Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (1453-1821)1


ΜΕΡΟΣ 19ο
Η. ΟΜΟΛΟΓΙΕΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ, ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ-ΕΡΕΥΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΞΕΝΩΝ (για την προσφορά της εκκλησίας στην Ελληνική επανάσταση του 1821)2
1. Αγωνιστές και Ιστορικοί της Επαναστάσεως
Στρατηγός   Μακρυγιάννης
«...καὶ βρίζουν, οἱ πουλημένοι εἰς τοὺς ξένους, καὶ τοὺς παπάδες μας, ὁποῦ τοὺς ζυγίζουν ἄναντρους καὶ ἀπόλεμους. ᾽Εμεῖς τοὺς παπάδες τοὺς εἴχαμε μαζὶ εἰς κάθε μετερίζι, εἰς κάθε πόνον καὶ δυστυχίαν. Ὄχι μόνον διὰ νὰ βλογᾶνε τὰ ὅπλα τὰ ἱερά, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι, πολεμώντας ὡσὰν λεοντάρια. Ντροπὴ Ελληνες!». 
Στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
«Σὰν μία βροχὴ ἦρθε σὲ ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας καὶ ὅλοι, καὶ οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ γραμματισμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, ὅλοι συμφωνήσαμε στὸν ἴδιο σκοπὸ καὶ κάναμε τὴν ἐπανάσταση... Ἡ ἐπανάστασις ἡ ἐδική μας δὲν ὁμοιάζει μὲ καμμίαν ἀπὸ ὅσας γίνονται τὴν σήμερον εἰς τὴν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών τους εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος· ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦτο πλέον δίκαιος, Ἦτον ἔθνος μὲ ἄλλον ἔθνος…».
Ο Κολοκοτρώνης κατεσκεύασε δυο σημαίας με τον Σταυρόν ως μόνον έμβλημα, και εξεκίνησεν ταχύτατα με την μικράν εκείνην δύναμιν δια τόσον μεγάλην επιχείρησιν. Ήτο συγκινημένος. «Κινώντας εγώ, γράφει στα απομνημονεύματά του, είχαν μίαν προθυμίαν οι Έλληνες, όπου όλοι με τας εικόνας, έκαναν δέησι και ευχαριστήσεις. Μου ήρχετο τότε να κλαύσω…. από την προθυμίαν που έβλεπα. Ιερείς έκαναν δέησι. Εις τον ποταμόν της Καλαμάτας ανασπαστήκαμε και εκινήσαμε» (Διαχρονικά τα λόγια του Γέρου του Μοριά).
«Πλησίον εις τον ιερέα -έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης- ήτον ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης καί τζομπάνης, ναύτης καί γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι».3
17 Μαρτίου 1821. Ασημάκης Ζαΐμης (εν Αγία Λαύρα) … Δεν μένει άλλο, παρά η άμεση κήρυξις της Επαναστάσεως. Ας αναπαυθώμεν απόψε, και αύριον εις την Εκκλησίαν αφού μεταλάβωμεν των Αχράντων Μυστηρίων, ας προσευχηθώμεν όλοι εις την Αγίαν Παναγίαν, και εις τον Άγιον Αλέξιον, να μας βοηθήσουν εις τον άνισον αγώνα, εις τον οποίον αποδυόμεθα». 23 Μαρτίου 1821…(Από τα «Απομνημονεύματα του Θρυλικού «Γέρου του Μοριά» Θεόδωρου Κολοκοτρώνη).
Φώτιος Χρυσανθόπουλος ή Φωτάκος
Κατά τον Φωτάκο, πρώτο υπασπιστή και γραμματικό του Κολοκοτρώνη, και μια από τις πρωτογενείς πηγές του αγώνα, «πρώτος ο κλήρος εφάνη εις τον αγώνα με τον σταυρόν και με την σπάθην εις τας χείρας δια να σώση το πλανημένον ποίμνιον και οδηγήση αυτό εις την ελευθερίαν του φυσικώς, πολιτικώς και θρησκευτικώς· αυτός εφύλαξε τα γράμματα και την γλώσσαν. [...] Τις δε δύναται να κατηγορήση τοιούτον θεόπεμπτον κλήρον; Και όμως μετά την αλλαγήν της Τουρκικής δυναστείας ο,τι θέλει κανείς λέγει και γράφει [...] και [...] είπαν πολλά εναντίον του».
Και συνεχίζει: «Ούτως δε ενεργείτο η Ελληνική επανάστασις από όλας τας τάξεις των κληρικών, των αρχιερέων δηλαδή, των ιερέων και των μοναχών των μοναζόντων εις τα ιερά καταγώγια [δηλ. καταλύματα], τα οποία έγιναν κοινά δια την ελευθερίαν την εθνικήν.»
Σε άλλο πάλι σημείο των απομνημονευμάτων του (ΣΣπ: Ως να διαισθάνθηκε ότι θα εγερθούν άνδρες, που θα ισχυρισθούν ότι οι αρχιερείς δια της βίας σύρθηκαν στον αγώνα) τονίζει εμφαντικά και απερίφραστα: Οι αρχιερείς της και άπας ο λοιπός κλήρος...αυθόρμητος εκινήθη. . .και πρώτος έλαβε τα όπλα….. ήσαν ικανοί μόνοι των να επαναστατήσουν ένα κόσμον ολόκληρον», ενώ τα καντήλια, αργυρά σκεύη και αφιερώματα δόθηκαν «εις πληρωμήν του ελληνικού στόλου».
Αναγνωρίζοντας δε την αμέριστη συμμετοχή και συνδρομή των κληρικών στους αγώνες του 1821 αναφωνεί:
«Ευτυχισμένη ήταν η ημέρα της επαναστάσεως της ελληνικής φυλής, διότι και τότε και προ χρόνων ακόμη το έθνος είχε και τον θεόπεμπτον και σεβάσμιον κλήρον ως οδηγόν του... Ο Κλήρος παρουσιάσθη εμπρός με τον σταυρόν και με το όπλον εις τας χείρας, έβαλε την φωνήν εκ μέρους της θρησκείας και έδωκε το σύνθημα πατρίς και θρησκεία.. Εσυμβούλευσε, ευλόγησε, αγίασε τα όπλα, ύψωσε την σημαίαν του σταυρού… Έκαστος δε κληρικός επήρε πλέον ως έργον του πολέμου να παρευρίσκεται παντού εις τα στρατόπεδα και εις τα φροντιστήρια δια να ετοιμάζη τα πολεμοφόδια και τας τροφάς, όχι μόνον δι ιδίων εξόδων και θυσιών αλλά και με τα ιδία του τα χέρια, άλλοι δε εξ αυτών να πολεμούν τον εχθρόν της πίστεως και της πατρίδος, μαζί με τους στρατιώτας και άλλοι πάλιν να στέκωνται έμπροσθεν του Υψίστου και να επικαλούνται την εξ ύψους βοήθειαν. . .».
Σε άλλο έργο του Φωτάκου, διαβάζουμε: 
«Ευτυχισμένη ήτον η ημέρα της επαναστάσεως [...], διότι και τότε, και προ χρόνων ακόμη το Έθνος είχε και τον θεόπεμπτον και σεβάσμιον κλήρον ως οδηγόν του. Οι λειτουργοί ούτοι του αληθινού Θεού του Υψίστου φρόντισαν και ητοίμασαν το Έθνος των δια να επαναστατήση, ν  ἀλλάξῃ τον δεσπότην της δουλείας του, τον κατακτητήν των εθνικών του δικαιωμάτων [...], ότι άνευ τούτων δεν είναι πλέον δυνατόν να υπάρξωμεν. Εσυμβούλευσε τους αληθείς Χριστιανούς, τους ευλόγησεν, αγίασε τα όπλα των δημοσίως, και ύψωσε την σημαίαν του σταυρού και του Έθνους. Έκαστος δε κληρικός επήρε πλέον ως έργον του πολέμου να παρευρίσκεται παντού εις τα στρατόπεδα και εις τα φροντιστήρια δια να ετοιμάζη τα πολεμοφόδια, και τας τροφάς, όχι μόνον δι  ἰδίων εξόδων και θυσιών, αλλά και με τα ίδια του χέρια, άλλοι δε εξ αυτών να πολεμούν τον εχθρόν της πίστεως και της πατρίδος μαζύ με τους στρατιώτας, και άλλοι πάλιν να στέκωνται έμπροσθεν του Υψίστου και να επικαλούνται την εξ ύψους βοήθειαν δια να ενισχύση τον στρατόν του.».4
Αδαμάντιος Κοραής
Στο ίδιο πνεύμα, ακόμη και ο αντικληρικαλιστής Κοραής (Σάλπισμα Πολεμιστήριον, 1801), καλεί τους Έλληνες να πολεμήσουν «τους απανθρώπους και σκληρούς Τούρκους· όχι όμως ως Τούρκοι, όχι ως φονείς, αλλ' ως γενναίοι της ελευθερίας στρατιώται, ως υπερασπισταί της ιεράς ημών θρησκείας και της πατρίδος. [...] Σπλαγχνίσθητε τον ήσυχον Τούρκον, όστις ζητεί την σωτηρίαν του με την φυγήν, η ευαρεστείται να μείνη εις την Ελλάδα, υποτασσόμενος εις νόμους δικαίους, και γευόμενος και αυτός τους καρπούς της ελευθερίας [...]. Ας ήναι η εκδίκησις ημών φοβερά, αλλ' ας γένη με δικαιοσύνην. Ας δείξωμεν εις το άγριον των Μουσουλμάνων γένος, ότι μόνη της ελευθερίας η επιθυμία, και όχι η δίψα του φόνου και της αρπαγής, μας εξώπλισε τας χείρας».
Τώρα, εάν ο προτεσταντίζων Κοραής, έλεγε την αλήθειαν ή υπεκρίνετο για ευνόητους λόγους, όταν υπερασπιζόταν την «ιεράν ημών θρησκείαν» (Ορθοδοξία), το γνωρίζουν καλύτερα οι προτεστάντες διδάσκαλοί του στην Ευαγγελική σχολή Σμύρνης, η Λουθηριανή φίλη του στο Άμστερνταμ και οι τέκτονες φίλοι του στην Ευρώπη!!!
Eμμανουήλ Ξάνθος, Φιλικός 
«Τὴν ἐπανάστασιν ἐκίνησαν καὶ ἐνεψύχωσαν οἱ κληρικοί... ἄνευ τῶν ὁποίων ὁ λαὸς δὲν ἤθελε κινηθῆ...».
Αρχιστράτηγος Αλέξ. Υψηλάντης
Εις την προκήρυξιν του της 24ης Φεβρουαρίου 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης προβάλλει ως σύμβολον των όπλων του Αγώνος τον Τίμιον Σταυρόν, και συνδέει την ελευθερίαν προς την θυσίαν.
«Εἶναι καιρὸς... νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον καὶ νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον, δι᾿ οὗ πάντοτε νικῶμεν, λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω νὰ ἐκδικήσωμεν τὴν πατρίδα καὶ τὴν ὀρθόδοξον ἡμῶν πίστιν ἀπὸ τὴν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καταφρόνησιν».
«……….. εν τούτω το σημείον νικώμεν. Ζήτω η ελευθερία!»
Επαναστατική προκήρυξις των τριών νήσων Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών 1821.
«Η φιλογενεστάτη πατρίς μας βλέπουσα την γενικήν κίνησιν των ομοπίστων ομογενών, εις το να αποσείση τον ασεβή και τυρρανικόν ζυγόν, εκινήθη και αυτή με όλας της τας δυνάμεις. Ύψωσε με ιεράν και δημοσίαν τελετήν την πανευφρόσυνον σημαίαν της Ελευθερίας του γένους των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών…
«Άνδρες θείοι, μεσίται Θεού και ανθρώπων, γίνετε τώρα συνελευθερωταί. Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Ουρανίου Βασιλέως και τα επίγεια όπλα ομού, κατά των βλασφημούντων το Πανάγιον Όνομα του Υψίστου».
«Αι ιεραί χείρες σας, αι ευλογούσαι τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ας λάβωσιν τώρα μάχαιραν και πυρ κατά των τυραννούντων τους Ορθοδόξους…». (Δίπτυχα του Νέου Ελληνισμού, σελ. 85).
Προκήρυξη των Προεστών της Αχαϊας (1821)
Την 22α Μαρτίου 1821 (κατ’ άλλους την 23η,24η Μαρτίου), εις την πλατείαν των Πατρών, ο Επίσκοπος Γερμανός, ύψωσεν τον Σταυρόν του όρκου της Επαναστάσεως. Εις αυτόν ωρκίζοντο το ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ οι ΑΓΩΝΙΣΤΑΙ.
Την ίδιαν ή και την επομένην, η Ελληνική επαναστατική αρχή του Αγώνος, έστειλεν το πρώτον της έγγραφον εις τους Πρόξενους των Ευρωπαϊκών Κρατών, το οποίον αρχίζει με τις λέξεις:
«Ημείς, το Ελληνικόν έθνος των χριστιανών, βλέποντες ότι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει όλεθρον εναντίον μας, πότε μ’ ένα και πότε μ’ άλλον τρόπον, απεφασίσαμεν σταθερώς, ή ν’ αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμενž και τούτο ένεκα βαστούμεν τα όπλα εις χείρας, ζητούντες τα δικαιώματά μας. Όντες λοιπόν βέβαιοι, ότι όλα τα χριστιανικά Βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαιά μας, και όχι μόνον δεν θέλουν μας εναντιωθή, αλλά και θέλουν μας συνδράμει, και ότι έχουν εις μνήμην ότι οι ένδοξοι πρόγονοί μας εφάνησαν ποτέ ωφέλιμοι εις την ανθρωπότητα, δια τούτο ειδοποιούμεν την εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμεν να προσπαθήσετε, να ήμεθα υπό την εύνοιαν και προστασίαν του μεγάλου τούτου κράτους».
[Π. Πατρών Γερμανός, Κερνίτσης Προκόπιος, κ.α. προς τους εν Πάτραις Προξένους των ξένων επικρατειών (22 ή 23 Μαρτίου 1821)].
Χρήστος Βυζάντιος
Ο ιστορικός του 19ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος, σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επαναστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας».5
Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος
Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: "...Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν".6
Ανάλογα αποτιμούν την στάση των ρασοφόρων στην Επανάσταση, ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι.Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.α.7
Για τα μοναστήρια οι ιστορικές μαρτυρίες είναι ενδεικτικές: Στην Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου όλοι οι μοναχοί, περί τους 70, ήταν μέλη της Φιλικής, και πολέμησαν οι ίδιοι τον Ιμπραήμ και τον Δράμαλη με αρχηγό τον ηγούμενό τους.
Ιάκωβος Ρίζος (Νερουλός)
Το 1832 ο υπουργός των Εκκλησιαστικών ο Ιάκωβος Ρίζος (Νερουλός) γράφει:
«Ποσάκις καθ' όλον το διάστημα του ιερού αγώνος το ελληνικόν ιερατείον έδωκε δείγματα ηρωϊκού Χριστιανισμού! ποσάκις αφειδήσαντες εαυτών οι σεβάσμιοι της Εκκλησίας ποιμένες έθεντο τας ψυχάς υπέρ των προβάτων! ποσάκις η μειλίχιος του Ευαγγελίου φωνή ενεθουσίασε κατά των εχθρών της πίστεως τους υπέρ αυτής αγωνιζομένους».8
Έκθεση ειδικής επιτροπής του Βασιλέως Όθωνος (1833)
Η επιτροπή που συστήθηκε (1833) από τον Όθωνα (μεταξύ των οποίων ο Σπ. Τρικούπης, ο Π. Νοταράς και ο Σκαρλ. Βυζάντιος) για τα Εκκλησιαστικά πράγματα της Ελλάδος, έγραψε στην έκθεσή της:
«Πρώτοι οι ιερείς του Υψίστου έκλιναν ους ευήκοον εις την φωνήν της ελευθερίας και περιζωσάμενοι μετά της νοητής ρομφαίας του Ευαγγελικού λόγου το ξίφος του Άρεως, διέπρεψαν πολλαχώς εις τον Ελληνικόν αγώνα. Και τα ονόματα των εν Κωνσταντινουπόλει αθλησάντων Αρχιερέων θέλουν στολίζει δια παντός τας πρώτας σελίδας της νεωτέρας Ελληνικής ιστορίας».
Έκθεση της υπό τον Θρασύβουλον Ζαΐμην επιτροπής επί των εκκλησιαστικών νομοσχεδίων εις την Βουλήν των Ελλήνων (1852)
«..Αύτη, δήλα δη, η Ορθόδοξος Εκκλησία, διετήρησεν εν ταις περιπετείαις των χρόνων την πνευματικήν και Εθνικήν ενότητα των Ελλήνων…»9
*
Η συμμετοχή του Κλήρου στην Επανάσταση υπήρξε τόσο χαρακτηριστική που φαίνεται ακατανόητη στον σύγχρονο Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγερο Κοσμά Φλαμιάτο (1786-1852), επειδή ακριβώς κάποιοι «Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής εφάνησαν οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν».
Ο Φωτάκος κατακρίνει με δριμύτητα τέτοιες θέσεις, σημειώνοντας ότι «σφάλλουν μεγάλως εις τούτο, διότι θέλουν τον μοναχόν να μη έχη αίσθημα ανθρώπου και αγάπην εις την πατρίδα του, αν και το ιερόν Ευαγγέλιον ρητώς διδάσκει, ότι ο μοναχός χρεωστεί να θυσιάση την ζωήν του δια την σωτηρίαν ενός και μόνον ανθρώπου, πολλώ δε μάλλον δια την ύπαρξιν και την σωτηρίαν ολοκλήρου του Έθνους του».
Οι Τούρκοι με την κήρυξη της επαναστάσεως, εξαπολύουν κατά διαταγήν του Σουλτάνου άγριο διωγμό με εκατόμβες θυμάτων στην περιοχή της Πόλης και πρώτο θύμα τον Πατριάρχη άγιο, Γρηγόριο Ε , «ως συνένοχον και κύριον υποκινητήν της συνωμοσίας», όπως αναφέρει η καταδίκη του, αλλά και τον προκάτοχό του, Κύριλλο, που βρισκόταν στην Ανδριανούπολη.
Αξίζει εδώ να αναφερθούμε και στην γενναία άρνηση του Σεϊχουλισλάμη (δηλ. του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη των μωαμεθανών) να εγκρίνει τότε την έκδοση φετφά γενικής σφαγής, πράξη που πλήρωσε με την ζωή του.
Τέτοιες θηριωδίες της Οθωμανικής αντιδράσεως, με τις εκτελέσεις επισκόπων και Φαναριωτών, τις σφαγές της Χίου και των Ψαρών, μας προσγειώνουν στον μακρύ κατάλογο των κληρικών και μοναχών που συνέβαλαν μαρτυρικώς, στον φόρο του αίματος.
2. Ομολογίες Ξένων 10
α. Ντομένικο Οριγκόνο, πρόξενος Ολλανδίας
 «Οι Τούρκοι στην Αθήνα κάνουν τα πάντα για να συλλάβουν παπάδες, γιατί όπως διαδίδεται οι παπάδες είναι αρχηγοί των επαναστατών».
β. Μώραλη Μελίκ Μπέη
Ο τούρκος ιστορικός Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι, «τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Έθνους.11
γ. Ζανί Ζαντέ
Ένας άλλος Τούρκος, ο  Ζανί Ζαντέ σημειώνει: «Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων».12
δ. Ο Άγγλος Humphreys γράφει ότι: «Ανάμεσα στους στρατιώτες βρίσκονταν και μεγά­λος αριθμός παπάδων. Αυτοί ήταν οι πρωτερ­γάτες του ξεσηκωμού».
ε. Στο βιβλίο της Γ΄ Λυκείου της Τουρκίας αναφέρεται ότι: «ο Πατριάρχης και ο ανώτερος Κλήρος των Ρωμιών ήταν επικεφαλής του Έθνους των Γραικών σ’ αυτήν την Επανάσταση, μαζί με τους καλόγε­ρους».
στ. Στις 16 Ιουνίου 1821 η Αμερικανική εφημερίδα «Γκαζέττ» της Μασαχουσέτης, πληροφορούσε τους αναγνώστες της ότι «...στο Μοριά ένοπλοι... με επικεφαλής τον ΚΛΗΡΟ εξεγέρθησαν εναντίον των Τούρκων....».
3. Επικριτές-Αρνητές της συμμετοχής του κλήρου και των Αρχιερέων στους αγώνες του Έθνους (1821)
Υπάρχουν, βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την καθολική σχεδόν, ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Εθνικό Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γιάννης Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γιάννης Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ' όχι ιστορικός), ο Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, αλλ' όχι ιστορικός), ο Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, όχι ιστορικός) κ.ά.13
Σημειώνουμε ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄, συγκαταλέγεται και ο χριστιανός καθηγητής Αλέξ. Τσιριντάνης (1903-1977), ιδρυτικό μέλος της Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων. Ο καθηγητής ισχυρίζετο ότι «το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης τήν άφώρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θα μπορούσε βέβαια, ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στον λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε, γιατί απλούστατα, ο αφορισμός ήταν αληθινός και "σπουδαίος". "Εγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα».14
Το κείμενο του καθηγητού Τσιριντάνη, αποδεικνύει, ότι η «παρερμηνεία» και παραχάραξη της αληθείας, δεν είναι προνόμιο «αντορθοδόξων» και «ανθελληνικών» ιδεολογιών. Το τραγικό όμως στην περίπτωση, και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο η αγνωσία, αλλά και η απουσία ενδιαφέροντος (στα 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας, που δίδει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Έτσι ευλόγως, διατυπώνομεν την απορίαν μας:
Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης «είχε διαμηνύσει στο λαό...κ.λπ.», πού θα εύρισκε ο Αλ. Τσιριντάνης τα αποδεικτικά στοιχεία; Τοιχοκολλημένα σε κάποια δημόσια πλατεία ή έξωθεν του Πατριαρχικού ναού;15
Καλά έλεγε ο μακαρίτης καί "άθεος" Γιάννης Σκαρίμπας, «από τήν ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμη το "Εθνος"...»
Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεοτύπως από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το "ΔΕΛΤΙΟΝ" της Ο.Λ.Μ.Ε.16, για να διαπιστώσει πώς αυτούσιες οι ιδεολογικές αυτές (παρα) ερμηνείες και μισαλλόδοξες δοκησισοφίες για το 1821, περνούν στο χώρο της παιδείας.
Το τραγικώς απελπιστικό όμως είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις των ομοϊδεατών και ομόσταυλων της εκάστοτε ηγεσίας της ΟΛΜΕ, για το θέμα του χαρακτήρος της Επαναστάσεως του 1821, έχουν πια ξεπερασθεί ακόμη  και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε οι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται "παλαιομοδίτες" στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού.
Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί, έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο τού Γ. Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του "λαϊκισμού. Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την επανάσταση του '21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: "Σε σύγκριση με το εθνικό, το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα".17
Ανάλογα δέχονται, ο καθηγητής Βασ. Φίλιας, ο Λεων. Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ά.. Η επικρατούσα στον χώρο της μαρξιστικής σκέψεως σήμερα θέση είναι, ότι η Επανάσταση του '21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, στην οποία έλαβαν μέρος oι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μια με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει όμως τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνατότητα ιστορικής-επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.
Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλαξίας είναι ο Μέγας Οικουμενικός Πατριάρχης του Αγώνα, Άγιος Γρηγόριος Ε΄. Η ερμηνεία της στάσεώς του στον Αγώνα, απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) και την χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός αναχρονισμός).
Ο εθνομάρτυς εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατό να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π. χ. 1790);
Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη του Κοραή και του Καποδίστρια, που αρχικώς ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως; Και όμως, σε καμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας.18
Θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: Και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου-Σούτσου; Δεν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου; Έτσι, άλλωστε, ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική.
Μπορεί όμως να "ερμηνευθεί" ο αφορισμός, χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα, μέσα στο οποίο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό; Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο)- Άμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμηών (ομολογία εκθέσεων των Ξένων της Κων/πόλεως).19
Απερίγραπτες θηριωδίες, πού προοιώνιζαν την συνέχεια-παύση από τον Σουλτάνο δύο Μεγάλων Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών -Απαγχονισμός του Σεϊχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών. Εκτελέσεις Φαναριωτών (Μουζούρηδων και Μητροπολιτών), κ.λπ.20
Τέλος, η συμβολή του κλήρου στον αγώνα ήταν βαθειά συνείδηση του γένους, που την εξέφραζε και στα δημοτικά του τραγούδια.
«Χαρά που τ’όχουν τα βουνά, τα κάστρα περηφάνια,Γιατί γιορτάζει η Παναγιά γιορτάζει κι η Πατρίδα, Σαν βλέπουν διάκους με σπαθιά παπάδες με τουφέκι, Σαν βλέπουν και τον Γερμανό της Πάτρας τον Δεσπότη, να ευλογάει τ' άρματα, να εύχεται τους λεβέντες».
Πιστεύουμε ότι, όσα δειγματικώς ανεφέρθησαν, είναι ικανά να πείσουν αφ’ ενός, κάθε αντικειμε­νικό κριτή, αφ’ ετέρου κάθε καλόπιστο αμφισβητία και αρνητή, για τον Εθνοσωτήριον ρόλον της Εκ­κλησίας, κατά την μακραίωνη τούρκικη σκλαβιά και κατά την εθνεγερσία του '21.
«Η Εκκλησία κατασεισθείσα και απειληθείσα δι’ αφανισμού, εκ μέρους του εκμανέντος αιμοσταγούς τυράννου, ουδ’ επί μίαν ημέραν εδειλίασεν, ουδ’ επί μίαν στιγμήν απέλιπεν αυτήν η πίστις επί τον τελικόν θρίαμβον του έθνους. Παρέμεινεν απτόητος και ακλόνητος παραστάτης του δεινώς παλαίοντος έθνους, ουδαμώς δ’ ωρρώδησε αν και ακόμη έβλεπε πλήθος πάμμεγα Ιερέων και Μοναχών της θυσιαζόμενης επί του Ιερού βωμού της εθνεγερσίας». (Από  πανηγυρικόν λόγον ρηθέντα εν τη μεγάλη αιθούση των τελετών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου επί τη λήξει των εορτών της εκατονταετηρίδος της εθνικής παλιγγενεσίας / Μιχαήλ Δ. Βολονάκη, 1875-1950).
Η Εκκλησία που κρύβει μέσα της και θάλπει το ελληνικό έθνος, ήταν αναγκασμένη, εκ των πραγμάτων, να σηκώνει σαν άλλον Κυρηναίον δύο βάρη. Πρώτα το δικό της, και κατόπιν του έθνους. Ποτέ όμως διαμαρτυρομένη και γογγύζουσα. Υποχρεωμένη να κηρύττη και να ομολογή δυο ‘‘ΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ’’. «Του Ιησού Χριστού, και του ΓΕΝΟΥΣ. Έκαμε την πίστη Πατρίδα, και την Πατρίδα πίστη»  (ο Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος).
Το Ελληνικόν θαύμα του 1821 υπήρξεν εκατόν τοις εκατόν, θαύμα των Ελλήνων και η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν το Α και το Ω για το υπόδουλο γένος. Αυτό δεν μπορεί να το ανα­τρέψει κανείς και καμιά δύναμη. Η Ρωμιοσύνη και η Ορ­θόδοξη Εκκλησία, στην περίοδο της Τουρ­κοκρατίας πορεύτηκαν αντάμα τον δρόμο του μαρτυρίου τους, τον δρόμο της σταυρικής τους πορείας κι’ επιβίωσαν χάρις στην πίστη τους στον Τριαδικόν Θεόν της Ορθοδοξίας.
Μέσα από τις Ορθόδοξες εικόνες και το εκκλησιαστικό μέλος, μέσα από τα συ­ναξάρια των αγίων και μέσα από την ζωή των αρχαίων ηρώων, κρατήθηκε η ελληνική ψυχή όρθια, ως ότου βρήκε την δύναμη και τίναξε από πάνω της τον τουρκικό ζυγό.
Δυστυχώς, οι ραμφιστές-παραχαράκτες των ιστορικών κειμένων και οι μισθωμένοι προπαγανδιστές, δρώντες άλλοτε αυτοβούλως, από ιδεοληψίαν, αγραμματοσύνη, αλαζονείαν, ανοησίαν, ή άλλοτε κινούμενοι υστεροβούλως και ετεροβούλως, από εθνομηδενισμόν, θρησκευτικήν μισαλλοδοξίαν, ανθελληνισμόν, ωφελιμισμόν, απολύτη ξενολατρεία-υποτέλεια στο ΣΥΣΤΗΜΑ (εθνικοί μειοδότες-προδότες), όχι μόνον δεν εξέλιπον, αλλά επί των ημερών μας, έχουν αυξηθεί επικινδύνως.
Τους βλέπουμε, τους ακούμε, διαβάζουμε τα κείμενά τους, από τα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ, πεδία ανθελληνικής και αντιχριστιανικής δράσεως τα οποία τους παρέχονται αφειδώς από το Σύστημα.  ΔΕΝ απορούμεν πλέον, για την θρασυστομίαν, την παράνοιαν και κυνικότητα των λόγων και έργων τους, επισημαίνομεν όμως, ότι παραμένουν αμετανόητοι και συνεπώς έχουν καταστεί Ηθικώς, Πνευματικώς και Εθνικώς επιζήμιοι. Αποτελούν την κατάρα και την χολέρα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Όμως, όλοι αυτοί (στους οποίους δυστυχώς, συγκαταλέγεται και μερίδα επίορκων ρασοφόρων) και όσοι άλλοι, τυχόν, προστεθούν εις το μέλλον, ΔΕΝ πρόκειται να αλλοιώσουν ποτέ, την ιστορικώς καταγεγραμμένη πραγματικότητα, για τον πρωταγωνιστικόν/ Εθναρχικόν ρόλον της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στους αγώνες κατά την τουρκοκρατίαν και την εθνεγερσίαν του 1821.
Τα αληθή ιστορικά γεγονότα (μη αναγραφόμενα στα εγχειρίδια της συμβατικής Ιστορίας που διδάσκονται σήμερα οι Ελληνόπαιδες σ’ όλες τις Εκπαιδευτικές βαθμίδες) και οι καταλυτικές καταγραφές αυτοπτών και αυτήκοων μαρτύρων, δίδουν στους βδελυρούς συκοφάντες αποστομωτική απάντηση!!!


Συνεχίζεται



1 Βασική βιβλιογραφία, όπως υποσ.1 του 1ου μέρους.
2 -Πέτρου Α. Γεωργαντζή. Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα (αντίδραση ή προσφορά;). ΞΑΝΘΗ, 1985
-Η Εκκλησία εις τον αγώνα της Ελευθερίας (1453-1953), Κων. Βοβολίνη, Αθήναι,1952.
-Γεώργιος Μεταλληνός. Το '21 και οι Συντελεστές του. Ελληνισμός Μαχόμενος, Eκδόσεις Τήνος, Αθήνα 1995.
3 Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής, εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29.
4 Βίοι Πελοποννησίων ανδρών και των έξωθεν εις την Πελοπόννησον ελθόντων κληρικών, στρατιωτικών και πολιτικών των αγωνισαμένων τον αγώνα της Επαναστάσεως (Εν Αθήναις, 1888).
5 Χρ. Βυζαντίου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.
6 Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελληνικού ΄Εθνους, τομ. 7, Αθήναι 1925 σ. 216/17.
7 Παραθέματα βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π., σ. 190 ε. έ. Πρβλ. σ. 248 έ. ε. "Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων", "κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικων".
8 Δ. Σ. Μπαλάνος, «Αι υπέρ του Έθνους θυσίαι του Κλήρου κατά την Επανάστασιν του 1821», Ἡμερολόγιον τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος, τ. 2, 2 (1923), σ. 193.
9 Η Εκκλησία εις τον αγώνα της Ελευθερίας, Κων. Βοβολίνης, Αθήναι, 1952, σ. 179.

10 Μιλούν τα γεγονότα. ΕΚΚΛΗΣΙΑ-ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ – 21.Τιμοθέου Κ. Καλίφη.  Α' Βραβείον Ενώσεως Ελλήνων Λογοτεχνών (Πηγή: Πολεμική προσφορά στην Επανάσταση του 21, www.impantokratoros.gr › ... › Τουρκοκρατία και Επανάσταση του 1821).

11 Βλ. τις μελέτες: Νικηφ. Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, σ.167, Αθήναι 1960--- Ι. Παπαϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α', σ. 240, Λάρισα 1979.
12 Βλ. τις μελέτες: Νικηφ. Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους ιστοριογράφους, σ.107, Αθήναι 1960--- Ι. Παπαϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α', σ. 240, Λάρισα 1979.[Πηγή: Γεώργιος Μεταλληνός. Το '21 και οι Συντελεστές του. Ελληνισμός Μαχόμενος, Eκδόσεις Τήνος, Αθήνα 1995 (απόσπασμα)].
13 Παραθέματα σχετικά, βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ.π. σ.197-199 και 234 ε.έ.
14 Βλ. Αλεξ. Τσιριντάνη, Το Εικοσιένα, στο περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τευχ. 195, Ιανουαρ. 1977, σ. 2).
15 Ο Εθνομάρτυρας Πατριάρχης είχε πράγματι "διαμηνύσει" ότι ο αφορισμός ΔΕΝ ήταν αληθινός ( Βλ.Ι. Μ. Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε΄ μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές τον αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 έ. Έ).
16 Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ.34/τεύχος 556, σ. 3: «Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στην πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα, αποβλέποντας σε μια νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό(...). Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμώνν (Γρηγόριο Ε', Πολύκαρπο Ιεροσολύμων)..».
Πρβλ. Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 201. Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του "λαϊκισμού" εμποδίζει το κείμενο να λάβει υποδομή τις περιπτώσεις που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαού στις μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. ΄Ετσι η ερμηνεία καταντά να είναι μονομερής, αντιεπιστημονική και ιδεολογική.
17 Π. Γεωργαντζή, όπ.π., σ. 238 έ.
18 Ι. Μ. Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε' μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές τον αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21
19 Γεωργίου Θ. Ζώρα, Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε' εις την έκθεσιν του Ολλανδου Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 έ.
20 Η Ιστορία του Ελληνικού Εθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ', σ. 32 και 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «...Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τί θά πάθαινε το ΄Εθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. ΄Αλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου