Μικρά Ασίας, που εξισλαμίστηκαν και στην συνέχεια εκτουρκίστηκαν. Σύμφωνα μάλιστα και με την άποψη του καθηγητή αιγυπτιολογίας Μ.Σ. Μεγαλομμάτη; «Οι ίδιοι οι ελληνόφωνοι χριστιανοί Ρωμαίοι επέλεξαν (ή κατέληξαν) στην συντριπτική τους πλειοψηφία (άνω των 4/5) το Ισλάμ!» Αυτοί οι προσηλυτισμένοι πληθυσμοί, διαμόρφωσαν στην συνέχεια αυτό που σήμερα αποκαλείται «τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι Ρωμαίοι» ή «Τούρκοι»…
Αυτή η μαζική προσχώρηση των ελληνοφώνων πληθυσμών στο Ισλάμ, είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια της γλώσσας και κατ’ επέκταση της ελληνικής τους συνειδήσεως;
Σύμφωνα με τον Μ.Σ. Μεγαλομμάτη, αυτό συνέβη επειδή η θρησκευτικο-πολιτική ηγεσία της Κωνσταντινουπόλεως, δεν αποδέχτηκε αυτή την μαζική προσχώρηση και δεν φρόντισε να λάβει μέτρα για να αποτραπεί ο αφελληνισμός αυτών των πληθυσμών. Θα μπορούσε για παράδειγμα να αποδεχτεί αυτό το γεγονός και να στείλει κάποιους σοφούς στην Μέκκα, οι οποίοι και θα μετέφραζαν το Κοράνι στα ελληνικά. Μ’ αυτό τον τρόπο θα υπήρχαν σήμερα εκατομμύρια Έλληνες μουσουλμάνοι και τα ελληνικά θα ομιλούνταν έως τις όχθες του Ευφράτη!
Αντί γι’ αυτό, τα ελληνικά σχεδόν εξαφανίστηκαν από την Μικρά Ασία, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις. Δεν αναφερόμαστε βεβαίως στους λιγοστούς εναπομείναντες Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως και της Ίμβρου-Τενέδου. Ούτε και στους περίπου 10.000 «Τουρκο-ορθόδοξους» οπαδούς του πράκτορος των Τούρκων, Παπα-Ευθύμ, που το 1924 επιχείρησε να δημιουργήσει Τουρκορθόδοξο Πατριαρχείο. Αναφερόμαστε κυρίως στους ελληνόφωνους μουσουλμάνους της Τουρκίας. Αυτοί χωρίζονται σε τέσσερις μεγάλες ομάδες.
Στους ελληνόφωνους μουσουλμάνους του Πόντου (πάνω από 300.000), στους Τουρκοκρήτες (200.000-300.000), στους εξισλαμισθέντες Έλληνες της Κύπρου (150.000) και στους Βαλαάδες (50.000). Με εξαίρεση τους ελληνόφωνους του Πόντου, όλοι οι υπόλοιποι ήρθαν στην Τουρκία ως πρόσφυγες κυρίως από το 1912 και μετά.
Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα είναι οι ελληνόφωνοι Ρουμ του Πόντου, που εκτός από την ελληνοποντιακή γλώσσα συνεχίζουν να διατηρούν κι ένα πανάρχαιο πολιτισμό. Πρόκειται για ένα ζωντανό τμήμα της παλιάς Ρωμηοσύνης που συνεχίζει να ζει στους τόπους της με μουσουλμανική όμως μορφή.
Η άλλη μεγάλη ομάδα, οι Τουρκοκρήτες είναι σήμερα εγκατεστημένοι στα παράλια της Ιωνίας, βλέπουν ελληνική τηλεόραση, μιλούν για καημό και νοσταλγία για την Κρήτη και ορισμένοι εξακολουθούν να δηλώνουν Ρωμηοί, δηλαδή Έλληνες.
Οι Βαλαάδες, που ήταν γνωστοί στους χάρτες της Μακεδονίας των αρχών του 20ου αιώνα ως «Greek Muslims», είναι κι αυτοί εγκατεστημένοι στις ακτές της Μικρά Ασίας και συνεχίζουν να μιλούν ελληνικά. Τέλος οι ελληνόφωνοι Τουρκοκύπριοι (Λινοβάμβακοι), είναι κυρίως εγκατεστημένοι στην Κιλικία, απέναντι ακριβώς από το νησί τους.
Πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, προσπαθούν να διατηρήσουν την ελληνοφωνία τους και να διασώσουν την ιδιαίτερη πολιτιστική τους ταυτότητα, ενώ αμέτρητοι είναι οι κρυπτοχριστιανοί.

Συνεχίζεται




Όπως υποσ.1,1ου μέρους.

geliyorlar: Third person plural present continuous of gelmek (gelmek==έρχομαι, πηγαίνω, καταλήγω στον προορισμό μου, (αργκό) εκσπερματώνω).

-Η αλήθεια για την Τουρκία - 72 εθνότητες ζητούν τη λευτεριά τους ...https://www.tribune.gr/.../alithia-gia-tin-tourkia-72-ethnotites-zitoun-ti-lefteria-tous.ht...2 Ιουν 2016.
2. ΚΟΤΣΓΚΙΡΙ: Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΥΡΔΩΝ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΒΟΗΘΗΣΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Σάββας Καλεντερίδης, εφ. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 20.01.2017.
3. Απίστευτο πόσοι κάτοικοι της Τουρκίας δηλώνουν...Τούρκοι | Pronews,www.pronews.gr › Άμυνα & Ασφάλεια › Τουρκία,14 Μαΐ 2015 -(http://www.sil.org/ethnologue/countries/turk) με την συνημμένη βιβλιογραφία, ήτοι:
Γιώργος Στάμκος, Γεωπολιτική του Αρχιπελάγους: Η Ελληνική Γεωφιλοσοφία και οι Προκλήσεις της Παγκοσμιοποίησης, Α’ έκδοση Αρχέτυπο 2000, Γ’ έκδοση Άγνωστο 2007 Γιώργος Στάμκος, & Μίλιτσα Κοσάνοβιτς, Στοιχειωμένα Βαλκάνια: Εξερευνώντας τα Μυστικά της Βαλκανικής Ενδοχώρας, εκδ. Άγνωστο 2006
Omer Asan, Ο Πολιτισμός του Πόντου, Αφοι Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998.
Jean-Paul Roux, Η Ιστορία των Τούρκων, Γκοβόστης 1998.
Peter Alford Andrews, Ethnic Groups in the Republic of Turkey, Wiesbaden 1989.
Δημήτρης Μανακανάτας, Οι Μειονότητες στην Τουρκία, ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, Μάιος 1998.
Πέτρος Μακρής, Εθνική Μειονότητα της Τουρκίας οι… «Καθαροί» Τούρκοι, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 14/5/1995.
Βλάσης Αγτζίδης, Οι Εξισλαμισμένοι Έλληνες στη Σημερινή Τουρκία, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 26/8/1996.
Τοπάλ Οσμάν: Ο αδίστακτος σφαγέας των Ποντίων.











Ο Οσμάν Φερουντούν Ζαντελέρ (1884) ήταν γιος του Χατζή Μεχμέτ και της Ζεϊνέπ, μουσουλμάνων προσφύγων από το Λαζιστάν. Σύμφωνα με μαρτυρίες Ελλήνων της Κερασούντας, ο Οσμάν από μικρός δούλευε ως βοηθός (τσιράκι) σε ελληνικό ξυλουργείο της πόλεως, γεγονός που του δημιούργησε σύμπλεγμα κατωτερότητας και απωθημένα απέναντι στους Έλληνες, οι οποίοι κυριαρχούσαν σε όλους τους τομείς στην κοινωνία της Κερασούντας.
Σε νεαρή ηλικία γίνεται μέλος της μυστικής παραστρατιωτικής οργανώσεως των Νεότουρκων Τεσκιλάτ-ι-Μαχσούσα, και συμμετέχει ως εθελοντής στον Βαλκανικό Πόλεμο, όπου τραυματίζεται στο δεξί γόνατο κι’ από τότε ονομάζεται Τοπάλ –δηλαδή «χωλός (κουτσός)– Οσμάν».
Με την επιστροφή του, τον Δεκέμβριον του 1913, οργανώνει την μουσουλμανική νεολαία της Κερασούντας στην προαναφερθείσα παραστρατιωτική οργάνωση και εξασφαλίζει σημαντικό αριθμό όπλων και πυρομαχικών για τον εξοπλισμό της. Στην συνέχεια, παίζει ενεργό ρόλο στα δραματικά γεγονότα της Γενοκτονίας των Αρμενίων και έπειτα των Ελλήνων, με αποτέλεσμα να καταζητείται από τις οθωμανικές αρχές για την εγκληματική του δράση.
Μετά την απόβαση της επιτροπής του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στην Κερασούντα (8/5/1919), τον θερμό λόγο υποδοχής της από τον δικηγόρο Παναγιώτη Ερμείδη και την ανύψωση της σημαίας του Πόντου στο Κάστρο της πόλεως, ο καταζητούμενος Τοπάλ Οσμάν συλλαμβάνει με τους άνδρες του, τον Παναγιώτη Ερμείδη, του κόβει τη γλώσσα, ενώ κόβει και τα χέρια του Έλληνα που ανήρτησε την σημαία. Στην συνέχεια τους σκοτώνει και περιφέρει τα πτώματά τους στην πόλη της Κερασούντας, για εκφοβισμό των Ελλήνων κατοίκων.
Μετά από μυστική συνάντηση με τον Μουσταφά Κεμάλ, εξασφαλίζει τη «νομιμοποίηση» των εγκλημάτων του και δεσμεύεται να συνεχίσει το καταστροφικό του έργο εναντίον των Ελλήνων, λέγοντας: «Να μην ανησυχείτε καθόλου στρατηγέ μου. Όλους αυτούς τους Πόντιους Ρωμιούς θα τους περιποιηθώ έτσι, που θα πνιγούν όλοι τους μέσα στις σπηλιές, σαν τις γαϊδουρινές μέλισσες».
Μετά την νομιμοποίηση της δράσεώς του από τον Κεμάλ, η ομάδα ληστοσυμμοριτών-ατάκτων του Τοπάλ Οσμάν, που μέχρι το 1919 δεν ξεπερνούσε τα 100 άτομα, στις αρχές του 1920 αριθμεί 5.000 άτομα. Κι αυτό γιατί όσοι συμμετείχαν στις «επιχειρήσεις», γίνονταν πλούσιοι από τις περιουσίες των Ελλήνων που λεηλατούσαν. Παράλληλα, οι άτακτοι καταστρέφουν εκατοντάδες χωριά και θανατώνουν χιλιάδες Έλληνες, υπό το κάλυμμα της καταπολεμήσεως του αντάρτικου των Ελλήνων του Πόντου.
Στα τέλη του 1922, ο Τοπάλ Οσμάν εγκαθίσταται στην Άγκυρα, ως διοικητής της Προεδρικής Φρουράς. Την 27η Μαρτίου 1923, στο σπίτι του στο Σαμάνπαζαρι, κατόπιν εντολής του Κεμάλ, σκοτώνει διά στραγγαλισμού τον βουλευτή Τραπεζούντας, αντικεμαλικό Αλή Σιουκρού.
Η ανακάλυψη του πτώματός του από τους φίλους του, αλλά και η εξασφάλιση αυτοπτών μαρτύρων εις βάρος του Τοπάλ Οσμάν, οδηγούν τον Κεμάλ να δώσει εντολή για εξόντωσή του. Ο ίδιος με την γυναίκα του, εγκαταλείπουν το προεδρικό μέγαρο και  εγκαθίστανται σε κρυφό μέρος.
Όταν ο Τοπάλ Οσμάν αντιλαμβάνεται τις προθέσεις του Κεμάλ, σκοπεύει να τον σκοτώσει και επιτίθεται με τους ενόπλους του στο προεδρικό μέγαρο, το οποίο, καθώς δεν βρήκε κανέναν μέσα, το λεηλατεί. Ύστερα οχυρώνεται στο στρατόπεδό του, όμως μετά από πολύωρη μάχη με τις μονάδες του τακτικού στρατού, συλλαμβάνεται τραυματισμένος και εκτελείται, ενώ το πτώμα του θάβεται επιτόπου. Ήταν 2 Απριλίου του 1923.
Ο Μουσταφά Κεμάλ, για να αποσείσει εξ ολοκλήρου από πάνω του τις ευθύνες για την δολοφονία του Αλή Σιουκρού, ξεθάβει και κρεμάει μπροστά από το κτήριο της Τουρκικής Εθνοσυνελεύσεως από το ένα πόδι το ακέφαλο πτώμα του Οσμάν. Το πτώμα μένει εκεί κρεμασμένο επί μέρες, ενώ παράλληλα ο Κεμάλ στέλνει τηλεγράφημα προς τον λαό της Τραπεζούντας, με το οποίο εκφράζει την λύπη του για το θάνατο του βουλευτή. Το 1925 δίνει άδεια να μεταφερθούν τα οστά του Τοπάλ Οσμάν στην Κερασούντα και να κατασκευαστεί μνημείο στο κάστρο της πόλεως. Η μνήμη του δεν αποκαταστάθηκε ποτέ, γιατί δεν είναι δυνατόν να δικαιολογηθεί η εκτέλεσή του από τον Κεμάλ. (ΠΗΓΗ: 19 Μάϊου 2015, Σάββας Καλεντερίδης)
Η λέξη Τσέτες προέρχεται ετυμολογικά από την τουρκική λέξη «çete» που σημαίνει ληστοσυμμορία. Οι Τσέτες, πριν τον Μικρασιατικό Πόλεμο, ήταν συμμορίες ατάκτων που αποτελούνταν από Τούρκους, Τσετσένους και γενίτσαρους Κούρδους,  οι οποίοι λήστευαν τους πληθυσμούς της Μικράς Ασίας. Όταν έσπασε το μικρασιατικό μέτωπο, εστράφησαν εναντίον των Ελλήνων, με σκοπό την ληστεία και την ικανοποίηση των άγριων ενστίκτων τους. Οι Τσέτες δρούσαν εναντίον όσων είχαν περιουσία, η δράση τους δεν ήταν μόνον εναντίον των Ελλήνων.
7 Για ν’ αμβλύνουν τις εντυπώσεις που προκαλεί αυτή η απειλητική επάνοδος των επιμέρους εθνικών ταυτοτήτων στην Τουρκία, πολλοί Τούρκοι εκσυγχρονιστές, επικαλούνται την έννοια της δημοκρατίας, ως τρόπο αρμονικής συνυπάρξεως των διαφορετικών ταυτοτήτων. Για τους ίδιους, η χώρα τους δεν ονομάζεται «Τουρκική Δημοκρατία» αλλά «Δημοκρατία της Τουρκίας» (Turkiye Cumhuriyeti) και είναι ένας κοινός τόπος συνυπάρξεως διαφορετικών εθνοτήτων και ταυτοτήτων.
Βαλ(λ)αχάδες ή Βαλαάδες αποκαλούνταν Έλληνες που είχαν εξισλαμισθεί κατά την ύστερη περίοδο της τουρκοκρατίας στην δυτική Μακεδονία ή και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας. Το όνομα αυτό προέρχεται ενδεχομένως, από την αραβική λέξη βαλαχί (Wallah, "ορκίζομαι στον Αλλάχ") το οποίο τους αποδόθηκε με σκωπτική διάθεση επειδή δεν γνώριζαν παρά ελάχιστες τουρκικές λέξεις, ενώ υπάρχει και η άποψη ότι προέρχεται από διαγλωσσική προσαρμογή του εθνωνυμίου "Βλάχοι". Οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους "Φούτσηδες". Η μεγαλύτερη συγκέντρωση Βαλαχάδων υπήρχε σε χωριά μεταξύ Σιάτιστας, Καστοριάς και Γρεβενών. Οι περισσότεροι από αυτούς θεωρήθηκαν ανταλλάξιμοι κατά την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923 και μετοίκησαν στην Τουρκία. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση εξισλαμίστηκαν κατά τον 17ο αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου