Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Η ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ/ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ  ΑΓΑΠΗ
«Ἀγάπη πού δέν ἔχει στοιχεῖα σωτηρίας
εἶναι πλάνη τοῦ διαβόλου»
Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ

ΜΕΡΟΣ 13ο

Ι.  ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ1



1.               Γενικά
Τι είναι αίρεση;2
Κατά τους Ιερούς Κανόνες, Αίρεση είναι η αλλοίωση, παραχάραξη και διαστρέβλωση της Αλήθειας, των Δογμάτων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τα οποία (δόγματα) συνεκτιμώμενα αποτελούν Θεμέλιο και Ακρογωνιαίο Λίθο (Πέτρα) της Πίστεως, «η δε Πέτρα εστίν ο Χριστός».
Η Θεολογική αίρεση, λοιπόν, είναι μια ευθεία προσβολή και πολεμική κατά της Ορθοδοξίας. Ξεκινά από την σοφιστικής εμπνεύσεως στρέβλωση ή παραχάραξη των δυσνόητων Αγιογραφικών χωρίων, συνεχίζεται με την αυθαίρετη ερμηνεία τους και καταλήγει στην λογοποιητική διατύπωση με την μορφήν δόγματος, από τον αιρεσιάρχη (αρχηγόν της αιρέσεως).
Τότε έχουμε, μία αιρετική Εκκλησιολογία, αιρετική Σωτηριολογία, αιρετική Θεολογία.
Αποτέλεσμα: Η διατάραξη της ειρήνης της Εκκλησίας, ο σκανδαλισμός ή παραπλάνηση του ποιμνίου  και η απώλεια των αιρετικών και των πιστών, καθ’ όσον  με την αίρεση, χάνονται οι προϋποθέσεις της σωτηρίας.
Ο βίος και η διδασκαλία του αρχηγού της αιρέσεως (αιρεσιάρχου) είναι βίος και διδασκαλία εντελώς αντίθετα προς τον Αρχηγό της Πίστεως και προς τον Θείον Λόγον Του, όπως περιλαμβάνεται στην Αγία Γραφή.
Οι αιρετικοί πολλές φορές – με συμβουλία του Πονηρού- υποκρίνονται τους Ορθόδοξους και καπηλεύονται την Ορθόδοξη Πίστη.
Το ανατρεπτικό έργο των αιρετικών έχει στόχο τις Άγιες Γραφές και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, δηλαδή τους Ιερούς Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων, που υπομνηματίζουν και ερμηνεύουν Ορθοδόξως, τις Άγιες Γραφές.
Ωστόσο η αίρεση, ως παραχάραξη της αληθείας, ως έκπτωση και αποκοπή από το σώμα της Εκκλησίας, δεν έχει μέτρο συγκρίσεως με την Αλήθεια της Ορθοδοξίας.
Με άλλα λόγια, η αίρεση, δεν έχει απλώς λιγότερη αλήθεια, ώστε με κάποια διόρθωση να γίνει και αυτή Ορθοδοξία. Η αίρεση, όσο μικρή και αν φαίνεται, είναι πλάνη, είναι σκοτάδι, αμαρτία και πνευματικός θάνατος.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το του Αποστόλου Παύλου «ει τις ευαγγελίζεται υμίν παρ’ ό παρελάβετε ανάθεμα» (ΓΑΛ:1/9),  παρατηρεί, ότι ο Απόστολος «ουκ είπε εάν εναντία καταγγέλωσιν ή το παν ανατρέπωσιν, αλλά καν μικρόν τι ευαγγελίζωνται παρ’ ό παρελάβετε, καν το τυχόν παρακινήσωσιν, ανάθεμα έστωσαν». (Ομιλία εις Γαλάτας, κεφ. 1,  P.G 61, 624).
Σ’ άλλο πάλι σημείο της ομιλίας του λέγει ότι «καθάπερ εν τοις βασιλικοίς νομίσμασιν ο μικρόν τον χαρακτήρα περικόψας, όλον το νόμισμα κίβδηλον ειργάσατο, ούτω και ο της υγιούς πίστεως και το βραχύτατον ανατρέψας, τω παντί λυμαίνεται επί τα χείρονα προϊών από της αρχής». (Ομιλία εις Γαλάτας, κεφ. 1,  P.G 61, 622).
Όπως λοιπόν τίποτε δεν ενώνει το φως με το σκότος, διότι το ένα είναι το ακριβώς αντίθετον του άλλου, το ένα αντιμάχεται το άλλο, έτσι και την  αίρεση τίποτε δεν την ενώνει με την Ορθοδοξία.
Επίσης η αίρεση, ως έκπτωση και αλλοτρίωση από την αλήθεια της Εκκλησίας, ως αποξένωση από το σώμα της Εκκλησίας, παύει να έχει οποιαδήποτε εκκλησιαστική υπόσταση. Βασική και θεμελιώδης δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι ότι ο Χριστός ίδρυσε μία και μόνον Εκκλησία, όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως: «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν», η οποία ταυτίζεται Μόνον με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η Εκκλησία είναι Μία και μοναδική, διότι ένας και μοναδικός είναι ο Κύριος, ένα είναι το Σώμα Του, του οποίου Αυτός είναι η κεφαλή, μία και μοναδική η Αλήθεια, την οποίαν εκήρυξε.
Δεν υπάρχουν πολλοί Κύριοι, πολλές πίστεις, πολλές αλήθειες, πολλά βαπτίσματα, σύμφωνα με τον λόγον του Αποστόλου Παύλου «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα». (ΕΦΕΣ:4/4-5).
Κατά τον άγιο Ειρηναίο «ο Θεός έθετο εν αυτή (τη Εκκλησία) αποστόλους, προφήτας, διδασκάλους και την καθολικήν επενέργειαν του Πνεύματος. Δι’  αυτό δε όπου Εκκλησία, εκεί και το Πνεύμα του Θεού. Και όπου το Πνεύμα του Θεού, εκεί η Εκκλησία και πάσα Χάρις». (Ειρηναίος, Έλεγχος ΙΙΙ,24,1, PG 7,966C).
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης ελέγχει όσους αναγνωρίζουν τις αιρέσεις ως Εκκλησίες.
Ερμηνεύοντας το ψαλμικό χωρίο «ίνα τί υπολαμβάνετε όρη τετυρωμένα….»[ Διατί, ώ σεις όρη του Ερμών και της γης Βασάν, λαμβάνετε τον λόγον και οιονεί παραπονείσθε; Είσθε και σεις όρη τετυρωμένα και επιβλητικά, αλλά το όρος Σιών είναι εκείνο, εις το οποίον ηυδόκησε ο Θεός, ίνα κατοικήση εις αυτό. Όντως δε ο Κύριος, θα κατοικήσει εις αυτό μέχρι τέλους του αιώνος]3 σημειώνει ότι, ο θείος Δαυΐδ λέγει αυτόν τον λόγον προς τους εχθρούς της Εκκλησίας, ρωτώντας τους:
Γιατί εσείς νομίζετε πως υπάρχουν άλλα όρη στερεά και άσειστα έξω από την Μία Εκκλησία των ευσεβών Ορθοδόξων Χριστιανών;
Δηλαδή γιατί νομίζετε πως οι άλλες συναγωγές και τα συστήματα των ασεβών και κακοδόξων είναι όρη στερεά και ακίνητα, ενώ δεν είναι; Παραθέτει επίσης και την μαρτυρία του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, ο οποίος λέγει: «επιτιμά ουν τοις τας των αιρετικών Εκκλησίας υπολαμβάνουσιν είναι τετυρωμένας, ήγουν συνεστηκυίας και στερεάς. Ουδέν γαρ αυταίς το δυνάμενον τρέφειν εις έξιν πνευματικήν».4
Aφού λοιπόν το Πνεύμα το άγιον υπάρχει και ενεργεί μόνο μέσα στην Εκκλησία, μόνον αυτή είναι δυνατόν να οδηγήσει τα πιστά μέλη της στην σωτηρία. Επομένως μόνον όσοι ανήκουν στην Εκκλησία και μετέχουν της μυστηριακής ζωής αυτής, ενεργώς και αξίως, δύνανται να μετέχουν της χάριτος του Πνεύματος.
«Κατά συνέπεια τούτων, πας αιρετικός, ως διασπαστής της εκκλησιαστικής ενότητος, απορρίπτεται εκ της Εκκλησίας καθ’ όσον ως ‘μη τηρών την εκκλησιαστικήν ενότητα, δεν τηρεί τον νόμον του θεού’. Και ως εκ τούτου δεν δύναται να αναμένη τις επενέργειαν της θείας χάριτος εις τας αιρετικάς ομάδας. Διά του τρόπου τούτου ο Κυπριανός περιορίζει τα χαρισματικά όρια της Εκκλησίας αποκλειστικώς εις τα κανονικά αυτής όρια».5
 «Πάντα ταύτα λοιπόν μαρτυρούν, ότι η αλήθεια και η σωτηρία ευρίσκονται μόνον εντός Εκκλησίας, ενώ πάσα αίρεσις και πλάνη ευρίσκεται εκτός αυτής. Επακόλουθον τούτου είναι η πεποίθησις, ότι η Εκκλησία μόνη κατέχει την ορθήν πίστιν και την σώζουσαν πλήρη αλήθειαν και κατά συνέπειαν εκτός αυτής δεν υπάρχει σωτηρία».6
Ο Παπισμός είναι Εκκλησία ή αίρεση;7
Πλήθος Ορθοδόξων Συνόδων έχουν καταδικάσει τον παπισμό ως αίρεση. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες : Την Σύνοδο του 879-880 στην Κωνσταντινούπολη, επί του Πανσέπτου και Αγιωτάτου Οικουμενικού Πατρός και Ισαποστόλου Μεγάλου Φωτίου. Η Σύνοδος αυτή, που στην συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας θεωρείται ως η Η΄ Αγία και Οικουμενική Σύνοδος, επειδή σε αυτή συμμετείχαν εκπρόσωποι όλων των Πατριαρχείων και του τότε Ορθοδόξου Πάπα της Ρώμης Ιωάννου του Η΄ και οι αποφάσεις της έγιναν ομόφωνα αποδεκτές, καταδίκασε ως αιρετική τη διδασκαλία του Filioque.
Η αιρετική αυτή διδασκαλία, επεκράτησε δυστυχώς ως επίσημη διδασκαλία του παπισμού, από τις αρχές του 11ου αιώνος (1014) μέχρι σήμερα. Σ’ αυτήν, προστέθηκαν και δεκάδες άλλες αυθαίρετες-αιρετικές διδασκαλίες, με την μορφήν καινοφανών δογμάτων. (Βλέπε σχετικώς, στην λεπτομερή ανάλυση του θέματος: Η Αίρεση του Φραγκοπαπισμού).
Η καταδίκη αυτή του Παπισμού, ισχύει κατ' επέκτασιν και για την αίρεση των Προτεσταντών, επειδή και αυτοί αποδέχονται την αιρετική αυτή διδασκαλία. Ο παπισμός, αποδεχόμενος εκ των υστέρων, μετά από ένα αιώνα και πλέον, μία αιρετική διδασκαλία, που είχε ήδη καταδικάσει μαζί με τα άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία, αυτοαναιρείται και αυτοκαταδικάζεται ως αίρεση.
Πέραν τούτου, όλες οι επόμενες Ορθόδοξοι Σύνοδοι, όπως οι εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδοι του 1170, 1341, 1450, 1722, 1838, 1895, απεριφράστως καταδικάζουν τον παπισμό ως αίρεση.8
Επίσης, εκτός από τον Μέγα Φώτιο, όλοι οι μετά το σχίσμα του 1054 άγιοι, όπως ο άγιος Γερμανός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως, ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς κ.α. , ομοφώνως καταδικάζουν τον παπισμό ως αίρεση.
Ο Παπισμός δεν είναι «Εκκλησία», αλλά κράτος, το Βατικανό. Ούτε είναι «Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία». Δεν είναι ούτε Ρωμαίϊκη, ούτε Καθολική, ούτε Εκκλησία. Δεν έχει σχέση με την Ρωμηοσύνη, ούτε με την Ρωμανία. Δεν είναι Καθολική, αφού χωρίσθηκε μόνη της από την Ορθόδοξη Εκκλησία το 1054 μ.Χ. Δεν είναι Εκκλησία, αφού έγινε κράτος, υποκύπτοντας στον τρίτο πειρασμό του Χριστού. Δέχθηκε ο Παπισμός την πρόταση του διαβόλου να τον προσκυνήσει και να τον κάνει κοσμικό παντοκράτορα της γης. Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε η ορθή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Εμείς οι Ορθόδοξοι είμαστε Ρωμηοί, σε μας ανήκει η Ρωμανία, η Ρωμηοσύνη.
Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ είναι η Μία, Αγία, ΚΑΘΟΛΙΚΗ και Αποστολική Εκκλησία, η αληθής Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Αιρέσεις και Οικουμενισμός
Εάν οι αιρέσεις είχαν εκκλησιολογική υπόσταση και μπορούσαν να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην σωτηρία, θα ήταν περιττοί και άσκοποι οι αγώνες των αγίων Πατέρων για την καταπολέμησή τους, θα ήταν άσκοποι οι αναθεματισμοί και οι αφορισμοί τους, κατά των αιρετικών.
Ενώ, λοιπόν, η διδασκαλία των αγίων Πατέρων είναι ξεκάθαρη και κρυστάλλινη πάνω στο θέμα αυτό και είναι αδιανόητη στην εκκλησιαστική μας Παράδοση, η θεώρηση της αιρέσεως ως Εκκλησίας, αυτό το αδιανόητο, έγινε δυστυχώς διανοητό και αποδεκτό μέσα στους κόλπους του Οικουμενισμού, της παναιρέσεως αυτής του 20ού αιώνος, όπου κυριαρχεί το πνεύμα του θρησκευτικού συγκρητισμού και όπου πλέον γκρεμίζονται τα όρια, και καταργούνται οι οριοθετικές γραμμές, που χωρίζουν την Εκκλησία από την αίρεση.
Η φοβερή αυτή αίρεση κατόρθωσε μέσα σε μερικές δεκαετίες, με όργανά της το «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» (ΠΣΕ) και τους πολυμερείς διαλόγους, να διαβρώσει σε τέτοιο βαθμό την εκκλησιολογική αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων, ώστε να μας ταυτίσει και να μας ισοπεδώσει με όλους τους παρά πάνω αιρετικούς.
Συμπερασματικώς, Αιρετικοί ονομάζονται «εκείνοι των οποίων η διαφορά παρευθύς και αμέσως είναι περί της εις Θεόν πίστεως, ήτοι οι κατά την πίστιν και τα δόγματα χωρισμένοι από τους ορθοδόξους και παντελώς απομεμακρυσμένοι» (Κανών Α΄ Μεγάλου Βασιλείου).9
Πολύ συχνά στα θέματα της Πίστεως και της προασπίσεώς της, προβάλλεται -συνήθως από νεωτεριστές, όπως λ.χ. τους οικουμενιστές, μεταπατερικούς «θεολόγους», κ.α., το επιχείρημα αφ' ενός της «αγάπης» προς τους καινοτόμους, τους αιρετικούς, τους αιρετίζοντες Ορθοδόξους κ.λπ., αφ' ετέρου δε της «αποφυγής της κατακρίσεώς» τους. Σκοπός αλλά και επιτυγχανόμενο, συνήθως, αποτέλεσμα της προβολής αυτού του συνθήματος και αληθοφανούς επιχειρήματος, είναι η άμβλυνση των αποστάσεων μεταξύ των «χριστιανικών ομολογιών» και των θρησκειών.
Πως νοείται λοιπόν, το θέμα της αγάπης προς τους αιρετικούς και πώς αυτή νοείται, πάντοτε βάσει αντιπροσωπευτικών διδασκαλιών, οι οποίες απηχούν την διαχρονική φωνή της Εκκλησίας μας, την «consensus Ecclesiae», δηλ. την «ομοφωνία της Εκκλησίας»;
Η πεποίθηση της Εκκλησίας, όπως προκύπτει από αυτά που μας παρέδωκαν όλοι οι φίλοι του Θεού, οι Άγιοι, είναι ότι αγάπη χωρίς την αλήθεια δεν νοείται, διότι αγάπη εν τω ψεύδει δεν είναι αληθής αγάπη, αγάπη εκ Θεού. Πρέπει παραλλήλως, να διαφυλάσσεται η αγάπη, και να προφυλάσσεται η αλήθεια, «και την αγάπην φυλάττεσθαι και την αλήθειαν εκδικείσθαι».
2.               Ἅγιος Νεκτάριος, Περὶ τῶν σχέσεων μὲ αἱρετικούς
α. Ο ρόλος του Επισκόπου
Το κατ’ εξοχήν έργο του Αγίου Νεκταρίου περί του πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους αιρετικούς είναι το «Περί Ανεξιθρησκείας». Ας δούμε μερικά αποσπάσματα...

Λέει ο άγιος Νεκτάριος για το ποιος είναι ο ρόλος του επισκόπου:
«Πρώτον χρέος εις τον της Εκκλησίας προστάτην το να επιμελείται να στηρίζει εις την ευσέβειαν και να καταρτίζη εις την θεάρεστον πολιτείαν τους εγκεχειρισμένους αυτώ ορθοδόξους. Δεύτερον έργον και μετ᾿ εκείνο, και οίον εκ περιουσίας κατόρθωμα, το να αγωνίζεται διά να κερδίσει και τους εξ αλλοτρίας θρησκείας η κόμματος, και να συναγάγη τους πλανωμένους εις τα σκότη της ασεβείας ή της αιρέσεως. ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΤΟ (το οποίον και εδώ περιττόν ίσως δεν είναι να το προσθέσω) ΟΧΙ ΜΕ ΑΛΛΟΝ ΤΡΟΠΟΝ, ΠΑΡΑ ΜΕ ΤΟ ΜΕΣΟΝ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ ΛΟΓΟΥ, ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ».
Αφού λοιπόν προσέχει και κατηχεί σωστά το δικό του ποίμνιο ο ορθόδοξος επίσκοπος, τότε μόνο ας προσπαθήσει να διορθώσει και τους πλανεμένους.
Με ποιόν τρόπο; Μα φυσικά με την διδασκαλία του ορθού λόγου. Αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες και υποθέσεις ότι μπορεί και έχει το δικαίωμα ο επίσκοπος να συμπροσεύχεται και να συλλειτουργεί με τους αιρετικούς για να κατορθώσει να τους διορθώσει; Όχι βέβαια.
Λέει κάπου αλλού ο Άγιος Νεκτάριος γι᾿ αυτόν που «περιέρχεται δε εις λύμην10 και διαστροφήν και εξαπάτην των υγιαινόντων τέκνων της πίστεως»:
 «Τὸν τοιοῦτον, ἀφ᾿ οὗ τοιουτοτρόπως ἐξέστραπται καὶ ἀνιάτως οὕτως ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος, ὄχι μόνον κατὰ τὴν ἔσω καὶ πνευματικὴν συνάφειαν, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴν ἔξω καὶ βιωτικὴν κοινωνίαν, ὅσον εἶναι δυνατόν, τὸν ἀποστρεφόμεθα καὶ τοῦτο διὰ δύο αἰτίας: πρῶτον, διὰ νὰ μὴ δίδωμεν εἰς αὐτὸν εὐκολίαν μὲ τὴν ἀδιάφορον καὶ ἀπαραφύλακτον συναναστροφὴν νὰ διαστρέφῃ τᾶς ψυχὰς τῶν ἁπλούστερων, καὶ νὰ διαδίδῃ τὴν κακὴν ζύμην εἰς τὸ λοιπὸν εἰλικρινὲς φύραμα καὶ δεύτερον, διὰ νὰ τὸν κολάσωμεν τρόπον τινὰ καὶ νὰ τὸν συστείλωμεν μὲ τὴν τοιαύτην ἀποστροφήν, ἥτις ἐνδέχεται μὲν νὰ γένῃ ἐπιστροφῆς ἀφορμὴ καὶ ἀνανήψεως, γίνεται δὲ πάντως (ἂν ἐκεῖνο δὲν ἀκολουθήσῃ) μία ποινὴ πρὸς αὐτὸν τῆς ἀποστασίας δικαία καὶ πρέπουσα.
Ἔχομεν περὶ τούτου σαφῆ τὴν Δεσποτικὴν παραγγελίαν: «Εἰ ἡ χείρ σου ἢ ὁ πούς σου σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον αὐτὰ καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ» (ΜΑΤΘ:18/8). «Καὶ εἰ ὁ ὀφθαλμός σου σκανδαλίζει σε, ἐξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ» (αὐτ. 9). Ἐὰν καὶ σοῦ, καὶ πολλῶν ἄλλων μετά σου, καὶ τελευταῖον καὶ τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀδελφός σου παρακούσῃ, «ἔστω σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης» (αὐτ. 17). Ἔχομεν τὴν Ἀποστολικὴν διαταγήν:
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ» (ΤΙΤ:3/10)
Παραιτούμεθα, αλλά ουδέποτε παύομεν να προσευχόμεθα για τους αιρετικούς και να παρακαλούμεν τον Κύριον όπως μετανοήσουν, προκειμένου να ίδουν το φως το αληθινόν, το φως της αληθινής γνώσεως που αναβλύζει μέσα από τα δόγματα της Ορθοδόξου Πίστεως, να αντιληφθούν επί τέλους, την αιρετικήν πλάνην τους, και να σωθούν από το σκότος της αιωνίου κολάσεως..
β. Παραδείγματα που μας παραδίδει ο Άγιος Νεκτάριος ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστική μας ἱστορία:
1/ «Διηγείται ο θείος Ειρηναίος (βιβλ. γ´, κεφ. γ´), εξ ακοής του ιερού Πολυκάρπου, ότι υπάγοντας ο ευαγγελιστής Ιωάννης εις ένα λουτρόν εν Εφέσω μίαν ημέραν διά να λουσθή, ως ήκουσεν ότι μέσα ήτον Κήρινθος ο Αιρεσιάρχης και ελούετο, εξεπήδησεν ευθύς ο του Κυρίου μαθητής, και φεύγωμεν (έκραξε) φεύγωμεν, μήποτε συμπέση το βαλανείον επάνω μας ένδον γαρ Κήρινθος, ο της αληθείας εχθρός….».
2/ Αναγινώσκομεν εις την εκκλησιαστικήν ιστορίαν ότι οι Σαμοσατείς δεν ήθελαν πλέον να εισέρχωνται εις τα θερμά εις τα οποία είχε πλυνθή ο Αρειανός Ευνόμιος.
3/ Αναγινώσκομεν ότι τα παιδία των Σαμοσατέων, επειδή μία σφαίρα με την οποίαν έπαιζον είχε κυλισθή μεταξύ των ποδών της ημιόνου εφ᾿ ης καθήμενος ο τα Αρείου νοσών επίσκοπος Λούκιος, κατά συγκυρίαν εκείθεν τότε διέβαινεν, άναψαν ευθύς φωτίαν, και διεβίβασαν διά της φλογός την σφαίραν, μη τολμήσαντα τα παιδία να την μεταχειρισθούν, πριν διά του πυρός (ως ενόμιζον) την καθαρίσουν.»
Εδώ προκύπτουν μερικά σοβαρά ερωτήματα:
Είναι δυνατόν αυτοί που ήταν μάρτυρες αυτήκοοι του κηρύγματος του Χριστού και των Αποστόλων του, δεν μπόρεσαν να εννοήσουν το «της αγάπης κεφάλαιο» του Κυρίου; O ίδιος ο επιστήθιος μαθητής Του φοβήθηκε να μην μολυνθεί από τον αιρεσιάρχη Κήρινθο επειδή θα συνέπιπτε στον ίδιο χώρο μαζί του; Αυτός που είναι γνωστός ως μαθητής της αγάπης;
Εξηγεί ὁ Ἅγιος Νεκτάριος:
«Αὐστηρὸς ἴσως καὶ περιττὸς φανῇ εἰς τινὰ ὁ ἀποστολικὸς ζῆλος, ἁπλοϊκὴ ἡ τῶν Σαμοσατέων δεισιδαιμονία, παιδαριώδης ἡ τῶν σφαιριζόντων παιδιῶν εὐλάβεια. Ἀλλ᾿ ἐκείνη ἦτον μία ἔμπρακτος τοῦ ἀποστόλου διδασκαλία πρὸς τοὺς ἀρτίως πιστεύσαντας Ἐφεσίους, ὁποῦ τοὺς ἐδίδασκε νὰ προσέχουν καὶ νὰ φυλάττωνται πάση δυνάμει Κήρινθον τὸν ἀπατεῶνα, ὅστις ἀγῶνα καὶ ἔργον ἐπιμελὲς εἶχε τὸ νὰ τοὺς διαστρέψῃ τὴν πίστιν, καὶ νὰ τοὺς ποτίσῃ τὴν αἵρεσιν καὶ εἰς τῶν Σαμοσατέων καὶ ἀνδρῶν καὶ παίδων τὸν ἀποτροπιασμόν, εἶναι ἀξιέπαινος καὶ ἀξιομίμητος, ἂν ὄχι ἄλλο, ἡ προσοχὴ τὴν ὁποίαν καὶ εἰς τὰ παραμικρὰ ἔδειχναν κατ᾿ ἐκείνων ὁποῦ ἠγωνίζοντο νὰ τοὺς συναρπάσουν εἰς τὴν Ἀρειανικὴν ἀσέβειαν.»
Και καταλήγει: «ΛΟΙΠΟΝ Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΚΟΙΝΩΝΗΣΙΑ ΔΙΑΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΝ ΑΛΛΟΤΡΙΟΤΗΤΑ».
γ. Πνευματική Επικοινωνία με τους εκτός εκκλησίας αιρετικούς
Ως προς τις θέσεις του Αγίου, στο σημείο της πνευματικής κοινωνίας με τους εκτός εκκλησίας αιρετικούς, αναφέρονται συνοπτικώς τα εξής:
«Ἡ περὶ τοὺς τοιούτους προσοχὴ τοῦ εὐσεβοῦς εἶναι τὸ νὰ φυλάττεται πρὸ πάντων ἐπιμελῶς ἀπὸ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν, ἢ ἀπὸ τὴν κακοδοξίαν τοῦ ἐκείνων φρονήματος, μὴ τύχῃ καὶ συμπαρασυρῇ, ἔπειτα καὶ τὸ νὰ μὴν ἀνέχεται, μηδὲ νὰ ὑποφέρῃ ἀκούων παρ᾿ αὐτῶν ἐπηρεαζομένην τὴν ἰδίαν εὐσέβειαν, ἀλλὰ δυνάμενος μὲν νὰ ἀπαντᾷ καὶ νὰ ἀπολογῆται θεοφιλῶς, μὴ δυνάμενος δὲ νὰ ἐμφράττῃ, ὡς εἴρηται, τὰ ὦτα, καὶ νὰ δείχνῃ εἰς τοὺς ἐπηρεαστὰς φανερὰ τὰ σημεῖα τῆς θλίψεως καὶ ἡ μὲν προσοχὴ αὐτή. Η ΔΕ ΑΠΟΧΗ ΑΠΟ ΤΟΥΤΩΝ ΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΕΙΣ ΜΟΝΑ ΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ τὰ δ᾿ ἄλλα ἐπιεικῶς καὶ φιλανθρώπως μεταχειριζόμεθα ἐν πάσῃ ἐλευθερίᾳ τὴν ἐξωτερικὴν μετὰ τούτων συνδιατριβήν τε καὶ κοινωνίαν, φυλάττοντες πρὸς αὐτοὺς πάντα τὰ ἀνθρώπινα δίκαια καὶ καθήκοντα, ἀγαπῶντες αὐτούς, καὶ τιμῶντες καὶ φιλοφρονούμενοι ὡς μέλη τοῦ κοινοῦ πολίτευματος.
ΦΕΥΓΕ ΜΟΝΗΝ ΤΗΝ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΤΟΙΟΥΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ, ΑΝ ΚΑΙ Ο ΒΙΟΣ Ο ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΣΕ ΥΠΟΧΡΕΩΝΕΙ ΝΑ ΔΙΑΣΩΖΗΣ ΤΗΝ ΚΟΣΜΙΚΗΝ ΟΙΚΕΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΕΙΑΝ.»
Σαφέστατος ο διαχωρισμός. Και ο άγιος γράφει πολλά και σπουδαία επ᾿ αυτού στις σελίδες 42 με 47 του έργου του που προαναφέραμε. Σημειώνουμε μόνο μία φράση του:
«Εἶναι ψευδὲς ἐκεῖνο ὅπου ἐπιφέρουσιν, ὅτι αἱ ὁδοὶ τῆς εὐσεβείας εἶναι πολλαί... ὁδὸς μία καὶ αὐτὴ στενὴ καὶ ὄχι πλατεῖα... εἷς καὶ μόνος Θεὸς καὶ Κύριος».
Αυτά για τους Οικουμενιστές-Αγαπολόγους.
Τι γίνεται όμως με την συμπεριφορά και επικοινωνία των «ζηλωτών» ου κατ’επίγνωση, προς τους αιρετικούς-αγαπολόγους;
Ο άγιος Νεκτάριος, στο βιβλίο του «Ποιμαντική» λέει πως: «Ὁ ἐπίσκοπος ὀφείλει νὰ ἐμμένῃ ἀείποτε (= ὑπὸ τὶς ὁποιεσδήποτε συνθῆκες) ἐν ταὶς ἠθικαῖς τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου ἀρχαῖς»· καὶ σημειώνει ἐμφαντικά: Τὶς ἠθικὲς αὐτὲς ἀρχὲς τοῦ Εὐαγγελίου δὲν ἔχει κανένας δικαίωμα νὰ τὶς παραβαίνει οὔτε «δῆθεν λόγω δογματικῶν διαφορῶν».
Λέει ο άγιος: «Αἱ δογματικαὶ διαφοραὶ ὡς ἀναγόμεναι πρὸς μόνον τὸ κεφάλαιον τῆς πίστεως ἀφίενται ἐλεύθερον καὶ ἀπρόσβλητον τὸ τῆς ἀγάπης κεφάλαιον· τὸ δόγμα δὲν καταπολεμεῖ τὴν ἀγάπην».
Δηλαδή η διαφορά δόγματος δεν αίρει, δεν καταργεί, το χρέος της αγάπης. Αντίθετα: Η αγάπη είναι τόσο πλατειά ώστε συγκαταβαίνει «και χαρίζεται» στο μη δόγμα. «Πάντα στέγει, πάντα υπομένει».
Δεν επιτρέπεται το δόγμα ούτε να καθιστά την αγάπη ανενεργή, ούτε να την αλλοιώνει· ούτε πολύ, ούτε στο ελάχιστο. «Δι᾿ ο ουδ᾿ η των ετεροδόξων χωλαίνουσα πίστις δύναται ν᾿ αλλοιώση το προς αυτούς της αγάπης συναίσθημα», το χρέος της αγάπης.
Αν όμως, οι ετερόδοξοι εμμένουν στην ταυτότητα της «Εκκλησίας» τους, και συνεπώς, φαίνεται ολοκάθαρα από την αρχή, ότι «πας πόνος μάταιος», τι λόγο υπάρξεως έχουν οι διάλογοι και οι επικοινωνίες με τους ετεροδόξους, αιρετικούς και σχισματικούς; Τι μας λέγει επ’αυτού ο Άγιος Νεκτάριος;
Ο άγιος Νεκτάριος λέει: «Ἔστι λίαν πιθανὸν νὰ ἑλκύση πρὸς ἑαυτὸν (ὁ ἐπίσκοπος ὁ διαχειριζόμενος τὸν διάλογον) καὶ τὴν ἐξ ἐσφαλμένης περιωπῆς κρίνουσαν δογματικόν τι ζήτημα ἑτερόδοξον ἐκκλησίαν».
Δηλαδή ο άγιος Νεκτάριος λέει: Όσο και αν φαίνεται «αδύνατον» και «πόνος μάταιος», «έστι λίαν πιθανόν». Έτσι δεν ξεκινάει κάθε ιεραποστολική δραστηριότητα εσωτερικής και εξωτερικής ιεραποστολής; Υπάρχει ποτέ βεβαιότητα για το αποτέλεσμα;
Ὁ διάλογος έχει, πρέπει να έχει ΜΟΝΟ ένα σκοπό. Να βοηθήσει την ετερόδοξη, αιρετική ή σχισματική «εκκλησία», να καταλάβει το λάθος της. Γιατί μόνο τότε μπορεί, υπάρχει πιθανότητα, να επανέλθει στην Ορθοδοξία και στην σωτηρία (αφού η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Μία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία), όχι ένα άτομο μόνο, αλλά ένα σύνολο, μια ολόκληρη «Εκκλησία».
Ο στόχος του αγίου Νεκταρίου είναι καθαρά ποιμαντικός. Αφορά στην σωτηρία. Ο επίσκοπος, η Εκκλησία, εργάζεται μόνο για την σωτηρία των ανθρώπων. Όχι για τα όποια ανθρώπινα, πονηρά η όχι, σχέδια.

Συνεχίζεται






1 Περί αγάπης και αληθείας προς τους αιρετικούς, www.impantokratoros. gr/565B5158.el.aspx----https://egolpio.wordpress.com/.../περι-αγαπησ-και-αληθειασ-προσ-τουσ-...18 Φεβ 2016 - ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, www.impantokratoros.gr/ 565B5158.el.aspx--ΟΟΔΕ,7 Απρ. 2008. --- Προέλευση: http://www. oodegr. com/oode /oikoymen/ nektar1. htm. Ανθολόγηση κειμένων: Θωμάς Δρίτσας.

2 Τι είναι η Αίρεση και το Σχίσμα και ποιές είναι οι διαφορές! Αρχιμανδρίτου π. Ιωαννικίου Κοτσώνη, πηγή:http://www.egolpio.com

3 ΨΑΛΜ:67/17. Ερμηνεία του σχετικού χωρίου όπως στο βιβλίον: Η Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, Παν. Τρεμπέλα, τόμος Ι΄,σ. 274, εκδ. «Ο Σωτήρ», 1993.
4 ΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΖΙΓΑΒΗΝΟΣ - ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ερμηνεία εις τους ΡΝ΄ Ψαλμούς του προφητάνακτος Δαυΐδ, τ. Β΄, έκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1966, σ. 180.
5 Γ.ΦΛΟΡΟΦΣΚΥ, Το σώμα του ζώντος Χριστού. Τα όρια της Εκκλησίας, σ. 130.
6 Χρίστος Κρικώνης, Το μυστήριον της Εκκλησίας, πατερικαί απόψεις, 1992, Κυρομάνος.
7 ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΠΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗΝ Β΄ ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ. Εν Πειραιεί 15-12-2013, πρωτοπρεσβ. π. Άγγελος Αγγελακόπουλος εφημ. Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Νέας Καλλιπόλεως Πειραιώς
8 ΠΡΕΣΒ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Η συμπροσευχή με αιρετικούς. Προσεγγίζοντας την κανονική πράξη της Εκκλησίας, ἐκδ. Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2009, σσ. 40-42.
9 Ο Γεώργιος Σχολάριος εις το κατά Σιμωνίας έργον του,  λέγει ότι αιρετικός είναι, κάθε ένας οπού ή κατ’ευθείαν ή πλαγίως πλανάται περί τι των άρθρων της Πίστεως…Και ο Φώτιος γράφων προς τον Ρώμης Νικόλαον «..και γαρ εστιν όντως τα κοινά πάσιν άπαντα φυλάττειν επάναγκες, και προ γε των άλλων τα περί πίστεως. Ένθα και το παρεκλίναι μικρόν, αμαρτείν εστίν αμαρτίαν την προς θάνατον…».
Διαφέρουσι δε οι αιρετικοί από τους απίστους, καθ’ότι, οι μεν αιρετικοί δεν φρονούσι ορθώς τα των χριστιανών, οι δε άπιστοι τελείως δεν δέχονται την ένσαρκον του Θεού Λόγου Οικονομίαν.
10 Λύμη=βλάβη, φθορά, ατίμωσις, ρύπος, ακαθαρσία Λεξ. Δορμπαράκη, σ. 495.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου