Η ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ-ΑΠΑΤΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ/ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΑΓΑΠΗ
«Ἀγάπη πού
δέν ἔχει στοιχεῖα σωτηρίας
εἶναι πλάνη
τοῦ διαβόλου»
Γέρων Ἐφραίμ ἐν Ἀριζόνᾳ
ΜΕΡΟΣ 15ο
Ι. ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ (Συνέχεια 14ου μέρους)1
6. Σχόλιο του οσίου Γέροντος Ιουστίνου
Πόποβιτς επί των λόγων του Αγίου Μαξίμου (Συνέχεια 14ου μέρος)
α. Τα προαναφερθέντα κείμενα του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού
χρησιμοποιήθηκαν από τον άγιον Γέροντα Ιουστίνον Πόποβιτς (†1979), σε
γενικώτερη πραγματεία του θέματος «Ανθρωπιστικός οικουμενισμός». Σε αυτήν ο Γέρων
Ιουστίνος επισημαίνει ότι:
(1) Ο «διάλογος της
αγάπης» των οικουμενιστών κυριαρχείται από γυμνό συναισθηματισμό,
(2) Η ουσία της αγάπης
είναι η αλήθεια και αυτή είναι το πρόσωπο του Χριστού,
(3) «Διάλογος της
αγάπης» άνευ του διαλόγου της αληθείας, είναι αφύσικος και ψευδής,
(4) Ο χωρισμός της
αγάπης από την αλήθεια είναι σημείο ελλείψεως πίστεως, πνευματικής θεανθρωπίνης
ισορροπίας και ορθοφροσύνης,
(5) Ο γυμνός
ηθικιστικός μινιμαλισμός του Οικουμενισμού (δηλ. ο περιορισμός της Πίστεως μόνο
σε κάποιο «ήθος») και ο ανθρωπιστικός ειρηνισμός του (δηλ. η μικράς
προοπτικής επιδίωξη της ειρήνης με τα μέσα του ανθρωπισμού και όχι του
Θεανθρωπισμού), και
(6) Το μέτρο της
αγάπης των αγίων Πατέρων προς τους ανθρώπους έχει ολοτελώς θεανθρώπινο και όχι
ανθρώπινο χαρακτήρα. Φανερώνουν κρίση μεν της πίστεως του
Οικουμενισμού στην αλήθεια, αναισθησία δε ως προς την συνέχειά της·
β. Αποσπάσματα από
το κείμενο του γέροντος Ιουστίνου Πόποβιτς:2
«Ο σύγχρονος
"διάλογος της αγάπης", ο οποίος τελείται υπό την μορφήν γυμνού
συναισθηματισμού, είναι εις την πραγματικότητα ολιγόπιστος άρνησις του
σωτηριώδους αγιασμού του Πνεύματος και της πίστεως της Αληθείας (Β΄ ΘΕΣΣ:2/13),
δηλαδή της μοναδικής σωτηριώδους " αγάπης της αληθείας" . Η ουσία της
αγάπης είναι η αλήθεια· η αγάπη ζη και υπάρχει αληθεύουσα. Η αλήθεια
είναι η καρδία εκάστης θεανθρωπίνης αρετής, επομένως και της αγάπης. Και εκάστη
εξ αυτών κηρύττει και ευαγγελίζεται τον Θεάνθρωπον Κύριον Ιησούν ως τον μόνον ο
οποίος είναι η σάρκωσις και η εικών της Θείας Αληθείας, δηλαδή της Παναληθείας[...]
Η αλήθεια όμως είναι
Πρόσωπον και μάλιστα το Πρόσωπον του Θεανθρώπου Χριστού, του δευτέρου Προσώπου
της Αγίας Τριάδος, και ως εκ τούτου είναι αθάνατος και μη πεπερασμένη, αιωνία
[...] Εν Χριστώ οι άνθρωποι ζώμεν "αληθεύοντες εν αγάπη", διότι μόνον ούτω
δυνάμεθα να "αυξήσωμεν εις Αυτόν τα πάντα, ος εστίν η κεφαλή, ο
Χριστός" (ΕΦΕΣ:4/15). Τούτο πραγματοποιείται πάντοτε "συν πάσι τοις
αγίοις" (ΕΦΕΣ:3/18), πάντοτε εν τη Εκκλησία και δια της Εκκλησίας...».
«Ας μην απατώμεθα.
Υπάρχει και ο "διάλογος
του ψεύδους", όταν οι διαλεγόμενοι συνειδητώς ή ασυνειδήτως
ψεύδονται ο είς εις τον άλλον. Τοιούτος διάλογος είναι οικείος εις τον "πατέρα του ψεύδους",
τον Διάβολον, "ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού" (ΙΩΑΝ:8/44).
Οικείος είναι και εις όλους τους εκουσίους ή ακουσίους συνεργάτας του, όταν
αυτοί θελήσουν να πραγματοποιήσουν το καλόν τους δια του κακού, να
φθάσουν εις την «αλήθειάν» τους με την βοήθειαν του ψεύδους. Δεν υπάρχει "διάλογος της αγάπης"
άνευ του διαλόγου της αληθείας. Άλλως τοιούτος διάλογος είναι αφύσικος και
ψευδής. Όθεν και η εντολή του Αποστόλου ζητεί να είναι "η αγάπη
ανυπόκριτος" (ΡΩΜ:12/9)».
«Ο αιρετικο-ουμανιστικός
χωρισμός και η διαίρεσις της αγάπης και της αληθείας είναι σημείον ελλείψεως
της Θεανθρωπίνης πίστεως και της απολεσθείσης πνευματικής ισορροπίας και
ορθροφροσύνης. Εν πάση περιπτώσει τούτο δεν ήτο ποτέ ούτε είναι η
οδός των Πατέρων. Οι Ορθόδοξοι μόνον
ερριζωμένοι και τεθεμελιωμένοι «συν πάσι τοις αγίοις» εν τη αληθεία και τη
αγάπη έχουν και αναγγέλλουν, από της εποχής των Αποστόλων έως σήμερον, αυτήν
την θεανθρωπίνην σωτηριώδη αγάπην προς τον κόσμον και προς όλα τα κτίσματα του
Θεού.
Ο γυμνός ηθικιστικός
μινιμαλισμός και ο ανθρωπιστικός ειρηνισμός του συγχρόνου Οικουμενισμού
πράττουν μόνον ενα πράγμα: Φέρουν εις φως τας φυματικάς ουμανιστικάς ρίζας των,
δηλαδή την αρρωστημένην φιλοσοφίαν των και την κατ΄ άνθρωπον, «κατά την
παράδοσιν των ανθρώπων» (ΚΟΛΑΣΣ:2/8), ανίσχυρον ηθικήν των. Φανερώνουν επί
πλέον την κρίσιν της ανθρωπιστικής πίστεώς των εις την αλήθειαν και την
δοκητιστικήν αναισθησίαν των δια την ιστορίαν της Εκκλησίας, δηλαδή δια την
αποστολικήν και καθολικήν συνέχειάν της, εν τη αληθεία και τη χάριτι.
Ο δε αποστολικός αγιοπατερικός
θεονούς και η ορθροφροσύνη ευγγελίζονται δια του στόματος του Αγίου Μαξίμου του
Ομολογητού την εξής αλήθειαν της πίστεως: "Η γαρ πίστις βάσις εστί των μετ’ αυτήν,
ελπίδος λέγω και αγάπης, βεβαίως το αληθές υφεστώσα"».
7. Η παρασιώπηση της αληθείας είναι
έλλειψη αγάπης προς τους πλανωμένους αιρετικούς3
α. Το πνεύμα της Αγίας Γραφής και των ιερών
κανόνων για το θέμα της επικοινωνίας με τους αιρετικούς4
«Ει τις έρχεται προς υμάς και ταύτην την διδαχήν ου φέρει,
μη λαμβάνετε αυτόν εις οικίαν και χαίρειν αυτώ μη λέγετε· ο γαρ λέγων αυτώ
χαίρειν κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς»(Β΄ ΙΩΑΝΝ/10-11).
-«Η στάση αυτή (ΣΣ:
Όπως προκύπτει από το παραπάνω χωρίον) είναι επιβεβλημένη, επειδή στον
χριστιανισμό η χαρά, η αληθινή χαρά, συνδέεται με την αλήθεια, είναι απόρροια
της αληθείας. Ότι η χαρά έχει μεγάλη σχέση προς την αλήθεια, προς τον
Λόγο του Θεού, φαίνεται και από τα εξής λόγια του Κυρίου: "Ταύτα λελάληκα
υμίν, ίνα η χαρά η εμή εν υμίν η και η χαρά υμών πληρωθή" (ΙΩΑΝΝ:15/10-11).
Και "ταύτα λαλώ εν τω κόσμω, ίνα έχωσι την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν
εαυτοίς" (ΙΩΑΝΝ:17,13).
Άρα εκείνος που έχει
την αλήθεια, έχει και την πραγματική χαρά και αγαλλίαση. Με άλλα λόγια, αφού οι
αιρετικοί ΔΕΝ έχουν την αλήθειαν, δεν τους αξίζει ο χαιρε-τισμός, τυχόν δεν προσφώνησις με το «χαίρε» θα σημαίνει
υποκρισία ή ανοησία….
-Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός
γράφει σχετικώς και λίαν χαρακτηριστικώς τα εξής: «Tίνι γαρ εορτή και πανήγυρις; Τίνι θυμηδία και αγαλλίασις; αλλ' ή
τοις ψυχή και εννοία και στόματι καθομολογούσι Θεότητα εν τρισίν αδιαιρέτως
γνωριζομένην ταις Υποστάσεσι ... Ημίν ευφροσύνη και χαρά πάσα εόρτιος. Ημίν ο Χριστός τας εορτάς εκτετέλεκεν· ου γαρ έστι χαίρειν τοις ασεβέσι»5,
όπως γράφει και ο προφήτης Ησαΐας (ΗΣ:48/22 και 57/21)».
-«Εκείνος ο οποίος δεν έχει την αλήθεια, δεν
έχει την χαρά, δεν έχει την δυνατότητα να έχει την πραγματική χαρά, την εόρτιο
χαρά. Γι' αυτό και ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέει «να μη λέτε σ' αυτόν να χαίρει»,
γιατί, αν λέει ο ορθόδοξος σ' αυτόν,
στον αιρετικό, να χαίρει, η ευχή αυτή θα είναι τουλάχιστον ένας κενός
(κούφιος) λόγος, εφ' όσον είναι απραγματοποίητη. Και όχι μόνον αυτό, αλλά θα
ήταν και μια απάτη. Γιατί, εφ' όσον γνωρίζω το απραγματοποίητο της ευχής,
εμφανίζομαι σαν να θέλω και να επιχειρώ να «αποκοιμίσω» τον αιρετικό στην πλάνη
του, να τον εξαπατήσω, να τον παραπλανήσω. Πράττω
δηλ. κι’ εγώ ό,τι πράττει αυτός σε άλλους. Όπως δηλ. οι αιρετικοί
"υποδύονται το χριστιανικόν προσωπείον προς το ούτως απατάν τους
αφελεστέρους"6, έτσι και ο
ορθόδοξος».
- «Εάν πάλι λέμε στον αιρετικό ειλικρινώς και όχι
υποκριτικώς "να χαίρει", τούτο σημαίνει ότι και ο ορθόδοξος
χριστιανός αναγνωρίζει ότι και στην πίστη του ετεροδόξου βρίσκεται η χαρά, άρα
και η αλήθεια. Ή και το χειρότερο, μόνο και κυρίως στην πίστη του ετεροδόξου
βρίσκεται η χαρά και η αλήθεια, και όχι στην δική του. Γιατί μία από τις δύο δοξασίες, εφ' όσον διαφέρουν,
έχει την πραγματική αλήθεια και χαρά. Δεν μπορεί και οι δύο. Κατ' αυτόν τον
τρόπο όμως εμφανίζεται ότι παραδέχεται και ασπάζεται τις πεποιθήσεις του
ετεροδόξου. Επί πλέον συντελεί στο να ενισχύεται ο ετερόδοξος στην πίστη του,
να νομίζει ότι είναι ορθή, να εμμένει σ΄ αυτή και ακόμη να την διαδίδει και
στους άλλους».
«Μετά απ' όλα αυτά, φαίνεται καθαρά ότι με το να λέει ο ορθόδοξος "χαίρε" στον ετερόδοξο ή στον εθνικό, ακολουθεί,
συμμετέχει και συμφωνεί («κοινωνεί») και στις πλανημένες πεποιθήσεις του
και στις παραπλανητικές του πράξεις, τ. έ. στα πονηρά του έργα».7
β.
Η άποψη ενός πρώην παπικού μοναχού, περί
αγάπης και αληθείας.
Ο Αρχιμανδρίτης π.
Πλακίδας Ντεσέϊγ (Placide Deseille), παλαιότερα Ηγούμενος Αδελφότητος Παπικών
Μοναχών, ο οποίος μετέπειτα, προ ολίγων δεκαετιών, επέστρεψε από τον Παπισμό
στην Ορθοδοξία μαζί με Μοναχούς του και, αφού βαπτίσθηκε μαζί με αυτούς
Ορθόδοξος στην Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους, σχημάτισε αρκετές μοναστικές
Κοινότητες στην Νότιο Γαλλία, γράφει χαρακτηριστικώς:
«Εγκαλούμε συχνά τους
μοναχούς του Αγίου Όρους για την αντίθεσή τους στον Οικουμενισμό και τους
κατηγορούμε ευχαρίστως πως θυσιάζουν την αγάπη χάρη της αληθείας. Από το πρώτο
ταξίδι μας - ενώ ήμασταν ακόμη ρωμαιοκαθολικοί, και η σκέψη να γίνουμε
ορθόδοξοι μας ήταν εντελώς ξένη - υπήρξε για μας πολύ εύκολο να εκτιμήσουμε
πόσο ξέρουν οι μοναχοί του Όρους να συνδυάζουν μια αγάπη πολύ λεπτή και πολύ
περιποιητική προς τα πρόσωπα, όποιες κι αν είναι οι πεποιθήσεις τους κι
οπουδήποτε κι αν ομολογιακά ανήκουν, με την ανυποχώρητη στάση σε δογματικά
ζητήματα. Εξάλλου, γι' αυτούς ο πλήρης
σεβασμός της αλήθειας είναι ένα από τα πρώτα καθήκοντα, που τους επιβάλλει η
αγάπη προς τον άλλο».8
γ. Η άποψη ενός
Αγίου για το αν πρέπει να απευθύνομεν το «χαίρε» στους αιρετικούς
Ο άγιος Οικουμένιος (επίσκοπος Τρίκκης)9 αναφερόμενος στο θέμα
των σχέσεων αγάπης μεταξύ χριστιανών και αιρετικών, και συγκεκριμένα εάν θα πρέπει
να τους προσφωνούμε με την λέξη «χαίρε», γράφει: «Τίνι γαρ χαίρειν ευξώμεθα, αλλ΄ η τοις
ομοτρόποις και ομοπίστοις; ώστε, ει τοις ασεβέσι προσενεχθείη παρ' ημών η
τοιαύτη πρόσρησις, πάντως ως ομοτρόποις και πιστοίς προσηνέχθη» (Ερμηνεία εις
την Β΄ Επιστολήν Ιωάννου, PG 119, 696) Με άλλα λόγια:
«Σε
ποιόν θα ευχηθούμε να χαίρει, παρά σε όσους έχουν τον ίδιο βίο και την ίδια
πίστη με [μας]; Συνεπώς, αν προσφερθεί από μας στους ασεβείς, η προσφώνηση
αυτού του είδους, οπωσδήποτε προσφέρθηκε σαν σε ομότροπους και πιστούς».
Συνεχίζεται
1 Περί
αγάπης και αληθείας προς τους αιρετικούς, www.impantokratoros. gr/565B5158.el.aspx
-https://egolpio.wordpress.com/.../περι-αγαπησ-και-αληθειασ-προσ-τουσ-...18 Φεβ 2016
-ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ, www.impantokratoros. gr/565B5158.el.aspx--ΟΟΔΕ,7 Απρ. 2008.
-Προέλευση: http://www. oodegr. com/oode/oikoymen/
nektar1. htm.
Ανθολόγηση κειμένων: Θωμάς
Δρίτσας.
2 Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Η Ορθόδοξος Εκκλησία
και ο Οικουμενισμός, μτφρ. Ιερομονάχων Αμφιλοχίου Ράντοβιτς και Αθανασίου
Γιέβτιτς, εκδ. Ιεράς Μονής Αρχαγγέλων Τσέλιε, Βάλιεβο-Σερβία, σελ. 226-228.
3 Περί
αγάπης και αληθείας προς τους αιρετικούς, www.impantokratoros.gr/ 565B5158.el.aspx
4 Συμπεράσματα, σύμφωνα με τον ερμηνευτικόν
σχολιασμόν του σχετικού αποστολικού παραγγέλματος της Καθολικής Επιστολής Β'
Ιωάννου, από τον Κανονολόγον, Καθηγητήν
της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Παναγιώτη Μπούμη.
5 Ιω. Δαμασκηνού, Λόγος εις την Μεταμόρφωσιν, PG
96, 545. [μεταγλώττιση δική μας: «Σε ποιόν είναι εορτή και πανήγυρη; Σε ποιόν
είναι θυμηδία και αγαλλίαση, παρά μόνο σε εκείνους που με την ψυχή και την
έννοια και το στόμα ομολογούν την Θεότητα που γνωρίζεται [ότι υπάρχει]
αδιαιρέτως σε τρεις Υποστάσεις;».
6 Ιω. Χρυσοστόμου, Ομιλία η΄ εις την προς
Εβραίους, PG 63, 73. [μεταγλώττιση δική μας: «υποδύονται το χριστιανικό
προσωπείο με σκοπό να εξαπατούν έτσι όσους είναι πιο αφελείς».
7 Παναγιώτου
Ι. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 20023, σελ. 237ε.
8 Π. Deseille, Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία,
μτφρ. Σ. Κουτσας, εκδ, Ακρίτας, Αθήνα 19932, σ. 52. Η παραπομπή εμμέσως, παρά
τω Πρεσβυτέρου Αναστασίου Γκοτσόπουλου, Η συμπροσευχή με αιρετικούς, εκδ.
«Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2009, σελ. 179.
9 Η μνήμη του τιμάται στις 3 Μαΐου. Όπως
διαβάζουμε, «ο Άγιος Οικουμένιος έζησε
περί τα τέλη του 10ου αιώνος μ.Χ. και ήταν Επίσκοπος Τρίκκης. Διακρίθηκε για
την αγιότητα του βίου του, τη φιλανθρωπία του, και συνέγραψε υπομνήματα στις
Πράξεις, στις Επιστολές του Αποστόλου Παύλου και τις Καθολικές Επιστολές.
Εκοιμήθηκε με ειρήνη και ενταφιάσθηκε στο ναό των Αρχαγγέλων στα Τρίκαλα»
(Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας (επιμ. Αγαθαγγέλου επισκ. Φαναρίου), τόμ.
5ος - Μάϊος, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2006, σελ. 59). Πάντως, το πρόβλημα του
βίου και του χρόνου δράσεως τού Αγίου Οικουμενίου, απασχόλησε τους ερευνητές
και διατυπώθηκαν πολλές και αλληλοσυγκρουόμενες γνώμες. Βλ. και Μουτσούλας
Ηλίας, «Οικουμένιος»,
Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 9, εκδ. Μαρτίνος Αθ., Αθήνα
1966, στ. 876-878. Επίσης, βλ. σχετική μελέτη του καθ. Χρίστου Κρικώνη, «Υπήρξε Οικουμένιος Επίσκοπος, άγιος και
πολιούχος Τρίκκης; Και πότε;», ΕΕΘΣΘ, τμήμα Ποιμαντικής, τόμ. 2,
Θεσσαλονίκη 1992, σελ. 49-69.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου